Οι μεν (κυβερνητικοί) να μην
φουσκώνουν τα δεδομένα και οι δε (της αντιπολίτευσης) να πάψουν να πιπιλίζουν
την καραμέλα της "σκευωρίας".
Αν οι πολιτικοί μας είχαν λίγο
παραπάνω μυαλό ή αν έβαζαν αυτό που έχουν να δουλέψει καλύτερα και δεν τα
υπέτασσαν όλα στις πρόσκαιρες σκοπιμότητες, δεν θα είχαμε τόση και τέτοια
μπαρουφολογία όση αυτή που υφιστάμεθα εδώ και ένα χρόνο, από τότε δηλαδή που
έσκασε η υπόθεση Novartis.
Και γιατί δεν θα συνέβαινε αυτό;
Διότι στις υποθέσεις σκανδάλων δεν ξεκινάμε από το μηδέν. Υπάρχει «τεχνογνωσία»
από το παρελθόν, απώτερο και πρόσφατο. Τα έχουμε δει όλα. Και λαδιάρηδες
πολιτικούς, που φώναζαν «σκευωρία». Και συναδέλφους τους, που στην αρχή τους
υπερασπίζονταν. Και στημένους μάρτυρες. Τηρουμένων των αναλογιών, τέτοια
βλέπουμε και ακούμε και σήμερα. Ας ξεκινήσουμε με δύο παραδείγματα από το
παρελθόν, για να φτάσουμε στο σήμερα.
Παράδειγμα πρώτο: Η υπόθεση
Κοσκωτά, που συντάραξε την Ελλάδα επί μια πενταετία(1988-1992), τα είχε όλα.
Την σκανδαλώδη πτυχή της, αλλά και πτυχές σκανδαλολογίας. Και διεφθαρμένους
πολιτικούς, αλλά και στημένους μάρτυρες. Ο τότε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης,
μακαρίτης πια, πιάστηκε με τη γίδα στην πλάτη(μίζα σε λογαριασμό στην Ελβετία).
Την αποκάλυψε ένας μάρτυρας, κανονικός, δεν είχε ακόμα βρεθεί ο θεσμός του
«προστατευόμενου». Αυτή ήταν η μία, η καθαρή πτυχή του σκανδάλου. Υπήρχε και
μία άλλη, καθόλου καθαρή ή μάλλον βρώμικη. Η παραπομπή του τότε πρωθυπουργού
Ανδρέα Παπανδρέου στηρίχτηκε σε κατασκευασμένες μαρτυρίες: ο ψευδομάρτυρας
Μαμανέας αποπέμφθηκε με απαξιωτικό τρόπο από τον τότε πρόεδρο του δικαστηρίου,
μακαρίτη πια, Β. Κόκκινο. Συμπέρασμα: στην ίδια υπόθεση συνυπήρχαν το
σκάνδαλο(δωροδοκία πολιτικού) και η σκανδαλολογία(στήσιμο μάρτυρα). Οι
πολιτικοί κατήγοροι της εποχής δεν αρκέστηκαν στο πραγματικό γεγονός, ήθελαν(ή
και έστησαν) κάτι παραπάνω, για να πλήξουν ολοκληρωτικά τον αντίπαλο. Και την
πάτησαν.
Παράδειγμα δεύτερο: η υπόθεση
Τσοχατζόπουλου άρχισε να διερευνάται το 2004. Στην τότε Εξεταστική Επιτροπή της
Βουλής, ωστόσο, όλα βρέθηκαν «φυσιολογικά». Συνάδελφοί του, οι οποίοι
πρωταγωνιστούν σήμερα στην υπόθεση Novartis, έσκιζαν τα ιμάτιά τους ότι ουδέν
μεμπτόν υπήρχε στα καταγγελλόμενα. Ο Ανδρέας Λοβέδρος, μάλιστα, μέλος της τότε
Εξεταστικής, ήταν τόσο βέβαιος, ώστε αναφώνησε: «Ουδέν πολιτικό πρόσωπο είναι
αναμεμιγμένο και θα το δείξει το μέλλον». Το μέλλον (απ)έδειξε το ακριβώς
αντίθετο. Μάρτυρες, που ήξεραν για τις μίζες, κελάηδησαν, ο Τσοχατζόπουλος πήγε
στον Κορυδαλλό και οι τότε υποστηρικτές του έψαχναν τρόπο να δικαιολογηθούν.
Κοινό συμπέρασμα και από τα δύο
αυτά παραδείγματα: τα σκάνδαλα αποδείχτηκαν, αλλά είχαν και πτυχές
σκανδαλολογίας. Γι’ αυτό καλό είναι να προσέχουν διπλά όσοι εμπλέκονται, με
οποιονδήποτε τρόπο, σε σημερινές υποθέσεις. Ας αφήσουν να μιλήσουν τα στοιχεία
και οι μάρτυρες. Οι μεν(κυβερνητικοί) να μην φουσκώνουν τα δεδομένα και οι δε
(της αντιπολίτευσης) να πάψουν να πιπιλίζουν την καραμέλα της «σκευωρίας».
Η υπόθεση Novartis είναι
καραμπινάτο σκάνδαλο, το παραδέχονται οι πάντες. Πρώτα-πρώτα η αλματώδης αύξηση
της φαρμακευτικής δαπάνης, από τα μέσα τη δεκαετίας του 2000 και μετά, είναι
αδιαμφισβήτητο γεγονός. Αρχισε να μειώνεται στην αρχή της κρίσης υπό την
αφόρητη πίεση της τρόικας. Ιδού ένας αποκαλυπτικός πίνακας:
Σκάνδαλο, σκανδαλολογία και…
εσχάτη μπαρουφολογία!
Όλα αυτά έγιναν με τη συνέργεια
μόνο γιατρών και υπαλλήλων και χωρίς καμιά συμμετοχή πολιτικών προσώπων;
Μακάρι, αλλά πρέπει να ελεγχθεί. Οι κραυγές για «σκευωρία» δεν είναι πειστικές.
Στην υπόθεση αυτή αναδείχτηκαν
εκκωφαντικά και οι «προστατευόμενοι» μάρτυρες, οι οποίοι εμπλέκουν πολιτικά
πρόσωπα. Οι κραυγές για «κουκουλοφόρους» και τα παρόμοια είναι αστείες, ειδικά
όταν ακούγονται(όχι από τον Αδωνι, αλλά) από πολιτικούς με νομικές γνώσεις,
όπως ο Βενιζέλος και ο Λοβέρδος. Αλλωστε, ο νόμος γι’ αυτούς τους μάρτυρες
ψηφίστηκε από κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Τέτοιοι μάρτυρες
χρησιμοποιήθηκαν στη δίκη της Χρυσής Αυγής και ουδείς-ειδικά από αυτούς που
σήμερα κραυγάζουν «να τους βγάλουμε τις κουκούλες»- είχε πει κάτι τέτοιο. Ας
σταματήσει η υποκρισία.
Αυτά σημαίνουν ότι όλα όσα έχουν
πει αυτοί οι μάρτυρες είναι αξιόπιστα; Κάθε άλλο. Μπορεί να έχουν πει και
ψέματα, για να έχουν ίδιον όφελος, μπορεί να τους έχουν «στήσει» άλλα κέντρα
και παράκεντρα. Από την άλλη, όσα έχουν πει δεν είναι αυτομάτως για πέταμα. Θα
συνδυαστούν με άλλα στοιχεία, θα αξιολογηθούν και θα φανεί στο τέλος αν η
μαρτυρία τους ήταν αξιόπιστη ή αν ήταν ψευδομάρτυρες. Η a priori προσπάθεια
απαξίωσης ενός θεσμού, που παγκοσμίως χρησιμοποιείται για να αποκαλυφθούν βαριά
εγκλήματα, είναι εγκληματική επιλογή.
Εδώ που έχουμε φτάσει, η υπόθεση
Novartis έχει στιγματιστεί από δύο επιλογές:
Εν αρχή ην η πρεμούρα της
σημερινής κυβέρνησης να βάλει το κάρο πριν από το άλογο. Οι περσινές
πανηγυρικές δηλώσεις του τότε υπουργού Δικαιοσύνης Σταύρου Κοντονή και του
αναπληρωτή Δ. Παπαγγελόπουλου(παραμένει στη θέση του) για το μεγαλύτερο
σκάνδαλο όλων των εποχών ήταν αχρείαστες και γι’ αυτό ανόητες. Εν συνεχεία
διεπράχθη άλλη μια ανοησία: τοτσουβάλιασμα δέκα πολιτικών, σχετικών και ασχέτων
με την υπόθεση. Οσοι έκαναν την επιλογή αυτή, με τη λογική «βάλτους όλους μέσα
τώρα και μετά βλέπουμε», όχι μόνο δεν αξίζει να έχουν ακόμα υπουργική θέση(γεια
σου κύριε-πρώην- εισαγγελέα…), αλλά πρέπει να τους απονεμηθεί βραβείο ευήθειας
και να υποχρεωθούν να διαβάσουν την ιστορία των σκανδάλων, παλιότερων και
πρόσφατων.
Από την άλλη, όσοι από την αρχή
οχυρώθηκαν πίσω από την «σκευωρία» και την «πολιτική δίωξη», για να μας πουν
ότι η Novartis ήταν μόνο υπόθεση γιατρών και υπηρεσιακών παραγόντων, ας κάνουν
λίγο κράτει. Τα κόμματα που έχουν καεί από ανάλογες υποθέσεις, ειδικά το ΠΑΣΟΚ,
καλό είναι να φυσάνε και το γιαούρτι. Και ο Τσοχατζόπουλος «αθώος», «θύμα
σκευωρίας» και «πολιτικά διωκόμενος» ήταν στην αρχή. Και είδαμε πού κατέληξε.
Υπάρχει και μια καινοφανής
θεωρία, την οποία διακινεί εσχάτως ο Ευάγγελος Βενιζέλος. Οτι στην υπόθεση
Novartis έχει διαπραχθεί «εσχάτη προδοσία»! Οχι, δεν εννοεί όσους οδήγησαν την
φαρμακευτική δαπάνη στα ουράνια χαντακώνοντας τα ασφαλιστικά ταμεία. Εννοεί ότι
τον Τσίπρα και τους υπουργούς του. Ιδού πώς το είχε πει στη Βουλή:
«Ο Πρωθυπουργός και μέλη της
κυβέρνησης, σε συνεργασία με κρίσιμους κρίκους, σφετεριζόμενοι την ιδιότητα
τους ως οργάνων του κράτους, χρησιμοποιώντας την δηλαδή για σκοπούς
διαφορετικούς από αυτούς που προβλέπονται στο Σύνταγμα και τον νόμο, επιχειρούν
να ασκήσουν αρμοδιότητες που ανήκουν μόνο στη δικαστική εξουσία, επιδιώκουν να
καθοδηγήσουν, να υποκαταστήσουν ή να προκαταλάβουν τα αρμόδια εισαγγελικά και
δικαστικά όργανα και κατά τον τρόπο αυτό να αλλοιώσουν θεμελιώδεις αρχές και
θεσμούς του πολιτεύματος, δηλαδή τη διάκριση των εξουσιών και την ανεξαρτησία
της Δικαιοσύνης».
Εντυπωσιακή, όντως, αυτή η
επινόηση. Πώς του είχε ξεφύγει μέχρι τώρα; Για παράδειγμα, αν ίσχυε η θεωρία
αυτή και την περίοδο του ‘89, ο (μακαρίτης) Μητσοτάκης και οι υπουργοί του, οι
οποίοι παρέπεμψαν τον Ανδρέα Παπανδρέου στήνοντας σκευωρία, έπρεπε να είχαν
παραπεμφθεί για «εσχάτη προδοσία»! Κάτι ανάλογο θα έπρεπε να είχαν κάνει και οι
επόμενες πλειοψηφίες με τους προκατόχους τους σε όσες υποθέσεις είχαν
«σκευωρήσει» εις βάρος στελεχών τους: να τους είχαν παραπέμψει για «εσχάτη
προδοσία»! Κι αφού δεν έγινε μέχρι τώρα, προφανώς ο Βενιζέλος θα ζητήσει να
γίνει μόλις αλλάξει η πλειοψηφία. Ηδη το έχει προαναγγείλει ο Αδωνις: Τσίπρας
και σία για εσχάτη προδοσία(κάνει και ρίμα!). Σοβαρότης μηδέν. Κρίμα(όχι για
τον Αδωνι…). Ευτυχώς που ούτε το ΠΑΣΟΚ ούτε η ΝΔ υιοθετούν τέτοιες νομικές
ακροβασίες και πολιτικές παραδοξολογίες, που κατεβάζουν έτι περαιτέρω το
επίπεδο της αντιπαράθεσης.
Εν κατακλείδι: Ας αφήσουμε τους
εισαγγελείς και μετά τους δικαστές, αν χρειαστεί, να κάνουν τη δουλειά τους.
Και θα φανεί στο τέλος αν υπήρξε μόνο σκάνδαλο ή και σκανδαλολογία και
σκευωρία. Θα φανεί αν είχαμε νέους Τσοχατζόπουλους ή (και) νέους Μαμανέες. Θα
φανούν όλα. Και τότε κάθε κατεργάρης, απ’ όποια πλευρά, θα πάει στον πάγκο του.
ΥΓ: Για να ξέρουμε πού
βρισκόμαστε: το αδίκημα της δωροδοκίας, αν έχει διαπραχθεί στην υπόθεση
Novartis, έχει παραγραφεί, όπως έχει γίνει σε προγενέστερες υποθέσεις(εκτός αν
τώρα οι δικαστές αποφασίσουν αλλιώς, αλλά αυτό είναι μάλλον απίθανο). Μόνο το
ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, αν βρεθεί, δεν παραγράφεται. Επομένως, όσοι σήμερα
λένε ότι «παραιτούνται» από την παραγραφή υποκρίνονται και κοροϊδεύουν. Και όλα
αυτά είναι αποτέλεσμα του κατάπτυστου άρθρου 86 του Συντάγματος και του νόμου
περί ευθύνης υπουργών, δια των οποίων η Βουλή μεταβάλλεται σε προστάτη όσων
υπουργών δωροδοκήθηκαν. Συμπέρασμα:, αν σήμερα αποδεχθεί ότι ένας πρώην
υπουργός δωροδοκήθηκε, αλλά δεν εντοπισθεί το μαύρο χρήμα, θα αθωωθεί
πανηγυρικά δια της παραγραφής! Όλα τα άλλα, που λένε ορισμένοι από τους
υπεύθυνους για την σημερινή νομικοπολιτική κατάντια, είναι στάχτη στα μάτια
του(ανίδεου) πόπολου. Τα έχουν κανονίσει πολύ καλά και γι’ αυτό προβάλλουν το
απύθμενο θράσος τους. Τους έχει περιγράψει έτσι ο Γάλλος συγγραφέας Robert
Sabatier: «Υπάρχουν κάποιοι χειρότεροι από τους ανίκανους. Είναι αυτοί που
είναι ικανοί για όλα».