γράφει ο Βασίλης Σ. Κανέλλης
Η κυβέρνηση προσπαθεί να κάνει
επικοινωνιακή διαχείριση. Οπως έκαναν και παλιότερα. Για να αποδείξει το
πολιτικό σύστημα ότι έχει παντελή έλλειψη ενσυναίσθησης
Όταν συνέβη αυτή η απίστευτη
τραγωδία στο Μάτι, η τότε κυβέρνηση προσπάθησε να τη διαχειριστεί
επικοινωνιακά. Εστησε την περίφημη πλέον νυχτερινή σύσκεψη με τις κάμερες
ανοικτές στο κέντρο επιχειρήσεων, έστησε μια συνέντευξη τύπου όπου οι υπουργοί
δεν έβλεπαν να έχουν κάνει κανένα λάθος και προσπαθούσαν να μας πείσουν ότι οι
νεκροί ήταν θύματα εμπρησμού.
Και λίγες ημέρες μετά έκαναν άλλη
μια φιέστα όπου παρουσίασαν τα «Μάτια» όλης της Ελλάδας, τους αυθαίρετους
οικισμούς δηλαδή που πρέπει να αντιμετωπιστούν για να μην έχουμε νέα τραγωδία.
Σήμερα έχει γραφτεί μια ακόμη
μαύρη σελίδα στην σύγχρονη ελληνική ιστορία, με δεκάδες νεκρούς, νέα παιδιά, τα
νιάτα και η ελπίδα της πατρίδας μας.
Και τι έκανε η κυβέρνηση;
Επικοινωνιακή διαχείριση. Ο πρωθυπουργός μίλησε για «τραγικό ανθρώπινο λάθος», διέταξε
τη σύσταση «υπερκομματικής» επιτροπής που θα ερευνήσει τα αίτια της τραγωδίας
και στη συνέχεια όλη η κυβέρνηση «κρύφτηκε», σιώπησε.
Α, μην ξεχάσουμε την… παραίτηση
του υπουργού Μεταφορών και Υποδομών, Κ. Καραμανλή και μια συγγνώμη από τον Γ.
Γεραπετρίτη, διότι τουλάχιστον σ’ αυτό έμαθε η ΝΔ. Μια… στραβή στη βάρδια δεν
μπορεί να μη συνοδεύεται από κάποιες παραιτήσεις για να εκτονωθεί η οργή.
Κι εδώ η επικοινωνιακή
διαχείριση, το λεγόμενον… damage control, η διαχείριση της ζημιάς ώστε να μη
σπάσει εντελώς ο καθρέφτης του επιτελικού κράτους. Και να φανούμε και
διαφορετικοί από εκείνους που τα έκαναν μπάχαλο στο Μάτι.
Ηρθε λοιπόν η… παραίτηση του Θ.
Ζηλιασκόπουλου από την Επιτροπή που θα ψάξει τις αιτίες της τραγωδίας στα Τέμπη
για να αποδείξει την παντελή διάλυση ακόμη και της όποιας επικοινωνίας προσπάθησε
να κάνει η κυβέρνηση.
Τα έκανε μούσκεμα το Μαξίμου,
απέδειξε ότι όχι μόνο δεν έχει αντανακλαστικά, όχι μόνο οι αποφάσεις που
λαμβάνονται είναι για τα μάτια του κόσμου, αλλά κι ότι αδυνατεί να αντιληφθεί
το μέγεθος της τραγωδίας και να δράσει με τέτοιο τρόπο ώστε να ο εξοργισμένος
κόσμος να καταλάβει ότι αυτή τη φορά το μαχαίρι θα φτάσει στο κόκαλο.
Ότι εν πάση περιπτώσει δεν θα
χαθούμε σε μια ακόμη επιτροπή ούτε σε λόγια του αέρα για να μάθουμε ποιοι
φταίνε για το έγκλημα στα Τέμπη.
Και κυρίως ότι δεν θα στηθεί ένα
ακόμη «πλυντήριο» που θα ξεπλύνει τα διαχρονικά εγκλήματα του πολιτικού
συστήματος που δεν έχει κάνει τα αυτονόητα εδώ και δεκαετίες προκειμένου να
προστατέψει τους πολίτες του.
Γνώριζαν στην κυβέρνηση ποιος
ήταν ο Ζηλιασκόπουλος όταν τον έβαζαν στη δήθεν υπερκομματική επιτροπή. Και δεν
εξετάζουμε αν είναι ικανό στέλεχος ή καλός άνθρωπος. Μπορεί να είναι και τα
δύο. Όμως, δεν βάζεις σε μια υποτιθέμενη ανεξάρτητη επιτροπή κάποιον που ήταν
διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας των σιδηροδρόμων, άρα μέρος του προβλήματος
που έχει δημιουργηθεί.
Αν θες να κάνει η επιτροπή
ανεξάρτητη έρευνα δεν επιλέγεις κάποιον που έχει βάλει το λιθαράκι του για να
γίνει ο ΟΣΕ η εταιρεία που σήμερα βρίζουμε όλοι.
Και στην τελική ανάλυση, δεν
χρησιμοποιείς κάποιον που έχει και κομματικά παράσημα. «Χρωματίζεις» την
επιτροπή και την υπονομεύεις εξ αρχής.
Αρα δύο πράγματα μπορεί να έχουν
συμβεί: Είτε στην κυβέρνηση κάνουν τη μια γκάφα πίσω από την άλλη και δεν
ξέρουν πραγματικά τι τους γίνεται είτε απλά όλες οι υποσχέσεις για πλήρη
διαλεύκανση είναι επικοινωνιακές πομφόλυγες.
Όμως, ρε γαμώτο, δεν είναι όλα
επικοινωνία. Δεν μπορεί να μπαίνουν οι επικοινωνιολόγοι μπροστά για να
διαχειριστούν μια τραγωδία. Δεν είναι ένα απλό σκάνδαλο ο θάνατος τόσων
ανθρώπων, είτε στο Μάτι, είτε στη Μάνδρα είτε στα Τέμπη.
Απουσιάζει πλήρως η ενσυναίσθηση
από το πολιτικό σύστημα, κι αυτό προκαλεί τις κακές αντιδράσεις και την κάκιστη
διαχείριση κρίσεων μείζονος σημασίας.
Και τελικά το ίδιο το πολιτικό
σύστημα, βάζει τα χεράκια του και βγάζει τα ματάκια του, ενισχύοντας
αντισυστημικές, ακραίες, αντιδημοκρατικές δυνάμεις.
Φτάνει πια, λοιπόν, με τους
χειρισμούς για τα μάτια του κόσμου, από όλους. Το ζήτημα είναι να προλαμβάνουμε
τις τραγωδίες, να πάψουν να υπάρχουν… στραβές στη βάρδια, να σταματήσουμε όλοι
να θρηνούμε τα παιδιά μας, τους συγγενείς μας, κάθε Ελληνα που χάνεται με τόσο
άδικο τρόπο.
Είναι η ώρα να φανούν οι
πραγματικές προθέσεις των πολιτικών δυνάμεων, ανεξαρτήτου χρώματος ή κομματικής
τοποθέτησης. Αν θελήσουν να σκοτωθούν πάνω από τα πτώματα των αδικοχαμένων στα
Τέμπη, δεν θα προσφέρουν καμιά πολύτιμη υπηρεσία στον τόπο.
Αν όμως, σκύψουν πάνω από τα
προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα, ίσως να υπάρξει ελπίδα, ένα καλύτερο
μέλλον.
Και για την Ελλάδα και για τη
Δημοκρατία.