Πολιτική... παράκρουση έδειχνε να έχει πάθει ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς –και μάλιστα ακροδεξιάς φύσης– στην ομιλία που εκφώνησε την περασμένη Πέμπτη στο συνέδριο του βρετανικού περιοδικού The Economist, στην Αθήνα. «Πάψαμε να είμαστε η τελευταία σοβιετική χώρα στον κόσμο! Πάψαμε να είμαστε το Τζουράσικ Παρκ της Ευρώπης! Πάψαμε να είμαστε η χώρα-Δον Κιχώτης που πολεμάει με ανεμόμυλους!» αναφώνησε ο πρωθυπουργός ζητοκραυγάζοντας, μόνος αυτός, το έργο της κυβέρνησής του στο κλείσιμο του λόγου του, ο οποίος προκάλεσε θυμηδία λιγάκι της φαιδρότητάς του.
«Η Ελλάδα ήταν η τελευταία σοβιετική οικονομία, παρά το γεγονός ότι ποτέ δεν ανήκε στο σοβιετικό μπλοκ!» ισχυρίστηκε στα σοβαρά ο Αντώνης Σαμαράς.
Γιατί ήταν η Ελλάδα «σοβιετική οικονομία» κατά τον εμβριθή πρωθυπουργό; Επειδή κατά τα σαράντα χρόνια που κυβερνούν την χώρα η Δεξιά της ΝΔ και η Κεντροαριστερά του ΠΑΣΟΚ, όπως είπε ο Αντ. Σαμαράς, «στην Ελλάδα οι ξένες επενδύσεις παρέμεναν επί δεκαετίες, όπως και οι ελληνικές άλλωστε, όπως και η έννοια επιχειρηματίας, μια απαγορευμένη έννοια. Η ανταγωνιστικότητα και η επιχειρηματικότητα παρέμεναν απαγορευμένες λέξεις...»
Το ότι η... ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ είχαν εγκαταστήσει «σοβιετική οικονομία» στην Ελλάδα, προφανώς μόνο ο Αντώνης Σαμαράς και κάποια ομήγυρις ομοϊδεατών του το είχαν αντιληφθεί!
«Τζουράσικ Παρκ η χώρα!»
Ο πρωθυπουργός ήταν όμως ασυγκράτητος. Στην αποκρουστικά παραληρηματική από πολιτική σκοπιά ομιλία του, ο Αντώνης Σαμαράς έβγαζε αφρούς από το στόμα, καταγγέλλοντας τις «αδίστακτες συντεχνίες που έκλειναν το ένα εργοστάσιο μετά το άλλο, έκλειναν τους δρόμους καθημερινά παραλύοντας την κίνηση και όποτε ήθελαν κατέβαζαν τους διακόπτες του ηλεκτρικού ή διέκοπταν τις μαζικές συγκοινωνίες του ελληνικού λαού»!
Στο πλαίσιο της πολιτικής φαιδρότητας, ο πρωθυπουργός ήταν απολαυστικός σε πολλά σημεία της ομιλίας του. «Τι ήταν η Ελλάδα ως πρόσφατα;» αναρωτήθηκε εννοώντας τι ήταν η πατρίδα μας μέχρι να αναλάβει αυτός πρωθυπουργός πριν από δύο χρόνια. Την απάντηση φυσικά την έδωσε ο ίδιος:
«Ήταν ένα είδος Τζουράσικ Παρκ της Ευρώπης, όπου επιβίωναν ακόμα οι δεινόσαυροι του περασμένου αιώνα. Και θα το αποδείξω: Κατ’ όνομα δημόσια πανεπιστήμια που βρίσκονταν σε μόνιμη κατάληξη από μειοψηφίες εξωπανεπιστημιακών κουκουλοφόρων. Κατ’ όνομα νοσοκομεία που βρίσκονταν σε μόνιμη παράλυση. Δημόσιοι δρόμοι μονίμως μπλοκαρισμένοι και συχνά φλεγόμενοι από ορδές κουκουλοφόρων» διαπίστωσε εύνους και κατηφής ο πρωθυπουργός.
«Αυτά δεν υπάρχουν πουθενά στον κόσμο, αλλά υπήρχαν στη δική μας χώρα!» πληροφόρησε τους αδαείς ιθαγενείς ο Αντώνης Σαμαράς. Γιατί είναι «κατ’ όνομα» μόνο δημόσια τα πανεπιστήμια ή τα νοσοκομεία, άγνωσται αι βουλαί του Κυρίου – ή μάλλον γνωστή η πρόθεσή του να καταργήσει την Δημόσια Παιδεία και την Δημόσια Υγεία, αλλά ελπίζουμε και ευχόμαστε να μην κατορθώσει να υλοποιήσει τους στόχους του.
Φταίει η... αντιπολίτευση!
Στις ευρωεκλογές, η ΝΔ πήρε μόνο 23%. Άντε, ας προσθέσουμε στο ποσοστό της και το 8% της «τσόντας» του ΠΑΣΟΚ του Βαγγέλη Βενιζέλου, οπότε σχεδόν το 70% των ψηφοφόρων καταδίκασε με την ψήφο του την πολιτική που τόσο γλαφυρά περιγράφει και τόσο θαυμάζει ο πρωθυπουργός, φτύνοντας και ο ίδιος τον εαυτό του να μη βασκαθεί για τα «θαύματα» που πέτυχε μέσα σε δύο μόλις χρόνια η κυβέρνησή του, από το 2012 που ανέλαβε πρωθυπουργός αυτός.
Πώς αντιμετωπίζει λοιπόν ο Αντώνης Σαμαράς το 70% του ελληνικού λαού που δεν συναινεί με την ψήφο του στα κατορθώματά του; Μας το λέει ο ίδιος:
«Παραμένουν απέναντί μας εκείνοι οι οποίοι είναι ερωτευμένοι με τις στρεβλώσεις, τις σπατάλες, όλο το σύμπλεγμα κρατισμού και συντεχνιακής αυθαιρεσίας που τα υπερασπίζονται όλα μαζί σε κάθε ανομία! Υπερασπίζονταν και κουκουλοφόρους, όταν καίγανε τις πόλεις... Όλους αυτούς τους έχουμε απέναντί μας! Κι όμως προχωράμε!» υπογράμμισε αυτοθαυμαζόμενος εκ νέου.
Στην από πάμπολλες χιλιάδες λέξεις ομιλία του, ο πρωθυπουργός αφιέρωσε και... τριάντα (!) όλες κι όλες λέξεις για να επισημάνει τις ευθύνες των κομμάτων για την κρίση. Μόνο που στα κόμματα που κυβέρνησαν ο Αντώνης Σαμαράς αφιερώνει... τέσερις (ναι, μόνο τέσσερις!) λέξεις, χωρίς να τους καταλογίζει καμία συγκεκριμένη ευθύνη, ενώ στα κόμματα της αντιπολίτευσης αφιερώνει δεκαπέντε λέξεις και είναι καταπέλτης στον επιμερισμό των ευθυνών γι’ αυτά!
Ιδού τι είπε ο πρωθυπουργός: «Όλα τα κόμματα έχουν ευθύνες για την κρίση στην οποία οδηγήθηκε η χώρα. Και αυτά που κυβέρνησαν. Και αυτά που δεν κυβέρνησαν όμως κυριαρχούσαν στα πεζοδρόμια, έδιωχναν επενδύσεις και εμπόδιζαν κάθε μεταρρύθμιση»!
Ο ισχυρισμός είναι εξωφρενικός. Δεν είναι απλώς ότι βάζει στο ίδιο τσουβάλι τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ που κυβερνούν σαράντα χρόνια συνεχώς με το ΚΚΕ και τον ΣΥΝ-ΣΥΡΙΖΑ που βρίσκονται μονίμως στην αντιπολίτευση όλες αυτές τις δεκαετίες. Είναι και το ότι ιδίως το ΚΚΕ, αλλά και ο ΣΥΝ «κυριαρχούσαν στα πεζοδρόμια, έδιωχναν επενδύσεις και εμπόδιζαν κάθε μεταρρύθμιση»! Αυτά φταίνει δηλαδή! Τι να σου κάνουν και οι δυστυχείς κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, αφού το αθροιστικά 10% της Αριστεράς «εμπόδιζε κάθε μεταρρύθμιση»! Γι’ αυτό φτάσαμε σε αυτά τα χάλια, το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ φταίνε, ασχέτως αν μόνο οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ έκαναν διορισμούς και αν καμία «συντεχνία» δεν υπάρχει που να μην έχει ηγέτες από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ!
Πρόκειται περί απερίγραπτης πολιτικής γελοιότητας.
Ο κόσμος του πρωθυπουργού
Με ενθουσιασμό ο Αντώνης Σαμαράς περιέγραψε τα θαυμαστά έργα της κυβέρνησής του. Η Ελλάδα «από το κατώφλι της χρεοκοπίας μπαίνει σήμερα στην ανάπτυξη» διακήρυξε με αυτοπεποίθηση που προκαλεί εντύπωση για το πώς ακριβώς αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα γύρω του.
