Δεδομένου ότι ο θόρυβος για τη
δήθεν αθρόα αποφυλάκιση εγκληματιών, για τη σκόπιμη απαλλαγή όσων κριθούν
υπεύθυνοι για την τραγωδία στο Μάτι και για τη δήθεν απαλλαγή των καταχραστών
λόγω του νέου σύγχρονου Ποινικού Κώδικα συνεχίζονται, κατά κύριο λόγο από το
συγκρότημα του Φαλήρου και των άλλων φιλικών προς τη Ν.Δ. Μέσων, καλό είναι να
θυμίσουμε στους πολίτες και σε όσους θεωρούν ότι οι δύο Κώδικες συντάχτηκαν
από… Συριζαίους ποιοι εργάστηκαν για τη σύνταξή τους.
1. Για τη σύνταξη του Ποινικού
Κώδικα: Πρόεδρος ο Χριστόφορος Αργυρόπουλος, δικηγόρος, πρώην επίτιμος Πρόεδρος
Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων. Η κυρία Έλλη Συμεωνίδου-Καστανίδου, Κοσμήτορας της
Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ο Στέφανος Παύλου,
καθηγητής Νομικής Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου. Ο Γεώργιος Δημήτραινας, καθηγητής
της Νομικής Σχολής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ο Ηλίας
Αναγνωστόπουλος, καθηγητής Νομικής Αθηνών. Ο Δημοσθένης Στίγγας, Πρόεδρος
Πρωτοδικών, Μόνιμη Ελληνική Αντιπροσωπεία στις Βρυξέλλες. Ο Σ. Μανταγκιοζίδης,
Εισαγγελέας Αρείου Πάγου. Ο Π. Καζής, δικηγόρος. Ο Η. Τζανακάκης, δικαστικός
λειτουργός του Αρείου Πάγου.
2. Για τη σύνταξη του κώδικα Ποινικής
Δικονομίας: Ομοίως, στην Επιτροπή Σχεδίου και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας τα
μέλη της Επιτροπής –παρίστανται φαντάζομαι- είναι: Ο Πρόεδρος, κ. Θεοχάρης
Δαλακούρας. Ο κ. Παναγιώτης Μπρακουμάτσος, Αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου. Ο
κ. Αθανάσιος Ζαχαριάδης, Επίκουρος Καθηγητής Νομικής ΑΠΘ. Ο κ. Ιωάννης Γενίδης,
Καθηγητής Νομικής ΕΚΠΑ, Ελληνική Εταιρεία Ποινικού Δικαίου. Ο κ. Ευάγγελος
Χασαλιάς, Εισαγγελέας Εφετών. Ο κ. Χαράλαμπος Σεβαστίδης, Πρόεδρος Πρωτοδικών.
Ο κ. Αριστομένης Ζανετής, Επίκουρος Καθηγητής ΕΚΠΑ, Ένωση Ελλήνων Ποινικολόγων.
Ο κ. Βασίλειος Δημακόπουλος, Δικηγόρος, εκπρόσωπος Δικηγορικού Συλλόγου Αθήνας.
Ο κ. Νικόλαος Νικολάου, Αντιεισαγγελέας Εφετών και ο κ. Δημήτριος Συμεωνίδης,
Επίκουρος Καθηγητής Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Αφού λοιπόν ο κάθε πολίτης κρίνει
τώρα το κατά πόσον είναι δυνατόν όλοι αυτοί οι καθηγητές, οι νομικοί και οι
δικαστικοί, που δούλεψαν τρία χρόνια συνεχίζοντας και σεβόμενοι το έργο των δύο
νομοπαρασκευαστικών επιτροπών, συνωμότησαν για να ανοίξουν οι φυλακές και να
μείνουν ατιμώρητα τα εγκλήματα, τότε θα αντιληφθεί εύκολα την κάθε λογής μαύρη
προπαγάνδα.
Θα αντιληφθεί επίσης πολύ εύκολα
γιατί μέχρι τις ευρωεκλογές κανένας βουλευτής της Ν.Δ. και κανένα Μέσο σε όλη
τη διάρκεια της ανοιχτής διαβούλευσης δεν είχαν εκφράσει ούτε ανάλογες απόψεις
ούτε ανάλογα εκφοβιστικά ρεπορτάζ.
Όσο δε για τη... σύμπραξη
κυβέρνησης, Β. Βενιζέλου και Ποταμιού, που συμφώνησαν να τεθούν μετά την ψήφιση
τους άμεσα οι Κώδικες σε εφαρμογή, εδώ είναι που ούτε οι ίδιοι οι πολέμιοί τους
δεν καταφέρνουν να αρθρώσουν λέξη.
Τόσο απλά και τόσο νόμιμα και
τόσο ξεκάθαρα πετάχτηκε ο ηλικίας 70 ετών Ποινικός Κώδικας, μήπως τελικά πάρει
και η Ελλάδα μια μυρωδιά από ένα σύγχρονο ευρωπαϊκού επιπέδου δίκαιο. Μήπως και
η δικαιοσύνη επιτέλους καταφέρει να επιτελεί το έργο της ευκολότερα και
γρηγορότερα χωρίς να χάνεται στο κυκεώνα των χιλιάδων Νόμων.
Μήπως τέλος αναλογιστούν όλοι ότι
άλλο είναι ο σωφρονισμός και η επιείκεια με στόχο τη συμμόρφωση και την
επανένταξη και άλλο η πάση θυσία εξόντωση του κάθε ποινικού παραβάτη.
Η ομιλία του υπουργού Δικαιοσύνης
στη Βουλή μετά και τις δύο τροποποιήσεις για το βιασμό και τα βασανιστήρια
κωδικοποιεί τις αλλαγές και για τον λόγο αυτό δημοσιεύουμε αποσπάσματά της,
ώστε να μπορεί ο καθένας να κατανοήσει τι αλλάζει και όχι τι του λένε ότι
αλλάζει όσοι καθόλου τυχαία τον βομβαρδίζουν με σκόπιμες υπερβολές και τον
γεμίζουν τρόμο.
Η ομιλία του υπουργού Δικαιοσύνης
Για τους νέους Ποινικούς Κώδικες
Σε αυτήν την ιστορική συγκυρία,
έχει σημασία ότι αυτή η Κοινοβουλευτική Ομάδα, αυτή η Κυβέρνηση, αυτή η
Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή που πράγματι έχει αυτό το τεκμήριο σε σχέση με την
επιστημονική της κατάρτιση, κατάφερε να κάνει αυτό που δεν γινόταν όλες αυτές
τις δεκαετίες. Έχουμε, λοιπόν, σήμερα την τιμή να εισηγούμαστε τα σχέδια δυο
βασικών Κωδίκων της ποινικής μας νομοθεσίας, του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα
Ποινικής Δικονομίας. Τόσο ο Ποινικός Κώδικας όσο και ο Κώδικας Ποινικής
Δικονομίας τέθηκαν σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1951 και έχουν συμπληρώσει πια εβδομήντα
έτη ζωής.
Η βάση κάθε προσπάθειας
θεμελίωσης ενός ποινικού συστήματος σε μια σύγχρονη δημοκρατική κοινωνία είναι
η θεώρηση του Ποινικού Δικαίου ως μέτρου προστασίας των έννομων αγαθών, αλλά
ταυτόχρονα ως μέτρου της ελευθερίας των πολιτών.
Βασικές νέες ρυθμίσεις που θα
μπορούσαν να σταχυολογηθούν από το προτεινόμενο κείμενο του νέου Ποινικού
Κώδικα είναι στο γενικό μέρος τα εξής:
-Ρυθμίζεται ότι ο επιεικέστερος
νόμος ισχύει σε κάθε περίπτωση, ακόμη και αν προκύπτει αυτός από συγκεκριμένη
διάταξη, χωρίς να απαιτείται να είναι συνολικά και επιεικέστερος ο νόμος που
την προβλέπει.
-Διευρύνεται η έννοια των
οικείων, ώστε να περιλαμβάνονται πλέον και τα μέλη της λεγόμενης κοινωνικής
οικογένειας, όχι μόνο δηλαδή αυτής που προέρχεται από τον γάμο.
-Αναγνωρίζεται ότι σε ορισμένες
περιπτώσεις ο δικαστής μπορεί να επιβάλλει μειωμένη ποινή στο έγκλημα που
τελείται διά παραλείψεως. Καταργούνται τα πταίσματα που τόσο ταλαιπωρούσαν τους
πολίτες χωρίς να προσφέρουν στο αντεγκληματικό έργο και οι οικείες συμπεριφορές,
πλέον, θα καταλαμβάνονται μόνο από τις προβλέψεις για την επιβολή διοικητικών
κυρώσεων.
