Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2014

Πώς και γιατί, η κυβέρνηση έκανε την Ελλάδα «Κούγκι»


Του Στέλιου Κούλογλου
Καθώς τα στόματα ανοίγουν μετά το μίνι κραχ της ελληνικής οικονομίας, εφιαλτικές είναι οι περιγραφές των τυχοδιωκτικών και ερασιτεχνικών χειρισμών της κυβέρνησης που το προκάλεσαν. Ακόμη και πρόσφατα, δια στόματος Βενιζέλου, το κυβερνητικό στρατόπεδο κατηγορούσε την αξιωματική αντιπολίτευση ότι σχεδιάζει ένα νέο Κούγκι, στην αντιπαράθεση με τους δανειστές. Αντί όμως ο ΣΥΡΙΖΑ να βάλει φωτιά στην μπαρουταποθήκη, τον ρόλο του  Σουλιώτη καλόγερου Σαμουήλ, που είχε ανατινάξει τους Τούρκους και μαζί το μοναστήρι στον αέρα,ανέλαβαν να παίξουν οι κ.κ. Σαμαράς και Βενιζέλος. 
Το αρχικό σχέδιο της κυβέρνησης, μετά την ήττα στις ευρωεκλογές του Μαΐου, ήταν να παρουσιάσει ότι η τρόικα αρχίζει να αποχωρεί από την χώρα. Επρόκειτο για επικοινωνιακή επιχείρηση, για την οποία το Μέγαρο Μαξίμου υπολόγιζε ότι θα είχε την πλήρη υποστήριξη των ΜΜΕ. Το πρώτο βήμα της «απαγκίστρωσης» θα ήταν η συνάντηση με την τρόικα στο Παρίσι στις αρχές Σεπτεμβρίου, την οποία παρουσίασε το κυβερνητικό στρατόπεδο παρουσίασε ως συμφωνία μεγάλης σημασίας με τους δανειστές.  «Αυτό δεν είναι μια απλή συμβολική κίνηση ότι αλλάζουμε σελίδα, είναι και μια ενθάρρυνση να κινηθούμε εμείς με βάση τις δικές μας εθνικές προτεραιότητες, όπως είναι υποχρέωσή μας», δήλωνε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ε. Βενιζέλος.  «Η εκτός συνόρων αξιολόγηση σε ανώτερο επίπεδο ήταν μια σκέψη του πρωθυπουργού, η οποία συμφωνήθηκε με τους θεσμικούς εταίρους, καθώς η χώρα έχει ανακτήσει πλήρως την αξιοπιστία της», συμπλήρωνε η κυρία Βούλτεψη.
Η πρώτη ψυχρολουσία ήρθε από τις Βρυξέλλες. Στην αρχή, ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Α. Κολομπανί δήλωσε πλήρη άγνοια των «θεσμικών εταίρων» για την συνάντηση! Μετά από αγωνιώδη τηλεφωνήματα η ΕΕ προχώρησε σε διόρθωση, που έσωζε απλώς τα προσχήματα: η συνάντηση στη γαλλική πρωτεύουσα θα ήταν προπαρασκευαστικού χαρακτήρα, με τις ουσιαστικές συζητήσεις και τον τακτικό έλεγχο της τρόικας να πραγματοποιείται στην Αθήνα.
Η στάση των Βρυξελλών προκάλεσε αμηχανία στο Μέγαρο Μαξίμου, η οποία πολλαπλασιάστηκε στις συζητήσεις που είχε ο κ. Χαρδούβελης με τους δανειστές, τόσο στο Παρίσι όσο και στο άτυπο Eurogroup αργότερα, στα μέσα Σεπτεμβρίου στο Μιλάνο. Οι εκπρόσωποι της τρόικας όχι μόνο άκουγαν με έκπληξη τα περί της αποχώρησης από το Μνημόνιο για τα οποία δεν είχε προηγηθεί καμία προετοιμασία, αλλά αντίθετα πρότειναν η αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας να καθυστερήσει μέχρι τον Μάρτιο και μετά τις προεδρικές εκλογές στην Ελλάδα. Παρόμοια ήταν και η στάση του προέδρου της Ευρωπαικής Επιτροπής Ζαν Κλωντ Γιούνκερ στις συνομιλίες με τον κ. Σαμαρά, που μετέφερε τις απόψεις των Ευρωπαίων ηγετών:«αν δεν μπορείς να εγγυηθείς ότι θα είσαι στην κυβέρνηση μέχρι το 2016, θα πρέπει να περιμένουμε να ξεκαθαρίσει το τοπίο».
Προφανώς οι δανειστές ήθελαν να ξέρουν με ποιον θα διαπραγματευθούν, αλλά  η μετάθεση της αξιολόγησης και γενικώς της συζήτησης για το χρέος μετά τον Μάρτιο, ήταν καταστροφική για την κυβέρνηση: δεν θα διέθετε πλέον κανένα επικοινωνιακό χαρτί για την κοινή γνώμη, ενώ ούτε λόγος να γινόταν για την αλλαγή του κλίματος και την συσπείρωση των 180 βουλευτών για την εκλογή προέδρου της Δημοκρατίας. Η κυβερνητική αμηχανία εκφράστηκε και με την ομιλία Σαμαρά στην ΔΕΘ, που παρά τις προσδοκίες που είχαν καλλιεργηθεί, δεν προχώρησε σχεδόν σε καμία από τις γενναίες παροχές που είχαν προαναγγελθεί. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός εμφανίζεται εκείνες τις μέρες ιδιαίτερα καταβεβλημένος, ενώ στο Μέγαρο Μαξίμου άρχισαν να κυκλοφορούν και θεωρίες συνωμοσίας, σύμφωνα με τις οποίες οι δανειστές εγκατέλειπαν την κυβέρνηση,και τα είχαν βρει με τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Α. Τσίπρα.
Είναι τότε που η κυβέρνηση αποφάσισε να κάνει το μεγάλο άλμα στο κενό. Επιλέγει αντί της σταδιακής απεμπλοκής, την ρητορική της ολικής εξόδου από το Μνημόνιο, με την παράλληλη προσφυγή στις αγορές. Ο κ. Σαμαράς πηγαίνει στο Βερολίνο για να «τεστάρει» την Ανγκελα Μέρκελ. Παρ' ότι αντί για απάντηση παίρνει τα γνωστά ήξεις-αφήξεις της καγκελαρίου, που επιμένει στην συνέχιση των «μεταρρυθμίσεων» (δηλαδή των μέτρων λιτότητας κλπ) ο πρωθυπουργός δηλώνει στην κοινή συνέντευξη τύπου: «κατά τη δικιά μας άποψη δεν απαιτείται καινούριο πακέτο βοήθειας. «Τις χρηματοδοτικές ανάγκες- όπως σας είπα- την επόμενη χρονιά μπορούμε ασφαλώς να τις καλύψουμε. Θα δούμε τι θα γίνει με τις υπόλοιπες δόσεις του δανείου"».
Η κυβέρνηση δεν εννοεί ότι «φεύγουμε τώρα»: πρόκειται για τακτική που έχει  στόχο περισσότερο να πιέσει τους εταίρους ώστε η τρόικα να ρίξει νερό στο κρασί της αναβάλλοντας τα σκληρά μέτρα για την επόμενη άνοιξη καθώς και να αποσπάσει υποσχέσεις από τους δανειστές για το χρέος και την συζήτηση του ελληνικού προβλήματος. Δεν έχει όμως σχεδιαστεί κανένα επόμενο βήμα, ούτε υπάρχει plan B: τι θα γίνει αν οι δανειστές δεν συγκινηθούν; Ποιες κινήσεις πρέπει να γίνουν αν ανέβουν τα επιτόκια στις αγορές;
Πράγματι, τα τελευταία ανεβαίνουν μετά τις δηλώσεις Σαμαρά: είναι προφανές ότι δεν υπάρχει καμία εμπιστοσύνη ότι η κυβέρνηση μπορεί να τα καταφέρει χωρίς δανειακή ενίσχυση. Άλλωστε στην νέα συνάντηση της Αθήνας με την τρόικα, η ελληνική αντιπροσωπεία καθυστερεί μαλώνοντας για το αν θα πρέπει να συμμετέχει ο Χρύσανθος Λαζαρίδης. Δεν είναι η εικόνα μιας σοβαρής χώρας που μετά από μια τόσο σοβαρή κρίση θέλει αν βγει στις αγορές.
Παρ' όλα αυτά Μέγαρο Μαξίμου και Βενιζέλος επιμένουν, μέχρι την προηγούμενη Κυριακή που η ελληνική αντιπροσωπεία επισκέπτεται την κυρία Λαγκάρντ στην Ουάσιγκτον. «20 λεπτά», ξεκινάει η επικεφαλής του ΔΝΤ την σύντομη συνάντηση, στην οποία δεν αφήνει κανένα περιθώριο: η Ελλάδα πρέπει να παραμείνει στο πρόγραμμα επιτήρησης. Τα ίδια και στο eurogroup της επόμενης μέρας, όπου ο κ. Χαρδούβελης ακούει τον εξάψαλμο. Είναι λίγες ώρες πριν εκραγεί η μπαρουταποθήκη, στο νέο ελληνικό Κούγκι.

0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *