Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων καταγγέλλει την
εκχώρηση μνημείων στο Υπερταμείο ως εγγύηση για την αποπληρωμή των δανείων
γράφει η Δήμητρα Μυρίλλα
Στη χώρα της αντεστραμμένης
πραγματικότητας όπου τα μνημόνια τελειώνουν, αλλά μένουν 99 χρόνια, οι γέροντες
παίρνουν φιλοδωρήματα, αλλά οι συντάξεις «δεν κόβονται», οι Αμερικάνοι είναι
«φίλοι» μας, αλλά η χώρα μετατρέπεται σε εφαλτήριο της αδηφάγας πολεμικής και
επιχειρηματικής πολιτικής τους και ο δημόσιος πλούτος «δεν εκχωρείται», αλλά
τελικά χαρίζεται με συνοπτικές διαδικασίες , στην αρχή του καλοκαιριού συνέβη
το εξής: εκχωρήθηκαν στην Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου Α.Ε., η οποία
ανήκει στο Υπερταμείο 10.119 ακίνητα του Ελληνικού Δημοσίου, συνολικού εμβαδού
γης 511.357.451 τ.μ. και δομημένης επιφάνειας 22.601 τ.μ.
Η εκχώρηση – επιδρομή
στην δημόσια περιουσία του τόπου αποτελεί υλοποίηση του προαπαιτούμενου της
δανειακής σύμβασης που ψηφίστηκε τον Ιούνιου από τη Βουλή σύμφωνα με το οποίο
το Υπερταμείο «δεσμεύεται στον ESM ότι κάθε φορά που το δικαιούχο κράτος-μέλος
δεν καταβάλλει ποσό οφειλόμενο βάσει ή με βάση τη Σύμβαση, η Ελληνική Εταιρεία
Συμμετοχών και Περιουσίας μετά από αίτημα θα φέρει την ευθύνη καταβολής αυτού
του ποσού σαν να ήταν ο κύριος οφειλέτης, εφόσον τα συνολικά καταβλητέα ποσά
δεν υπερβαίνουν συνολικά τα 25 δισ. ευρώ». Δηλαδή, η δημόσιος και λαϊκός
πλούτος είναι το ενέχυρο για τους δανειστές τα επόμενα 99 χρόνια. Στην λίστα τα
ακίνητα αναφέρονται όχι ονομαστικά (ΦΕΚ
Β 2317/19.6.2018), αλλά με αριθμούς κτηματολογίου με αποτέλεσμα να είναι
περίπου αδύνατον να γνωρίζουν οι αρμόδιοι φορείς (Δήμοι, Περιφέρειες κ.ά) ποια συγκεκριμένα
ακίνητα «χαρίστηκαν» ως ενέχυρο για την αποπληρωμή των δανείων.
Μεταξύ αυτών των ακινήτων
συμβαίνει και το πρωτοφανές να περιλαμβάνονται μνημεία, μουσεία, ιστορικά
κτίρια. Πρόσφατα δημοσιοποιήθηκε
κατάλογος μνημείων που υπάγονται στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Χανίων και
εμφανίζονται να εκχωρούνται στο Υπερταμείο. Μεταξύ αυτών βρίσκονται μεγάλα
τμήματα της ανατολικής τάφρου των Ενετικών οχυρώσεων, η τάφρος του Βυζαντινού
τείχους, η νότια τάφρος των Ενετικών οχυρώσεων, ακίνητα στα οποία έχουν έλθει
στο φως σημαντικά μινωικά αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, συγκροτήματα ενετικών νεωρίων,
ο προμαχώνας Μοnigo, o Ενετικός προμαχώνας Lando, το φρούριο Φιρκά και το
τούρκικο χαμάμ (ακίνητα απαλλοτριωμένα για αρχαιολογικούς σκοπούς από το ΥΠΠΟΑ
ή και ακίνητα στα οποία έχουν επίσης πραγματοποιηθεί εργασίες ανάδειξης και
αποκατάστασης). Περιλαμβάνονται ακόμη και τα Αρχαιολογικά Μουσεία (!), τόσο το στεγαζόμενο στον ναό του
Αγίου Φραγκίσκου αλλά και το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο και άλλα όπως το Εθνικό
Μουσείο Ελευθέριος Βενιζέλος ή το Ιστορικό Αρχείο Κρήτης.
Με λίγα λόγια για ένα αιώνα εάν
δεν αποπληρώνονται τα δάνεια θα δίνονται στους δανειστές – γύπες μνημεία! Η ιστορική και συλλογική μνήμη τεμαχίζεται σε
λογιστικά κουτάκια και μπαίνει υποθήκη.
Τα ιστορικά κτίρια των Χανίων
προφανώς είναι μόνο κάποια από όσα συνολικά παραχωρούνται σε ολόκληρη την
επικράτεια, αφού η αποκρυπτογράφηση των αριθμών κτηματολογίου είναι σχεδόν
βέβαιο ότι θα μας φέρει προ εκπλήξεων σε σχέση με το είδος, τη σπουδαιότητα και
το εύρος των υπόλοιπων μνημείων που εκχωρούνται. Σημειώνεται, δε, ότι οι Υπηρεσιακές Μονάδες του
Υπουργείου Πολιτισμού, αρμόδιες για την προστασία των μνημείων δεν ενημερώθηκαν
ποτέ για τα ιστορικά κτίρια και μνημεία που υποθηκεύονται ως εγγύηση για τα
δάνεια.
O Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων
καταγγέλει το γεγονός και τονίζει για
μία ακόμη φορά ότι «τα μνημεία προστατεύονται από το Σύνταγμα και αποτελούν de
facto ακίνητη περιουσία του δημοσίου, εκτός κάθε συναλλαγής. Το πρωτοφανές αυτό γεγονός έγινε γνωστό με
αφορμή τη δημοσιοποίηση καταλόγου των μνημείων που υπάγονται στην Εφορεία
Αρχαιοτήτων Χανίων. Η κίνηση αυτή είναι πρωτοφανής για τα έως σήμερα δεδομένα
της διαχείρισης της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και πρόκειται δικαιολογημένα
να ξεσηκώσει θύελλες αντιδράσεων σε τοπικό αλλά και σε διεθνές επίπεδο».
Οι αρχαιολόγοι επισημαίνουν
εξάλλου ότι «Η εξαίρεση των μνημείων και αρχαιολογικών χώρων, σύμφωνα με το
άρθρο 196, παράγρ. 4 του Ν. 4389/2016, αποτελεί προσχηματική δικαιολογία,
δεδομένου ότι αναιρείται από την αμέσως επόμενη παράγραφο, την παράγραφο 5 του
ίδιου άρθρου, σύμφωνα με την οποία τα εξαιρούμενα ακίνητα παραμένουν στη
διαχείριση της ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε., μάλιστα με την επιφύλαξη υφιστάμενου δικαιώματος
οποιουδήποτε νομικού προσώπου εκτός του Ελληνικού Δημοσίου. Η νομή, χρήση και
διαχείριση λοιπόν των σημαντικότερων μνημείων των Χανίων δεν θα ανήκει στο
Υπουργείο Πολιτισμού και τις Περιφερειακές Υπηρεσίες του, κατά παράβαση του
πνεύματος του άρθρου 24 του Συντάγματος.
Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων
δεν θα επιτρέψει την παραχώρηση αρχαιολογικών χώρων και μνημείων ως εγγύηση
δανείου του δημοσίου χρέους για έναν ολόκληρο αιώνα, με άγνωστη εν τέλει
έκβαση. Η απαράδεκτη αυτή ενέργεια, αν και συντελείται σε καιρό ειρήνης, μπορεί
να παραλληλιστεί μόνο με τους βανδαλισμούς μνημείων και τη λεηλασία αρχαιοτήτων
στα πέτρινα χρόνια της κατοχής ή τις αρπαγές αρχαιοτήτων κατά τον 19ο αιώνα.
Αποτελεί ύστατο σημείο συνταγματικής εκτροπής που μάλιστα λαμβάνει χώρα την
ίδια στιγμή που θα περιμέναμε συντονισμένες ενέργειες για την επιστροφή των
κλεμμένων αρχαιοτήτων και τις νόμιμες αποζημιώσεις για την καταστροφή τους σε
καιρό πολέμου».
Στην Ελλάδα των βάρβαρων
μνημονιακών και μεταμνημονιακών μέτρων η πολιτιστική κληρονομιά όχι μόνο είναι
ανυπεράσπιστη, αλλά αποτελεί μέρος του σχεδίου καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης, η
οποία καλείται «ανάπτυξη» και «επενδύσεις», αλλά πρόκειται για πλήρη υπαγωγή
των μνημείων στην αγοραία λογική της κερδοφορίας. Η υποθήκευσή τους αντί εγγύησης για τα δάνεια επιτρέπει
την άνευ όρων διαχείρισή τους από επιχειρηματικούς ομίλους και την μετατροπή
τους σε εμπορεύσιμο είδος με όρους προσφοράς και ζήτησης.
Ο,τι έχει συμβεί τα προηγούμενα
χρόνια, από τις νομοθετικές διατάξεις που παρακάμπτουν την Αρχαιολογική
Υπηρεσία στο όνομα της προώθησης των επενδύσεων και των μεγάλων έργων, την
εμφάνιση επιχειρηματικών σχεδίων σε αρχαιολογικούς χώρους, το χάρισμα του
Ελληνικού, τη δράση του «Διαζώματος» το οποίο μέσα από μαξιμαλιστικά
προγράμματα επιδιώκει να εισάγει ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και αγοραίους
όρους στη διαχείριση των μνημείων (δες το σχετικό Δελτίο Τύπου του Συλλόγου
Ελλήνων Αρχαιολόγων) συνιστούν μία συντονισμένη κλιμάκωση της διαδικασίας
αποδυνάμωσης της κρατικής προστασίας και ελέγχου στην πολιτιστική κληρονομιά
και την αυτόματη άρση του κοινωνικού ρόλο και χαρακτήρα των μνημείων.