Οι υπουργοί Εξωτερικών Ελλάδας, Κύπρου και Παλαιστίνης, μετά την πρώτη ιστορική τριμερή συμφωνία που επιτεύχθηκε κατά τη συνάντησή τους στη Νέα Υόρκη, εξέφρασαν την αποφασιστικότητά τους να ενισχύσουν τις σχέσεις τους, σε διμερές και πολυμερές επίπεδο.
Σε κοινό ανακοινωθέν, ο Νίκος Κοτζιάς, ο Ιωάννης Κασουλίδης και ο Ριάντ Μαλκί, επαναδιατύπωσαν τη δέσμευση των κυβερνήσεών τους υπέρ της επίτευξης κοινώς αποδεκτών, πολιτικών και περιεκτικών λύσεων, στη βάση του διεθνούς δικαίου και των σχετικών ψηφισμάτων του ΟΗΕ, καθώς και υπέρ της κοινής συνεργασίας για την προώθηση της ειρήνης και της σταθερότητας στην περιοχή της Μεσογείου.
Παράλληλα υπογράμμισαν την επείγουσα ανάγκη για εντατικοποίηση των προσπαθειών που καταβάλλονται από τις μετριοπαθείς δυνάμεις για τηναντιμετώπιση των περιφερειακών προκλήσεων, για την από κοινού καταπολέμηση της τρομοκρατίας, του εξτρεμισμού και της υποκίνησης της βίας, για την ενίσχυση της ανταλλαγής πληροφοριών και την προώθηση της περιφερειακής ασφάλειας, της διαρκούς σταθερότητας και ευημερίας.
Οι τρεις υπουργοί Εξωτερικών απηύθυναν έκκληση για την επίτευξη μιας δίκαιης, συνολικής και διαρκούς ειρήνης στη Μέση Ανατολή, συμφώνησαν ότι μια μόνιμη λύση στην ισραηλινο-παλαιστινιακή διένεξη, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, θα μπορούσε να ενισχύσει σημαντικά την ασφάλεια και τη σταθερότητα σε όλη την περιοχή και πέραν αυτής.
Εξέφρασαν τη στήριξή τους υπέρ της λύσης των δύο κρατών, η οποία θα βασίζεται στα σύνορα της 4ης Ιουνίου του 1967 και θα οδηγήσει στη δημιουργία ενός κυρίαρχου, ανεξάρτητου, βιώσιμου και με εδαφική συνέχεια κράτους της Παλαιστίνης, με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ, το οποίο θα συνυπάρχει σε συνθήκες ειρήνης και ασφάλειας με το Ισραήλ και τους γείτονές του. Χαιρέτισαν τις σημερινές προσπάθειες, για την αναβίωση της ειρηνευτικής διαδικασίας αλλά εξέφρασαν και την έντονη ανησυχία τους ότι οι τρέχουσες τάσεις στην περιοχή απειλούν να καταστήσουν αδύνατη την επίτευξη της λύσης των δύο κρατών, επαναλαμβάνοντας ότι όλες οι δραστηριότητες εποικισμού είναι παράνομες σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και υπογράμμισαν την ανάγκη θετικών δράσεων για την αναχαίτιση και την αντιστροφή αυτών των τάσεων.
Σχετικά με το Κυπριακό επανέλαβαν τη σταθερή τους στήριξη στις διεξαγόμενες διαπραγματεύσεις για την επίτευξη λύσης που θα επανενώσει τη νήσο, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και τα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, δίνοντας έμφαση στο ότι η λύση του κυπριακού ζητήματος πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις ανησυχίες και τις προσδοκίες των ίδιων των Κυπρίων, χωρίς να δίνει δικαιώματα στρατιωτικής επέμβασης και πρέπει να σέβεται την κυριαρχία, την ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα της Κύπρου. Τόνισαν δε ότι οι ειρηνευτικές συμφωνίες σε όλες τις πτυχές τους, συμπεριλαμβανομένων και των διατάξεων σχετικά με την ασφάλεια, πρέπει να ευθυγραμμίζονται με τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και τις αρχές του διεθνούς δικαίου.
Τέλος, οι τρεις υπουργοί Εξωτερικών, δηλώνοντας πεπεισμένοι για τις δυνατότητες της τριμερούς τους συνεργασίας, τόνισαν ότι θα συνεχίσουν να εργάζονται, προκειμένου να προωθήσουν αποτελεσματικά τις κοινές τους αξίες και τα κοινά τους συμφέροντα, συμπεριλαμβανομένης της συνεργασίας τους σε διεθνή φόρα και οργανισμούς, καθώς και στην υλοποίηση έργων, μεταξύ άλλων, στους τομείς του τουρισμού, της εκπαίδευσης και της επιμόρφωσης, του περιβάλλοντος, της διατήρησης και της διαχείρισης των υδάτινων πόρων, της ενέργειας και της γεωργίας.
Προκειμένου να διερευνηθούν περαιτέρω και εκτενέστερα οι δυνατότητες συνεργασίας σε αυτούς τους τομείς αποφασίστηκε ότι θα πραγματοποιηθεί στο προσεχές μέλλον συνάντηση των Μόνιμων Γραμματέων των υπουργείων Εξωτερικών των τριών μερών.