Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2014

Αποικία η Ωραία Ελλάς


Μιχαλού
Ζώντας καθημερινά στον πολιτικό παραλογισμό… όλα αυτά τα μνημονιακά χρόνια συρόμαστε  από εξευτελισμό σε εξευτελισμό ενώ μας οδήγουν στην ανέχεια με χειρουργική ακρίβεια -όπως συνηθίζεται να λέγεται!!!

Τελευταία μάθαμε και το τραγικότερο όλων και μάλιστα λίγες μέρες μετά την αποτυχημένη προσπάθεια της Κυβέρνησης να  βγούμε στις αγορές…Οι Έλληνες δεν έχουν ανθρώπινα δικαιώματα, διότι χρωστάνε!!!

Ναι κύριοι οι δανειστές μας, οι οποίοι αποτελούν το πνεύμα του Ευρωπαϊσμού- λέμε τώρα-  ποδοπατούν  ένα ολόκληρο έθνος χωρίς ντροπή και μας το λένε ανοικτά…Αλλά πώς να είναι διαφορετικά οι άνθρωποι  πάντοτε γούσταραν τις αποικίες, τώρα θα άλλαζαν!!!  Έφεραν την κατάσταση έτσι στην χώρα μας ώστε να μας  περάσουν σε εμάς τους παρακατιανούς,  τις αλυσίδες που χρόνια επιθυμούσαν!!!

Κάποιοι θα λένε τώρα υπερβολές!!! Και όμως σας θυμίζω ότι η Ελλάδα δεν έχει να διαθέσει ούτε ευρώ για την υγεία των πολιτών της. Είναι η πρώτη χώρα εν καιρώ ειρήνης ή πολέμου που δεν καλύπτει τους πολίτες της με τα βασικά της  ιατρικής περίθαλψης και ας λέει τα δικά του ο Βορίδης…

Και σαν να μην φθάνουν όλα αυτά έχουμε και τους εκτελεστές των ορέξεων των δανειστών που δουλεύουν… Λένε ότι πλέον μπορούμε να μιλάμε για μετά μνημονιακή εποχή… Όμως ούτε μήνα δεν κατάφεραν να παίξουν το χαρτί αυτό και  βγήκε ο Σόιμπλε και τους τράβηξε πάλι το αυτί λέγοντας "Δεν υπάρχει ελληνογερμανική συμφωνία για περαιτέρω οικονομική στήριξη της Ελλάδας". Σε απλά ελληνικά δηλαδή «υπογράψτε ότι θα σας πάρουμε ότι βρακί σας έχει απομείνει  και θα σας δώσουμε κάτι για να μας το δώσετε πίσω εις τριπλούν» και μετά «Άντε να πνιγείτε»



Λεπτή κόκκινη σπονδή

Κοιτούσα τις εφημερίδες χθες. Δεν κράτησα ούτε μια σημείωση. Φέτος ο χειμώνας ήρθε -στην Αθήνα- νωρίς. Κι αψύς. Αλλάζουν και την ώρα οι Φράγκοι, λίγο μετά το μεσημέρι νυχτώνει. Λιγοστεύει η μέρα. Δεν κράτησα χθες σημειώσεις, όχι πως δεν υπήρχαν νέα, αλλά ήταν τα ίδια νέα. Η ίδια μελαγχολία των πολλών, που χρόνια τώρα χρόνο με τον χρόνο μεγαλώνει και βαθαίνει.

Εξ όρθρου βαθέος για όσους ξυπνούν νωρίς και κάπως αργότερα για τους πιο ράθυμους, ουρλιάζουν οι σειρήνες της εμπόλεμης μέρας μπροστά μας. Κολλάνε στα παράθυρα σαν προκηρύξεις που τις έχει σπρώξει ο άνεμος, υγρές χάρτινες ημερήσιες διαταγές με λογαριασμούς και εκκρεμότητες.

Δεν ξέρω τι είδους ζωή ζούμε τα τελευταία χρόνια. Τα χρόνια των Μνημονίων. Πάντως σε ανθρώπους τέτοια ζωή δεν αξίζει. Μόνον η φυλή των πρωινάδικων συνεχίζει να στροβιλίζεται ακατάβλητη σε ένα ακατάληπτο τραλαλά από οθόνης πέραν του καλού και του κακού - μια μάσκα θανάτου που γελάει σαν χαζή διαφήμιση μπροστά σε μια αβυσσαλέα μαύρη τρύπα.

Και ύστερα. Και πάντα. Και παντού. Η προπαγάνδα τους. Κι έχει γίνει το ψέμα τους, η αλήθεια σου. Αλλά πάνω απ’ όλα οι νόμοι τους. Μια ζωή τυλιγμένη σε ψιλά γράμματα. Ελπίδες με αστερίσκους. Θα σου διορθώσουν τον ΕΝΦΙΑ. Πλην όμως δεν είσαι στο δωμάτιο με τις προϋποθέσεις. Ζεις στο δίπλα. Στην γκρίζα ζώνη. Τη μια πληροίς τις προδιαγραφές, την άλλη όχι - ας πρόσεχες! Ξεροκόμματα προσδοκιών.

Αφήνουν, λέει, στις πόρτες των ιδρυμάτων τα παιδιά διότι δεν έχουν να τα θρέψουν. Η άλλη κλαίει διότι της έκοψαν ένα (ήδη μειωμένο) επίδομα. Το επίδομα! Αντί των επιδοτήσεων, τα επιδόματα. Να συνηθίζεις τη μιζέρια σου. Να εξαρτάσαι απ’ το κράτος, απ’ τα ψιλά γράμματα, από τις εγκυκλίους, φοβισμένος μέσα σ’ αυτο το φρενοκομείο γύρω σου, άθυρμα της τρομοκρατίας μέσα σου. Δεν υπάρχουν πολίτες στην επικράτεια των υπομειόνων.

Ο λαός όταν δολοφονείται γίνεται πιο παραγωγικός, οι σκλάβοι δουλεύουν, οι άνεργοι αναμένουν, οι φούρνοι χορταίνουν. Financial Times: «οι πλούσιοι Ελληνες δεν έκαναν τίποτα για να βοηθήσουν το έθνος τους». Οι πλούσιοι δεν έχουν τα έθνη για να τα βοηθούν, τα έχουν για να τα χρησιμοποιούν. Για να απομυζούν τις εργαζόμενες τάξεις.

Πληρώνεις τώρα τις αμαρτίες σου. Οχι ότι τάχα ήσουν «τεμπέλης» και «διεφθαρμένος», αλλά την ανοχή σου στη λαϊφοστυλιά, στον «εκσυγχρονισμό», στους σμπίρους που σε βρίζουν - αυτούς τους ίδιους που σε είπανε «τεμπέλη» και «διεφθαρμένο». Ανέχθηκες την τηλεοπτική τυραννίδα, ανέχθηκες την αποεκπαίδευση, βολεύτηκες σε ένα «όλοι τους ίδιοι είναι», ανέχθηκες την αποδόμηση των αξιών και των κωδίκων - ωχ αδερφέ, έλεγες, εγώ θα σώσω τον κόσμο; Τώρα δεν μπορείς να σώσεις ούτε τον εαυτό σου.

Ξαναπαίρνεις τον μίτο απ’ την αρχή - παραπατάς, παραμιλάς, σαν να βγαίνεις από μέθη. Καλά κάνεις, να δούμε πού θα το πας. Τώρα που «η πόλις έχει κοπεί» κι εσύ πρέπει να πάρεις θέση.

Ομως, μην το ξεχνάς, οι εφιάλτες σου σ’ την έχουνε στημένη. Η τράπεζα είναι και παραμένει ο κριτής σου. Αυτή θα αποφασίσει αν είσαι «δύστροπος». Εσύ θα φταις αν αναγκασθεί με τα λεφτά που την ανακεφαλαίωσες να σου πάρει το σπίτι. Εσύ πάντα φταις! Εσύ είσαι ο λαϊκιστής, άρα εσύ φταις. Η ζωή σου έχει παντρευτεί την Εφορία.

Στη γειτονιά σου ανοίγουν μαγαζάκια με γύρο και πίτα, αρχίζει η ανάπτυξη. Κλείνουν μαγαζάκια με γύρο και πίτα, συνεχίζεται η ανάπτυξη. Με παράπλευρες απώλειες δυο πιτσιρικάδες μπίζνεσμαν και τρεις νεαρές γκαρσόνες. Μου λέει η μια νεαρή γκαρσόνα, οι φίλοι μου έφυγαν στο εξωτερικό, οι γονείς μου έχουν κλειστεί μέσα τους από καιρό κι εγώ έμαθα να ζω σαν στρουθίο με λίγο νερό.

Αυτό το τελευταίο για το «στρουθίο» το κατασκεύασα εγώ, δεν ξέρουν οι πιο πολλοί απ’ τη νέα γενιά για στρουθία, ούτε η καλή μου η γκαρσόνα που τα μάτια της γελάνε γεμάτα δάκρυα σαν της ελαφίνας. Της την έστησε ο Γιωργάκης κι ο Σαμαράς της ελαφίνας, της την έστησε ο Σόρος, της την έστησε και ο «αριστερός» που γράφει περιπαικτικά τη σημαία, «συμαία». Οπως τη γράφει μες στην αγραμματοσύνη του κι ο Χρυσαυγίτης.

Απ’ την γκαρσόνα, δουλεύει δεν δουλεύει, το σύστημα βγάζει λεφτά. Οσο για την ίδια, δουλεύει δεν δουλεύει, λεφτά δεν βγάζει. Ζωή δεν βγάζει, ελπίδα δεν βγάζει, δεν βγαίνει πουθενά όλο αυτό.

Δεν ξέρω αν οι ιστορικοί του μέλλοντος θα βρούνε την εποχή μας περισσότερο ηλίθια ή περισσότερο αιχμάλωτη. Νοιώθω όμως (όσον κι αν αυτό μπορεί να ’ναι ένας ακόμα ευσεβής πόθος) ότι αυτή η βοή που ακούγεται προσπαθεί να βρει τις δικές της λέξεις για να μιλήσει. Ισως ανάμεσα σ’ αυτές να μην περιέχονται τα «στρουθία» και τα τοιαύτα - αν και τίποτα δεν πάει χαμένο.Προσμένω όμως τη νέα οργάνωση των λέξεων, εκείνη που θα κάνει του αλατιού και την αιχμαλωσία και την ηλιθιότητα...


Γιατί πλημμυρίζει η Αθήνα; Η ανάπτυξη της πόλης και οι διαδρομές των ρεμάτων.


… οι Έλληνες απέφευγαν να χαράξουν δρόμους, σε κάθε περίπτωση που το νερό είχε την καλοσύνη να αναλάβει αυτό το έργο. Σε τούτη τη χώρα,όπου ο άνθρωπος ελάχιστα αντιτίθεται στη δουλειά που κάνει η φύση, οι χείμαρροι είναι δρόμοι βασιλικοί, τα ρυάκια δρόμοι επαρχιακοί και τα χαντάκια δρόμοι κοινοτικοί. Οι καταιγίδες έχουν αναλάβει το έργο των μηχανικών που κατασκευάζουν γέφυρες κ’ η βροχή συντηρεί, χωρίς έλεγχο, τους δρόμους μεγάλης και μικρής κυκλοφορίας”
    (Ε. Αμπού, 1968, Ο βασιλεύς των ορέων, Αθήνα: Γαλαξίας, μτφ. Α. Φραγκιά, γαλλική έκδοση 1853)
Το νερό υπήρξε ιστορικά μια καθοριστική παράμετρος για τη χωροθέτηση οικισμών στην Αττική. Η ευνοϊκή μορφολογία του εδάφους και σημαντικές φυσικές πηγές συνέβαλαν στο σχηματισμό ενός μεγάλου αριθμού ρεμάτων, από τα οποία σήμερα δεν μπορούν να εντοπιστούν περισσότερα από το 10% (περίπου 70 από τα 700). Το εύφορο έδαφος κοντά στα ρέματα προσέλκυσε ανθρώπινους οικισμούς από την αρχαιότητα. Κατά την αρχαιότητα τα ρέματα και τα ποτάμια εθεωρούντο ιεροί χώροι και πολλά ιερά έχουν βρεθεί κατά μήκος των διαδρομών τους. Ήταν περιοχές για ειρηνικούς περιπάτους και αναψυχή. Μάλιστα ο Πλάτωνας αναφέρεται στην ομορφιά του τοπίου του Ιλισσού, όπου ο Σωκράτης έκανε φιλοσοφικές συζητήσεις με τους μαθητές του.
Μέχρι περίπου το πρώτο τέταρτο του 19ου αιώνα, οι όχθες των ρεμάτων και των ποταμών διατηρούσαν το χαρακτήρα τους ως “φύση” και ως χώροι αναψυχής για τους κατοίκους της πόλης. Το τοπίο της Αττικής δεν είχε σημαντικά αλλοιωθεί και ένα πυκνό δίκτυο ρεμάτων αποτελούσε σημαντικό χαρακτηριστικό του. Με την ίδρυση του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους και, ειδικότερα, με την επιλογή της Αθήνας ως πρωτεύουσας, το πρόσωπο της Αττικής μεταβλήθηκε ταχύτατα, τόσο που σήμερα δεν αναγνωρίζεται και οι διαδρομές των ρεμάτων δεν διακρίνονται, ούτε βέβαια μπορούν να τις ακολουθήσουν οι φυσιολάτρες περιπατητές.
Η κερδοσκοπία στη γη και η εξαφάνιση των ρεμάτων
Τρεις χρονικές τομές στην ιστορία της Αθήνας είναι σημαντικές για να κατανοήσει κανείς, αφ’ ενός τις διαδικασίες ανάπτυξης της πόλης και αφ’ ετέρου την τύχη των ρεμάτων ως τμήματος της φύσης μέσα στην πόλη: η επιλογή της Αθήνας ως πρωτεύουσας του ανεξάρτητου κράτους το 1834. η εγκατάσταση των προσφύγων από τη Μικρά Ασία μετά το 1922. και η μεταπολεμική ανοικοδόμηση.
Η νέα πρωτεύουσα
Την εποχή που ιδρύθηκε το ανεξάρτητο ελληνικό κράτος το 1830, Η Αθήνα ήταν ένας μικρός οικισμός 9.000 κατοίκων, οι περισσότεροι από τους οποίους την είχαν εγκαταλείψει στην διάρκεια του πολέμου και άρχιζαν τότε να επιστρέφουν στις εστίες τους. Όμως η Αθήνα έπαιζε ένα σημαντικό ιδεολογικό ρόλο ως λίκνο της δημοκρατίας και ως σύμβολο ελληνικού πολιτισμού, ο οποίος έπρεπε με κάθε μέσο να αποσυνδεθεί από την οθωμανική παράδοση. Σ’ αυτό το πλαίσιο, η Αθήνα ήταν η κατ’ εξοχήν θέση για την πρωτεύουσα του νέου κράτους (Ο Τσιώμης λέει πως, ακόμη κι αν δεν υπήρχε, θα έπρεπε να επινοηθεί).
Στη σύντομη περίοδο ανάμεσα στο 1830 και το 1831, η γη στην Αττική άλλαξε χέρια, από τις οθωμανικές ιδιωτικές και δημόσιες ιδιοκτησίες στους Έλληνες της διασποράς. Το κράτος την εποχή εκείνη, μη διαθέτοντας τα οικονομικά μέσα και τα θεσμικά εργαλεία, έχασε μια μοναδική ευκαιρία να αποκτήσει τον έλεγχο της γης και της μελλοντικής αστικής ανάπτυξης (∆ρίκος, 1994). Όταν έγινε γνωστό ότι η Αθήνα είχε επιλεγεί ως πρωτεύουσα, οι αγοραπωλησίες πολλαπλασιάστηκαν. Ενώ συντάσσονταν σχέδια για τη νέα πρωτεύουσα, η ζήτηση αστικών οικοπέδων αυξήθηκε δραματικά και οι ιδιοκτήτες μεγάλων εκτάσεων άρχισαν να τις υποδιαιρούν σε μικρά οικόπεδα και να τις πουλούν στην αγορά γης (Μπίρης, 1966).
Ήδη από αυτή την περίοδο διαμορφώνεται το κύριο χαρακτηριστικό της αστικής γαιοκτησίας στην Ελλάδα, δηλαδή η κατάτμησή της σε πολύ μικρά οικόπεδα. Η ιδιοκτησία γης θεωρείται ως η μόνη υγιής βάση για την εθνική οικονομική ανάπτυξη και περνάει ένας μεγάλος αριθμός νόμων για την προώθηση και την προστασία της. Η ελπίδα ήταν ότι μια ευάριθμη “τάξη” μικροϊδιοκτητών θα υποστήριζε το θρόνο και την κρατική εξουσία (Πετρόπουλος, Κουμαριανού, 1977). Μέσα από την πρόσβαση στην ιδιοκτησία γης μεγάλες ομάδες του πληθυσμού απέφυγαν την περιθωριοποίηση και διαμόρφωσαν στρατηγικές επιβίωσης γύρω από την ιδιοκατοίκηση και την εκμετάλλευση της γης.
Όλος ο 19ος αιώνας χαρακτηρίζεται από την παραγωγή σχεδίων για τη νέα πρωτεύουσα. Υπάρχει εκτεταμένη βιβλιογραφία γύρω από τις αρχές και τα χαρακτηριστικά των σχεδίων, όπως και για το ρόλο τους στο πλαίσιο της ιδεολογίας εκσυγχρονισμού που ήταν κυρίαρχη (δες, ανάμεσα σε πολλά, Αθήνα Ευρωπαϊκή Υπόθεση, 1985, Μπίρης, 1966, Μαντουβάλου, 1989). Όμως, την ίδια περίοδο, ο ρυθμός και οι κατευθύνσεις ανάπτυξης της πόλης καθορίστηκαν από συγκυριακές (ad hoc) επεκτάσεις του αστικού χώρου, μέσα από τις κατατμήσεις μεγάλων ιδιοκτησιών και την αυθαίρετη δόμηση στην περιφέρεια.
Η γεωμετρία του νεοκλασσικού αστικού σχεδιασμού σε μεγάλο βαθμό αγνοούσε το δίκτυο των ρεμάτων πάνω στο οποίο τοποθετούνταν τα σχέδια. Όσο για τις επεκτάσεις που προέκυπταν από τις αγοραπωλησίες γης, αυτές δεν εμποδίστηκαν καθόλου από τα ρέματα. Κατατμήθηκαν και αυτά και συχνά οικοδομήθηκαν.
Εκτός από τις ατομικές πρωτοβουλίες επίλυσης των επειγόντων προβλημάτων στέγης ενός πληθυσμού που αυξανόταν με ταχείς ρυθμούς, δύο ακόμη ζητήματα σχετίζονται με την τύχη των ρεμάτων:
(α) η ανάγκη κατασκευής ενός δικτύου συγκοινωνιών και επικοινωνίας που θα συνέβαλε στην αποτελεσματική λειτουργία της αστικής οικονομίας, και
(β) το πρόβλημα της ύδρευσης και, πολύ περισσότερο, της αποχέτευσης ομβρίων και λυμάτων, τα οποία συνδέονταν με τη δημόσια υγεία.
Το 1896 ο πληθυσμός της Αθήνας είχε φτάσει τις 176.000, οι επιδημίες ήταν συχνό φαινόμενο, ενώ εκείνη τη χρονιά πνίγηκαν 17 άτομα σε πλημμύρα (Αθήνα Ευρωπαϊκή Υπόθεση, 1985, Leontidou, 1981). Οι διαδρομές πολλών ρεμάτων ενσωματώθηκαν στο οδικό δίκτυο, ορισμένες έμειναν ανοιχτές και οι κοίτες χρησιμοποιήθηκαν ως προνομιακός χώρος για την εγκατάσταση δικτύων. Μια λεπτομερής μελέτη των χαρτών από διαφορετικές χρονολογίες δείχνει τη σταδιακή εξαφάνιση των ρεμάτων.
διαδρομές ρεμάτων στην Αθήνα

