Αρνητική είναι η απάντηση της ΝΔ
στην πρόταση για συναίνεση στην επιλογή της ηγεσίας του Αρείου Πάγου, την οποία
κατέθεσε ο υπουργός Δικαιοσύνης Μιχάλης Καλογήρου και είχε την υποστήριξη της
Ένωσης Εισαγγελέων αλλά και της Προεδρίας της Δημοκρατίας. Σημειώνεται πως και
η πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ, Φώφη Γεννηματά, τάχθηκε υπέρ της διακομματικής συναίνεσης
στην επιλογή των προσώπων, υποστηρίζοντας την πρόταση του κ. Καλογήρου.
Σχολιάζοντας την αντιπαράθεση που ξέσπασε με την επιμονή της ΝΔ να ακυρώσει τις
αποφάσεις της διακομματικής επιτροπής, μέσω της οποία έχουν ήδη επιλεγεί οι
επικρατέστεροι με τη σύμφωνη γνώμη και της αντιπολίτευσης, η Ένωση Εισαγγελέων
υπογράμμισε πως πλήττει την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Μετά την απόρριψη της
συναινετικής πρότασης, ενισχύονται και τα ερωτήματα για τη στάση της ΝΔ στο
θέμα ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη μεγάλες δικαστικές υποθέσεις.
Σημειώνεται πως οι τρεις ανώτατοι
δικαστικοί για τη θέση του Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου και την διαδοχή της
Ξένης Δημητρίου, η θητεία της οποίας λήγει στις 30 Ιουνίου, έχουν προεπιλεγεί
και έχουν εγκριθεί - στο πλαίσιο της λεγόμενης short list – από την διάσκεψη
των Προέδρων της Βουλής. Πρόκειται για την αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου Ειρήνη
Καλού, την αρεοπαγίτισσα Διονυσία Μπιτζούνη και την επίσης αντιπρόεδρο του
Αρείου Πάγου Δήμητρα Κοκοτίνη.
Η ΝΔ, στην ανακοίνωσή της,
ισχυρίζεται πως «ακόμα και αν υπάρξει διακομματική συναίνεση για το ζήτημα, δεν
επιτρέπεται από το Σύνταγμα και τους νόμους». «Είναι αυτονόητο ότι η Νέα
Δημοκρατία δεν είναι δυνατόν να συναινέσει σε μια εξόφθαλμα αντιθεσμική
διαδικασία», ισχυρίζεται και απορρίπτοντας τη θέση της Ένωσης Εισαγγελέων για
μια συναινετική απόφαση που θα διασφαλίζει το κύρος και την ανεξαρτησία της
Δικαιοσύνης, επικαλείται δικούς της συνταγματολόγους και καθηγητές και κάνει
λόγο για «προκλητική περιφρόνηση του Συντάγματος ως προς το πνεύμα και το
γράμμα του». Το γεγονός ότι ουδείς εκ των νομικών έθεσε πραγματικό ζήτημα
νομιμότητας, καθώς η παρούσα κυβέρνηση έχει τη νομιμότητα των επιλογών έως τις
7 Ιουνίου όταν και θα προκηρυχθούν οι εκλογές, φαίνεται πως περνάει στα «ψιλά»,
καθώς ο τομέαρχης Δικαιοσύνης της ΝΔ στην επιστολή του υποστηρίζει πως «τυχόν
παράνομη επιλογή των ανωτάτων δικαστικών όπως αυτή που προτείνετε, θα οδηγούσε
σε βέβαια ακύρωση του σχετικού προεδρικού διατάγματος από το Συμβούλιο της
Επικρατείας και, συνεπώς, η Νέα Δημοκρατία δεν θα μπορούσε να διακινδυνεύσει τη
νομιμότητα των αποφάσεων που θα εκδοθούν στο μέλλον από τα ανώτατα δικαστήρια».
«Έπεσαν οι μάσκες»
Σχολιάζοντας την αρνητική
απάντηση της ΝΔ ο υπουργός Δικαιοσύνης, όπως και το Μαξίμου, σημείωσαν πως «οι
μάσκες έπεσαν» σχετικά με τις πραγματικές προθέσεις της Πειραιώς. Όπως
υπογράμμισε το πιο σημαντικό της επιστολής προς τον πρόεδρο της ΝΔ, ήταν η
εκδήλωση της πρόθεσης το πολιτικό σύστημα να επιδιώκει συναίνεση σε τέτοια
ζητήματα, ώστε να εξαφανίζετα κάθε σκιά στη χειραγώγηση της Δικαιοσύνης.
Ακολούθως απάντησε αναλυτικά στα επιχειρήματα της ΝΔ, όπως διατυπώθηκαν στην
απαντητική επιστολή από τον αρμόδιο τομέαρχη.
Το πρώτο επιχείρημα της ΝΔ είναι
ότι αυτή είναι μία υπηρεσιακή κυβέρνηση και ως εκ τούτου δεν νομιμοποιείται να
προβεί σε τοποθέτηση της ηγεσίας της Δικαιοσύνης. Η απάντηση, είπε ο υπουργός
είναι ότι δεν είναι υπηρεσιακή κυβέρνηση, είναι κανονική κυβέρνηση που ασκεί τα
προβλεπόμενα από το Σύνταγμα καθήκοντά της. Επίσης η βουλή δεν έχει διαλυθεί.
Αυτό που έχει γίνει είναι η προαναγγελία της πρόθεσης του πρωθυπουργού να
προκηρύξει εκλογές.
Δεύτερο επιχείρημα της ΝΔ, είπε ο
υπουργός, επικαλείται το νόμο περί δημοσίων υπαλλήλων και με βάση αυτόν ότι δεν
μπορούμε να προβούμε σε προαγωγές. Η απάντηση είναι ότι δεν υπάγονται οι
δικαστικοί λειτουργοί στο νόμο περί προαγωγών των δημοσίων υπαλλήλων.
Τρίτον, η ΝΔ προδικάζει ότι το
προεδρικό διάταγμα που θα ορίζει τη νέα ηγεσία θα πέσει στο Συμβούλιο της
Επικρατείας. Προδικάζει, όπως έχει κάνει ξανά στο παρελθόν, είπε ο υπουργός,
κάτι που δεν έχει συμβεί και αυτό είναι ανεπίτρεπτο.
Τέλος είπε ο υπουργός, δίνεται η
εικόνα ότι οι δικαστές είναι υποχείριο ή εργαλείο της εκάστοτε κυβέρνησης.
Κατηγόρησε τη ΝΔ ότι εκείνη εκτιμά ότι οι δικαστές και η Δικαιοσύνη γίνεται
εργαλείο.
Ο Μιχάλης Καλογήρου υπογράμμισε
ότι «σύμφωνα με το νόμο Καστανίδη, που ορίζει την διαδικασία, ακόμη και σε
διάλυση της Βουλής συνεχίζεται κανονικά η διαδικασία τοποθέτησης της ηγεσίας
της δικαιοσύνης. Σημείωσε ότι «οι θέσεις κενώνονται στις 30 Ιουνίου και το
σχετικό προεδρικό διάταγμα θα εκδωθεί αμέσως μετά. Κανείς δεν μπορεί να
γνωρίζει το αποτέλεσμα των εκλογών ,ούτε πόσος χρόνος θα χρειαστεί μέχρι τον
σχηματισμό κυβέρνηση. Σε αυτό το διάστημα είναι απαραίτητο να υπάρχει ηγεσία
της Δικαιοσύνης». Σε ερώτηση για το αν η κυβέρνηση «θα προχωρήσει μονομερώς;»,
ο κ. Καλογήρου απάντησε ότι δεν τίθεται θέμα μονομέρειας κατά την άσκηση των
καθηκόντων της κυβέρνησης. Ο κ. Καλογήρου διευκρίνησε ότι η διαδικασία ορισμού
της νέας ηγεσίας δεν ξεκίνησε τώρα, αντίθετα έχει ξεκινήσει από τις 30
Απριλίου, όπως ακριβώς προβλέπει ο νόμος και έχει γίνει και η σχετική
διαδικασία από την διάσκεψη των προέδρων της Βουλής.
Η επιστολή απάντηση του Νίκου
Παναγιωτόπουλου
«Αξιότιμε κύριε Υπουργέ, Σχετικά
με το αίτημά σας να προχωρήσει η διαδικασία πλήρωσης θέσεων ανωτάτων δικαστικών
λειτουργών, το οποίο κι ο ίδιος συνομολογείτε ότι εγείρει πολιτικό ζήτημα,
είναι αυτονόητο ότι η Νέα Δημοκρατία δεν είναι δυνατόν να συναινέσει σε μια
εξόφθαλμα αντιθεσμική διαδικασία. Γνωρίζετε άλλωστε ότι την άποψη αυτή έχουν
ήδη διατυπώσει δημοσίως διακεκριμένοι συνταγματολόγοι και καθηγητές Νομικής,
χαρακτηρίζοντας «προκλητική περιφρόνηση του Συντάγματος ως προς το πνεύμα και
το γράμμα του» τον διορισμό της ηγεσίας των ανωτάτων δικαστηρίων από μια
κυβέρνηση η οποία προκηρύσσοντας εθνικές εκλογές επί της ουσίας έχει ήδη
παραιτηθεί.
Ο διορισμός της ανώτατης
Δικαιοσύνης από την παρούσα κυβέρνηση θα ήταν πράξη αντισυνταγματική και
παράνομη. Αντισυνταγματική γιατί μια κυβέρνηση που έχει προκηρύξει εκλογές
είναι επί της ουσίας υπηρεσιακή και ως εκ τούτου μπορεί να προβαίνει μόνον σε
πράξεις διαχείρισης τρεχουσών υποθέσεων ενόψει των εκλογών. Και παράνομη διότι
ο νόμος 2190/94 ρητά απαγορεύει, κατά την προεκλογική περίοδο, οποιονδήποτε
διορισμό σε θέση δημοσίου υπαλλήλου ή λειτουργού, πολλώ δε μάλλον στην ηγεσία
των ανωτάτων δικαστηρίων. Με τα δεδομένα αυτά ακόμη και αν υπάρξει διακομματική
συναίνεση για το ζήτημα αυτό, το Σύνταγμα και ο νόμος δεν επιτρέπουν να ληφθεί
μια τέτοια απόφαση.
Ο Κώδικας Οργάνωσης των
Δικαστηρίων προβλέπει με τρόπο σαφή την αναπλήρωση του Προέδρου και του
Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, για το διάστημα το οποίο οι θέσεις παραμένουν κενές.
Άλλωστε στις τελευταίες κρίσεις για θέσεις ανωτάτων δικαστικών (πρόεδροι του
Αρείου Πάγου και του Συμβουλίου της Επικρατείας), η κυβέρνησή σας έκανε χρήση
αυτής της διάταξης και τις άφησε να χηρεύουν για περισσότερο από πέντε (5)
μήνες.
Τέλος, όπως προφανώς
αντιλαμβάνεστε και εσείς, τυχόν παράνομη επιλογή των ανωτάτων δικαστικών όπως
αυτή που προτείνετε, θα οδηγούσε σε βέβαια ακύρωση του σχετικού προεδρικού
διατάγματος από το Συμβούλιο της Επικρατείας και, συνεπώς, η Νέα Δημοκρατία δεν
θα μπορούσε να διακινδυνεύσει τη νομιμότητα των αποφάσεων που θα εκδοθούν στο
μέλλον από τα ανώτατα δικαστήρια.
Με εκτίμηση,
Νίκος Παναγιωτόπουλος
Τομεάρχης Δικαιοσύνης της ΝΔ
Υ.Γ. Σας παραπέμπουμε και στη
σχετική νομική αρθρογραφία:
Ν.Αλιβιζάτος, Καθημερινή 28/5
Α. Μανιτάκης, Καθημερινή 28/5
Μ.Σταθόπουλος Κathimerini.gr 28/5
Α.Καραμπατζός, Τα Νέα 29/5
Ν.Παπασπύρου, Τα Νέα 30/5
Κ. Μποτόπουλος Τα Νέα 30/5»