“Καθώς η υπάλληλος του φαρμακείου
του τύλιγε το σαμπουάν, σαν να τον φώτισε μια σκέψη: τα λεφτά σε
περιτριγυρίζουν στη ζωή, όπως το χώμα μετά τον θάνατο. Οι υποχρεώσεις είναι
κανόνας γενικός.
Ποιος είναι ελεύθερος; Κανένας.
Ποιος δεν έχει βάρη στην πλάτη του;
Όλοι κάτω από μια πίεση βρισκόμαστε. Ακόμα κι οι πέτρες, τα νερά της γης, τα
ζώα, οι άνθρωποι τα παιδιά -όλοι κάποιο φορτίο σηκώνουν.”
Σολ Μπέλοου
“Η ολική απουσία του φορτίου
κάνει το ανθρώπινο ον να γίνεται πιο ελαφρύ απ΄τον άνεμο, να πετάει, ν΄απομακρύνεται
από τη γη, απ΄το γήινο είναι, να μην είναι παρά μόνο κατά το ήμιση αληθινό και
οι κινήσεις του να είναι εξίσου ελεύθερες όσο και χωρίς σημασία.”
Μίλαν Κούντερα
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Πριν χρόνια πολλά είχα στην μπάρα
για πελάτη έναν ελληναμερικάνο περασμένης ηλικίας που δίδασκε στο Σηάτλ
επιστήμες του εγκεφάλου.
Καθώς μου εξηγούσε τη διαφορά
νοοτροπίας ανάμεσα στη Νέα Υόρκη και στις υπόλοιπες ΗΠΑ ακούστηκε απ’ τα ηχεία
του Κήπου το “I’d Love to Change the
World” των Ten Years After.
“Άκου το ρεφραίν”, μου είπε ο δρ
Νίκος.
I’d love to change the world
But I don’t know what to do
So I’ll leave it up to you.
“Αυτό είναι το πρόβλημα”, μου
είπε. “Χωρίς να το καταλάβουν εξήγησαν τι ακριβώς συμβαίνει. Δεν ξέρω τι να
κάνω για ν’ αλλάξω τον κόσμο, οπότε το αφήνω σε σένα. Κι απαλάσσομαι απ’ το
άγχος. Ακριβώς όπως είχε γίνει και με τους πιθήκους του πειράματος.””Ποιους
πιθήκους;” τον ρώτησα.
Και μου εξήγησε.
~~~~~~~~~~~~~
Είχε γίνει ένα πείραμα με
πρωτεύοντα, νομίζω χιμπαντζήδες. Δύο απ’ αυτούς ήταν καλωδιωμένοι και δέχονταν
ηλεκτροσόκ, την ίδια στιγμή, σε σταθερά χρονικά διαστήματα.
Όμως υπήρχε μια ουσιώδης διαφορά:
Ο πρώτος πίθηκος, ας τον λέμε
Κούντερα, είχε μπροστά του ένα κουμπί.
Ο δεύτερος, ο Μπέλοου, δεν είχε.
Τι έκανε το κουμπί;
Αν ο Κούντερα το πατούσε λίγο
πριν το δεκάλεπτο, όταν επαναλαμβανόταν το ηλεκτροσόκ, το γλίτωνε. Μόνο για
εκείνη τη φορά. Αν ήθελε να σταματήσει και το επόμενο έπρεπε να ξαναπατήσει το
κουμπί. Όχι, όμως, κάποια τυχαία στιγμή, αλλά λίγα δευτερόλεπτα πριν
συμπληρωθεί το δεκάλεπτο.
Οι ερευνητές-βασανιστές έδειξαν
στον Κούντερα τη λειτουργία του κουμπιού κι εκείνος πολύ γρήγορα κατάλαβε τι
έπρεπε να κάνει. Αλλά δεν ήταν εύκολο. Δεν υπήρχε κάποιος προειδοποιητικός
ήχος. Έπρεπε να καταφέρει να υπολογίζει το δεκάλεπτο ακριβώς -και δεν
επιτρεπόταν να ξεχαστεί.
Αυτό που είχε μεγάλη σημασία για
το πείραμα είναι πως όποτε ο Κούντερα πατούσε εγκαίρως το κουμπί απέφευγε το
ηλεκτροσόκ και ο συνάδελφος του (στο μαρτύριο), ο Μπέλοου.
Εκείνος δεν είχε κανέναν έλεγχο
-ούτε οπτική επαφή με τον Κούντερα. Τα ηλεκτροσόκ κάποιες φορές συνέβαιναν,
κάποιες όχι.
Μετά από λίγες ώρες, όταν
μέτρησαν το επίπεδο άγχους στους δύο πιθήκους, οι ερευνητές διαπίστωσαν το εξής:
Ο Κούντερα ήταν πολύ πιο αγχωμένος απ’ τον Μπέλοου. Όλη του η ενέργεια και η
σκέψη επικεντρωνόταν στο να υπολογίσει σωστά τον χρόνο, προκειμένου ν’ αποφύγει
τον πόνο. Είχε τη μοίρα του στα χέρια του.
Ο Μπέλοου, από την άλλη,
λειτουργούσε πιο “μοιρολατρικά”, κάπως στωικά.
Δεν μπορούσε να κάνει τίποτα γι’
αυτό που του συνέβαινε, οπότε το αποδεχόταν ως κάτι το αναπόδραστο. Και δεν
αγχωνόταν πολύ. Shit happens.
~~
Το συμπέρασμα των ερευνητών για
τους πιθήκους, μοιάζει να ισχύει και για τους ανθρώπους.
Αν δεν μπορείς να κάνεις τίποτα
για όσα δεινά σου συμβαίνουν, ή έστω αν πιστέψεις ότι δεν μπορείς να κάνεις
κάτι, ξαλαφρώνεις.
Ξεφορτώνεσαι το βάρος της ζωής,
αποδίδοντας ‘το σε θέσφατα, είτε είναι η μοίρα, είτε ο θεός, η τύχη, η πουτάνα
κοινωνία, οι πολιτικοί, οι μασόνοι κι οι εβραίοι, ο ανάδρομος Ερμής.
Άγνωσται αι βουλαί του Κυρίου, το
πεπρωμένο φυγείν αδύνατον, τα γονίδια και η οικογένεια, έτσι είμαι εγώ, οι
Σκορπιοί είναι καταθλιπτικά άτομα κλπ
Δικαιολογίες πολλές υπάρχουν,
πολλές μπορούμε να βρούμε, αφού είμαστε ζώα με φαντασία.
Αρκεί να μη χρειαστεί να
αναλάβουμε το πάτημα του κουμπιού, αρκεί να μην πρέπει εμείς να βρούμε τρόπο ν’
αλλάξουμε τον εαυτό μας, τη ζωή μας, τον κόσμο. Γιατί αυτό προκαλεί άγχος.
~~
Πόσοι θα ήθελαν να είναι πίθηκοι
Κούντερα και πόσοι Μπέλοου;
Ο νομπελίστας Σολ Μπέλοου στις
ιστορίες του παρουσιάζει -με έξοχη ειρωνεία- ανθρώπους που πνίγονται απ’ το
βάρος τους, αλλά δεν έχουν επίγνωση της κατάστασής τους, παρά σπάνιες
αναλαμπές.
Παίζοντας με την εβραϊκή του
καταγωγή (ο Γιαχβέ είναι αδυσώπητος κι ασυγκίνητος), ο Μπέλοου σαν τους
ερευνητές-βασανιστές πετάει τους ήρωες του στα κλουβιά της αμερικανικής
κοινωνίας, χωρίς κουμπιά για να γλιτώσουν το ηλεκτροσόκ.
Ο θα-πρεπε-να-είναι-νομπελίστας
Μίλαν Κούντερα απ’ την άλλη παρουσιάζει όρθιους πιθήκους που αντιπαλεύουν τον
θεό, τη φύση τους, την κοινωνία, την ιστορία.
Εκείνοι νομίζουν ότι έχουν τον
έλεγχο, μέχρι που ο συγγραφέας κάνει ένα γκρο-πλαν και μας δείχνει τα κάγκελα
του δικού τους κλουβιού.
Ποιος είναι πιο ευτυχισμένος; Ο
πιθηκάνθρωπος του Μπέλοου ή εκείνος του Κούντερα;
~~
Μάλλον το μεγαλύτερο ζήτημα είναι
να καταλάβουμε ποιοι μας τοποθετούν στα κλουβιά -αφού πρώτα αντιληφθούμε ότι
βρισκόμαστε σε κλουβιά.
Μήπως κατασκευάζουμε μόνοι μας το
κλουβί μας; Μήπως προτιμάμε να είμαστε σ’ ένα ασφαλές -ίσως και χρυσό ή
επίχρυσο- κλουβί, παρά ελεύθεροι κι υπεύθυνοι;
Αυτές είναι ερωτήσεις που κανείς
νομπελίστας δεν μπορεί να απαντήσει για μας, για καθένα από μας ξεχωριστά.
Shit happens, το φορτίο υπάρχει,
κι ίσως η ευτυχία να μην μπορεί να είναι αέναη. Αλλά έχουμε τη δύναμη να
επιλέγουμε, κάθε μέρα, με μικρές πράξεις, και κάποιες φορές με πιο μεγάλες, τη
ζωή μας.
Είναι πιο βαριά έτσι τα χρόνια
-και οι μέρες, αλλά έχουν και πιο βαρυσήμαντο νόημα. Αυτό το βάρος σε
ξαλαφρώνει. Γιατί το επέλεξες, το προσπάθησες με τον δικό σου τρόπο. Γιατί
είναι η δική σου ζωή.
~~
“Τα σίξτις στην Αμερική ήταν ένα
τεράστιο βήμα”, μου είχε πει ο δρ Νίκος. “Για λίγο πιστέψαμε ότι μπορούμε ν’
αλλάξουμε τον κόσμο. Και το καταφέραμε, για λίγο. Το Βιετνάμ, οι Μαύροι
Πάνθηρες και τα δικαιώματα των μαύρων, η σεξουαλική απελευθέρωση.”
“Κι η επανάσταση οδήγησε στον
Ρήγκαν”, του είπα.
“Είναι σαν τον καλαματιανό”, μου
είπε ο δρ Νίκος που είχε καταγωγή από ‘κει. “Λίγα βήματα μπροστά και μετά λίγα
βήματα πίσω. Και πάλι μπροστά.”
Και πάλι πίσω. Η πρόοδος της
ανθρωπότητας δεν είναι μια ευθεία γραμμή. Αλλά προχωράει.
“Κυρίως επειδή υπάρχουν κάποιοι
που χορεύουν μ’ άλλο τρόπο, βάζουν νέα βήματα”, μου είπε ο δρ Νίκος. “Συνήθως
τους ποδοπατά το πλήθος, αλλά μετά ακολουθούν την παραξενιά τους.”
Και δεν έχει τέλος ο χορός.
Οι φωτογραφίες είναι του Philippe
Halsman, απ΄το “Jump Book” (1959)
http://philippehalsman.com/?image=jumps
~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Γελωτοποιός