Δευτέρα 21 Απριλίου 2014

Τα σκάνδαλα της Χούντας (7 χρόνια αρπαχτή)

Ο Τύπος δεν ασχολούνταν με σκάνδαλα, ούτε σκανδαλιζόταν από τις σχέσεις των κρατούντων με τους μεγιστάνες του πλούτου. Είχε έρθει άλλωστε το πλήρωμα του χρόνου για να εκπληρωθεί το Τάμα του Έθνους. Στους έντονα αντικοινοβουλευτικούς καιρούς μας, ένα δόλιο φάντασμα πλανιέται στον αέρα: ο ισχυρισμός περί «τιμιότητας» των δικτατόρων που κατέλαβαν πραξικοπηματικά την εξουσία το 1967 για να την επιστρέψουν πριν από 38 χρόνια, σαν βρεγμένες γάτες, «στους πολιτικούς». Πρόκειται βέβαια για μύθο, θεμελιωμένο στη μίζερη εικόνα των επιζώντων «πρωταιτίων» – αφού πρώτα έχασαν την εξουσία, στερήθηκαν όσα είχαν παράνομα καρπωθεί και υπέστησαν τις οικονομικές συνέπειες της κοινωνικής απομόνωσής τους. Ακόμη κι αυτή η εικόνα δεν αφορά, ωστόσο, παρά ελάχιστους πρωτεργάτες της δικτατορίας. Αγνοεί την οικονομική ευμάρεια πάμπολλων μεσαίων ή «πολιτικών» στελεχών της, που η νομική κατασκευή περί «στιγμιαίου αδικήματος» άφησε παντελώς ατιμώρητα ν’ απολαμβάνουν τα αποκτήματά τους.

Την επιβίωση του μύθου διευκολύνει η χαώδης διαφορά του τότε με το σήμερα, όσον αφορά τη δυνατότητα δημόσιας συζήτησης για παρόμοια ζητήματα. Επί χούντας η ραδιοτηλεόραση ήταν κρατική (κι αυστηρά προπαγανδιστική), ενώ ο Τύπος περνούσε από δρακόντεια λογοκρισία. Οποιαδήποτε έρευνα ή ακόμη και νύξη για κρατικά σκάνδαλα ήταν απλά αδιανόητη. χαρακτηριστικό το κύριο άρθρο του Γιάννη Καψή στον «Ταχυδρόμο» (24.5.74), όταν η δικτατορία Ιωαννίδη δημοσιοποίησε το (παπαδοπουλικό) «σκάνδαλο των κρεάτων»: «Δεν είναι καινούρια η υπόθεση. Μήνες ολόκληρους οι φήμες οργίαζαν. Κι όμως κανείς δεν τολμούσε. Κανείς δεν είχε το θάρρος να μεταβάλη τον ψίθυρο σε καταγγελία. Κι όσο οι φήμες απλώνονταν, αγκαλιάζοντας όλο και περισσότερους υπεύθυνους και μη, τόσο μεγάλωνε κι ο φόβος μήπως θίξουμε τα κακώς κείμενα. Ηταν μια ‘συνωμοσία κραυγαλέας σιωπής’, χάρη και στη δρακόντεια νομοθεσία που ρυθμίζει -και συμπιέζει- την ενάσκηση του λειτουργήματός μας». Μετά τη Μεταπολίτευση, ο Τύπος ξεχείλισε βέβαια από πληροφορίες για σκάνδαλα της χουντικής επταετίας. Ομως αυτά θεωρούνταν τότε -και σωστά- απλές παρωνυχίδες μπροστά στα υπόλοιπα εγκλήματα της δικτατορίας.


Απολαβές και «ασυλία»

Το πρώτο πράγμα που φρόντισαν να κάνουν οι ηγέτες της χούντας, ήταν να αυγατίσουν τα εισοδήματά τους –σε σχέση όχι μόνο με τους ώς τότε δημοσιοϋπαλληλικούς μισθούς τους, αλλά και με τις απολαβές της ανατραπείσας κοινοβουλευτικής «φαυλοκρατίας». Με τον Α.Ν. 5 του 1967, ο μισθός του πρωθυπουργού υπερδιπλασιάστηκε (από 23.600 σε 45.000 δρχ), των υπουργών και υφυπουργών αυξήθηκε από 22.400 σε 35.000 δρχ, ενώ θεσπίστηκαν -για πρώτη φορά- ημερήσια «εκτός έδρας» 1.000 και 850 δρχ αντίστοιχα («Πολιτικά Θέματα» 5.10.73). Ακολούθησαν κι άλλες «τακτοποιήσεις», όπως η καταχρηστική στεγαστική αποκατάσταση «αξιωματικών διαδραματισάντων εξέχοντα ρόλον» στο πραξικόπημα με ειδική ρύθμιση του 1970 («Πολιτικά Θέματα» 8.2.75). Οι δικτάτορες θεσμοθέτησαν τέλος τη μελλοντική ασυλία τους, με ρυθμίσεις που κάνουν τα σημερινά κουκουλώματα να μοιάζουν με παιδικό παιχνίδι. Η χουντική νομοθεσία «περί ευθύνης υπουργών» (Ν.Δ. 802 της 30.12.1970) περιείχε «μεταβατική διάταξη» (§ 48) βάσει της οποίας δίωξη υπουργού ή υφυπουργού της χούντας μπορούσε να γίνει μόνο με απόφαση των …συναδέλφων τους. Επιπλέον, όλα τα «εγκλήματα δια τα οποία δεν ησκήθη ποινική δίωξις μέχρι της ημέρας συγκλήσεως» της μελλοντικής Βουλής, θεωρούνταν αυτομάτως παραγεγραμμένα! Προϋπόθεση για την ατιμωρησία συνιστούσε, φυσικά, η επιτυχία της ελεγχόμενης επιστροφής στον κοινοβουλευτισμό «αλά τουρκικά». Η εξέγερση του Πολυτεχνείου τίναξε όμως το εγχείρημα στον αέρα, με αποτέλεσμα τον κάθετο θεσμικό διαχωρισμό της Μεταπολίτευσης απ’ το προηγούμενο καθεστώς.


Τα μαύρα κρέατα

Το μόνο σκάνδαλο που εκκαθαρίστηκε δικαστικά επί χούντας, αποκαλύφθηκε για λόγους προπαγανδιστικής «νομιμοποίησης» της ανατροπής του Παπαδόπουλου απ’ τον Ιωαννίδη. Πρόκειται για την (κυριολεκτικά δύσοσμη) «υπόθεση των κρεάτων», με βασικούς κατηγορούμενους τον πρώην υφυπουργό Εμπορίου Μιχαήλ Μπαλόπουλο και το Γεν. Διευθυντή του Υπουργείου (και διορισμένο πρόεδρο της ΑΔΕΔΥ) Ζαφείριο Παπαμιχαλόπουλο. Το κατηγορητήριο αφορούσε ποικίλες παρανομίες, με κυριότερη τη «δωροληψία κατά συρροήν» από μεγαλεμπόρους για τη μονοπωλιακή εξασφάλιση αδειών εισαγωγής κρέατος –με αποτέλεσμα παράνομες ανατιμήσεις («καπέλα») σε βάρος των καταναλωτών. Επιμέρους πτυχή του σκανδάλου συνιστούσε η απαγόρευση διάθεσης ντόπιων ζώων, ώστε να πουληθούν τα προβληματικά κρέατα Αργεντινής που «μαύριζαν» και «δεν τάθελε ο κόσμος». Στη δίκη πρόκυψε ανάμιξη του Παττακού – αναγνώστηκε, μάλιστα, και διαταγή του (21.9.72) «όπως διατεθούν το ταχύτερον εις την κατανάλωσιν» τα επίμαχα προϊόντα. Ο Μπαλόπουλος καταδικάστηκε σε 3,5 χρόνια φυλάκιση, ποινή που το 1976 μειώθηκε σε 14 μήνες. Δεν διώχθηκε, αντίθετα, για την επίδοση που τον έκανε ευρύτερα διάσημο: το «μπαλόσημο» που (φέρεται να) εισέπραττε ως γραμματέας του ΕΟΤ, με το παρατσούκλι «ο κύριος 10%». Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι σχετικές ημερολογιακές εγγραφές του διπλωμάτη Γεωργίου Χέλμη, γαμπρού του Μαρκεζίνη. «Φαίνεται πως συνελήφθη ο Μπαλόπουλος, πρώην του Τουρισμού, για οικονομικά σκάνδαλα και καταδιώκεται ο Παύλου, γαμπρός του Παττακού, επίσης για οικονομικά σκάνδαλα (υπόθεσις κρεάτων)», σημειώνει στις 21.1.74, για να συμπληρώσει στις 5.2: «Για τα σκάνδαλα, πιστεύει ο Μομφεράτος ότι τίποτε δεν πρόκειται να προωθήσουν, διότι φοβούνται να έλθουν εις αντιθέσεις και, άλλωστε, δεν έχουν μάρτυρες να καταθέσουν». Με τη δημοσιοποίηση της δίωξης, εκτιμά τέλος «ότι κατά την δίκη θα προκύψουν και στοιχεία για άλλες υποθέσεις (ίσως σκάνδαλα στον τουρισμό κά)» («Ταραγμένη διετία», Αθήνα 2006, σ.123, 129 & 161).

Η «νέα φαυλοκρατία»


Η δυσοσμία δεν περιοριζόταν ωστόσο στα κρέατα. Επτά μήνες μετά το πραξικόπημα, ο εκδότης του «Ελεύθερου Κόσμου» (και κεντρικός προπαγανδιστής της χούντας) Σάββας Κωσταντόπουλος εξομολογείται γραπτά στον παλιό του πάτρωνα Κωνσταντίνο Καραμανλή: «Λυπούμαι, διότι είμαι υποχρεωμένος να μνημονεύσω και ένα άλλο εκτάκτως λυπηρόν φαινόμενον. Ενεφανίσθη και αναπτύσσεται μία νέο-φαυλοκρατία (ατομικά ρουσφέτια, προσωπικαί εξυπηρετήσεις, τακτοποιήσεις συγγενών, ατομική προβολή κοκ)» («Αρχείο Καραμανλή», τ.7ος, σ.50). Παρά τη στενή σχέση του με το καθεστώς, ο Κωσταντόπουλος διατήρησε την ίδια γνώμη μέχρι τέλους. Αναλύοντας το Δεκέμβριο του 1973 στον Καραμανλή την ανατροπή του Παπαδόπουλου, τονίζει πως «είχε υποστεί το καθεστώς και αυτός προσωπικώς ηθικήν φθοράν εις την συνείδησιν των Ενόπλων Δυνάμεων. Μεγάλην ζημίαν του έκαμε η σύζυγός του και ο ταξίαρχος Μ. Ρουφογάλης, τον οποίον είχε τοποθετήσει εις την ΚΥΠ. Εκαμαν προκλητικάς ενεργείας (εντυπωσιακοί γάμοι, θορυβώδεις δεξιώσεις, δημόσιαι εμφανίσεις με μεγαλοπλουσίους, επίδειξις πλούτου κλπ). Μοιραίον ρόλον έπαιξαν και οι γαμβροί ωρισμένων παραγόντων του καθεστώτος (του κ. Σ. Παττακού και άλλων). Εδημιουργήθη μία αποπνικτική ατμόσφαιρα σκανδάλων δια την οποίαν δεν δυνάμεθα ακόμη να γνωρίζωμεν μέχρι ποίου σημείου ανταπεκρίνετο εις την πραγματικότητα. Πάντως, αντιστοιχία υπήρχε οπωσδήποτε» (όπ.π., σ.203-5). Παρόμοια αίσθηση αναδύουν κι οι επιστολές του «γεφυροποιού» Ευάγγελου Αβέρωφ προς τον Καραμανλή: «κυκλοφορούσαι φήμαι περί μεγάλων ή μικρών σκανδάλων (δημοπρασίαι τηλεοράσεως, ΟΛΠ, σύμβασις Reynold’s, βέβαιοι μικρολοβιτούραι Ματθαίου και άλλα)» (14.10.68), «ανησυχία» του Παπαδόπουλου για «τα γύρω του σκάνδαλα, το ξεχαρβάλωμα της Διοικήσεως» (28.10.72). Ιδια γεύση και στη συνομιλία του νεαρού -τότε- πολιτικού επιστήμονα Θεόδωρου Κουλουμπή με τον παλαίμαχο μεταξικό υπουργό Ασφαλείας, Κωνσταντίνο Μανιαδάκη (27.8.71): «Και για το στρατό; τον ρώτησα. Η απάντησή του ήταν να τρίψει τα δάχτυλα του δεξιού του χεριού, υπονοώντας ότι δωροδοκούνται» («Σημειώσεις ενός πανεπιστημιακού», σ.116-7). Ειδική πτυχή της «νεοφαυλοκρατίας» αποτέλεσε η ποικιλότροπη «τακτοποίηση» του συγγενικού περιβάλλοντος των δικτατόρων: * Ο Μακαρέζος διόρισε υπουργό Γεωργίας (κι αργότερα Βορείου Ελλάδος) τον κουνιάδο του, Αλέξανδρο Ματθαίου. * Ο Λαδάς έκανε τον ένα ξάδερφό του διοικητή της ΑΣΔΕΝ και τον άλλο Γ.Γ. Κοινωνικών Υπηρεσιών. * Ο γαμπρός του Παττακού Αντρέας Μεϊντάσης επιδόθηκε σε μπίζνες με το Δήμο Αθηναίων –από την κατασκευή του υπόγειου γκαράζ της Κλαυθμώνος μέχρι μια τεχνική μελέτη αξιοποίησης δημοτικού ακινήτου, ύψους 1.109.000 δρχ. * Τα αδέρφια του αρχηγού βολεύτηκαν κι αυτά. Ο Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος ως στρατιωτικός ακόλουθος, Γ.Γ. του Υπ. Προεδρίας, Περιφερειακός Διοικητής Αττικής και «υπουργός παρά τω πρωθυπουργώ». Ο Χαράλαμπος Παπαδόπουλος αναρριχήθηκε αστραπιαία στην υπαλληλική ιεραρχία για να αναλάβει Γ.Γ. Δημ. Τάξεως. Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα βαθμοφόρου υφισταμένου του, «μένει γνωστός σαν ‘μπον φιλέ’ γιατί, τυλιγμένος σε χειμωνιάτικο παλτό, τρέχει νύκτα μαζί με αξιωματικούς αστυνομίας πόλεων στα καμπαρέ σαν γκάγκστερς και τρώγουν φιλέτο» (Αλέξανδρος Δρεμπέλας, «Ο θρήνος του χωροφύλακα», Αθήνα 1998, σ.118). Ειδική κατηγορία σκανδάλων συνιστούν οι ανεξέλεγκτες δανειοδοτήσεις «ημετέρων». Τον πρώτο καιρό μετά τη μεταπολίτευση το θέμα απασχόλησε επανειλημμένα τα ΜΜΕ, για προφανείς όμως λόγους οι σχετικές κατηγορίες ουδέποτε ερευνήθηκαν σε βάθος. Αποκαλυπτικά είναι δυο έγγραφα του τότε αρχηγού της ΚΥΠ Μιχαήλ Ρουφογάλη που αποκάλυψε ο «Ταχυδρόμος» (29.8 και 12.9.74), με το ενδοκαθεστωτικό φακέλωμα «δανείων άτινα θεωρούνται χαριστικά ή επισφαλή», καθώς και των παραγόντων που «παρενέβησαν» για τη χορήγησή τους. Το συνολικό ύψος των «χορηγηθέντων» δανείων ήταν 1.519.000.000 δρχ. και των «υπό έγκρισιν» 1.644.000.000 δρχ. Ενδιαφέρουσα και η εμπιστευτική ενημέρωση του Χαρίλαου Χατζηγιάννη, προσωπικού φίλου του δικτάτορα, προς τον αυλάρχη του εξόριστου βασιλιά Κωνσταντίνου (25.11.70): «Αυξάνεται η επιρροή της Δέσποινας [Παπαδοπούλου], του Ρουφογάλη και του Φραγκίστα. Η Δέσποινα ανακατεύεται σε όλα και, αναμφισβήτητα, επηρεάζει τον άντρα της. Ακόμη και η κόρη της παίζει ρόλο. Μιλούν και για οικονομικά συμφέροντα. Ο Λαδάς φώναξε τον Χατζηγιάννη και του συνέστησε, φιλικά, να διαφωτίσει τον Παπαδόπουλο» (Λεωνίδας Παπάγος, «Σημειώσεις 1967-1977», Αθήνα 1999, σ.296).

