Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΡΘΡΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΡΘΡΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2025

Ποια ακριβώς Δημοσιογραφία

 


Να συμφωνήσουμε πως ο Τύπος έχει βαθιά υποχρέωση, δομική, να ερευνά σε όλες τις πτυχές τους τις υποθέσεις που αγγίζουν τον πυρήνα της Δημοκρατίας και των σύγχρονων κεκτημένων της πολιτείας. Τέτοιες δε υποθέσεις επειδή ακριβώς είναι εν κινήσει, εμπλουτίζονται και εξετάζονται διαρκώς – παρά το γεγονός πως κάποιοι προφανώς εμπλεκόμενοι δεν θα ήθελαν. Αθροίζονται δε […]

 

γράφει ο Δημήτρης Ν. Μανιάτης

 

Να συμφωνήσουμε πως ο Τύπος έχει βαθιά υποχρέωση, δομική, να ερευνά σε όλες τις πτυχές τους τις υποθέσεις που αγγίζουν τον πυρήνα της Δημοκρατίας και των σύγχρονων κεκτημένων της πολιτείας. Τέτοιες δε υποθέσεις επειδή ακριβώς είναι εν κινήσει, εμπλουτίζονται και εξετάζονται διαρκώς – παρά το γεγονός πως κάποιοι προφανώς εμπλεκόμενοι δεν θα ήθελαν. Αθροίζονται δε στοιχεία και από τη δημοσιογραφική έρευνα η οποία επίσης έχει υποχρέωση να σχολιάζει, αλλά και όταν η υπόθεση καθαυτή έχει πάει στη Δικαιοσύνη, από τα αντίδικα μέρη.

 

Στοιχειώδες θα πει κάποιος. Και θα αναρωτηθεί: γιατί δίνετε σήμερα στο κυρίως κομμάτι της στήλης σας χώρο για θέματα που είναι λυμένα στα πρώτα έτη δημοσιογραφικών σχολών; Γιατί με αφορμή το σκάνδαλο των υποκλοπών και του τερατώδους μηχανισμού του Predator – που επιπροσθέτως δεν αφορά απλώς παρακολουθήσεις αλλά και χειραγώγηση υλικού και απόλυτη κατάλυση κάθε ιδιωτικού δεδομένου – κάποιοι θεωρούν πως ο Τύπος πρέπει να μην έχει λόγο και να μη θέτει ερωτήματα.

 

Προφανώς ορισμένοι τζογάρουν είτε στον κυνισμό και την παθητικοποίηση της κοινής γνώμης με μια λογική του «όλοι παρακολουθούν όλους», είτε με εκφοβισμό των δημοσιογράφων που έχουν επιλέξει να ερευνήσουν το θέμα. Μια στρατηγική που καταγράφεται στο δεύτερο σκέλος είναι αυτή των αλλεπάλληλων αγωγών αλλά και των SLAPPS. Και άρα του προληπτικού φόβου για τον κάθε δημοσιογράφο που επιχειρεί να ψηλαφίσει το θέμα και τις πολιτικές του ή ακόμη και πολιτειακές του προεκτάσεις.

 

Εδώ τώρα φαίνεται πως μετακινούμαστε σε ένα ακόμη πιο επικίνδυνο σημείο με τα πρόστιμα που πέσαν στο κανάλι του Mega από το ΕΣΡ για τις υποκλοπές. Οχι απλώς δεν θα γράψεις, δεν θα πεις κάτι για την υπόθεση, αλλά δεν θα παρουσιάσεις και τα στοιχεία για τους φερόμενους μετόχους και δράστες της υπόθεσης. Δεν έχεις δικαίωμα ως Τύπος να παρουσιάζεις βήμα-βήμα και σημείο-σημείο την υπόθεση που είναι εν κινήσει και άρα σε καθεστώς διερεύνησης και σε καθεστώς είτε εμπλουτισμού της ίδιας της προδικασίας της, ή ακόμη και αναίρεσης ή απόρριψης στοιχειών για αυτήν.

 

Μα το Predator, οι υποκλοπές – που απασχολούν σταθερά τρία χρόνια και ορθά τη δημόσια σφαίρα – έχουν και πολιτικές προεκτάσεις. Πυροδότησαν παραιτήσεις ανώτατων πολιτικών επιτελικών στελεχών σαν του τέως γ.γ. της κυβέρνησης, που λόγω και της θέσης του στο νομοθετημένο επιτελικό κράτος είχε κομβική θέση στις κυβερνητικές στρατηγικές. Ακόμη και σε προτάσεις μομφής οδήγησαν στη Βουλή έπειτα από πόρισμα της ΑΔΑΕ (Ιανουάριος του 2023).

 

Τις υποκλοπές δεν τις πολιτικοποίησε ο Τύπος. Το ίδιο το πολιτικό σύστημα αναζήτησε στην πολύκροτη υπόθεση και πολιτικές ευθύνες. Αυτές ακριβώς τις αντιθέσεις, κυρίαρχες στο πολιτικό τοπίο, είχε υποχρέωση και ο Τύπος, ηλεκτρονικός και μη, να καταγράψει. Αλίμονο αν όπως και στα Τέμπη τώρα, δεν παρακολουθούσε την εξέλιξη των ερευνών, δεν αναδείκνυε αντιφάσεις και νέα ευρήματα. Αλίμονο αν δεν έβαζε τίτλους και δεν έθετε ερωτήματα. Ποιος θα ήταν ο ρόλος του;

 

ΥΓ. Ολα αυτά τα γράφουμε γιατί το ΕΣΡ έκρινε ότι το Mega παραβίασε κατ’ εξακολούθηση τις διατάξεις περί «υποχρέωσης σεβασμού της προσωπικότητας αναφερομένου σε εκπομπές προσώπου» και έριξε πρόστιμο ύψους 90.000 ευρώ στο κανάλι μετά την προσφυγή που είχε κάνει ο Γρηγόρης Δημητριάδης με αφορμή τα ρεπορτάζ του καναλιού για το σκάνδαλο των υποκλοπών.




 

Πηγή:ΤΑ ΝΕΑ

Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2025

Ο ιππότης της αποκαλύψεως…

 


γράφει ο Πέτρος Μανταίος

 

Προσωπικά, θεωρώ ότι ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης αν και επιθυμεί να δείχνει πότε πότε ότι αλλάζει γραμμή και πιάνει τον σφυγμό των γεγονότων ή τον αγγίζουν οι αντιδράσεις της κοινής γνώμης, στην πραγματικότητα, ως κατεξοχήν καιροσκόπος πολιτικός, ταμπλό αλλάζει· η γραμμή είναι ίδια κι απαράλλαχτη· ίσως με επιβραδύνσεις ή επιταχύνσεις, ενίοτε με ελάχιστες, άνευ σημασίας, παρεκκλίσεις, αλλά πάντα ίδια.

 

Δεν θεωρώ, επομένως, ότι μετά τη συνέντευξη στον Σρόιτερ, όπου μας «διάβασε» και δυο αποσπάσματα υποτιθέμενης μεταμέλειας από το «Λογική και ευαισθησία» (δεν κυριολεκτώ, ασφαλώς!), «επέστρεψε στην αρχική γραμμή» (χθεσινή «Συντακτών») με τη συνέντευξή του στην «Καθημερινή της Κυριακής». Αλλωστε, στο επίμαχο θέμα των Τεμπών, αφήνει καλού-κακού κι ένα περιθώριο νέας «αλλαγής γραμμής»: «…εφόσον επιβεβαιωθεί η γνησιότητά τους», λέει αναφερόμενος στα μεταχρονολογημένα βίντεο της εμπορικής αμαξοστοιχίας.

 

Το θέμα είναι ότι, ευκαιρίας (των βίντεο) δοθείσης, επιτίθεται λάβρος στην αντιπολίτευση, περίπου συμπούρμπουλη (βρήκαμε παπά να θάψουμε καμπόσους!), υπεραμυνόμενος θεσμών, δημοκρατίας, δικαιοσύνης, πατρίδας, ιερών και οσίων, μόνος αυτός, ως άλλος ιππότης της αποκαλύψεως (δεν λέω Δον Κιχώτης, διότι τιμώ απεριόριστα τον ήρωα του Θερβάντες και της εφηβείας μου), εναντίον Αγαρηνών, Πομερανών και Βησιγότθων.

 

Να δούμε τώρα, ενδεικτικά, και τη μεγάλη «μπαγαποντιά»: Η, κατά Μητσοτάκη, «αμφισβήτηση των θεσμών» από την αντιπολίτευση περιλαμβάνει «από τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δικαιοσύνη μέχρι τον ίδιο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας». Εδώ τα χαλάμε, κ. πρωθυπουργέ! Είναι άλλο ο θεσμός του Προέδρου της Δημοκρατίας, που ουδείς τον αμφισβήτησε, και άλλο το συγκεκριμένο πρόσωπο που επελέγη και εξελέγη –όπως επελέγη και εξελέγη– Πρόεδρος της Δημοκρατίας, που τον αμφισβήτησαν και τον αμφισβητούν οι πάντες, πλην της πλειοψηφίας μιας μειοψηφίας που τον εξέλεξε.

 

Αν αυτό δεν είναι –έμπρακτη πλέον– αμφισβήτηση θεσμού, κυρίως διασυρμός του κορυφαίου θεσμού ενότητας του έθνους (τολμάει και μιλάει για «διχασμό» ο κ. Μητσοτάκης!), τότε να πάμε να πνιγούμε όλοι στο Φάληρο!

Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2025

Το παρασκήνιο της ξαφνικής έντασης στο ΠΑΣΟΚ: Ποιοι βρίσκονται πίσω από την «οργανωμένη επιχείρηση λάσπης»

 Η κυβέρνηση Μητσοτάκη προσπαθεί να βγει από το «τούνελ» των Τεμπών μέσω «πυρών» προς το ΠΑΣΟΚ



γράφει ο Μιχάλης Χαριάτης

 

Στήνοντας «παγίδες» στο ΠΑΣΟΚ και τον Νίκο Ανδρουλάκη η κυβέρνηση Μητσοτάκη προσπαθεί να βγει από το «τούνελ» των Τεμπών.

 

Έχοντας μπροστά τους οι «γαλάζιοι», με τη συμπλήρωση δυο χρόνων από τη σιδηροδρομική τραγωδία, μια προ ημερησίας συζήτηση στη Βουλή για τη φονική σύγκρουση στα Τέμπη και το σφυροκόπημα που θα δεχθούν, μια Προανακριτική για τον Χρήστο Τριαντόπουλο και μια ενδεχόμενη πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης, η ΝΔ εστιάζει τα «πυρά» της στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

 

 

Με τη Χαριλάου Τρικούπη να έχει πάρει την πρωτοβουλία των αντιπολιτευτικών κινήσεων και με τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ να δείχνει ότι δεν χαμηλώνει τους τόνους, η ΝΔ ρίχνει καταιγιστικά τα «βέλη» της -σε μια ιδιαίτερα δύσκολη συγκυρία για εκείνη- προς τον Ανδρουλάκη, κάνοντας λόγο για «θεσμική εκτροπή» του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, εστιάζοντας στη δήλωσή του για τη Δικαιοσύνη. Την ίδια στιγμή που δημοσιεύματα με πρωτοσέλιδους τίτλους μιλούν για «νέο αντάρτικο στο ΠΑΣΟΚ» από κορυφαία στελέχη του κόμματος.

 

Τα δημοσιεύματα αυτά προκάλεσαν τη σφοδρή αντίδραση των Παύλου Γερουλάνου και Χάρη Δούκα, που έκαναν λόγο για «δημοσιογραφικό unfair» σε κοινή δήλωση τους. Σύμφωνα με πληροφορίες, μόλις έγινε γνωστό το πρωτοσέλιδο της έκδοσης των «Παραπολιτικών» και μετά από επικοινωνία που είχαν ο δήμαρχος Αθηναίων με τον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του ΠΑΣΟΚ, «βγήκε» η κοινή δήλωση τους.

 

 

 

«Διαβεβαιώνουμε όσους ονειρεύονται "διαφοροποιήσεις" και "αντάρτικα" ότι στο ΠΑΣΟΚ όλες και όλοι αγωνιζόμαστε για να μπορεί να νικήσει στις εκλογές και να αλλάξει τη χώρα. Κάθε προσπάθεια δημιουργίας εσωκομματικών μετώπων ανήκει απλά στη σφαίρα της φαντασίας», τόνισαν χαρακτηριστικά οι Παύλος Γερουλάνος και Χάρης Δούκας.

 

Στη δήλωσή τους εξήγησαν πως από την εφημερίδα τους ζητήθηκε να γράψουν από ένα άρθρο για την πορεία του ΠΑΣΟΚ ενόψει των περιφερειακών συνδιασκέψεων.

 

«Ανταποκριθήκαμε, όπως κάνουμε πάντα σε αιτήματα εφημερίδων, μεταφέροντας σε κείμενο αυτά που είπαμε και στην πρόσφατη Κεντρική Πολιτική Επιτροπή. Με έκπληξη σήμερα διαπιστώνουμε ότι στο πρωτοσέλιδο της εφημερίδας εμπλέκονται με τα άρθρα μας, οι φωτογραφίες μας και πρωτοσέλιδος τίτλος "Νέο αντάρτικο στο ΠΑΣΟΚ". Αυτό δημοσιογραφικά είναι unfair», υπογράμμισαν τα δυο κορυφαία στελέχη του κόμματος.

 

ΠΑΣΟΚ: «Οργανωμένη επιχείρηση λάσπης»

Η «γαλάζια» πίεση γύρω από την αναφορά Ανδρουλάκη περί κλωνισμού της εμπιστοσύνης του στη Δικαιοσύνη, θέλησε να «χτυπήσει» στο εσωτερικό της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ.

 

Από τη Χαριλάου Τρικούπη ξεκαθάριζαν πως ο πρόεδρος του κόμματος δεν βάλλει κατά των θεσμών, επισημαίνοντας πως ο Νίκος Ανδρουλάκης το έχει αποδείξει θεσμικά αυτό στην υπόθεση των παρακολουθήσεων, θύμα των οποίων ήταν ο ίδιος.

 

Στα «πυρά» του εκπροσώπου τύπου της ΝΔ, Νίκου Ρωμανού, απάντησαν -αρχικά- με δήλωση τους τρεις βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, οι Μανώλης Χριστοδουλάκης, Γιώργος Νικητιάδης και Νάγια Γρηγοράκου, καθώς ο «γαλάζιος» εκπρόσωπος Τύπου δήλωνε πως οι συγκεκριμένοι τρεις βουλευτές του ΠΑΣΟΚ «διαχώρισαν ξεκάθαρα τη θέση τους» από τις αναφορές Ανδρουλάκη.

 

Με τον «πόλεμο» δηλώσεων και κόντρα απαντήσεων μεταξύ Πειραιώς και Χαριλάου Τρικούπη να μαίνεται, άρχισαν να καταγράφονται ρεπορτάζ που ήθελαν αρκετούς βουλευτές του ΠΑΣΟΚ να διαφωνούν με τα όσα δήλωσε ο Ανδρουλάκης και παράλληλα να βρίσκεται σε μεγάλη αναστάτωση η Κοινοβουλευτική Ομάδα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

 

«Όσοι νομίζουν ότι με κατασκευασμένα ψεύδη και συκοφαντίες μπορούν να πλήξουν το ΠΑΣΟΚ, πλανώνται», υπογραμμίζεται σε ανακοίνωση που εξέδωσε η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ το βράδυ της Παρασκευής (14/2). Απαντώντας στην ιστοσελίδα των «Παραπολιτικών», η αξιωματική αντιπολίτευση έκανε λόγο για «ανυπόστατα» και «κατευθυνόμενα» δημοσιεύματα περί «εσωτερικής αναταραχής».

 

Στην ανακοίνωση της η ΚΟ του ΠΑΣΟΚ -μεταξύ άλλων- υπογράμμισε πως «είναι πλέον προφανές ότι η οργανωμένη αυτή επιχείρηση λάσπης δεν είναι τυχαία. Εντάσσεται σε μια συντονισμένη προσπάθεια αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης από τις βαριές ευθύνες της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας για την εκτεταμένη κρίση αξιοπιστίας των θεσμών».

 

Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2025

Η σιωπή του Γιώργου Φλωρίδη

 


γράφει η Λώρη Κέζα

 

Μπορούμε άραγε να σεβόμαστε όποιον απαιτεί «θέλω να με σέβεσαι»;

 

Ας είναι γονιός, εργοδότης, γείτονας, πελάτης ή θεσμός, όπως για παράδειγμα η Δικαιοσύνη. Τις τελευταίες ημέρες διαβάζουμε μηνύματα μεταξύ πολιτών και δικαστικών. Δεν αναφέρομαι σε μια συγκεκριμένη υπόθεση καθώς είναι κάμποσες. Από την χαροκαμένη μάνα και την πρόεδρο του Αρείου Πάγου, από τις καταγγέλλουσες σε υπόθεση βιασμών και τον εισαγγελέα που λέει ότι του κάνουν μπούλινγκ. Πιο παλιά είχαμε το παραδικαστικό κύκλωμα, τη Siemens, το Χρηματιστήριο. Δηλαδή τα σημερινά έρχονται να προστεθούν στα προηγούμενα.

 

Πού ακριβώς βρίσκεται ο Γιώργος Φλωρίδης; Παρακολουθεί διακριτικά, καθισμένος σε μια μπερζέρα, υποθέτουμε. Άλλοι στη θέση του έχουν παρέμβει στο παρελθόν, έχουν ζητήσει τη διενέργεια ελέγχων. Δεν θα πούμε στον υπουργό Δικαιοσύνης τί θα κάνει αλλά μπορούμε να παραθέσουμε τα προβλήματα, όπως τα αντιλαμβάνεται η ελληνική κοινωνία. Δημοσιεύτηκε μια μέτρηση από την Metron Analysis που περιγράφει το κοινό αίσθημα με αριθμούς. Το ισοζύγιο εμπιστοσύνης και έλλειψης εμπιστοσύνης στη Δικαιοσύνη είναι -29. Τα αναλυτικά στοιχεία είναι εύγλωττα.

 

Εννέα στους δέκα πολίτες κρίνουν ότι η Δικαιοσύνη είναι αργή. Το έχω δει με τα μάτια μου. Όχι, δεν αναφέρομαι σε υπόθεση που καθυστέρησε δεκαετία. Γνωρίζω δικαστή που για πέντε χρόνια είχε πάρει άδεια από τη σημαία για την ανατροφή παιδιού. Δεν είπε κανείς «όχι», να μην πάρει τη γονική που δικαιούται και να πάρει και επιπλέον άνευ αποδοχών. Αναφέρομαι σε περίπτωση δικαστή που ήταν πρωί-απόγευμα στην πλατεία, ενδιάμεσα έκανε οικοκυρικά, μετά γυμναστήριο, μετά σινεμά και τα λοιπά. Θα μου πείτε, πως ξέρω ότι δεν δούλευε νύχτα; Το ξέρω επειδή το έλεγε. Δεν δούλευε επειδή δεν ελεγχόταν. Τόσο απλά. Ο μόνος που κινδυνεύει είμαι εγώ, επειδή το γράφω _ θα με καλέσει συνάδελφος των τεμπελχανάδων να προσκομίσω αποδείξεις.

 

Πάμε να δούμε και άλλους δείκτες της Analysis. Καταμετρώντας όσους απάντησαν «πολύ» και «αρκετά», οι πολίτες θεωρούν ότι η Δικαιοσύνη είναι πολιτικά ελεγχόμενη, ανεπαρκής στην οργάνωση, νομικά δαιδαλώδης, κοινωνικά άδικη. Χτυπάει κάποιο καμπανάκι εκεί πάνω από τη μπερζέρα του υπουργού; Άραγε θεωρεί ότι η Δικαιοσύνη έχει την ταχύτητα του Speedy Gonzales ή μήπως έχει δίκιο ο κόσμος; Αν έχει δίκιο ο κόσμος, μια πρωτοβουλία είναι απαραίτητη. Θα μπορούσε να είναι αποσπασματική (για μια μόνο υπόθεση, να ζητήσει εξέταση, όπως έκαναν προκάτοχοί του) ή μια παρέμβαση εφ’ολης της ύλης, για να δείξει ότι ξέρει τι του γίνεται.

 

Ας μην απαιτήσει ο υπουργός σεβασμό στη Δικαιοσύνη. Ο ειλικρινής σεβασμός προκύπτει από σωστές συμπεριφορές, από σωστές αποφάσεις, από σωστή λειτουργία, όχι από αξιώματα.

 

Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2025

Έχει καταλάβει ο Τσίπρας τι ζημιά έχει κάνει;

 


 γράφει ο Δημήτρης Χόνδρος

 

Όσο και αν ο κ. Τσίπρας προσπαθεί να εμφανιστεί ως μέρος μιας κάποιας μελλοντικής λύσης, παραμένει ο βασικός παράγοντας του μεγάλου προβλήματος που έχει, σήμερα, η αντιπολίτευση.

Σαν χθες, στις 10 Φεβρουαρίου του 2008, ο Αλέξης Τσίπρας, σε ηλικία 33 ετών, εξελέγη πρόεδρος του Συνασπισμού. Ακολούθησε η ξέφρενη πορεία προς την εξουσία. Ο κ. Τσίπρας, το 2015 έγινε ο νεότερος Πρωθυπουργός στην ιστορία της χώρας και το 2019, ο νεότερος πρώην Πρωθυπουργός. Μετά τις δύο συνεχόμενες συντριπτικές του ήττες στις εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου, του 2023, ανακοίνωσε την παραίτησή του από την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ. Μια όμορφη αλλά και πολύ αμαρτωλή ιστορία έλαβε τέλος.

 

Δεν ξέρω αν το 2025 ο Αλέξης Τσίπρας είναι ο «μαρμαρωμένος βασιλιάς που περιμένει να ξεμαρμαρώσει κάνοντας αυτο-προπαγάνδα με το Ινστιτούτο που φέρει το όνομα του», όπως υποστηρίζει ο πρώην φίλος του, Νίκος Καρανίκας, ο μοναδικός άνθρωπος στον πλανήτη που έχει καταφέρει να διαβάσει και Πασκάλ και Μπρυκνέρ. Ούτε είμαι σε θέση να πω με βεβαιότητα αν ευσταθούν οι φήμες που τον φέρουν να ιδρύει νέο κόμμα, την άνοιξη. Είναι πολύ μικρός για να αποδεχθεί ότι έχει βγει στη σύνταξη και, λογικό είναι, αναζητεί διέξοδο.

 

Προς το παρόν, ο κ. Τσίπρας κάνει ημερίδες. Για να πείσει ότι, τελικά, δεν έχει αλλάξει καθόλου. Στο παραμικρό. Φάνηκε αυτό από την τελευταία εκδήλωση για το κράτος Δικαίου. Προσπερνώ την αντίφαση να εμφανίζεται ως υπερασπιστής του κράτους δικαίου, ο άνθρωπος που το κακοποίησε σε πολλές περιπτώσεις με κορυφαία την υπόθεση Novartis. Μένω στην εκφορά του λόγου του που μοιάζει να γυρνάει στην περίοδο του 2012-2015. Καταγγελτικός λόγος, υψηλοί τόνοι και δαιμονοποίηση του Κ. Μητσοτάκη που σε τελική ανάλυση δεν βλάπτει αλλά ωφελεί τον Πρωθυπουργό.

 

Ο κ. Τσίπρας φαίνεται να μην έχει καταλάβει πόσο μεγάλη ζημιά έχει κάνει στον προοδευτικό χώρο. Πόσο πολύ βοήθησε στην οικοδόμηση της πολιτικής κυριαρχίας του Κυριάκου Μητσοτάκη. Όχι μόνο με τα έργα και τις ημέρες του ως κυβέρνηση. Αλλά και με τη συμπεριφορά του ως αντιπολίτευση. Δεν υπάρχει προηγούμενο αντιπολίτευσης που να έχει αποδοκιμαστεί σε τόσο μεγάλο βαθμό, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ του κ. Τσίπρα. Από το 32% των εκλογών του 2019 έπεσε στο 18%, τον Ιούνιο του 2023.

 

Αλλά ας πούμε ότι αυτά πέρασαν, ας έλθουμε στο σήμερα. Δεν έχει καταλάβει ο κ. Τσίπρας ότι συνεχίζει να αποτελεί το μεγάλο όπλο της επικοινωνιακής τακτικής της κυβέρνησης; Ποιο είναι το βασικό επιχείρημα του Μεγάρου Μαξίμου; Προσέξτε, γιατί αν φύγουμε εμείς από την κυβέρνηση μπορεί να έλθει «κάτι σαν τον Τσίπρα». Και ποιος είναι ο μεγάλος φόβος της αντιπολίτευσης και ειδικά του Ανδρουλάκη; Μην τυχόν και δημιουργηθεί στον κόσμο η εντύπωση ότι το ΠαΣοΚ είναι «κάτι σαν τον ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα». Και κάπου εκεί χάνεται η μπάλα.

 

Ο πρώην Πρωθυπουργός, στην ημερίδα για το κράτος δικαίου, αναφέρθηκε και στις μεγάλες διαδηλώσεις για τα Τέμπη. Έκανε λόγο για «απάντηση ελπίδας». Ένα ερώτημα για τον κ. Τσίπρα. Αν υπήρχε η παραμικρή υποψία ότι οι κινητοποιήσεις θα μπορούσαν να το βγάλουν ξανά στον αφρό θα γέμιζαν οι πλατείες; Η απάντηση είναι ένα ξερό «όχι». Τι σημαίνει αυτό σε απλά ελληνικά; Ότι όσο και αν ο κ. Τσίπρας προσπαθεί να εμφανιστεί ως μέρος μιας κάποιας μελλοντικής λύσης, παραμένει ο βασικός παράγοντας του μεγάλου προβλήματος που έχει, σήμερα, η αντιπολίτευση. Θα είναι, λοιπόν καλό, να μην το κάνει ακόμα μεγαλύτερο.

Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2025

Η οργουελική διπλοσκέψη και η διαστρέβλωση της πραγματικότητας

 

Καμία υπαναχώρηση μπροστά στα παράδοξα.

 


γράφει ο Χάρης Καλαϊτζίδης

 

 

«ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ΑΚΡΙΒΩΣ τι μετέφερε το εμπορικό φορτίο», αλλά τελικά δεν το γνωρίζουμε ακριβώς. «Δεν υπήρχε τίποτα εύφλεκτο», αλλά τελικά «όλα είναι ανοιχτά». Όποιος ρωτάει πολλά είναι «ψέκα» (όπως παλιά!), αλλά τελικά μπορεί και να ’χε δίκιο. «Αυτό που φάνταζε απίθανο, μπορεί να είναι πιθανό».

 

«Διπλοσκέψη είναι η ικανότητα να έχεις ταυτόχρονα δύο αντιφατικές μεταξύ τους πεποιθήσεις και να τις ενστερνίζεσαι και τις δύο. Ο κομματικός διανοούμενος γνωρίζει προς ποια κατεύθυνση πρέπει να μεταβληθούν οι αναμνήσεις του· γνωρίζει, επομένως, και ότι παίζει παιχνίδια με την πραγματικότητα. Ωστόσο, έχοντας εξασκηθεί στη διπλοσκέψη, πείθει τον εαυτό του ότι δεν υπάρχει διαστρέβλωση της πραγματικότητας».¹

 

Ένα ακόμα παράδειγμα από τον ίδιο οργουελικό. Το 2022, από το βήμα της Βουλής, δηλώνει πως άκουσε «με προσοχή και, δεν σας κρύβω, με συγκίνηση, όσα κατέθεσαν οι εκπρόσωποι των intersex ατόμων στην Επιτροπή […] Οι ειδικοί μάς λένε ότι σχεδόν ένας στους εκατό ανθρώπους μπορεί να γεννιέται με κάποια παραλλαγή φύλου». Όμως, τη μέρα μετά την ορκωμοσία του Τραμπ γελάει ειρωνικά πριν πει: «Τυχαίνει να πιστεύω ότι υπάρχουν δύο φύλα: το αρσενικό και το θηλυκό. Αυτή είναι και η προσωπική μου άποψη, αυτό μας λέει και η βιολογία».

 

Γεννιέται το ερώτημα: μας θεωρούν χαζούς; «Κομματικούς διανοούμενους»; Χρυσόψαρα; Παιδάκια; Όσο δελεαστική κι αν φαίνεται μια τέτοια προσέγγιση, φοβάμαι πως η πραγματικότητα είναι αρκετά πιο στρυφνή.

 

Εδώ και αρκετά χρόνια, ο λόγος που εκφέρεται στην πολιτική σφαίρα δεν έχει καμία αξία. Οι λέξεις έχουν διαχωριστεί από τα πράγματα που ψηλαφούν ή αποκαλύπτουν, αποκτώντας μια αυτόνομη ισχύ· η λειτουργία της ομιλίας έχει παραμορφωθεί.

Εδώ και αρκετά χρόνια, ο λόγος που εκφέρεται στην πολιτική σφαίρα δεν έχει καμία αξία. Οι λέξεις έχουν διαχωριστεί από τα πράγματα που ψηλαφούν ή αποκαλύπτουν, αποκτώντας μια αυτόνομη ισχύ· η λειτουργία της ομιλίας έχει παραμορφωθεί. «Επικοινωνιακό και μόνο πλέον όργανο, η γλώσσα δεν είναι πια καθαυτή πραγματικότητα αλλά εργαλείο με το οποίο γίνονται επεμβάσεις στο πραγματικό, επιτυγχάνονται αποτελέσματα σύμφωνα με τις λίγο ή πολύ συνειδητές στρατηγικές. Οι λέξεις μπαίνουν στην κυκλοφορία μόνο και μόνο για να διαστρεβλώσουν. Όλα ταξιδεύουν με ψεύτικες σημαίες. […] Καμία υπαναχώρηση μπροστά στα παράδοξα».²

 

 

Αν ο πρωθυπουργός μπορεί να βγαίνει στον Σρόιτερ και μέσα σε είκοσι λεπτά να παραδέχεται όλα όσα η κυβέρνηση και τα ΜΜΕ της συγκάλυψαν, στιγμάτισαν, λογόκριναν κι εξόρισαν απ’ τον δημόσιο λόγο τα τελευταία δύο χρόνια, αυτό δεν αποδεικνύει την «ανειλικρίνεια» ορισμένων πολιτικών ή την ηλιθιότητα αυτών που τους ψηφίζουν αλλά το απλό γεγονός ότι η κοινωνική χρήση της γλώσσας έχει πια φαλιρίσει.

 

«Οι πόλεμοι γίνονται στο όνομα της ειρήνης. Οι εργοδότες “προσφέρουν εργασία”. […] Οι προδότες διαβεβαιώνουν για την ειλικρίνεια και την αφοσίωσή τους. [...] Από τη μία οι αληθινές πρακτικές και από την άλλη τα λόγια, η αμείλικτη αντίστιξή τους, διαφθορά της κάθε έννοιας, καθολική εξαπάτηση του εαυτού μας και των άλλων. Μονίμως το ζητούμενο είναι να διαφυλαχθούν ή να διευρυνθούν τα συμφέροντα».³

 

Ως εκ τούτου, είναι ανώφελο να επιδιδόμαστε στη συνήθη κριτική του λόγου της εξουσίας, περιμένοντας κάποια αλήθεια ή αναγνώριση απ’ όσους τον εκφέρουν κι αντιμετωπίζοντας τους πολιτικούς «ως κάτι [ενιαίο] και συνεκτικό» την ίδια στιγμή που εκείνοι δρουν «πολλαπλά και χαοτικά».[4] Σ’ όλο τον κόσμο πια, οι πολιτικοί φέρονται σαν τον Τραμπ: «Πρότεινε αυτό, υποδήλωσε το άλλο, πες ψέματα για το χθες, ανακήρυξε το αναπόφευκτο αυτού που είναι να έρθει, υποχώρησε από μία θέση ενώ προχωράς σε δύο ακόμα, διάψευσε τον εαυτό σου, […] συσκότισε την προβλεψιμότητα μέσα σε μια πυκνή ομίχλη δυνατότητας».[5]

 

Η καταγγελία και η σάτιρα αποδεικνύονται ανίκανες μπροστά σ’ αυτό το φαινόμενο. Όσα εμπεριστατωμένα κείμενα και να παραγάγει η αριστερά, όσα αστειάκια ή rant και να πληκτρολογήσουν οι γραφιάδες των social, όσα εξευτελιστικά κλιπάκια και να παίξει το Luben, το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο, γιατί το πεδίο της σύγκρουσης βρίσκεται πλέον αλλού, μακριά από την επικοινωνιακή λειτουργία της γραφής και της ομιλίας.

 

 

 

Όχι ότι δεν γίνονται βήματα σ’ αυτό το άλλο πεδίο. Η συγκέντρωση 150.000 ανθρώπων στην Αθήνα και άλλων τόσων στην υπόλοιπη χώρα είναι σημαντική. Όμως αυτές οι συγκεντρώσεις δεν παράγουν ένα κίνημα με νέα αιτήματα και νέους συσχετισμούς. Ακόμη και τώρα, το μεγαλύτερο κομμάτι των διαδηλωτών αγωνίζεται για την ορθή απόδοση της κρατικής δικαιοσύνης, βγαίνει στον δρόμο για να στείλει «ένα ηχηρό πολιτικό μήνυμα, ικανό να ασκήσει πίεση στους αρμόδιους θεσμούς».[6]

 

Φυσικά, η επιθυμία των οικογενειών των θυμάτων για αναγνώριση και απόδοση ευθυνών από την κρατική Δικαιοσύνη είναι απολύτως σεβαστή, ο δε αγώνας τους αξιέπαινος και συγκινητικός.

 

Όταν, όμως, ένα ολόκληρο «κοινωνικό γεγονός» θέτει ως ορίζοντά του την ορθή λειτουργία της κρατικής εξουσίας, φτάνουμε σ’ ένα πραγματικό παράδοξο. Όπως επισημαίνει στο σχετικό του κείμενο το Κενό Δίκτυο, το αίτημα απόδοσης δικαιοσύνης «επενδύεται από τη μεγάλη μάζα των διαδηλωτών στο κράτος δικαίου [και] στην απαίτηση το κράτος δικαίου να ανταποκριθεί στην έννοιά του». Αλλά αυτή η προσδοκία είναι δομικά αντιφατική, εν γένει κυκλική: «Η υπαρκτή αποτυχία του κράτους δικαίου να ανταποκριθεί στην έννοιά του προσδοκάται να ξεπεραστεί μέσα από μια τέτοια ανταπόκριση».[7]

 

Παραφράζοντας τον Ian Allan Paul, θα λέγαμε πως «στην τρομακτική σκιά [του εγκλήματος των Τεμπών], η Αριστερά ψάχνει την ασφάλεια στους ίδιους θεσμούς που έκαναν εφικτή την ύπαρξή του».[8]

 

Στον βαθμό που αντιδρά στη θρασύτητα των πολιτικών και στο ανελέητο gaslighting των κρατικών θεσμών –και στον βαθμό που δεν προσμένει μια πιο «ειλικρινή» και «σωστή» διακυβέρνηση–, το αίτημα για δικαιοσύνη παράγει αντιστάσεις. Ωστόσο, η ανάδυση της αλήθειας και η άρνηση της επικράτειας του double speak είναι μόνο το πρώτο βήμα στην απόδοση της δικαιοσύνης. Ακολουθεί η τιμωρία των ενόχων αλλά και η ανατροπή της κατάστασης που επέτρεψε την αδικία να συμβεί. Σίγουρα δεν μπορούμε να περιμένουμε απ’ αυτούς που μας στερούν το οξυγόνο να μας βοηθήσουν ν’ ανασάνουμε ούτε και να ζητάμε «έλεος» απ’ όσους μας τσακίζουν.

 

[1] George Orwell. (2021 [1949]). 1984, (μτφρ. Ανδρέας Παππά). Πατάκης, σ. 321-322.

[2] Αόρατη Επιτροπή. (2018). Τώρα, (μτφρ. Μυρτώ Ράις, Ρούλα Δημοπούλου). OPPORTUNA, σ. 19-20.

[3] Ό.π., 20.

[4] Ian Alan Paul. (2024 [2017]). 10 προκαταρκτικές θέσεις για τον Τραμπ (μτφρ. Νίκος Χαραλαμπόπουλος). Hangover, §2. https://hangovertheory.substack.com/p/10

[5] Ό.π., §1.

[6] Κενό Δίκτυο. (2 Φεβρουαρίου, 2025). Περιμένοντας τη Δικαιοσύνη. Κενό Δίκτυο. https://voidnetwork.gr/2025/02/01/keno-diktyo-perimenontas-tin-dikaiosuni/

[7] Ό.π. Είναι αμφίβολο το κατά πόσο το σύγχρονο ελληνικό κράτος –με τη συστηματική απαξίωση των δικαιϊκών θεσμών, την αμοιβαία συνενοχή των κέντρων εξουσίας, τη βαθύτατη διαπλοκή κράτους και επιχειρηματιών– μπορεί ν’ ανταποκριθεί πραγματικά σε αυτό το αίτημα δικαιοσύνης. Η τελευταία διετία συντονισμένης απαξίωσης και ατιμωρησίας υπονοεί πως δεν μπορεί – ή, μάλλον, δεν θέλει, ούτε και αναγκάζεται.

[8] Ian Alan Paul, §4.

Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2025

Τα Τέμπη κλονίζουν το πολιτικό σύστημα

 


Τo σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών έφερε στην επιφάνεια όλες τις παθογένειες του πολιτικού συστήματος και κατέδειξε τα όριά του.

 

γράφει η Βασιλική Σιούτη

 

 

ΛΙΓΕΣ ΜΕΡΕΣ ΜΕΤΑ ΤΟ σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών, τον Μάρτιο του 2023, γράφαμε στη LiFO ότι αυτό θα αποτελούσε πολιτικό ορόσημο και πως στο εξής θα μιλούσαμε για την περίοδο προ των Τεμπών και μετά τα Τέμπη. Τότε η κυβέρνηση αμφισβητήθηκε ως προς την αξιοπιστία και την αποτελεσματικότητά της. Οι δημοσκοπήσεις που ακολούθησαν κατέγραψαν σαφή πτώση και οι περισσότεροι αναλυτές θεωρούσαν πως η αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας στις εθνικές εκλογές θα ήταν σχεδόν αδύνατη. Επισημαίναμε, όμως, την πολιτική ρευστότητα που επικρατούσε, η οποία δεν επέτρεπε βεβαιότητες, καθώς και την ιδιαιτερότητα που υπήρχε, από τη δημοσκοπική υποχώρηση της κυβέρνησης να μην κερδίζει τίποτα η αξιωματική αντιπολίτευση. 

 

Η εξήγηση γι’ αυτήν τη μη συνήθη κατάσταση ήταν ότι η ελληνική κοινωνία αντιλαμβανόταν πως «πέρα από την αντικειμενική και αδιαμφισβήτητη ευθύνη της κυβέρνησης, όλοι έχουν δώσει από μια μαχαιριά στον σιδηρόδρομο», καθώς η κακοδαιμονία του και όσα ήρθαν στο φως κατέδειξαν ότι βρισκόταν σε απόλυτη παρακμή εδώ και πολλά χρόνια. «Ένας βαθιά διεφθαρμένος οργανισμός με ευθύνη όλων των κυβερνήσεων, οι οποίες αδιαφορούσαν και διαπλέκονταν με τους εργολάβους που κέρδιζαν ακόμα και πάνω από το “πτώμα” του». Μια κατάσταση σήψης που αποτελείωσαν η πολιτική που επιβλήθηκε με τα μνημόνια και η πώληση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ στους Ιταλούς (η οποία ήταν σχεδόν χαριστική). Ακόμα και όταν υπήρξε η δυνατότητα να γίνει κάποιος εκσυγχρονισμός του σιδηροδρόμου, όπως με την περίφημη σύμβαση 717 για την τηλεδιοίκηση, όπου σπαταλήθηκαν εκατομμύρια, αθέμιτα και διακομματικά πολιτικοοικονομικά συμφέροντα δεν τον επέτρεψαν.

 

Τελικά, η κυβέρνηση, επειδή φοβήθηκε το πολιτικό κόστος που μπορεί να είχε (μπορεί και όχι) αν έκανε το σωστό, πληρώνει τώρα ένα πολύ μεγαλύτερο, με το 80% της κοινής γνώμης να πιστεύει πως δεν έκανε όσα χρειάζονταν για να ρίξει φως στα αίτια του σιδηροδρομικού δυστυχήματος των Τεμπών.

Γράφαμε, επίσης, πως για το θέμα της διαπλοκής με τους εργολάβους και για τα πραγματικά αίτια της καθυστέρησης του έργου σηματοδότησης και τηλεδιοίκησης υπήρχε πλήρης συγκάλυψη από τα κόμματα εξουσίας και πως τόσο η κυβέρνηση όσο και η αντιπολίτευση απέφευγαν να μιλήσουν για τα πραγματικά αίτια και τη ρίζα του κακού. Επομένως, καμία αισιοδοξία δεν υπήρχε ότι θα διορθωνόταν τελικά αυτό που με κάθε τρόπο όλοι προσπαθούσαν να κρύψουν. Η κυβέρνηση επιχείρησε εξαρχής να περιορίσει την ευθύνη στα ανθρώπινα λάθη που έγιναν και η αντιπολίτευση να ρίξει την ευθύνη στην κυβέρνηση, χωρίς καμία διάθεση πραγματικής αποκάλυψης των ουσιαστικών αιτιών και την ανάδειξη όσων έπρεπε να αλλάξουν.

 

 

Τα Τέμπη αφαίρεσαν τότε από την κυβέρνηση την πρωτοβουλία των κινήσεων, και ήταν προφανές πως είχαν τη δύναμη να το κάνουν. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης κέρδισε τελικά με αυτοδυναμία τις εκλογές του 2023 λίγους μήνες μετά, επειδή παραδέχτηκε κάποιες από τις αδυναμίες της κυβέρνησής του, υποσχόμενος ότι θα προχωρούσε σε γενναίες αλλαγές και θα τιμωρούνταν κάθε υπεύθυνος. Κυρίως, όμως, τα κατάφερε χάρη στην αξιωματική αντιπολίτευση και την αδυναμία της να πείσει ότι εκείνη μπορούσε να τα καταφέρει καλύτερα. Δύο χρόνια μετά, η περίοδος χάριτος έχει λήξει προ πολλού και οι υποσχέσεις έμειναν ανεκπλήρωτες, με την κυβέρνηση να τα μεταθέτει όλα στη Δικαιοσύνη, ενώ στο μεταξύ έχουν αναδειχτεί πολλές σκιές και βάσιμες αμφιβολίες για τους κυβερνητικούς χειρισμούς.

 

Όταν τότε η ίδια η κυβέρνηση χαρακτήριζε με οργή τα περί μπαζώματος ως θεωρίες συνωμοσίας και διαβεβαίωνε με απόλυτο τρόπο ότι δεν υπήρχαν εύφλεκτες ύλες, ενώ τώρα λέει ότι το μπάζωμα έγινε, αλλά ήταν για καλό σκοπό και τελικά μπορεί και να υπήρχαν παράνομες εύφλεκτες ύλες, έχει ήδη υπονομεύσει από μόνη της την αξιοπιστία της. Όταν το πεδίο του δυστυχήματος αποδεδειγμένα αλλοιώθηκε, χωρίς την έγκριση των ανακριτικών αρχών, που τώρα αναζητούν τους υπεύθυνους και η κυβέρνηση γνωρίζει αλλά δεν απαντά, ούτε τιμωρεί, απομακρύνοντας εκείνους που πήραν την πρωτοβουλία, είναι αναμενόμενο να τροφοδοτούνται σενάρια συγκάλυψης. Όταν η κυβέρνηση περιμένει από τη Δικαιοσύνη να της υποδείξει ποιος μεσολάβησε για να διοριστεί παράνομα ο μοιραίος σταθμάρχης και ποιοι ήταν αυτοί που το επέτρεψαν να συμβεί, είναι εύλογο να αμφισβητείται η αποτελεσματικότητά της. Τελικά, η κυβέρνηση, επειδή φοβήθηκε το πολιτικό κόστος που μπορεί να είχε (μπορεί και όχι) αν έκανε το σωστό, πληρώνει τώρα ένα πολύ μεγαλύτερο, με το 80% της κοινής γνώμης να πιστεύει πως δεν έκανε όσα χρειάζονταν για να ρίξει φως στα αίτια του σιδηροδρομικού δυστυχήματος των Τεμπών.

 

Παραμένει αξιοπρόσεκτο, όμως, το ότι ενώ το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ, μετά τις αυθόρμητες και ακομμάτιστες μαζικές διαδηλώσεις, προσπαθούν να αξιοποιήσουν τη λαϊκή οργή για τα Τέμπη, δεν τα καταφέρνουν. Αυτό καταγράφεται ξεκάθαρα στις δημοσκοπήσεις και συμβαίνει κυρίως επειδή δεν έχουν πείσει την ελληνική κοινή γνώμη.

 

Ο ΣΥΡΙΖΑ, που έχει κατρακυλήσει σε μονοψήφιο ποσοστό, βλέπει τα Τέμπη ως ευκαιρία και θεωρεί πως η λαϊκή οργή μπορεί να τροφοδοτήσει για άλλη μια φορά την άνοδό του, αν κάνει κάποιες κινήσεις και εμφανιστεί ως ο εκφραστής αυτής της οργής. Η ελληνική κοινωνία, όμως, θυμάται την καταστροφική διαχείριση της πυρκαγιάς στο Μάτι (για την οποία η δίκη στον δεύτερο βαθμό συνεχίζεται σε πλήρη αδιαφορία των πολιτικών), αλλά και την προσπάθεια συγκάλυψης που αποκαλύφθηκε από έναν γενναίο πραγματογνώμονα, στον οποίο αξιωματούχοι της Πυροσβεστικής ζητούσαν να θάψει τα στοιχεία με εντολή υπουργού. Ακόμα και για τη σύμβαση 717, η οποία θα μπορούσε να αποτρέψει δυστυχήματα σαν αυτό των Τεμπών, αν είχε υλοποιηθεί, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έχει τεράστιες ευθύνες, καθώς έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί στη θητεία της. Επίσης, ακόμα και τώρα περιορίζεται στο να καταγγέλλει την κυβέρνηση, χωρίς να αναδεικνύει τα συγκεκριμένα αίτια, τη διαπλοκή, τη διαφθορά και τα συμφέροντα που διατηρούσαν τον σιδηρόδρομο σε αυτήν τη σχεδόν τριτοκοσμική κατάσταση.

 

Το ΠΑΣΟΚ, που τώρα ζητά προανακριτική για τον Χρ. Τριαντόπουλο και την αλλοίωση του πεδίου του δυστυχήματος, το κάνει αφού προηγήθηκαν οι μαζικές διαδηλώσεις, ενώ όλα τα στοιχεία που επικαλείται υπήρχαν μήνες πριν, αλλά δεν τα αξιολογούσε τότε.

 

Η κρίση αξιοπιστίας, η οποία έχει αυξηθεί πολύ μετά τα Τέμπη, αφορά όλο το πολιτικό σύστημα και κυρίως τα κόμματα που κυβέρνησαν τη χώρα. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης που έχουν κυβερνήσει αδυνατούν να πείσουν για τις αγαθές προθέσεις τους και η λαϊκή δυσαρέσκεια διοχετεύεται σε κόμματα που θεωρούνται «αντισυστημικά» και βρίσκονται κυρίως στο δεξιό και ακροδεξιό φάσμα ή παραμένει χωρίς πολιτική έκφραση. Η κοινωνία αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα που της κρύβουν και οι επικοινωνιακές τακτικές δεν μπορούν πλέον να σκεπάσουν τις ευθύνες κανενός για τα Τέμπη. Ο μόνος τρόπος για να αποκτήσει το πολιτικό σύστημα τη χαμένη αξιοπιστία του είναι να αλλάξει πραγματικά, αλλά αυτό μοιάζει πολύ δύσκολο.

Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2025

Αχ Κουνελάκι, Αχ.- Βαχ Καραμανλής

 


γράφει η Λώρη Κέζα

 

Του έκοψαν το όνομα και πρόσθεσαν το «Αχ.» για να τον ξεχωρίζουν.

 

Αχ Κουνελάκι, Αχ.- Βαχ Καραμανλής, πιο συγκεκριμένα Κώστας Αχ., που παραπέμπει στα μεγάλα «Αχ» της πολιτικής παθογένειας αλλά και στο «Αχ κουνελάκι- κουνελάκι, ξύλο που θα το φας».

 

 

Ο πρώην υπουργός Μεταφορών Κώστας Αχ. Καραμανλής ζει την απομόνωση μέσα στο κόμμα. Δεν τον παίζουν τα άλλα βουλευτάκια και τον αφήνουν να κάθεται μοναχούλι του στη Βουλή. Λένε ορισμένοι ότι θα γίνει θυσία. Θα τον διώξουν για να ησυχάσουν τα πλήθη. Σαν να ήταν άμοιρος ευθυνών, σαν να πολιτεύτηκε υπεύθυνα, σαν να διοίκησε τους σιδηροδρόμους με όραμα, σαν να άκουσε με προσοχή τα στελέχη, σαν να διάβασε με προσήλωση τις αναφορές. Λένε ότι τον καταδιώκει η αντιπολίτευση για πολιτικό όφελος, ότι όσοι τον ενημέρωναν για τα προβλήματα στα τρένα, είχαν σκοπιμότητες.

 

Ξέρουμε από πέρσι ότι ο Κώστας αχ-βαχ είχε ενημερωθεί πριν από το δυστύχημα στα Τέμπη. Μπορεί να μην κατάλαβε τί του έλεγαν επειδή υπήρχαν τεχνικοί όροι, μπορεί να μην κατάλαβε επειδή η κάθε παράγραφος είχε πάνω από εκατό λέξεις, κάτι που απαιτεί υψηλή συγκέντρωση κατά την ανάγνωση και δείκτη νοημοσύνης πάνω από το μέσο όρο. Αλλά του τα είχαν πει και το ξέρουμε ότι του τα είχαν πει. Υπάρχουν μάρτυρες και τεκμήρια.

 

Ο πρώην υπουργός μεταφορών ενημερώθηκε όταν έπρεπε. Του είχαν αναφέρει προφορικά, του είχαν γράψει σε επιστολές ότι δεν γινόταν καταγραφή των συρμών σε πραγματικό χρόνο, ότι δεν φαινόταν η κίνησή τους ανά κατεύθυνση, ότι δεν λειτουργούσε το Τάδε σύστημα, ότι δεν λειτουργούσε το Δείνα σύστημα. Έχει άραγε ποινική ευθύνη; Θα αποφανθεί η Δικαιοσύνη. Ο πρωθυπουργός διαβεβαιώνει ότι όταν έρθει η ώρα θα ορθώσει ανάστημα απέναντι στη Δυναστεία των Σερρών και με μεγάλη αυστηρότητα θα του πει «μέσα στο ξένο περιβολάκι, τρύπες να μην τρυπάς».

 

Σε μια δίκαιη κοινωνία υπάρχει το τεκμήριο της αθωότητας. Ταυτόχρονα υπάρχει η ηθική ευθύνη που οδηγεί σε άμεση, οικειοθελή αποχώρηση μέχρι να διαλευκανθεί η υπόθεση. Παραιτήθηκε λοιπόν από υπουργός, κλαίγοντας στα συντρίμμια. Λίγους μήνες αργότερα έθεσε ξανά υποψηφιότητα. Ο Κώστας Αχ-Βαχ Καραμανλής εξελέγη και ζημιώνει τη Νέα Δημοκρατία (μικρό το κακό) αλλά και τη Δημοκρατία. Παραμένοντας βουλευτής έχει εξουσία. Ποιος εγγυάται ότι δεν θα την χρησιμοποιήσει για να επηρεάσει τις εξελίξεις στην ανάκριση, στην άρση της ασυλίας, στην πιθανή παραπομπή;

 

Άραγε μόνος του τα κάνει όλα αυτά; Όχι. Παραμένει στο οικογενειακό στασίδι της Βουλής με τη στήριξη του πρωθυπουργού που του έδωσε την ευκαιρία να πολιτευτεί ξανά και με την αγάπη 22.000 Σερραίων που τον επέλεξαν ξανά για βουλευτή τους.

 

Αυτό είναι λοιπόν το πλαίσιο της Κληρονομικής Δημοκρατίας. Παρά το γεγονός ότι όλοι γνωρίζουν για την ολιγωρία του πρώην υπουργού Μεταφορών, όλοι ξέρουν ότι ήξερε, μπορεί και συνεχίζει τη θητεία του, καθήμενος εκεί στα ορεινά έδρανα, σουφρώνοντας τη μυτούλα, κλείνοντας τα ματάκια, κάνοντας υπομονή να περάσει και αυτή η μπόρα.

 

 

 

 

Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2025

Ας το παραδεχθούμε, έχουμε πρόβλημα ψυχικής υγείας

 


Του Κώστα Γιαννακίδη

 

Ας υποθέσουμε ότι το παιδί που χαροπαλεύει στο Ηράκλειο θα κερδίσει τη μάχη. Και θα ζήσει. Με μη αναστρέψιμες εγκεφαλικές βλάβες, όπως εκτιμούν οι γιατροί. Και με ένα ψυχισμό που θα γίνει κιβωτός για εφιάλτες. Η μητέρα του θα είναι στη φυλακή. Και ο πατέρας του, παρά τις guest εμφανίσεις στα κανάλια, θα πρέπει να εξηγήσει για ποιο λόγο δεν κατάλαβε, εδώ και τόσο καιρό, τι συμβαίνει στο παιδί του.

 

Ας πούμε, λοιπόν, ότι το παιδί θα ζήσει γιατί αυτό έχει σημασία τώρα. Όμως, αλήθεια, πώς θα μεγαλώσει αυτό το παιδί; Και πώς θα πορευτεί στη ζωή με μόνιμη εγκεφαλική βλάβη; Αλλά ακόμα και αν η φυσιολογία του εγκεφάλου του παρέμενε υγιής, το σκοτάδι στα άδυτα του μυαλού θα είναι για πάντα βαθύ.

 

Τι στα αλήθεια θα απογίνει αυτό το παιδί; Και τι γίνονται όλα τα παιδιά που πρωταγωνιστούν στα δράματα της τηλεοπτικής μας καθημερινότητας; Ναι, η κοινωνία φρίττει, οι γιατροί λυγίζουν και οι αστυνομικοί συγκλονίζονται. Εντάξει. Μετά; Συνήθως ο εισαγγελέας θα στείλει το παιδί σε κάποια δομή αν και, όπως επιμένουν οι ειδικοί, αυτό θα πρέπει να αποφεύγεται μέχρι την ηλικία, τουλάχιστον, των τεσσάρων ετών -καλύτερα να δοθεί σε ανάδοχη οικογένεια. Στη δομή, δηλαδή στο ίδρυμα, δεν υπάρχει καμία εγγύηση για την παροχή ψυχιατρικής φροντίδας και επιμελούς παρακολούθησης. Μεταξύ μας, όλοι το ξέρουμε, η ζωή του παιδιού στο Ηράκλειο, αν τα καταφέρει, είναι προδιαγεγραμμένη.

 

Όμως, σταθείτε ένα λεπτό. Πρέπει να πάμε πίσω, πριν την τελική πράξη κάθε δράματος που μας συγκλονίζει. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το ζευγάρι στο Ηράκλειο είναι ψυχικά διαταραγμένο. Αυτό, βέβαια, δεν αποτελεί ελαφρυντικό καθώς οι ψυχοπαθητικοί έχουν πλήρη επίγνωση των πράξεων τους και των συνεπειών που επισύρουν. Επίσης στις περισσότερες ιστορίες κακοποίησης θα βρούμε μία αλυσίδα που πάει πίσω, ίσως και στην προηγούμενη γενιά. Τις περισσότερες φορές ο θύτης έχει υπάρξει θύμα. Όμως έμεινε μακριά από ψυχιατρική φροντίδα και, όπως συμβαίνει συχνά, επαναλαμβάνει το μοτίβο που καθόρισε τη ζωή του.

 

Θα ακουστεί άκαιρο και υπερβολικά φιλόδοξο, αλλά αν υπήρχαν, σε επίπεδο κοινότητας, οργανωμένοι θύλακες που παρέχουν ψυχιατρική φροντίδα, τα περιστατικά που μας συγκλονίζουν θα ήταν λιγότερα. Η ψυχική υγεία στη χώρα μας αντιμετωπίζει κοινωνικό και πολιτικό έλλειμμα. Για ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας, η προσφυγή στη ψυχιατρική φροντίδα αντιμετωπίζεται ως μειονέκτημα που σέρνει πίσω του ντροπή. Εδώ η πολιτεία οφείλει να παρέμβει και να ευαισθητοποιήσει την κοινωνία, ειδικά τα λαϊκά στρώματα, σε θέματα ψυχικής υγείας.

 

Θα μου πείτε ότι για να το κάνει αυτό, θα πρέπει να διαθέτει και τις απαραίτητες δομές για να υποστηρίξει την αύξηση της ζήτησης. Σωστό. Περάστε από μία εφημερία Ψυχιατρείου και θα καταλάβετε τι εννοώ. Ομως όταν οι άνθρωποι καταλήγουν στην εφημερίδα, τότε είναι αργά. Ισως θα έπρεπε να προσεγγίσουμε το θέμα αλλιώς, αντλώντας παραδείγματα από τη διεθνή εμπειρία. Ειδικοί ψυχικοί υγείας στα Νηπιαγωγεία, όταν αρχίζει και χτίζεται ο χαρακτήρας του ανθρώπου.

 

Τα λύματα της Ψυττάλειας μιλούν για την ψυχή μας. Και δείχνουν πώς αυξάνεται κάθε χρόνο η κατανάλωση αντικαταθλιπτικών και ηρεμιστικών. Αυτό δεν το σημειώνω για κακό, κάθε άλλο. Καλά κάνουν οι άνθρωποι και ανακουφίζουν τον πόνο της ψυχής. Όλοι γνωρίζουμε ότι το πρόβλημα ψυχικής υγείας στη χώρα είναι πολύ μεγαλύτερο από αυτό που πιστεύουμε ή καταγράφουν οι στατιστικές. Και αν δεν το ζούμε, το βλέπουμε γύρω μας. Είναι ένα θέμα με εθνική διάσταση και όμως παριστάνουμε ότι δεν υπάρχει.

 

 

Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2025

Οι δηλώσεις του Σερβετάλη για τις αμβλώσεις δεν είναι γραφικές, είναι επικίνδυνες

 


γράφει η Λασκαρίνα Λιακάκου


ΘΕΛΩ ΝΑ ΥΠΟΓΡΑΜΜΙΣΩ το εξής: στην κατάσταση που βρισκόμαστε, χρειάζεται να πάψουμε να χρησιμοποιούμε τον όρο «γραφικότητα». Η δήλωση του ηθοποιού Άρη Σερβετάλη δεν μπορεί να είναι γραφική λόγω του ιστορικού πλαισίου που τη γεννά. Βρισκόμαστε στην εποχή που οι γυναίκες έρχονται αντιμέτωπες με έναν νόμο υποχρεωτικής συνεπιμέλειας, με αφίσες σε κοινόχρηστους χώρους κατά της έκτρωσης και με το εξώφυλλο κατά της έκτρωσης στη «SPORtime» για τα «δικαιώματα του αγέννητου παιδιού». Αυτό είναι το context μας.

 

Δεν έχουμε την πολυτέλεια του «αφ’ υψηλού». Δεν έχουμε την πολυτέλεια του «έλα μωρέ, έχει ξεφύγει ο κόσμος, ο καθένας λέει ό,τι θέλει». Πλέον, το ποιος είναι παίκτης στην πολιτική σκηνή έχει αλλάξει. Πολιτική δεν κάνουν οι «επαγγελματίες πολιτικοί». Πολιτικοί παίκτες είναι δυνητικά όλοι. Πολιτικός παίκτης είναι ο Φειδίας, η Λατινοπούλου, ο Έλον Μασκ, ο Αναδιώτης και ο Αλέξης Γεωργούλης.

 

Οποιοσδήποτε δημοφιλής μπορεί να ψηφιστεί, και οποιοσδήποτε μπορεί να ψηφιστεί είναι δυνητικά εκλέξιμος σε δημοτικές, εθνικές ή ευρωπαϊκές εκλογές. Δεν υπάρχουν πια «τυπικά προσόντα» στην πολιτική. Εξού και δηλώσεις όπως αυτή πρέπει ν’ αντιμετωπίζονται με τη σοβαρότητα που φέρουν.

 

Ο ηθοποιός δήλωσε: «Οι αμβλώσεις για μένα είναι μια δολοφονία. Είναι απροστάτευτα πλάσματα που προτιμάμε να τα σκοτώσουμε. Δυστυχώς, αισθάνομαι πως τη γυναίκα δεν την τιμά να ταυτίζεται με μια δολοφονία, ειδικά ενός πλάσματος που είναι τελείως απροστάτευτο. Είναι προτιμότερο για μένα να πάρει κάποιος την ευθύνη, να το κυοφορήσει και μετά ας το πετάξει, ας το δώσει σε ένα ορφανοτροφείο, υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να κάνουν παιδιά».

 

Αυτές οι απόψεις δεν είναι δικές του, τουλάχιστον όχι αμιγώς. Είναι απόλυτα συνεπείς με το κλίμα της εποχής στην Ελλάδα συγκεκριμένα και στη «Δύση» γενικότερα. Αυτό πρέπει να προβληματίσει πολύ σοβαρά και πολύ γρήγορα κάθε γυναίκα αυτής της χώρας. Το δικαίωμα στην έκτρωση δεν «θα αμφισβητηθεί», έχει αμφισβητηθεί ήδη.

O ηθοποιός θεωρεί ότι μια κυτταρική μάζα που εξαρτάται από τον ξενιστή της για να επιβιώσει είναι άνθρωπος. Ο ηθοποιός πιστεύει, επίσης, ότι αυτή η μάζα που δεν έχει γεννηθεί ζωντανή για να θεωρηθεί φυσικό πρόσωπο κατά τον νόμο έχει δικαιώματα. Πιστεύει, επίσης, ότι η γυναίκα που την αφαιρεί είναι δολοφόνος.

 

Αυτές οι απόψεις δεν είναι δικές του, τουλάχιστον όχι αμιγώς. Είναι απόλυτα συνεπείς με το κλίμα της εποχής στην Ελλάδα συγκεκριμένα και στη «Δύση» γενικότερα. Αυτό πρέπει να προβληματίσει πολύ σοβαρά και πολύ γρήγορα κάθε γυναίκα αυτής της χώρας. Το δικαίωμα στην έκτρωση δεν «θα αμφισβητηθεί», έχει αμφισβητηθεί ήδη.

 

 

Ο Σερβετάλης δεν είναι ο πρώτος, δεν είναι ο τελευταίος, είναι ένας ακόμη. Είναι ένα ακόμη πρόσωπο με κοινό, που εκφέρει πολιτικό λόγο ο οποίος βρίσκει πολύ κόσμο σύμφωνο. Το «γέννα το παιδάκι κι αν σου πάει η καρδιά, δώσε το σε ορφανοτροφείο, μην το σκοτώσεις» δεν είναι πρωτότυπη άποψη, είναι η μέση καφενειακή.

 

Όταν ο Κυμπουρόπουλος αμφισβήτησε την έκτρωση το 2021 με την ιδιότητα του ευρωβουλευτή έγινε ο κακός χαμός. Σήμερα οι απόψεις αυτές ακούγονται συχνά. Αυτό το ύπουλο «συχνά», λίγο εδώ λίγο εκεί, ένας ηθοποιός κι ένας τραγουδιστής, λίγο στο άσχετο, λίγο στο σχετικό και η μετέπειτα προβολή τους είναι «προετοιμασία εδάφους».

 

Μην κάνετε το λάθος να νομίζετε ότι επειδή κάποιος είναι άσχετος με την πολιτική είναι ακίνδυνος. Σχετικός με την πολιτική γίνεται όποιος είναι σχετικός με την κοινωνία. Ηθοποιοί, influencers, τηλεπερσόνες, ριάλιτι σταρ και viral content creators του σήμερα είναι οι διαμορφωτές πολιτικών του αύριο. Ακριβώς επειδή δεν είναι η δουλειά τους να γνωρίζουν γιατί έχουμε δικαιώματα, πώς αυτά προέκυψαν, τι ιστορία υπάρχει γύρω από θεσμικές κατακτήσεις, αυτήν τη στιγμή και για τα επόμενα χρόνια θα βρισκόμαστε στην ιδιαίτερα δύσκολη θέση να χρειάζεται να βλέπουμε κάθε δημοφιλές πρόσωπο ως πιθανό όνομα σε ψηφοδέλτιο και να κρατάμε σημειώσεις για όσα λένε.

 

Δεν είναι μόνο ο Σερβετάλης που βλέπει τις γυναίκες ως σάρκινα δοχεία που οφείλουν να θρέψουν το αποτέλεσμα μιας εκσπερμάτισης. Το θέμα είναι αν έχουμε συνειδητοποιήσει όλες μας πόσο γρήγορα κάτι που θεωρήθηκε για λίγο δεδομένο έχει περάσει στον δημόσιο διάλογο ως έγκλημα. Ταυτόχρονα θα ήθελα να σκεφτούμε όλες μαζί γιατί, όσοι υποστηρίζουν ότι η έκτρωση είναι δολοφονία, δεν συνηγορούν υπέρ ενός «αρχείου σπέρματος» μέσα από το οποίο κάθε άντρας που αφήνει έγκυο μια γυναίκα θα αναγνωρίζεται ως υπαίτιος διαφόρων βαθμών συμμετοχής σε αυτό το έγκλημα. Ή γιατί, αφού κόπτονται τόσο, δεν απαιτούν η επαφή χωρίς προφυλακτικό να κατοχυρωθεί ως έγκλημα κατά της ζωής, της πιθανής ζωής. Αν θέλουν να κατοχυρώσουν το αγέννητο, τι τους εμποδίζει να κατοχυρώσουν και το «μήπω συνειλημμένο» (είναι «αυτό που δεν έχει ακόμη συλληφθεί» στο κληρονομικό μας δίκαιο).

 

Ξέρετε γιατί: γιατί κανέναν δεν αφορούν ανύπαρκτα παιδιά και κατά φαντασίαν άνθρωποι. Αυτό που αφορά κάθε άντρα που παπαγαλίζει την αφήγηση αυτή για το «δικαίωμα του μη γεννημένου στη ζωή» είναι ο έλεγχος της γυναικείας αναπαραγωγής και η εκδίκηση για το ότι οι γυναίκες κάνουν σεξ. Επειδή δεν χωνεύει τις γυναίκες· όχι επειδή αγαπάει τα παιδιά.

Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2025

Εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας: Κλίνατε επί δεξιά και ευτυχισμένο το… 1952

 


Ο πρωθυπουργός επέλεξε μέσω του Προέδρου της Δημοκρατίας να στείλει μήνυμα δεξιάς στροφής

 

γράφει ο Λευτέρης Θ.Χαραλαμπόπουλος

 

«…έχει ακουστεί εδώ ότι ο Μπελογιάννης αγωνίστηκε για τη Δημοκρατία. Διαφωνώ. Ο θάνατος του Μπελογιάννη ήταν σκληρότατος. Η θανατική ποινή είναι μια σκληρότατη πράξη. Αλλά δεν μπορεί εν ονόματι μιας σκληρότατης πράξης που μπορεί κανείς να την κρίνει, αν ήταν άδικη ή δίκαιη, να θεωρούμε ότι η επιδίωξη επιβολής κομμουνιστικής δικτατορίας συνιστά πράξη υπέρ της Δημοκρατίας». Με αυτόν τον τρόπο είχε σχολιάσει ο σημερινός Πρόεδρος της Βουλής και αυριανός Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Τασούλας την επιλογή του Αλέξη Τσίπρα να εγκαινιάσει έκθεση προς τιμήν του αγωνιστή της ελευθερίας, της εθνικής ανεξαρτησίας και της δημοκρατίας Νίκου Μπελογιάννη.

 

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν επέλεξε τον Κωνσταντίνο Τασούλα ως τον επόμενο Πρόεδρο της Δημοκρατίας επειδή ο ηπειρώτης πολιτικός είναι «θεσμικός». Αλλά γιατί είναι ένας βέρος δεξιός.

 

Και τον επέλεξε γιατί αυτό που στάθμισε πάνω από όλα ήταν να κάνει μια πολιτική επιλογή που να αντιστοιχεί στην εκτίμηση που έχει ότι η ελληνική κοινωνία στρέφεται προς τα δεξιά και πως η απειλή για την κυρίαρχη Νέα Δημοκρατία δεν έρχεται από τα αριστερά της, αλλά από τα δεξιά.

 

Γι’ αυτόν τον λόγο αδιαφόρησε για τον άγραφο κανόνα για την ανάγκη επιλογής υποψηφίων προέδρων που να μπορούν να κερδίσουν τη συναίνεση και της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης και προτίμησε μια αμιγώς παραταξιακή υποψηφιότητα. Δηλαδή, στο βαθμό που πλέον η εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας έχει αποσυνδεθεί από ενδεχόμενη διάλυση της Βουλής, ο πρωθυπουργός δεν ασχολήθηκε με την ανάγκη να ισχυροποιηθεί ο όποιος θεσμικός ρόλος του ΠτΔ με μια ευρύτερη κοινοβουλευτική πλειοψηφία.

 

Με αυτό τον τρόπο, ο πρωθυπουργός αποτυπώνει μια βαθύτερη αδιαφορία για τη Βουλή ως πεδίο όπου διαμορφώνονται συναινέσεις, εκτιμώντας ότι με τη Νέα Δημοκρατία να είναι το μόνο πραγματικά μεγάλο κοινοβουλευτικά κόμμα, δεν έχει κανένα νόημα να διαπραγματευτεί με μια αντιπολίτευση που είναι πολυδιασπασμένη και επί της ουσίας άβουλη, επιλέγοντας μάλιστα την πόλωση θεωρώντας, προφανώς, σε μια νέα ένδειξη αλαζονείας, ότι θα είναι ανώδυνη και θα βγει αλώβητος. Και από αυτό εκ των πραγμάτων προκύπτει και η αδιαφορία για την ανάγκη οι έστω και πολύ περιορισμένες αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας να υποστηρίζονται με το κύρος μιας συναινετικής εκλογής.

 

Αντιθέτως, το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να ισχυροποιήσει τη θέση της Νέας Δημοκρατίας ως του μόνου πόλου κυβερνησιμότητας στη χώρα, με το συμβολισμό που θα έχει η εκλογή Τασούλα, συμβολισμό όχι μόνο προς τα έξω, αλλά κυρίως προς το εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας. Γιατί παρότι επέλεξε να πάει με σκληρά «παραταξιακή» υποψηφιότητα, εντούτοις «προσπέρασε» τους πρώην πρωθυπουργούς από τον ίδιο του τον πολιτικό χώρο, η τυχόν αντίδραση των οποίων αναμένεται σίγουρα με ενδιαφέρον.

 

Όλα αυτά απλώς υπογραμμίζουν για άλλη μια φορά την ιδιαίτερα προβληματική συνθήκη που διαμορφώνει το γεγονός ότι έχουμε ένα σκηνικό πολιτικής ανισορροπίας, με τη Νέα Δημοκρατία να έχει σχεδόν απόλυτη κυριαρχία απλώς και μόνον επειδή παραμένει η πιο συμπαγής μειοψηφία απέναντι σε μια δημοκρατική αντιπολίτευση κατακερματισμένη που αδυνατεί να διαμορφώσει μια εναλλακτική προοπτική διακυβέρνησης και να διατυπώσει μια πειστική πολιτική στρατηγική.

 

 

Πέμπτη 16 Ιανουαρίου 2025

Συσπείρωση αντί συναίνεσης

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέλεξε τη συσπείρωση της παράταξής του και την ενίσχυση της πολιτικής του κυριαρχίας αντί της συναίνεσης με την αντιπολίτευση.



γράφει η Βασιλική Σιούτη

 

ΜE THN ΠΡΟΤΑΣΗ ενός συντηρητικού νεοδημοκράτη, όπως είναι ο Κωνσταντίνος Τασούλας, για την προεδρία της Δημοκρατίας ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιλέγει να ικανοποιήσει την παράταξή του με μια υποψηφιότητα που ανταποκρίνεται στα πολιτικά στάνταρ που έθετε η κοινοβουλευτική του ομάδα το προηγούμενο διάστημα.

 

Η ανανέωση της θητείας της Κατερίνας Σακελλαροπούλου, η οποία απορρίφθηκε, είναι βέβαιο ότι θα ψηφιζόταν αν αποφάσιζε να την προτείνει ξανά, καθώς ελάχιστοι από την κοινοβουλευτική ομάδα της ΝΔ θα τολμούσαν να την καταψηφίσουν, αλλά πολλοί θα το έκαναν από κομματικό καθήκον, όχι χωρίς γκρίνια και απογοήτευση.

 

Το Μέγαρο Μαξίμου την υπερασπίστηκε πολλές φορές αυτά τα πέντε χρόνια απέναντι στους νεοδημοκράτες βουλευτές που διαμαρτύρονταν με διάφορες αφορμές, ακόμα και απέναντι σε υπουργούς όταν (σε ελάχιστες περιπτώσεις) υπήρξε κάποια αντιπαράθεση. Ο πρωθυπουργός δηλώνει ικανοποιημένος από τη θητεία της και τη συνεργασία τους, φαίνεται όμως πως συμφωνεί σε έναν βαθμό με την κριτική που της προσάπτει ως μειονέκτημα την έλλειψη πολιτικής εμπειρίας και πολιτικού κύρους. Σε αυτά τα πέντε χρόνια θα έλεγε κανείς πως αυτό δεν χρειάστηκε ιδιαίτερα. Οι υποστηρικτές της υποψηφιότητας πολιτικού προσώπου, όμως, υποστηρίζουν ότι η εμπειρία αυτή είναι απαραίτητη, καθώς έχουμε εισέλθει ήδη σε μια δύσκολη περίοδο με ιδιαίτερους γεωπολιτικούς κινδύνους για την περιοχή.

 

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα προσπαθήσει στο εξής, όπως φαίνεται από την επικοινωνιακή γραμμή του, να ανταποκριθεί στις προσδοκίες τόσο του πατριωτικού όσο και του εκσυγχρονιστικού εκλογικού κοινού

Αρκετοί βουλευτές, επίσης, θεωρούσαν όλο το προηγούμενο διάστημα της θητείας της ότι η Κατερίνα Σακελλαροπούλου δεν είχε το «πατριωτικό προφίλ» που απαιτεί ο θεσμός του Προέδρου της Δημοκρατίας, το οποίο, όπως υποστήριζαν, διέθεταν όλοι οι προηγούμενοι. «Ακόμα και οι Πρόεδροι που ψηφίστηκαν επί Αλέξη Τσίπρα (Προκόπης Παυλόπουλος) και Κώστα Σημίτη (Κωστής Στεφανόπουλος) είχαν έντονα αυτά τα χαρακτηριστικά του πολιτικού πατριωτικού προφίλ», αναφέρει βουλευτής της ΝΔ, ο οποίος θεωρεί την Κατερίνα Σακελλαροπούλου εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα. Ο ίδιος την είχε υπερψηφίσει το 2020 από κομματικό καθήκον, όπως λέει, αλλά βρίσκει την υποψηφιότητα Τασούλα «πολύ πιο ικανοποιητική» και μαζί του φαίνεται να συμφωνεί η πλειοψηφία στο κυβερνών κόμμα.

 

 

Ο πρωθυπουργός στο εξής θα επιχειρήσει να ακολουθήσει ξανά την επιτυχημένη (γι’ αυτόν) συνταγή της δύσκολης ισορροπίας, να κρατά ικανοποιημένη την παραταξιακή βάση και τους κεντρώους φιλελεύθερους που τον υποστήριξαν. Την ισορροπία αυτή την είχε πετύχει το πρώτο διάστημα, αλλά φάνηκε να τη χάνει μετά το 2023. Το πλήγμα που υπέστη στις ευρωεκλογές και η διεθνής πολιτική τάση της συντήρησης τον έχει κάνει να σκεφτεί ξανά την κατεύθυνση που θέλει να ακολουθήσει η κυβέρνησή του. Στις αρχές της θητείας του, ωστόσο, αρκούσαν κάποιες δηλώσεις ή συμβολικές κινήσεις για να ικανοποιεί το κοινό που ήθελε κάθε φορά. Έξι χρόνια μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, όμως, αυτές δεν αρκούν, καθώς οι πολίτες κρίνουν κυρίως από τις πράξεις και τα έργα.

 

Η επιλογή της στροφής στην τακτική του 2019 φάνηκε και από τις τελευταίες κινήσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη. Με την παρουσία του στην κηδεία του Κώστα Σημίτη και τον τρόπο που τον τίμησε πήρε πόντους στο «εκσυγχρονιστικό» κεντρώο κοινό που τον ενδιαφέρει. Με την πρόταση του Κωνσταντίνου Τασούλα για Πρόεδρο της Δημοκρατίας συσπειρώνει τη ΝΔ και ικανοποιεί όσους διαμαρτύρονταν για «αριστερή στροφή» και έκαναν παράπονα ότι η ΝΔ είχε γίνει ΠΑΣΟΚ ή Ποτάμι.

 

 

Κάποιοι πολιτικοί αναλυτές ερμηνεύουν την επιλογή του Κωνσταντίνου Τασούλα ως επίδειξη πολιτικής κυριαρχίας και ισχύος. «Το έκανε επειδή μπορεί. Η παράδοση της λεγόμενης συναινετικής πρότασης από την αντίπαλη πλευρά υπήρχε επειδή το διακύβευμα ήταν οι εκλογές. Τώρα αυτό δεν υπάρχει. Ένας μη κομματικός υποψήφιος θα του προκαλούσε περισσότερα προβλήματα», αναφέρει έμπειρος πολιτικός επιστήμονας.

 

Στελέχη της ΝΔ που υπερασπίζονται την πρόταση Μητσοτάκη επισημαίνουν ότι ο Κωνσταντίνος Τασούλας προέρχεται από το περιβάλλον του Ευάγγελου Αβέρωφ, άρα ικανοποιεί όσους ήθελαν έναν συντηρητικό συμβολισμό, αλλά είναι και ένας πολιτικός που όχι μόνο ψήφισε υπέρ του πολιτικού γάμου των ομόφυλων ζευγαριών αλλά επιχειρηματολόγησε κιόλας υπέρ του, προσπαθώντας να πείσει όσους είχαν αντιρρήσεις.

 

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα προσπαθήσει στο εξής, όπως φαίνεται από την επικοινωνιακή γραμμή του, να ανταποκριθεί στις προσδοκίες τόσο του πατριωτικού όσο και του εκσυγχρονιστικού εκλογικού κοινού. Από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις φαίνεται πως η παλιά τακτική που επανήλθε (προσωρινά ή όχι, θα φανεί στην πορεία) αποδίδει. Κριτική από την αντιπολίτευση θα υπάρχει τις επόμενες μέρες, αλλά στο Μέγαρο Μαξίμου εκτιμούν ότι αυτή δεν θα έχει ανταπόκριση στο κοινό που τους ενδιαφέρει. Άλλωστε, το θέμα της εκλογής του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας, την ώρα που με την επιλογή Μητσοτάκη το κυβερνών κόμμα συσπειρώνεται, στην αντιπολίτευση προκαλεί διαφωνίες τόσο μεταξύ κομμάτων όσο και στο εσωτερικό τους, αποτελώντας αφορμή για γενικότερη αμφισβήτηση.

 

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *