Οικοδομείται ο νέος, κακέκτυπος, δικομματισμός Αριστεράς – Δεξιάς, αφού το κατακερματισμένο Κέντρο παρακολουθεί άπραγο. Θα είχε κάποια τύχη αν τα κεντρώα κόμματα δημιουργούσαν κάτι ενιαίο αλλά…
Του Γιώργου Καρελιά
Οι διθύραμβοι που συνόδευσαν την εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη αποδεικνύουν την ανάγκη που είχε περίπου το μισό κομμάτι του πολιτικού φάσματος – σχηματικά, από το άκρο δεξιό της παραδοσιακής Δεξιάς έως το αριστερό του πάλαι ποτέ Κέντρου – να υποδεχθεί ένα πρόσωπο ως «μεσσία».
Οι προσδοκίες είναι ακόμα μεγαλύτερες. Στο πρόσωπο του υιού Μητσοτάκη όλο αυτό το κομμάτι βλέπει εκείνον που θα ανακτήσει το χαμένο έδαφος και σύντομα θα διώξει τον «εισβολέα» ΣΥΡΙΖΑ-Τσίπρα, ο οποίος εδώ και ένα χρόνο κρατάει κάτι που προσπαθεί να μάθει τι να το κάνει: την εξουσία.
Από την άλλη, ο εκνευρισμός, με τον οποίο υποδέχτηκε αυτή η νέα αριστερή εξουσία την έλευση του δεξιού «μεσσία» Κυριάκου και η «απάντηση» με το δίπολο Αριστερά – Δεξιά (εδώ), δείχνει προς τα πού θα κινηθεί η πολιτική μας ζωή το επόμενο διάστημα. Ενας νέος δικομματισμός, πιθανότατα κακέκτυπο του παλιού, βρίσκεται στα σκαριά. Βολεύει και τους δύο πόλους του.
Οι ψηφοφόροι, οι οποίοι μετακινήθηκαν το 2012 και το 2015 προς τον ΣΥΡΙΖΑ, είναι πολλών κατηγοριών. Ο κ. Μητσοτάκης μπορεί να ελπίζει στους «απογοητευμένους», οι οποίοι αλλάζουν κόμμα μόλις καταλάβουν ότι δεν έχουν λαμβάνειν πλέον από αυτό που ψήφισαν
Ο ΣΥΡΙΖΑ θα προσπαθήσει να φτιάξει τον υπό τον Τσίπρα αριστερό πόλο, στον οποίο θα ήθελε όσους από το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι δεν θα πάνε στη ΝΔ του Κυριάκου. Μέσα θα ήθελε και την Ενωση Κεντρώων του Λεβέντη, λόγω αντιδεξιών αντανακλαστικών. Το δίλημμα «ή με εμάς ή με τη Δεξιά» θα τεθεί εκ των πραγμάτων κάποια στιγμή. Βεβαίως, προτού τεθεί, ο κ. Τσίπρας θα πρέπει να έχει ξεκαθαρίσει πώς γίνεται μέσα σε αυτό το αριστερό «εμάς» να εντάσσεται ο κ. Καμμένος. Αλλιώς, δεν έχει καμιά ελπίδα να πείσει τα, λίγα έτσι κι αλλιώς, ευήκοα ώτα που υπάρχουν.
Στην άλλη πλευρά, ο κ. Μητσοτάκης θα απευθυνθεί περίπου στις ίδιες δυνάμεις, οι οποίες αποτελούν, άλλωστε, το λεγόμενο φιλοευρωπαϊκό μέτωπο, όπως αυτό σχηματοποιήθηκε στο δημοψήφισμα. Εχει μεγαλύτερες από τον κ. Τσίπρα πιθανότητες επιτυχίας, όπως φαίνεται από τις πρώτες ευνοϊκές αντιδράσεις τόσο στο Ποτάμι όσο και στο ΠΑΣΟΚ. Ωστόσο, για να καταφέρει να ανατρέψει το σημερινό συσχετισμό, πρέπει να αποσπάσει ψηφοφόρους απευθείας από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτοί οι ψηφοφόροι, οι οποίοι μετακινήθηκαν πρώτα το 2012 και μετά το 2015 προς τον ΣΥΡΙΖΑ, είναι πολλών κατηγοριών. Ο κ. Μητσοτάκης μπορεί να ελπίζει στους «απογοητευμένους» (οι παλιοί «κοψοχέρηδες»), οι οποίοι αλλάζουν κόμμα μόλις καταλάβουν ότι δεν έχουν λαμβάνειν πλέον από αυτό που ψήφισαν.
Αυτοί οι ψηφοφόροι (και όχι οι σταθεροί «αριστεροί» ή «δεξιοί») θα κρίνουν το παιχνίδι. Και αυτοί είναι, πρωτίστως στυγνοί ρεαλιστές, συμφεροντολόγοι στο έπακρον, άρα καθόλου ιδεολόγοι. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα τους απογοητεύσει, αφού τίποτα απ’ όσα υποσχέθηκε δεν θα μπορέσει να κάνει πράξη, θα στραφούν προς τη ΝΔ του Μητσοτάκη. O «μεσσίας» Τσίπρας απέτυχε, ζήτω ο νέος «μεσσίας» Μητσοτάκης.
Αλλωστε, δεν υπάρχει κάτι άλλο, που να δίνει προοπτική εξουσίας. Τα μικρότερα κόμματα του κατακερματισμένου Κέντρου της πολιτικής ζωής θα είχαν, ίσως, κάποια τύχη, αν δημιουργούσαν κάτι δικό τους, ενιαίο. Τότε θα μπορούσαν, ίσως, να αποσπάσουν δυνάμεις τόσο από τον ΣΥΡΙΖΑ όσο και από τη ΝΔ.
Ετσι όπως είναι σήμερα, τα μικρά κόμματα θα παλέψουν απλώς για την επιβίωσή τους και θα αφήσουν ανοιχτό το πεδίο στον κακέκτυπο δικομματισμό ΣΥΡΙΖΑ-ΝΔ, ο οποίος δεν κουβαλάει κανένα από τα θετικά του παλιού δικομματισμού.