Η Ντόλτσε Βίτα


Την εικόνα συμπληρώνουν, από διαφορετική οπτική γωνία, οι αναμνήσεις της Ντέλλας Ρουφογάλη, φωτομοντέλου που το 1973 παντρεύτηκε το διοικητή της ΚΥΠ: «Αρχίζω να ράβω την καινούρια μου γκαρνταρόμπα στους μετρ της ραπτικής για τους οποίους μέχρι τώρα έκανα επιδείξεις. Η ζωή μου έχει αλλάξει τελείως, το ίδιο και η συμπεριφορά όλων απέναντί μου. Μου φέρονται με έκδηλο σεβασμό και τα κοπλιμέντα τους είναι υπερβολικά. Αλλά μου αρέσει. Εγώ εξακολουθώ να φέρομαι φιλικά προς τους παλιούς γνωστούς και τους κανούριους, πλούσιους φιλοχουντικούς επιχειρηματίες που πληθαίνουν μέρα με τη μέρα μαζί με τα ραβασάκια για ρουσφέτια. Αισθάνομαι πως έχω υποχρέωση να εξυπηρετήσω τους πάντες. Ο Μιχάλης συνήθως δεν αρνείται. Γεύομαι τη δύναμη της εξουσίας, και με μαγεύει» (σ.85-6). Στην ιδιαίτερη πατρίδα της, τη Βέροια, «έρχονται πολλοί να με δουν. Γνωστοί και άγνωστοι. Ο πατέρας μου μου δίνει πακέτο τα σημειωματάκια με τα ρουσφέτια που ζητούσαν οι γνωστοί του όλο αυτό τον καιρό και εγώ του υπόσχομαι ότι κάτι θα προσπαθήσω να κάνω». Μεταξύ των αιτημάτων που ικανοποίησε, γράφει, ήταν και η απονομή χάριτος (απ’ τον Παπαδόπουλο) σ’ ένα συντοπίτη της εξαγωγέα, πρώην «μεγάλο ποδοσφαιριστή της τοπικής ομάδας», που είχε καταδικαστεί «με αποδείξεις» για κατασκοπεία υπέρ της Βουλγαρίας (σ.89). Τους αρραβώνες του ζεύγους τίμησαν «επιλεγμένοι εξωκυβερνητικοί παράγοντες»,όπως οι επιχειρηματίες Λάτσης και Κιοσέογλου. «Την επόμενη βδομάδα καινούρια δώρα, καινούριες ανθοδέσμες, φρέσκα ψάρια απ’ όλα τα νησιά της Ελλάδας, κούτες με το καλύτερο χαβιάρι της Περσίας και παγωμένα καβούρια της Αλάσκας καταφθάνουν στο σπίτι. Δεν ξέρω τι να τα κάνω» (σ.88). Στο γάμο τους, πάλι, παραβρέθηκαν «ο Παύλος Βαρδινογιάννης, ο εφοπλιστής Θεοδωρακόπουλος με το γιο του τον Τάκη, ο Κώστας Δρακόπουλος των διυλιστηρίων, ο Νίκος Ταβουλάρης των ναυπηγείων, το ζεύγος Μποδοσάκη, ο Αγγελος Κανελλόπουλος των τσιμέντων ‘Τιτάν’ με τη γυναίκα του, ο Τομ Πάππας, ο Γ. Λύρας, ο Γιώργος Ταβλάριος, εφοπλιστής από τη Νέα Υόρκη με τη γυναίκα του και ο Γιάννης Λάτσης με τη μεγάλη του κόρη, αφού η γυναίκα του την ίδια μέρα πάντρευε την ανηψιά της σε άλλη εκκλησία» (σ.95). Εύγλωττη για τις στενές σχέσεις χουντικής ηγεσίας και μεγαλοκαπιταλιστών είναι η περιγραφή ενός ιδιωτικού ταξιδιού της Ντέλλας με τη Δέσποινα Παπαδοπούλου στο Παρίσι: «Μένουμε σε μεγάλες σουΐτες στο Intercontinental. Ερχονται να μας επισκεφθούν με το τραίνο από τη Γενεύη ο Γιάννης Λάτσης και η σύζυγός του Εριέτα. Είναι πολύ φίλοι της Δέσποινας. [...] Πηγαίνουμε σε όλα τα καλά μαγαζιά της Φομπούρ Σεντ Ονορέ. Η Δέσποινα έχει αφεθεί στο γούστο μου. [...] Λόγω της παρατεταμένης κακοκαιρίας, πηγαίνουμε οδικώς στις Βρυξέλλες με λιμουζίνα που μας έστειλε ο Ωνάσης» (σ.87). Οι επαφές αυτές δεν ήταν αυστηρά κοινωνικές. Λίγο μετά το Πολυτεχνείο, π.χ., το ζεύγος Ρουφογάλη τρώει στο σπίτι του με το Λάτση. Αρχηγός της ΚΥΠ κι εφοπλιστής «συζητούν για τα διϋλιστήρια και τα προβλήματα που έχει». Μετά το τέλος της κουβέντας, ο δεύτερος προθυμοποιείται να συνοδεύσει τη γυναίκα του πρώτου στο Λονδίνο, για κάποιες ιατρικές εξετάσεις (σ.100). Μια στιχομυθία του Ρουφογάλη φωτίζει, τέλος, καλύτερα την τυχοδιωκτική διαχείριση του δημόσιου πλούτου από τα ηγετικά στελέχη της χούντας: «Ενα βράδυ ο Χρήστος Μίχαλος, τότε υπουργός, μισοαστειευόμενος, του λέει ότι τώρα που παντρεύτηκε θα πρέπει να κάνουν καμιά δουλειά να εξασφαλίσουν το μέλλον τους, γιατί ποτέ δεν ξέρεις τι γίνεται. Ο Μιχάλης, ατάραχος, του λέει να μην ανησυχεί. ‘Οσο είμαστε στα πράγματα δεν μας χρειάζονται λεφτά και, αν πέσουμε, τα λεφτά δεν θα μας σώσουν’. Ξεσπάει σε γέλια. Εγώ παγώνω, μαζί μου κι ο Μίχαλος» (σ.98).

Οι συμβάσεις

Το φιλέτο των σκανδάλων της «επταετίας» υπήρξαν ωστόσο οι μεγάλες «αναπτυξιακές» συμβάσεις της περιόδου. * Η πρώτη υπογράφηκε με την αμερικανική πολυεθνική Litton (15.5.67), για «παροχήν υπηρεσιών οργανώσεως και διεκπεραιώσεως της οικονομικής αναπτύξεως ορισμένων περιοχών εις Κρήτην και Δυτικήν Πελοπόννησον» (ΦΕΚ 1972/Α/88). Είχε προταθεί το 1966 απ’ την κυβέρνηση των αποστατών (κυρίως τον Μητσοτάκη), αλλά η Βουλή δεν τόλμησε να την ψηφίσει. Η Litton θα εισέπραττε όλα τα έξοδα που έκανε «βοηθώντας» το δημόσιο (συν κέρδος 11%) και προμήθεια 2% επί των κεφαλαίων (ή των δανείων) που θα έφερνε, θεωρητικού ύψους 800.000.000 δολαρίων. Ως «προκαταβολή», το δημόσιο της κατέβαλε 1.200.000 δολάρια. Στην πράξη, η εταιρεία αρκέστηκε να ξεκοκκαλίζει τα ποσοστά επί των …εξόδων της: «Το κέρδος μας είναι φυσικά δυσανάλογα μεγάλο», παραδεχόταν (στις ΗΠΑ) ο υπεύθυνος του προγράμματος, «επειδή δεν έχουμε κάνει βασική επένδυση. Η επένδυση είναι το καλό μας όνομα». Τελικά η σύμβαση λύθηκε στις 15.10.69, με καταβολή από το κράτος των δαπανών της εταιρείας -συν 11%- ακόμη και κατά την …«περίοδο τερματισμού» (ΦΕΚ 1969/Α/268). Επίσημη δικαιολογία: «αι ελληνικαί υπηρεσίαι είναι εις θέσιν να συνεχίσουν άνευ ειδικής εξωτερικής βοηθείας τας προσπαθείας δια την ανάπτυξιν» (Βήμα, 16.10.69). * Απίστευτα επαχθής ήταν και η σύμβαση για την κατασκευή της Εγνατίας, που ο Μακαρέζος υπέγραψε με τον αμερικανό εργολάβο Ρόμπερτ Μακντόναλντ (ΦΕΚ 1969/Α/15). Το δημόσιο έβαζε 45 απ’ τα 150 εκατομμύρια δολάρια του έργου, «διευκόλυνε» τον «επενδυτή» με ομόλογα 80.000.000 κι εγγυόταν για τα δάνειά του. Το έργο θα γινόταν από έλληνες υπεργολάβους, ενώ ο «ανάδοχος» θα φρόντιζε απλώς για μελέτες και δάνεια, εισπράττοντας αμοιβή 14% επί των εξόδων (συμπεριλαμβανόμενης της δημόσιας χρηματοδότησης!) – τα 4.500.000 δολάρια «εν είδει προκαταβολής». «Εάν κατά την διάρκειαν της μελέτης ήθελεν διαπιστωθή» από τον ίδιο πως 150 εκατομμύρια δεν αρκούν, μπορούσε είτε να ψάξει γι’ άλλα είτε απλά να «θεωρηθή εκτελέσας την σύμβασιν άμα τη συμπληρώσει της κατασκευής τμήματος της οδού, ούτινος η αξία ανέρχεται εις δολλ. ΗΠΑ 150.000.000» (άρθρο 1§4). Τελικά, δε βρήκε ούτε τα προβλεπόμενα κι έφυγε, αφού το δημόσιο επιβαρύνθημε με 1 ½ δις δρχ. * Ο ελληνοαμερικανός Τομ Πάππας ήταν ήδη παρών με το διϋλιστήριο της ESSO στη Θεσσαλονίκη, επένδυση του 1962 που είχε καταγγελθεί ως σκανδαλωδώς προνομιακή. Το Μάιο του 1972, η χούντα τον απάλλαξε από τις αντισταθμιστικές υποχρεώσεις που είχε αναλάβει, για ανέγερση έξι αγροτοβιομηχανικών μονάδων σε διάφορα σημεία της χώρας (ΦΕΚ 1972/Α/72). Του έδωσε και άδεια για τα εργοστάσια της Coca Cola, που οι κοινοβουλευτικές κυβερνήσεις δεν ενέκριναν, ως ανταγωνιστικά προς τη ντόπια παραγωγή αναψυκτικών (ΦΕΚ 1968/Α/201). Θερμός υποστηρικτής της χούντας, ο Πάππας πρωταγωνίστησε ως γνωστόν στο «ελληνικό Γουτεργκέιτ», ανακυκλώνοντας κονδύλια της CIA για το χρηματισμό του Νίξον απ’ τους δικτάτορες. Ενας προσωπάρχης του με σκανδαλώδες παρελθόν, ο Παύλος Τοτόμης, διορίστηκε το 1967 υπουργός Δημόσιας Τάξης και κατόπιν πρόεδρος της ΕΤΒΑ. * Μητέρα όλων των μαχών υπήρξε ωστόσο το ντέρμπι των μεγιστάνων (Ωνάσης, Νιάρχος, Βαρδινογιάννης, Ανδρεάδης, Λάτσης κ.ά) για το 3ο διϋλιστήριο της χώρας. Ο Παπαδόπουλος τάχθηκε αποφασιστικά υπέρ του Ωνάση, σε βίλα του οποίου (στο Λαγονήσι) έμενε αντί συμβολικού ενοικίου, ενώ ο Μακαρέζος υπέρ του Νιάρχου. Η σύγκρουση έφτασε στα άκρα, με απόπειρες πραξικοπημάτων κι έκτακτους ανασχηματισμούς. Τελικά ο Ωνάσης τα παράτησε, ακυρώνοντας τη «μεγαλειώδη» σύμβαση που είχε υπογράψει και παίρνοντας πίσω την εγγύησή του, το 3ο διϋλιστήριο μοιράστηκε μεταξύ Ανδρεάδη και Λάτση (ΦΕΚ 1972/Α/130) κι ένα 4ο παραχωρήθηκε στο Βαρδινογιάννη (ΦΕΚ 1972/Α/181). Μια λεπτομέρεια αυτής της τιτανομαχίας, από την εμπιστευτική ενημέρωση Χατζηγιάννη προς τον Παπάγο (25.11.70), παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον με βάση τα σημερινά δεδομένα: «Σε άλλο υπουργικό συμβούλιο, παραβρισκόταν ο Καρδαμάκης, ο οποίος εισηγήθηκε την αγορά μηχανημάτων από τη Siemens και την AEG χωρίς διαγωνισμό, για να μπορέσει να ανταποκριθεί η ΔΕΗ στο πρόγραμμά της, που καθυστερούσε λόγω των δυσκολιών εκτέλεσης των συμφωνιών Ωνάση. Ο Παπαδόπουλος έλυσε μόνος του το θέμα, αποδεχόμενος την αγορά από τη μια εταιρεία».


Το «Τάμα του Εθνους»

Υπήρξε ίσως το χαρακτηριστικότερο σκάνδαλο της χούντας: ο τέλειος συνδυασμός της επαγγελίας μιας «Ελλάδος Ελλήνων Χριστιανών» με τη μεγαλομανία του δικτάτορα και το ξάφρισμα υπέρογκων δημόσιων κονδυλίων. Στις 14 Δεκεμβρίου 1968 ο Παπαδόπουλος εξήγγειλε την ανέγερση ενός μνημειώδους ναού του Σωτήρος στα Τουρκοβούνια –ως εκπλήρωση, υποτίθεται, της σχετικής υπόσχεσης της Δ΄ Εθνοσυνέλευσης του 1829 προς το Θεό σε περίπτωση απελευθέρωσης της Ελλάδας. Σύμφωνα άλλωστε με τη χουντική προπαγάνδα, η «επανάστασις» της 21ης Απριλίου 1967 δεν ήταν παρά η άμεση συνέχεια -και ολοκλήρωση- του 1821. Το έργο εγκρίθηκε στις 5.1.69 σε κοινή συνεδρίαση υπουργικού συμβουλίου και αρχιεπισκόπου. Για την επίβλεψή του συστήθηκε το Μάιο μια «Ανώτατη Επιτροπή» με πρόεδρο τον ίδιο τον πρωθυπουργό Γ. Παπαδόπουλο και μέλη τον αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, τους υπουργούς Εσωτερικών Στ. Πατττακό, Συντονισμού Ν. Μακαρέζο, Παιδείας Θ. Παπακωνσταντίνου, Δημ. Εργων Κ. Παπαδημητρίου και τον υφυπουργό Προεδρίας Κ. Βοβολίνη. Ενα δεύτερο σώμα, το «Γνωμοδοτικό Συμβούλιο», αποτελούνταν από τον πρόεδρο της Ακαδημίας, τους πρυτάνεις του Πανεπιστημίου και του ΕΜΠ, το δήμαρχο Αθηναίων, το Γενικό Διευθυντή Αρχαιοτήτων και τον κοσμήτορα της Αρχιτεκτονικής. Στο εγχείρημα μετείχε, με άλλα λόγια, σύμπασα η ανώτατη πολιτική και πνευματική ηγεσία του καθεστώτος. Για το είδος της προπαγάνδας που συνόδευσε την εξαγγελία, αποκαλυπτικό είναι ένα απόσπασμα από την «Ηχώ των Ενόπλων Δυνάμεων» (3.6.73): «Ο Ναός του Σωτήρος Χριστού, αφ’ ενός μεν υλοποιεί την υπόσχεσιν που έδωσε το Εθνος προς τον Θεό, και αφ’ ετέρου θ’ αποτελέση, μετά την οικοδόμησίν του, το τρίτο αρχιτεκτονικό οικοδόμημα των Αθηνών, μετά τον κλασικό Παρθενώνα και τον Βυζαντινό Λυκαβηττό». Η επιστημονική κοινότητα των 1.857 ελλήνων αρχιτεκτόνων δεν φάνηκε πάντως να δείχνει τον ίδιο ενθουσιασμό. Τρεις διαδοχικοί διαγωνισμοί «προσχεδίων» και «ιδεών» μεταξύ 1970 και 1973 κατέληξαν σε φιάσκο: παρά τα τεράστια «βραβεία» που τους συνόδευαν (από 300.000 μέχρι 5.000.000 δραχμές, όταν ο μέσος μισθός του ιδιωτικού τομέα ήταν γύρω στις 4.000 δραχμές), οι προτάσεις που υποβλήθηκαν ήταν αντίστοχια 7, 35 και 31. Τελικά και οι τρεις διαγωνισμοί κηρύχθηκαν άγονοι – μάλλον δίκαια, αν κρίνουμε από τις μακέτες που δημοσιεύθηκαν μεταδικτατορικά στο «Αντί» (30.11.74). Ακόμη κι έτσι, 3.650.000 δρχ διανεμήθηκαν σε ελάσσονες «επαίνους». Απείρως μεγαλύτερη τέχνη επιδείχθηκε στη διασπάθιση των χρημάτων. Τον Ιούνιο του 1969 ανακοινώθηκε η σύσταση «Ειδικού Ταμείου» για την οικονομική διαχείριση του «τάματος». Σύμφωνα με τον τελικό απολογισμό του που δημοσιεύθηκε μετά την ανατροπή του Παπαδόπουλου («Εστία» 19.1.1974), το «Ταμείο» εισέπραξε συνολικά 453.300.000 δρχ: 45,5 εκατομμύρια ως επιχορήγηση απ’ τον τακτικό προϋπολογισμό, 180 εκατομμύρια από «δωρεές, εισφορές, κλπ» και 230 εκατομμύρια σε δάνεια. Ενα μέρος των «εισφορών» ήταν επίσης δημόσιο χρήμα (η Αγροτική Τράπεζα «πρόσφερε» π.χ. 10 εκατομμύρια), ενώ το υπόλοιπο προήλθε από το υστέρημα του φιλοχρίστου και φιλοθεάμονος κοινού – όπως ο συνταξιούχος δημόσιος υπάλληλος που θυσίασε στο «Τάμα» ολόκληρο το εφάπαξ του (109.455 δρχ), εισπράττοντας «τα συγχαρητήρια του πρωθυπουργού δια του υπουργού Προεδρίας» («Νέα» 31.12.68). Σύμφωνα ωστόσο με τον ίδιο απολογισμό, το 90% των εσόδων είχε ήδη καταναλωθεί σε απαλλοτριώσεις, «δαπάνες μελετών», προπαρασκευαστικά έργα και «δαπάνες διοικήσεως και λειτουργίας»! «Φαίνεται ότι ο Ναός του Σωτήρος, που πρόκειται να ανεγερθή πάνω στα Τουρκοβούνια, θα είναι απ’ τους πιο θαυματουργούς στη χώρα μας», σχολίαζαν τις επόμενες μέρες τα «Νέα» (26.1.74). «Γιατί, πριν ακόμα κτισθή, πριν καν γίνουν τα σχέδια για την κατασκευή του, δαπανήθηκαν -λες από θαύμα- τα 406 εκατομμύρια δραχμές από τα 453 εκατομμύρια που είχαν τελικά συγκεντρωθεί. Πάντως κι οι πιο ολιγόπιστοι θαύμασαν το γεγονός ότι με εντελώς κανονικό τρόπο αναλώθηκε ολόκληρο το τεράστιο αυτό ποσόν για ένα έργο του οποίου ακόμα δεν κατάφεραν οι υπεύθυνοι να έχουν ούτε το σχέδιο. [...] Αφού λεφτά δεν υπάρχουν πιά, αφού ούτε καν τα σχέδια του ναού δεν έχουν γίνει ακόμη, η υπόθεση αυτή θα πρέπει να λήξη εδώ και όλοι θα φροντίσουμε να ξεχασθή».


ΔΙΑΒΑΣΤΕ

Jean Meynaud «Οι πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα» (Αθήνα 2002, εκδ. Σαββάλας) Η σφαιρικότερη ανάλυση της ελληνικής πολιτικής και κοινωνικής ζωής κατά τη δεκαετία του ’60. Ο 2ος τόμος είναι αφιερωμένος στα Ιουλιανά και τη δικτατορία.

Σταύρος Ζορμπαλάς «Ο νεοφασισμός στην Ελλάδα (1967-1974)» (Αθήνα 1978, εκδ. Σύγχρονη Εποχή) Ανάλυση του δικτατορικού καθεστώτος, με έμφαση στη διαπλοκή του με το μεγάλο κεφάλαιο και τον ξένο παράγοντα. Ενδιαφέρουσα πρωτογενής τεκμηρίωση.

Δ. Μπενάς «Η εισβολή του ξένου κεφαλαίου στην Ελλάδα» (Αθήνα 1976, εκδ. Παπαζήση) Εκτενής παρουσίαση των αμαρτωλών συμβάσεων της χούντας κι ακτινογραφία της διαπλοκής ντόπιου και ξένου κεφαλαίου κατά τη δεκαετία του ’70.

Γιώργης Κρεμμυδάς «Οι άνθρωποι της χούντας μετά τη Δικτατορία» (Αθήνα 1985, εκδ. Εξάντας) Δημοσιογραφική καταγραφή προσώπων και πραγμάτων, αποτυπώνει τις πολλαπλές ταχύτητες (και, συχνά, την πλήρη απουσία) «κάθαρσης» των συνεργατών της δικτατορίας.

Ευάγγελος Κουλουμπής «…71 …74: Σημειώσεις ενός πανεπιστημιακού» (Αθήνα 2002, εκδ. Πατάκη) Ημερολογιακή καταγραφή συνομιλιών και συναντήσεων του -εξ Αμερικής ορμώμενου- συγγραφέα με στελέχη, οπαδούς και αντιπάλους του καθεστώτος κατά την τελευταία τριετία του.

Ντέλλα Ρουφογάλη-Ρούνικ «Να γιατί…» (Αθήνα 2002, εκδ. Φερενίκη) Γλαφυρή αυτοβιογραφία της πάλαι ποτέ συζύγου του χουντικού αρχηγού της ΚΥΠ. Αποκαλυπτική για τον τρόπο ζωής του ηγετικού πυρήνα της χούντας, αλλά και για τη στενή διαπλοκή του με μικρούς και (κυρίως) μεγάλους καπιταλιστές.

ΠΗΓΗ: iospress.gr

«Μια κουβέντα με τον Γλέζο»: Αντί εισαγωγής

Ιανουάριος 2011, το βιβλίο του Πιέτρο Ινγκράο παίρνει τη θέση του στη βιβλιοθήκη δίπλα σε εκείνο του Χέρμαν Έσσελ.  «Αγανακτήστε» προτρέπει ο τελευταίος για να πάρει την απάντηση «Η αγανάκτηση δεν αρκεί» από τον Ινγκράο. Στα χέρια των ελλήνων αναγνωστών αυτός ο ιδιότυπος διάλογος δυο βετεράνων της πολιτικής και της διανόησης που ξεκινούσε από τους τίτλους ακόμη, ήρθε ελάχιστους μήνες μετά το κίνημα των αγανακτισμένων στο Σύνταγμα και με τις πλατείες της Μαδρίτης, του Παρισιού και της Ν.Υόρκης γεμάτες ακόμη από ένα πολύχρωμο πλήθος που φώναζε «Είμαστε όλοι Έλληνες».  
*Εισαγωγή από το βιβλίο της Ρένα Δούρου «Μια κουβέντα με τον Γλέζο», (εκδόσεις Λιβάνη) 


Η απρόσκλητη - όπως άλλωστε συμβαίνει πάντα - σκέψη διαμορφωνόταν ήδη ενώ το χέρι ήταν τεντωμένο προς το ψηλότερο ράφι της βιβλιοθήκης τακτοποιώντας τα δυο πρόσφατα διαβασμένα βιβλία. Τόσα χρόνια δημοκρατίας στην Ελλάδα, τόσες δεκαετίες εμβάθυνσης και διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τόσα πολύχρωμα κινήματα από τη δεκαετία του ΄50 και μετά και όλοι αναζητούμε τις εξηγήσεις για το σήμερα από τη γενιά του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο λόγος σε εκείνους που βρίσκονται ήδη στην ένατη δεκαετία της ζωής τους. Κι από αυτή τη διαπίστωση, η ανάγκη να απαντηθούν ερωτήματα από τον δικό μας ενενηντάχρονο, το Μανώλη Γλέζο. Ένα τηλέφωνο στο σπίτι, δέκα ερωτήματα καλά προετοιμασμένα στο χαρτί, ένα κασετοφωνάκι μαγνητοφώνησης και το χέρι στο κουδούνι λίγες μέρες μετά.
Από την πρώτη συνάντηση, τα καλά προετοιμασμένα ερωτήματα που αναζητούσαν εναγωνίως απαντήσεις έδωσαν τη θέση τους σε ατέρμονους διάλογους αλλά και διαφωνίες. Το τηλέφωνο στο φιλόξενο σπίτι του δεν σταματούσε να κτυπάει. Ήταν ξένοι κυρίως δημοσιογράφοι που ζητούσαν συνεντεύξεις – αιτήματα τα οποία χειριζόταν και βέβαια συνεχίζει να χειρίζεται με μαεστρία έμπειρου συμβούλου επικοινωνίας, η ακούραστη σύντροφος – φύλακας άγγελός του, η Τζώρτζια. Δεν ήταν λίγες οι φορές που η δική μας συνέντευξη διεκόπη για μία κάποιου μέσου κι εν τέλει τροφοδοτήθηκε με υλικό προς συζήτηση.
Καινούργια, λοιπόν, ερωτήματα έπαιρναν τη θέση των αρχικών από τις απαντήσεις που γέμιζαν τη μία μετά την άλλη τις κασέτες για απομαγνητοφώνηση. Το αρχικά αυστηρό πρόγραμμα πήγε περίπατο. Οι δίωρες συναντήσεις εξελίσσονταν σε ολοήμερες γεμάτες από διηγήσεις, αρχειακό υλικό που σκόνιζε τα χέρια και των δυο μας, φωτογραφίες που πήραν το δρόμο της ψηφιοποίησης για να σωθούν από το πολυκαίρισμα. Στα Σάββατα προστέθηκαν και οι Κυριακές. Και ήδη από τον πρώτο μήνα οι Δευτέρες. Πολλές φορές πατήθηκε η παύση στο κασετόφωνο και χρειάστηκε να επαναλάβω ότι όσα ακουστήκαν μέχρι ότου να πατηθεί πάλι το play δε θα τα έγραφα και δε θα τα εκμυστηρευόμουν σε κανέναν ακόμη κι αν περάσουν δεκαετίες. Από πολύ νωρίς αισθάνθηκα ότι κι αν δεν έπαιρνα όλες τις απαντήσεις είχα την τύχη και την ευλογία να πάρω μαθήματα ήθους, να διδαχτώ σχεδόν πια καθημερινά συμπεριφορά που τείνει να ξεχαστεί, να περιθωριοποιηθεί κι ας την έχουμε περισσότερο από άλλοτε ανάγκη. Όπως τα παιδιά του σχολείου που επισκεφτήκαμε μαζί και έκατσα κι εγώ στο πίσω μέρος της σχολικής αίθουσας ακούγοντας τον να τους απαντά ακούραστα για ώρες στα ερωτήματα τους. Κανένα παιδί δεν ζήτησε να βγει έξω ούτε για μισό λεπτό στις τέσσερις και κάτι ώρες συζήτησης που διεκόπησαν από την καθηγήτρια για να συνεχιστεί με τους διδάσκοντες πια το πρόγραμμα εκείνης της μέρας.
«Στις φλέβες του ρέει η αντίσταση και η λεβεντιά. Έτσι εξηγείται η αιώνια νεότητα στη φυσιογνωμία του, παρόλο που εκείνος την αποδίδει στο κληρονομικό χαρακτηριστικό της οικογένειάς του. Στα μάτια του τρεμοπαίζει ακόμη η φλόγα της εφηβείας, της απαξίωσης προς την κυβέρνηση, η φωτιά του αγωνιστικού πνεύματος. Ενενήντα χρόνια σοφίας συσσωρεύονται στους ώμους του και χαρακτηρίζουν το “είναι” του». Τα λόγια αυτά ανήκουν σε μαθήτρια του 4ου Γυμνασίου Πετρούπολης και αναφέρονται στην επίσκεψη του Μανώλη Γλέζου στο σχολείο της, στο πλαίσιο των συστηματικών επαφών που έχει καθιερώσει ο ίδιος με τους μαθητές. Κρατώ ως φυλακτό τη στάση, το ύφος, τον επιτονισμό των λέξεων όταν απευθύνθηκε σε εκείνο το αγόρι που ήταν εμφανές σε όλους μας ότι είχε γοητευτεί από τη Χρυσή Αυγή. Κρατώ και την αντίδραση του παιδιού αμέσως μετά. Πόσα λίγα χρειάζονται για να παλέψουμε φαντάσματα του παρελθόντος που στοιχειώνουν τις καρδιές των νέων σήμερα και εν τέλει πόσο πολλά.
Καθάρια ματιά, σταράτα λόγια.
Δεν θα κάνω λόγο για «αιώνιο έφηβο» - είναι μια φράση που απεχθάνομαι, κι έχω την υποψία ότι την απεχθάνεται και ο ίδιος ο Μανώλης. Και αυτό γιατί, όποιος μιλήσει μαζί του, όποιος παρακολουθήσει την πολιτική του πορεία, τον βίο του -γιατί ο βίος του είναι κατεξοχήν πολιτικός-, αντιλαμβάνεται εύκολα ότι εκείνο που τον ενδιαφέρει και τον απασχολεί πραγματικά, δεν είναι η άθροιση των ετών της ηλικίας κι η όποια υστεροφημία, αλλά το πράττειν. Η δράση. Ο αγώνας για την άποψη. Όχι μόνο τη δική του. Αλλά για να ακουστεί η άποψη του άλλου, του πολίτη, του λαού.
Κανείς, ούτε οι Γερμανοί, ούτε οι βασιλικοί Επίτροποι στα μετεμφυλιοπολεμικά δικαστήρια, ούτε οι διευθυντές των φυλακών από όπου πέρασε, ουδέποτε μπόρεσε να κάμψει τον Γλέζο, δεν κατόρθωσε να τον αποτρέψει από το να πει τη γνώμη του, να διεκδικήσει την ελευθερία της άποψης, όχι ατομικιστικά, αλλά για το σύνολο, για το δίκαιο, για την πατρίδα. Και αυτό δεν είναι θέμα ηλικίας. Αποκαλυπτική η τελευταία του απάντηση στην ερώτηση «αν σήμερα θα έκανε τα ίδια»: «Σήμερα κάνω περισσότερα!»
«Αντίσταση και λεβεντιά» ρέουν λοιπόν στις φλέβες του Μανώλη Γλέζου, δύο χαρακτηριστικά που σήμερα, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, χρειάζονται στην ελληνική κοινωνία καθώς δέχεται την ολομέτωπη επίθεση των μνημονιακών πολιτικών οι οποίοι εφαρμόζουν τα δύο τελευταία χρόνια οι διαδοχικές κυβερνήσεις Παπανδρέου, Παπαδήμου, Σαμαρά και Βενιζέλου, οι «τοις Τρόικας ρήμασι πειθόμενοι». Η αναζήτηση ενός σταθερού λόγου, ενός σημείου αναφοράς που να λειτουργεί ως γέφυρα μεταξύ παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος, με έφερε στον Γλέζο. Τον μόνο ίσως που μπορεί να ανταποκριθεί σε αυτό τον ρόλο. Ακριβώς γιατί δεν τον θεωρεί ως «ρόλο», όπως π.χ. οι επαγγελματίες διανοητές, αλλά ως την ίδια του τη ζωή.
Εκ των υστέρων  και ξαναδιαβάζοντας τα λόγια του, καταλαβαίνω καλύτερα το ρόλο του βιώματος στις απόψεις του. Γλέζος σημαίνει δράση. Σύγκρουση. Αντίσταση. Λεβεντιά.
«Αντίσταση και λεβεντιά», όπως ορθά διέκρινε η νεαρή μαθήτρια, αποπνέει άλλωστε και κάθε του κουβέντα.
Γύρω στα μέσα Απριλίου ριχθήκαμε και οι δύο στην προεκλογική μάχη της 6ης Μαΐου, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε το πρώτο άλμα. Καθώς χρόνος δεν υπήρχε - λόγω των διαγραφόμενων νέων εκλογών -  συμφωνήσαμε να κάνουμε μια τελευταία συνάντηση μετά από τις δεύτερες κάλπες, στις 17 Ιουνίου.
Όπως κι έγινε, χωρίς να είναι βεβαίως κι η τελευταία.
Και όπως ήταν φυσικό η συζήτηση εκείνη περιστράφηκε κυρίως στα αίτια της ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και σε δυο ιστορίες εξόχως αποκαλυπτικές της «πάστας» του Μανώλη. Είναι δυο ιστορίες που τον έχω ακούσει να επαναλαμβάνει ακούραστα στους μαθητές, στα σχολεία όπου μιλάει. Δυο ιστορίες άξιες καταγραφής γιατί, πέραν του ότι αποτελούν κομμάτι της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, μαρτυρούν και τον τρόπο του σκέπτεσθαι και ενεργείν του αγωνιστή, του δημοκράτη, του αριστερού που λέγεται Μανώλης Γλέζος.
Ορκωμοσία, ανάληψη κοινοβουλευτικών καθηκόντων από κοινού - με αστεία και πειράγματα από εκείνον -, καινούργια ερωτήματα. Το απομαγνητοφωνημένο υλικό είχε ήδη φτάσει τις διακόσιες σελίδες. Από την αρχή είχαμε πει ότι δε θέλαμε δίτομο, ηρωικό κι ευφάνταστο. Φρόντιζε για αυτό άλλωστε η Τζώρτζια με παρεμβάσεις καθοριστικές κάθε είδους, καίριες πολιτικές, φροντίδας αλλά και αυστηρών παρατηρήσεων, όταν «απογειώναμε» την κουβέντα. Της χρωστάμε κι οι δυο για διαφορετικούς λόγους. Η ίδια φρόντισε να περιορίσει με απίστευτη σοφία το υλικό που κρατούσαμε πια στα χέρια μας τυπωμένο. Φρόντισε να μην παρασυρθούμε ενάντια σε αυτό που είχαμε υποσχεθεί ο ένας στον άλλον. Για να το πω με τα λόγια του Μανώλη, δε θέλαμε ένα θυμιατό στη ζωή του και στην προσωπικότητά του. Ας γράψουν άλλοι για αυτό και πιο ύστερα. Άλλωστε, ο ίδιος έχει αρνηθεί δεκάδες τέτοιου είδους προτάσεις: από προτομές μέχρι να δοθεί το όνομα του σε μικρά παιδιά, συγγενών ή μη. Για τα υπόλοιπα, όπως γραμματόσημο με την εικόνα του, δρόμοι, ακόμη και βουνά με το όνομα του δεν ρωτήθηκε. Θα είχε αρνηθεί, όπως τόσες και τόσες φορές. Θέλαμε να μείνουμε αυστηρά στο πολιτικό.
Η συγκυρία από τον Ιανουάριο του 2011 έως και το καλοκαίρι του 2012 ήταν καταιγιστική, για να χρησιμοποιήσω ένα δημοσιογραφικό χιλιοειπωμένο όρο, και  δεν μας έφτανε ούτε ο χρόνος, ούτε το ταλαιπωρημένο κασετόφωνο απομαγνητοφώνησης. Κοινοβούλιο, κινητοποιήσεις, διαλέξεις, ταξίδια, ένα βιβλίο με ποιήματα του Μανώλη για εκείνους που έφυγαν πιο πριν από τη ζωή  και το κείμενο να αλλάζει μορφή κάθε τόσο. Να μπολιάζεται με όλα αυτά κι με άλλα πολλά.
Το ιδρυτικό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ έθεσε αυτή τη φορά ερωτήματα και από τις δυο πλευρές του τραπεζιού. Έντονες διαφωνίες, ατέρμονες συζητήσεις σε όλο τον προσυνεδριακό διάλογο με αγεφύρωτες τις διαφορές. Και πάλι όμως, το ήθος της λεγόμενης δρακογενειάς παρόν, να δημιουργεί εκείνο το πλαίσιο που δεν επιτρέπει το πολιτικό να γίνει προσωπικό, τον ευτελισμό να τρυπώσει από την πίσω πόρτα, όπως δυστυχώς συμβαίνει αρκετές φορές.
Πλησιάζουμε τις τριακόσιες σελίδες και η επίσκεψη στ’ Απεράθου, στα μουσεία του χωριού και στα ορυχεία του σμυριγλιού διεκδικεί σελίδες. Όπως και οι διηγήσεις κάτω από το γιασεμί της αυλής με αξιώτικο τσίπουρο για το μπάρμπα-Μιχάλη και το γιατρό Σιγανό, για το Φλώριο και τη Μαρουδίτσα, για τον Νίκο, τη Μπούμπα και τον πατριό του. Για τη μάνα του τη δασκάλα και τον πατέρα του, που έφυγε νωρίς, για τα παιδιά και τα εγγόνια. Το ίδιο και η επίσκεψη στη Βιάννο για τις γερμανικές οφειλές και τις εκδηλώσεις μνήμης και τιμής στο Ολοκαύτωμα.
Κάπως, κάπου πρέπει να μπει τέλεια. Τουλάχιστον στο χαρτί.

Το βιβλίο κλείνει με ένα παράρτημα με τρία κείμενα, που φωτίζουν τον πολιτικό Γλέζο (η ομιλία του κατά τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης Σαμαρά), τον διανοητή Γλέζο (η ομιλία του κατά την ανακήρυξή του σε επίτιμο διδάκτορα του Τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών το 2008) και τέλος, τα γεγονότα του 1917, στην πατρίδα του Μανόλη, στ’ Απεράθου. Κατά τη γνώμη μου αυτά τα γεγονότα είναι αποκαλυπτικά της νοοτροπίας, της ψυχής, με την έννοια που ορίζει την psyché η αναλυτική ψυχολογία, ως το σύνολο δηλαδή των συνειδητών και μη εκδηλώσεων της ανθρώπινης προσωπικότητας και διάνοιας. Όποιος θέλει πραγματικά να κατανοήσει τον πυρήνα της σκέψης του Γλέζου, πρέπει να σκύψει ευλαβικά στα γεγονότα του 1917 στ’ Απεράθου. Εξ ου και η αναπαραγωγή του συγκεκριμένου υλικού, των μελετών που παρουσιάζουν  με λεπτομέρειες τα συμβάντα που έφεραν αντιμέτωπους τους ντόπιους με τους στρατιώτες του Βενιζέλου, και εξηγούν πολλά για τη γενέτειρα γη του Γλέζου.

Μια λεπτομέρεια που μπορεί  να μη λέει και τίποτε. Στη διάρκεια μιας κουβέντας μας, στις 25 Ιουνίου, στην αυλή στην Αθήνα λίγο πριν ξεκινήσουμε, ένα κοτσύφι, σφύζοντας από ζωή δεν έβαζε γλώσσα μέσα, σε βαθμό που σκεφτόμασταν να αλλάξουμε θέση. Δυσφορούσα. Το κασετόφωνο φοβόμουν ότι δε θα καταγράψει τη φωνή του Μανώλη που εκείνη την περίοδο ταλαιπωριόταν ακόμη από μια περιπέτεια του χειμώνα. Και όμως. Σαν πήγα σπίτι και έβαλα να ακούσω τη συζήτηση το άκουσμα ήταν συγκινητικό. Η μελωδία του κελαϊδήματος συνόδευε τη βραχνή εξιστόρηση σπουδαίων πραγμάτων και μύχιων σκέψεων που δεν βρήκαν θέση σε τούτο το βιβλίο, γιατί δεν έπρεπε. Και έμεινε η συνήχηση αρμονική παρηγοριά για εκείνες τις ώρες που δε θα γίνουν μελάνη και τυπωμένο χαρτί. Μα το ταίριασμα της φωνής του Μανώλη με το τραγούδι του κοτσυφιού είναι ενδεικτικό πολλών για όσους γνωρίζουν τον Γλέζο. Με δόση υπερβολής ίσως για εκείνους που στέκονται στο 19χρονο που κατέβασε τη σημαία των ναζιστών, σηματοδοτεί τη σχέση του Μανώλη με τη φύση και τα ζωντανά.  Με τη γη και τη θάλασσα. Με το πάτημα γερά στο χώμα για το χορό και το αναπετάρισμα.

Μας προβλημάτισε περισσότερο ίσως κι από όσο μπορούσαμε αρχικά να φανταστούμε η επιλογή του τίτλου για τη συζήτησή μας στο εξώφυλλο της έκδοσής της. «Στους ανεφανούς της καρδιάς μας ήσουνα και μας ήκουες;», «Μ. Γλέζος, για την Άμεση Δημοκρατία», «Μ. Γλέζος: για τον λαό, με τον λαό», «Μια κουβέντα με τον Μανώλη Γλέζο». Κάθε επιλογή σημαίνει αναπόφευκτα αποκλεισμό όλων των άλλων, εξ ου και η δυσκολία. Ελπίζω πάντως ότι ο τίτλος που επιλέχτηκε  τελικά να μην προδίδει το ύφος και την ουσία των όσων μοιράστηκε ο Μανώλης.

Και μια μικρή συμβουλή, η οποία συμπυκνώνει και τον τρόπο που γράφτηκε αυτό το βιβλίο: άναρχα εν τέλει. Μπορεί ο αναγνώστης να αρχίσει να το διαβάζει όπως θέλει, από τη μέση, από το τέλος… Όπως και να ναι, δεν χάνεται το νήμα της αφήγησης – γιατί ο Γλέζος είναι μεγάλος μάστορας στην αφήγηση, καθώς κατέχει την τέχνη να οδηγεί τον συνομιλητή του έξω από την πεπατημένη, να του ανοίγει νέους ορίζοντες, νέες, μη αναμενόμενες, οπτικές. Όποια άκρη κι αν τραβήξει ο αναγνώστης, είναι βέβαιο ότι θα είναι γόνιμη.

Τέλος, και από εδώ, ένα μεγάλο «ευχαριστώ» στον Μανώλη για την εμπιστοσύνη που μου έδειξε, για το ότι δεν τσιγκουνεύτηκε το χρόνο του και μου άνοιξε την καρδιά και το νου του. Και βέβαια ένα εξίσου μεγάλο «ευχαριστώ» στην Τζώρτζια, χωρίς τη βοήθεια της οποίας, τίποτε δεν θα είχε γίνει. 


http://tvxs.gr/

Οι Financial Times «ερωτεύτηκαν» τον Θεοδωράκη



Μετά από το εγχώριο μιντιακό κατεστημένο έρχεται και το διεθνές για να σιγοντάρει τον Σταύρο Θεοδωράκη. Οι «Financial Times» δημοσιεύουν εκτενές αφιέρωμα στον πρώην δημοσιογράφο και νυν επικεφαλής του Ποταμιού, τον οποίο παρομοιάζουν με τον Μπέπε Γκρίλο στο πιο…σοβαρό του. Η βρετανική εφημερίδα στέκεται ακόμα και στον τρόπο ντυσίματος του κ. Θεοδωράκη, με τα t-shirt και τα τζιν παντελόνια, αλλά και το σακίδιο.
«Γιος κρητικού αστυνομικού, ο 50χρονος Σταύρος Θεοδωράκης θέλει να τονίσει ότι αντίθετα με τους περισσότερους έλληνες πολιτικούς οι οποίοι είτε κληρονομούν την πολιτική καριέρα των γονιών τους, είτε προέρχονται από τον χώρο του συνδικαλισμού εκείνος είναι ένας από τους πολλούς, που ξεκίνησε να δουλεύει από τα εφηβικά του χρόνια στον ιδιωτικό τομέα. Όπως και ο Μπέπε Γκρίλο στην Ιταλία, ο Σταύρος Θεοδωράκης, χρησιμοποίησε την φήμη που απέκτησε από την τηλεόραση για να προωθήσει τον εαυτό του στην πολιτική σκηνή. Όμως, αντίθετα με τον Γκρίλο, δεν είναι κωμικός αλλά ένας σοβαρός δημοσιογράφος που έχει καλύψει πολλά θέματα της ελληνικής επικαιρότητας».
Ο ίδιος ο κ. Θεοδωράκης ισχυρίζεται στο ρεπορτάζ πως αισθανόταν αδύναμος ως δημοσιογράφος και γι’ αυτό στράφηκε στην πολιτική για να αλλάξει τα πράγματα: «Οι άνθρωποι αισθάνονται ότι το παλιό σύστημα έχει αποτύχει. Σε αυτή την φάση η Ελλάδα δεν χρειάζεται αριστερές ή δεξιές ιδέες. Χρειάζεται λογικές λύσεις. Πρέπει να γίνει προτεραιότητα η προστασία όσων είναι σε ανάγκη».
Οι γενικόλογες προτεραιότητες Θεοδωράκη είναι τρεις: να μειώσει τη φοροδιαφυγή, να φτιάξει ικανή διοίκηση και να δημιουργήσει ευκαιρίες για τους νέους, που τώρα φεύγουν στο εξωτερικό.
Ερωτηθείς δε από τους «FT αν το Ποτάμι χρηματοδοτείται από συγκεκριμένους επιχειρηματίες, ο κ. Θεοδωράκης απάντησε πως οι οικονομικές του δυνάμεις είναι μικρές: «Τα βγάζουμε πέρα από μικρές δωρεές πολλών ανθρώπων και δεν πληρώνουμε μισθούς. Δεν έχουμε μεγάλα έξοδα σε ασφάλεια ή οχήματα και όποιος δουλεύει για εμάς είναι εθελοντής».


http://www.koutipandoras.gr/

Economist: Αλλάζει το πολιτικό σκηνικό στην Ελλάδα - Ο Τσίπρας τρομάζει τα συμφέροντα



Δεν περνά στους ψηφοφόρους η αισιοδοξία που θέλει να περάσει η κυβέρνηση με την έκδοση του πενταετούς ομολόγου. Αυτό αναφέρει ο Economist σε άρθρο για την Ελλάδα, μία ανάλυση για την αλλαγή του πολιτικού σκηνικού στη χώρα, όπως αναφέρει ο τίτλος.
Το περιοδικό υπογραμμίζει ότι τα ποσοστά της ανεργίας είναι υψηλά και οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα μένουν για μήνες απλήρωτοι.
H Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ έχουν την ευθύνη για την κατάρρευση
«Δεν είναι περίεργο που το πελατειακό πολιτικό σύστημα της Ελλάδας είναι υπό κατάρρευση. Κάποτε ήταν ευθύνη του πολιτικού να βρει δουλειά στο δημόσιο τομέα για τους ψηφοφόρους. Οι πιο φιλόδοξοι το επέκτειναν και στον ιδιωτικό τομέα», αναφέρει χαρακτηριστικά το δημοσίευμα, όπου επισημαίνεται πως στα μάτια των Ελλήνων η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ έχουν την ευθύνη για την κατάρρευση του συστήματος που εκείνοι δημιούργησαν εναλλασσόμενοι στην εξουσία τα τελευταία 30 χρόνια.
«Ορισμένοι ψηφοφόροι στράφηκαν στα λεγόμενα αντισυστημικά κόμματα, τα οποία ευαγγελίζονται ριζοσπαστικές λύσεις για τα προβλήματα της Ελλάδας. Στις ευρωεκλογές του Μαΐου, δύο νέα μετριοπαθή κεντροαριστερά κόμματα, η Ελιά-με επικεφαλής μία ομάδα ακαδημαϊκών και πρώην υπουργών- και το Ποτάμι του τηλεοπτικού δημοσιογράφου Σταύρου Θεοδωράκη προσπαθούν να καλύψουν το κενό που δημιουργήθηκε με την πτώση του ΠΑΣΟΚ», επισημαίνει το άρθρο.
O πύρινος 39χρονος που τρομάζει τους επιχειρηματίες της Ελλάδας
Ειδική αναφορά γίνεται στον «ακροαριστερό» ΣΥΡΙΖΑ, όπως τον χαρακτηρίζει το δημοσίευμα, και τον Αλέξη Τσίπρα «έναν πύρινο 39χρονο που τρομάζει τους επιχειρηματίες της Ελλάδας μιλώντας για την επιβολή φόρων πλούτου και την αναστολή της πληρωμής των δανείων». Από την άλλη ο Ευάγγελος Βενιζέλος αντιμετωπίζει «τις προσπάθειες του Γιώργου Παπανδρέου να επαναβεβαιώσει την εξουσία στο κόμμα που ίδρυσε ο πατέρας του», αναφέρει το δημοσίευμα που προσθέτει πως «ο κ. Βενιζέλος στηρίζει την Ελιά αλλά ο κ. Παπανδρέου αρνείται να τον ακολουθήσει, ενισχύοντας τις υποθέσεις ότι αναζητά μία πολιτική επάνοδο για να σταματήσει την εξαφάνιση του κόμματος».
Σύμφωνα με την ανάλυση, η ΝΔ κρατά κάποιες δυνάμεις, αλλα΄σημαντικός ογκος ψηφοφόρων της υποστηρίζει τη νεοναζιστική Χρυσή Αυγή, ένα ομοφοβικό κόμμα κατά των μεταναστών.
Ιδιαίτερη μνεία γίνεται και για το Ποτάμι. «Κάποιοι αναλυτές ισχυρίζονται ότι πίσω από το Ποτάμι βρίσκονται δυνατά επιχειρηματικά συμφέροντα, με στόχο να σταματήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ και ενδεχομένως να οδηγήσουν τον κ. Σαμαρά σε πρόωρες εκλογές μέσα στο χρόνο», αναφέρει ο Economist.

Τώρα δεν τους βλέπεις;

Του Κώστα Εφήμερου

Ο Αντώνης Σαμαράς πριν από δύο ημέρες ανακοίνωσε μέτρα για τους άστεγους. Έδωσε εντολή να χρησιμοποιηθούν οι υπάρχουσες δομές και κτήρια του δημοσίου (από αυτά που δεν πουλήθηκαν από το ΤΑΙΠΕΔ, τουλάχιστον μέχρι σήμερα). Τώρα τη βλέπεις τη συναλλαγή;

Τα κτήρια που θα διαθέσει το κράτος δεν ξεφύτρωσαν από το πουθενά προχθές. Στέκονταν αγέρωχα στη θέση τους και πριν από τρεις μήνες, όταν οι άστεγοι πέθαιναν από το βαρύ χειμώνα. Τότε που χάσαμε ένα κοριτσάκι «λάθρο»-μετανάστη επειδή η μητέρα του άναψε το μαγκάλι στο σπίτι που δεν είχε ρεύμα. Τότε όμως δεν είχε εκλογές σε λίγες ημέρες.

«Τώρα, δεν τους βλέπεις και τα δύο κόμματα διά ποίων μέσων προσπαθούν να κερδίσουν την εκλογήν; Δεν βλέπεις τα δύο πρακτορεία των ανοικτά, φανερώς ενεργούντα, δεν ακούεις κρυφομιλήματα όπισθεν πάσης θύρας και πάσης γωνίας της οδού, δεν βλέπεις τα τρεξίματα και τους ιδρώτας των οργάνων των, δεν ακούεις τον κρότον των χαλκίνων κερμάτων όπισθεν των λογιστηρίων; Δεν βλέπεις απλοϊκούς εκλογείς να βαδίζουν και να κοντοστέκονται, να εξάγουν την χείρα από την τσέπην και να μετρούν δεκάρες;»*

Η Ελλάδα ξαναβγήκε στις αγορές, λέει ο πρωθυπουργός. Δηλαδή δανείστηκε με ένα τοκογλυφικό επιτόκιο υπό αγγλικό δίκαιο (που προστατεύει απόλυτα τους δανειστές) με εγγύηση την ελληνική κυριαρχία. Η Ελλάδα θα μπορούσε να δανειστεί τα απαραίτητα χρήματα εντός του προγράμματος σταθερότητας (το οποίο η κυβέρνηση μάς διαβεβαιώνει ότι είναι απαραίτητο) με ελάχιστο επιτόκιο αλλά προτίμησε να παίξει άλλη μια παράσταση της τραγωδίας του Success Story.

«Ο Χριστός είπεν: "Ου δύνασθε Θεώ λατρεύειν και Μαμμωνά". Διατί δεν έλαβεν ως όρον αντιθέσεως άλλο τι βαρβαρικόν είδωλον; Διατί δεν είπε "Θεώ και Μολώχ ή Θεώ και Ασταρώθ ή Θεώ και Βάαλ;" Διότι ο Μαμμωνάς είναι ισχυρός, ο κραταιότατος, όστις υποτάσσει παν άλλο είδωλον και τον Μολώχ και τον Ασταρώθ και τον Βάαλ. Η πλουτοκρατία ήτο, είναι και θα είναι ο μόνιμος άρχων του κόσμου, ο διαρκής Αντίχριστος. Αύτη γεννά την αδικίαν, αύτη τρέφει την κακουργίαν, αύτη φθείρει σώματα και ψυχάς. Αύτη παράγει την κοινωνικήν σηπεδόνα. Αύτη καταστρέφει κοινωνίας νεοπαγείς».

Τα μνημόνια τελείωσαν, λέει ο πρωθυπουργός. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι θα καταργηθούν οι έκτακτες (μόνιμες) εισφορές αλληλεγγύης, τα χαράτσια, οι περικοπές των επιδομάτων και των συντάξεων, το ΕΚΑΣ και οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Δεν θα προσληφθούν ξανά οι συμπολίτες μας (ένας στους τρεις) που έχασαν τη δουλειά τους, δεν θα επανέλθει στα 700€ ο κατώτατος μισθός, δεν θα λειτουργήσουν ξανά οι πρωτοβάθμιες μονάδες υγείας. Το μόνο που υπόσχεται (ξανά) ο πρωθυπουργός είναι ότι δεν θα πάρουμε άλλα μέτρα. Αλλά ψεύδεται (ξανά).

Έχουμε πρωτογενές πλεόνασμα, λέει ο πρωθυπουργός και το μοιράζουμε σε όσους το έχουν ανάγκη. Αλλά φαίνεται ότι το έχουν ανάγκη οι ένστολοι και όχι οι καθηγητές στα σχολεία μας, που μεγαλώνουν τα παιδιά μας με 680€ μισθό. Δεν έχουν ανάγκη οι άνεργοι, οι αγρότες, οι χαμηλοσυνταξιούχοι και οι εργάτες αλλά οι δυνάμεις καταστολής.

Την προηγούμενη εβδομάδα ο Αντώνης Σαμαράς εξήγγειλε πρόγραμμα επιστροφής των χρωστούμενων του κράτους από μη απόδοση ΦΠΑ. Το μέτρο (που άργησε) θα νομοθετηθεί κάποια στιγμή αργότερα και θα αρχίσει (μάλλον) να ισχύει από το φθινόπωρο, μαζί προφανώς με το δωρεάν Wi-Fi, άρα δεν υπήρχε κανένας λόγος να στηθεί από τώρα η φιέστα, αλλά σε λίγες ημέρες έχουμε εκλογές.

Σήμερα η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι αυξάνεται το ακατάσχετο των λογαριασμών στα 1500 ευρώ. Στο μεταξύ είχαν προλάβει να ξαφρίσουν μισθούς και συντάξεις για χρέη ακόμα και 3.000 ευρώ από ελεύθερους επαγγελματίες, μισθωτούς και γέροντες επειδή τύχαινε οι συνταξιούχοι να βάζουν δικαιούχους τα παιδιά τους.

«Βλέπεις; Ιδού διατί μισώ τας γενικότητας και επιθυμώ να ειδικεύω. Ομιλώ σχετικώς όχι απολύτως. Δεν λέγω ότι η δωροδοκία είναι καλόν τι, λέγω ότι είναι το ολιγώτερον κακόν. Και σημείωσε ότι ουδείς ποτε εκλέγεται βουλευτής διά της δωροδοκίας. Ο απάνθρωπος τοκογλύφος, όσας και αν αγοράσει ψήφους, ποτέ δεν θα εκλεχθεί. Πριν κατέλθει εις τον αγώνα, θα υποδυθεί την φιλανθρωπίαν ως προσωπείον, θα φορέσει την δημοτικότητα ως κόθορνον. Θα φροντίσει ν’ αποδώσει μέρος των όσων ήρπασεν εις τους εκλογείς. Και μεταξύ των δύο αντιπάλων, μετερχομένων την αυτήν διαφθοράν, θα επιτύχει εκείνος, όστις ευπρεπέστερον φορεί το προσωπείον κι επιδεξιώτερον τον κόθορνον».

Τώρα δεν τους βλέπεις;

Οι κρατικοδίαιτοι δημοσιογραφικοί (;) όμιλοι δίνουν τώρα τα ρέστα τους. Και τούτο είναι πέρα για πέρα φυσιολογικό αφού πριν από λίγες ημέρες ξαναδανείστηκαν μερικά εκατομμύρια ευρώ για να συνεχίσουν να λειτουργούν. Μπορεί ο Σίμος Κεδίκογλου να ανακοίνωσε με αυταρέσκεια και ηδονή το κλείσιμο της «ζημιογόνου ΕΡΤ» (που στην πραγματικότητα ήταν πλεονασματική) αλλά συνεχίζουν να δίνουν ζεστό κρατικό χρήμα (αφού είναι κύριοι μέτοχοι στις τράπεζες που έσωσαν με τα λεφτά μας) στον Ψυχάρη, στον Μπόμπολα, στον Αλαφούζο και σε όλους αυτούς που αναλαμβάνουν να μας εξημερώσουν κάθε μέρα από τις 8 έως τις 9 το βράδυ.

Τώρα τους βλέπεις ή βλέπεις ακόμα MEGA;

*Τα αποσπάσματα από το διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Οι Χαλασοχώρηδες» γραμμένο το 1892. Παρουσιάστηκε εξαιρετικά τα τελευταία δύο χρόνια σε δραματοποιημένη μορφή υπό τη σκηνοθεσία του Κ. Παπακωνσταντίνου.

http://www.thepressproject.gr/ 
 

Η εύθραυστη (αν-) ισορροπία της διχασμένης ελληνικής κοινωνίας

Του ΘέμηΤζήμα

Ο δρόμος προς τις εκλογές- αυτοδιοικητικές και ευρωπαϊκές- είναι απολύτως αναπαραστατικός- και όχι αναγκαστικά αντιπροσωπευτικός- στο πολιτικό εποικοδόμημα των διεργασιών που λαμβάνουν χώρα στην κοινωνική βάση.

Η κοινωνία διάγει περίοδο εύθραυστης (αν-) ισορροπίας. Χρησιμοποιώ τον όρο για να εννοήσω την κατάσταση κατά την οποία συναντώνται τρία χαρακτηριστικά: πρώτον, ο οργανωμένος και μαζικός ριζοσπαστισμός έχει εμφανώς υποχωρήσει εξαιτίας της παθητικοποίησης και του αποπροσανατολισμού του λαού.

Δεύτερον, η υποχώρηση αυτή, μαζί με τη διαμορφωθείσα- εξαιτίας της κυβερνητικό- μιντιακής προπαγάνδας- ελπίδα ορισμένων μεσοαστικών και μικροαστικών τμημάτων ότι ίσως τα χειρότερα να έχουν περάσει και ότι μπορούν να επιβιώσουν μεσοπρόθεσμα ακόμα και στο παρόν βιοτικό επίπεδο ενισχύουν το κλίμα παθητικής αναμονής και διαμορφώνει μια βάση στήριξης της ενωμένης δεξιάς πέραν της κλειστής ολιγαρχικής κάστας, με κύριο κερδισμένο τη ΝΔ.

Τρίτον, οι προαναφερθείσες φρούδες ελπίδες «συναντώνται» στην άλλη πλευρά της κοινωνικής βάσης με τη μεγάλη μάζα της επισφάλειας, της ανεργίας, της φτώχειας και της περιθωριοποίησης. Ο κόσμος αυτός ενώ βιώνει εκείνο που η πρώτη ομάδα ακόμα δεν αντιλαμβάνεται πλήρως- ότι δηλαδή η κρίση σοβεί και χειροτερεύει κάθε μέρα που δε διαφαίνεται ούτε ίχνος ισχυρής αναπτυξιακής και ανασυγκροτητικής πορείας προς όφελος του λαού- δε διαθέτει οργάνωση, χάνει τη διάθεση για δράση, δε βλέπει σαφές σχέδιο παραμένει κοινωνικά αδρανής και πολιτικά ορφανός.

Η συνάντηση των δύο πλευρών, εκείνων που αναπτύσσουν φρούδες ελπίδες και γι’ αυτό έστω πρόσκαιρα κινούνται πιο συστημικά κι εκείνων που έχουν ολοένα λιγότερα να χάσουν αλλά ελλείψει πρωτοπορίας νιώθουν ως ήττα και όχι ως κάλεσμα σε δράση αυτή τους την κατάσταση εμπεριέχει το σπέρμα του διχασμού της κοινωνίας.

Έτσι στη βάση του προπαρατιθέντος συνδυασμού βιώνουμε την κατάσταση κοινωνικής ύφεσης και άρα επιφανειακής ηρεμίας, που ερμηνεύεται και ίσως εκδηλωθεί εκλογικά ως ένα νέο σημείο εξισορρόπησης της ελληνικής κοινωνίας, μετά τους βίαιους και ριζοσπαστικούς, κοινωνικούς και εκλογικούς κραδασμούς της διετίας 2010- 2012. Στην πραγματικότητα όμως η εικόνα της ισορροπίας είναι αντεστραμμένη. Η κατάσταση της διχασμένης ελληνικής κοινωνίας είναι θεμελιακά ανισόρροπη, περιμένοντας είτε τη διαβρωτική επίδραση της κρίσης, είτε κάποιο καταλυτικό γεγονός για να εκδηλωθεί σε όλη της την ένταση.

Η παρούσα εικόνα εύθραυστης (αν-)ισορροπίας εκδηλώνεται τόσο στις κινητοποιήσεις που παραμένουν υποτονικές και κατατετμημένες, σε χτυπητή αντίθεση με το βάθος της κρίσης και με τη μαζικότητα της πρώτης μνημονιακής διετίας, όσο και στη διαφαινόμενη εκλογική συμπεριφορά. Στις αυτοδιοικητικές εκλογές η αριστερά φαίνεται ότι δε θα καταγράψει ισχυρό ρεύμα υπέρ της, τουλάχιστον όχι όσο θα ήλπιζε κανείς μετά τα καταστροφικά για τον παραδοσιακό δικομματισμό αποτελέσματα του 2012.

Στις ευρωεκλογές φαίνεται- με πολλή επιφύλαξη μιλώντας- ότι η δεξιά θα αντέξει παρότι διαρκώς συρρικνούμενη. Επίσης ότι θα διαφανεί ένας πρόσκαιρος, ασθενής δικομματισμός, μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ. Δεν πρόκειται για κατά κυριολεξία δικομματισμό καθώς όλες οι άλλες δυνάμεις θα συσπειρώνουν ισχυρές δυνάμεις, ίσως αθροιστικά ισχυρότερες των δύο κομμάτων.

Δεν έχει κοινωνικό βάθος με την έννοια ότι τα δύο κόμματα δεν εκφράζουν αντίστοιχες παρατάξεις με συνείδηση διακριτής ιστορικής ταυτότητας και διαφορετικά στρατηγικά σχέδια για την Ελλάδα μετά την κρίση. 

Επιπλέον, η κεντρώα στροφή της πλειοψηφούσας γραμμής του ΣΥΡΙΖΑ τον απομακρύνει ολοένα περισσότερο από την ανέκφραστη και βουβή ακόμα κοινωνική πλειοψηφία, τον εξελίσσει σε συστημική δύναμη, φοβική προς τα όποια ριζοσπαστικά ρεύματα. Στροφή από την οποία δεν εισπράττει ούτε δημοσκοπικά οφέλη.

Εν κατακλείδι, είναι αρκετά πιθανό οι επερχόμενες εκλογές να δημιουργήσουν την ψευδαίσθηση μιας κοινωνικής και εκλογικής εξισορρόπησης, που είναι ενδεικτική της αδυναμίας κυρίως της αριστεράς να προωθήσει τις προοδευτικές κοινωνικές διεργασίες και να τις εκφράσει σε κεντρικό επίπεδο. Η υπέρβαση αυτής της αδυναμίας δεν είναι αυτονόητη, ούτε εύκολη και θα κριθεί στο διάστημα μέχρι και μετά τις επερχόμενες εθνικές εκλογές από την προγραμματική επάρκεια και την οργανωτική αποτελεσματικότητα όποιου φιλοδοξεί να διαδραματίσει ηγεμονικό ρόλο.

http://www.thepressproject.gr/ 
 

Για πόσο θα πληρώνουμε τους τραπεζίτες Σάλλα, Κωστόπουλο, Λάτση;

Κανείς δεν έχει κερδίσει περισσότερο από τους τραπεζίτες στα χρόνια τπς κρίσης. Αφού λοιπόν οι τραπεζίτες «απορρόφησαν» 211,5 δισ. ευρώ προκειμένου να «περάσουν τον κάβο» χωρίς να κινδυνεύσουν τα κέρδη τους, τώρα θα επαναγοράσουν από το Δημόσιο τις τράπεζες έναντι συμβολικού τιμήματος. Αυτό τουλάχιστον προβλέπει η συμφωνία της κυβέρνησης με την τρόικα, που θα αποτυπωθεί σε έναν ακόμη νόμο που ψηφίζεται από το ελληνικό κοινοβούλιο για το «καλό της χώρας».


Του Λευτέρη Χαραλαμπόπουλου – «Unfollow»

Μπορεί οι κυβερνήσεις να φρόντισαν το μάνατζμεντ των τραπεζών να παραμείνει ιδιωτικό, όμως οι τέσσερις συστημικές Τράπεζες τυπικά ανήκουν στο ελληνικό δημόσιο, που έχει δώσει τα χρήματα για την ανακεφαλαιοποίησή τους. Η κυβέρνηση όμως ετοιμάζεται να τις ξαναδώσει πίσω στους ιδιώτες, αφού φορτώσει για άλλη μια φορά τη «χασούρα» στις πλάτες του ελληνικού λαού. 

Η νέα διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης των Τραπεζών είναι το αποτέλεσμα της πρόσφατης συμφωνίας της κυβέρνησης με την Τρόικα και προϋπόθεση για να εκταμιευτούν οι νέες δανειακές δόσεις. Κάτω από τις εντολές των δανειστών και με την προθυμία των κυβερνώντων, ο σχετικός νόμος ουσιαστικά θεσμοθετεί ζημιά για το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ, δηλαδή το ελληνικό δημόσιο), που κατέχει σημαντικό ποσοστό των μετοχών, και κέρδη για τους τραπεζίτες. Χαράς ευαγγέλια λοιπόν για τους κ.κ. Κωστόπουλο (Alpha Bank), Σάλλα (Πειραιώς), Λάτση (Εθνική, Eurobank), αλλά και για όλους τους μεγαλομέτοχους της Εθνικής Τράπεζας.

Φαίνεται πως ήρθε η ώρα, να ξαναπληρώσουμε τις τράπεζες, αφού τα 211,5 δισ. ευρώ που έχουν πάρει με τη μορφή ζεστού χρήματος και εγγυήσεων από το 2008 μέχρι σήμερα δεν ήταν αρκετά. Πώς θα γίνει αυτό; Το 2013, που πραγματοποιήθηκε η προηγούμενη ανακεφαλαιοποίηση των Τραπεζών, η κυβέρνηση είχε ήδη προβλέψει μια διαδικασία προκειμένου οι ιδιώτες να ξαναποκτήσουν τις συστημικές τράπεζες αγοράζοντας ξανά τις μετοχές τους. Πρόκειται για τα ονομαζόμενα warrants (δικαιώματα προαγοράς): 
οι ιδιώτες που θα συμμετείχαν με δικά τους κεφάλαια (τουλάχιστον 10%) στην ανακεφαλοποίηση, θα είχαν τη δυνατότητα, κατά την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου των τραπεζών, να λάβουν επιπλέον μετοχές, από αυτές που είχε στην κατοχή του το ΤΧΣ, σε προκαθορισμένη τιμή. 

Για μια περίοδο από 2 (Eurobank) μέχρι 4,5 χρόνια (Εθνική, Alpha, Πειραιώς) δόθηκε στους παλιούς μετόχους το δικαίωμα να αγοράσουν έναν αριθμό μετοχών σε συγκεκριμένη τιμή. Το σκεπτικό ήταν ότι τα επόμενα χρόνια η ελληνική οικονομία θα ανακάμψει, θα αυξηθούν οι τιμές των μετοχών, κι έτσι το ελληνικό δημόσιο θα ανακτήσει ένα σημαντικό τμήμα από τα χρήματα που έχει δώσει στις τράπεζες για την ανακεφαλοποίησή τους, μέσω της πώλησης των μετοχών στους ιδιώτες. Διακηρυγμένος στόχος, να πάρει πίσω το Δημόσιο τα περισσότερα από τα 40 δισ. ευρώ που έδωσε ως ζεστό χρήμα για τη διάσωση των τραπεζών – χρήματα που έχουν εγγραφεί στο «δημόσιο» χρέος

Με το νόμο που έφερε στη Βουλή, όμως, η κυβέρνηση δίνει το δικαίωμα στους ιδιώτες που θα συμμετέχουν στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου να αποκτήσουν τις μετοχές των τραπεζών τους στις τρέχουσες τιμές αγοράς, που είναι πολύ χαμηλέςΈτσι, οι συστημικές τράπεζες θα γυρίσουν στα χέρια των πρώην ιδιοκτητών τους έναντι ελάχιστου τιμήματος. 

Υπολογίζεται ότι το δημόσιο θα εισπράξει μόλις 15 με 20 δισ. ευρώ! Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι η Τρόικα απαίτησε η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου των τραπεζών να καλυφθεί στο μεγαλύτερο βαθμό από ιδιωτικά κεφάλαια και το ΤΧΣ να περιοριστεί σε επικουρικό ρόλο. Αντίστοιχο περιεχόμενο είχε και η επιστολή που, σύμφωνα με την εφημερίδα Καθημερινή, έστειλε πρόσφατα προς την ελληνική κυβέρνηση ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Χοακίν Αλμούνια.

Αυτός ήταν και ο λόγος που οι τράπεζες Πειραιώς και Alpha έσπευσαν να προκηρύξουν αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, προκειμένου να καλύψουν την ανακεφαλαιοποίησή τους, ενώ και η Εθνική ανακοίνωσε ότι θα προχωρήσει σε έκδοση νέων μετοχών για τη δική της ανακεφαλαιοποίηση. Οι τραπεζίτες ουσιαστικά αποκτούν μια μοναδική ευκαιρία να ανακτήσουν τον πλήρη έλεγχο των τραπεζών τους με εξευτελιστικό τίμημα.

Εκεί όμως που η πρόκληση γίνεται ακόμα μεγαλύτερη είναι στην περίπτωση της Eurobank. Η Eurobank ανακεφαλαιοποιήθηκε το 2013 κατά 100% με δημόσιο χρήμα – γι” αυτό και στην περίπτωσή της δεν δόθηκαν «δικαιώματα προαγοράς». Ο τραπεζίτης Λάτσης έφυγε νύχτα από τη Eurobank, χωρίς να καταβάλει ούτε ένα ευρώ για την ανακεφαλοποίησή της. Το γεγονός στηλίτευσε ακόμη και ο Γ. Προβόπουλος σε πρόσφατη συνέντευξή του. Αυτό που δεν σχολίασε ο κεντρικός τραπεζίτης ήταν ο σκανδαλώδης τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση Σαμαρά έδωσε τη δυνατότητα στον Λάτση να μετατραπεί σε μέτοχο της Εθνικής Τράπεζας. 

Η ανακεφαλαιοποίηση της Eurobank στοίχισε στο ελληνικό δημόσιο 5,839 δισ. ευρώ. Η ζημιά που χαρίστηκε στον Λάτση ήταν περίπου 2 με 2,5 δισ. ευρώ. Δηλαδή, κατά τι μικρότερη από τα 2,5 με 3 δισ. ευρώ που υπολογίζεται ότι θα απαιτηθούν τώρα για τη νέα ανακεφαλοποίηση. Λίγο δύσκολο να είναι τυχαίο.

Αν η νέα αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου καλυφθεί εξ ολοκλήρου από ιδιωτικά κεφάλαια, όπως ζητάει η τρόικα και ο Αλμούνια, τότε το ποσοστό της συμμετοχής του ΤΧΣ στη Eurobank από 95% που είναι σήμερα, θα κατρακυλήσει περίπου στο 35%. Η Τράπεζα θα περάσει και πάλι στα χέρια των ιδιωτών, με το ελληνικό δημόσιο να χάνει μεγάλο μέρος των χρημάτων που είχε ρίξει μόλις ένα χρόνο πριν για να τη σώσει! Αν μάλιστα η κυβέρνηση, μετά την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου στη Eurobank, δώσει και «δικαιώματα προαγοράς» μετοχών στους νέους μετόχους, τότε το πάρτι θα γίνει ακόμα μεγαλύτερο. Πληροφορίες λένε ότι, μετά από έναν κύκλο που θα γίνει με τα διάφορα fund που ετοιμάζονται να συμμετέχουν στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, η μέχρι πρότινος χρεοκοπημένη Τράπεζα μάλλον θα καταλήξει και πάλι στον Λάτση, καθαρή και εύρωστη…

Το πόσο σκανδαλώδη είναι όλα αυτά φαίνεται και από το γεγονός ότι, στον ίδιο νόμο, η κυβέρνηση σπεύδει να θεσπίσει την απαλλαγή της Διοίκησης του ΤΧΣ από κάθε ευθύνη για τη χασούρα που θα έχει το δημόσιο.

Πόσο έχει κοστίσει η διάσωση των τραπεζιτών;


Κάπου ανάμεσα στο χορό των δισεκατομμυρίων, τη βαθιά διαφθορά και την προνομιακή μεταχείριση των τραπεζιτών, ο λογαριασμός έχει χαθεί. Αλήθεια πόσα έχουμε πληρώσει στις ελληνικές τράπεζες διά της μεθόδου της ανακεφαλαιοποίησης, των κρατικών ενισχύσεων και εγγυήσεων;

Από το 2008 μέχρι σήμερα, οι τράπεζες συνολικά έχουν λάβει κρατική βοήθεια ύψους περίπου 211,5 δισ. ευρώ.

Το 2008 η κυβέρνηση Καραμανλή ενέκρινε πακέτο κρατικών εγγυήσεων και ζεστού χρήματος για τις τράπεζες ύψους 28 δια ευρώ (Ν. 3723/2008). Από αυτά, τα 4 δισ. ήταν σε ρευστό και μοιράστηκαν ως εξής: Alpha Bank 940 εκατ. ευρώ, Eurobank 950 εκατ. ευρώ, Εθνική Τράπεζα 1,35 δισ. ευρώ, Τράπεζα Πειραιώς 750 εκατ. ευρώ.

Στη διετία 2010-2011, η κυβέρνηση Παπανδρέου πρόσφερε στους τραπεζίτες πέντε πακέτα κρατικών εγγυήσεων και κεφαλαίων, ύψους συνολικά 110 δισ. ευρώ. Όσα δηλαδή ήταν και τα χρήματα από το πρώτο δάνειο της Τρόικας! Συγκεκριμένα: 15 δισ. ευρώ με το Ν. 3845, 10 δισ. ευρώ με το Ν. 3864, 25 δισ. ευρώ με το Ν. 3872, 30 δισ. ευρώ με το Ν. 3965 και ακόμη 30 δισ. ευρώ με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου στις 14 Σεπτεμβρίου 2011.

Από τη λίστα δεν θα μπορούσε να λείπει και η κυβέρνηση του τραπεζίτη Παπαδήμου, η οποία χορήγησε δύο πακέτα κρατικών εγγυήσεων προς τις τράπεζες: 30 δισ. ευρώ με το Ν. 4031, που κατέθεσε ο τότε υπουργός Οικονομικών και νυν πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Ε. Βενιζέλος στις 9 Δεκεμβρίου 2011. Επιπλέον 18 δισ. ευρώ παρείχε το ΤΧΣ τον Ιούνιο 2012, λόγω της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, που είχε περάσει επί κυβέρνησης Παπαδήμου για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών μετά το PSI («κούρεμα»).

Η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου έδωσε στους τραπεζικούς ομίλους άλλα 25,5 δισ. ευρώ μετρητά για την ανακεφαλοποίησή τους μέσα στο 2013. Αυτά μοιράστηκαν ως εξής: η Alpha Bank πήρε 4,021 δισ. ευρώ, η Eurobank 5,839 δισ. ευρώ, η Εθνική Τράπεζα 8,677 δια ευρώ και η Τράπεζα Πειραιώς 6,985 δισ. ευρώ. Το σύνολο του λογαριασμού: 25,522 δισ. ευρώ.

Με αυτά τα 25,5 δισ., το συνολικό ποσό εγγυήσεων και χορηγήσεων που έχει παράσχει το κράτος στις τράπεζες ανέρχεται στα 211,5 δισ. ευρώ, ποσό που ξεπερνάει το 100% του ΑΕΠ της χώρας, και ισοδυναμεί με τα 2/3 του «δημόσιου» χρέους. Κι όλα αυτά, χωρίς να συνυπολογίσουμε τα κέρδη που θα αποκομίσουν οι ίδιοι τραπεζίτες από το πώς η κυβέρνηση τους χάρισε ουσιαστικά την Αγροτική Τράπεζα, το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο ή τα υποκαταστήματα των κυπριακών τραπεζών.

Είναι προφανές ότι ο κύριος όγκος των δανείων της τρόικας δεν προοριζόταν για «μισθούς και συντάξεις», όπως μας έλεγαν, αλλά για τα θησαυροφυλάκια των τραπεζιτών. Κι ενώ η αποπληρωμή αυτών των δανείων ματώνει τον ελληνικό λαό, οι συνεταίροι της συγκυβέρνησης Σαμαράς και Βενιζέλος κάνουν ένα ακόμη δώρο στους τραπεζίτες, προτάσσοντας τη γνωστή κυβερνητική προπαγάνδα: «Αν σώσουμε τις τράπεζες, θα υπάρξει σταθεροποίηση της οικονομίας και ρευστότητα στην αγορά»Μετά από 5 χρόνια διάσωσης των τραπεζών, όμως, το μόνο που ζούμε είναι φτώχεια, ανεργία, διάλυση του κοινωνικού ιστού και της οικονομίας.

Οι αχόρταγες τράπεζες και η μαύρη τρύπα της ανακεφαλαιοποίησής τους είναι το ένα ζήτημα. Το άλλο είναι ότι τόσο τα κυβερνητικά κόμματα όσο και τα ΜΜΕ είναι εξίσου υπερχρεωμένα στις τράπεζες. Τόσο ώστε η συγκυβέρνηση να περνάει από τη Βουλή κάθε απαίτηση των τραπεζιτών, την ώρα που τα ΜΜΕ σφυράνε αδιάφορα… Τόσο προκλητικά, όσο εύκολα αναρωτήθηκε ο Παντελής Καψής, πρώην στέλεχος δημοσιογραφικού οργανισμού και νυν στέλεχος της κυβέρνησης: «Μα καλά, δίνουν γραμμή οι τραπεζίτες στους δημοσιογράφους;». Όταν τους πνίγουν τα δάνεια, ναι… 



 

«Αφήστε το κατσικάκι να μπει στη βάρκα…»

Μου αρέσουν πολύ οι ιστορίες αγάπης μεταξύ ανθρώπων και ζώων. Μια τέτοια, πολύ συγκινητική ιστορία άκουσα προ ημερών από μια φίλη μου και θέλω να σας τη μεταφέρω όπως ακριβώς μου τη διηγήθηκε.

«Η οικογένεια του πατέρα μου ήρθε από τη Σμύρνη το ’22, με την καταστροφή. Ο πατέρας μου, μικρό παιδάκι τότε, είχε σαν φίλο του ένα κατσικάκι, που το λάτρευε. Οταν η Σμύρνη
πήρε φωτιά, η οικογένεια, με δύο βαλιτσούλες στο χέρι και με τον πατέρα μου στην αγκαλιά, έφτασε στην προκυμαία, όπου περίμενε μια βάρκα για να τους πάει στο πλοίο που θα τους έφερνε στον Πειραιά. Καθώς έμπαιναν στη βάρκα, ο πατέρα μου είδε το κατσικάκι του: Μέσα στο χάος, τις φωτιές και τον πανικό, το ζωάκι τούς είχε ακολουθήσει και περίμενε, βελάζοντας, να μπει κι αυτό στη βάρκα. Ο μπαμπάς μου έβαλε τα κλάματα, η γιαγιά μου ζήτησε απ” τον βαρκάρη να βάλει και το κατσικάκι στη βάρκα, αλλά εκείνος το ξέκοψε: “Ή το παιδί θα πάρεις ή το κατσίκι. Διάλεξε!” Ετσι, άφησαν το κατσικάκι και πήγαν στο πλοίο.


»Τα χρόνια πέρασαν, το προσφυγόπουλο κατέληξε στην Αιδηψό, μεγάλωσε κι έκανε κι αυτό οικογένεια. Κάποια στιγμή διηγήθηκε στα παιδιά του -ανάμεσά τους κι εγώ- την ιστορία με το κατσικάκι. Και δάκρυσε. Πέρασαν κι άλλα χρόνια, μέχρι που ο πατέρας μου έφτασε στο τέλος της ζωής του. Καθώς έσβηνε, καθόμουν δίπλα του κρατώντας του το χέρι. Παραμιλούσε. Τα τελευταία του λόγια ήταν: “Αφήστε το κατσικάκι να μπει στη βάρκα”…»                             

Κρίτων σιγάν;

Του Θανάση Καρτερού
Ρήγμα, ρήξη, διαφωνία κορυφής. Οι λέξεις έχουν το δικό τους προπαγανδιστικό φορτίο όταν αναφέρονται στον ΣΥΡΙΖΑ. Όταν έρχονται και επανέρχονται για να καρικώσουν και να (μας) ξαναφορέσουν τη χιλιομπαλωμένη άποψη: Αυτοί τρώγονται συνεχώς μεταξύ τους! Έφτασε το ηλεκτρονικό "Βήμα" να ξεκινάει σχετικό ρεπορτάζ με την πληροφορία: "Συνέχεια στην εσωκομματική σύγκρουση... δόθηκε το απόγευμα της Μ. Πέμπτης στη συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας του κόμματος". Κι αυτό τη Μ. Πέμπτη το πρωί!!!
Παραδρομή, θα πείτε. Εντάξει, αλλά κάτι δείχνει η λανθάνουσα γλώσσα. Στην προσπάθειά του ο Σέρλοκ των ρήξεων να εφαρμόσει τη "γραμμή" μετακινεί όχι μόνο ανθρώπους και βουνά, αλλά και τον χρόνο. Λέει βέβαια ο Λαφαζάνης ότι δεν υπάρχει κανένα ρήγμα -υπάρχει συζήτηση, υπάρχουν διαφορετικές απόψεις, και τελικώς αποφάσεις υποχρεωτικές για όλους. Είπε ο Τσίπρας τη Μεγάλη Τετάρτη στη Χαλκίδα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι αρχηγικό κόμμα, δεν φιμώνει κανέναν, τις θέλει τις διαφορετικές απόψεις γιατί πρέπει ο λαός να ξέρει πώς σκέφτεται ο καθένας.
Ε, και; Ας λένε. Οι ρηξιλάγνοι θα συνεχίσουν το βιολί τους. Ο κοινός τόπος -η ταύτιση στα κόμματα εξουσίας της διαφορετικής άποψης με τη ρήξη, τη διάσπαση, την υπονόμευση του αρχηγού- τους ευνοεί. Ο σπόρος τους δεν πάει ολότελα χαμένος, σε ένα έδαφος που λιπαίνουν δεκαετίες τώρα πτώματα διαφωνούντων και διαφωνιών. Κάνουν με τον νου τους μπαϊράμι, πως ό,τι ίσχυε για το ΠΑΣΟΚ και ισχύει για τη Ν.Δ. (πετάει ο Σαμαράς; πετάει!) δεν μπορεί παρά να ισχύει και για την Αριστερά. Και ένας κόσμος μαθημένος σ' αυτή τη μουσική και καχύποπτος σε υπέργειες αγάπες υπόγειων εχθρών χορεύει στον σκοπό τους.
Συνεπώς; Μιας και το τελευταίο επεισόδιο γράφτηκε ότι έχει να κάνει με τον Κρίτωνα Αρσένη, Κρίτων σιγάν; Αυτό δεν γίνεται σε ένα κόμμα που, αν επέλεγε το σιγάν, θα πάθαινε ασφυξία. Κρίτων εξηγάν, και εξηγάν όμως ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει καμιά σχέση με την αρτηριοσκλήρωση των άλλων. Είναι άλλο είδος. Η ζωηρή δημοκρατία είναι το οξυγόνο του, έστω κι αν ώρες-ώρες παρουσιάζει συμπτώματα παιδικής αρρώστιας -ιλαράς συνήθως. Και με λίγη προσπάθεια θα καταλάβουν, όσο θέλουν να καταλάβουν, την αλήθεια της διαλεκτικής: η πάλη των αντιθέτων κι όχι η ομοφωνία των υποθέτων σπρώχνει τον κόσμο μπροστά...

http://www.avgi.gr/

Σάββατο 19 Απριλίου 2014

ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ..!!


Τελικά αυτοί δεν θα αλλάξουν ποτέ – Ας τους αλλάξουμε εμείς-γράφει η Μίλια Κόπτη Υποψήφια Δημοτικός Σύμβουλος Παλλήνης

Κόπτη Μίλια
Υποψήφια Δημοτικός Σύμβουλος
Παλλήνης
με τον Συνδυασμό
"Παρέμβαση για έναν άλλο Δήμο"
 
 Το τελευταίο διάστημα εξελίσσεται μπροστά στα μάτια μας το ίδιο σκηνικό κάθε προεκλογικής περιόδου, που για άλλη μια φορά, προσβάλλει την νοημοσύνη του κάθε δημότη, και προκαλεί αποστροφή.

Η δημοτική αρχή, με όψιμο ενδιαφέρον, περιδιαβαίνει τα μαγαζιά και τις λαϊκές αγορές και μοιράζει αφειδώς χειραψίες και υποσχέσεις. Οι δρόμοι σε διάφορες περιοχές του Δήμου μας, σκάβονται βεβιασμένα και αγωγοί ομβρίων τοποθετούνται, οι οποίοι τελικά καταλήγουν σε αποδέκτες των λυμάτων της αποχέτευσης, αφού πολλοί επιλέγουν να λύνουν το πρόβλημά τους με αυτόν τον τρόπο. 

Στα αυτιά μας έρχονται καταγγελίες κατοίκων, στους οποίους υποψήφιοι των κ. Ζούτσου, Μερτύρη και Μπάκα, σίγουροι για την νίκη τους, μοιράζουν θέσεις εργασίας, ζητώντας τους – άκουσον άκουσον – καταλόγους των ονομάτων των οικογενειών τους.

Ο δρόμος που κατοικώ, όπως και πολλοί άλλοι στο Δήμο, για πολλούς μήνες το χρόνο μετατρέπεται σε ένα κατηφορικό δύσοσμο ποτάμι από λύματα και βρόχινα ύδατα. Άπειρες φορές στο παρελθόν όλοι οι γείτονες διαμαρτυρηθήκαμε στη Δημοτική αρχή, ακόμη και με μάζεμα υπογραφών, αλλά και με αναφορά στις ελάχιστες διαβουλεύσεις που έχουν γίνει. Πλήρης αδιαφορία.....

Η προεκλογική όμως περίοδος έκανε πάλι το θαύμα της για ολίγους όμως και εκλεκτούς και έτσι την προηγούμενη εβδομάδα συνεργεία του Δήμου έσκαψαν τον δρόμο σε συγκεκριμένο μόνο σημείο και πέρασαν σωλήνες ύδρευσης – σημειωτέον διαμέτρου τόσο μικρής που με το παραμικρό κώλυμα θα βουλώσουν – που εξυπηρετούν όμως στην ουσία μόνο συγκεκριμένες κατοικίες!

Στις εύλογες διαμαρτυρίες των γειτόνων ‘’γιατί μόνο εκεί;’’, η απάντηση των υπαλλήλων ήταν ‘’Για εκεί είναι μόνο η μελέτη!’’ .Φυσικά όλοι πληροφορηθήκαμε ότι οι συγκεκριμένοι κάτοικοι είχαν πρόσφατα απευθυνθεί στον δήμαρχο προσωπικά.... Και φυσικά όλοι μειδιάσαμε και κουνήσαμε το κεφάλι με ‘’κατανόηση’’.

Αυτοί λοιπόν δεν θα αλλάξουν ποτέ, θα δουλεύουν με τις ίδιες αναίσχυντες τακτικές και μεθόδους του ρουσφετιού και της πελατειακής σχέσης. 

Ας τους αλλάξουμε λοιπόν εμείς. Ας επιλέξουμε ένα νέο ήθος και ύφος στην τοπική αυτοδιοίκηση, μια άλλη σχέση με τον πολίτη.

Όλοι εμείς οι υποψήφιοι, αλλά και όλα τα μέλη και οι φίλοι της ‘Παρέμβασης για έναν άλλο Δήμο’ δεν τάζουμε δουλειές, δεν μοιράζουμε θέσεις και υποσχέσεις.

Το μόνο που υποσχόμαστε είναι ότι θα αγωνιστούμε με όλες μας τις δυνάμεις, χωρίς συμφέρον και προσωπικές φιλοδοξίες για να κάνουμε τη ζωή μας στο Δήμο μας πιο ανθρώπινη. Και σ΄αυτόν τον αγώνα ζητάμε την ενεργή συμμετοχή του κάθε κατοίκου, γιατί μόνο τότε θα είναι αποτελεσματικός .

Ας τους αλλάξουμε λοιπόν τώρα εμείς, γιατί μόνο έτσι θα αλλάξουμε την ζωή μας!




http://pa-pallini.blogspot.gr/

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *