γράφει ο Θάνος Δημάδης
Ενώπιον ενός αόρατου στο προσκήνιο, αλλά παρασκηνιακά υπαρκτού και εκβιαστικού τελεσιγράφου τελεί η Αθήνα, με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Ευρώπη να εντείνουν τις πιέσεις για την -εδώ και τώρα- εμπροσθοβαρή ψήφιση σκληρότατων μέτρων υπό μια απειλή που οι πλευρές των δανειστών για ευνόητους λόγους αποφεύγουν να διατυπώσουν δημόσια, όμως φροντίζουν να την υπαινιχθούν ή να την υποδηλώσουν σε άτυπες συζητήσεις μέσω των γνωστών- άγνωστων κύκλων τους.
Αυτή η τελεσιγραφική απειλή μεταφράζεται στο εξής μήνυμα προς την Αθήνα: ή ψηφίζετε χωρίς αντιστάσεις και καθυστερήσεις όσα περιλαμβάνονται -ή ακόμα περισσότερο όσα επιπλέον προαπαιτούμενα συμπεριληφθούν-, ήτοι πρόσθετα μέτρα για να κλείσει η αξιολόγηση μέχρι το τέλος του έτους, ή διαφορετικά το 2016 θα βρει τις καταθέσεις των Ελλήνων στις ελληνικές τράπεζες κουρεμένες, και μάλιστα υπό πολύ δυσμενέστερους όρους από εκείνους που επιβλήθηκαν στο τραπεζικό σύστημα της Κύπρου πριν από σχεδόν τρία χρόνια.
Λόγοι... κόστους
Στην αμερικανική πρωτεύουσα, καλά πληροφορημένες πηγές υπενθυμίζουν ότι το 2013 το Ταμείο ήταν υπέρμαχος της απόφασης που προκρίθηκε στην Κύπρο ως «λύση» για τη συρρίκνωση του τραπεζικού της τομέα αποσκοπώντας αφ' ενός στον περιορισμό του κόστος χρηματοδοτικής στήριξης της κυπριακής οικονομίας, αφ' ετέρου στην όσο το δυνατόν μικρότερη επιβάρυνση του δημόσιου χρέους της χώρας.
Με δεδομένο ότι και τα δύο τινά παραμένουν αυτή τη στιγμή ζητούμενα και στην περίπτωση της Ελλάδας, το κούρεμα των ελληνικών καταθέσεων λογίζεται στο πίσω μέρος του μυαλού κάποιων αξιωματούχων στο ΔΝΤ αλλά και τις Βρυξέλλες ως μια επιλογή, η οποία αν επιτασσόταν από τις συνθήκες θα μπορούσε να υπηρετήσει την προτεραιότητά της Ευρώπης για λιγότερα δανεικά προς την Ελλάδα -αφού μέρος της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών της θα προερχόταν μέσω του κουρέματος των τραπεζικών καταθέσεων- αλλά και του Ταμείου, αφού λιγότερα απαιτητά δανεικά προς τη χώρα μας θα σήμαιναν πιο περιορισμένης κλίμακας υπερφόρτωση δημόσιου χρέους στις πλάτες της.
Από την Ουάσινγκτον ο Ντέσμον Λάχμαν, οικονομολόγος και πρώην ανώτατο διευθυντικό στέλεχος του Ταμείου και καθημερινός συνομιλητής με ανώτατους αξιωματούχους που ασχολούνται με την Ελλάδα στην έδρα του οργανισμού, μιλώντας στην «Εφ.Συν.» περιγράφει αυτό που με πολιτικούς και δημοσιογραφικούς όρους αποκαλείται ανοιχτό τελεσίγραφο το οποίο έχει ήδη σταλεί προς την Αθήνα: «Είναι προφανές ότι η ιδέα ενός κουρέματος στις ελληνικές καταθέσεις στα πρότυπα της Κύπρου θα έρθει με εύκολο τρόπο στην επιφάνεια, αν οι δεσμεύσεις που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα δεν υλοποιηθούν στο διάστημα των επόμενων ενός ή δύο μηνών, όπως ορίζουν Ευρωπαίοι και ΔΝΤ».
Ιδια άποψη έχει και ο Στέφεν Φίντλερ, διευθυντής της εφημερίδας Wall Street Journal από τις Βρυξέλλες, κατά τη συνομιλία της «Εφ.Συν.» μαζί του: «Θα είναι περισσότερο από πιθανό ένα κούρεμα καταθέσεων μετά την 1η Ιανουαρίου αν μέχρι τότε δεν έχει ολοκληρωθεί εγκαίρως η αξιολόγηση από την τρόικα και δεν έχει κατ' επέκταση υπάρξει συμφωνία για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών».
Με δηλώσεις του στην «Εφ.Συν.», την ίδια προοπτική θεωρεί απολύτως ρεαλιστική και ο διευθυντής της εφημερίδας Financial Times στις Βρυξέλλες, Πίτερ Σπίγκελ: «Η γερμανική κυβέρνηση έχει υποστηρίξει σθεναρά ένα "bailing in" στις ελληνικές τραπεζικές καταθέσεις. Αν η ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών δεν έχει ολοκληρωθεί σε συνέχεια της αξιολόγησης από τα τεχνικά κλιμάκια, τότε το κούρεμα των ελληνικών καταθέσεων θα βρεθεί στο επίκεντρο των αποφάσεων που θα ληφθούν», σημειώνει.
Ελάφρυνση του χρέους
Την ίδια στιγμή, με αποκλειστικές δηλώσεις του στην «Εφ.Συν.». ο εκπρόσωπος της Ελλάδας στο ΔΝΤ, Μιχάλης Ψαλιδόπουλος, θέτει την επιτυχή ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του νέου ελληνικού προγράμματος ως προαπαιτούμενο για τη δρομολόγηση αυτού που «καίει» περισσότερο την Αθήνα: την έναρξη της συζήτησης για την ελάφρυνση του χρέους.
«Στο μέτρο που όλες οι πλευρές παραμείνουν προσηλωμένες στον κοινό στόχο, τότε ναι, πιστεύω ότι η αξιολόγηση θα περατωθεί εγκαίρως. Οι περισσότεροι συνομιλητές μου αποτιμούν θετικά τις ενέργειες της κυβέρνησης, ενώ άλλοι προτιμούν να περιμένουν την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων για να αποφανθούν σχετικά. Θεωρώ ότι το κλίμα στο Δ.Σ. του ΔΝΤ θα είναι θετικό αν υλοποιηθούν οι υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η χώρα και αν είναι θετική η πρώτη αξιολόγηση και τα όσα ακολουθήσουν.
Η αλληλουχία των ζητημάτων πρέπει να είναι η ακόλουθη: Πρώτα υλοποίηση των συμφωνηθέντων από την ελληνική πλευρά. Μετά θετική αξιολόγηση από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Στη συνέχεια αναδιάρθρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους. Ακολούθως συμμετοχή του ΔΝΤ στη χρηματοδότηση της χώρας». Και μιλώντας στην «Εφ.Συν.» προσθέτει με νόημα ότι «πρώιμες δημόσιες συζητήσεις για τα επιμέρους στάδια αυτής της διαδικασίας δεν ενθαρρύνονται προς το παρόν από το ΔΝΤ».
Θα συμμετάσχει το ΔΝΤ
Με δηλώσεις τους στην «Εφ.Συν.», μπορεί το πρώην διευθυντικό στέλεχος του Ταμείου, Ντέσμον Λάχμαν, να εκφράζει την εκτίμηση πως τελικά «το ΔΝΤ θα συμμετάσχει στο νέο ελληνικό πρόγραμμα» υπό την προϋπόθεση «ότι οι Ευρωπαίοι θα παράσχουν στην Ελλάδα μια επαρκή ελάφρυνση του χρέους της και ότι ο Τσίπρας θα ικανοποιήσει τις απαιτήσεις τους», ωστόσο ο διευθυντής της Wall Street Journal στις Βρυξέλλες, Στέφεν Φίντλερ, υποστηρίζει ότι «αν αυτή τελικά συμβεί, η χρηματοδοτική συμμετοχή του ΔΝΤ στο νέο ελληνικό πρόγραμμα θα είναι σχετικά μικρή».
Ο διευθυντής των Financial Times στις Βρυξέλλες, Πίτερ Σπίγκελ, αποκαλύπτει στην «Εφ.Συν.» ότι -όπως του έχουν μεταφέρει σε άτυπες συζητήσεις μαζί του ανώτατοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι- «η Κριστίν Λαγκάρντ τούς έχει διαβεβαιώσει ότι το ΔΝΤ θα συμμετάσχει στο νέο πρόγραμμα».
Προσθέτει όμως: «Εν τούτοις, οι ίδιοι αξιωματούχοι λένε ότι το ΔΝΤ θέτει ιδιαίτερα σκληρούς όρους γι' αυτή την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, που -όπως οι ίδιοι εκτιμούν- δύσκολα θα μπορέσουν να γίνουν αποδεκτοί από το Βερολίνο. Τα όσα ζητάει το ΔΝΤ είναι προφανώς υπερβολικά από τη σκοπιά των Ευρωπαίων, και τα όσα είναι διατεθειμένη να δώσει η Ευρώπη για την Ελλάδα δεν είναι προφανώς αρκετά για το ΔΝΤ».
Και βάζει ακόμα μία εξίσου σημαντική παράμετρο: «Ταυτοχρόνως, οι αξιωματούχοι του Ταμείου προσανατολίζονται στο να ζητήσουν πρόσθετα διαρθρωτικά μέτρα από την Ελλάδα, τα οποία είναι πολύ πιθανό να μην μπορούν να γίνουν αποδεκτά από τον Τσίπρα. Δεν είναι μια κατάσταση εύκολα διαχειρίσιμη», καταλήγει.
Είναι για την Ελλάδα αυτή η τελευταία ευκαιρία; Φαίνεται πως ναι. «Κατά την άποψή μου, οι επόμενοι μήνες θα αποτελέσουν την τελευταία δυνατότητα που δίνεται στη χώρα να διατηρηθεί στο ευρώ.
Φοβάμαι όμως ότι η ύφεση στην ελληνική οικονομία θα συνεχιστεί και θα γίνει ακόμα βαθύτερη τα επόμενα δύο χρόνια», δηλώνει ο Ντέσμον Λάχμαν, εκτιμώντας ότι το σενάριο περί ενός Grexit θα επανέλθει αργά ή γρήγορα στο προσκήνιο. «Πολύ εύκολο το Grexit να επιστρέψει», θεωρεί και ο Στέφεν Φίντλερ, ενώ ο Πίτερ Σπίγκελ αναρωτιέται ευλόγως: «Ενα, τρία ή μήπως περισσότερα χρόνια θα χρειαστούν για να ανακάμψει η Ελλάδα από τη σημερινή κρίση;».
Αλλαξε ο τρόπος που αντιμετωπίζουν τον Τσίπρα τα κέντρα λήψης αποφάσεων
Πώς τελικά βλέπουν σήμερα τον Αλέξη Τσίπρα στα κέντρα λήψης αποφάσεων σε Ουάσινγκτον και Βρυξέλλες, μετά τα όσα μεσολάβησαν τους τελευταίους δέκα μήνες; «Στην αμερικανική πρωτεύουσα ο Τσίπρας έχει δημιουργήσει μια πολύ καλύτερη εικόνα από αυτήν που είχε μερικούς μήνες πριν.
Αυτό που άλλαξε πλέον τον τρόπο που τον αντιμετωπίζουν εδώ (σ.σ. στην Ουάσινγκτον) είναι ότι "καθάρισε" το κόμμα του από τα ακραία στοιχεία με τα οποία συγκυβέρνησε κατά τη διάρκεια της πρώτης του θητείας ως πρωθυπουργός, και ότι τώρα εμφανίζεται πιο αποφασισμένος απ' ό,τι πριν για να υλοποιήσει τις δεσμεύσεις του απέναντι στην Ευρώπη και το ΔΝΤ για την εφαρμογή μιας οικονομικής μεταρρυθμιστικής ατζέντας», σημειώνει ο Ντέσμον Λάχμαν.
«Ανακουφίστηκαν που κέρδισε τις εκλογές», λέει ο Στέφεν Φίντλερ από τη Wall Street Journal, προσθέτοντας ότι «οι δανειστές ελπίζουν πλέον πως θα πάρει στα σοβαρά το τρέχον πρόγραμμα.
Ωστόσο η υπομονή τους εξαντλείται και δεν έχουν ούτε κατ' ελάχιστον την προθυμία να του δώσουν το περιθώριο για χαλαρότητα ή καθυστερήσεις, αν δεν ικανοποιήσει αυτά που του ζητούν. Κανείς στο εξωτερικό δεν μπορεί να πει ότι η Ελλάδα ξεπέρασε τα δύσκολα, τα οποία είναι μπροστά της».
Πιο «σκληρή» και αντίθετη με εκείνη του Ντέσμον Λάχμαν είναι η άποψη που εκφράζει ο Πίτερ Σπίγκελ από τους Financial Times στις Βρυξέλλες για τον Αλέξη Τσίπρα και τη σχέση του με τους Ευρωπαίους: «Η πλειονότητα των αξιωματούχων εδώ στις Βρυξέλλες είναι περισσότερο σκεπτικιστές για την ικανότητα αλλά και την προθυμία του Τσίπρα να υλοποιήσει τις μεταρρυθμίσεις, απ' ό,τι ήταν τον περασμένο Ιανουάριο.
Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, οι ίδιοι Ευρωπαίοι είχαν δημιουργήσει την πεποίθηση ότι ο Βαρουφάκης ήταν το κύριο εμπόδιο στη δημιουργία μιας αρμονικής σχέσης μεταξύ Βρυξελλών-Αθήνας.
Εν τούτοις οι δύσκολες απευθείας διαπραγματεύσεις τους με τον Τσίπρα τον περασμένο Ιούνιο και Ιούλιο τούς έχουν κάνει να πιστεύουν ότι ο Ελληνας πρωθυπουργός είναι εξίσου ένα τέτοιο εμπόδιο τελικά.
Οι πληγές από τα όσα συνέβησαν τον περασμένο Ιούλιο είναι ακόμα πολύ νωπές και επομένως είναι λογικό να υπάρχει σκεπτικισμός στους κύκλους των Βρυξελλών για το κατά πόσον ο Τσίπρας θα μπορέσει αυτές τις πληγές να τις επουλώσει». Πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι στην Ουάσινγκτον αντίστοιχη είναι η εικόνα που έχει δημιουργηθεί και σε πολλά στελέχη του ΔΝΤ στην Ουάσινγκτον.