γράφει ο Γιώργος Καρελιάς
Χτες το πρωί έπεσα πάνω σε μια
συνέντευξη του Ανδρέα Λοβέρδου. Ο οποίος είναι καθηγητής του Δικαίου, αλλά
πρωτίστως είναι πολιτικός, πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ και βουλευτής σήμερα του
Κινήματος Αλλαγής. Και λέω «πρωτίστως» διότι, όταν μιλάει ένα τέτοιο πρόσωπο,
δίνουμε σημασία στην πολιτική του άποψη και όχι στην επιστημονική. Άλλωστε, ο
εν λόγω έχει καμιά εικοσαριά χρόνια να ασκήσει το (κανονικό) επάγγελμά του
(καθηγητής), αντίθετα διακρίνεται για την πολιτική του δραστηριότητα. Θα φανεί
παρακάτω γιατί κάνω αυτήν την διάκριση.
Ο κ. Λοβέρδος, λοιπόν, έδωσε
αυτήν τη συνέντευξη (στο liberal.gr), αποκλειστικά για την επικείμενη απόφαση
στη δίκη της Χρυσής Αυγής. Επαναλαμβάνω, αποκλειστικά μόνο γι’ αυτό μίλησε. Και
το έκανε-φαίνεται καθαρά από όσα λέει-για να επιπλήξει τα κόμματα επειδή
«παρεμβαίνουν»-λέει ο ίδιος- με ανακοινώσεις και συνεντεύξεις στελεχών τους,
«υποδεικνύοντας»-έτσι λέει- στους δικαστές τι πρέπει να κάνουν. Βεβαίως, ο κ.
Λοβέρδος θέλει να χτυπήσει τον ΣΥΡΙΖΑ-αναφαίρετο δικαίωμά του, ασφαλώς-αφού
είναι το μόνο κόμμα που κατονομάζει ευθέως ως «παρεμβαίνον» στη δίκη. Όμως,
άθελά του (;) η μπάλα παίρνει και όλα τα άλλα κόμματα και πρωτίστως το δικό
του, το οποίο πρωτοστατεί εδώ και μέρες στην καμπάνια με τίτλο «Μόνο μαζί
τελειώνουμε τους νεοναζί».
Παραθέτω ένα απόσπασμα της
συνέντευξης για να φανεί αν ισχύει αυτός ο ισχυρισμός. Λέει ο βουλευτής: «Εδώ
λοιπόν αξιολογούνται οι πράξεις και η εφαρμογή του Ποινικού Κώδικα. Το τι λέει
το ένα ή το άλλο κόμμα είναι παντελώς αδιάφορο. Αλλιώς θα απέδιδαν δικαιοσύνη
τα κόμματα. Δεν μπορώ να φανταστώ πόσο εφιαλτική θα ήταν η ζωή αν απένειμαν
δικαιοσύνη τα κόμματα. Όσοι υποδεικνύουν στους δικαστές την απόφασή τους δεν
έχουν καμία σχέση με την Δημοκρατία. Στη Δημοκρατία λειτουργεί η διάκριση των
εξουσιών και η Δικαιοσύνη απονέμεται από τα όργανά της και όχι από τα κόμματα ή
από οποιονδήποτε πολίτη, όσο ισχυρός και αν αυτός είναι».
Ώστε, λοιπόν, για μια υπόθεση που
έχει συγκλονίσει το πανελλήνιο, ο βουλευτής και εξέχον στέλεχος ενός κόμματος
Ανδρέας Λοβέρδος αποφαίνεται αξιωματικά: «Το τι λέει το ένα ή το άλλο κόμμα
είναι παντελώς αδιάφορο».
Μάλιστα. Εξ αυτού συνάγεται το
συμπέρασμα ότι είναι παντελώς αδιάφορα αυτά που έχει πει και το δικό του κόμμα,
ακόμα και η ίδια η πρόεδρός του. Τα υπενθυμίζω εν τάχει:
Η κυρία Φώφη Γεννηματά έγραψε ένα
πολύ ενδιαφέρον άρθρο, στο οποίο παίρνει ευθέως θέση για την ουσία της
υπόθεσης. Το κόμμα και η νεολαία του πρωτοστατούν στην καμπάνια κατά των
νεοναζί (εδώ και εδώ), άλλα στελέχη του μιλάνε στο ίδιο πνεύμα (εδώ).
Η κυρία Γεννηματά λέει καθαρά ότι
οι εγκληματικές πράξεις των νεοναζί «αφορούν τον ηγετικό πυρήνα της οργάνωσης».
Αυτό είναι και το (κρίσιμο) επίδικο ζήτημα που καλείται να κρίνει το
δικαστήριο. Αν, δηλαδή, έχουμε να κάνουμε με εγκληματική οργάνωση, που η ηγεσία
της γνώριζε και κατηύθυνε τις δολοφονικές ενέργειες ή αν είχαμε «μεμονωμένες»
πράξεις (του Ρουπακιά κ.α), όπως ισχυρίζονται ο Μιχαλολιάκος και η παρέα του,
για να πέσουν στα μαλακά.
Πολιτικοί αρχηγοί, κόμματα,
στελέχη τους, επιστήμονες-όχι μόνο του ΣΥΡΙΖΑ, για τον οποίο μιλάει ο κ. Λοβέδρος-
παίρνουν θέση επί του θέματος. Αλήθεια, έχουν τέτοιο δικαίωμα ή μήπως
«υποδεικνύουν» στους δικαστές ποια απόφαση να εκδώσουν, όπως ισχυρίζεται ο κ.
Λοβέρδος; Αλήθεια, ο ίδιος ποια άποψη έχει επ’ αυτού, γιατί αποφεύγει να μας
την πει; Επιστημονικό υπόβαθρο διαθέτει, πώς θα το πει γνωρίζει, δεν κινδυνεύει
να κατηγορηθεί ότι «παρεμβαίνει» στους δικαστές.
Αλήθεια, τι τον έπιασε τον κ.
Λοβέρδο και, την παραμονή της έκδοσης της δικαστικής απόφασης, κατηγορεί τα
κόμματα-και το δικό του- ότι «υποδεικνύουν» στους δικαστές ποια απόφαση θα
βγάλουν; Για ποιο πράγμα ανησυχεί ο κ. Λοβέρδος; Μήπως οι δικαστές
αποφανθούν-καθ’ «υπόδειξιν»- ότι η Χρυσή Αυγή ήταν εγκληματική οργάνωση και η
ηγεσία της βρεθεί στη φυλακή;
Πάσα εξήγηση (εκ μέρους του)
δεκτή. Αυτή που δεν είναι δεκτή είναι η, δήθεν, ευαισθησία ότι όσοι ζητούν την
τιμωρία των νεοναζί «υποδεικνύουν» στους δικαστές ποια απόφαση να πάρουν. Αυτό
είναι υποκρισία. Διότι, αν δεχόμασταν την «υπόδειξη» Λοβέρδου, δεν έπρεπε να
μιλάμε για νεοναζί, για συμμορία, για τραμπούκους, για δολοφόνους, για τάγματα
εφόδου και θα έπρεπε να περιμένουμε πρώτα την απόφαση του δικαστηρίου (ας
ρωτήσει γι’ αυτά τον σύντροφό του Γιώργο Καμίνη, που έχει γνωρίσει από κοντά τη
βία τους).
Είναι όντως ανεξήγητο: όταν ακόμα
και ο συντηρητικός Αντώνης Σαμαράς αποκαλεί την Χρυσή Αυγή «εγκληματική
οργάνωση», πώς γίνεται ο προοδευτικός Λοβέρδος να ανησυχεί μήπως αυτή η
εγκληματική οργάνωση «αδικηθεί» από όσους ζητούν την (ανάλογη) τιμωρία της;
Δεν είναι, λοιπόν, «υποδείξεις»,
όπως λέει πονηρά ο κ. Λοβέρδος. Είναι η απαίτηση να αποδοθεί δικαιοσύνη για
μια-εγκληματική, ναι- οργάνωση κι ας αποφεύγει ο ίδιος να την χαρακτηρίσει
έτσι. Το έχουν κάνει άλλοι, εγκυρότεροι αυτού, καθηγητές που δεν πολιτεύονται.
Εκτός αν είναι κι αυτοί…ΣΥΡΙΖΑίοι!