Η άφιξη των προσφύγων

Το 1923, με τη Συνθήκη της Λωζάννης, έλαβε χώρα μια άνευ προηγουμένου αναγκαστική ανταλλαγή πληθυσμών. 1,3 εκατομμύρια πρόσφυγες ελληνικής καταγωγής ήρθαν στην Ελλάδα από τη Μικρά Ασία και τα Βαλκάνια (πληθυσμός της Ελλάδας το 1920: 5,5 εκ). Η πλειοψηφία των προσφύγων προερχόταν από αστικές περιοχές και επεδίωκε να εγκατασταθεί σε μεγάλες πόλεις, κυρίως στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, παρά την προτεραιότητα που έδινε το κράτος στην αγροτική αποκατάσταση στη Βόρεια Ελλάδα (Γκιζελή, 1984). Ο πληθυσμός της Αθήνας σχεδόν διπλασιάστηκε ανάμεσα στο 1920 και το 1928 – μια ένδειξη των κολοσσιαίων προβλημάτων, όχι μόνο κατοικίας, αλλά και οικονομικής και κοινωνικής ένταξης των προσφύγων.
Για την αποκατάσταση των προσφύγων, το ελληνικό κράτος αναζήτησε βοήθεια από τη διεθνή κοινότητα. Με τη συμβολή της Κοινωνίας των Εθνών, συστάθηκε το 1924 η Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων (ΕΑΠ), για να διαχειριστεί την εγκατάσταση των προσφύγων στη χώρα. Η πολιτική στην Αθήνα ήταν να κατασκευαστούν προσφυγικοί συνοικισμοί σε απόσταση από την τότε πόλη και όχι μέσα σ’ αυτήν. Η πολιτική χωροθέτησης της ΕΑΠ καθόρισαν τις κατευθύνσεις αστικής επέκτασης στην Αθήνα για πολλές δεκαετίες. Αλλά ο όγκος και ο ρυθμός της επέκτασης της πόλης ήταν έξω από τον έλεγχο της ΕΑΠ και του κράτους (Leontidou, 1990).
Οι πρόσφυγες υπήρξαν σημαντική δύναμη για την οικονομία και συνέβαλαν αποφασιστικά στην ανάπτυξη της βιομηχανίας και του εμπορίου στην πρωτεύουσα, όσο και στη χώρα στο σύνολό της. Οι αναπτυσσόμενες οικονομικές δραστηριότητες στη δεκαετία 1920 και τα δημόσια έργα για την ύδρευση, τον εξηλεκτρισμό και τις συγκοινωνίες προσέλκυσαν όχι μόνο πρόσφυγες αλλά και εσωτερικούς μετανάστες, των οποίων το πρόβλημα στέγης δεν ήταν λιγότερο οξύ. Αυτη ήταν μια περίοδος ακμής της κερδοσκοπίας πάνω στη γη, τόσο στα ανώτερα όσο και στα κατώτερα στρώματα. Τότε συγκεκριμενοποιήθηκαν οι διαδικασίες και το θεσμικό πλαίσιο που σημάδεψαν την ανάπτυξη της Αθήνας και οδήγησαν σε όλο και μεγαλύτερη κατάτμηση και εκμετάλλευση της αστικής ιδιοκτησίας. Η αυθαίρετη εκτός σχεδίου δόμηση, δηλαδή η νόμιμη ιδιοκτησία αλλά παράνομη χρήση “αγροτεμαχίων” για την ανοικοδόμηση κατοικιών, γενικεύθηκε ως διαδικασία απόκτησης κατοικίας από την εργατική τάξη και τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα. Οι διαδοχικές νομιμοποιήσεις, δηλαδή “εντάξεις στο σχέδιο” των αυθαιρέτων, έγιναν η κατ’ εξοχήν διαδικασία αστικής επέκτασης (Μαυρίδου, 1987). Σ’ αυτή την περίοδο έντονης αστικής ανάπτυξης, η προστασία της φύσης, συμπεριλαμβανομένων και των ρεμάτων, δεν αποτελούσε ζήτημα. Στις περιοχές αυθαιρέτων, όπου έλλειπε στοιχειώδης εξοπλισμός και υποδομές, και στους προσφυγικούς συνοικισμούς, τα ρέματα είτε έμειναν ανοιχτά είτε χτίστηκαν. Σε σπανιες περιπτώσεις, κυρίως στη “νόμιμη πόλη”, τα ρέματα καλύφθηκαν αφού έγιναν οι κατάλληλες προβλέψεις για την απορροή των ομβρίων και την αποχέτευση των λυμμάτων.

Η μεταπολεμική ανοικοδόμηση

Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Εμφύλιο, η αστικοποίηση στην Αθήνα ξαναβρήκε τους προπολεμικούς ρυθμούς της, με την αυθαίρετη δόμηση και τις διαδοχικές νομιμοποιήσεις αυθαιρέτων στην εκάστοτε περιφέρεια της πόλης. Μόλις ένα οικόπεδο εντάσσεται στο σχέδιο, αποκτάει δυνατότητα μεγαλύτερης εκμετάλλευσης (μέσω του σδ) και πολυκατοικίες γρήγορα αντικαθιστούν τις μονοκατοικίες. Ερευνητές υπολογίζουν ότι περίπου 500.000 άτομα στεγάστηκαν με τέτοιες διαδικασίες στην περίοδο 1945/8-1970 (Mantouvalou, 1980, Leontidou, 1990). Σ’ αυτή την πορεία δεν εξαιρέθηκαν τα ρέματα. Ο όγκος και η ένταση της αστικής ανάπτυξης τα “κατάπιε” εντελώς ή τα άφησε ως υπόλοιπο, όπου συχνά εναποτίθενται σκουπίδια και απόβλητα.
Οι ανθυγιεινές και δυσάρεστες συνθήκες που προέκυψαν από τέτοιες πρακτικές νομιμοποίησαν μια στάση απέναντι στα ρέματα ως εστίες βρωμιάς, ως ένα δυσμενές χαρακτηριστικό του αστικού περιβάλλοντος που έπρεπε να καλυφθεί και να εξαφανιστεί. Η οικοδόμηση πάνω στα ρέματα ή η παρεμβολή εμποδίων στη διαδρομή τους, χωρίς κατάλληλες διευθετήσεις για το νερό, προκάλεσε πολλές καταστροφές και απομάκρυνε ακόμη περισσότερο τις απόψεις των υπηρεσιών και των κατοίκων από μια αντίληψη των ρεμάτων ως τμήματος της φύσης μέσα στην πόλη. Η διευθέτηση και κάλυψη των ρεμάτων ταυτίστηκε με τον εκσυγχρονισμό και την εξυγείανση και οδήγησε στη θεώρηση των ρεμάτων ως αντικείμενο δημοσίων έργων – μια προσέγγιση που, ακόμη και σήμερα, είναι κυρίαρχη (δες, μεταξύ άλλων, ΤΕΕ-Τμήμα Κεντρικής Μακεδονίας, 1994, Υπουργείο Συντονισμού, 1980, Βουζαράς κ.ά., 1994)
Αναπαράσταση του Ιλισού κατά το 1896 (http://envifriends.blogspot.gr)
Αναπαράσταση του Ιλισού κατά το 1896 (http://envifriends.blogspot.gr)
Ως αποτέλεσμα των διαδοχικών φάσεων έντονης αστικοποίησης, πολύ μικρό μέρος από το κάποτε πυκνό δίκτυο ποταμών και ρεμάτων μπορεί ακόμη να εντοπιστεί. Οχι πια ένα δίκτυο, αλλά μάλλον κομμάτια του είναι ακόμη ορατά μέσα στον αστικό χώρο, απομακρυσμένα το ένα από το άλλο. Αλλα κομμάτια μπορεί να τα διακρίνει κανείς κάτω από τους πιο φαρδείς δρόμους, ιδιαίτερα αυτούς που έχουν νησίδα στη μέσα – μια αλάθητη ένδειξη καλυμμένου ρέματος. Είναι όμως πολύ δύσκολο να εντοπιστούν πλήρως οι διαδρομές των ρεμάτων, αφού σε μεγάλο μέρος του μήκους τους εχουν καλυφθεί απόκτίρια ή έχουν διευθετηθεί και αποτελούν μέρος του αποχετευτικού δικτύου (κάτω από την επιφάνεια του εδάφους) ή μέρος του οδικού δικτύου (στο επίπεδο του εδάφους.
Πολλές βιομηχανίες και βιοτεχνίες έχουν συστηματικά χρησιμοποιήσει τα ρέματα και τα ποτάμια για τη διάθεση των αποβλήτων τους από το μεσοπόλεμο. Ο Κηφισσός είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα εδώ, μια και διασχίζει μια από τις σημαντικότερες βιομηχανικές συγκεντρώσεις στην Αθήνα. Αλλά όλα τα διευθετημένα και καλυμμένα ρέματα είναι μέρος του αποχετευτικού δικτύου για τα αστικά και τα βιομηχανικά απόβλητα. Ετσι, η λειτουργία τους ως φυσικών χώρων έχει καταργηθεί.
Στον πυκνοχτισμένο ιστό της πόλης, όπου η αύξηση της κυκλοφορίας αυτοκινήτων δεν είχε προβλεφθεί, τα ρέματα που παραμένουν ανοιχτά και αδόμητα δέχονται “επιθέσεις” από τους κυκλοφοριολόγους: είναι σπάνιοι γραμμικοί άξονες με ικανό πλάτος και πολλά υποσχόμενοι ως αρτηρίες. Με αυτή τη λογική, μπορεί κανείς να εντοπίσει διαφόρων τύπων διευθετήσεις, από συνολική κάλυψη και απόδοση στην κυκλοφορία, μέχρι διευθέτηση της κοίτης και χρήση των οχθών για την κυκλοφορία (Καραλή κ.ά., 1995). Οι αρτηρίες ακολουθούν τις διαδρομές των μεγαλύτερων ρεμάτων, ενώ τα μικρότερα χάνονται κάτω από την αστικοποιημένη περιοχή.
Σ’ ό,τι αφορά στον περιαστικό χώρο, οι ανθρώπινες επεμβάσεις έχουν συντελέσει στην καταστροφή του γεωλογικού χαρακτήρα των λεκανών των ρεμάτων, της δασικής χλωρίδας και της πανίδας, του φυσικού χαρακτήρα των περιοχών γύρω από τα ρέματα. Η βοσκή, η εκχέρσωση, οι πυρκαγιές, η άναρχη επέκταση λατομείων και μεταλλείων, το χωρίς τεχνικά έργα οδικό δίκτυο, το μπάζωμα στις πλαγιές για τη δημιουργία οικοπέδων – όλα έχουν συμβάλει στην αύξηση των απορροών σε δομημένους χώρους, παρ’ όλο που αυτές δεν ευνοούνται από τις γεωμορφολογικές και κλιματικές συνθήκες. Τα δημόσια (υδρονομικά) έργα εστιάζονται κυρίως στην αντιπλημμυρική προστασία, με διάφορες παρεμβάσεις στα πεδινά τμήματα των διαδρομών των ρεμάτων (δες και Κωτούλας, 1978).
Στις περιπτώσεις όπου τα ρέματα παραμένουν ανοιχτά, διάφορες παρεμβάσεις μπορούν να εντοπιστούν, που περιλαμβάνουν συνολικές διευθετήσεις της κοίτης και των οχθών με μπετόν, κατασκευές διαφόρων τύπων και μεγεθών στις όχθες, απόρριψη μπάζων και/ή αποβλήτων, φυτεύσεις κοκ. Σε πολλές περιπτώσεις δεν είναι δυνατόν να διακρίνει πια κανείς τη φυσική οντότητα του ρέματος.
Από την ανάλυση που προηγήθηκε, προκύπτουν τα παρακάτω σημεία:
• η κερδοσκοπία πάνω στη γη, οι παράνομες (και εν συνεχεία νομιμοποιούμενες) επεκτάσεις της πόλης και η εντατική εκμετάλλευση κάθε ιδιοκτησίας οδήγησαν στην εξαφάνιση του μεγαλύτερου μέρους του δικτύου ρεμάτων στην Αθήνα
• η καταστροφή των ρεμάτων ως τμήμα της φύσης νομιμοποιήθηκε από την αντιμετώπισή τους ως “βρώμικων” και επικίνδυνων για τη δημόσια υγεία, που προέκυψε από την πρακτική απόρριψης στα ρέματα αποβλήτων και σκουπιδιών
• το κράτος έχει αντιμετωπίσει τα ρέματα ως αρτηρίες του κυκλοφοριακού δικτύου, ιδιαίτερα όταν αποτελούσαν τις μοναδικές δημόσιες εκτάσεις σε περιοχές όπου χρειάζονταν κυκλοφοριακά έργα. Η αντιμετώπιση αυτή, μαζί με την πρακτική κάλυψηςτων ρεμάτων και ένταξής τους στο αποχετευτικό δίκτυο, οδήγησε στη θεώρηση των ρεμάτων ως δημόσιο έργο.
Μαζί με τα παραπάνω, πρέπει να υπογραμμίσει κανείς και την έλλειψη συντονισμού καθώς και τις αλληλοεπικαλυπτόμενες και συχνα συγκρουόμενες αρμοδιότητες διαφόρων υπηρεσιών της διοίκησης – πράγμα που δεν επέτρεψε την επεξεργασία εναλλακτικών στρατηγικών για τα ρέματα στην Αθήνα. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια τάση προστασίας της φύσης μέσα στον αστικό χώρο, στα πλαίσια της οποίας ό,τι έχει απομείνει από τα ρέματα αρχίζει να αντιμετωπίζεται διαφορετικά.
Ο Ηριδανός, στον Κεραμικό
Ο Ηριδανός, στον Κεραμικό
Σημεία για μια εναλλακτική προσέγγιση
Ο αγώνας για τη φύση μέσα στην πόλη έχει ακόμη πολύ δρόμο να διανύσει. Οι διαδικασίες αστικής ανάπτυξης που οδήγησαν από μια κωμόπολη 9.000 κατοίκων σε μια μητρόπολη 3 εκατομμυρίων είναι ακόμη κυρίαρχες, αν και με διαφορετική ένταση. Ο,τι έχει απομείνει ως ανοιχτός, αδόμητος χώρος απειλείται από επεμβάσεις διαφορετικής τάξης. Μεγάλα δημόσια και ιδιωτικά έργα και κυκλοφοριακά έργα απειλούν τα τελευταία κομμάτια φύσης μέσα στην πόλη και τα αντιμετωπίζουν ως άχτιστα οικόπεδα. Ομως, όλο και πιο συχνά οι πολίτες αντιστέκονται σε μεγάλα έργα και μικρές πρωτοβουλίες και κινητοποιούνται για περιβαλλοντικά ζητήματα.
Μια τέτοια αναδυόμενη προσέγγιση δίνει ελπίδες και για την προστασία της διαδρομής των ρεμάτων ως ελεύθερων, φυσικών χώρων. Στην κατεύθυνση αυτή είναι απαραίτητη από την πλευρά του κράτους η διαμόρφωση νέας πολιτικής και η ευαισθητοποίησή του στην περιβαλλοντική σημασία των ρεμάτων, αλλά και, στην επιστημονικά τεκμηριωμένη, ορθότερη λειτουργία τους όταν διατηρείται ο φυσικός τους χαρακτήρας. Σε πολλές περιπτώσεις η αποβιομηχάνιση διευκολύνει τα πράγματα, μιας και ο όγκος των αποβλήτων που χυνόταν στα ρέματα έχει σημαντικά μειωθεί, ενώ επιστρέφουν φυτά και πουλιά στις όχθες.
Μια εναλλακτική προσέγγιση προϋποθέτει να παραμείνουν ανοικτά και να προστατευθούν τα ρέματα που έχουν καταφέρει να διασωθούν από τις προηγούμενες φάσεις αστικής ανάπτυξης. Μια τέτοια προσέγγιση θα μπορούσε να αρθρωθεί γύρω από τρεις αρχές (για μια παρεμφερή προσέγγιση, δες Μπλιώνης, 1995):
Συνειδητοποίηση του ενιαίου χαρακτήρα του ρέματος
Αυτό είναι προϋπόθεση για μια εναλλακτική προσέγγιση. Το ρέμα είναι ενιαίο σύνολο με αλληλοεξαρτώμενα στοιχεία και είδη και δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται αποσπασματικά. Μια συνολική προσέγγιση χρειάζεται και το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο που θα εξασφαλίζει την προστασία. Ακόμη χρειάζεται συντονισμό από την πλευρά των φορέων που εμπλέκονται και συνεργασία με ειδικούς και ομάδες πολιτών. Ετσι, μπορούν να προκρίνονται παρεμβάσεις που δεν θέτουν σε κίνδυνο την ενότητα και “φυσικότητα” του ρέματος. Ο συντονισμός φορέων και ομάδων, όσο κι αν ακούγεται δύσκολος, είναι απαραίτητος για μια συνολική και αποτελεσματική πολιτική.

Προστασία της φυσικής οντότητας του ρέματος

Αυτό δεν είναι απλά αισθητική προσέγγιση, αλλά κυρίως πρακτική, αφού το ρέμα μπορεί να προσφέρει αντιπλημμυρική προστασία μόνο όταν διατηρεί στο μέγιστο δυνατό βαθμό τη φυσική του οντότητα. Ο πυρήνας του ρέματος, καθώς και μια ικανού μεγέθους ζώνη γύρω από αυτόν, έχει ανάγκη προστασίας από κάθε είδους παρεμβάσεις. Ακόμη και οι περιοχές που γειτνιάζουν με το ρέμα πρέπει να θεωρηθούν ως μεταβατική ζώνη που απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή και, σε κάθε περίπτωση, αποτελούν μέρος ενός σχεδίου προστασίας. Οι τεχνικές βελτιώσεις και φυτεύσεις, για να εξασφαλίζουν την προστασία και καλή λειτουργία του ρέματος, χρειάζεται να εκτείνονται σε όλο το μήκος της διαδρομής του, από τις ορεινές αφετηρίες μέχρι τις πεδινές λεκάνες απορροής. Η αναδάσωση και αναθάμνωση στις πλαγιές που έχουν υποστεί καταστροφές από ανθρώπινες επεμβάσεις, η διαμόρφωση φυσικών φίλτρων για τις φερτές ύλες, η διατήρηση ανοιχτών χώρων μέσα στον αστικό ιστό δίπλα στα ρέματα, που μπορούν να λειτουργήσουν ως λεκάνες εκτόνωσης των πλημμυρών, είναι μερικά από τα στοιχεία που μπορούν να συμβάλλουν στην προστασία της φυσικής οντότητας των ρεμάτων.

Επαναξιολόγηση των ρεμάτων ως φυσικών στοιχείων στην πόλη

Τούτο προϋποθέτει τα προηγούμενα δύο σημεία και ακόμη έχει ως στόχο την προστασία του ιδιαίτερου χαρακτήρα της χλωρίδας και πανίδας κάθε περιοχής. Μια τέτοια επαναξιολόγηση είναι δυνατή μόνο όπου τα ρέματα είναι ανοιχτά. Κατά μήκος της διαδρομής και σε επιλεγμένες θέσεις, ώστε να μην διαταραχτεί η φυσιογνωμία και λειτουργικότητα του ρέματος, μπορεί να ενταχθούν στοιχεία για πολλαπλές χρήσεις, που θα αποτελέσουν πόλους έλξης με εποχιακό χαρακτήρα. Τέτοια στοιχεία περιλαμβάνουν εμπλουτισμό της φύτευσης (ιδιαίτερα εκεί όπου έχει καταστραφεί), μονοπάτια για πεζούς, παρατηρητήρια, μικρούς αμφιθεατρικούς χώρους, ελαφρές κατασκευές για παιχνίδι παιδιών, υπαίθριες εκθέσεις κλπ. Τα καθορισμένα σημεία εισόδου και διαδρομές πεζών είναι απαραίτητα για να εξασφαλίζεται η προστασία του χώρου παρά την παρουσία του επισκέπτη. Είναι αυτονόητο ότι επιβάλλεται η χρήση υλικών που προέρχονται από τη φύση (πέτρα, ξύλο, λάσπη, φυτικές ίνες, πανί, δέρμα κλπ).
Αυτές οι αρχές προβάλλουν την ανάγκη λεπτομερούς μελέτης κάθε εναπομένοντος ρέματος. Μια τέτοια μελέτη, της οποίας κεντρικός άξονας είναι η φυσική λειτουργία του ρέματος, περιλαμβάνει εκτεταμένη έρευνα πεδίου (συστηματική παρατήρηση, αποτύπωση και φωτογραφική καταγραφή), μαζί με οικονομική και περιβαλλοντική αξιολόγηση. Μια συνολική μέθοδος μελέτης επιτρέπει να αξιολογήσει κανείς την κατάσταση του ρέματος και της γύρω περιοχής και να εκτιμήσει τις δυνατότητες επέμβασης (από αποψη κόστους και εργαλείων).
Η φύση εκδικείται. Από τις σφοδρές βροχοπτώσεις της 24/10 δημιουργήθηκαν πλημμυρικά φαινόμενα για άλλη μια φορά στην Αττική.
Η φύση εκδικείται. Από τις σφοδρές βροχοπτώσεις της 24/10 δημιουργήθηκαν πλημμυρικά φαινόμενα για άλλη μια φορά στην Αττική.
Αναλαμπές ελπίδας ;
Η προσέγγιση που σχηματικά παρουσιάστηκε προϋποθέτει μια θετική αξιολόγηση της σημασίας των ρεμάτων ως στοιχείων επικοινωνίας ανάμεσα σε ελεύθερους χώρους μέσα και έξω από την πόλη και ως στοιχείων σύνδεσης αστικών λειτουργιών. Σημαντικές αλλαγές στις χρήσεις γης, στους τρόπους παραγωγής και τα πρότυπα κατανάλωσης, στις πολιτιστικές τάσεις και τους τρόπους ζωής κάνουν επιτακτική τη διατήρηση και προστασία των τμημάτων φύσης που έχουν απομείνει μέσα στην πόλη – και τα ρέματα είναι ένα σημαντικό τέτοιο κομμάτι.
Οι διαδρομές των ρεμάτων στην Αθήνα, όπως και σε όλες τις ελληνικές πόλεις, έχουν χαθεί κάτω από στρώματα μπετόν και διαδοχικές φάσεις αστικής ανάπτυξης. Η προστασία αυτού που απομένει είναι, σ’ αυτό το πλαίσιο, πολιτικό ζήτημα, από την άποψη ότι απαιτεί την εγκατάλειψη των πελατειακών κριτηρίων και την τοποθέτηση των περιβαλλοντικών κριτηρίων στο προσκήνιο των πρωτοβουλιών. Σ’ αυτή την κατεύθυνση οι πολίτες, οι ειδικοί και οι αρχές χρειάζεται να μεταβάλλουν τους τρόπους προσέγγισήςτους. Από την πλευρά των πολιτών πρωτοβουλίες υπάρχουν, έστω και σε μικροκλίμακα. Οι ειδικοί άρχισαν να μεταβάλλουν ερωτήματα και προσεγγίσεις. Οι φορείς παραμένουν, σε μεγάλο βαθμό, εγκλωβισμένοι στην αδράνεια των καθιερωμένων πρακτικών και στις αντιφάσεις των αλληλοεπικαλυπτόμενων και/ή συγκρουόμενων αρμοδιοτήτων τους.
   Ντίνα Βαϊου, Αρχιτέκτων-Πολεοδόμος, Επίκ. Καθηγήτρια ΕΜΠ & Μάχη Καραλή, Αρχιτέκτων, Επίκ. Καθηγήτρια ΕΜΠ

Καταστρέφοντας το πανεπιστήμιο: Η «ελληνική πατέντα»


του Δημήτρη Παπανικολάου
Την εβδομάδα που πέρασε, κορυφώθηκε η αντιπαράθεση γύρω από το κεντρικό κτίριο του Πανεπιστημίου Αθηνών και τις προτάσεις του πρύτανη του Ιδρύματος για τον έλεγχο της πρόσβασης σε αυτό. Μάλλον κάπου στην πορεία, ανάμεσα σε τηλεοπτικές συνεντεύξεις του πρύτανη, υπουργικές δηλώσεις και αντεγκλήσεις ξεχάστηκε ποιο πραγματικά είναι το διακύβευμα όλης αυτής της ιστορίας. Μας βοηθάει να το θυμηθούμε και να το καταλάβουμε πολύ καλύτερα, η ανακοίνωση που εξέδωσε για το ζήτημα την προηγούμενη Παρασκευή (17.10.2014) το Συμβούλιο του Ιδρύματος.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση, το Συμβούλιο «συστρατεύεται με τις Πρυτανικές Αρχές στην προσπάθειά τους για την εμπέδωση αισθήματος ασφάλειας στην πανεπιστημιακή κοινότητα και την εύρυθμη λειτουργία του Ιδρύματος. Το πανεπιστήμιο είναι δημόσια περιουσία, ανήκει σε όλους τους Έλληνες [...] και πρέπει να προστατεύεται αναλόγως». Ως εκ τούτου, «κρίνεται απαραίτητο να εκπονηθεί και υλοποιηθεί σύστημα ελέγχου της πρόσβασης όλων των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας, αλλά και των πολιτών στις πανεπιστημιακές εγκαταστάσεις, όπως συμβαίνει σε κάθε σύγχρονο Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα». Τέλος, περνώντας κάπως αναπάντεχα από την ασφάλεια στην καθαριότητα, το Συμβούλιο καταλήγει με τη συμβουλή «να γίνουν άμεσα αναθέσεις», ώστε να αντιμετωπιστεί «το οξύτατο πρόβλημα καθαρισμού των πανεπιστημιακών χώρων. Αυτό απαιτεί η άμεση αντιμετώπιση της έκτακτης ανάγκης που συνδέεται με την προστασία της δημόσιας υγείας και της νεολαίας μας».
Έκτακτη ανάγκη, δημόσια υγεία, «η νεολαία μας»(!). Σύστημα ελέγχου, αίσθημα ασφαλείας,εύρυθμη λειτουργία. Αν σας ξενίζει η γλώσσα αυτής της ανακοίνωσης, σωστά σας ξενίζει. Είναι γλώσσα βιοπολιτικού οργάνου — γι’ αυτό άλλωστε φέρνει τόσο πολύ, ακόμα και στις λέξεις της, τον απόηχο άλλων εποχών και καθεστώτων. Είναι γλώσσα που δεν μιλάει για το πανεπιστήμιο, αλλά για διαχείριση πληθυσμών. Δεν στοχεύει στην ανάδειξη ενός προβλήματος λειτουργίας ενός ιδρύματος και στην αντιμετώπισή του, αλλά, με αφορμή τη δραματική και «εμπόλεμη» παρουσίασή του (το Συμβούλιο, ακούμε, «συστρατεύεται»!), κοιτάζει πώς να εντείνει τον ηθικό πανικό, να επιβάλει ως ανάγκη ένα καθεστώς επιτήρησης, να περιγράψει όλη αυτή την πολιτική επιβολής ως στρατηγική ανοσοποίησης και προστασίας.
Εκεί έξω παραμονεύουν εχθροί, και το ελληνικό πανεπιστήμιο πρέπει να οχυρωθεί: αυτό μας λέει και η ανακοίνωση, το ίδιο επαναλαμβάνουν τον τελευταίο καιρό και τόσοι άλλοι «αρμόδιοι». Το ελληνικό πανεπιστήμιο παρουσιάζεται ως εξαίρεση (= δεν είναι σαν τα άλλα «σύγχρονα πανεπιστημιακά ιδρύματα» του κόσμου), και στη βάση αυτής της ρητορικής στρατηγικής τού επιβάλλεται, σιγά σιγά, μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Προωθείται δηλαδή, ολοένα και περισσότερο, η εικόνα ενός ελληνικού πανεπιστημίου που νοσεί, και το οποίο κανονικά θα πρέπει να βρίσκεται υπό κηδεμονία.
Δεν είναι τυχαίο ότι όλα αυτά (πρύτανης σε υπερδιέγερση ασφαλείας, συμβούλια σε πατρική ζέση για την «υγεία της νεολαίας μας» κλπ. κλπ.), συμβαίνουν σε μια στιγμή και, δυστυχώς, εντελώς συντονισμένα με έναν πολύ ευρύτερο καθεστωτικό χειρισμό της εικόνας των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων όλης της χώρας ως γενικώς αποτυχημένων, ως χώρων ανομίας, ακαθαρσίας, πτώσης, κακοδιαχείρισης, τεμπελιάς (και «αιώνιας φοίτησης»), κυκλοφορίας περίεργων ιδεών και ανθρώπων, παντοδυναμίας της Αριστεράς, έκλυσης των ηθών· ως τόπων δηλαδή προς αστυνόμευση, ξεκαθάρισμα, αναμόρφωση, συμμόρφωση και, ως εκ τούτου, «προς εκσυγχρονισμό». Την ίδια στιγμή, και δι’ αυτής της τακτικής, αποπροσανατολίζεται η συζήτηση για τις πραγματικές επεμβάσεις εναντίον του πανεπιστημίου: την ακραία υποχρηματοδότηση, την έλλειψη προσωπικού, την αποσάθρωση των υπαρχουσών δομών έρευνας (ερευνητικά κέντρα, χρηματοδότηση, υποτροφίες, βιβλιοθήκες· βλ. και το νομοσχέδιο «Για την Έρευνα, την Τεχνολογική Ανάπτυξη και την Καινοτομία», που έρχεται, σχεδόν χωρίς συζήτηση, στη Βουλή τις επόμενες εβδομάδες). Αποσιωπώνται επίσης οι (κοινωνικές, μαθησιακές και επιστημονικές) κατακτήσεις του ελληνικού πανεπιστημίου σε μια μακρά περίοδο, αλλά και η συχνά εντυπωσιακή, με βάση τα δεδομένα, σημερινή του δυναμική. Ζω στην Αγγλία, και εργάζομαι τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια στο περιβάλλον που κάποιοι θα αποκαλούσαν «μεγάλα πανεπιστήμια του εξωτερικού». Aπό αυτήν ακριβώς την εμπειρία προκύπτει και η εκτίμησή μου για τους συναδέλφους μου στην Ελλάδα, η άποψη για την ουσιαστική δουλειά που γίνεται στους περισσότερους τομείς στο ελληνικό πανεπιστήμιο, αλλά και η δυνατότητά μου να το εντάσσω, πιστεύω, ήρεμα στον διεθνή χάρτη ανώτατης παιδείας.
Γι’ αυτό έχω βαρεθεί να ακούω έλληνες δημοσιογράφους, κατά κανόνα άσχετους με τα πανεπιστημιακά πράγματα, να ξεκινούν τις ερωτήσεις τους εκφράζοντας τη βαθιά τους ανησυχία για «την κατάντια των ελληνικών πανεπιστημίων» — χωρίς να εξηγούν ποτέ τι εννοούν, με συγκεκριμένα στοιχεία και συγκεκριμένες συγκρίσεις με διεθνή δεδομένα. Κι όμως, τα περισσότερα πανεπιστήμια σε όλο τον κόσμο σήμερα έχουν παρόμοια προβλήματα με το ελληνικό, με τη διαφορά ότι η δημόσια συζήτηση γι’ αυτά γίνεται με λιγότερο φοβικούς και προπαγανδιστικούς όρους. Έχω βαρεθεί την εκλαϊκευτική σύγκριση του ελληνικού πανεπιστημίου με ένα «ιδεατό σύγχρονο πανεπιστήμιο τύπου Χάρβαρντ», που την ίδια στιγμή, από άγνοια ή από υπολογισμό, δεν αναφέρει ότι για κάθε ιδιωτικό πανεπιστήμιο «τύπου Χάρβαρντ» υπάρχουν στην Αμερική πάρα πολλά, ιδιαίτερα προβληματικά και πολύ υποχρηματοδοτημένα, άλλα «κατώτερα» πανεπιστήμια. Διαφορετικό και ιδιαίτερα ταξικό μοντέλο, εντελώς — αυτό θέλουμε άραγε; Έχω βαρεθεί όσους μιλούν για το προαύλιο ενός ελληνικού δημόσιου πανεπιστημίου λες και μιλούν για το προαύλιο ενός οξφορδιανού κολεγίου (αποκρύπτοντας, δηλαδή, ότι το σύγχρονο, εν προκειμένω, δεν είναι το οξφορδιανό ήσυχο γρασίδι, αλλά το πολύβουο, πολύχρωμο, δημοκρατικό και υπερκινητικό δημόσιο προαύλιο). Έχω βαρεθεί να διαβάζω για επιχειρήσεις αρετής της αστυνομίας σε πανεπιστήμια, που ανακοινώνουν έπειτα σε εθνικό κοινό τα τρομερά τους ευρήματα — όπως για παράδειγμα την προηγούμενη εβδομάδα, όταν αναπαρήχθη με μανία στα εθνικά μήντια η σύλληψη φοιτητή με μικροποσότητα χασίς (!) στον προαύλιο χώρο του ΑΠΘ. Έχω βαρεθεί όλες αυτές οι επιχειρήσεις αρετής να γίνονται, κατά σατανική σύμπτωση, σε εποχές που επίκεινται ανακοινώσεις άλλου τύπου μέτρων για την ανώτατη παιδεία, από υπουργούς, πρυτάνεις και συμβούλια ασφαλείας.
Αν θέλουμε να μιλήσουμε για εξαίρεση λοιπόν, μπορούμε να ξεκινήσουμε από εκεί: συνειδητοποιώντας, επιτέλους, ότι αυτή η προπαγανδιστική υπονόμευση του εθνικού δημόσιου πανεπιστημίου, ειδικά με τους χονδροειδείς όρους που γίνεται τούτη τη στιγμή στην Ελλάδα, αποτελεί, πραγματικά, μια παγκόσμια πατέντα.

Ο Δημήτρης Παπανικολάου διδάσκει νεοελληνική φιλολογία, θεωρία της λογοτεχνίας και σπουδές φύλου στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

BlackRock: Από θεσμικός ελεγκτής των τραπεζών, κερδοσκόπος με τις μετοχές τους


Ως γνωστό, στις χρηματιστηριακές αγορές οι πληροφορίες είναι χρήμα και γι’ αυτό απαγαρεύεται ρητά η χρήση εσωτερικής πληροφόρησης για την αγοραπωλησία μετοχών. Δεν πρόκειται για κάτι, μόνο, ηθικά και δεοντολογικά απαράδεκτο αλλά και πέρα για πέρα παράνομο.
Εξαιτίας της ειδικής θέσης της BlackRock στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα η κατοχή εσωτερικής πληροφόρησης από αυτήν είναι δεδομένη και έτσι  το  τελευταίο πράγμα που θα έπρεπε να επιτρέπεται είναι μία θυγατρική της να εμπλακεί σε οποιαδήποτε αγοραπωλησία ελληνικών μετοχών, πόσο μάλλον τραπεζών, τις οποίες η μητρική της ελέγχει θεσμικά.
Ωστόσο, σύμφωνα με στοιχεία από τις υπηρεσίες δεδομένων των Financial Times τα οποία παρουσιάζονται για πρώτη φορά στα πλαίσια αυτού του άρθρου, η BlackRock Advisors UK Ltd όχι μόνο έχει εμπλακεί σε αγοραπωλησία μετοχών ελληνικών τραπεζών αλλά και πούλησε στο δίμηνο Ιουλίου-Αυγούστου 2014 1,7 εκ μετοχές της Εθνικής Τράπεζας, της οποίας η τιμή, έκτοτε, κατέρρευσε.
Το ελάχιστο που μπορούσε να πράξει η ελληνική κυβέρνηση ήταν να προβεί σε μία συμφωνία που να δεσμεύει τη BlackRock, ότι η τελευταία δε θα χρησιμοποιούσε την εσωτερική της πληροφόρηση για την αγοραπωλησία ελληνικών μετοχών.
Εκτός και αν αυτό είναι κάτι το οποίο η κυβέρνηση επιθυμούσε και επικρότησε, στην προσπάθεια της να υποστηρίξει το χάρτινο ‘success story’ της, δείχνοντας πως ξένοι επενδυτές ‘εμπιστεύονται’ τις ελληνικές τράπεζες.
Γιατί η περίπτωση BlackRock είναι μόνο ενδεικτική του τρόπου που η ελληνική κυβέρνηση κάνει business με διεθνείς κερδοσκόπους και είναι πολύ πρόσφατες οι μνήμες από τις ‘εξόδους’ της στις αγορές όπου επέτρεψε ακόμη και σε άκρως κερδοσκοπικές επενδυτικές εταιρίες, όπως τα hedge funds, να αγοράσουν ελληνικά ομόλογα.
Ϊσως πρέπει να εξεταστεί αν είναι αυτά τα ίδια hedge funds που το τελευταίο διάστημα έχουν ξεπουλήσει τα ελληνικά ομόλογα εκτοξεύοντας το κόστος δανεισμού της χώρας στα ύψη και επανασφραγίζοντας τον αποκλεισμό της Ελλάδας από τις διεθνείς αγορές κεφαλαίων.
Ίσως πρέπει να εξεταστεί και αν η BlackRock συμπεριλαμβάνεται στις εταιρίες που αγόρασαν ελληνικά ομόλογα χαμηλά και τα πούλησαν υψηλότερα.
Σε κάθε περίπτωση κάποιος πρέπει να ανοίξει στη Βουλή το φάκελο BlackRock και άλλων κερδοσκοπικών εταιριών που έχουν γίνει τμήμα της οικονομικής ζωής της χώρας και να ζητήσει απ’ την κυβέρνηση απαντήσεις σε μία σειρά ερωτημάτων:
α) Γιατί επετράπη σε μία εταιρία με θεσμικό ρόλο στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα να προβαίνει, είτε άμεσα είτε μέσω θυγατρικών της, σε αγοραπωλησίες μετοχών ελληνικών τραπεζών;
β) Εμπίπτει ή όχι η BlackRock στη νομοθεσία περί εσωτερικής πληροφόρησης και αν ναι γιατί δεν ξεκινά σχετικός έλεγχος;
γ) Σε ποιες τιμές αγόρασε η BlacKRock μετοχές;
δ) Γιατί πούλησε 1,7 εκ μετοχές της Εθνικής Τράπεζας στο δίμηνο Ιουλίου-Αυγούστου 2014;
ε) Πέραν τον μετοχών ενεπλάκη η BlackRock και σε αγοραπωλησία ελληνικών ομολόγων;
ζ) Μέσα στα πλαίσια των χρηματοοικονομικών της υπηρεσιών , συμβούλευσε η BlackRock και άλλες εταιρίες για την αγοραπωλησία ελληνικών μετοχών ή ομολόγων και αν ναι ποιων;
η) Ποια hedge funds αγόρασαν ελληνικά ομόλογα στις πρόσφατες εξόδους της κυβέρνησης στις αγορές και ποια από αυτά τα πούλησαν πρόσφατα ανεβάζοντας τις αποδόσεις τους στα ύψη;
Πάνος Παναγιώτου
Διευθυντής Ελληνικής Κοιντότητας Τεχνικών Αναλυτών
www.ekta.gr

Ένωση Δικαστών: «Κυβέρνηση απολυταρχικού κράτους-Η μη εφαρμογή αποφάσεων συνιστά κίνδυνο για τη Δημοκρατία!»


«Ομοβροντία πυρών» εξαπέλυσε η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων κατά της κυβέρνησης την οποία δεν διστάζουν να αποκαλέσουν «απολυταρχικό καθεστώς» και να κάνουν λόγο για πρακτικές που θέτουν σε κίνδυνο τους πολίτες, τους θεσμούς και την ίδια την …Δημοκρατία!
«Οι δικαστές δεν είναι αντίπαλοι των άλλων κοινωνικών ομάδων, ούτε προνομιούχοι έναντι αυτών», είπε η πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων Βασιλική Θάνου – Χριστοφίλου. Με σκληρή γλώσσα μίλησαν και οι πρόεδροι των δικαστικών Ενώσεων κατά την Πανδικαστική συγκέντρωση  για την άρνηση της Κυβέρνησης να εφαρμόζει τις δικαστικές αποφάσεις  και ειδικά αυτές του Μισθοδικείου με τις οποίες δικαιώθηκαν οι δικαστικοί λειτουργοί για τις περικοπές των αποδοχών τους και την καθιέρωση του αφορολόγητου  του 25% των αποδοχών τους.
Υπενθυμίζεται ότι μία μέρα πριν την είσοδο του 2014 το Μισθοδικείο με δύο αποφάσεις του έκρινε αντισυνταγματικές τις μειώσεις των αποδοχών των δικαστών, όπως επίσης έκρινε ότι το 25% του εισοδήματος των δικαστών πρέπει να είναι αφορολόγητο, όπως είναι και στους βουλευτές. Κατόπιν αυτών οι αποδοχές των δικαστών επανέρχονται στο καθεστώς προ του δευτέρου Μνημονίου (Ιούλιος 2012).
Όμως μέχρι στιγμής δεν έχουν δοθεί οι αναδρομικές διαφορές των αποδοχών του παρά τις κυβερνητικές δεσμεύσεις. Αντικείμενο της πανδικαστικής συγκέντρωσης, «η δημόσια ανάδειξη και συζήτηση των σοβαρών θεσμικών ζητημάτων της Δικαιοσύνης (απαξίωση του θεσμικού ρόλου των δικαστικών λειτουργών, μεγάλα κενά οργανικών θέσεων δικαστικών λειτουργών και δικαστικών υπαλλήλων, μεγάλες ελλείψεις υλικοτεχνικής υποδομής, μη εφαρμογή δικαστικών αποφάσεων κ.λπ.)».
Ειδικότερα,  κατά την πανδικαστική συγκέντρωση που έγινε στην αίθουσα πολλαπλών χρήσεων του Εφετείου Αθηνών η πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕΔΕ) Βασιλική Θάνου – Χριστοφίλου, αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου έκανε λόγο για «συνεχιζόμενη απαξία του θεσμικού ρόλου του δικαστή» και για «κυβέρνηση απολυταρχικού κράτους».
Ακόμη, η κυρία Θάνου ξεκαθάρισε ότι «οι δικαστές δεν είναι αντίπαλοι των άλλων κοινωνικών ομάδων, ούτε προνομιούχοι έναντι αυτών», ενώ επισήμανε ότι η δυσλειτουργία της Δικαιοσύνης οφείλεται μερικά και στις φωτογραφικές  τροπολογίες. Επίσης, η κυρία Θάνου απάντησε στον υπουργό Οικονομικών Γκίκα  Χαρδούβελη  για τις δηλώσεις του  ότι η δικαστική εξουσία δεν αποφασίσει την δημοσιονομική πολιτική.
Συγκεκριμένα, η πρόεδρος της ΕΔΕ, ανέφερε:
«Η εκτελεστική εξουσία, η Κυβέρνηση, είναι υποχρεωτική να εφαρμόζει τις δικαστικές αποφάσεις. Η μη εφαρμογή των δικαστικών αποφάσεων είναι μείζον θεσμικό ζήτημα. Συνιστά κίνδυνο για τους πολίτες, κίνδυνο για την έννομη τάξη και το Κράτος Δικαίου, κίνδυνο για τη Δημοκρατία.
 Με την μη εφαρμογή τους η Κυβέρνηση θέτει εκτός λειτουργίας τον θεσμό της Δικαιοσύνης, μετατρέπει τον εαυτό της σε Κυβέρνηση Κράτους απολυταρχικού και δείχνει σαφώς στον πολίτη ότι, και εάν έχει δικαστική απόφαση που τον δικαιώνει, εντούτοις το κράτος, κατά τρόπο αυθαίρετο και παράνομο, αρνείται την εφαρμογή της.
Εμείς οι δικαστές, λοιπόν, σήμερα, απευθυνόμενοι δημόσια προς την εκτελεστική εξουσία και προς τους Έλληνες πολίτες, διακηρύσσουμε ότι η Κυβέρνηση υποχρεούται, με βάση τις συνταγματικές αρχές και τις αρχές του κράτους δικαίου, να εφαρμόζει τι δικαστικές αποφάσεις. Υποχρεούται ο υπουργός Οικονομικών να εφαρμόσει στο σύνολό τους τις αποφάσεις του Μισθοδικείου».
Σε άλλο σημείο της ομιλίας της η κυρία Θάνου τόνισε:

«Είμαστε υποχρεωμένοι να απαντήσουμε στον υπουργό Οικονομικών ότι δηλώσεις, όπως «οι πολιτικοί αποφασίζουν την δημοσιονομική πολιτική και όχι η δικαστική εξουσία», υποδεικνύουν αλαζονική λογική και ευρίσκονται εκτός των πλαισίων του κράτους δικαίου, αφού το υπηρεσιακό καθήκον των δικαστών επιβάλλει να ελέγχουν τις ενέργειες των κρατικών οργάνων και όταν προκύπτει ότι αυτές γίνονται κατά παράβαση του Συντάγματος και των νόμων, υποχρεούνται να τις κηρύσσουν αντισυνταγματικές, παράνομες και κατ’ ακολουθία ανίσχυρες. Ούτε επίσης δικαιούται ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών να παραπληροφορεί τον ελληνικό λαό περί δήθεν καταβολής εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ στους δικαστές,  προφανώς με σκοπό να στρέψει τους πολίτες εναντίον μας».
Στην συνέχεια η πρόεδρος της ΕΔΕ τόνισε: «Οι δικαστές δεν είμαστε αντίπαλοι των άλλων κοινωνικών ομάδων ούτε προνομιούχοι έναντι αυτών, όπως επιμένει να θέλει να μας εμφανίζει, για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, το οικονομικό επιτελείο της Κυβέρνησης. Είμαστε μαζί με τους Έλληνες πολίτες. Διότι α) όλοι είμαστε μέρος της κοινωνίας και εις βάρος μας επιβλήθηκαν τα ίδια μνημονιακά μέτρα (και μάλιστα υπέστημεν τις μεγαλύτερες μειώσεις των μισθών, σε συνολικό ποσοστό 60%, εκ του οποίου μόνο το τελευταίο ποσοστό περικοπής –20%– κηρύχθηκε αντισυνταγματικό και ανατράπηκε, ενώ το υπόλοιπο της περικοπής –40%– παραμένει), και β) διότι εμείς οι δικαστές προστατεύουμε, με τις αποφάσεις μας, τα ατομικά και εργασιακά δικαιώματα των πολιτών, όταν αυτοί προσφεύγουν στα δικαστήρια για να ζητήσουν προστασία και μπορούν να είναι βέβαιοι ότι αυτό θα εξακολουθήσουμε να πράττουμε και στο μέλλον».
Άλλο μεγάλο ζήτημα που προκαλεί δυσλειτουργία στη Δικαιοσύνη, επισήμανε η κυρία Θάνου, «είναι οι συνεχείς τροποποιήσεις των νόμων, η πολυνομία και οι αιφνιδιαστικές, αποσπασματικές και συχνά φωτογραφικές τροπολογίες, σε άσχετα με το θέμα τους νομοσχέδια, χωρίς καμία προηγούμενη ενημέρωση των δικαστικών Ενώσεων».
Κλείνοντας την ομιλία της η κυρία Θάνου, ανέφερε:  «Αδιαφορία της εκάστοτε κυβέρνησης για τα λειτουργικά προβλήματα και τις ελλείψεις στη Δικαιοσύνη, που συντελούν στην καθυστέρηση της απονομής της. Έχουμε διαπιστώσει ότι η Διοίκηση κινείται με ρυθμούς χελώνας.
Όσες προσπάθειες και αν γίνονται προς υποβοήθηση και απαξίωση της Δικαιοσύνης, εμείς οι δικαστικοί λειτουργοί στεκόμαστε όρθιοι, επαγρυπνούντες για την προστασία του κύρους του λειτουργήματός μας και της ανεξαρτησίας μας, και διασφαλίζοντες τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα ατομικά δικαιώματα και τα εργασιακά δικαιώματα των πολιτών.
Αντί λοιπόν η εκτελεστική εξουσία να επιλέγει κάθε τόσο, κατά τρόπο άκρως εσφαλμένο, να έρχεται σε αντιπαράθεση με τη δικαστική εξουσία, ας επιδείξει επιτέλους το ενδιαφέρον και τον σεβασμό που αρμόζει στην ισότιμη με τι άλλες δύο, δικαστική εξουσία, καθώς και τους δικαστικούς λειτουργούς και στις αποφάσεις που εκδίδονται από τους τελευταίους, ώστε να λειτουργήσει σωστά το Κράτος Δικαίου».
Από την πλευρά της η πρόεδρος της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών, πρόεδρος Εφετών, Ειρήνη Γιανναδάκη διερωτήθηκε πως είναι δυνατόν να έρθει κάποιος να κάνει επενδύσεις σε μια  χώρα που το κράτος δεν εφαρμόσει τις δικαστικές αποφάσεις.

Παράλληλα, η κυρία Γιανναδάκη τόνισε ότι αναπαράγεται αρνητική εικόνα για τους δικαστές και επικρατεί παραπληροφόρηση και εμπάθεια, ενώ ανέφερε ότι με ευθύνη της Κυβέρνησης μπλοκάρουν τα δικαστήρια, καθώς  η Κυβέρνηση για λιμένα ζητήματα εξαντλεί όλους τους δικαστικούς βαθμούς (φτάνει μέχρι Συμβούλιο της Επικρατείας και Άρειο Πάγο). Μάλιστα, τόνισε η κυρία Γιανναδάκη, ότι στα Διοικητικά Δικαστήρια εκκρεμούν σήμερα 368.000 υποθέσεις εκ των οποίων οι 85.520 είναι φορολογικές.
Η πρόεδρος της Ένωσης Δικαστικών Λειτουργών  του Ελεγκτικού Συνεδρίου,  αντιπρόεδρος του Ανωτάτου Δημοσιονομικού Δικαστηρίου Ανδρονίκη Θεοτοκάτου, αναφέρθηκε σε παραπληροφόρηση μέσω του Τύπου για τις αποδοχές των δικαστικών λειτουργών και την επιστροφή των αναδρομικών τους, ενώ σημείωσε ότι η απόφαση του Μισθοδικείου για την φοροαπαλλαγή του 25% των αποδοχών των συναδέλφων της, από την πλευρά της  Κυβέρνησης αντιμετωπίζεται σαν να μην υπάρχει.
Ανάλογες θέσεις ανέπτυξαν οι πρόεδροι της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος, αντεισαγγελέας Εφετών,  Κωνσταντίνος Τζαβέλλας,  της Ένωσης Μελών Νομικού Συμβουλίου του Κράτους πάρεδρος Ν.Σ.Κ., Κωνσταντίνος Βαρδακαστάνης. Να σημειωθεί ότι στην πανδικαστική συγκέντρωση δεν συμμετέχει η Ένωσης Δικαστικών Λειτουργών  Συμβουλίου της Επικρατείας, καθώς σήμερα έχουν εκλογές για την ανάδειξη νέου διοικητικού Συμβουλίου. Ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών Βασίλης Αλεξανδρής πρότεινε να νομοθετηθεί κοινό όργανο δικαστών και δικηγόρων, το οποίο θα προωθεί τα προβλήματα στο χώρο της Δικαιοσύνης.

Μην κράζετε τον Ντινόπουλο, είναι άνεργος.


 Του Γιώργου Ανανδρανιστάκη
Δεν υπάρχει χειρότερο από το να τα βάζει ο όμοιος με τον όμοιο, να ορμάει ο παρίας να δαγκώσει τον παρία στον λαιμό. Πήγε ο υπουργός Εσωτερικών Αργύρης Ντινόπουλος να συμπαρασταθεί στους πλημμυροπαθείς του Περιστερίου κι εκείνοι έπεσαν να τον φάνε. Πέσανε οι άνεργοι της εργατούπολης να φάνε τον άνεργο τον Βορείων Προαστίων, τον πένητα που δεν έχει να πληρώσει τις ασφαλιστικές του εισφορές και αναγκάζεται να παίρνει τις υπηρεσίες υγείας τζάμπα. Πέσανε να φάνε τον Γιάννη Αγιάνη, που χρωστάει 30.000 ευρώ στον ΕΔΟΕΑΠ και έχει στην τράπεζα μόλις 3.154, που και να του τα πάρουνε δηλαδή, μόλις το 10% του χρέους θα καλύψουνε. Να του τα πάρουνε, παρ' όλα αυτά.
Είναι, θα μου πείτε, δήμαρχος ο Ντινόπουλος, είναι βουλευτής, είναι υπουργός, γιατί δηλώνει άνεργος και μάλιστα με υπεύθυνη δήλωση; Αυτά, ανόητοι, δεν είναι δουλειές, είναι λειτουργήματα -του Κυρίου δεηθώμεν, Κύριε ελέησον, Πάτερ Άγιε ευλόγησον- και οι αποζημιώσεις που τους αντιστοιχούν είναι σαν τα λεφτά της Μονόπολης, είναι σαν τα μπιτκόιν, το ψηφιακό νόμισμα με το οποίο γίνονται οι συναλλαγές στο Διαδίκτυο. Μπορείς να πληρώσεις τον ΕΔΟΕΑΠ με μπιτκόιν; Δεν μπορείς.
Πήγε ο Ντινόπουλος στο Περιστέρι και επειδή ήταν βέβαιος ότι θα τον υποδεχτούν σαν τοπικό ήρωα- «Λένορμαν», νομίζω τον λένε-, πήρε μαζί του και την τηλεόραση του Σκάι, να απαθανατιστούν οι στιγμές, να μείνουν στην αιωνιότητα. Είδαν οι πληγέντες μαζί Ντινόπουλο και Σκάι και τους ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι: «Να φύγετε, γιατί ήρθατε εδώ, με τι άντερα ήρθατε εδώ;» είπαν στον εμβρόντητο Αργύρη. «Αυτή η κατάσταση εμφανίζεται για 15η φορά, τι ήρθατε να κάνετε, ήρθατε να μαζέψετε ψήφους;». Το κράξιμο της αρκούδας έφαγε ο Ντινόπουλος, να του αναγνωρίσουμε ωστόσο ότι η απάντησή του ήταν γενναία, όπως αρμόζει στους ανδρείους της Δεξιάς: «Δεν θα απολογηθώ εγώ για το ΠΑΣΟΚ» απάντησε ο γίγας και ο χείμαρρος ξαναφούσκωσε, αυτήν τη φορά από υπερηφάνεια.
Τους έβαλε μπροστά τους πασόκους ο Ντινόπουλος, τους πέταξε στα θηρία, για να σώσει το σαρκίο του. Τους απαρνήθηκε τρις, όπως απαρνήθηκε ο Πέτρος τον Ιησού. Απαρνήθηκε ο τρισμέγιστος αυτούς που τον έκαναν υπουργό δίνοντας ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Σαμαρά. Τι να κάνουμε, αυτά παθαίνουν όσοι στηρίζουν Ντινόπουλους. Σάμπως οι πασόκοι είναι καλύτεροι; Ντινόπουλοι με πράσινα είναι, φαύλοι πολιτικάντηδες, που τρέχουν τα σάλια τους για ψήφους και εξουσία. Όλοι μαζί κατέστρεψαν τη χώρα, όλοι μαζί ευθύνονται για τη δέκατη πέμπτη πλημμύρα της Δυτικής Αθήνας, όλους μαζί τους έκραξαν οι Περιστεριώτες, απλώς ο Ντινόπουλος έτυχε να είναι παρών, μαζί με την τηλεόραση του Σκάι.
«Με τι άντερα ήρθατε εδώ;, ρώτησε ο Περιστεριώτης τον Ντινόπουλο. Με τα δικά σου άντερα ήρθε, αγαπητέ μου συμπολίτη. Από τα άντερά σου παίρνουν δύναμη οι Ντινόπουλοι, από τα άντερα, τα νεύρα, τη χολή όσων τους ανέχονται τόσα χρόνια.
Πηγή: Αυγή

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *