Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2019

Διαδρομές απελπισίας… - Έξι άνθρωποι πνίγονται στη Μεσόγειο κάθε μέρα





Έξι άνθρωποι πνίγονται στη Μεσόγειο κάθε μέρα. Να το πούμε άλλη μια φορά γιατί δεν το χωράει εύκολα ο νους. Κάθε μέρα, για το 2018, είχαμε 6 νεκρούς στην προσπάθειά τους να φύγουν από εμπόλεμες ζώνες, από την απειλητική ένδεια και τον άμεσο κίνδυνο της ζωής, για να φτάσουν στην Ευρώπη.

Μια θάλασσα είχαμε, να βαφτίζουμε στην αλμύρα τις αγωνίες μας και μας την έχουν μετατρέψει σε νεκροταφείο. Κανονικά, θα έπρεπε να ντρεπόμαστε να την πλησιάσουμε με τα μαγιό μας, όπως ντρεπόμαστε να μπούμε σε εκκλησία ημίγυμνοι. Μια θάλασσα είχαμε, μια Μεσόγειο που έχει θρέψει τους αρχαιότερους πολιτισμούς, που έχει χαρίσει στην τέχνη τις ομορφότερες εικόνες και έχει φωτίσει τις ζωές μας με τα πιο πορφυρά δειλινά. Τώρα, τι μας έχουν αφήσει εκείνοι, που σφυροκοπούν τις χώρες της Βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής στα δυτικά καμίνια του εκδημοκρατισμού τους;

Μας έχουν αφήσει να μετράμε πτώματα, κάποια να τα βρίσκουμε και άλλα να τα εικάζουμε. Μας έχουν αφήσει με ειδήσεις που συνήθως ξεκινούν κάπως έτσι:

«Άκαρπες οι έρευνες για τον εντοπισμό όσων επέβαιναν στη βάρκα, μεταξύ των αγνοουμένων ήταν και παιδιά»

Το 2018, η θάλασσά μας κατάπιε 2.275 ψυχές. Συνολικά, έφθασαν στην Ευρώπη (δια θαλάσσης σε Ιταλία, Ισπανία, Μάλτα και Ελλάδα) περίπου 116.647 άνθρωποι. Η αναλογία όσων πνίγηκαν στη διαδρομή είναι ένας άνθρωπος  για κάθε πενήντα έναν (1/51) που έμπαιναν στις βάρκες των δουλεμπόρων. Μόνο στο Αιγαίο πνίγηκαν επιβεβαιωμένα 187 άνθρωποι, ενώ σε άλλα μονοπάτια – κυρίως στα σύνορά μας με την Τουρκία – χάθηκαν 136.

Σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (η έκθεση εδώ), το πιο επικίνδυνο χερσαίο διασυνοριακό πέρασμα της Ευρώπης είναι μέσω Έβρου. Από τους ανθρώπους που κατάφεραν τελικά να φτάσουν ως την πατρίδα μας, το 37% ήταν παιδιά, το 23% γυναίκες και το 40% άνδρες. Αξίζει να σημειώσουμε, ότι ανάμεσα σ’ αυτά τα παιδιά υπήρξαν πάνω από 1.900 που ταξίδευαν μόνα τους, ασυνόδευτα, απροστάτευτα και εκτεθειμένα στους πιο άγριους κινδύνους. Οι κύριες χώρες προέλευσής τους ήταν η Συρία, το Πακιστάν και το Αφγανιστάν. Στην ίδια έκθεση ο ΟΗΕ αναφέρει ότι στην Ελλάδα, μέχρι το τέλος του 2018, καταγράφηκαν συνολικά 3.700 ασυνόδευτα παιδιά, εκ των οποίων μόνο το ένα τρίτο (1/3) βρίσκεται σήμερα σε κατάλληλες δομές. Σχεδόν 750 απ’ αυτά, είτε είναι άστεγα, είτε έχουν εξαφανιστεί. Παιδιά που μπήκαν στη χώρα μας, κυνηγημένα και κατασπαραγμένα από όσα συνάντησαν στη διαδρομή τους, εξαφανίστηκαν εδώ, στη χώρα μας, στη γειτονιά μας.

Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες εξέφρασε στην ελληνική κυβέρνηση τις ανησυχίες της, αρκετές φορές, κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους, αφού αποκαλύφθηκε ότι στους χώρους που έχουν προωθηθεί κάποια απ’ αυτά τα παιδιά, απειλείται η ακεραιότητά τους σε τέτοιο βαθμό που χρειάζονται τη συνοδεία αστυνομικού ακόμα και για να πάνε στην τουαλέτα. Σε έναν από τους «χώρους φιλοξενίας» σε ελληνικό νησί, φαίνεται (σύμφωνα πάντα με τη σχετική έκθεση), ότι το κοντέινερ που στεγάζει μια ομάδα ανήλικων κοριτσιών είναι τόσο μικρό που τα παιδιά, υποχρεώνονται να ξαπλώνουν εκ περιτροπής, καθώς δεν χωράνε όλα μαζί. 

Την χρονιά που μας πέρασε η χώρα μας είδε αύξηση των προσφυγικών ροών κατά 45% σε σχέση με το 2017. Κατά τη διάρκεια του έτους, κατάφεραν να φτάσουν ως εδώ 50.500 άνθρωποι, οι 32.500 μέσω θάλασσας και οι 18.000 από ξηράς.        

Οι Βορίδηδες, οι Μαλδίβες και η «Φωνή του Μαρινάκη»



Πρώτα ο Βορίδης ισχυρίζεται στην τηλεόραση ότι η κυβέρνηση σκοπεύει να καταργήσει τα Χριστούγεννα. Μετά ο Άδωνις αναμεταδίδει κραυγαλέα θεωρία συνωμοσίας ακροδεξιών εφημερίδων για επέμβαση των ΟΥΚ στις Μαλδίβες προκειμένου να σώσουν τον Τσίπρα που βρισκόταν μυστικά σε πολυτελείς διακοπές. Αμέσως μετά, η «Φωνή του Μαρινάκη», το in.gr, ζητά από τον Τσίπρα να διαψεύσει ή να επιβεβαιώσει την «είδηση»,κλείνοντας το μάτι στους ακροδεξιούς συνωμοσιολόγους.

Το γεγονός ότι δύο ηγετικά στελέχη της ΝΔ και μαζί τα μήντια που την στηρίζουν, επιλέγουν εντελώς συνειδητά να αναπαράγουν τέτοιες ψεκασμένες ανοησίες δείχνει ότι η Δεξιά στην Ελλάδα υιοθετεί ασμένως όλες τις τεχνικές της ανερχόμενης εναλλακτικής (ακρο)δεξιάς (alt-right) που βοήθησαν να ανέλθουν στην εξουσία πρόσωπα σαν τον Τραμπ και τον Μπολσονάρο. Τη συστηματική δηλαδή, αναπαραγωγή χοντροκομμένων ψεμάτων εναντίον των αντιπάλων τους. Όσο πιο μεγάλο το ψέμα μάλιστα, τόσο το καλύτερο: ο Τραμπ πρωταγωνιστούσε στο διαβόητο κίνημα των birthers, των ακροδεξιών Αμερικανών, που υποστήριζαν ότι ο Ομπάμα δεν γεννήθηκε στις ΗΠΑ και ότι είναι κρυφός μουσουλμάνος

Πρόκειται για μια κατεξοχήν μεταμοντέρνα τεχνική που θέλει την πραγματικότητα να έχει μετασχηματιστεί σε αυτό που αισθάνεται κανείς και όχι αυτό που μπορεί να διαπιστωθεί αντικειμενικά, μέσω γεγονότων που ισχύουν για όλους, ανεξαρτήτως της θέλησής τους. Παίρνει δε σάρκα και οστά στον εικονικό κόσμο των social media όπου η συστηματική διασπορά των fake news τα καθιστά «πραγματικά», με αντικειμενικές συνέπειες. Γι αυτό και όσοι τα διασπείρουν επιμένουν στην ξέφρενη αναπαραγωγή τους, παρά τη διάψευση και τη γελοιοποίησή τους. Σημασία δεν έχει τι ισχύει αλλά τι θέλουμε να ισχύει.

Ο Βορίδης και ο Γεωργιάδης γνωρίζουν ότι εκστομίζουν χοντροκομμένα ψεύδη, το ίδιο και τα δεξιά ΜΜΕ που τα συντηρούν στον δημόσιο λόγο. Το κάνουν γιατί έτσι πολώνουν τους οπαδούς τους, ερεθίζοντας το συναίσθημα και χαϊδεύοντας τις πιο σκοτεινές επιθυμίες – προκαταλήψεις τους. Συμβάλουν έτσι στον περαιτέρω θρυμματισμό της δημόσιας σφαίρας σε ασύμβατες παραταξιακές εναλλακτικές «πραγματικότητες» που δεν μπορούν να επικοινωνήσουν μεταξύ τους.

Στη δημιουργία με άλλα λόγια, ενός καθεστώτος μετα-αλήθειας όπου τα γεγονότα δεν παίζουν κανένα ρόλο αλλά μόνο η διαρκής επανάληψη και επιβεβαίωση των κολακευτικών μύθων στους περίκλειστους «θαλάμους αντήχησης». Εκεί που φαίνεται απολύτως λογικό ο Τσίπρας να καταργεί τα Χριστούγεννα, να ξεπουλά τη Μακεδονία για τις συντάξεις και να κάνει πολυτελείς διακοπές στις Μαλδίβες με λεφτά του Σόρος. Είναι ένα περιβάλλον όπου δεν θα ανακύψει ποτέ το αίτημα να συζητηθούν οι πολιτικές του Γεωργιάδη και της ΝΔ για την οικονομία, τους μισθούς, την υγεία και άλλα τέτοια ενοχλητικά.

- από το fb του Δημήτρη Τσίρκα    


















 http://agitatoras.blogspot.com 

Μαλβίνα: Καλα, εσύ δεν ντρέπεσαι;



Η Μαλβίνα ήρθε εκείνη και με βρήκε. Ήρθε στο ΕΘΝΟΣ μια μέρα του ’97, εκεί έγραφα τότε. Με συνάντησε στο διάδρομο του πρώτου ορόφου, το πρόσωπό της, πρόσωπο χρωματιστό, έλαμπε, τα μάτια της λαμπίριζαν χαρούμενα: «εσύ είσαι; άρχοντας, όπως σε φανταζόμουν. Στάσου να σε φιλήσω»…

Στάθηκα, και της είπα ότι τη θεωρούσα μοναδική, ότι γούσταρα τα κείμενά της από το ’80, εκείνα τα υπέροχα μικρά δοκίμια αισθητικής της ζωής, (έτσι τα αξιολογώ και τώρα) που έγραφε στη «Γυναίκα».Τα ζήλευα πραγματικά εκείνα τα «κομμάτια» και της το είπα και εκείνη μου είπε για τα δικά μου γραπτά, είπαμε πολλά - τίποτα δεν είπαμε…

Πρόλαβε, ωστόσο, και μου έγραψε τα δικά της σε ένα σημείωμα* (το χρησιμοποίησα σαν πρόλογο στο μοναδικό βιβλίο με χρονογραφήματά μου που κυκλοφόρησε) που μ’ έκανε περήφανο. Κι εγώ της είπα με τον τρόπο μου ότι τη θεωρώ μια από τις ελληνικότερες δημόσιες «φωνές» της μεταπολίτευσης, μια πραγματική πασιονάρια της δημοσιογραφίας, εξαιρετική συγγραφέα και ανατρεπτική τηλεοπτική περσόνα…

Αργότερα έλαβα το μικρό βιβλιαράκι της για την Αλίκη (εκδόσεις Αστάρτη) τυλιγμένο, κυριολεκτικά, σε μια κόλλα χαρτί. Στο εσωτερικό αυτού του περιτυλίγματος, μου θύμιζε, με τον αμίμητο χειρόγραφο τρόπο της, πως είχα ξεχάσει να της στείλω το δικό μου βιβλίο (με τον πρόλογό της!..) που είχε κυκλοφορήσει πολύ καιρό πριν…


Καλά, δεν ντρέπεσαι; Το δικό σου βιβλίο που είναι;
Σου στέλνω εγώ λοιπόν αυτό για να μου στείλεις εσύ εκείνο
Η πιο φαν που γίνεται
Μαλβίνα


Ύστερα ήρθαν καιροί… εκσυγχρονιστικοί και το σύστημα… Τάπερμαν δεν άντεχε τη Μαλβίνα, την καθάρισαν. Και σε λίγο καθάρισαν και τον φίλο της – και φίλο μου – Βασίλη Ραφαηλίδη απ’ το ΕΘΝΟΣ, επειδή την στήριζε με μια σειρά κειμένων του, υψηλής κριτικής ευκρίνειας…

Το τηλεφώνημα

Δεν είχαμε τηλεφωνική επικοινωνία, αλλά τις μέρες της αρρώστιας δέχτηκα ένα τηλεφώνημά της. Ψαρωμένος εγώ, δεν θέλησα να θίξω το θέμα της υγείας της, να ξύσω την πληγή, ποτέ δεν το κάνω – δεν έχω ίχνος γενναιότητας σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν αντέχω το ψυχικό κόστος… Εκείνη ήρεμη, σχεδόν σαν να μη έτρεχε τίποτα: «Καλά είμαι, πες μου κάτι για τον Βασίλη, (τον Ραφαηλίδη) είναι δυνατόν; Μου είπε πως δεν τον υποστήριξε κανείς, ότι μόνο εσύ, ... πολύ λυπήθηκα…». Τέτοια πράγματα… Μόνο που στο τέλος της μικρής κουβεντούλας άρχισε να κομπιάζει, έτσι μου φάνηκε, λες κι ήθελε να μου πει κάτι και δεν της έβγαινε – λες και ήθελε κάτι να ακούσει που δεν της είπα… Μετά με χαιρέτησε και, καμιά αμφιβολία δεν έχω πια γι αυτό, ο χαιρετισμός της ήταν αποχαιρετισμός…


 *Για το Νίκο Τσαγκρή (Από τη Μαλβίνα με αγάπη)


 Δεν αγαπώ καθόλου την δημοσιογραφίστικη ευεξία.
Αυτός είναι ο ο λόγος που αγαπώ – ή μάλλον που αγαπάω (ασυναίρετα) – τη γραφή του Νίκου. Και δεν λέω τα κείμενα. Διαμορφώνει άποψη, αλλά δεν είναι απλώς οπίνιον λίντερ. Διότι στο γραπτό του υπάρχει η ηδονή του κειμένου με έναν τρόπο πολύ ιδιαίτερο και σύμφυτο- όπως αρμόζει σε «οριστικές» γραφές.

Εντρυφώ καθημερινώς. Δεν αντιλήφθηκα ποτέ να χάνει το περιεχόμενο 'ψάχνοντας τη φόρμα. (Αν βαριέμαι κάτι, είναι οι ντιλετάντες αρθρογράφοι, αυτών που, καταπώς θα 'λεγε και ο Μπρεχτ, «βλέποντας τη φόρμα, παύει να σε ενδιαφέρει το περιεχόμενο».)

Η απόλαυση του κειμένου του επαυξάνεται από την πλήρη απουσία «ψαλιδοκώλικων» εκφράσεων. Άφαντο το οπλοστάσιο των «διανοούμενων τρίτου τύπου». Ούτε ένα «συμπίλημα», ένας «αποσυνάγωγος», μια «ετερογένεια» και άλλα που παραπέμπουν στο αμλετικό «λέξεις... λέξεις... λέξεις...»

Δεν δοκίμασα καμιά έκπληξη όταν, κάποτε, τηλεφώνησα στον Ν. Τ. και εξημμένη από ένα γραπτό του πρότεινα να βγει στην τηλεόραση και να το συζητήσουμε διεξοδικότερα.
Δέχτηκα την άρνησή του με τον ίδιο ενθουσιασμό με τον οποίο δύο λεπτά πριν επεδίωκα τη συγκατάβαση του. Προφορικώς διατυπώνονται μόνο οι ιδέες, σκέτες, οι οποίες μάλιστα αυτή την εποχή, της εικονολογίας, κατά τους σημειολόγους, είναι εντελώς αναποτελεσματικές.

Ο συγγραφέας τα λέει όλα στο χαρτί. Έτσι-επιτρέψτε μου-διαβάζω τα κείμενά του όχι σαν «δίστηλα» ή «τρίστηλα» αλλά σαν συνοπτική λογοτεχνία.

Και για να συνοψίσω: Ήταν περίπου πέντε και στις επτά έπρεπε να είμαι στον «αέρα». Μέσα στην αίθουσα Συντάξεως διάφοροι άνθρωποι, με ρολόγια, περίμεναν να γράψουν δελτίο ειδήσεων στον μοναδικό υπολογιστή. Με έβριζαν από μέσα τους γιατί αργούσα.

Αρπάχτηκα με έναν από αυτούς, κάποιον Ψύλλια.«Εσύ δεν ήσουν που βιαζόσουν; Τι κάθεσαι και διαβάζεις εφημερίδες και μας έχεις στην ουρά να περιμένουμε;» Είδα αίμα. «Αν δεν διαβάσω, αγόρι μου, αυτό εδώ, να γεμίσω τις μπαταρίες μου, δεν θα μπορέσω να αντιμετωπίσω ούτε τους ημιεπαγγελματίες σαν κι εσένα ούτε την ασχήμια της αίθουσας... Διαβάζω το κείμενο ακριβώς επειδή βιάζομαι και πρέπει να φτιαχτώ».

Σαν να γλύκανε ο ημιάγριος όταν έσκυψε πάνω από τη σελίδα του Έθνους να δει τι διάβαζα: «Ο Νίκος...είναι φίλος μου... Αστέρι... Ε, τώρα θα τον πάρω να του το πω... Θα χαρεί...»
Δεν του τηλεφώνησε ποτέ. Είχε να γράψει δελτίο.


Το δικό μου όριο αξιοπρεπούς διαβίωσης



Μας λένε ότι θα μας κάνουν χάρη και θα μας ορίσουν – και αργότερα θα μπορούν να επανορίσουν – ποιο είναι το αξιοπρεπές όριο που κάνει τη ζωή αξιοπρεπή και ποιο είναι το κατώφλι κάτω από το οποίο η ζωή μας δεν θεωρείται αξιοπρεπής. Μας μιλούν με όρους της πιο απαίσιας γλώσσας, αυτής της αγοράς. Έτσι ορίζουν τη ζωή οι χασάπηδες. Και την αξιοπρέπεια. Πόσα μπορείς να αγοράζεις, πόσα σου επιτρέπεται να αγοράζεις, με πόσα τη ζωή σου εξαγοράζεις, με πόσα την αξιοπρέπεια ξεπουλάς.

Μας λένε ότι θα μας κάνουν χάρη και ότι θα μας χαρακτηρίσουν καλά παιδιά και συνεργάσιμα, αν με ευγνωμοσύνη δεχτούμε το δώρο τους να ζούμε αξιοπρεπώς όπως ακριβώς μας όρισαν και αποπληρώνουμε το δάνειο με όσα δεν μας είναι χρήσιμα για να ζούμε αξιοπρεπώς όπως ακριβώς μας όρισαν. Ίσως να μην μας χώσουνε στη φυλακή, αν με προθυμία δηλώνουμε κάθε σεντ που παίρνουμε από τη δουλειά μας, απαντάμε αμέσως σε κάθε κλήση του δανειστή μας, ειλικρινώς και αμελλητί παραιτηθούμε από κάθε αμαρτωλή επιθυμία μας για ένα σαββατοκύριακο στην εξοχή με τα παιδιά μας.

Μας λένε ότι θα μας κάνουν χάρη και θα μας μοιράσουν ένα κομμάτι από το πλεόνασμα. Μια μερίδα από τις σάρκες μας. Μια γουλιά από το αίμα μας.

Μας κάνουν κομματάκια και μας δίνουν να τα φάμε. Μας κάνουν άστεγους και μας δίνουν μια κουβέρτα. Μας διαολοστέλνουν στην ανεργία και μας περιμένουν στη γωνία του εκλογικού τμήματος με λυγισμένα γόνατα και απλωμένα χέρια για μιας πεντάρας επίδομα και μιας δεκάρας μισθωτή σκλαβιά.

Μας δέρνουν και μας λοιδορούν. Μας τρομοκρατούν. Μας θέλουν σκυφτούς κι υποταγμένους. Μας εκβιάζουν όταν δεν μας απειλούν. Μας ταΐζουν προπαγάνδα, ενοχές και μίσος. Μας στέλνουν στον ψυχίατρο, στον λογιστή, στον εφοριακό, στον δικηγόρο, στις ουρές, στα ταμεία, στους διακανονισμούς, στον τραπεζίτη, στη φυλακή, στον αγύριστο.

Αν στα παραπάνω δεν διακρίνεις την πιο απόλυτη μορφή προσβολής της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, αν δεν νιώθεις οργή μαζί με αγανάκτηση, την επιθυμία να ουρλιάξεις «ΟΧΙ», αν δεν σου καίει τα βλέφαρα η ασίγαστη λαχτάρα για ζωή, χαρά, ελευθερία και αυτοκαθορισμό, αν δεν αναγνωρίζεις στο πρόσωπο των ομιλούντων τη γλώσσα του χασάπη το πρόσωπο του πιο στυγερού δυνάστη,τότε μετρήθηκες και κόπηκες στο νήμα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Αν δεν φώναξες «ποιος είσαι εσύ που θα μου ορίσεις τη ζωή μου, ρε απαίσιε, αποκρουστική καρικατούρα ανθρώπου-μάστιγας, βαμπίρ της ανθρωπιάς, κλέφτη της ομορφιάς;», τότε έχεις φτιάξει και παραδώσει από καιρό τα κλειδιά της φυλακής σου.

Θα σας πω τώρα εγώ ποιο είναι το όριο της αξιοπρεπούς διαβίωσής μου. Μάθετε, λοιπόν, ανθρωποφάγα τέρατα, ότι η δική μου αξιοπρεπής διαβίωση δεν έχει όρια. Δεν έχουν όρια οι ιδέες, η αγάπη, η αλληλεγγύη, ο αγώνας, ο ουρανός, τα όνειρα, η ομορφιά, η αμφισβήτηση. Δεν έχει όρια η καθαρή κι αποφασιστική ματιά, η σφιγμένη όρθια γροθιά, το χαμόγελο της νίκης, ο πόνος της καθημερινής μάχης, η αγωνία, η ματαίωση, η νέα πεισματική προσπάθεια.

Επειδή η δική μου αξιοπρεπής διαβίωση δεν είναι συνεργάσιμη με τον θάνατο και τη λεηλασία.


































pnevmantilogias.wordpress.com

Κυριακή 3 Φεβρουαρίου 2019

Αυτούς θα ψηφίσεις;



Σε δύο δημοσκοπήσεις που δημοσιεύθηκαν το Σαββατοκύριακο (η μια της «Metron Analysis» για το «Βήμα της Κυριακής» και η άλλη της «Vox Pop Analysis» για το «Documento») η ναζιστική συμμορία Χρυσή Αυγή φέρεται λαμβάνει ποσοστά 9,1% και 9.2% αντίστοιχα.

Ανεξαρτήτως της εγκυρότητας των δημοσκοπήσεων, γενικά, το αληθές είναι ότι διανύουμε περίοδο ξεπλύματος του ναζισμού και των συγκεκριμένων ναζιστόμουτρων ειδικώς (χαρακτηριστικό το πώς χρησιμοποιήθηκε το «Μακεδονικό» για να φορέσουν οι πολιτικοί απόγονοι των δωσίλογων τη μάσκα του «πατριώτη»). 

Ως εκ τούτου προτείνουμε στους δημοσκόπους, κάθε φορά που κάποιος θα τους δίνει την απάντηση ότι θα ψηφίσει Χρυσή Αυγή, να προσθέτουν μια ακόμα ερώτηση, που θα συνοδεύεται από το παρακάτω βίντεο. Την εξής:

Αυτούς θα ψηφίσεις;       





























imerodromos.gr

Tης αγάπης...





Εκεί που τα χάνουν οι πολιτικοί και γενικά οι άνθρωποι οι κανονικοί είναι όταν οι αντίπαλοί τους, αντί να τους επιτίθενται, εκδηλώνουν αισθήματα συμπάθειας, ακόμα και φιλίας, ακόμα και αγάπης. Συμβαίνει σπάνια κάτι τέτοιο αλλά όταν συμβαίνει έρχονται τα πάνω κάτω, το φως είναι εκτυφλωτικό -και τους στραβώνει [Αριστοτέλης: Το υπερφωτεινό είναι κι αυτό αόρατο, σαν το σκοτάδι].

Δεν αντέχονται, σήμερα, τα καλά αισθήματα, είναι ανοίκεια στον κυνικό ορθολογισμό που διέπει τα μυαλά και τις σχέσεις των περισσοτέρων. Οταν έρχονται αντιμέτωποι με τέτοια καλοσύνη αιφνιδιάζονται, βγαίνουν από τα ήρεμα νερά του κοσμοειδώλου τους.

Είναι αλήθεια ότι οι πλείστοι πυργωνόμαστε στο δίπολο «φίλος - εχθρός», στο γνωστό «όποιος δεν είναι μαζί μας είναι εναντίον μας». Οταν λοιπόν συνειδητοποιούν ότι εκείνοι τους οποίους θεωρούν εχθρούς δεν εκδηλώνουν εχθρότητα, αλλά, αντίθετα, εκφράζουν φιλική διάθεση, νιώθουν να φεύγει η γη κάτω από τα πόδια τους· πριονίζονται οι «ιδεολογίες» τους και κυρίως οι βεβαιότητές τους.

«Σε τι κόσμο ζούνε ετούτοι οι αφελείς;» αναρωτιούνται και αδυνατούν να δώσουν κάποια απάντηση -τόσο πωρωμένοι είναι. Δεν είναι να τους αδικεί κανείς [μπορεί, όμως, να τους λυπάται]. Τόσα μπόρεσαν να δουν, να μάθουν, να νιώσουν. Εζησαν τη ζωή τους στα μισοσκόταδα της συνάφειας, εκεί όπου κυριαρχούν η ιδιοτέλεια, το συμφέρον, η συναλλαγή με την εξουσία. Απουσιάζει απ’ αυτό το ημίφως ο ήπιος λόγος, η τέχνη, ο έρωτας, η μουσική [εμφαντικά παρόντα όμως τα υποκατάστατά τους· ο εκμαυλισμός της τέχνης, του πνεύματος -η ασέβεια προς τον «άλλο»].

Πολεμική η συνύπαρξη -τι κρίμα. Θλιβερές οι μέρες από τις οποίες έχει εξοριστεί ή λοιδορηθεί η συγκίνηση: ο χορός και το γέλιο. Μουντές ημέρες. Η αγάπη δεν είναι καμιά χριστιανική εφεύρεση και ας εμφανίζεται ότι είναι· φαίνεται περισσότερο ότι είναι η προέκταση, η επέκταση της φιλίας, η υπέρβαση των συγκρούσεων. Μα, υπάρχει κοινωνία χωρίς συγκρούσεις; Οχι, βέβαια. Μπορούν όμως αυτές οι συγκρούσεις να είναι λογικές, όχι πολεμικές -αλλά αυτά είναι ψιλά γράμματα για όσους επιλέγουν, με άγρια δε χαρά, ένα «στρατόπεδο».

Δεν υπάρχει αγάπη στην πολιτική [σιγά τη διαπίστωση], υπάρχουν, όμως, όφειλαν να ευδοκιμούν, ψήγματα, σπόροι ηθικής· ίσως τότε καταφέρναμε ως κοινωνία το ελάχιστο όριο αξιοπρέπειας ολωνών. Αυτά δεν έπρεπε να είναι ξένα στην «αριστερή» κυβέρνηση, φαίνεται, όμως, ότι ζαλίστηκε και αυτή από τα μαγνάδια της εξουσίας, ότι εμποτίστηκε από τα ηδονιστικά συναισθήματα της κυριαρχίας, της επιβολής επί της θέλησης των πολλών, των «εχθρών». Και πάλι κρίμα.

Ο καθείς αντιλαμβάνεται ότι όταν προτάσσει την αγάπη στις κοινωνικές σχέσεις [και όχι το συμφέρον] καταντά περίγελος· σημασία έχει όμως να επιμένει να την προτάσσει. Λίγη ζεστασιά μέσα στη βαρυχειμωνιά του κυνισμού και του απανθρωπισμού.   

«Ὄχι, δὲν εἶμαι λυπημένη. Σὲ σωστὴ ὥρα νυχτώνει.»



Πέμπτη, τελευταία μέρα, αλλιώτικη μέρα, βροχερή μέρα, μια αράχνη στη γωνιά, άπλυτα πιάτα στο νεροχύτη, τρύπια παπούτσια, τρύπιες καρδιές, η ελπίδα και ο πόνος που σου αφήνει, ασιδέρωτα τα ρούχα, τσαλακωμένοι φόβοι, του κόσμου οι ιστορίες!

Αφηρημένοι άνθρωποι, το κενό μπροστά, ένα βιβλίο με κιτρινισμένες σελίδες, το ρολόι σταματημένο 9.45, κάτι έσπασε μέσα μου, κάτι χάλασε μέσα μου, κάτι σταμάτησε σαν εκείνο το ρολόι, στο παρά τέταρτο, οι κολλημένοι δείχτες. Εύκολα χαλάμε οι άνθρωποι. Όσο μεγαλώνουμε ξεκουρδίζονται τα γρανάζια, τελειώνει η μπαταρία, συντρίβεται η καρδιά. Και δε μας λείπουν οι άνθρωποι μα εκείνη η φρεσκάδα της νιότης, η αφέλεια της αλήθειας μας, η πίστη στον άνθρωπο. Να λες και να εννοείς!

Έβρεχε πολύ χθες βράδυ. Στην άκρη του δρόμου σκοτωμένα ζώα. Η καλοσύνη του ανθρώπου. «Ο διάφανος» στο ραδιόφωνο, «βλέπει τον άνθρωπο μικρό που τον πατάν στ΄ αλήθεια τα πόδια του τα ίδια», εκείνη δίπλα, συνοδηγός, μικρό κορίτσι, όμορφο. Έβρεχε πολύ! Να ξέπλενε, λέει, τον κόσμο από τη μοναξιά! Πόσοι μας κοίταξαν μα δεν μπόρεσαν ποτέ να μας δουν! Κάτι χάλασε μέσα μου! Ξεχείλισε, πλημμύρισε, έπνιξε την πίστη στον άνθρωπο. Εκείνη δίπλα, μικρό κορίτσι, όμορφο. Μου πιάνει το χέρι. Έχει μια ζεστασιά η φωνή της, λείπει ο πανικός του χρόνου, το μάταιο, η μικρότητα της ψυχής σαν μεγαλώνεις.

Η προδοσία είναι σαν το σαράκι. Σιγοτρώει αθόρυβα, αβίαστα. Τόση υπομονή, θεέ μου! Ανομολόγητες σκέψεις. Το σταματημένο ρολόι στο παρά τέταρτο. Η απληστία του ανθρώπου να τους θέλει όλους, η απάτη των ματιών κάποιων, που φτύνουν αδιαφορία αφού πρώτα έκαναν τη δουλειά τους, τακτοποίησαν τις εκκρεμότητες τους, στράγγιξαν την αλήθεια σου.

Έβρεχε πολύ χθες βράδυ. Ήταν όλα εκεί. Πρόθυμα, υπάκουα. Ήμουν πολύ λυπημένη! Ανήμπορη, τρομαγμένη, φοβισμένη για όλα. Είδα τα μάτια τους, το γέλιο τους, την αλήθεια τους! Η ζωή σε πάει εκεί που ξέρει! Μόνο να αφεθείς στα βλέμματα των παιδιών, στην καθαρότητα τους, στα απλωμένα χέρια τους, στις αγκαλιές τους. Ένας γλυκός λυγμός με έπνιξε. Τόσες παρήγορες λέξεις! Σαν να ξημέρωσε πρωτομαγιά!

Έβρεχε πολύ χθες βράδυ. Εκείνη δίπλα μου. Χάιδευε το χέρι μου! Όμορφο κορίτσι! Άναψε ένα σπίρτο και φώτισε όλα τα σκοτάδια! Έκανε αόρατες όλες τις προδοσίες του Γενάρη. Εύκολα χαλάει ο άνθρωπος! Μα και χαλασμένος βρίσκει πάντα ανθρώπους να κάνει όνειρα! Να φεύγεις δεν είναι τίποτα. Το θέμα είναι να βρίσκεις τρόπο για να ξαναγυρίζεις. Στον εαυτό σου…

Έβρεχε πολύ χθες βράδυ. Ξέπλυνε τη μοναξιά μας. Ξέπλυνε την προδοσία του κόσμου. «Όχι, δεν είμαι λυπημένη…»

Ο τίτλος δανεικός από το ποίημα της Κικής Δημουλά «Πέρασα»  








Ο Αναρχος Θεός των Εξαρχείων




Στην Ορθόδοξη Εκκλησία ο Θεός είναι Αναρχος. Ως εκ τούτου το βασίλειό του θα έπρεπε να ονομάζεται Αναρχία. Δεν ξέρω αν αυτό ισχύει στο ουράνιο βασίλειο. Αυτό που γνωρίζω από πρώτο χέρι είναι: Οταν κάποιος δηλώνει επισήμως πως είναι αναρχικός, δηλαδή θεωρεί την αναρχία βασίλειό του, κινδυνεύει να πάει φυλακή, ακόμα και όταν δεν έχει εκτελέσει καμία αξιόποινη πράξη.

Οι διωκτικές αρχές θα φροντίσουν να αποκτήσει κάποια της αρεσκείας τους (ας θυμηθούμε πόσοι αναρχικοί φυλακίστηκαν για το τίποτα και τελικά αθωώθηκαν). Και εδώ μπορούμε να κάνουμε διάφορες υποθέσεις για να εξηγήσουμε αυτό το φαινόμενο.

Η πρώτη έχει να κάνει με την εξουσία. Οι άθεοι, οι ειδωλολάτρες, οι εθνικοί (υπερ-εθνικοί) έχουν πάρει την εξουσία επί της γης και έχουν θέσει υπό διωγμό κάθε είδους πνευματικότητα. Ενδιαφέρονται μόνο για υλικά πράγματα και έχουν θεό τους μόνο τον Μαμωνά. Θα μπορούσαμε να πούμε για έναν διωγμό των πολιτών του βασιλείου της Αναρχίας;

Κάτι σαν τους διωγμούς των πρώτων χριστιανών; Μια δεύτερη υπόθεση είναι πως το βασίλειο της Αναρχίας είναι μόνο για τους ουρανούς, όπου βέβαια υπάρχει και ο Παράδεισος. Οι άνθρωποι λοιπόν ως νέοι «Προμηθείς» οφείλουν να κλέψουν ένα κομμάτι Παραδείσου και να το δώσουν στους ανθρώπους. Αλλά και εδώ ισχύει η προστασία της ιδιοκτησίας. Και η κλοπή διώκεται, έστω και αν αυτό αφορά ένα μικρό αγροτεμάχιο του Παραδείσου.

Στα καθ’ ημάς η λέξη αναρχία ερμηνεύεται από τους αμύητους ως το απόλυτο κακό και έχει πολλούς χαρακτηρισμούς: «χάος», «τρομοκρατία», «βομβιστικές ενέργειες», «μπαχαλάκηδες» κ.λπ. Ή ακόμα σκέτο «αναρχία» που υποδηλώνει μύρια όσα δεινά. Και είναι λογικό. Ποτέ ένα πολιτικό κίνημα, εξίσου ισχυρό με το κομμουνιστικό, που εμφανίζεται τον 19ο αιώνα, δεν απέκτησε τόσους εχθρούς όσο αυτό.

Εκτός από την άρχουσα τάξη που εξαπέλυσε εναντίον των αναρχικών απηνείς διώξεις, είχαμε και τους «συντρόφους» που πάλευαν και αυτοί για την ανατροπή του καπιταλισμού και στάθηκαν χειρότεροι διώκτες τους από τους καπιταλιστές.

Οι μπολσεβίκοι υπέγραψαν τη μεγαλύτερη σφαγή μέχρι τότε των αναρχικών στην Κρονστάνδη. Είναι λογικό λοιπόν να υπάρχει μια τέτοια εικόνα για τους αναρχικούς, αφού αυτή είναι έργο των διωκτών τους. Η αυθεντική εικόνα τους και η ιστορία τους είναι εν πολλοίς άγνωστες όχι μόνο από το ευρύτερο κοινό, αλλά ακόμα και από αδογμάτιστους αριστερούς. Σήμερα κυκλοφορούν δεκάδες αναρχικά βιβλία στα ελληνικά, είτε έργα κλασικών του αναρχισμού ή σπουδαίες μελέτες ξένων στοχαστών.

Την ανάγνωση αυτών των βιβλίων τη θεωρώ απαραίτητη για κάποιον που πιστεύει πως η Αριστερά δεν τελείωσε με τον ΣΥΡΙΖΑ. Η άμεση δημοκρατία είναι η απόσταξη του αναρχισμού. Αλλά υπάρχει και η ελληνική παραγωγή.

Ο Μιχάλης Πρωτοψάλτης, ένας από τους ιδρυτές του σύγχρονου αναρχικού κινήματος στην Ελλάδα, που μας εγκατέλειψε για την ουράνια αναρχία, συνέλεξε αναρχικά κείμενα της περιόδου 1971-78 και έκανε μια ανθολογία που εκδόθηκε μετά θάνατον («Βιβλιοπέλαγος» 2018, εκδοτικός οίκος που ίδρυσε ο ίδιος και τώρα τον συνεχίζουν επαξίως οι σύντροφοί του). Το βιβλίο λέγεται «Οταν ο κόκορας λαλούσε στο σκοτάδι». Το άλλο βιβλίο είναι το «Αναρχικό Λεξικό» του χαλκέντερου Γιάννη Φούντα («Εκδόσεις των Συναδέλφων» 2015).

Αυτό το δίτομο έργο, που περιλαμβάνει σχεδόν όλους τους αναρχικούς ή αναρχίζοντες όλων των εποχών (από Ρουσό μέχρι Μπουκετσίδη), περιέχει όχι μονάχα βιογραφικά και δράση των προσώπων που αναφέρονται, αλλά και οτιδήποτε άλλο αφορά το αναρχικό κίνημα (ιστορικά γεγονότα, ντοκουμέντα κ.λπ.). Ιδιαίτερα πρέπει να σταθούμε στο πλούσιο φωτογραφικό υλικό με σπάνιες φωτογραφίες. Αυτό το λεξικό είναι απαραίτητο για να διαβαστεί σωστά το βιβλίο του Πρωτοψάλτη, που δεν πρόλαβε να το επεξεργαστεί όσο έπρεπε.

Η εισαγωγή είναι ημιτελής και ο υπομνηματισμός ελλιπής. Στο λεξικό υπάρχει ένας πλούσιος κατάλογος των εντύπων που αναφέρει ο Πρωτοψάλτης μαζί με την ιστορία τους. Ακόμα υπάρχει μια πλήρης παρουσίαση των εκδοτικών οίκων που βγάζουν βιβλία τα οποία σχετίζονται με την αναρχία. Και έτσι όποια απορία έχεις από το βιβλίο του Μιχάλη τη λύνεις χρησιμοποιώντας το άλλο του Γιάννη.

Και όχι μόνο αυτό. Απαντάει σε μια σειρά ερωτήματα. Ενα λεξικό γραμμένο με χιούμορ και σε κάποια σημεία σαρκαστικό. Δεν έχει τίποτα το προπαγανδιστικό ή το δοξαστικό. Σε αυτή την ανθολογία βρίσκουμε εν σπέρματι όλο τον προβληματισμό για τα νέα κινήματα.

Γυναίκες, ομοφυλόφιλοι, περιβάλλον, αντιμιλιταρισμός, άμεση δημοκρατία. Και η κριτική για την «ένοπλη υποδειγματική πράξη», καταλυτική και με πλήρη επιχειρηματολογία για το αδιέξοδό της και τον ρόλο που παίζει στην ενίσχυση της κρατικής καταστολής. Κάποια από αυτά τα κείμενα είναι ακόμα επίκαιρα, αν και πέρασε από τότε σχεδόν μισός αιώνας. Αλλά παρά τις ιδέες, στιβαρό αναρχικό κίνημα δεν έχουμε.

* Οι μελετητές του αναρχισμού δεν συμπίπτουν για τις απαρχές του. Κάποιοι τις τοποθετούν στους Αναβαπτιστές του Μεσαίωνα. Θρησκευτικό κίνημα που ήθελε τον Παράδεισο επί της γης. Υπάρχει και η άποψη ότι η Αθηναϊκή Δημοκρατία ήταν ένα ολοκληρωμένο και επιτυχημένο μοντέλο αναρχίας. Ακόμα υποστηρίζεται η άποψη πως η αναρχία ήταν η πρώτη μορφή οργάνωσης της ανθρωπότητας.

Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2019

Εργαζόμενη μητέρα: Ο σύγχρονος «δούλος»






Tο πρωί βιάζεται στον δρόμο να πάει γρήγορα στη δουλειά της. Έτσι βιαστικά επιστρέφει σπίτι. Καθισμένη στο γραφείο βοηθάει το παιδί στα μαθήματα. Μιλάει στο τηλέφωνο με τον παιδίατρο για να κλείσει ραντεβού. Βάζει ένα πλυντήριο και μαζεύει το σπίτι. Σκέφτεται πότε θα πάει το παιδί να αγοράσει ένα ρούχο που χρειάζεται. Κοιτάει το ρολόι για να μην αργήσει να το πάρει από το φροντιστήριο τώρα που σκοτεινιάζει και νωρίτερα. Πάνω από την κουζίνα, ετοιμάζει το αυριανό φαγητό. Στην τηλεόραση βλέπει ένα σποτ που της τονίζει ότι δεν πρέπει να αμελήσει το εμβόλιο της κόρης της -είναι δική της ευθύνη, πατέρας δεν εμφανίζεται στο σποτ. Και το βράδυ, μισοκοιμισμένη, ακούει σε μια εκπομπή κάποιους να μιλούν για την «ισότητα των φύλων».

Πράγματι, στη δημόσια συζήτηση έχει επανέλθει το «γυναικείο ζήτημα». Αλλά τι σημαίνει «γυναικείο ζήτημα»; Τι σημαίνει «ίσες ευκαιρίες»; Και αυτοί που το λένε -άντρες και γυναίκες- εννοούν όλοι το ίδιο πράγμα;


Είναι αλήθεια ότι η ζωή για τις εργαζόμενες μητέρες μπορεί να είναι καλύτερη σε κάποιες χώρες, χειρότερη σε άλλες, ανάλογα με το επίπεδο κοινωνικού κράτους και τον συντηρητισμό της κοινωνίας -συνήθως αυτά τα δύο πηγαίνουν χέρι-χέρι. Όμως, ο κοινός παρονομαστής είναι ότι η πίεση στην εργαζόμενη μητέρα αυξάνεται παντού.

Την περασμένη άνοιξη, η αρθρογράφος του βρετανικού Guardian Χάντλεϊ Φρίμαν, έγραφε: «Ο σύντροφός μου και εγώ είμαστε και οι δύο δημοσιογράφοι…  Αλλά όλοι βλέπουν εμένα ως τον φροντιστή: Σε μένα τηλεφωνεί ο γιατρός αν υπάρχει κάποιο πρόβλημα. Σε μένα τηλεφωνούν οι άλλοι γονείς για να κανονίσουν παιχνίδια των παιδιών -και λέγοντας ‘άλλοι γονείς’ αναπόφευκτα εννοώ ‘οι άλλες εργαζόμενες μητέρες’. Αν τα παιδιά δεν πάνε σχολείο μια μέρα, σε μένα τηλεφωνεί ο διευθυντής, παρότι δουλεύω σε γραφείο, ενώ ο σύντροφός μου δουλεύει από το σπίτι.» Φίλες της δημοσιογράφου, επίσης εργαζόμενες μητέρες, που μίλησαν για την καθημερινότητά τους, της είπαν ότι νιώθουν «τυχερές» αλλά και «οργισμένες», νιώθουν «καλά», αλλά και «συχνά κλαίνε». «Οι φίλες μου μου μίλησαν για συζύγους που γίνονται ευερέθιστοι όταν χρειάζεται να φροντίσουν τα παιδιά -δηλαδή να είναι γονείς- και για εργοδότες που γκρινιάζουν για τις μητέρες εργαζόμενές τους που φεύγουν νωρίς από τη δουλειά για να πάρουν τα παιδιά από το σχολείο.»

Η εικόνα, λοιπόν, είναι παρόμοια παντού.

Δουλειά στο σπίτι, άγχος στη δουλειά

Οι εργαζόμενες μητέρες έγιναν ο κανόνας, αλλά οι σεξιστικές παραδόσεις παραμένουν -τόσο στους χώρους εργασίας, όσο και στις σχέσεις. Ο χρόνος που δαπανάται σε «απλήρωτη εργασία» -δουλειές του σπιτιού, φροντίδα παιδιών και ηλικιωμένων, ψώνια, αποκαλύπτει τεράστιο χάσμα ανάμεσα στα φύλα. Στο Μεξικό, οι γυναίκες ξοδεύουν για αυτές τις δουλειές 6 ώρες και 32 λεπτά την ημέρα, ενώ ένας άντρας 2 ώρες και 17 λεπτά. Στην Πορτογαλία, οι γυναίκες  δαπανούν 5 ώρες και 28 λεπτά την ημέρα σε απλήρωτη εργασία, και οι άντρες 1 ώρα και 36 λεπτά. Η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες με τις χειρότερες επιδόσεις, με τις γυναίκες να κάνουν απλήρωτη εργασία που φτάνει τις  4 ώρες και 26 λεπτά τη μέρα, και τους άντρες λίγο πάνω από μιάμιση ώρα. Την καλύτερη επίδοση στην Ευρώπη έχει η Δανία, με τις γυναίκες στις 4 ώρες και τους άντρες στις 3. Όμως, παντού παραμένει το χάσμα, αφού ο μέσος όρος των 28 χωρών του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, σε μελέτη του 2018, δείχνει ότι οι άντρες συνεισφέρουν κατά 50% σχεδόν λιγότερο χρόνο από τις γυναίκες στην απλήρωτη εργασία.

Αυτά συμβαίνουν στο σπίτι. Τι γίνεται, όμως, στους εργασιακούς χώρους; Για πρώτη φορά, φαίνεται ότι η κατάθλιψη στις εργαζόμενες γυναίκες φτάνει στα ίδια επίπεδα με αυτά των άνεργων γυναικών. Στρες, άγχος και κατάθλιψη. «Οι γυναίκες υποφέρουν από εργασιακό στρες πολύ περισσότερο από τους άντρες», έλεγε το 2016 στον Guardian η ψυχίατρος Τζούντιθ Μόρινγκ. Ο σεξισμός στον χώρο εργασίας και οι οικογενειακές υποχρεώσεις προσθέτουν στην πίεση, καθώς οι γυναίκες αντιμετωπίζουν ανισότητα στους μισθούς και έλλειψη υποστήριξης. Επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι οι γυναίκες ηλικίας 25-54 έχουν περισσότερο άγχος από τους άντρες συναδέλφους τους, και αυτή η πίεση φτάνει στα ύψη στις γυναίκες 35-44, όταν πολλές από αυτές έχουν αυξημένες οικογενειακές υποχρεώσεις, όπως να φροντίζουν και για παιδιά και για ηλικιωμένους γονείς.

Η Τζούντιθ Μόρινγκ λέει ότι οι γυναίκες είναι υπό συνεχή πίεση, με επιχειρήσεις συνεχώς να αναμορφώνονται, χωρίς υποστήριξη από τις διοικήσεις, και σε μόνιμη προσπάθεια να ισορροπούν δουλειά και οικογένεια. Αυτό, σύμφωνα με τη βρετανίδα ψυχίατρο, τις αφήνει «άδειες». Από τα 25, οι γυναίκες νιώθουν περισσότερο άγχος από τους άντρες, και αυτό συνεχίζεται για όλα τα χρόνια που θα εργάζονται, σύμφωνα με στοιχεία του βρετανικού κυβερνητικού οργανισμού Health and Safety Executive. Τα στοιχεία βασίζονται στην Έρευνα Εργατικού Δυναμικού της Βρετανίας, που εξετάζει 38.000 νοικοκυριά τον χρόνο και αποτελεί βασική δεξαμενή συλλογής δεδομένων της κυβέρνησης. Στην αναφορά σημειώνεται ότι «τα επαγγέλματα και οι βιομηχανίες όπου αναφέρονται τα υψηλότερα επίπεδα εργασιακού στρες παραμένουν σταθερά οι τομείς υγείας και οι δημόσιοι τομείς της οικονομίας». Οι λόγοι που αναφέρονται είναι επίσης, «ο φόρτος εργασίας, η έλλειψη στήριξης από τις διοικήσεις και οι οργανωτικές αλλαγές».

Το αποτέλεσμα της πίεσης στη δουλειά και της «παραδοσιακής λειτουργίας» στο σπίτι, είναι όλο και πιο φανερό. Στη Βρετανία είχε γίνει μια μελέτη για τα «Παιδιά του ΄90», στην οποία το 17% των νέων έγκυων γυναικών ανέφεραν συμπτώματα κατάθλιψης. Ήταν ήδη ανησυχητικό, αλλά είναι χειρότερο στη γενιά των κορών τους: 25% είναι τα συμπτώματα κατάθλιψης σε έγκυες κάτω των 24 χρόνων, έγραφε πρόσφατα άρθρο στην ιστοσελίδα The Conversation.

Στην Ελλάδα, μια χώρα με μίνιμουμ πολιτική κοινωνικής προστασίας και την κατάσταση να χειροτερεύει στα μνημονιακά χρόνια, η εικόνα είναι πολύ κακή. Στο σημείωμα «Εκθήλυνση της Φτώχιας», του Παρατηρητήριου της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων, τον Αύγουστο του 2018, με έτος αναφοράς εισοδήματος το 2015, φαίνεται ότι η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες όπου η κοινωνική παρέμβαση του κράτους μειώνει ελάχιστα τον κίνδυνο έκθεσης των γυναικών στη φτώχια. Ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος για τις γυναίκες 18-64 χρόνων, αφού στις μεγαλύτερες ηλικίες υπάρχει η παρέμβαση των συντάξεων.

Αλλά εκτός από την οικονομική δυσκολία, υπάρχουν και οι αυξημένες υποχρεώσεις των γυναικών. Συχνά υποκαθιστούν τις ανεπαρκείς δομές φροντίδας των παιδιών και των εξαρτημένων συγγενών τους. Επιβαρύνονται με πολλαπλούς ρόλους, με μικρή βοήθεια από τους συντρόφους τους. Και τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα για μια εντελώς παραμελημένη μορφή οικογένειας.

Μονογονεϊκή οικογένεια

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το 85% των λεγόμενων «επικεφαλής μονογονεϊκών οικογενειών» είναι γυναίκες. Στην Ελλάδα, είναι ένα θέμα που ουσιαστικά παραμένει στο περιθώριο της δημόσιας συζήτησης και της ακαδημαϊκής έρευνας -πόσο μάλλον της μέριμνας του κράτους. Μελέτη των Κικίλια-Παπαλιού-Φαγαδάκη για το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών το 2008, ανέφερε ότι «οι οικογένειες αυτές, που αυξάνονται με σημαντικούς ρυθμούς τα τελευταία χρόνια, αποτελούν μια αόρατη και λανθάνουσα δεξαμενή δημιουργίας και αναπαραγωγής κοινωνικού αποκλεισμού. Παράλληλα, είναι μια ομάδα αναμφισβήτητα αδικημένη από άποψης πολιτικών στήριξης και παροχής κοινωνικής προστασίας.» Δεν έχουν αλλάξει και πολλά μέχρι σήμερα.

Ο πιο μεγάλος κίνδυνος, είναι αυτός της φτώχιας. Με βάση στοιχεία του 2016 στην έκθεση «Εκθήλυνση της Φτώχιας», το ποσοστό είναι 18,5% για δύο ενήλικες με ένα παιδί, και εκτοξεύεται στο 30,5% στις μονογονεϊκές οικογένειες, την κατηγορία με το μεγαλύτερο ποσοστό κινδύνου φτώχιας μεταξύ των  δέκα τύπων νοικοκυριών που μελετήθηκαν. Και δίπλα σε αυτό υπάρχει και η περιθωριοποίηση των γυναικών που επιλέγουν μια μη-συμβατική μορφή οικογενειακής οργάνωσης, λόγω των συντηρητικών αντιλήψεων που επικρατούν.

Τα μονογονεϊκά νοικοκυριά αντιμετωπίζουν μια σειρά από επιπρόσθετα προβλήματα κοινωνικής ένταξης και πρόσβασης σε αγαθά. Ο σημαντικά αυξημένος κίνδυνος εισοδηματικής φτώχιας σε σχέση με άλλες μορφές νοικοκυριού οφείλεται στο ότι οι γυναίκες επικεφαλής μονογονεϊκών νοικοκυριών συχνά αποτελούν τη μοναδική πηγή εισοδήματος και παροχής φροντίδας στην οικογένεια. Το ζήτημα της καταβολής διατροφής από τους πρώην συζύγους παραμένει ιδιαίτερα προβληματικό, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, των στερεότυπων, αλλά και της πλήρους απουσίας του κράτους -που θα μπορούσε, όπως συμβαίνει αλλού, να επιβλέψει ή και να αναλάβει έμμεσα τη διαδικασία καταβολής προκειμένου να μην αναγκάζονται οι μητέρες, σχεδόν πάντα μάταια, να τρέχουν στα δικαστήρια. Όσο για τις θεσμικές διευκολύνσεις, δεν προβλέπονται καν επιπλέον άδειες στις εργαζόμενες μητέρες που έχουν την επιμέλεια παιδιών λόγω διαζυγίου. Επειδή ακόμη δεν έχει συμφωνηθεί ούτε το τι σημαίνει «μονογονεϊκή οικογένεια» -δεν είναι και τόσο δύσκολο, πάντως: νοικοκυριό με έναν γονιό και παιδί-ιά, είναι ένας απλός και λογικός ορισμός. Το πρόβλημα, προφανώς, δεν είναι αντίληψης, είναι πολιτικής βούλησης να απλωθεί «δίχτυ ασφάλειας» -δηλαδή, χρήματα και θεσμικά μέτρα- για την προστασία της ομάδας αυτής του πληθυσμού, που όλο και μεγαλώνει.

Ενδιαφέρουσα η αναφορά στη μελέτη του ΕΚΚΕ για το τι συνέβαινε στις «δύο Γερμανίες»: «Η ενοποίηση της Ανατολικής με τη Δυτική Γερμανία είχε ως αποτέλεσμα τη συγχώνευση δύο διαφορετικών και συχνά αντικρουόμενων προσεγγίσεων στον τομέα της οικογενειακής πολιτικής. Για παράδειγμα, στην Ανατολική Γερμανία ήδη από το 1950, με τον Νόμο ‘περί της προστασίας των παιδιών και των μητέρων και περί δικαιωμάτων των γυναικών’, τα εκτός γάμου παιδιά δε θεωρούνταν κοινωνικά στιγματισμένα, υπήρχαν μεγαλύτερα ποσοστά άγαμων μητέρων από ό,τι στη Δυτική Γερμανία, και η συνολική δαπάνη ανατροφής των παιδιών τους καλυπτόταν από το κράτος, είτε άμεσα είτε έμμεσα μέσω διαφόρων παροχών, δημόσιων υπηρεσιών παιδικής φροντίδας και επιπλέον βοηθημάτων στις μόνες μητέρες.»

Η πρόωρη σύνταξη, θυσία στην «ισότητα»

Στις αρχές της δεκαετίας του ΄90, ο νεοφιλελευθερισμός ως σύγχρονη εκδοχή του καπιταλισμού, έφτανε, καθυστερημένα, και στην Ελλάδα, με στόχο τα εργασιακά κεκτημένα. Μία από τις ομάδες του πληθυσμού που είχαν ένα θετικό κεκτημένο στο ζήτημα της σύνταξης, ήταν οι εργαζόμενες μητέρες. Για να κατασκευαστεί συναίνεση γύρω από την επίθεση σε αυτό το δικαίωμα, έπρεπε να βρεθεί ένα πρόσχημα. Και το θέμα μπήκε «στο τραπέζι»: γίνεται να υπάρχει ισότητα των φύλων όταν οι γυναίκες, και κυρίως οι εργαζόμενες μητέρες, καλύπτονται από «προστατευτική νομοθεσία» που τις στέλνει νωρίτερα στη σύνταξη και την «αδράνεια»; Είναι σωστό να «στέλνει το κράτος μια εργαζόμενη μητέρα στα 45 της στο σπίτι της, κατευθύνοντάς τη να γίνει νοικοκυρά από μια τόσο παραγωγική ηλικία»; Πρέπει οι γυναίκες να αντιμετωπίζονται ως κάτι «διαφορετικό» που χρήζει προστασίας;



Η απάντηση -που έδωσαν μόνοι τους αυτοί που την έθεσαν, πείθοντας και μέρος της κοινωνίας- ήταν πως η αυξανόμενη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας και η εξασφάλιση ίσων ευκαιριών, καθιστούν «παρωχημένη» την προστατευτική νομοθεσία. Όταν εξαφανιστεί αυτή η νομοθεσία, έλεγε το αφήγημα, θα αρχίσουν να αλλάζουν και τα κοινωνικά στερεότυπα: οι οικογενειακές υποχρεώσεις θα κατανέμονται στο εξής δίκαια, και το γυναικείο φύλο θα αντιμετωπίζεται ισότιμα.

Έτσι, στο όνομα της «ισότητας», άρχισε το «ξήλωμα» των νόμων οι οποίοι προστάτευαν τις εργαζόμενες μητέρες -ένα  «ξήλωμα» που συνεχίζεται ασταμάτητα μέχρι σήμερα. Κατευθείαν στο στόχαστρο βρέθηκε η δεκαπενταετία, μια κατάκτηση που είχαν κερδίσει από παλιά τα συνδικάτα. Σιγά-σιγά, τα όρια ηλικίας για τις μητέρες ανηλίκων ανέβαιναν, μέχρι να εκμηδενιστεί κάθε διαφοροποίηση. Και τι συνέβη στην πραγματικότητα -των πολλών; Οι γυναίκες συνεχίζουν να είναι χρήσιμες στο οικονομικό σύστημα ως αναπαραγωγοί του είδους, με τη μητρότητα να αποτελεί ουσιαστικά ατομική τους ευθύνη. Συνεχίζουν να επιβαρύνονται με τις οικογενειακές υποχρεώσεις. Συνεχίζουν να παλεύουν στην αγορά εργασίας. Εισοδηματικές ανισότητες παραμένουν. Οι συντάξεις, που «θα έφερναν την ισότητα με την κατάργηση των πρόωρων», πράγματι έφεραν την ισότητα -όλες πήραν την κατηφόρα. Οι «θέσεις ευθύνης» αντροκρατούνται, και ο σεξισμός στην καθημερινότητα και στους χώρους εργασίας καλά κρατεί. Και τελικά, οι γυναίκες, αφού προσφέρουν στην κοινωνία δουλεύοντας έξω από το σπίτι, δουλεύοντας μέσα σε αυτό, γεννώντας και μεγαλώνοντας αυτούς που θα αποτελέσουν τη συνέχειά της, φτάνουν εξαντλημένες στη σύνταξη -όσες άρχισαν να εργάζονται σε μικρή ηλικία θα καταλήξουν να δουλεύουν 40 χρόνια για να πάρουν μετά τα 60 μια σύνταξη που θα θυμίζει επίδομα.

Επειδή, παρά τα προσχήματα περί ισότητας, η αλήθεια είναι ότι καμία πραγματική ισότητα δε μπορεί να κατακτηθεί αν μπαίνουν όλο και πιο επώδυνοι όροι στην εργασία των γυναικών, ειδικά σε χώρες όπως η Ελλάδα, όπου δεν υπάρχει ουσιαστικά υποστηρικτικός ρόλος του κράτους. Δεν είναι μόνο το θέμα των δυσκολιών που θέτει η διατήρηση οικογένειας στη σταδιοδρομία μιας μητέρας -αυτό μπορεί να είναι πρόβλημα για γυναίκες με πανεπιστημιακή μόρφωση στο δημόσιο, ή όσες έχουν προοπτική εξέλιξης σε συγκεκριμένα κομμάτια του ιδιωτικού τομέα, αλλά δεν υπάρχουν μόνο αυτές οι γυναίκες. Είναι η προοπτική επαγγελματικής εξέλιξης κεντρικό ζήτημα για την καθαρίστρια, την πωλήτρια στο κατάστημα, την υπάλληλο στο σούπερ μάρκετ -ή αυτό που τις απασχολεί είναι πρώτα από όλα η βελτίωση των καθημερινών όρων της ζωής τους; Ακόμη και ο όρος «πρόωρη σύνταξη» είναι προβληματικός. Ποια είναι η «σωστή ώρα», και ποιος την αποφάσισε; Είναι ίδια η ώρα για όλους; Η εγκυμοσύνη και οι πιθανές συνέπειες στο σώμα της γυναίκας δε διαφοροποιούν τις συνθήκες της υπόλοιπης ζωής της; Οι πολλαπλές υποχρεώσεις της;

Η διαφορά, λοιπόν, στην ηλικία συνταξιοδότησης είναι πράγματι διάκριση, αλλά είναι θετική διάκριση που δικαιολογείται από την ανισότιμη θέση της μητέρας στην κοινωνική ζωή. Η ανισοτιμία δε θα αντιμετωπιστεί ταλαιπωρώντας παραπάνω την εργαζόμενη μητέρα -θα αντιμετωπιστεί καταρχάς ανακουφίζοντάς τη.

Οι ανισότητες μεταξύ των γυναικών

Η ζωή, εξάλλου, δεν κυλά με τον ίδιο τρόπο για όλες τις εργαζόμενες μητέρες. Στις Ηνωμένες Πολιτείες οι γυναίκες είναι το 56% των εργαζόμενων φτωχών, αλλά την ίδια ώρα, γυναίκες καταλαμβάνουν 4 στις 10 θέσεις των πιο καλοπληρωμένων μάνατζερ για το 2016. Πολλοί προσπαθούν να πείσουν ότι αυτό είναι πρόοδος για τα δικαιώματα των γυναικών. Στην πραγματικότητα, «οι ταξικές ανισότητες μεταξύ των γυναικών είναι μεγαλύτερες από ποτέ», έγραφε στο Sociologist το 2017 η κοινωνιολόγος Ρουθ Μίλκμαν.

Η ίδια εικόνα καταγράφεται παντού. Από τη μία, γυναίκες μορφωμένες, με καριέρα και υψηλές αμοιβές, που επιστρέφουν σε ελάχιστο χρόνο στις δουλειές τους αφού γεννήσουν -και αυτό συχνά προωθείται ως θετικό πρότυπο, χωρίς όμως να παρουσιάζεται και το υπόλοιπο κομμάτι της εικόνας: αυτές οι γυναίκες επιστρέφουν στις δουλειές τους με πληρωμένο μπέιμπι-σίτινγκ στο σπίτι, χωρίς το άγχος να γυρίσουν για να ψωνίσουν, να μαγειρέψουν και να «βάλουν ηλεκτρική» -επειδή κάποιος άλλος πληρώνεται για να κάνει όλα αυτά- μητέρες που αντλούν ικανοποίηση από τη δουλειά τους και δεν τις ενδιαφέρει η σύνταξη, ακόμη κι αν τη δικαιούνται -και συχνά βλέπουν αφ΄υψηλού αιτήματα για υλική βελτίωση της καθημερινότητας της απλής εργαζόμενης. Από την άλλη, βρίσκονται οι γυναίκες που δίνουν καθημερινό αγώνα επιβίωσης -και αυτές είναι η πλειονότητα. Για το χάσμα μεταξύ των δύο κατηγοριών, έχει μιλήσει ήδη από το 1976 η Σιμόν ντε Μπωβουάρ, σε συνέντευξη που έδωσε στον καθηγητή-δημοσιογράφο Τζον Γκεράσι , 25 χρόνια μετά τη συγγραφή του Δεύτερου Φύλου, ενός από τα πιο επηρεαστικά φεμινιστικά βιβλία:

«…Πετύχαινα πράγματα, και αυτό μου ενίσχυε την πεποίθηση ότι άντρες και γυναίκες μπορούν να είναι ίσοι αν η γυναίκα επιθυμούσε μια τέτοια ισότητα. Με λίγα λόγια, ήμουν διανοούμενη. Είχα την τύχη να προέρχομαι από τη μπουρζουαζία, που μπορούσε να χρηματοδοτήσει τη μόρφωσή μου στα καλύτερα σχολεία, αλλά και μου επέτρεπε να ψυχαγωγούμαι παίζοντας με ιδέες. … Στην πορεία διαπίστωσα ότι μπορούσα να κερδίζω όσα ένας άντρας διανοούμενος, και ότι με έπαιρναν στα σοβαρά τόσο όσο και τους άντρες συναδέλφους μου… Έγινε, λοιπόν, εύκολο για μένα να ξεχάσω ότι μια γραμματέας δε θα μπορούσε ποτέ να απολαύσει τα ίδια προνόμια… Το πιο σημαντικό, είχα την τάση να περιφρονώ το είδος της γυναίκας που ένιωθε αδύναμη, οικονομικά ή πνευματικά, να δείξει την ανεξαρτησία της από τους άντρες. Στην πράξη, σκεφτόμουν, χωρίς να το ομολογώ ούτε στον εαυτό μου, ‘αφού μπορώ εγώ, μπορούν και αυτές’… Αν το θέσουμε με όρους τάξης, θα ήταν πιο εύκολα κατανοητό: Είχα γίνει συνεργάτης της αστικής τάξης… Μέσω του Δεύτερου Φύλου, συνειδητοποίησα τη μάχη που ήταν αναγκαία.»

«Πατριαρχία»: Αιτία, ή συνέπεια;

Λένε πολλοί πως το πρόβλημα είναι ότι οι άντρες παίρνουν τις αποφάσεις. Με αυτό το σκεπτικό, αν η βουλή, οι κυβερνήσεις και τα διευθυντικά γραφεία των επιχειρήσεων γέμιζαν γυναίκες, τα πράγματα θα ήταν καλύτερα για τις εργαζόμενες μητέρες. Η πραγματικότητα λέει ότι αυτό δε συμβαίνει. Επειδή το πρόβλημα όταν οι γυναίκες αναλαμβάνουν θέσεις εξουσίας, δεν είναι ότι «γίνονται άντρες», όπως συχνά λέγεται. Το πρόβλημα είναι ότι γίνονται εξουσία εντός ενός συγκεκριμένου οικονομικού συστήματος. Και άρα, αυτό θα υπηρετήσουν, και όχι τις κοινωνικές ανάγκες του φύλου τους. Αλλά, πώς βλέπει το ισχύον οικονομικό σύστημα τον ρόλο της οικογένειας;

Η λεγόμενη «πυρηνική οικογένεια» συνδέθηκε ιστορικά με τον καπιταλισμό, ως κοινωνικός θεσμός που εξασφαλίζει με το μικρότερο δυνατό κόστος  στο οικονομικό σύστημα την αναπαραγωγή της εργατικής τάξης. Μέσα στην οικογένεια, οι δύο γονείς είναι ατομικά υπεύθυνοι για την ανατροφή των παιδιών. Υπάρχουν κεντρικοί υποστηρικτικοί θεσμοί -και ούτε καν παντού- όπως κάποιες άδειες μητρότητας, παιδικοί σταθμοί και ολοήμερα σχολεία για να δουλεύουν οι γονείς έξω από το σπίτι. Αλλά το συντριπτικό βάρος για την ανατροφή των παιδιών πέφτει στους γονείς, και κυρίως στη γυναίκα, που αναλαμβάνουν μέσα στο σπίτι όλες τις εργασίες οι οποίες συνοδεύουν το μεγάλωμα των παιδιών, καθώς αυτή είναι η λύση με το μικρότερο κόστος για το σύστημα. Υπάρχει η πρόταση να πληρώνεται η «απλήρωτη εργασία» των γυναικών. Είναι μια ιδέα, αλλά δεν ανατρέπει τον καταναγκασμό του «νοικοκυριού». Θα μπορούσε να γίνει αλλιώς;

Ας φανταστεί μια εργαζόμενη την ημέρα αυτή: Ξυπνά το πρωί. Δε χρειάζεται να ετοιμάσει πρωινό -το παιδί θα πάρει το πρωινό του στο εστιατόριο του σχολείου του. Φεύγει για τη δουλειά της. Δε χρειάζεται να έχει μαγειρέψει από την προηγούμενη -το παιδί θα γευματίσει στο σχολείο, και η ίδια στο δημόσιο εστιατόριο της γειτονιάς της. Γυρίζει σπίτι. Το παιδί επιστρέφει το απόγευμα -έχει μελετήσει για την επόμενη στο σχολείο, και έχει κάνει εκεί τη δραστηριότητα που το ενδιαφέρει. Από το σπίτι περνά η δημόσια υπηρεσία που αναλαμβάνει να φέρνει τα ψώνια με βάση τη λίστα η οποία της έχει δοθεί. Το ίδιο συμβαίνει και με την υπηρεσία που αναλαμβάνει συγκεκριμένες μέρες να παίρνει τα άπλυτα ρούχα και να τα επιστρέφει πλυμένα και σιδερωμένα. Ουτοπικό; Ανέφικτο; Κι όμως, όλα τα παραπάνω γίνονται ήδη -ιδιωτικά, για αυτούς τους λίγους που έχουν την οικονομική δυνατότητα. Είναι εδώ, λοιπόν, τρόποι η -κάθε μορφής- οικογένεια να υπάρχει ως κύτταρο ασφάλειας, οικειότητας και ιδιωτικότητας, εντός ενός συλλογικού υπάρχειν που προνοεί ώστε να πάρει το βάρος για τις δουλειές του σπιτιού από τους γονείς -και κυρίως, από τη γυναίκα. Να έχει έτσι χρόνο να βγει έξω, να γίνει ενεργή στη συλλογική δράση, να κάνει γυμναστική, να δει φίλους, να διαβάσει, να μιλήσει με το παιδί της. Να ξεκουραστεί, χωρίς να σκέφτεται «τι μαγειρεύουν για αύριο;», χωρίς να φτιάχνει τη λίστα με τις δουλειές της επόμενης, χωρίς να φτάνει κατάκοπη στο τέλος της μέρας. Να ζήσει.

Και πώς θα γίνει να λειτουργούν και να είναι προσβάσιμες σε όλους, δηλαδή χωρίς κόστος, οι παραπάνω υπηρεσίες; Ένας τρόπος υπάρχει -και αυτός είναι η κοινωνικοποίησή τους . Αυτό σημαίνει ότι το πλεόνασμα που παράγεται στην κοινωνία από τους εργαζόμενους, αξιοποιείται με τον τρόπο που οι ίδιοι αποφασίζουν, για να κάνουν καλύτερη τη ζωή τους. Αυτό, επίσης, σημαίνει ότι η σημερινή καθημερινότητα της πλειονότητας των εργαζόμενων γυναικών, δεν είναι «φυσικός νόμος». Δεν είναι «στη φύση του ανθρώπου». Δεν είναι έτσι «επειδή το αποφάσισαν οι άντρες». Είναι έτσι, επειδή το αποφάσισε ένα οικονομικό σύστημα, κρίνοντας ότι αυτό εξυπηρετεί καλύτερα την κερδοφορία και την αναπαραγωγή του. Και αφού αυτή η δυσβάσταχτη καθημερινότητα δεν είναι φυσικός νόμος, στην πραγματικότητα το να ανατραπεί, δεν είναι τόσο δύσκολο όσο ίσως φαντάζει.














Πηγή: ΕΡΤ   

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *