Γράφει ο Κώστας Νάκος
Υπάρχει η αντίληψη ότι η
οικονομία, ιδιαίτερα στον αιώνα που διανύουμε, προσδιορίζεται από την πολιτική
των τραπεζών, από τα συμφέροντα των τραπεζιτών, από το χρήμα που θα ρίξουν στην
αγορά. Υπάρχει η λαθεμένη εντύπωση ότι ζούμε στην εποχή της τραπεζοκρατίας. Όχι
με την έννοια ότι αυτή δεν υπάρχει, αλλά ότι η όποια τραπεζοκρατία εξαρτάται
από τον χώρο που της δίνει η πραγματική οικονομία για να επικρατήσει ως τέτοια
ή ακόμη και για να γίνει κυρίαρχη. Οι τράπεζες ποτέ δεν προσδιόριζαν την πορεία
της οικονομίας, αφού αυτές εξαρτιόνταν πάντα από την φάση που βρίσκεται η
πραγματική οικονομία. Βασική συνιστώσα βέβαια της πραγματικής οικονομίας είναι
η εργασία και τα χαρακτηριστικά που αυτή διαμορφώνει μετά από κάθε τεχνολογική
επανάσταση.
Όταν αγοράζουμε ένα έπιπλο δεν
αγοράζουμε το ξύλο. Ούτε όταν αγοράζουμε έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή αγοράζουμε
το πλαστικό, το γυαλί ή το πυρίτιο. Σε κάθε περίπτωση αγοράζουμε την ικανότητα
του μισθωτού (μεταφρασμένη σε μια συγκεκριμένη ποσότητα εργασίας) να τα
κατασκευάσει, να τα παράγει. Όλα τα εμπορεύματα πριν πάρουν το τελικό τους
σχήμα, υπάρχουν σε άυλη μορφή στο νου του μισθωτού και εξαρτώνται από την
ικανότητά του να μπορεί να τα δημιουργεί, να τα αλλάζει μορφή. Με την εργασία
του ο μισθωτός μετατρέπει μία ιδέα, έναν άυλο σχηματισμό σε αντικείμενο, ή όπως
πολύ όμορφα αναφέρει ο Μαρξ: αντικειμενοποιεί την εργασία του στο εμπόρευμα που
παράγει. Δίνει δηλαδή ζωή σε ένα άψυχο αντικείμενο, όταν με το «θεϊκό» άγγιγμά
του (παραγωγή) μπορεί και μεταμορφώνει ένα άχρηστο αντικείμενο σε μια
συγκεκριμένη αξία χρήσης.
Κάθε τεχνολογική επανάσταση
καταργεί εργασίες, δημιουργεί καινούργιες και αναβαθμίζει αυτές που δεν μπορεί
να καταργήσει. Έτσι τουλάχιστον τις γνωρίσαμε μέχρι τώρα. Τα δεδομένα όμως
φαίνεται να αλλάζουν όταν γίνεται αναφορά στην σαρωτική ψηφιακή τεχνολογία και
στη σύγχρονη ρομποτική. Και ακόμα παραπέρα, όταν γίνεται αναφορά στο άμεσο
μέλλον, στην εξέλιξη δηλαδή της ρομποτικής και στην κυριαρχία της τεχνητής
νοημοσύνης. Ποια τα χαρακτηριστικά λοιπόν της εργασίας σε ένα περιβάλλον
γενικευμένου αυτοματισμού; Είναι εικασίες ή επιστημονική πρόβλεψη η αναφορά για
το τέλος της εργασίας; Στερείται υλικής βάσης η άποψη ότι με την επικράτηση του
γενικευμένου αυτοματισμού οδηγούμαστε σε αδυναμία συσσώρευσης του κεφαλαίου;
Το σίγουρο είναι ότι κάθε θέση
εργασίας που δημιουργεί η ψηφιακή τεχνολογία αυτή αντικαθιστά πολύ
περισσότερες. Ότι όπως με τη δεύτερη βιομηχανική επανάσταση έγινε το πέρασμα
από την εκτατική αγροτική οικονομία στην εντατική, με την κατάργηση ουσιαστικά
της αγροτικής εργασίας, σε κάτι ανάλογο φαίνεται να οδηγείται η βιομηχανία και
γενικότερα η οικονομία σήμερα. Όλες αυτές οι προσεγγίσεις λοιπόν έχουν νόημα
και λογική. Το μόνο που δεν έχει λογική είναι να πιστεύουμε ότι τίποτα δεν
αλλάζει, ότι όπως πορευτήκαμε έτσι θα συνεχίζουμε να πορευόμαστε.
Οι απόψεις όμως για τα χαρακτηριστικά
της εργασίας στα πλαίσια του γενικευμένου αυτοματισμού είναι προβλέψεις. Δεν
αποτελούν επιστημονική γνώση. Γιατί οι ερμηνείες για να έχουν υλική βάση πρέπει
να αναφέρονται στην αντικειμενική πραγματικότητα, σε αυτό που ήδη υπάρχει. Η
επιστημονική προσέγγιση έχει ως προϋπόθεση την παρατήρηση δηλαδή τη μελέτη του
αντικειμένου, του φαινομένου. Με αυτήν την έννοια οι προβλέψεις για την εργασία
του αύριο μπορεί να είναι επιθυμητές, αλλά είναι και προβληματικές. Ο νους του
ανθρώπου πρόθυμος και ότι του ζητηθεί, όπως έλεγε και παλιός κριτικός, μπορεί
εύκολα να τροφοδοτηθεί με ανεξέλεγκτες ιδεαλιστικές παραγωγές και να
μελλοντολογεί, αν ξεφύγει από το πραγματικό. Τα χαρακτηριστικά εξάλλου που θα
αποκτήσει η εργασία στα πλαίσια του γενικευμένου αυτοματισμού μπορούν (σχετικά)
να προσδιοριστούν μόνο ως προέκταση του σημερινού ηλεκτρονικού αυτοματισμού και
τα χαρακτηριστικά που αυτός προσδίδει στην εργασία. Όσο πιο σωστά λοιπόν
ερμηνευτεί η παραγωγική ικανότητα του μισθωτού σήμερα, τόσο πιο ασφαλείς θα
είναι και οι όποιες προβλέψεις.
Ως η πιο αποτελεσματική έρευνα
για να διαπιστωθούν τα σημερινά χαρακτηριστικά της εργασίας δεν είναι να
ελεγχθεί αποσπασματικά το πώς σήμερα αυτή λειτουργεί, αλλά να ερμηνευθεί η
διαχρονική εξέλιξή της μέσα στα πλαίσια της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας. Εξάλλου
η αναφορά στην πρόβλεψη δεν είναι τίποτα άλλο από την σημερινή υπάρχουσα τάση,
από την οποία όμως προκύπτει και η ανάγκη να ερευνηθεί η εξελικτική της πορεία.
Γιατί η εργασία δεν αποτελεί ένα φυσικό αναλλοίωτο στοιχείο, αλλά μια
υποκειμενική δυνατότητα του ανθρώπου που αλλάζει ανάλογα με το τεχνολογικό,
αλλά και γενικότερα από το πολιτιστικό περιβάλλον που κάθε φορά δημιουργείται.
Για την ακρίβεια όμως αυτό που αλλάζει δεν είναι η εργασία, αλλά η αποκτημένη
ικανότητα του μισθωτού για εργασία. Απλά μέσω της συγκεκριμένης εργασίας
εκφράζει αυτή του την ικανότητα. Έχει πολύ μεγάλη σημασία λοιπόν να ερευνηθεί
το πώς παράγεται αυτή η ικανότητα και άρα τι (ανταλλακτική) αξία έχει. Ακόμη
πιο σημαντικό είναι όμως να ερευνηθεί το πώς αξιοποιείται αυτή όταν βγαίνει
στην αγορά εργασίας, το πώς αξιοποιείται δηλαδή από τον κεφαλαιοκράτη στη
διαδικασία της εμπορευματικής παραγωγής.
Οικονομία χωρίς εργασία δεν
μπορεί να υπάρξει. Γιατί η εργασία αποτελεί την καρδιά της οικονομίας. Η θέση
που κατέχει η κάθε εργασία στην παραγωγική διαδικασία, προσδιορίζει με σαφήνεια
και τα χαρακτηριστικά (παραγωγικά ή μη) αυτής της οικονομίας. Γιατί η εργασία
δεν ταυτίζεται με την παραγωγή, όπως ισχυρίζεται η συστημική οικονομία. Η
ύπαρξη της εργασίας από μόνη της καθόλου δεν καθορίζει και τον παραγωγικό της
χαρακτήρα, με την λογική ότι αφού υπάρχει είναι παραγωγική. Μόνο αν σκύψουμε
πάνω στις ανάγκες της παραγωγής και ανακαλύψουμε τα μυστικά που αυτή κρύβει, θα
μπορέσουμε να προσδιορίσουμε και τα χαρακτηριστικά της παραγωγικής εργασίας. Τα
χαρακτηριστικά δηλαδή εκείνα που δημιουργούν τον κοινωνικό πλούτο. Γιατί κάθε
εργασία δεν είναι πλέον χρυσός για την κοινωνία.
Αναλυτικότερα στο βιβλίο του
συγγραφέα που κυκλοφόρησε πρόσφατα με τίτλο «Κοινωνικός Πλούτος και Συσσώρευση
του Κεφαλαίου» και υπότιτλο « Από τον Μαρξ στην ψηφιακή οικονομία».