Του Δημήτρη Χρήστου
«Εδώ βρίσκεται το βασικό μάθημα της
Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Εάν η φιλελεύθερη δημοκρατία αποτύχει να δώσει
οικονομική ευημερία για ένα ικανοποιητικά μεγάλο τμήμα του πληθυσμού σε αρκετά
μεγάλες περιόδους, τελειώνει, μαζί με τους χρηματοοικονομικούς και οικονομικούς
θεσμούς που έχει δημιουργήσει» έγραψε στο άρθρο του στους Financial Times ο
Βόλφγκανγκ Μινχάου, με αφορμή την πολιτική κρίση στην Ιταλία.
Και πράγματι έχει δίκιο. Η
Γερμανία εκμεταλλεύτηκε τη νομισματική ένωση, εμποδίζοντας την οικονομική
ολοκλήρωση της ΕΕ προς όφελός της. Σήμερα για παράδειγμα, με την παγκόσμια
οικονομία σε αναστάτωση και τα επιτόκια δανεισμού όλων των χωρών σε άνοδο, οι
αποδόσεις των γερμανικών 10ετών τίτλων μειώθηκαν στο χαμηλό επίπεδο για το 2018
του 0,3%. Τι είδους ενιαία οικονομία είναι αυτή; Τι είδους θεμιτό έχει αυτός ο
ανταγωνισμός εντός της Ευρωζώνης;
Πολλοί οργίζονται με την
αλαζονεία με την οποία το Βερολίνο κυρίως αντιμετώπισε την κρίση των Ιταλών
πολιτών. Χαρακτηριστική ήταν η δήλωση του γερμανού επιτρόπου προϋπολογισμού
Γκίντερ Έτινγκερ που δήλωσε μετά το ναυάγιο σχηματισμού κυβέρνησης στην Ιταλία
ότι: «Οι αγορές θα μάθουν στους Ιταλούς πώς να ψηφίζουν».
Τίποτα δεν είναι άσπρο μαύρο
Όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο
απλά. Και ευθύνες για την οικονομική κατάσταση της ιταλικής οικονομίας δεν
έχουν μόνον οι Βρυξέλλες. Ήταν ευθύνη των ιταλικών κυβερνήσεων και που παρά τις
μεγάλες οικονομικές δυνατότητες της χώρας, την επιβάρυναν με αβάσταχτα δάνεια
που σήμερα φτάνουν τα 2,3 τρισ. ευρώ, χωρίς να δημιουργούν ανάπτυξη.
Ποτέ οι ιταλικές κυβερνήσεις που
εκπροσωπούσαν την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ένωσης, δεν έκαναν χρήση της
αξίας των διαπραγματευτικών μετοχών τους στην ΕΕ. Η κάθαρση στη χώρα, δεν
ολοκληρώθηκε και η διαφθορά δεν εξαλείφθηκε. Ναι αλλά αυτούς τους τιμώρησαν οι
ψηφοφόροι, είναι ο αντίλογος. Μάλιστα. Και αυτοί που εξέλεξαν μπορούν να
σηκώσουν το βάρος της μεγάλης αλλαγής.
Ο Ιταλός πρόεδρος, η μόνη
αντίρρηση που πρόβαλε στην εντολή σχηματισμού κυβέρνησης των Πέντε Αστέρων και
της Λέγκας, ήταν στο πρόσωπο του δηλωμένου ευρωσκεπτικιστή, του 81 ετών Πάολο
Σαβόνα για τη θέση του υπουργού Οικονομικών. Για ποιο λόγο οι δύο ετερόκλητοι
εταίροι δεν συμβιβάστηκαν εξαρχής για να αποφευχθεί η κρίση και προτίμησαν να
οδηγήσουν τη χώρα σε νέα εκλογική αναμέτρηση εν μέσω αναταραχής;
Είναι αρκετοί που έθεσαν το
ερώτημα μήπως έχουν σχέδιο για την έξοδο της χώρας από το ευρώ; Και μπορούν να
το υλοποιήσουν εγκλωβίζοντας τη μισή εκλογικά Ιταλία, χωρίς δημοψήφισμα;
Επισήμως, στο κυβερνητικό πρόγραμμά τους δεν θέτουν τέτοιο ζήτημα. Σύμφωνα
μάλιστα με δύο δημοσκοπήσεις τα ποσοστά των Ιταλών υπέρ της παραμονής στο ευρώ
φτάνουν έως και το 72%. Οι δημοσκοπήσεις έγιναν από τους οργανισμούς Euromedia
και Piepoli για την εκπομπή «Porta a Porta» του κρατικού ραδιοτηλεοπτικού
δικτύου RAI.
Ο αναγκαίος συμβιβασμός
Το θέμα είναι ότι από την κρίση
που προκλήθηκε δεν τρόμαξαν μόνον οι αγορές. Τρόμαξαν και οι ίδιοι οι Ιταλοί.
Και το μήνυμα δεν μπορούσε να αγνοηθεί ούτε από τα Πέντε Αστέρια ούτε από την
Λέγκα που τελικά την Τετάρτη αποφάσισαν να συμβιβαστούν με τον πρόεδρο της
Ιταλίας.
Πρωθυπουργός της κυβέρνησης θα
είναι ο Τζουζέπε Κόντε. Οι ηγέτες των δύο κομμάτων, Σαλβίνι και Ντι Μάιο είναι
αντιπρόεδροι και αντιστοίχως υπουργοί Εσωτερικών και Οικονομίας-Εργασίας. Το
υπουργείο Οικονομικών ανέλαβε ο καθηγητής Τζιοβάνι Τρία (πρόεδρος της Εθνικής
Σχολής Διοίκησης και καθηγητής της πολιτικής οικονομίας στο Πανεπιστήμιο
Vergata) και τελικά ο Σαβόνα ανέλαβε το χαρτοφυλάκιο των Ευρωπαϊκών Υποθέσεων.
Το Βερολίνο παίζει με τη φωτιά
Η Ευρώπη όπως είναι σήμερα, δεν
μπορεί να πάει πολύ μακριά, αγνοώντας τα κύματα των δεξιών εθνικισμών που έχουν
εκδηλωθεί στην Ανατολή και ριζώνουν στη Γαλλία και στην Ιταλία, ακόμα και στη
Γερμανία. Η ενότητα της ΕΕ απειλείται σοβαρά. Και όπως είναι τα πράγματα σήμερα
στον κόσμο, η ενότητα και η οικονομική της ολοκλήρωση είναι αναγκαία
περισσότερο από ποτέ.
Το θέμα είναι ότι υπάρχουν χώρες
που αρνούνται να ενταχθούν πραγματικά και πολίτες αγανακτισμένοι, έτοιμοι να
πάνε στο άλλο άκρο για να εκδικηθούν τους ηγεμόνες. Και είναι πρωτίστως ευθύνη
της Γερμανίας να αντιληφθεί το ταχύτερο δυνατό το κακό που έχει προκαλέσει στο
ενοποιητικό εγχείρημα και τα ερείπια που θα ακολουθήσουν εάν συνεχίσει στον
ίδιο δρόμο.
Πως θα μπορούν να λειτουργήσουν
οι παγκόσμιες ισορροπίες σε έναν κόσμο με διαλυμένη την ΕΕ, τον Τραμπ να
κηρύττει οικονομικό πόλεμο σε όλους τους άλλους και την Μέση Ανατολή των
πετρελαίων να φλέγεται; Εκτός, εκτός αν η Γερμανία μπει στην τρίτη καταστροφική
πρόκληση να συνεχίσει μόνη και κυρίαρχη με όσους δορυφόρους επιθυμούν να την
ακολουθήσουν. Θα επιστρέψουμε ένα αιώνα πίσω;