«Ελάχιστοι περίμεναν ότι θα καταφέρναμε να αρχίσουμε από φέτος να δανειζόμαστε στις αγορές, κατεβάζοντας μάλιστα συνεχώς το επιτόκιο δανεισμού μας. Κι όμως το επιτύχαμε! Για πρώτη φορά στις αρχές του περασμένου Απριλίου και τη δεύτερη φορά σήμερα!» υπογράμμισε ο πρωθυπουργός. Πολύ παράδοξος ο ισχυρισμός του. Ακριβώς την Πέμπτη η κυβέρνηση είχε βγει να δανειστεί 3 δισεκατομμύρια ευρώ, απέτυχε παταγωδώς να τα βρει και μπόρεσε να διαθέσει ομόλογα αξίας μόνο 1,5 δισεκατομμυρίου – ακριβώς τα μισά δηλαδή! Γιατί πανηγυρίζει ο πρωθυπουργός; Για να καλύψει την αποτυχία του; Μα όλοι ανεξαιρέτως οι συνδαιτημόνες του πρωθυπουργού στο συνέδριο του Economist ήξεραν ότι η κυβέρνηση είχε αποτύχει να δανειστεί τα λεφτά που έψαχνε, βρήκε μόνο τα μισά! Είχε στόχο να εξαπατήσει τον αδαή ελληνικό λαό που θα άκουγε αποσπάσματα της ομιλίας του στις τηλεοράσεις, έστω και με τίμημα τον διασυρμό του σε όσους τον άκουγαν δια ζεύσης μέσα στο συνέδριο; Ίσως...
Ανάπτυξη... ασφαλώς!
Έχοντας καταλύσει την... «σοβιετική οικονομία» της Ελλάδας, ο Αντ. Σαμαράς δεν κρατιόταν με τίποτα από τον ενθουσιασμό του!
«Τώρα ανοίγουμε το δρόμο για να μεγαλουργούν οι Έλληνες όχι μόνο στο εξωτερικό, αλλά και στον ίδιο τον τόπο τους!» διατυμπάνισε, αφήνοντας άναυδους τους πάντες, αφού είναι δύσκολο να χαρακτηρίσει κανείς «μεγαλούργημα» την απερίγραπτη μιζέρια και δυστυχία της σημερινής Ελλάδας, όσα φιλικά αισθήματα και αν αισθάνεται προς την κυβέρνηση Σαμαρά - Βενιζέλου.
Ο πρωθυπουργός όμως δεν ..... προ ουδενός προκειμένου να επιβιώσει πολιτικά. Μέχρι και ότι... «τώρα αρχίζουν και επιστρέφουν οι νέοι μας», ισχυρίστηκε!!! Με την μνημονιακή πολιτική της κυβέρνησής του και της κυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου να έχει εκτινάξει την ανεργία των νέων στο ασύλληπτο, εφιαλτικό ύψος του... 60%, με την μαζική φυγή χιλιάδων νέων Ελλήνων επιστημόνων να έχει φτάσει σε πρωτοφανή, αδιανόητα μέχρι πρότινος επίπεδα, ο Σαμαράς μας λέει ότι... «οι νέοι αρχίζουν και επιστρέφουν»!
«Άρχισε η ανάπτυξη» είναι το κεντρικό μοτίβο της παντελώς αβάσιμης κυβερνητικής προπαγάνδας. Σπανίως ξεφεύγουν του πρωθυπουργού μια-δυο φράσεις που απεικονίζουν όχι την ανύπαρκτη, φανταστική Ελλάδα που περιγράφει, αλλά την εφιαλτική πραγματικότητα της χώρας μας που ζούμε όλοι μας.
«Υπάρχει ασφυξία σε έναν ολόκληρο κόσμο ιδιωτών για τις οφειλές τους προς τα ασφαλιστικά ταμεία και το δημόσιο», είπε κάποια στιγμή στην ομιλία του. Σωστά ομολόγησε την ύπαρξη «ασφυξίας».
Τώρα συμβιβάζεται όμως «ανάπτυξη» και «ασφυξία» οικονομική των ιδιωτών; Αυτή η μνημονιακή... «ασφυκτική ανάπτυξη» είναι μάλλον θανατηφόρος για τους ιδιώτες, για τις επιχειρήσεις τους, για την ελληνική οικονομία!
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ (Τεύχος 248)