-Στο επίπεδο των ποινικών
κυρώσεων, η κυρία αλλαγή συνίσταται σε μία ισορροπημένη συνολική αναδιάρθρωση
ποινών με μείωση των απειλούμενων πλαισίων ποινής που έρχεται είτε ευθέως, είτε
με τη μετατροπή των κακουργημάτων σε πλημμελήματα με εξαιρέσεις και ταυτόχρονα
με προβλέψεις έκτισης ακόμη και των πλημμεληματικών ποινών.
-Προστίθεται ως κύρια ποινή η
παροχή κοινωφελούς εργασίας προς αποφυγή των συνεπειών αποκοινωνικοποίησης που
επέρχονται με τον εγκλεισμό. Μειώνεται το ανώτερο όριο του πλαισίου ποινής
καθείρξεως, προσεγγίζοντας τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Η χρηματική ποινή επιβάλλεται
με ιδιαίτερη εκτίμηση της οικονομικής δυνατότητας του καταδικαζομένου και της οικογένειάς
του και εκτίεται με καταβολή σε δόσεις.
-Εκσυγχρονίζεται ο θεσμός της
αναστολής εκτέλεσης της ποινής που προβλέπεται πια για ποινές έως τρία έτη, ενώ
καταργείται η μετατροπή της ποινής σε χρηματική. Περιορίζονται και
εκσυγχρονίζονται οι παρεπόμενες ποινές.
-Στην επιμέτρηση της ποινής και
στις ελαφρυντικές περιστάσεις επέρχονται σημαντικές βελτιώσεις, αφού
προστίθενται και άλλα στοιχεία που πρέπει να λαμβάνει υπόψη του ο δικαστής για
να επιβάλει την τελική ποινή.
-Ενισχύεται ο θεσμός της δήμευσης,
αφού προβλέπεται ότι αν δεν βρεθεί το αντικείμενο προς δήμευση, μπορεί να
επιβληθεί δήμευση σε άλλα περιουσιακά στοιχεία του δράστη ή αυτή να
αντικατασταθεί από χρηματική ποινή, ενώ προβλέπεται και η δήμευση της
περιουσίας τρίτου, στον οποίο μεταβιβάστηκε το προς δήμευση αντικείμενο με
σκοπό να αποφευχθεί η δήμευση του στα χέρια του δράστη.
-Καταργούνται μία σειρά από
εγκλήματα που δεν περιέχουν πραγματικό άδικο, όπως λόγου χάρη η κακόβουλη
βλασφημία, ή που περιγράφουν συμπεριφορές με χαμηλή απαξία που μπορεί να
αντιμετωπιστούν με άλλα μέσα, όπως οι διοικητικές κυρώσεις.
-Καταργούνται οι διατάξεις και
ολόκληρα κεφάλαια, όπως για τα εγκλήματα για τη στρατιωτική υπηρεσία, με
κριτήριο ότι δεν συναντώνται αντίστοιχα σε κανένα σύγχρονο ευρωπαϊκό Κώδικα.
-Υπάρχουν οι ρυθμίσεις για τα
εγκλήματα του κοινού κινδύνου, όπως ο εμπρησμός σε δάση. Προβλέπονται
επιβαρυντικές περιπτώσεις με ποινή κάθειρξης τουλάχιστον δέκα ετών όταν αυτά
έχουν οδηγήσει σε θάνατο ή ακόμη και ισόβιας κάθειρξης όταν έχουν προκαλέσει περισσότερους
θανάτους.
-Ενοποιούνται τα άρθρα για τα
εγκλήματα εμπορίας ανθρώπων και της σωματεμπορίας, αφού κοινά προσβαλλόμενο
αγαθό είναι η ελευθερία.
-Σε σχέση με τα οικονομικά
εγκλήματα, επελέγη μία δομική αλλαγή, η αντιστοίχιση της δημόσιας περιουσίας
του Δημοσίου με ό,τι ισχύει για αυτήν σε άλλους κλάδους του δικαίου και η
προστασία της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου ως τέτοιας.
-Προστέθηκαν ειδικές προβλέψεις
διαμόρφωσης κακουργημάτων για τις πράξεις του καταργούμενου ν. 1608/1950, του
περίφημου νόμου περί καταχραστών του Δημοσίου με ειδική πρόβλεψη για μεγαλύτερο
χρόνο παραγραφής.
Είναι εύκολο να ειπωθεί κι ήταν
προφανώς ένας από τους λόγους που υπήρξαν φόβοι και από προηγούμενες πολιτικές
ηγεσίες του Υπουργείου Δικαιοσύνης, κάτι που όλοι συμφωνούσαμε ότι ο νόμος περί
καταχραστών του Δημοσίου έπρεπε να καταργηθεί και έπρεπε να δημιουργηθεί ή να
θεσπιστεί ένα καινούργιο σύστημα, ένα καινούργιο νομικό πλαίσιο που να
αντιμετωπίζει τα θέματα της περιουσίας του Δημοσίου, της διάκρισης της
ιδιωτικής περιουσίας με την ιδιωτική περιουσία, που μπορούσε να «χτυπήσει» τις
εκκρεμείς υποθέσεις, μάλιστα σε ένα πλαίσιο ποινικού λαϊκισμού που μπορούσε να
δημιουργήσει τον οποιοδήποτε πολιτικό ειλικρινή ή μη ειλικρινή διάλογο.
Αυτό ξεπεράστηκε με αυτήν την
νομοθετική πρωτοβουλία αυτής της Κυβέρνησης και δεν θα επιτρέψετε και δεν θα
επιτρέψουμε σε κανέναν να δημιουργήσει κανέναν όρο διαστρεβλωτικό απέναντι στις
καινούργιες ρυθμίσεις, οι οποίες είναι και σαφείς και -κατά τη γνώμη μου-
επαρκείς για να καλύψουν τα συγκεκριμένα ποινικά φαινόμενα.
Στο πεδίο της διαφθοράς, όπως η
δωροληψία και η δωροδοκία, οι αντίστοιχες πράξεις προσέγγισαν τα επίπεδα ποινών
που υπάρχουν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ενώ διατηρήθηκαν και πολλές περιπτώσεις
με κριτήριο το αν η πράξη αντίκειται στα καθήκοντα ή αν τελείται κατ’ επάγγελμα
ως κακουργήματα. Τονίζεται ότι το έγκλημα της νομιμοποίησης εσόδων από
εγκληματική δραστηριότητα, αυτό που λέγεται αλλιώς «ξέπλυμα», προϋποθέτει με
την ύπαρξη βασικού εγκλήματος από το οποίο προέρχονται παράνομα έσοδα, αλλά
μπορεί να οδηγήσει σε ποινή ακόμη κι αν αυτό έχει παραγραφεί.
Η δωροδοκία πολιτικών προσώπων
στα άρθρα 159 και 159Α, και δικαστών στο άρθρο 237, διαπλάσσεται ως κακούργημα
σε αμφότερες τις μορφές, ενεργητική και παθητική δωροληψία υπαλλήλου,
τιμωρείται ως κακούργημα όταν ο δωροδοκούμενος παραβαίνει τα καθήκοντά του και
ως πλημμέλημα όταν αυτός δωροδοκείται για να προβεί σε νόμιμες ενέργειες.
Απασχόλησε πάρα πολύ την κοινή
γνώμη το θέμα της διάταξης του 336 σχετικά με τον βιασμό, καθώς δημιουργήθηκε
ένα κοινωνικό αίτημα, μια εσφαλμένη, κατά τη γνώμη μου, συζήτηση όσον αφορά
τους τίτλους που ακούσαμε σήμερα σχετικά με το ότι ο βιασμός γίνεται
πλημμέλημα. Δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Η παρουσία της Νομοπαρασκευαστικής
Επιτροπής εδώ σήμερα, που πραγματικά νομίζω ότι είναι και ιστορική και
τιμητική, επέτρεψε τη συζήτηση ακόμη και στην Αίθουσα αυτή αυτού του
συγκεκριμένου ζητήματος το οποίο δημιουργήθηκε. Έτσι, με τη σύμφωνη γνώμη της
Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής η νέα διάταξη, θα έχει ως εξής: Στην παράγραφο 5:
«Όποιος, εκτός από την περίπτωση της παραγράφου 1, επιχειρεί γενετήσια πράξη
χωρίς τη συναίνεση του παθόντος, τιμωρείται με κάθειρξη ως δέκα έτη». Παρακαλώ
να χαιρετίσουμε πραγματικά το γεγονός ότι η Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή με τη
σταθερή της άποψη μπόρεσε ακόμα και την τελευταία στιγμή να αφουγκραστεί αυτό
που συνέβαινε, προκειμένου να δώσει μια λύση.
Στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας,
το μεγάλο στοίχημα ήταν η καθημερινότητα του πολίτη, το αίσθημα ασφάλειας που
μπορεί να έχει ο πολίτης μέσα στην ποινική διαδικασία, η ποιοτική αναβάθμιση
της ποινικής δίκης, αλλά και η ταχύτητα -όχι η προχειρότητα- προκειμένου ο
πολίτης να αισθάνεται πράγματι την ασφάλεια που χρειάζεται μέσα στην ποινική
δίκη και το αίσθημα ότι μπορεί να δικαιωθεί μέσα στην ποινική δίκη. Πότε; Μετά
από οκτώ χρόνια μιας οικονομικής λαίλαπας. Αυτή η οικονομική λαίλαπα έτεινε
σχεδόν να καταστρέψει τη σχέση εμπιστοσύνης του πολίτη τόσο προς τη Δικαιοσύνη
όσο και προς την πολιτική. Είναι η κατάλληλη χρονική συγκυρία, μετά από όλα
αυτά τα χρόνια εφαρμογής των μνημονιακών πολιτικών που ξέρουμε ότι επέδρασαν
και στην απονομή του ποινικού δικαίου και στις διατάξεις. Σε αυτό, λοιπόν, το
μεγάλο στοίχημα για μία νέα δίκη νομίζω ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό να δούμε
τους εναλλακτικούς τρόπους, την ποινική διαταγή, την αποχή από την ποινική
δίωξη, την ποινική συνδιαλλαγή και την ποινική διαπραγμάτευση.
Σε αυτόν τον νέο Κώδικα Ποινικής
Δικονομίας ενδυναμώνεται ο ρόλος του εισαγγελέα.
-Απαλείφεται η δυνατότητα του
Υπουργού Δικαιοσύνης να παραγγέλλει προκαταρκτική εξέταση και σωστά.
-Αναδιαρθρώθηκε η καθ’ ύλην
αρμοδιότητα των δικαστηρίων και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό.
-Προβλέφθηκε αυξημένη αποζημίωση
ως και υπερδιπλασιασμού για τους αδίκως κρατηθέντες και απλουστεύθηκε η σχετική
διαδικασία.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, τα
δύο σχέδια Ποινικών Κωδικών, επελέγη να εισαχθούν προς ψήφιση ενόψει του
γεγονότος ότι παρά τις ενδεχόμενες διαφοροποιήσεις ή διαφωνίες ως προς
επιμέρους σημεία τους, στο σημαντικότερο βαθμό επιτυγχάνουν να συγκεράσουν τους
στόχους του εκσυγχρονισμού της ποινικής μας νομοθεσίας και της προσέγγισής της
και πάλι μετά από πολλές δεκαετίες παρέκβασης από τα αρχικά τους πρότυπα στο
συμβαίνον στην Ευρώπη. Τα κείμενα αυτά είναι κατεξοχήν καρποί της φιλελεύθερης
αντίληψης στο Ποινικό Δίκαιο. Καταφέρνουν να συνδυάσουν τα σύγχρονα αιτήματα
για επιτάχυνση των διαδικασιών ενός κόσμου που τρέχει με πολύ μεγάλες ταχύτητες
και της διαφύλαξης των δικαιωμάτων των πολιτών απέναντι στην ποινική εξουσία.
Επελέγη, λοιπόν, αποβλέποντας στον στρατηγικό στόχο της εισαγωγής μιας
σύγχρονης και ταυτόχρονα ανθρωπιστικής και δικαιοκρατικής νομοθεσίας, η υποβολή
τους προς ψήφιση ως Κωδίκων από το ελληνικό Κοινοβούλιο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα της Αριστεράς
αφουγκράζεται σταθερά τα κινήματα και τις ανάγκες των φυλακισμένων και των
ανθρώπων που τίθενται στο περιθώριο από τους μηχανισμούς της ποινικής εξουσίας,
αλλά ταυτόχρονα –και αυτή είναι μια σχέση αμφίδρομη, η οποία δεν θα πρέπει να
παρεξηγείται και να διαστρεβλώνεται από κανέναν- αφουγκράζεται την ανάγκη για
ασφάλεια του πολίτη, αφού είναι γνωστό ότι οι δικαιοκρατικές εγγυήσεις έχουν
τεθεί για όλους.
Ο ΣΥΡΙΖΑ που λοιδορήθηκε όλο αυτό
το διάστημα ως αποσυνάγωγος της θεσμικής αντίληψης και των μεταρρυθμιστικών
πρωτοβουλιών, είναι εν τέλει εκείνος που αναλαμβάνει το βάρος να κάνει τομές με
υψηλό κοινωνικό ενδιαφέρον και βάθος χωρίς να λογαριάζει το πολιτικό κόστος ή
να κρύβεται από τα προβλήματα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ που λοιδορείται με κάθε
ευκαιρία για απαξίωση της δικαιοσύνης, προσπαθεί να αναλάβει εκείνες τις τομές
που θα βγάλουν τη δικαιοσύνη από το τέλμα της στασιμότητας και του ατέρμονου
χρόνου απονομής της που την έβαλαν οι πρακτικές τόσων χρόνων.
Η Κυβέρνηση αυτή είναι που παρ’
ότι καταγγέλλεται κάθε λίγο ως κυβέρνηση των λαϊκιστών, προσπαθεί να δώσει με
αυτό το νομοθέτημα ισχυρό πλήγμα στις λογικές του ποινικού λαϊκισμού.
Αναφορικά με αυτά για τα οποία
κατηγορήθηκε η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ και η Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ σε
σχέση με τα θέματα της δικαιοσύνης και τον τρόπο που η Κοινοβουλευτική Ομάδα
ανταποκρίθηκε ως προς τα αιτήματα της δικαιοσύνης και τα διαδικαστικά ζητήματα
που προέκυπταν από την εισαγωγή στο Κοινοβούλιο των ποινικών δικογραφιών κυρίως
σε σχέση με εμπλοκές πολιτικών προσώπων, η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ
τήρησε και την κοινοβουλευτική τάξη και το Σύνταγμα. Για όλα αυτά που
ακούστηκαν και όλα αυτά που γράφτηκαν σε σχέση μ’ αυτή τη συμπεριφορά, η
τελευταία καθαρή απάντηση προς το παρόν είναι ο συγκεκριμένος νέος Ποινικός
Κώδικας και ο νέος Κώδικας Ποινικής Δικονομίας.
Είναι σημαντική η κατάργηση του
ν. 1608/1950. Για όσους διαδίδουν τις τελευταίες μέρες ότι ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται
στη Βουλή γιατί διευθετεί ζητήματα που έχουν να κάνουν με δική του ευθύνη για
τη διακυβέρνησή του, θα ήθελα να θυμίσω την αιτιολογική έκθεση του δρακόντειου
και τόσο αναποτελεσματικού ν.1608/1950 που είναι ένα καλό παράδειγμα για το ότι
η δεξιά παράταξη στην Ελλάδα διαχρονικά πολιτευόταν μέσω των «fake news» και
της προπαγάνδας, αφού εκεί προτάσσεται η πάταξη της διαφθοράς λόγω ενός
σκανδάλου λαθρεμπορίας χρυσού που χρεώθηκε στους κομμουνιστοσυμμορίτες.
Η απάντηση είναι, βέβαια, το
κύρος των προσώπων της επιτροπής, η γνωστή στην κοινωνία ανεξαρτησία τους
απέναντι σε κάθε κόμμα, η διάρκεια των εργασιών τους που είναι ανώτερη των δέκα
ετών, η διαβούλευση από την οποία αναδείχθηκε κλίμα συναίνεσης. Υπήρξε κλίμα
συναίνεσης μέχρι προχθές, όπου τα κόμματα της Νέας Δημοκρατίας και του
Κινήματος Αλλαγής αποφάσισαν να αλλάξουν τη στάση τους –με συγκεκριμένες βέβαια
εξαιρέσεις, καθώς είδαμε μία κορυφαία εξαίρεση σήμερα από τον κ. Βαγγέλη
Βενιζέλο- και να αποστασιοποιηθούν, προκειμένου να μπορέσουν να αποκτήσουν
όποια μετέπειτα σχέση θα ήθελαν –εννοώ και σε επίπεδο επικοινωνίας, γιατί
ξέρετε ότι είναι πολύ σημαντική η επικοινωνία στην εποχή που ζούμε- ως προς
τους Κώδικες αυτούς.
Αυτό είναι που μας στέρησε ένα
κλίμα συναίνεσης ως προς τα τεχνικά ζητήματα που θα μπορούσαν να απασχολήσουν
τους δύο αυτούς Κώδικες. Συνεπώς, πιστοί στην κατάθεση του νομοθετήματος που
προβλέπει την έναρξη ισχύος την 1η Ιουλίου και στο γεγονός ότι είναι καλό να
αποφευχθούν πολύ μεγάλα διαστήματα μεταξύ του χρόνου ψήφισης και του χρόνου
έναρξης και προκειμένου να μη διαταραχθούν δίκες οι οποίες μπορούν να
διαρκέσουν όλο αυτό το μεσοδιάστημα, ακόμη και των τεσσάρων μηνών, προκρίθηκε η
1η Ιουλίου. Είναι η ημερομηνία έναρξης των Θερινών Τμημάτων. Για το πρακτικό
του πράγματος καταλαβαίνουμε όλοι ότι τα δικαστήριά μας είναι κλειστά. Θα υπάρχει
εν όψει και των εθνικών εκλογών της 7ης Ιουλίου ο αναγκαίος χρόνος προκειμένου
όλοι οι εμπλεκόμενοι στις ποινικές δίκες να λάβουν –επιτρέψτε μου τον όρο- τα
μέτρα τους. Έτσι, νομίζω ότι δημιουργείται ένας ασφαλής διάδρομος σε σχέση με
τον τρόπο υλοποίησης και εφαρμογής αυτών των δύο Κωδίκων.
Αμέσως, λοιπόν, μετά την κατάθεσή
τους βρήκαν μια πρόφαση για να απέχουν από τη διαδικασία αυτή. Ο λόγος είναι
σαφής. Δεν θέλουν να δεχθούν το πολιτικό κόστος των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων
στο πεδίο της αντεγκληματικής τους πολιτικής και δεν θα μπορούσαν να
αντιπαρατεθούν.
Προσπαθούσαμε να σκεφτούμε με τα
μέλη της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής πώς θα ήταν αυτή η μέρα, πώς θα μπορούσε
να είναι μια μέρα ψήφισης των νέων Ποινικών Κωδίκων. Η απάντηση είναι ότι κάπως
έτσι θα ήταν με παρόντες αυτούς που θα είχαν την τόλμη να το κάνουν, με απόντες
αυτούς που δεν τόλμησαν όλα τα χρόνια που προηγήθηκαν να κάνουν όλα τα σχέδια
Ποινικών Κωδίκων που παρέμειναν στα υπουργικά συρτάρια εδώ και χρόνια. Κάπως
έτσι θα ήταν. Με την παρουσία σας νιώσατε και εσείς -και απευθύνομαι στα μέλη
της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής- αυτό που σας έλειπε στην εικόνα των εργασιών
σας. Είναι αυτή εδώ η επίπονη διαδικασία εντός του Κοινοβουλίου, αυτή η απόλυτη
δημοκρατική διαδικασία, το δημοκρατικό αίτημα, όπως σας αποτυπώθηκε ακόμη και
την τελευταία στιγμή, προκειμένου και εσείς να δείτε, να αφουγκραστείτε και να
πάρετε ακόμη και την τελευταία στιγμή συγκεκριμένες αποφάσεις. Αυτή ήταν μία
εμπειρία, όσο καιρό στέκεστε έξω από αυτό και συζητάτε για τη λεγόμενη βούληση
του νομοθέτη ή βλέπετε κάποια λάθη τα οποία δεν καταλαβαίνετε πώς έχουν
προκύψει στη νομοθέτηση. Κάπως έτσι είναι και κάπως έτσι λύνονται. Αυτό όμως,
αυτή η διαδικασία που έγινε σήμερα, είναι αυτή που επέτρεψε τελικά να
προχωρήσουμε σε αυτή τη μεταρρύθμιση.
Δεν θα μπορούσε, λοιπόν, στο
ερώτημα που έθεσα, να είναι διαφορετικά. Η Αριστερά πάντα γράφει ιστορία επειδή
δεν έχει ιδιοτέλεια και δεν έχει κανένα ειδικό σκοπό να γράψει την ιστορία, γι’
αυτό και τη γράφει.