Μεγάλη απογοήτευση διακατέχει όσους ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές της 25.1.15 εξαιτίας τόσο της συμπεριφοράς και της πολιτικής που ακολούθησαν πρόσωπα που επελέγησαν σε ορισμένα υπουργεία, και ιδιαίτερα στο υπουργείο Οικονομικών και στο προεδρείο της Βουλής, όσο και -κυρίως- για την τελική κατάληξη της επτάμηνης θητείας της συγκυβέρνησής του με τους ΑΝ.ΕΛΛ., δηλαδή την υπογραφή και ανάληψη της υποχρέωσης εφαρμογής του τρίτου Μνημονίου.
Η πολύ επώδυνη για τον λαό και τη χώρα αυτή κατάληξη οφείλεται κατά κύριο λόγο στη σκληρή, άκαμπτη και με τελεσιγραφικούς εκβιασμούς συμπεριφορά των δανειστών και ειδικότερα του υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας, καθώς και στην υπαναχώρησή τους για συμφωνία στην τελική φάση των διαπραγματεύσεων. Οφείλεται, όμως, στην έλλειψη σωστής προετοιμασίας από την πλευρά της κυβέρνησης για την αντιμετώπισή τους, καθώς και στον ιδιόρρυθμο, αδέξιο και, σε ορισμένες περιπτώσεις, προσβλητικό τρόπο με τον οποίο τους συμπεριφέρθηκε ο επικεφαλής των διαπραγματεύσεων υπουργός Οικονομικών της χώρας το πρώτο τετράμηνο των διαπραγματεύσεων.
Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝ.ΕΛΛ. και ειδικότερα ο πρωθυπουργός έχουν την κύρια ευθύνη τόσο για τις επιλογές προσώπων όσο και για τον τρόπο με τον οποίο πολιτεύτηκαν (δηλαδή με τη μη έγκαιρη απομάκρυνσή τους από τις θέσεις ευθύνης που τους ανέθεσε). Έχει, όμως, και την ευθύνη γιατί τοποθέτησε σε καίρια υπουργεία πρόσωπα που είχαν θέσεις αντίθετες με τις θέσεις του Συνεδρίου του κόμματος. Τελικά οι τελευταίες αυτές επιλογές αποδείχτηκαν μοιραίες για την κυβέρνηση, η οποία εξαιτίας τους έχασε τη δεδηλωμένη και ανάγκασε τον πρωθυπουργό να υποβάλει την παραίτησή της.
Υπουργοί και βουλευτές που είχαν τις απόψεις που προαναφέρθηκαν συμπεριφέρθηκαν εντελώς αντιδεοντολογικά.
Όλοι είχαν αναλάβει γραπτά τη δέσμευση, αν διαφωνούσαν με την κυβέρνηση, να παραιτηθούν από το βουλευτικό αξίωμα, στο οποίο εκλέχθηκαν, όχι ως πρόσωπα, αλλά ως υποψήφιοι του κόμματος, και μάλιστα ορισμένοι με ελάχιστους σταυρούς. Επιπλέον όλοι ψήφισαν τις προγραμματικές δηλώσεις, οι οποίες, ανάμεσα στα άλλα, περιλάμβαναν τη δέσμευση της κυβέρνησης για την παραμονή της χώρας στο ευρώ, δηλαδή τη συμμόρφωσή της με την επιθυμία της συντριπτικής πλειοψηφίας του εκλογικού σώματος.
Παρ' όλα αυτά συμπεριφέρθηκαν όπως συμπεριφέρθηκαν σε προηγούμενες βουλευτικές περιόδους βουλευτές κεντρώων και συντηρητικών κομμάτων. Και όχι μόνο ανεξαρτητοποιήθηκαν, αλλά και ίδρυσαν κόμμα, το οποίο δεν προέκυψε από εκλογές, και το οποίο κατέλαβε, με βάση τον Κανονισμό της Βουλής, την τρίτη σε δύναμη θέση στη Βουλή πριν διαλυθεί. Πρόκειται για μια θλιβερή «εξέλιξη», την οποία δεν θα περίμενε κανείς από βουλευτές της Αριστεράς.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, έχουμε γίνει μάρτυρες μιας πρωτοφανούς σύγκρουσης της προέδρου της Βουλής με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και μάλιστα με τρόπο που έχει προκαλέσει αλγεινή εντύπωση σε όλους τους Έλληνες, ανεξάρτητα από την πολιτική τους τοποθέτηση. Η χώρα βρίσκεται σε μια από τις πιο κρίσιμες περιόδους της ιστορίας της και η πρόεδρος της Βουλής θα έπρεπε, με νηφαλιότητα, να συμβάλει στην ομαλή πορεία μέχρι τη διεξαγωγή των εκλογών. Δυστυχώς, με τη σύγκρουσή της αυτή με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, η οποία είναι η κορύφωση πρωτοφανών στην ιστορία του Κοινοβουλίου ενεργειών της, επιδεινώνει τη θέση της χώρας διεθνώς.
Αυτά σε ό,τι αφορά την παραιτηθείσα κυβέρνηση και τη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ.
Από την άλλη μεριά η Ν.Δ. έως αξιωματική αντιπολίτευση, και το ΠΑΣΟΚ, που τελικά εξομοιώθηκε με τη Ν.Δ. και συγκυβέρνησε με αυτή, δεν τολμούν να παραδεχτούν την τεράστια ευθύνη τους τόσο για την άσκηση της εξουσίας με τις μονοκομματικές τους κυβερνήσεις από το 1974 μέχρι το 2009 που εξακόντισε το δημόσιο χρέος στα 300 δισ. ευρώ ή στο 129% του ΑΕΠ.
Στα πέντε επόμενα χρόνια με την υπογραφή και εφαρμογή των Μνημονίων μείωσαν το ΑΕΠ κατά 25%, εκτίναξαν την ανεργία στο 1.300.000 ή 26% του εργατικού δυναμικού, έφτασαν στο 1/3 τον πληθυσμό της χώρας που ζει στο όριο της φτώχειας και οδήγησαν χιλιάδες προσοντούχων νέων στη μετανάστευση. Αντί να αναλάβουν την ευθύνη τους για το κατάντημα αυτό στο οποίο οδήγησαν τη χώρα και να ζητήσουν συγγνώμη από τον λαό, περιορίζονται σε κριτική της κυβέρνησης, ψηφίζοντάς, όμως, τους νόμους εφαρμογής του νέου Μνημονίου.
Με αυτή την πρωτοφανή και κάθε άλλο παρά ευοίωνη πολιτική κατάσταση στο εσωτερικό της, η χρεοκοπημένη χώρα μας «βαδίζει» προς μια νέα, τρίτη ουσιαστικά εκλογική (μετά τις εκλογές της 25.1.15 και το δημοψήφισμα της 5.7.15) αναμέτρηση, μέσα σε ένα κλίμα ακραίας πολιτικής πόλωσης.
Προβλέψεις για το τι θα βγάλουν οι κάλπες είναι αδύνατο να γίνουν αυτή τη στιγμή και μάλιστα ενώ δεν έχει τελειώσει ο Αύγουστος (μια δημοσκόπηση που δημοσιεύτηκε στο εξωτερικό είναι εντελώς αναξιόπιστη). Παρ' όλα αυτά, τα κόμματα κάνουν δηλώσεις σε ό,τι αφορά τη δύναμη που αναμένουν να τους δώσει το εκλογικό σώμα. Αυτό είναι, φυσικά, αναμενόμενο. Άλλο θέμα αν και κατά πόσο τα ποσοστά που επιθυμούν να επιτύχουν θα επαληθευτούν το βράδυ των εκλογών.
Στο άρθρο αυτό θα ασχοληθώ μόνο με τον στόχο που θέτει ο ΣΥΡΙΖΑ στις επικείμενες εκλογές, δεδομένου ότι μέχρι πριν από τη διάσπασή του το κόμμα αυτό αποτελούσε τον κορμό της συγκυβέρνησής με τους ΑΝ.ΕΛΛ. Από σχετικές δηλώσεις κορυφαίων στελεχών του επιλέγω τρεις, καθώς και μία του πρωθυπουργού.
1. Ο υπουργός Εσωτερικών, σε συνέντευξή του στην «Αυγή» της 23.8.15, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, δήλωσε: «Προφανώς θα θέλαμε με βάση τον ισχύοντα εκλογικό νόμο να υπάρχει η δυνατότητα αυτοδυναμίας».
2. Στο ίδιο φύλλο της «Αυγής» (της 23.8.15) αναφέρεται ότι ο υπουργός Παραγωγικής Ανασυγκρότησης «χαρακτήρισε απολύτως εφικτό τον στόχο της αυτοδυναμίας». Την ίδια, ακριβώς, δήλωση έκανε η κυβερνητική εκπρόσωπος στις 25.8.15.
3. Στο φύλλο της «Εφημερίδας των Συντακτών» της 25.8.15 αναφέρεται ότι ο πρωθυπουργός«κατά την εισήγησή του στη συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας τη 24.8.15 δήλωσε ότι ο βασικός στόχος αυτής της εκλογικής αναμέτρησης είναι η εξασφάλιση καθαρής εντολής τετραετίας», δηλαδή αυτοδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ.
Πριν σχολιάσω τις δηλώσεις αυτές θα ήθελα να επισημάνω μια μεγάλη και, ασυγχώρητη κατά τη γνώμη μου, παράλειψη της παραιτηθείσας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝ.ΕΛΛ. Πρόκειται για τη μοναδική ευκαιρία καθιέρωσης -και μάλιστα με πάνω από 180 ψήφους- της μίας και μοναδικής απλής αναλογικής, η οποία ήταν το πάγιο αίτημα της Αριστεράς και δέσμευση του ΣΥΡΙΖΑ.
Δεδομένης της μη εφαρμογής αυτής της βασικής δέσμευσης του ΣΥΡΙΖΑ, η αυτοδυναμία την οποία επιδιώκουν ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί που προαναφέρθηκαν στηρίζεται στο καλπονοθευτικό εκλογικό σύστημα της ψευδεπίγραφής ενισχυμένης αναλογικής της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ και μάλιστα στην ακραία ισχύουσα παραλλαγή της, δηλαδή στο bonus των 50 εδρών στο πρώτο κόμμα, εδρών που ανήκουν σε κόμματα που μπήκαν στη Βουλή και σε κόμματα που, επειδή δεν συγκέντρωσαν το 3% των έγκυρων ψηφοδελτίων, έστω και για λίγες ψήφους (όπως ο ΣΥΝ το 1993), έμειναν εκτός Βουλής.
Ας ελπίσουμε ότι, αν ο ΣΥΡΙΖΑ σχηματίσει την κυβέρνηση που θα προκύψει από τις νέες εκλογές, θα καταθέσει και θα ψηφίσει αμέσως το νομοσχέδιο για την καθιέρωση της απλής αναλογικής ως πάγιου συστήματος διεξαγωγής όχι μόνο των βουλευτικών, αλλά και των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών.
Το ερώτημα, φυσικά, είναι τι ποσοστά θα συγκεντρώσει ο αποδυναμωμένος -μετά την αποχώρηση των βουλευτών που ίδρυσαν τη Λαϊκή Ενότητα, αλλά και άλλων- ΣΥΡΙΖΑ στις επικείμενες εκλογές. Τρία είναι τα ενδεχόμενα που μπορεί να προκύψουν γι' αυτόν:
α. Να έλθει πρώτο κόμμα και να εξασφαλίσει αυτοδυναμία. Στην περίπτωση αυτή, στις δηλώσεις που προαναφέρθηκαν, προστίθεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα ζητήσει τη συνεργασία με άλλα κόμματα με βάση μια προγραμματική συμφωνία, με εξαίρεση, όπως δήλωσε ο πρωθυπουργός στη συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας: «τις συστημικές δυνάμεις του παλαιού κομματικού συστήματος» («Αυγή» της 25.1.15). Προφανώς εξαιρούνται η Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ, τα κόμματα που οδήγησαν τη χώρα στη χρεωκοπία.
β. Να έλθει πρώτο κόμμα χωρίς να εξασφαλίσει αυτοδυναμία. Τότε ο σχηματισμός κυβέρνησης με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ καθιστά υποχρεωτική τη συνεργασία με άλλα κόμματα με βάση μια προγραμματική συμφωνία. Το ποια θα είναι τα κόμματα αυτά, τόσο σ' αυτήν όσο και στην προηγούμενη περίπτωση, θα τα γνωρίζουμε το βράδυ των εκλογών.
γ. Να μην έλθει πρώτο κόμμα. Στην περίπτωση αυτή, η μη καθιέρωση της απλής αναλογικής από την παραιτηθείσα κυβέρνηση θα δώσει τη δυνατότητα στις «δυνάμεις του παλαιού κομματικού συστήματος» να σχηματίσουν κυβέρνηση και ο ΣΥΡΙΖΑ να επανέλθει στον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Από τη θέση αυτή είναι ηθικά υποχρεωμένος να ψηφίζει την εφαρμογή των μέτρων που περιλαμβάνονται στο Μνημόνιο που υπέγραψε, όχι όμως και μέτρων που δεν περιλαμβάνονται σ' αυτό, αλλά είναι επιλογές της κυβέρνησης.
Κλείνοντας το άρθρο αυτό πρέπει να τονιστεί με έμφαση ότι μετά τις εκλογές της 20.9.15 πρέπει οπωσδήποτε να σχηματιστεί κυβέρνηση μακράς πνοής. Η χώρα και ο λαός δεν αντέχουν άλλες εκλογές.
* Ο Μανόλης Γ. Δρεττάκης είναι πρώην αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