Όταν στις 11 Ιουνίου του 2013 η κυβέρνηση έκλεισε μέσα σε πέντε ώρες την ΕΡΤ, με μια ενέργεια που δεν έχει προηγούμενο σε καμία δημοκρατική ευνομούμενη χώρα παγκοσμίως, ο Γιώργος Αυγερόπουλος και οι συνεργάτες του άρχισαν να καταγράφουν ό,τι συνέβαινε. Το υλικό προοριζόταν για το AGORA, το ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους για την ελληνική κρίση, που γυρίζεται τα τελευταία 4 χρόνια. Ωστόσο, μετά από όλα όσα ακολούθησαν και την τροπή που πήρε η υπόθεση, τη διεθνή κατακραυγή, την κατάφορη παραβίαση του Συντάγματος και την εγχώρια πολιτική κρίση "Το Χαμένο Σήμα της Δημοκρατίας", μετεξελίχθηκε σε μια αυτόνομη ταινία μιας ώρας.
Δύο μήνες μετά την έναρξη της διανομής του στην Ευρώπη, και έχοντας ήδη μεταδοθεί σε πολλές χώρες, Το Χαμένο Σήμα της Δημοκρατίας έρχεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Κάνει πρεμιέρα στις 19 Μαρτίου στη Θεσσαλονίκη, εντασσόμενη στο επίσημο πρόγραμμα του 16ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονικής.Αναμένονοντας τον Γιώργο Αυγερόπουλο στη πόλη μας, συζητήσαμε μαζί του για την ΕΡΤ, τη Δημοκρατία, τη κρίση και τα μνημόνια αλλά και την έννοια του δημόσιου, την αλληλεγγύη και την ελληνική παραγωγή ντοκιμαντέρ.
Συνέντευξη στον Αντώνη Γαλανόπουλο
Το ντοκιμαντέρ «Το χαμένο σήμα της Δημοκρατίας» γεννήθηκε από και με το κλείσιμο της ΕΡΤ. Μέσα σε πέντε ώρες, ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, κατέβασε τους διακόπτες της ΕΡΤ. Σε τι στοχεύει αυτή η αποτύπωση της ιστορίας στο ντοκιμαντέρ σας; Τι συμβολίζει για εσάς η απόφαση της κυβέρνησης να βάλει λουκέτο στην ΕΡΤ;
Πιστεύω ότι η υπόθεση της ΕΡΤ είναι η πιο ορατή –παρά το μαύρο- απόδειξη ότι η Δημοκρατία είναι το πρώτο θύμα της κρίσης. Χρησιμοποιώ, λοιπόν, την υπόθεση της ΕΡΤ ως ένα case study. Θεωρώ ότι είναι μια από τις πιο συμβολικές στιγμές της ελληνικής κρίσης, από το 2009 έως σήμερα. Υπό αυτή την έννοια, θεωρώ ότι είναι ένα χρήσιμο έργο για τους Έλληνες αλλά περισσότερο για τους ξένους. Το έργο έχει κατασκευαστεί με το μυαλό στους ξένους.
Επίσης, η ταινία περιγράφει τη σύγκρουση μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας, γεγονός που το βιώνουμε όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλη την Ευρώπη. Την περίοδο της κρίσης, δηλαδή, ο ιδιωτικός τομέας θέλει να επεκταθεί, ενώ την ίδια ώρα η δημόσια σφαίρα συρρικνώνεται. Κι αυτό είναι κάτι που δεν το βλέπουμε μόνο στον τομέα των media αλλά και σε άλλους τομείς, όπως για παράδειγμα, στον τομέα της εκπαίδευσης ή στον τομέα της δημόσιας υγείας.
Το κλείσιμο της ΕΡΤ μετατράπηκε από τη πρώτη στιγμή σε ζήτημα Δημοκρατίας. Έγινε αντιληπτό ως λογοκρισία, ως φίμωση. Πολλοί ισχυρίζονται ότι η επιβολή των μέτρων του Μνημονίου δεν είναι συμβατή με μια πλήρως λειτουργική Δημοκρατία. Ποιο είναι το σχόλιο σας;
Πολύ σωστά. Να συμπληρώσω στο συλλογισμό ότι διάγουμε μία περίοδο όπου πολύ κρίσιμες αποφάσεις λαμβάνονται με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, με αποτέλεσμα τον εξ’ ορισμού περιορισμό της δημοκρατίας. Η άποψη που ισχύει στην κυβέρνηση είναι ότι αν η δημοκρατία δεν είναι αποτελεσματική τότε σίγουρα θα πεθάνει, όπως λέει και ο Παντελής Καψής στο ντοκιμαντέρ. Προφανώς έχει γίνει κατανοητό σε όλους ότι ζούμε σε μία περίοδο όπου οι αγορές είναι αυτές που καθορίζουν τα πράγματα. Αυτό, για μένα, είναι άλλη μια απόδειξη του αργού θανάτου της δημοκρατίας.
Από την άλλη, θα πρέπει να σταθούμε και στη διγλωσσία της Ευρώπης. Στα μνημόνια, στις δανειακές συμβάσεις που έχουμε υπογράψει υπήρχε η πρόβλεψη, από το 2011, να κλείσουν ή να συγχωνευτούν 35 φορείς, συμπεριλαμβανομένης της ΕΡΤ. Η ΕΡΤ αναφερόταν ονομαστικά, η μοίρα της ήταν προδιαγεγραμμένη. Και μετά, όταν η ΕΡΤ έκλεισε, παρακολουθήσαμε όλοι την EBU να εξανίσταται, τον Μπαρόζο να λέει ότι η δημόσια τηλεόραση είναι ένας από τους πυλώνες της δημοκρατίας στην Ευρώπη και τα λοιπά. Και προκύπτει το εξής αντιφατικό, από τη μια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να υπερασπίζεται τη δημόσια τηλεόραση και από την άλλη να πιέζει μέσω της Τρόικα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ειδικά του Νότου, να κλείσουν, να συρρικνώσουν, να υποβαθμίσουν τα δικά τους δημόσια μέσα. Αυτό το βλέπουμε και στην υπόθεση της ιδιωτικοποίησης του νερού. Νομίζω πως είναι χαρακτηριστική, λοιπόν, αυτή η διγλωσσία που υπάρχει στην Ευρώπη.
Οι εργαζόμενοι της ΕΡΤ, από την 11η Ιουνίου, προχώρησαν σε κατάληψη των κτιρίων και σε εκπομπή κανονικού προγράμματος, προβαίνοντας έτσι σε ένα ιδιαίτερο και τολμηρό πείραμα αυτοδιαχείρισης. Το πείραμα σταμάτησε στην Αθήνα, με την εισβολή των ΜΑΤ αλλά συνεχίζεται ακόμα στη Θεσσαλονίκη. Πως αποτιμάτε το εγχείρημα; Τι μπορεί να προσφέρει για το μέλλον;
Καταρχήν, με έχει συγκινήσει πάρα πολύ το εγχείρημα της αυτοδιαχείρισης. Θεωρώ ότι είναι ένα μοναδικό πείραμα το οποίο έχει να επιδείξει ήδη αποτελέσματα αυτή τη στιγμή που μιλάμε. Δε ξέρω τι καρπούς θα μπορούσε να επιφέρει πιο συγκεκριμένα στο μέλλον. Δηλαδή, δεν ξέρω αν θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι θα ξανανοίξει η ΕΡΤ, το θεωρώ απίθανο να σου πω την αλήθεια, ακόμα και σε αλλαγή κυβέρνησης. Αυτή είναι προσωπική εκτίμηση βέβαια. Από την άλλη, ωστόσο, νομίζω ότι το εγχείρημα έχει προσφέρει μία πολιτική εκπαίδευση των ανθρώπων. Αυτό νομίζω ότι είναι το μεγάλο κέρδος.
Πως θα περιγράφατε μια ανεξάρτητη και πραγματικά δημόσια ραδιοτηλεόραση στην Ελλάδα;
Η ανεξάρτητη, δημόσια τηλεόραση είναι ζητούμενο τόσο στην Ελλάδα όσο και στον υπόλοιπο κόσμο. Δεν έχει, κατά τη γνώμη μου, κατακτηθεί ακόμα πουθενά. Σε όλο τον κόσμο παρατηρούμε κυβερνήσεις να προσπαθούν να ελέγξουν, να ποδηγετήσουν, να καθοδηγήσουν τη δημόσια τηλεόραση. Όπως και να έχει όμως, στην Ελλάδα το είχαμε παρακάνει. Στην Ελλάδα, δυστυχώς, κάθε κυβέρνηση θεωρούσε τη δημόσια ραδιοτηλεόραση τσιφλίκι της και τόπο που μπορούσε να εκπληρώνει τα πολιτικά της χατίρια. Δεν είμαι αισιόδοξος ότι θα καταφέρουμε να έχουμε με τη νέα δημόσια τηλεόραση, τη ΝΕΡΙΤ, αυτή τη δημόσια τηλεόραση που όλοι ονειρευόμαστε.
Και ποια είναι αυτή η δημόσια τηλεόραση που ονειρευόμαστε; Είναι αυτή που θα είναι πραγματικά ανεξάρτητη, πέρα από κομματικές ποδηγετήσεις, πέρα από κυβερνητικές παρεμβάσεις, που θα είναι πλουραλιστική. Αυτή είναι η μαγική λέξη γιατί ο πλουραλισμός αποτελεί έναν από τους πυλώνες της δημοκρατίας. Για αυτό στο κάτω-κάτω θέλουμε τη δημόσια τηλεόραση, που θα είναι απεγκλωβισμένη από συμφέροντα, που θα είναι η τηλεόραση η δικιά μας, όλων μας. Αυτό είναι το ιδανικό ζητούμενο. Όσο πιο κοντά μπορέσουμε να πλησιάσουμε σε αυτό, κέρδος θα είναι.
Πιστεύω ωστόσο, και το λέω ειλικρινά με πόνο και μακάρι να βγω ψεύτης, ότι είναι πολύ υπερφίαλο να ισχυρίζεται ο κ. Κεδίκογλου ότι κλείνουν την ΕΡΤ για να δημιουργήσουν ένα νέο ακομμάτιστο, σύγχρονο οργανισμό. Δεν είμαι καθόλου αισιόδοξος, γνωρίζοντας τη νοοτροπία των ανθρώπων, τη νοοτροπία που έχει ριζώσει βαθιά και δεν αλλάζει από τη μια μέρα στην άλλη και μιλάω για το πελατειακό κράτος. Είναι μια φοβερή κατάρα που δεν αλλάζει από τη μια μέρα στην άλλη, όταν για αιώνες η πλειοψηφία των Ελλήνων ψήφιζε με μοναδικό κριτήριο ποιος θα είναι αυτός που θα βολέψει το παιδί του στο δημόσιο. Και δεν αλλάζει γιατί αυτό είναι θέμα παιδείας και έχουμε πάρα πολύ μεγάλο έλλειμμα στην παιδεία.
Στο οποίο έλλειμμα παιδείας, η δημόσια τηλεόραση θα μπορούσε να παίξει κάποιο ρόλο.
Ακριβώς. Η δημόσια τηλεόραση είναι ένα σχολείο. Η δημόσια τηλεόραση μπορεί να σου πει πράγματα που δε θα σου τα πουν τα ιδιωτικά μέσα γιατί πολύ απλά δεν φέρνουν τηλεθέαση. Αν το δούμε στην ευρωπαϊκή προοπτική, πόσοι είναι αυτοί που πραγματικά βλέπουν ARTE για παράδειγμα. Πόσοι Γάλλοι; Πόσοι Γερμανοί; Λίγοι. Ακριβώς ένα τέτοιο ύφος είχε και η ΕΡΤ. Δεν την έβλεπε πολύς κόσμος προφανώς. Περισσότεροι έβλεπαν την τούρκικη σαπουνόπερα.
Υπάρχει ένα παράδειγμα-πρότυπο δημόσιας τηλεόρασης; Το BBC ίσως;
Μιλώντας με συναδέλφους, που έχει τύχει να εργαστούν στο BBC, μπορώ να πω ότι προφανώς υπάρχουν στοιχεία που θα μπορούσε κάποιος να πάρει αλλά δεν είναι παράδεισος. Υπήρχαν περιπτώσεις στο παρελθόν όπου ο διευθυντής ενημέρωσης είχε παραιτηθεί καταγγέλλοντας προσπάθεια κυβερνητικής παρέμβασης. Παντού υπάρχουν προβλήματα. Κανείς δεν είναι τέλειος. Δεν υπάρχει ένας παράδεισος, να πεις «Κοίτα τους αυτούς εδώ, πρέπει να τους αντιγράψουμε». Δεν υπάρχει αυτό το πράγμα. Υπάρχουν παντού προβλήματα και μάλιστα σοβαρά, είτε παρεμβάσεων και εξάρτησης από την κυβέρνηση είτε μεγάλα προβλήματα σε οικονομικό επίπεδο, όπου κόβουν παντού χρήματα το τελευταίο διάστημα. Αυτά τα προβλήματα τα είδαμε πρόσφατα και στην Ισπανία, στη Βαλένθια αλλά και στην Ολλανδία που δεν έγινε ευρέως γνωστό. Το VPRO έβγαλε πρόσφατα ένα SOS. Tους κόβουν 100 εκατ. ευρώ από έναν ήδη μειωμένο προϋπολογισμό. Από 21 σταθμούς έχουν πέσει τώρα στους 8 και έχουν απολύσει πάρα πολύ κόσμο. Και οι Γάλλοι αντιμετωπίζουν τα ίδια προβλήματα. Βλέπουμε, δηλαδή, να γίνεται συνολικά αυτό το πράγμα, σε όλη την Ευρώπη.
Αναφερθήκατε στη διαφορά δημόσιων και ιδιωτικών μέσων ενημέρωσης. Ποιος θεωρείτε ότι είναι ο ρόλος που έχουν διαδραματίσει την περίοδο της κρίσης;
Είναι κοινή πεποίθηση όλων ότι τα ιδιωτικά μέσα έχουν στηρίξει την κυβερνητική γραμμή περί λιτότητας. Και νομίζω πως ένας από τους λόγους που το έχουν κάνει, είναι γιατί έχουν παλιές, καλές σχέσεις αλληλεξάρτησης με την κυβέρνηση, με την κάθε κυβέρνηση. Θα θυμάσαι την περίφημη ρήση περί νταβατζήδων του Καραμανλή. Οι μοναδικές επιχειρήσεις που έχουν αυτή τη στιγμή πρόσβαση σε δάνεια, δυνατότητα δηλαδή χρηματοδότησης, είναι τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης.
Ο αντίπαλος ήταν η δημόσια τηλεόραση, η οποία αποδυναμώθηκε πλήρως και μάλιστα με τέτοιο τρόπο, με έναν απίστευτο τρόπο, που ωφέλησε στην ουσία μόνο τους ιδιώτες. Δεν ωφέλησε την ίδια τη δημόσια τηλεόραση, δεν ωφέλησε την οικονομία της χώρας γιατί διαλύθηκε αυτό το περιουσιακό στοιχείο, είχαμε δηλαδή μια καταστροφή αξίας. Όταν έχεις ένα brand, όταν κτίζεις έναν οργανισμό 75 χρόνια, πρέπει να υπάρχει μια πρόνοια ακόμα και στη περίπτωση που θες να τον κλείσεις, να τον μεταφέρεις, να τον αλλάξεις. Αυτό ήταν στρατηγικό λάθος σε σχέση με την καταστροφή της αξίας, του περιουσιακού στοιχείου που λέγεται δημόσια τηλεόραση. Μπορεί να έγινε και επίτηδες. Έπεσε μαύρο, αυτό είναι πολύ τραγικό να συμβεί στον αέρα της τηλεόρασης.
Ο πολίτης αυτή τη στιγμή πληρώνει για μια υπηρεσία που δεν έχει. Είναι αδιανόητο. Όταν το λέω αυτό στο εξωτερικό μου λένε «Και καλά και πως το ανέχεστε αυτό;» και τους λέω «Δεν καταλάβατε. Υπάρχει μια υπερφόρτωση, ένα overload. Ο Έλληνας πρέπει να αντιμετωπίσει κάθε μέρα που περνάει ένα νέο φόρο. Υπάρχει κάθε μέρα κάτι διαφορετικό και δεν προλαβαίνεις ούτε καν να το επεξεργαστείς».
«Το χαμένο σήμα της Δημοκρατίας» έκανε πρεμιέρα στο Βέλγιο και την Αυστρία στις 8 Ιανουαρίου και για την ακρίβεια στις δημόσιες τηλεοράσεις των δύο χωρών. Ποιες ήταν οι αντιδράσεις του ευρωπαϊκού κοινού; Τι σκέψεις σας γέννησε το γεγονός πως η Ελλάδα εκείνη τη στιγμή ήταν η μόνη χώρα της Ευρώπης που δεν διέθετε δημόσια τηλεόραση;
Το ντοκιμαντέρ έχει μεταδοθεί ή πρόκειται να μεταδοθεί σε συνολικά 18 χώρες. Οι θεατές μένουν άφωνοι και οργίζονται. Βλέπουν μια κυβέρνηση η οποία αψηφά το Σύνταγμα και τους νόμους του κράτους και κάνει ο,τι θέλει. Βλέπουν μια χώρα η οποία υποτίθεται ότι γέννησε τη Δημοκρατία και έφερε το φως των ιδεών στην Ευρώπη να ζει μια οικονομική και κοινωνική τραγωδία, ενώ ταυτόχρονα υπάρχουν σοβαρά ζητήματα δημοκρατίας και σεβασμού των θεσμών από την ίδια την κυβέρνηση. Βλέπουν ένα κοινοβούλιο, το ναό της δημοκρατίας, να παραπαίει, να έχει παραγκωνιστεί τελείως και όλες οι αποφάσεις να λαμβάνονται με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου. Βλέπουν ένα πολιτικό προσωπικό που εξυπηρετεί απλά τους δανειστές. Όλα αυτά προκαλούν στο τέλος μια πάρα πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση, η οποία συνήθως αντανακλά και τους δικούς τους φόβους. Ξέρουν το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι ένα πειραματόζωο, ότι εάν αυτά τα πράγματα συμβαίνουν στην Ελλάδα τώρα, μπορούν να συμβούν και στη δική τους χώρα αργότερα. Η συζήτηση αφορά τη καρδιά του ζητήματος που είναι η διαπίστωση ότι η Δημοκρατία υποχωρεί. Αυτό ζήσαμε στην ΕΡΤ ουσιαστικά. Καρδιά του ζητήματος της ΕΡΤ είναι η ίδια η Δημοκρατία.
Αυτό που μου προκαλεί πόνο είναι ότι τέτοιες συζητήσεις, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν έχουν γίνει στην Ελλάδα. Έχουμε σταματήσει να συζητάμε πια. Μου προκαλεί θλίψη, όπως μου προκαλούσε θλίψη το γεγονός πως το ντοκιμαντέρ δεν είχε προβληθεί στην Ελλάδα. Θα ήθελα πολύ να είχε προβληθεί νωρίτερα. Όταν έκανε ταυτόχρονη πρεμιέρα στη δημόσια τηλεόραση στο Βέλγιο και στην Αυστρία, σκεφτόμουν ότι μια δουλειά ενός Έλληνα, που αναφέρεται και έχει γυριστεί στην Ελλάδα, δεν προβάλλεται στην Ελλάδα –γιατί δεν γίνεται- και προβάλλεται στο εξωτερικό. Είναι λίγο παράδοξο. Αυτό το γεγονός μου γέννησε πόνο και αμηχανία. Ήταν η πρώτη φορά που δεν το είδα εγώ με τα μάτια μου να παίζει στη τηλεόραση. Πρώτη φορά.
Αναθάρρησα όταν μου είπαν ότι πήγε εξαιρετικά καλά στο Βέλγιο και στην Αυστρία. Μου είπαν ότι έπαιρνε τηλέφωνο ο κόσμος και έδινε συγχαρητήρια στη δημόσια τηλεόραση και τους έλεγαν ότι αυτός ακριβώς είναι ο ρόλος που θέλουμε να επιτελείτε κτλ. Ο βελγικός τύπος το υποδέχτηκε με σχόλιο «μια εκπληκτική έκκληση για δικαιοσύνη» και ακριβώς αυτό είναι το έργο. Τώρα πηγαίνει στο διεθνούς κύρους FrontLine Club στο Λονδίνο.
Το έργο σας θα κάνει τελικά πρεμιέρα στην Ελλάδα στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, την Τετάρτη 19 Μαρτίου. Με αυτή την αφορμή, θα ήθελα ένα σχόλιο σας για την ελληνική παραγωγή ντοκιμαντέρ των τελευταίων χρόνων από τη μια και την κρατική πολιτική υποστήριξης από την άλλη.
Νομίζω πως στα χρόνια της κρίσης υπάρχει μια άνθιση στο χώρο του ντοκιμαντέρ. Οι άνθρωποι θέλουν να πουν πράγματα και το κάνουν φτιάχνοντας ένα ντοκιμαντέρ. Άνθρωποι που μπορεί να γυρίζουν το πρώτο τους ντοκιμαντέρ, νέα παιδιά με μια κάμερα στο χέρι. Αυτό είναι πανέμορφο. Ίσως να είναι ένα από τα ελάχιστα κέρδη –αν μπορούμε να μιλήσουμε για κέρδη- αυτής της περιόδου. Στις δυσκολίες οι άνθρωποι δημιουργούν.
Η Πολιτεία τώρα δεν στηρίζει την Υγεία και την Παιδεία, το ντοκιμαντέρ θα στήριζε; Εκτός αυτού, ένα μεγάλο κομμάτι της οπτικοακουστικής παραγωγής της Ελλάδας κατέρρευσε μαζί με την ΕΡΤ. Η όποια παραγωγή ήταν στενά συνδεδεμένη με την ΕΡΤ.
Κλείνοντας, διάβασα ότι ετοιμάζετε ένα μεγάλο ντοκιμαντέρ για την κρίση στην Ελλάδα για λογαριασμό του WDR, του Al Jazeera και της Σουηδικής Τηλεόρασης. Μπορείτε να μου πείτε δυο λόγια για αυτό;
Αυτό είναι το «Αγορά» (Agora). Θα είναι ένα ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους (90-120 λεπτά) και θα περικλείει μέσα του 4 χρόνια ελληνικής κρίσης, από το 2010 έως το 2014. Το ντοκιμαντέρ έχει 4 συμπαραγωγούς: τη δημόσια γερμανική τηλεόραση, το Al Jazeera, τη δημόσια βέλγικη τηλεόραση και τη δημόσια σουηδική τηλεόραση.
Στην Αρχαία Ελλάδα, η αγορά ήταν η καρδιά της πολιτικής, της οικονομικής, της θρησκευτικής ακόμα και της αθλητικής ζωής. Στα νέα ελληνικά, αγορά σημαίνει μόνο οικονομική αγορά, αυτό που στα αγγλικά λέμε market. Το long line του έργου είναι «Αγορά: Από τη Δημοκρατία στις αγορές» (Agora: From Democracy to the markets).
Ξεκινά και παρακολουθεί ανθρώπους από νωρίς και βλέπει πως επηρεάστηκε η ζωή τους από τη κρίση. Είναι άνθρωποι σχεδόν από όλα τα κοινωνικά στρώματα. Υπάρχει για παράδειγμα ο Τάκης, 65 ετών, ο οποίος είχε μια κανονική δουλειά κι ένα κανονικό σπίτι. Χάνει τη δουλειά του, χάνει το σπίτι, μένει άστεγος και κοιμάται στα παγκάκια. Υπάρχει η Μαριετίνα, η οποία είναι μουσικός και είχε ένα πολύ καλό μισθό, κλασικό παράδειγμα μεσαίας τάξης. Τώρα πουλάει τα χρυσαφικά της για να ζήσει και προσπαθεί να μην της πάρει το σπίτι η τράπεζα. Το έργο έχει τέσσερις άξονες. Τέτοιου είδους ιστορίες συγκροτούν το πρώτο άξονα του έργου. Στο δεύτερο άξονα ρωτάμε τους insiders, αυτούς που είναι μέσα στα πράγματα, να μας πουν τι ακριβώς έχει συμβεί. Συμμετέχει σχεδόν όλη η ελληνική πολιτική σκηνή μαζί με αρκετούς ανθρώπους από τη διεθνή πολιτική σκηνή όπως ο Μάρτιν Σούλτς και ο Ζαν Κλωντ Τρισέ. Στο τρίτο άξονα καταγράφεται η άνοδος του φασισμού αυτά τα χρόνια και στον τέταρτο καταγράφονται τα κινήματα αλληλεγγύης, που κατά τη γνώμη μου είναι η ελπίδα. Η αλληλεγγύη που έχει αναπτυχθεί μέσα στο πέρασμα αυτών των δύσκολων χρόνων είναι άλλο ένα κέρδος από τη τραγωδία.
Στόχευσή του είναι να δώσει φωνή στους ανθρώπους που δεν έχουν φωνή, να αποτελέσει κιβωτό μνήμης για τους Έλληνες και να παρουσιάσει στους ξένους μια συνολική και εμπεριστατωμένη αφήγηση, ώστε μέσα σε 90 λεπτά να καταλάβουν τι έχει γίνει στην Ελλάδα.
http://afterhistory.blogspot.gr/