Τρίτη 2 Ιουνίου 2015

Γιούνκερ: Όποιος δε βλέπει την ανθρωπιστική κρίση στην Ελλάδα είναι κουφός και τυφλός


Μετά τη χθεσινή τηλεδιάσκεψη Τσίπρα, Μέρκελ και Ολάντ, όπου διαπιστώθηκε η βούληση και των τριών για επίσπευση των διαπραγματεύσεων, το θέμα θα τεθεί και πάλι στο τραπέζι της συνάντησης της γερμανίδας καγκελαρίου, του γάλλου προέδρου και του επικεφαλής της Κομισιόν, αργά το απόγευμα.
Στην πραγματικότητα η συνάντηση αυτή, στην οποία θα συμμετάσχουν διευθυντές διοικητικών συμβουλίων από 20 ευρωπαϊκούς βιομηχανικούς κολοσσούς, αφορά στην οικονομική πολιτική, αλλά θα ήταν μεγάλη έκπληξη, όπως ανέφερε ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ στη σημερινή Süddeutsche Zeitung, εάν η ελληνική κρίση δεν θα ήταν στο επίκεντρο της συνάντησης.
Στην ίδια συνέντευξη ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που το τελευταίο διάστημα καταβάλει μεγάλες προσπάθειες για να πέσουν οι τόνοι ανάμεσα στη νέα ελληνική κυβέρνηση και τους δανειστές της, κάνει την αυτοκριτική του για λογαριασμό της ΕΕ, παραδεχόμενος ότι «ήμασταν απρόσεκτοι σε ό,τι αφορά τις κοινωνικές επιπτώσεις της πολιτικής αντιμετώπισης της κρίσης, σε ό,τι αφορά τις επιμέρους χώρες. Όποιος δεν βλέπει ότι στην Ελλάδα υπάρχει ανθρωπιστική κρίση, είναι και κουφός και τυφλός», αλλά αυτό, προσθέτει, δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να αλλάξουμε εντελώς την πολιτική μας.
Ο Γιούνκερ επαναλαμβάνει την άπωσή του σε ενδεχόμενο Grexit, τονίζοντας ότι δεν συμμερίζεται τις απόψεις εκείνων που λένε ότι «εάν έβγαινε η Ελλάδα τότε θα είχαμε λιγότερες ανησυχίες στην ευρωζώνη. Το Grexit δεν είναι επιλογή, θα πρέπει να το ξέρουν όλοι όσοι ασχολούνται εντατικά, το ξέρουν, ελπίζω, και οι Έλληνες». Ο Γιούνκερ αναφέρεται συγκεκριμένα στον κίνδυνο να αποσυρθούν οι διεθνείς επενδυτές από την Ευρώπη. Όπως υπογραμμίζει ο πρόεδρος της Κομισιόν, κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στο Τόκιο, ο ιάπωνας πρωθυπουργός Άμπε ρωτούσε διεξοδικά για το ελληνικό ζήτημα, λέγοντας ότι οι επενδύσεις της χώρας του στην Ευρώπη εξαρτώνται από την εμπιστοσύνη στο ευρώ.
Για το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι θα πρέπει να παραμείνει ως εταίρος ανάμεσα στους θεσμούς, ακόμη κι αν δεν δίνει οικονομική στήριξη, γιατί τυχόν αποχώρησή του θα δημιουργούσε τεράστιες αντιστάσεις στη γερμανική βουλή. «Με ποια ακριβώς μορφή θα συμμετέχει, είναι αντικείμενο των συζητήσεών μας». Ο Γιούνκερ διαπιστώνει προόδους στις διαπραγματεύσεις, οι οποίες όμως δεν έχουν «ωριμάσει» για να επιτρέψουν την οριστική θετική κατάληξη των διαπραγματεύσεων. Για το θεωρητικό ενδεχόμενο παράτασης του τρέχοντος προγράμματος, προκειμένου να γίνουν ενδεχομένως πρόωρες εκλογές ή ανασχηματισμός, ο πρόεδρος της Κομισιόν δηλώνει κατηγορηματικά αντίθετος. «Δεν μπορούμε να κατευθύνουμε τη διάρκεια των προγραμμάτων διάσωσης ανάλογα με τις εσωτερικοπολιτικές διαδικασίες (…) Η πιο ρεαλιστική εκδοχή είναι να εκμεταλλευτούμε τις επόμενες μέρες για να επιταχύνουμε με ευκταίο χρονικό στόχο, αλλά όχι απαραίτητο, τη σύνοδο κορυφής της ομάδας των 7» (σσ. στις 7 και 8 Ιουνίου στη Βαυαρία).
O Ζαν Κλοντ Γιούνκερ παραδέχεται ότι τα παραδοσιακά κόμματα έχουν χάσει την αίσθηση των φόβων και των αναγκών των ανθρώπων. «Το ευρωπαϊκό κομματικό σύστημα σείεται, θεωρώ προσωρινό το φαινόμενο, εάν βέβαια τα λαϊκά κόμματα αντιδράσουν», υποστηρίζει.
Πηγή: Deutsche Welle

Μουνχάου: Η Ελλάδα μπορεί να βγει κερδισμένη από τις διαπραγματεύσεις


Την εκτίμηση ότι η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να αποκομίσει σημαντικά οφέλη από τη διαπραγμάτευση με τους θεσμούς υπογραμμίζει σε άρθρο του στους βρετανικούς Financial Times o δημοσιογράφος Βόλφγκανγκ Μουνχάου.
Αναλυτικά το άρθρο του Γερμανού αρθρογράφου έχει ως εξής:
«Οι διαπραγματεύσεις που γίνονται τώρα αφορούν την τελευταία δόση του προηγούμενου πακέτου διάσωσης. Εάν η Ελλάδα δεν πάρει τη δόση, τότε μπορεί πολύ σύντομα να μην καταφέρει να ανταποκριθεί στις δανειακές της υποχρεώσεις. Εάν όμως υπάρξει συμφωνία, ανεξαρτήτως περιεχομένου. Την εβδομάδα αυτή ή τον επόμενο μήνα η Ελλάδα θα πρέπει να αποδεχθεί ως αντάλλαγμα μια σειρά από μεταρρυθμίσεις που θέλουν να επιβάλουν οι δανειστές τμηματικά. Θα ανακοινωθεί η αύξηση του ΦΠΑ, ενώ η αύξηση στις συντάξεις θα καθυστερήσει κι άλλο.
Μετά από το τέλος των συζητήσεων θα ξεκινήσουν νέες συζητήσεις, αλλά αυτό δεν ξεκαθαρίζει την κατάσταση. Η Ελλάδα θα χρειαστεί και άλλα κεφάλαια για να μπορεί να ανταποκριθεί στις δανειακές της υποχρεώσεις.
Πολύ σύντομα θα υπάρξει νέα σύγκρουση με τους πιστωτές και η Ελλάδα θα επιμείνει σε μέτρα ελάφρυνσης του χρέους που για τους Γερμανούς είναι το μεγάλο ταμπού. Και το «τσίρκο» των διαπραγματεύσεων θα συνεχιστεί.
Οι Ελληνες παρά την οικονομική αδυναμία είναι σχετικά σε πιο ισχυρή διαπραγματευτική θέση επειδή έχουν κάνει ξεκάθαρο ότι αν αναγκαστούν είναι έτοιμοι να φύγουν από την Ευρωζώνη. Και αυτό παρά το γεγονός ότι θα προτιμούσαν μια συμφωνία που θα τους επέτρεπε την παραμονή στο ευρώ.
Αν δεν την έχουν είναι πρόθυμοι να υποστούν τις συνέπειες. Αυτό είναι και το σημείο στο οποίο η κυβέρνηση Τσίπρα διαφέρει από τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Οι κυβερνήσεις του Γιώργου Παπανδρέου και του Αντώνη Σαμαρά αρνούνταν μια μονομερή διαγραφή του χρέους και την έξοδο της χώρας από το ευρώ. Για τον λόγο αυτό οι δανειστές κατάφεραν να επιβάλουν τους όρους τους.
Η κυβέρνηση Τσίπρα, όμως, πρεσβεύει κάτι άλλο. Ο Χανς Βέρνε Ζιν έχει δίκιο όταν λέει πως η διαπραγματευτική τακτική του Γιάνη Βαρουφάκη είναι ξεκάθαρα πιο έξυπνη απότι γενικώς πιστεύεται.
Από τη στιγμή που η ΕΚΤ χρηματοδοτεί τις ελληνικές τράπεζες μέσα από ένα έκτακτο πρόγραμμα, οι εκροές καταθέσεων από την Ελλάδα υποστηρίζονται εμμέσως από τις Κεντρικές Τράπεζες άλλων χωρών. Δεν χρηματοδοτούν οι Ελληνες την έξοδο των κεφαλαίων, αλλά οι κεντρικές τράπεζες των πιστωτριών χωρών.

Το έλλειμμα της Ελλάδας στο Ευρωσύστημα φθάνει πλέον τα 100 δισ. ευρώ. Οταν η Ελλάδα δεν θα εξυπηρετεί το χρέος της, τότε οι συνολικές ζημιές για τους πιστωτές θα είναι τεράστιες. Και αυτή αυξάνεται εβδομάδα την εβδομάδα που διαρκούν οι διαπραγματεύσεις. Και μία συμφωνία για την τελευταία δόση του δεύτερου πακέτο διάσωσης δεν θα αλλάξει θεμελιωδώς αυτό το πρόβλημα.
Εάν κανείς δει πέρα απ' τα όρια των διαπραγματεύσεων που πραγματοποιούνται τώρα στις Βρυξέλλες, υπάρχουν μόνο δύο πιθανές λύσεις: Οι πιστωτές να ασκήσουν πιέσεις, αλλά να δώσουν μια συμφωνία στον Τσίπρα που θα του επιτρέπει να επιβιώσει πολιτικά ενώ οικονομικά δεν θα του απαιτήσουν περαιτέρω μέτρα λιτότητας. Αυτό θα είναι ένα πακέτο που θα παράγει σημαντικά λιγότερα πλεονάσματα από αυτά που απαιτούν τώρα οι δανειστές. Ηδη μετά από κάποιους μήνες η πρόβλεψη και η πραγματικότητα συγκλίνουν. Το πακέτο αυτό θα είναι η άτυπη ομολογία για ένα μελλοντικό κούρεμα χρέους.
Η δεύτερη λύση είναι να σταματήσει η Ελλάδα να εξυπηρετεί το χρέος της. Κάτι που μπορεί να συμβεί αυτό το μήνα κιόλας.
Προσωπικά υπολογίζω ότι τελικά θα υπάρξει μια συμφωνία που ωστόσο, θα ενεργοποιήσει άμεσα συζητήσεις για ένα τρίτο πακέτο βοήθειας. Εως τότε η Ελλάδα θα εγείρει θέμα αναδιάρθρωσης χρέους, το οποίο θα ενισχύεται πάντα από την απειλή να μην εξυπηρετείται το μελλοντικό χρέος.
Με αυτή την οπτική η ελληνική κυβέρνηση με το να εμφανίζεται ότι είναι στην πραγματικότητα πρόθυμη να αναλάβει το ρίσκο μίας μονομερούς στάσης πληρωμών αποτελεί μία στρατηγική η οποία πιθανόν να πετύχει: είτε η Αθήνα θα κερδίσει με μία καλή συμφωνία για την Ελλάδα ή οι πιστωτές θα χάσουν επειδή θα παραμείνουν κολλημένοι στο ζήτημα του χρέους.
Βλέποντας όμως κανείς την τηλεφωνική διπλωματία που διεξάγεται μεταξύ Βερολίνου, Παρισίων και Αθήνας αντιλαμβάνεται ότι υπάρχει η προθυμία οι Ευρωπαίοι να τα βρουν με την Αθήνα. Ειδάλλως γιατί να έμπαιναν στον κόπο να συζητήσουν;
Σε κάθε περίπτωση η Ελλάδα μπορεί να βγει θριαμβεύτρια απ' αυτές τις διαπραγματεύσεις».

Γλέζος: Ανιστόρητος και προκλητικός ο Σόιμπλε


Αποφασισμένος να συνεχίσει να παλεύει για τη δικαίωση των θυμάτων της ναζιστικής θηριωδίας και την επιστροφή στο ελληνικό δημόσιο των γερμανικών οφειλών που εκκρεμούν από την περίοδο της Κατοχής δήλωσε τη Δευτέρα ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Μανώλης Γλέζος, με συνέντευξή του στην πολιτική ιστοσελίδα της Δανίας Altinget.
Το ιστορικό στέλεχος της Αριστεράς κάνει ιδιαίτερη μνεία στον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε σε ό,τι αφορά τις θέσεις τους για το θέμα των πολεμικών επανορθώσεων και τον χαρακτηρίζει «ανιστόρητο και προκλητικό».
Αναλυτικά, ολόκληρη η συνέντευξη του Μανώλη Γλέζου έχει ως εξής:
Τι σας ωθεί να συμμετέχετε στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή; Ποιο είναι το βασικό αντικείμενο ενδιαφέροντός σας στο πλαίσιο της κοινοβουλευτικής σας εργασίας;
Ο πρωταρχικός λόγος για τον οποίο αποφάσισα να θέσω υποψηφιότητα στις Ευρωεκλογές του 2014 ήταν ότι έκρινα πως ήταν πλέον καιρός κάποια θέματα να γίνουν γνωστά στους πολίτες της Ευρώπης. Αναφέρομαι στο ζήτημα των οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα από τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο και την Κατοχή της χώρας από τις δυνάμεις του Άξονα.
Δυστυχώς, εβδομήντα χρόνια μετά τη λήξη του πολέμου και είκοσι πέντε μετά την επανένωση της Γερμανίας, οι ελληνικές απαιτήσεις παραμένουν ανεκπλήρωτες. Σημειώστε εδώ ότι οι δύο άλλες κατοχικές δυνάμεις στην Ελλάδα, Ιταλία και Βουλγαρία, έχουν εκπληρώσει προ πολλού τις υποχρεώσεις που τους αναλογούσαν απέναντι στην Ελλάδα. Όπως επίσης και ότι η ίδια η Γερμανία έχει ικανοποιήσει τις απαιτήσεις όλων των άλλων χωρών, όπως ορίστηκαν στη Διάσκεψη του Παρισιού, το 1946. Γιατί, λοιπόν, δύο μέτρα και δύο σταθμά για παρόμοιες υποθέσεις; Δεν μπορεί να συνεχίσει η Γερμανία να αυτοεξαιρείται έναντι της Ελλάδας, όπως κάνει μέχρι σήμερα.
Όσο μού το επιτρέπουν οι δυνάμεις μου, λοιπόν, θα συνεχίσω να παλεύω τόσο για να αποζημιωθούν οι απόγονοι των θυμάτων της ναζιστικής θηριωδίας όσο και για να επιστραφούν στο ελληνικό Δημόσιο αυτά που δικαιούται. Οι απαιτήσεις του ελληνικού Δημοσίου περιλαμβάνουν: (α) το αναγκαστικό κατοχικό δάνειο, το οποίο οι Ναζί είχαν δημιουργήσει, (β) τις επανορθώσεις για την καταστροφή της εθνικής οικονομίας της χώρας, όπως προσδιορίστηκαν στη Διάσκεψη του Παρισιού το 1946 και (γ) την επιστροφή των κλαπέντων αρχαιολογικών θησαυρών.
Ο δεύτερος λόγος που με έφερε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι η ανθρωπιστική κρίση που έχει πλήξει την Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Ήθελα να μεταφέρω την αγωνία και την αγανάκτηση των Ελλήνων πολιτών λόγω της αυταρχικής πολιτικής της Ευρώπης και των καταστροφικών και παράλογων μέτρων λιτότητας που μας έχουν επιβληθεί, όχι προς όφελος του λαού, αλλά προς όφελος του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και των γερμανικών επιχειρήσεων. Πού είναι, λοιπόν, η Ευρώπη της Ειρήνης, της Ισότητας, της Αλληλεγγύης και της Λαϊκής Κυριαρχίας, που οραματίστηκαν οι θεμελιωτές της Ενωμένης Ευρώπης;
Κατά πόσο η θέση του Ευρωβουλευτή ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες σας;
Η θέση του Ευρωβουλευτή εξυπηρέτησε στο να μου δώσει πιο εύκολη πρόσβαση στο σύνολο των λαών και των πολιτών της Ευρώπης, για να τους ενημερώσω για τα ζητήματα που βρίσκονται ψηλά στο πολιτικό μου πρόγραμμα. Υπό την έννοια αυτή, η θέση ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες μου και εξυπηρέτησε το σκοπό μου. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είμαι ευχαριστημένος από τη σημερινή κατάσταση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Ποια είναι η γνώμη σας για τη σημερινή κατάσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου;
Υπήρξα ευρωβουλευτής και στο παρελθόν. Το Κοινοβούλιο που είχα γνωρίσει το 1985 με το Κοινοβούλιο που βρήκα στη δεύτερη αυτή θητεία μου διέφεραν κατά πολύ. Αντί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να εξελιχθεί περαιτέρω σε ένα δημοκρατικό όργανο εκπροσώπησης των Ευρωπαίων πολιτών, κατάντησε ένα άκρως γραφειοκρατικό και αυταρχικό σώμα, το οποίο φιμώνει τα μέλη του, περιορίζοντας το χρόνο έκφρασής τους και αφήνοντας τα δύο μεγάλα ευρωπαϊκά κόμματα να κυριαρχούν εις βάρος των υπολοίπων. Επιπλέον, παρά την υποτιθέμενη διεύρυνση των αρμοδιοτήτων του Ευρωκοινοβουλίου, τα όσα διαδραματίζονται εδώ ελάχιστα συμβάλλουν στη βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών της Ευρώπης.
Ποια διδάγματα της εμπειρίας σας χρησιμοποιείτε εντός του Κοινοβουλίου και πώς;
Το βασικό δίδαγμα της πείρας μου είναι ότι τίποτα δεν σου χαρίζεται. Αν δεν επιμείνεις και δεν παλέψεις γι’ αυτά που θέλεις, δεν πρόκειται και να τα αποκτήσεις. Όταν ήρθα στις Βρυξέλλες, τον Ιούλιο του 2014, κανείς δεν θυμόταν, ουσιαστικά, το ρόλο της Ελλάδας στα γεγονότα του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου. Κανείς δεν αναφερόταν στις θυσίες της Ελλάδας, που είναι η μόνη ευρωπαϊκή χώρα της οποίας ο πληθυσμός μετά τη λήξη του πολέμου ήταν μικρότερος, σε απόλυτους αριθμούς, απ’ ό,τι στην αρχή του πολέμου.
Και το κυριότερο: δεν επρόκειτο για απώλειες στα πεδία των μαχών, αλλά κυρίως για αμάχους. Σκεφτείτε ότι οι νεκροί από την πείνα, τις εκτελέσεις και τις μάχες στη διάρκεια της Κατοχής έφτασαν τις 600.000! Ένα άλλο δίδαγμα της εμπειρίας μου, περισσότερο πρακτικό αν θέλετε, είναι να μη συμβιβάζομαι με τους κανόνες, αλλά να τους χρησιμοποιώ προς όφελός μου. Έτσι επωφελούμαι των διαφόρων διαδικαστικών διόδων και, αντί να στερώ τον ήδη περιορισμένο χρόνο ομιλίας των συναδέλφων μου, προβάλλω τις θέσεις μου με τα ίδια τα όπλα των διαδικασιών, χρησιμοποιώντας εναλλακτικά τις δυνατότητες έκφρασης που ο ίδιος ο Κανονισμός λειτουργίας του Ευρωκοινοβουλίου προβλέπει.
Έχετε μια πολύ συγκεκριμένη ατζέντα. Έχετε την αίσθηση ότι δημιουργείτε κάποια διαφορά;
Είναι προφανές ότι πλέον στο ζήτημα των γερμανικών οφειλών προς την Ελλάδα υπάρχει μια μεγάλη κινητικότητα μέσα στην ίδια τη Γερμανία. Δεν θέλω να συνδέσω την εξαιρετικά γόνιμη περιοδεία που έκανα πρόσφατα στη Γερμανία με τη διαφαινόμενη αλλαγή προσέγγισης του συγκεκριμένου ζητήματος από τη γερμανική πολιτική ηγεσία. Ωστόσο παραμένει γεγονός ότι, σε αντίθεση με τις ανιστόρητες και προκλητικές απόψεις του Γερμανού υπουργού Οικονομικών, πληθαίνουν απρόσμενα εκείνοι που διαφοροποιούνται, μιλώντας ευθέως για υπαρκτές και νόμιμες απαιτήσεις της Ελλάδας.
Εκείνο που μένει σε μένα και με συγκινεί βαθιά από την περιοδεία μου στη Γερμανία είναι η ανταπόκριση που είδα να έχει ο γερμανικός λαός. Γερμανοί πολίτες ήρθαν, μας άκουσαν και, αντί να ζητήσουν μια άνευ σημασίας συγγνώμη, έκαναν κάτι πολύ πιο ουσιαστικό: προχώρησαν στην ίδρυση Επιτροπών Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα για λογαριασμό της χώρας μας.
Κι αυτό έχει για μένα τη μεγαλύτερη σημασία, γιατί δεν δρομολογείται απλώς η επίλυση ενός ηθικού ζητήματος, αλλά σφυρηλατείται και μια σχέση φιλίας, αλληλεγγύης και αλληλοκατανόησης ανάμεσα στους δύο λαούς, μια γέφυρα ειλικρινούς επικοινωνίας πάνω απ’ όλα. Ο γερμανικός λαός δεν ευθύνεται για τα εγκλήματα του Γ΄ Ράιχ και γι’ αυτό δεν πρέπει να πληρώσει τα όσα οφείλει η χώρα τους στην Ελλάδα.
Εκείνοι που πρέπει να πληρώσουν είναι οι γερμανικές εταιρείες που θησαύρισαν ληστεύοντας τον ελληνικό Λαό, όπως η Κρουπ, η Ζήμενς και η Ντόιτσε Μπανκ. Ειδικά σε μια περίοδο κρίσης όπως αυτή που διανύουμε, οι σχέσεις φιλίας των λαών Γερμανίας και Ελλάδας μπορούν να μας κρατήσουν ενωμένους και να διασφαλίσουν μια καλύτερη προοπτική για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σχεδιάζετε να ξανακατέβετε υποψήφιος;
Είμαι πλέον 93 ετών. Έκανα την αρχή, πάλεψα τους αγώνες μου και με το παραπάνω. Αν δεν έρθουν οι επόμενες γενιές να αναλάβουν να συνεχίσουν στον ίδιο δρόμο, τότε θα έχω αποτύχει. Ωστόσο δεν θα πάψω μέχρι τέλους να μάχομαι γι’ αυτά που πιστεύω. Το οφείλω στους συναγωνιστές μου που χάθηκαν αδικαίωτοι, το οφείλω στην Ιστορία και στην αλήθεια. Και κάτι τελευταίο. Στα ελληνικά, αλήθεια σημαίνει άρνηση της λήθης. Κι εγώ θέλω να συνεχίσω να θυμάμαι.

Δευτέρα 1 Ιουνίου 2015

«Κλειδώνουν» στο χαμηλό ΦΠΑ τα τρόφιμα

Ξεκίνησε στις Βρυξέλλες σε επίπεδο Brussels Group η νέα διαπραγμάτευση της ελληνικής πλευράς με τα υψηλόβαθμα στελέχη των «θεσμών». Κεντρικά θέματα θα είναι ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας και το δημοσιονομικό κενό του 2015. Κοντά σε συμφωνία για το ΦΠΑ στα τρόφιμα.
Σε ότι αφορά το ΦΠΑ, πηγές από το υπουργείο λένε πως το θέμα θα οριστικοποιηθεί σήμερα. Το νέο καθεστώς θα προβλέπει τέσσερις συντελεστές με το συντελεστή στα τρόφιμα να «κλειδώνει» στο 7% από 13% που είναι σήμερα.

Χαμηλές προσδοκίες για τη συνάντηση στο Βερολίνο

Η Ελλάδα, ακόμα κι αν δεν είναι ο επίσημος λόγος για τις συνομιλίες τους, θα είναι στην ατζέντα και της σημερινής συνάντησης που θα έχουν το βράδυ ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ με την Άνγκελα Μέρκελ και τον Φρανσουά Ολάντ στο Βερολίνο, είπε ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στη «Sueddeutsche Zeitung».
Στο Βερολίνο, ο Γερμανός κυβερνητικός εκπρόσωπος, Στέφεν Ζάιμπερτ, αναφερόμενος στην αποψινή συνάντηση Μέρκελ - Ολάντ και Γιούνκερ, ανέφερε ότι δεν έχει προγραμματιστεί συνάντηση με τον Αλ. Τσίπρα και διευκρίνισε ότι στο δείπνο εργασίας συμμετέχουν και οι επικεφαλής των 20 μεγαλύτερων ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, ενώ το κεντρικό θέμα είναι οι προοπτικές της ευρωπαϊκής οικονομίας στην ψηφιακή εποχή. Δεν απέκλεισε ωστόσο το ενδεχόμενο στο περιθώριο να συζητηθεί και το ζήτημα της Ελλάδας, αν και δεν θα αποτελέσει το βασικό θέμα.

Τέλος Ιουνίου η προθεσμία για συμφωνία

Κρίσιμη εβδομάδα για την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων και την κατάληξη σε αμοιβαία επωφελή συμφωνία, όπως επιδιώκει η κυβέρνηση, ξεκινά, με τις διαβουλεύσεις τόσο σε τεχνικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο να έχουν επιταχυνθεί. Η αναπληρωτής εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μίλησε για μεγάλη συναίνεση μεταξύ των ελληνικών αρχών και των «θεσμών».

Υπάρχει μεγάλη συναίνεση μεταξύ των ελληνικών αρχών και των «θεσμών»

Το στίγμα ως προς την πολιτική βούληση όλων των πλευρών για την επίτευξη συμφωνίας δόθηκε εκ νέου στη χθεσινή τηλεδιάσκεψη -τη δεύτερη εντός τριών ημερών- του Έλληνα πρωθυπουργού με τη Γερμανίδα καγκελάριο και τον Γάλλο πρόεδρο.
Πηγές του Μεγάρου Μαξίμου επισημαίνουν ότι η επικοινωνία διεξήχθη σε πολύ καλό κλίμα και με κοινή παραδοχή όλων ότι πρέπει να βρεθεί γρήγορα συμφωνία.
Εν τω μεταξύ, σήμερα, συνεχίστηκαν οι ανταλλαγές απόψεων στο πλαίσιο του Brussels Group, μεταξύ των ελληνικών αρχών και των «θεσμών», προκειμένου να συμφωνηθεί ένας αξιόπιστος κατάλογος μεταρρυθμίσεων, ανέφερε η αναπληρωτής εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Μίνα Αντρέεβα.
Η Μ. Αντρέεβα επανέλαβε ότι δεν υπάρχει προθεσμία για την επίτευξη συμφωνίας και ότι η μόνη προθεσμία είναι το τέλος του Ιουνίου.
Κατά την τακτική ενημέρωση προς τον Τύπο, η εκπρόσωπος τόνισε ότι υπάρχει μεγάλη συναίνεση μεταξύ των ελληνικών αρχών και των «θεσμών» για το τι πρέπει να γίνει και πού πρέπει να οδηγηθούν οι συνομιλίες, στο πλαίσιο του Brussels Group, τονίζοντας πως οι «θεσμοί» έχουν πολύ καλή συνεργασία με τις ελληνικές αρχές.
Τέλος, η M. Αντρέεβα ανέφερε ότι οι συζητήσεις αναμένεται να συνεχιστούν και πως οι επαφές του Σαββατοκύριακου ήταν εποικοδομητικές.
Ο Βόλφγκανγκ ΣόιμπλεAP Photo/Michael Sohn

Δηλώσεις εκπροσώπου Β. Σόιμπλε

Κινούμαστε στο πλαίσιο ενός υπάρχοντος προγράμματος και της δήλωσης του Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου, δήλωσε ο εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών, Μάρτιν Γιέγκερ και επισήμανε ότι τα στοιχεία που πρέπει να περιέχει η ελληνική πρόταση περιλαμβάνονται στην ενδιάμεση έκθεση των «θεσμών» του περασμένου Δεκεμβρίου.
«Υπάρχουν δεκαπέντε σημεία και σ’ αυτό το πλαίσιο πρέπει να κινείται μια συνολική λύση» δήλωσε ο κ. Γιέγκερ και αναφέρθηκε στις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν στο συνταξιοδοτικό, όπου πρέπει να μην υπάρχει έλλειμμα στην αγορά εργασίας, στον δημόσιο τομέα και στις ιδιωτικοποιήσεις.
Τόνισε δε ότι στόχος των επιμέρους μέτρων είναι να επιτευχθεί βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, διότι χωρίς αυτήν, σύμφωνα με τους κανόνες του ΔΝΤ, δεν μπορεί να υπάρξει επιτυχής ολοκλήρωση του προγράμματος και σημείωσε ότι οι διαπραγματεύσεις διεξάγονται με τους «θεσμούς» και με κανέναν άλλον.

Στις 18 Ιουνίου ή και νωρίτερα η σύγκλιση του Eurogroup

Η εκπρόσωπος του Z.K. Γιούνκερ είπε πως στις 18 Ιουνίου είναι προγραμματισμένο να συγκληθεί Eurogroup αλλά μπορεί και να συγκληθεί και νωρίτερα.
«Αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία από τα άρθρα είναι οι προτάσεις για μεταρρυθμίσεις» ανέφερε με δεικτικό τρόπο στο Γαλλικό Πρακτορείο, η εκπρόσωπος αναφερόμενη στο άρθρο του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα.
Ο κ. Γιέγκερ ανέφερε με τη σειρά του ότι δεν έχει κάποια ενημέρωση για το ενδεχόμενο έκτακτης σύγκλησης Eurogroup πριν από το προγραμματισμένο της 18ης Ιουνίου.
Συνεδρίαση EurogroupEUROKINISSI/Ε.Ε.

Αισιοδοξία Γκάμπριελ

O αντικαγκελάριος της Γερμανίας Ζίγκμαρ Γκάμπριελ εξέφρασε σήμερα την ελπίδα ότι θα υπάρξει σύντομα μία συμφωνία μεταξύ της Ελλάδας και των πιστωτών της για τις μεταρρυθμίσεις.
Τον περασμένο μήνα, ο ίδιος είχε προειδοποιήσει την ελληνική κυβέρνηση ότι η Ελλάδα θα λάμβανε νέα οικονομική βοήθεια μόνο αν εφάρμοζε τις μεταρρυθμίσεις.

Το παρασκήνιο της παραίτησης Παναρίτη

Η απόφαση για ορισμό της Έλενας Παναρίτη ως εκπροσώπου της Ελλάδας στο ΔΝΤ αποτέλεσε για αρκετούς στο Μαξίμου, την κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ την επιβεβαίωση μιας φήμης που κυκλοφορούσε για αρκετό καιρό, αλλά ήλπιζαν να μην ισχύσει τελικά.
Δεν ήταν άλλωστε λίγοι που άφηναν να εννοηθεί ότι η πρώην βουλευτής του ΠΑΣΟΚ και άλλοτε στέλεχος της Παγκόσμιας Τράπεζας πιέζει με όλα τα μέσα για να διοριστεί στην συγκεκριμένη θέση. Ο δε Γιάνης Βαρουφάκης φαινόταν να έχει ενοχληθεί με τον «αποκλεισμό» της συνεργάτιδάς του από την τεχνική ομάδα διαπραγμάτευσης κατά την πρόσφατη «ανακατανομή» αρμοδιοτήτων.
Κύκλοι του Μαξίμου επιμένουν ότι η επιλογή της Έλενας Παναρίτη για το ΔΝΤ έγινε συλλογικά. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η απόφαση ήταν και ομόφωνη, καθώς ο Ευκλείδης Τσακαλώτος κατά τη διάρκεια της σύσκεψης των τεσσάρων υπουργών, αντέδρασε έντονα στην πρόταση που κατέθεσε ο Γιάνη Βαρουφάκης και υποστήριξε ο Γιώργος Σταθάκης. Ο δε Γιάννης Δραγασάκης δεν θέλησε να τοποθετηθεί.
Στην Κουμουνδούρου η είδηση προκάλεσε άμεσα αντιδράσεις, οι οποίες δεν περιορίστηκαν σε μια τάση, με τον Τάσο Κορωνάκη να εκφράζει στους υπόλοιπους συμμετέχοντες στην Ομάδα Πολιτικής Διαπραγμάτευσης την αντίθεσή του με την συγκεκριμένη επιλογή.
Την πρωτοβουλία για τη συλλογή υπογραφών έλαβε η βουλευτής Β' Αθήνας Βασιλική Κατριβάνου, ενώ χαρακτηριστικό είναι το ότι «ενώθηκαν» τέσσερις τάσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Ανάμεσα στους 44 υπογράφοντες βουλευτές συγκαταλέγονται οι δυο κοινοβουλευτικοί εκπρόσωποι Νίκος Φίλης και Θανάσης Πετράκος, καθώς συμμετέχοντες σε όλες σχεδόν τις τάσεις, και συγκεκριμένα στους  «53+», στην «Αριστερή Πλατφόρμα», στην «Ενωτική Κίνηση» και την ΚΟΕ. Σύμφωνα με πληροφορίες επρόκειτο να υπογράψουν και ακόμα δυο βουλευτές από την «Πλατφόρμα 2010», καθώς ο Δημήτρης Παπαδημούλης αντέδρασε έντονα δημοσίως, αλλά τελικά επέλεξαν να μην «σηκώσουν» το όλο θέμα περισσότερο.
Πληροφορίες αναφέρουν μάλιστα ότι η κίνησή του Αλέξη Τσίπρα να καλέσει τον Γιάνη Βαρουφάκη την Κυριακή στο Μαξίμου και να συζητήσουν, μεταξύ άλλων, το θέμα Παναρίτη, αποσκοπούσε στο να πέσουν οι τόνοι, αλλά και να μην λάβει δημοσιότητα η επιστολή των 44 βουλευτών. Η δυσαρέσκεια πάντως υιοθετήθηκε από τον πολύ στενό κύκλο συνεργατών του πρωθυπουργού, με πιο χαρακτηριστική την περίπτωση του Νίκου Παππά, που, αναπαράγοντας το «tweet» του Δημήτρη Παπαδημούλη, διαφοροποιήθηκε για πρώτη φορά από μια επιλογή του Αλέξη Τσίπρα, ενώ στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο Γ.Γ. της Κυβέρνησης, Σπύρος Σαγιάς.
Το «κλίμα», λοιπόν, «βάρυνε» υπερβολικά για την Έλενα Παναρίτη και το ευρύ ενδοκυβερνητικό και εσωκομματικό «μέτωπο», που έφτασε μέχρι το γραφείο του πρωθυπουργού, έπρεπε να «κλείσει» το ταχύτερο δυνατόν. Η πιο πρόσφορη μέθοδος ήταν η ίδια να εκδώσει μια ανακοίνωση με την οποία θα αρνείτο την «πρόταση» για διορισμό της στο ΔΝΤ.

Νίκος Σβέρκος για την Εφημερίδα των Συντακτών

Φανατικοί Τοκογλύφοι

Του Στέλιου Κούλογλου

Μου ζητήσατε να μιλήσω για τον νεοφιλελεύθερο φανατισμό στηνΕλλάδα, ωστόσο αυτό τον φανατισμό πρέπει να τον κατανοήσουμε και να τον δούμε στις πραγματικές τους διαστάσεις. Γιατί ο νεοφιλελευθερισμός στην Ελλάδα, όπως επιβλήθηκε από το ξέσπασμα της κρίσης το 2010 μέχρι σήμερα, αποτελεί ένα μείγμα ιδεολογικού φανατισμού και ωμού κυνισμού(*).
Ανάμεσα σε αυτούς που έχουν επιβάλει τα προγράμματα λιτότητας υπάρχουν ασφαλώς και φανατικοί. Ακόμα και αυτή τη στιγμή που μιλάμε και οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται, επιμένουν σ’ ένα πρόγραμμα, το οποίο έχει αποτύχει εντελώς.
Η διάσωση της Ελλάδας, την οποία επικαλούνται ενώ στην πραγματικότητα επρόκειτο για τη διάσωση των γαλλικών και γερμανικών τραπεζών, έχει αποτύχει πλήρως. Το ΑΕΠ της χώρας έχει μειωθεί κατά 25% κατά τα τελευταία 5 χρόνια, πρωτοφανές αρνητικό ρεκόρ εν καιρώ ειρήνης. Επιπλέον, η ανεργία έχει ξεπεράσει το 25%, με ένα ποσοστό 60% για τους νέους. Αυτό που είναι αξιοσημείωτο είναι ότι λόγος για τον οποίο ξεκίνησε όλη αυτή η τραγωδία, ήταν ότι το χρέος ήταν πολύ ανεβασμένο σε σχέση με το ΑΕΠ. Εκείνη την περίοδο, το χρέος ήταν στο 120% του ΑΕΠ, ενώ σήμερα έχει ξεπεράσει το 175%. Αλλά αυτοί επιμένουν να συνεχίσουμε την ίδια πολιτική.
Υπάρχουν πολλά παραδείγματα ιδεολογικού φανατισμού. Δίνω συχνά το εξής χαρακτηριστικό παράδειγμα για το τι συμβαίνει στην Ελλάδα: την κατάργηση της δημοτικής αστυνομίας. Από την αρχή της εφαρμογής των μνημονίων η τρόικα ζητούσε τα κεφάλια δημοσίων υπαλλήλων. Κάθε μήνα χίλια κεφάλια. Μέσα σε ένα χρόνο δώδεκα χιλιάδες. Πώς μπορεί όμως μια κυβέρνηση να βρει μέσα σε μερικούς μήνες είκοσι χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους για να τους απολύσει; Με τι κριτήρια και διαδικασίες αξιολόγησης; Οπότε αυτό που έκαναν είναι να βρίσκουν μαζεμένους δημόσιους υπαλλήλους και να τους απολύουν όλους μαζί.
Με αυτό τον τρόπο έκλεισε και η δημόσια τηλεόραση μέσα σε μια νύχτα. Βρήκαν μαζεμένους 2500 υπαλλήλους και τους απέλυσαν από τη μια στιγμή στην άλλη. Κάποια στιγμή, όπως δεν έβρισκαν κεφάλια να πάρουν, αποφάσισαν να καταργήσουν τη δημοτική αστυνομία. Όμως η δημοτική αστυνομία εκτός του ότι ήταν απαραίτητη για τη ρύθμιση της κυκλοφορίας, ήταν και μια υπηρεσία που απέφερε κέρδος με τα πρόστιμα για τα παράνομα παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Αυτοί, όμως, επέμεναν στη διάλυση της κι έτσι και λιγότερα κέρδη υπάρχουν και μεγαλύτερο χάος στο παρκάρισμα.
Ένα ακόμη παράδειγμα. Υπάρχουν πολλοί πολίτες που χρωστάνε φόρους ή στο ταμείο ασφάλισής τους. Όχι γιατί δεν θέλουν, αλλά γιατί δεν έχουν χρήματα. Η προηγούμενη κυβέρνηση ψήφισε ένα νόμο, σύμφωνα με τον οποίο μπορούσαν να πληρώσουν το οφειλόμενο ποσό σε 100 δόσεις. Η τρόικα πήρε αμέσως τηλέφωνο και είπε όχι! Απαίτησε από την κυβέρνηση να αλλάξει το νόμο. Και ο νόμος άλλαξε μέσα σε τρεις μέρες.
Ένα από τα πρώτα σημεία διαφωνίας ανάμεσα στη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και τους θεσμούς, όπως αποκαλείται πλέον η τρόικα, ήταν και αυτό: η νέα κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι αυτός ο νόμος θα τεθεί εκ νέου σε ισχύ και πράγματι έχει επιφέρει εντυπωσιακά οικονομικά αποτελέσματα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Γιατί οι πολίτες ήθελαν να πληρώσουν, για να μπορούν να συνεχίσουν τη νόμιμηεπιχειρηματική λειτουργία τους  αλλά δεν είχαν τα χρήματα. Όμως δεν έχουμε να κάνουμε με φανατισμένους όπως οι Κόκκινοι Χμέρ, που κυνήγησαν τον κόσμο από τις πόλεις για να εγκαταστήσουν έναν παράδεισο επί της γης στην ύπαιθρο.
Υπάρχουν και άλλοι λόγοι λιγότερο ιδεαλιστικοί και περισσότερο «πρακτικοί» που εξηγούν  τη συμπεριφορά τους. Πρώτα απ όλα, σε αυτά τα πέντε χρόνια κρίσης ένα πολύ μικρό ποσοστό του πληθυσμού έχει γίνει πλουσιότερο. Είναι αυτό ελέγχει τα ΜΜΕ, τα μέσα παραγωγής και τις τράπεζες.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι ιδιωτικοποιήσεις, τις οποίες αναγκάστηκε να κάνει η προηγούμενη κυβέρνηση σε εξευτελιστικές τιμές πώλησης. Στην ατελείωτη λίστα με σκανδαλώδεις πωλήσεις ξεχωρίζει η πώληση το 2013, από το ελληνικό κράτος, 28 κτιρίων, τα οποία εξακολουθεί  να χρησιμοποιεί και τώρα τα νοικιάζει. Τα επόμενα είκοσι χρόνια η Αθήνα είναι υποχρεωμένη να πληρώσει 600 εκατ. ευρώ για το ενοίκιο, δηλαδή τρεις φορές το ποσό που κέρδισε, με την πώληση (και το οποίο επέστρεψε άμεσα στους δανειστές).
Μικρή λεπτομέρεια: τα κτίρια αυτά αγοράστηκαν από τις θυγατρικές δύο ελληνικών τραπεζών, των οποίων δύο άλλες θυγατρικές συνεργάζονται ως σύμβουλοι στο ΤΑΙΠΕΔ, τον ελληνικό οργανισμό ιδιωτικοποιήσεων.
Επωφελούνται βέβαια και ορισμένες χώρες, εκτός από κάποιες επιχειρήσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή, για να το πω αλλιώς, το Βερολίνο, απαιτεί τη συνέχιση των ιδιωτικοποιήσεων που εξυπηρετούν συμφέροντα γερμανικών επιχειρήσεων, όπως συμβαίνει με τις ιδιωτικοποιήσεις στα αεροδρόμια. Συγχρόνως, η Γερμανία του κ. Σόιμπλε, που είναι ιδιαίτερα αυστηρός με την τήρηση των κανόνων και των δεσμεύσεων, έχει βγει κατά πολύ κερδισμένη από την ελληνική κρίση.
Κι ενώ το δάνειο παρουσιάζεται στη γερμανική και διεθνή κοινή γνώμη σαν μια δωρεάν βοήθεια στους τεμπέληδες Έλληνες, στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα δάνειο με τόκους μέσω των οποίων η γερμανική κυβέρνηση –όχι ο γερμανικός λαός- έχει κερδίσει εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Η Γερμανία έχει γενικότερο όφελος όσο η κρίση της ευρωζώνης, είναι ελεγχόμενη, τόσο αυξάνοντας τις εξαγωγές της που ευνοούνται από τις χαμηλές ισοτιμίες του ευρώ όσο απολαμβάνοντας επιτόκια δανεισμού, τα οποία παραμένουν μηδενικά ή αρνητικά πολλές φορές.
Δεν είναι λοιπόν αθώοι βάρβαροι, όπως οι Κόκκινοι Χμέρ. Δεν είναι μόνο ιδεολογικοί οι λόγοι, για τους οποίους συμπεριφέρονται με τέτοιο τρόπο, αλλά και γιατί κερδίζουν χρήματα απ’ όλη αυτή την κατάσταση. Πρόκειται για ένα πολύ επικίνδυνο μείγμα: είναι φανατικοί τοκογλύφοι. Ο Θεός να βοηθάει το λαό που θα πέσει στα χέρια τους.
(*)(Ομιλία του Σ. Κούλογλου στην διάσκεψη στο Παρίσι της Cedep - Ευρωπαϊκοί Επιτροπή για το Δίκαιο της Ηθικής και της Ψυχιατρικής- με θέμα «Φανατισμός και Δογματισμός»).

Τσίπρας: Εάν δεν υπάρχει ακόμα συμφωνία, δεν οφείλεται στη δική μας αδιαλλαξία


Με εκτενές άρθρο του που δημοσιεύεται στην κυριακάτικη έντυπη και ηλεκτρονική έκδοση της γαλλικής εφημερίδας «Le Monde» ο Αλέξης Τσίπρας ξεκαθαρίζει ότι δεν αποτελεί ευθύνη της ελληνικής κυβέρνησης το γεγονός ότι δεν έχει επέλθει μέχρι στιγμής συμφωνίας με τους δανειστές και προσθέτει ότι η απόφαση πλέον βρίσκεται στα χέρια των ηγετών της Ευρώπης και πως από αυτήν δεν θα επηρεαστεί μόνο η Ελλάδα.
Στο άρθρο του Έλληνα πρωθυπουργού που τιτλοφορείται «Η Ευρώπη βρίσκεται σε σταυροδρόμι», η εφημερίδα επισημαίνει τη φράση του Αλ. Τσίπρα, ο οποίος αναφέρει χαρακτηριστικά: «Εάν δεν υπάρχει ακόμα συμφωνία, δεν οφείλεται στη δική μας αδιαλλαξία».
«Πρέπει λοιπόν να πούμε τα πράγματα ως έχουν: αν δεν έχουμε ακόμη φθάσει σε συμφωνία με τους εταίρους μας, δεν είναι εξαιτίας της δικιάς μας αδιαλλαξίας ούτε εξαιτίας των ακατανόητων θέσεων της ελληνική πλευράς. Είναι μάλλον εξαιτίας της εμμονής ορισμένων εκπροσώπων των θεσμών που επιμένουν πάνω σε παράλογες λύσεις επιδεικνύοντας αδιαφορία για το δημοκρατικό αποτέλεσμα των πρόσφατων βουλευτικών εκλογών στην Ελλάδα και την δημόσια αναγνώριση από τα ευρωπαϊκά και διεθνή όργανα που λένε ότι είναι έτοιμα να δείξουν ευελιξία ώστε να γίνει σεβαστή η ετυμηγορία της κάλπης», επισημαίνει ο πρωθυπουργός.
Και προσθέτει σε άλλο σημείο του άρθρου του: «Σήμερα η Ευρώπη βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι. Μετά από σημαντικές υποχωρήσεις της Ελληνικής κυβέρνησης, η απόφαση βρίσκεται, όχι στα χέρια των θεσμικών οργάνων που με εξαίρεση την Ευρωπαική Επιτροπή, δεν είναι εκλεγμένα και δεν δίνουν λογαριασμό στους λαούς, αλλά στα χέρια των ηγετών της Ευρώπης».
«Εάν κάποιοι νομίζουν ή θέλουν να πιστεύουν ότι η απόφαση που περιμένουμε αφορά μόνο την Ελλάδα, κάνουν λάθος. Τους παραπέμπω στο αριστούργημα του Έρνεστ Χέμινγουεϊ: ‘Για ποιον χτυπά η καμπάνα;’», καταλήγει στο κείμενό του ο Αλέξης Τσίπρας.
Η πλήρης μετάφραση στα ελληνικά του άρθρου του Αλ. Τσίπρα έχει ως εξής:
«Στις 25 του περασμένου Γενάρη ο ελληνικός λαός πήρε μια γενναία απόφαση. Τόλμησε να αμφισβητήσει το μονόδρομο της σκληρής λιτότητας του μνημονίου και να επιδιώξει μια νέα συμφωνία. Μια νέα συμφωνία που επιτρέπει στην Ελλάδα να επιστρέψει στην ανάπτυξη εντός του ευρώ με ένα οικονομικό πρόγραμμα βιώσιμο, χωρίς τα λάθη του παρελθόντος.
Αυτά τα λάθη, άλλωστε, τα πλήρωσε ακριβά ο ελληνικός λαός, αφού μέσα σε πέντε χρόνια η ανεργία σκαρφάλωσε στο 28% (60% για τους νέους), το μέσο εισόδημα μειώθηκε κατά 40%, ενώ η Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, έγινε η χώρα της Ε.Ε. με τον υψηλότερο δείκτη κοινωνικής ανισότητας.
Και το χειρότερο: Το πρόγραμμα αυτό, παρά τα βαρύτατα πλήγματα στον κοινωνικό ιστό, δεν κατάφερε την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Το δημόσιο χρέος εκτινάχθηκε από το 124% στο 180% του ΑΕΠ, η ελληνική οικονομία -παρά τις βαριές θυσίες του λαού της- παραμένει εγκλωβισμένη σε ένα κλίμα διαρκούς αβεβαιότητας, που γεννούν οι ανέφικτοι στόχοι δημοσιονομικής εξισορρόπησης που την υποχρεώνουν να πορεύεται σε έναν φαύλο κύκλο λιτότητας και ύφεσης.
Βασικός στόχος της νέας ελληνικής κυβέρνησης τους τελευταίους τέσσερις μήνες είναι να δοθεί τέλος σε αυτό τον φαύλο κύκλο, τέλος σε αυτή την αβεβαιότητα. Μια αμοιβαία επωφελής συμφωνία που θέτει ρεαλιστικούς στόχους πλεονασμάτων, ενώ ταυτόχρονα επαναφέρει την ατζέντα της ανάπτυξης και των επενδύσεων, μια οριστική λύση στο ελληνικό ζήτημα, είναι σήμερα πιο ώριμη και πιο αναγκαία από ποτέ.
Μια τέτοια συμφωνία, εξάλλου, θα σημάνει και το τέλος της ευρωπαϊκής οικονομικής κρίσης που ξέσπασε επτά χρόνια πριν, κλείνοντας τον κύκλο της αβεβαιότητας για την Ευρωζώνη.
Σήμερα η Ευρώπη έχει τη δυνατότητα να πάρει αποφάσεις που θα πυροδοτήσουν μια ραγδαία ανάκαμψη της ελληνικής και της ευρωπαϊκής οικονομίας, δίνοντας τέλος στα σενάρια περί Grexit, που εμποδίζουν μια μακροπρόθεσμη σταθεροποίηση της ευρωπαϊκής οικονομίας και μπορούν ανά πάσα στιγμή να κλονίσουν την εμπιστοσύνη, τόσο των πολιτών όσο και των επενδυτών στο κοινό μας νόμισμα.
Λένε, όμως, πολλοί ότι η ελληνική πλευρά δεν βοηθάει σ’ αυτή τη κατεύθυνση γιατί προσέρχεται στις διαπραγματεύσεις αδιάλλακτη και χωρίς προτάσεις. Είναι πράγματι έτσι;
Επειδή οι στιγμές είναι κρίσιμες, ίσως και ιστορικές, όχι μόνο για το μέλλον της Ελλάδας αλλά και για την πορεία της Ευρώπης, θα ήθελα με τη σημερινή μου παρέμβαση να αποκαταστήσω την αλήθεια και να ενημερώσω υπεύθυνα την παγκόσμια κοινή γνώμη για τις πραγματικές προθέσεις και θέσεις της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Η ελληνική κυβέρνηση, στη βάση της απόφασης του Eurogroup της 20ης του Φλεβάρη, έχει καταθέσει ένα ευρύτατο πακέτο μεταρρυθμιστικών προτάσεων, με στόχο μια συμφωνία που θα συνδυάζει τόσο το σεβασμό στην ετυμηγορία του ελληνικού λαού όσο, όμως, και το σεβασμό στους κανόνες και τις αποφάσεις που διέπουν τη λειτουργία της Ευρωζώνης.
Βασική κατεύθυνση των προτάσεών μας είναι η δέσμευση σε χαμηλότερα -και ως εκ τούτου εφικτά- πρωτογενή πλεονάσματα το 2015 και το 2016 και σε υψηλότερα για τα επόμενα χρόνια, δεδομένου ότι προσδοκούμε ανάλογη αύξηση των ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.
Εξίσου βασικό σημείο των προτάσεών μας είναι η δέσμευση για αύξηση των δημοσίων εσόδων, μέσω, όμως, αναδιανομής των βαρών από τα χαμηλά και μεσαία στα υψηλά εισοδήματα, που μέχρι σήμερα απέφευγαν να πληρώσουν το δικό τους μερίδιο για την αντιμετώπιση της κρίσης, καθώς στη χώρα μου προστατεύτηκαν αποτελεσματικά, τόσο από την πολιτική ελίτ, όσο και από τα «στραβά μάτια» της τρόικα.
Από την πρώτη στιγμή της νέας διακυβέρνησης, άλλωστε, δείξαμε αυτές τις προθέσεις και την αποφασιστικότητά μας, νομοθετώντας συγκεκριμένη ρύθμιση που αντιμετωπίζει την απάτη των τριγωνικών συναλλαγών, εντατικοποιώντας τους τελωνειακούς και φορολογικούς ελέγχους, ώστε να περιορίσουμε ουσιαστικά το λαθρεμπόριο και τη φοροδιαφυγή.
Για πρώτη φορά μετά από χρόνια καταλογίσαμε τα  οφειλόμενα χρέη των ιδιοκτητών των μέσων ενημέρωσης προς το ελληνικό δημόσιο. Η αλλαγή κλίματος στη χώρα είναι σαφής και αποδεικνύεται από το γεγονός ότι και τα δικαστήρια επιταχύνουν το έργο τους για την απονομή δικαιοσύνης σε υποθέσεις μεγάλης φοροδιαφυγής. Οι ολιγάρχες, με άλλα λόγια, που είχαν συνηθίσει στην προστασία του πολιτικού συστήματος έχουν, πλέον, πολλούς λόγους να χάνουν τον ύπνο τους.
Δεν είναι, όμως, μόνο οι βασικές κατευθύνσεις, αλλά και οι εξειδικευμένες προτάσεις που έχουμε καταθέσει στο πλαίσιο των συζητήσεων με τους θεσμούς που έχουν καλύψει ένα τεράστιο μέρος της απόστασης που μας χώριζε πριν από μερικούς μήνες. Συγκεκριμένα, η ελληνική πλευρά έχει αποδεχθεί την υλοποίηση σειράς θεσμικών μεταρρυθμίσεων, όπως η ενίσχυση της ανεξαρτησίας της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (ΓΓΔΕ) και της Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), παρεμβάσεις για την επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης αλλά και παρεμβάσεις στις αγορές προϊόντων ώστε να αρθούν στρεβλώσεις και προνόμια.
Επίσης, παρά την κάθετη αντίθεσή μας στο μοντέλο ιδιωτικοποιήσεων που προωθείται από τους θεσμούς, γιατί δεν δημιουργεί αναπτυξιακή προοπτική και δεν μεταφέρει πόρους στην πραγματική οικονομία, αλλά στο, ούτως ή άλλως, μη βιώσιμο χρέος, αποδεχθήκαμε να ολοκληρώσουμε, με κάποιες μικρές τροποποιήσεις, το πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων, αποδεικνύοντας έμπρακτα την διάθεσή μας για βήματα προσέγγισης.
Συμφωνήσαμε, επίσης, να υλοποιήσουμε μια μεγάλη μεταρρύθμιση στο ΦΠΑ απλοποιώντας το σύστημα και ενισχύοντας την αναδιανεμητική διάσταση του φόρου, ώστε να επιτύχουμε αύξηση τόσο της εισπραξιμότητας όσο και των εσόδων.
Καταθέσαμε συγκεκριμένες προτάσεις μέτρων που θα επιφέρουν περαιτέρω αύξηση των εσόδων: Έκτακτη εισφορά στα πολύ υψηλά κέρδη, φόρο στο ηλεκτρονικό στοίχημα, εντατικοποίηση των ελέγχων των μεγαλοκαταθετών / φοροφυγάδων, μέτρα για την είσπραξη ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το δημόσιο, ειδικό φόρο πολυτελείας, διαγωνισμό για τις ραδιοτηλεοπτικές άδειες τις οποίες η τρόικα ξέχασε συμπτωματικά επί πενταετία και άλλα.
Τα μέτρα αυτά όχι μόνο αυξάνουν τα έσοδα, αλλά ταυτόχρονα δεν δημιουργούν υφεσιακό αποτέλεσμα, αφού δεν μειώνουν ακόμη περισσότερο την ενεργό ζήτηση και δεν προσθέτουν περισσότερα βάρη στα χαμηλά και μεσαία κοινωνικά στρώματα.
Συμφωνήσαμε, επιπλέον, να υλοποιήσουμε μια μεγάλη μεταρρύθμιση στο ασφαλιστικό σύστημα. Με την ενοποίηση ταμείων και την κατάργηση διατάξεων που κακώς επιτρέπουν τις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, γεγονός που αυξάνει το πραγματικό όριο συνταξιοδότησης. Και όλα αυτά παρά το γεγονός ότι οι απώλειες των ασφαλιστικών ταμείων που έχουν δημιουργήσει το μεσοπρόθεσμο πρόβλημα βιωσιμότητάς τους, οφείλονται κατά κύριο λόγο σε πολιτικές επιλογές για τις οποίες σοβαρότατη ευθύνη φέρουν τόσο οι προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις όσο και κυρίως η τρόικα (μείωση των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων κατά 25 δισ. ευρώ μέσω του PSI αλλά και υψηλότατη ανεργία που οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στο ακραίο πρόγραμμα λιτότητας που εφαρμόζεται στη χώρα από το 2010).
Τέλος, και παρά τη δέσμευσή μας προς τους εργαζόμενους να αποκαταστήσουμε άμεσα την ευρωπαϊκή νομιμότητα στην αγορά εργασίας που αποδιαρθρώθηκε πλήρως την τελευταία πενταετία υπό το πρόσχημα της ανταγωνιστικότητας, αποδεχθήκαμε να υλοποιήσουμε την εργασιακή μεταρρύθμιση μόνο μετά από διαβούλευση με τον ILO, που ήδη έχει τοποθετηθεί θετικά στις προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης.
Με δεδομένα τα παραπάνω εύλογα αναρωτιέται κανείς γιατί αυτή η επιμονή σε μονότονες δηλώσεις θεσμικών αξιωματούχων ότι η Ελλάδα δεν καταθέτει προτάσεις; Ποιον σκοπό εξυπηρετεί αυτή η παρατεταμένη στάση ρευστότητας προς την Ελληνική οικονομία, τη στιγμή μάλιστα που η Ελλάδα έχει αποδείξει ότι θέλει να σεβαστεί τις εξωτερικές της υποχρεώσεις, πληρώνοντας από τον Αύγουστο του 2014 περισσότερα από 17 δισ. ευρώ σε τόκους και χρεολύσια (περίπου 10% του ΑΕΠ της) χωρίς καμία απολύτως εξωτερική χρηματοδότηση; Και, τέλος, ποια η σκοπιμότητα των συντονισμένων διαρροών ότι δεν είμαστε κοντά σε μια συμφωνία που θα βάλει ένα τέλος στην πανευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομική και πολιτική αβεβαιότητα που συντηρείται εξαιτίας του ελληνικού ζητήματος;
Η ανεπίσημη απάντηση από την μεριά ορισμένων είναι ότι δεν είμαστε κοντά σε συμφωνία επειδή η ελληνική πλευρά εμμένει στις θέσεις της για την αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και αρνείται να προχωρήσει στην περαιτέρω μείωση των συντάξεων.
Οφείλω, λοιπόν, ορισμένες διευκρινήσεις.
Σ’ ό,τι αφορά το πρώτο ζήτημα, η θέση της ελληνικής πλευράς είναι ότι δεν είναι δυνατόν η νομοθεσία προστασίας των εργαζομένων στην Ελλάδα να μην ανταποκρίνεται στα ευρωπαϊκά στάνταρ ή, πολύ περισσότερο, να παραβιάζει κατάφωρα την ίδια την ευρωπαϊκή εργατική νομοθεσία. Αυτό που ζητάμε δεν είναι τίποτα περισσότερο από αυτά που ισχύουν σε όλες τις χώρες της Ευρωζώνης. Και γι’ αυτό άλλωστε, πρόσφατα, προχώρησα και σε κοινή δήλωση για το θέμα με τον Πρόεδρο Ζ. Κλ. Γιούνγκερ.
Σ’ ό,τι αφορά το δεύτερο ζήτημα, αυτό των συντάξεων, η θέση της ελληνικής κυβέρνησης είναι απολύτως τεκμηριωμένη και λογική. Στην Ελλάδα οι συντάξεις έχουν μειωθεί σωρευτικά στα χρόνια του μνημονίου από 20% μέχρι και 48%, ενώ αυτή τη στιγμή το 44,5% των συνταξιούχων παίρνουν σύνταξη κάτω από το σταθερό όριο της σχετικής φτώχειας, ενώ και ένα ποσοστό, περίπου 23,1% των συνταξιούχων, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, ζει σε κίνδυνο φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού.
Είναι, λοιπόν, προφανές ότι αυτή η εικόνα, αποτέλεσμα της μνημονιακής πολιτικής, δεν μπορεί να γίνει ανεκτή όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για οποιαδήποτε πολιτισμένη χώρα.
Ας πούμε λοιπόν τα πράγματα με το όνομά τους. Η μη επίτευξη συμφωνίας, μέχρι στιγμής, δεν οφείλεται σε μια υποτιθέμενη άτεγκτη, αδιάλλακτη και ακατανόητη στάση της Ελλάδας. Αλλά στην επιμονή ορισμένων θεσμικών παραγόντων να καταθέτουν προτάσεις παράλογες και να δείχνουν παντελή αδιαφορία τόσο στην πρόσφατη δημοκρατική επιλογή του ελληνικού λαού, όσο και στη δημόσια παραδοχή και των τριών θεσμών ότι θα υπάρξει η αναγκαία ευελιξία, ώστε να γίνει σεβαστή η λαϊκή ετυμηγορία.
Για ποιο λόγο όμως αυτή η επιμονή;
Μια πρώτη αβίαστη σκέψη θα ήταν ότι η επιμονή οφείλεται στην επιθυμία ορισμένων να μη παραδεχθούν τα λάθη τους και να επιβεβαιώσουν εαυτούς παραγνωρίζοντας την αποτυχία τους. Εξάλλου, δεν πρέπει να ξεχνάμε τη δημόσια παραδοχή, πριν από λίγα χρόνια, του ΔΝΤ ότι έσφαλε στον υπολογισμό της ύφεσης που θα προκαλούσε το μνημονιακό πρόγραμμα. Ωστόσο θεωρώ ότι αυτή είναι μια ρηχή προσέγγιση. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι το μέλλον της Ευρώπης εξαρτάται από το πείσμα ή την εμμονή κάποιων παραγόντων.
Καταλήγω, λοιπόν, στο συμπέρασμα ότι το ζήτημα της Ελλάδας δεν αφορά αποκλειστικά την Ελλάδα, αλλά αποτελεί το επίκεντρο της σύγκρουσης δύο εκ διαμέτρου αντίθετων στρατηγικών για το μέλλον της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Η πρώτη στρατηγική επιδιώκει την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης σε ένα πλαίσιο ισότητας και αλληλεγγύης μεταξύ των λαών και των πολιτών της. Οι υπέρμαχοι αυτής της στρατηγικής ξεκινούν από το δεδομένο ότι δεν είναι δυνατόν να ζητείται από την νέα ελληνική κυβέρνηση να κάνει τα ίδια με την προηγούμενη –η οποία, δεν πρέπει να ξεχνάμε, απέτυχε παταγωδώς. Και ξεκινούν από αυτό το δεδομένο, γιατί διαφορετικά θα έπρεπε να καταργήσουμε τις εκλογές σε όσες χώρες βρίσκονται σε πρόγραμμα. Να αποδεχτούμε, δηλαδή, να διορίζονται οι υπουργοί και οι πρωθυπουργοί από τους θεσμούς και οι πολίτες να αποστερούνται από το δικαίωμα του εκλέγειν μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος.
Καταλαβαίνουν ότι κάτι τέτοιο σημαίνει την ολοκληρωτική κατάργηση της δημοκρατίας στην Ευρώπη, το τέλος κάθε προσχήματος και την αρχή μιας διάσπασης και ενός απαράδεκτου διχασμού της Ενωμένης Ευρώπης. Σημαίνει εν τέλει την αρχή για την δημιουργία ενός τεχνοκρατικού τερατουργήματος, που θα οδηγήσει σε μια Ευρώπη εντελώς ξένη προς τις ιδρυτικές της αξίες.
Η δεύτερη στρατηγική επιδιώκει ακριβώς αυτό: Τη διάσπαση και τον διχασμό της Ευρωζώνης και συνακόλουθα της Ε.Ε. Πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση είναι η δημιουργία μιας Ευρωζώνης δύο ταχυτήτων, όπου ο σκληρός πυρήνας θα θέτει σκληρούς κανόνες λιτότητας και προσαρμογής και θα διορίζει έναν Υπερυπουργό Οικονομικών της Ευρωζώνης με απεριόριστη εξουσία, με τη δυνατότητα δηλαδή να απορρίπτει ακόμη και προϋπολογισμούς κυρίαρχων κρατών που δεν ευθυγραμμίζονται με τα δόγματα του ακραίου νεοφιλελευθερισμού.
Για όσες χώρες δε αρνούνται να υποκύψουν στην νέα εξουσία η λύση θα είναι απλή: Σκληρή τιμωρία. Υποχρεωτική λιτότητα. Και, ακόμη περισσότερο, περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων, πειθαρχικές κυρώσεις, πρόστιμα, ακόμη και παράλληλο νόμισμα. Έτσι οικοδομείται η νέα ευρωπαϊκή εξουσία με πρώτο θύμα την Ελλάδα η οποία στο μυαλό αρκετών αποτελεί χρυσή ευκαιρία παραδειγματισμού για όλους τους υποψήφιους απείθαρχους.
Το πρόβλημα, όμως, που δεν φαίνεται να λαμβάνει υπόψη της η δεύτερη αυτή στρατηγική είναι το υψηλό ρίσκο που επωμίζεται και τους τεράστιους κινδύνους που εγκυμονεί. Διότι όχι μόνο διακινδυνεύει να αποτελέσει την αρχή του τέλους για το εγχείρημα της ενωμένης Ευρώπης, μετατρέποντας την ευρωζώνη από νομισματική ένωση σε ζώνη συναλλαγματικών ισοτιμιών, αλλά επίσης πυροδοτεί και μια διαδικασία οικονομικής και πολιτικής αβεβαιότητας που είναι πολύ πιθανό να μετασχηματίσει πλήρως τις οικονομικές και πολιτικές ισορροπίες σε ολόκληρη τη Δύση.
Η Ευρώπη, λοιπόν, βρίσκεται σε σταυροδρόμι. Μετά από τις σοβαρές παραχωρήσεις της ελληνικής κυβέρνησης η απόφαση είναι στα χέρια όχι των θεσμών που άλλωστε -με εξαίρεση την Ευρωπαϊκή Επιτροπή- δεν εκλέγονται και δεν λογοδοτούν στους λαούς, αλλά στα χέρια των ηγετών της Ευρώπης.
Ποια στρατηγική θα επικρατήσει; Εκείνη του ρεαλισμού για μια Ευρώπη της αλληλεγγύης, της ισότητας και της δημοκρατίας ή η στρατηγική της ρήξης και της διχοτόμησης;
Αν κάποιοι, πάντως, νομίζουν ή, θέλουν να πιστεύουν, ότι η απόφαση αυτή αφορά αποκλειστικά και μόνο την Ελλάδα διαπράττουν μεγάλος λάθος. Θα τους πρότεινα απλώς να ξαναδιαβάσουν το αριστούργημα του Χέμινγουεϊ: 'Για ποιον χτυπά η καμπάνα;'».

Η δημιουργική λογιστική του κ. Προβόπουλου


Του Δημήτρη Τρίμη
Χθες στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών εκδικάστηκε η πρώτη αγωγή ασφαλιστικού ταμείου (του ΕΔΟΕΑΠ) κατά της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) για την υποχρεωτική μετατροπή των μετρητών του Ταμείου σε ομόλογα του Δημοσίου, τα οποία κουρεύτηκαν επίσης υποχρεωτικά.
Ο ΕΔΟΕΑΠ, το Ταμείο Υγείας και Επικούρησης των εργαζομένων στα ΜΜΕ, απαιτεί αποζημίωση 90,3 εκατομμυρίων ευρώ από την ΤτΕ για την αδιαφανή, παράνομη και καταχρηστική διαχείριση των μετρητών-αποθεματικών του, που κατέληξε στην «υποχρεωτική» επιβολή του περίφημου PSI της 9ης Μαρτίου 2012.
Σημειώνουμε ότι τα ομόλογα ελληνικού Δημοσίου της ΤτΕ... εξαιρέθηκαν από το κούρεμα του PSI.
Εκείνο που μεταξύ άλλων έκανε εντύπωση κατά τη χθεσινή ακροαματική διαδικασία ήταν μια... λεπτομέρεια, η οποία ωστόσο θα πρέπει να εξηγηθεί αρμοδίως.
Στην επίσημη και δημοσιευμένη, τον Απρίλιο του 2012, Εκθεση του διοικητή της ΤτΕ για το έτος 2011, ο κ. Προβόπουλος, τότε επικεφαλής της Τράπεζας, σημείωνε: «Η Τράπεζα της Ελλάδος, ήδη από το καλοκαίρι του 2011, για την εξασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και την απόλυτη προστασία των καταθετών, άρχισε να σχεδιάζει σε συνεργασία με το ΔΝΤ, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα [...] την απομείωση της αξίας των ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου που διακρατούνται στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών».
Με λίγα λόγια, ο κεντρικός τραπεζίτης της χώρας έλεγε ότι οι συστημικές τράπεζες δεν μπορούν να εμφανίζουν πλέον πλασματικά ποσά στα θησαυροφυλάκιά τους (λεφτά δηλαδή που ουσιαστικά δεν έχουν πια), όταν οι αγοραίες αξίες των ελληνικών ομολόγων ήδη τότε είχαν χάσει κάπου το 70% της ονομαστικής αξίας τους μέσα σε τρία χρόνια. Σωστά ώς εδώ.
Ωστόσο, χθες στο δικαστήριο παρουσιάστηκε και ο δημοσιευμένος σε όλες τις εφημερίδες (και στο ίντερνετ) ισολογισμός της Τράπεζας της Ελλάδος για το έτος 2011, στον οποίο η Τράπεζα της Ελλάδος παρουσιάζει η ίδια τις ονομαστικές (αλλά ουσιαστικά πλασματικές) αξίες των ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου που κατείχε (και τα οποία αγόραζε και με τα λεφτά των ασφαλιστικών ταμείων;).
Και μάλιστα στον ίδιο ισολογισμό (που φέρει και την υπογραφή του κ. Προβόπουλου) υπάρχει, με ψιλά γράμματα, η εξής παρατήρηση των ορκωτών ελεγκτών-λογιστών: «Παραπέμπουμε στη σημείωση 7 των οικονομικών καταστάσεων της Τράπεζας και επισημαίνουμε το γεγονός ότι για το σύνολο των Ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου που κατέχει η Τράπεζα στο χαρτοφυλάκιο των χρεογράφων της και έχουν χαρακτηριστεί ως διακρατούμενα μέχρι τη λήξη, από τον ετήσιο έλεγχο απομείωσης που διενέργησε η ΕΚΤ και η Τράπεζα προέκυψε ότι δεν υφίσταται ανάγκη για σχηματισμό πρόβλεψης απομείωσης της αξίας των».
Τι έχουν να πουν γι’ αυτή τη μικρή υποσημείωση (με τις μεγάλες συνέπειες... μερικών δεκάδων δισεκατομμυρίων για τα ασφαλιστικά ταμεία) ο Γ. Προβόπουλος, το διοικητικό συμβούλιο της Τράπεζας και οι μέτοχοί της, αλλά και το υπουργείο Οικονομικών και ο... προϊστάμενος όλων αυτών κ. Μάριο Ντράγκι;
Τι να πουν, όμως, όταν με ειδική διάταξη του νόμου 4046/2012, ο κ. Προβόπουλος και ολόκληρη η διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδος έχουν «αναδρομικά» απαλλαγεί από κάθε ποινική και αστική ευθύνη για το PSI και όλα τα άλλα πεπραγμένα τους...

Ο ύστατος εκβιασμός: η Κομισιόν έστειλε προσχέδιο συμφωνίας που είναι μνημόνιο


Οι δανειστές εκβιάζουν μέχρι την ύστατη στιγμή. Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες,  το προσχέδιο συμφωνίας που απέστειλε το απόγευμα του Σαββάτου η Κομισιόν, στη λογική του «take it or leave it», στην ελληνική κυβέρνηση περιλαμβάνει μέτρα ύψους 3,5 δισ.ευρώ. Το κείμενο τιτλοφορείται «Memorandum of Understanding», δηλαδή μνημόνιο, κι εμπεριέχει τις θέσεις όλων των Θεσμών.
Το κείμενο, σύμφωνα με κοινοτικές πηγές, προβλέπει, για το 2015, μέτρα ύψους 3,5 δισ. ευρώ, κατά βάση φοροεισπρακτικού χαρακτήρα. Περιλαμβάνει, επιπλέον, όλο το φάσμα των θεμάτων της διαπραγμάτευσης από τον ΦΠΑ και τον ΕΝΦΙΑ έως τα εργασιακά και το ασφαλιστικό, αλλά και την πάγια θέση του ΔΝΤ για περικοπές τουλάχιστον στις επικουρικές συντάξεις.
Σύμφωνα τουλάχιστον με το ρεπορτάζ του Ant1, οι εκπρόσωποι των δανειστών θεωρούν ότι οι διαπραγματεύσεις έχουν καθυστερήσει πολύ με αποτέλεσμα το δημοσιονομικό κενό να αυξάνεται ημέρα με την ημέρα, γι’ αυτό εμφανίζονται ανυποχώρητοι σε ό,τι αφορά τα αναγκαία εισπρακτικά μέτρα και στις περικοπές που έχουν άμεσο δημοσιονομικό αποτέλεσμα. Αντιθέτως παρουσιάζονται πιο ελαστικοί στην υλοποίηση της λίστας μεταρρυθμίσεων.
Από την κυβέρνηση δεν έχει σχολιαστεί μέχρι στιγμής το περιεχόμενο του ρεπορτάζ. Δεν θεωρείται, πάντως, τυχαίο το γεγονός ότι χθες Σάββατο στην Αθήνα η Ομάδα Πολιτικής Διαπραγμάτευσης συνεδρίαζε για περισσότερο από οκτώ ώρες, προφανώς προκειμένου να αξιολογηθούν οι προτάσεις των δανειστών. Οι Βρυξέλλες περιμένουν την απάντηση της ελληνικής κυβέρνησης.

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *