Η καταψήφιση της αναθεώρησης του
άρθρου 5 παρ. 2 του Συντάγματος για την απαγόρευση των διακρίσεων είναι μια
ευκαιρία χαμένη. Υπενθυμίζεται πως στη σημερινή του μορφή το 5 παρ. 2 προβλέπει
«Όλοι όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη
προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους, χωρίς διάκριση
εθνικότητας, φυλής, γλώσσας και θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων.
Εξαιρέσεις επιτρέπονται στις περιπτώσεις που προβλέπει το διεθνές δίκαιο».
Η πλειοψηφία της βουλής έκρινε
ότι δεν χρειάζεται ρητή αναφορά σε άλλους λόγους διάκρισης, φύλο, αναπηρία,
σεξουαλικό προσανατολισμό, ταυτότητα και χαρακτηριστικά φύλου. Ωστόσο, μια
ανοιχτή θεώρηση μπορούσε να τείνει προς την κατεύθυνση της εναρμόνισης του
Συντάγματος με τα διεθνή και ευρωπαϊκά πρότυπα για τα δικαιώματα του ανθρώπου
και της διασφάλισης του μέγιστου δυνατού πλαισίου προστασίας των δικαιωμάτων
όλων όσοι διαβιούν στην ελληνική επικράτεια. Υπενθυμίζεται πως στον σχετικό
διάλογο είχαν κατατεθεί τέτοιες προτάσεις αναθεώρησης, όπως της Εθνικής
Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, «ώστε να διευρυνθεί η ήδη
προβλεπόμενη απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας, χωρίς
διάκριση εθνικότητας, φυλής, γλώσσας και θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων,
κατά τρόπο που να περιλαμβάνει και την προστασία – επιπλέον των ήδη
προβλεπόμενων λόγων διάκρισης – και από κάθε διάκριση λόγω χρώματος, αναπηρίας,
ηλικίας, φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας φύλου ή χαρακτηριστικών
φύλου, εθνικής ή κοινωνικής προέλευσης, συμμετοχής σε εθνική μειονότητα,
περιουσίας, γέννησης ή άλλης κατάστασης, σύμφωνα με τα διεθνή και τα ευρωπαϊκά
πρότυπα για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου» (βλ. ΕΕΔΑ, Προτάσεις
για την Αναθεώρηση του Συντάγματος 7 Φεβρουαρίου 2019).
Πώς το Σύνταγμα συνομιλεί με την
κοινωνία
Μερικούς μήνες πίσω, τον
Ιανουάριο 2019, η στάση της ΝΔ δια του Κ. Τασούλα, εισηγητή στην επιτροπή
Συνταγματικής Αναθεώρησης, ήταν ότι το θέμα του σεξουαλικού προσανατολισμού
καλύπτεται από τα όσα προβλέπει το 5.1 του Συντάγματος «καθένας έχει δικαίωμα
να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική,
οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των
άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη». Είχε λοιπόν θεωρηθεί
πλεονάζουσα η ρητή αναφορά στην προστασία δικαιωμάτων που απορρέουν από τον
σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου, που είχε προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ο σχετικός προβληματισμός
εστιάζεται σε δυο επίπεδα. Το ένα είναι ο επιθυμητός βαθμός προστασίας σε σχέση
με πιθανές «περιπλοκές» που θα μπορούσε να δημιουργήσει η προταθείσα
αναθεώρηση. Αναφέρομαι ειδικά σε πιθανές προσφυγές, επί παραδείγματι εναντίον
των ενόπλων δυνάμεων και της Ελλαδικής Εκκλησίας, για διακρίσεις. Πιθανή
«ανεπιθύμητη» περιπλοκή θα ήταν φυσικά και η προσφυγή κατά της απαγόρευσης του
γάμου ομοφύλων. Εδώ, με γνώμονα τη συνείδησή του, ο κάθε βουλευτής έπρεπε να
κάνει τις αναγκαίες επιλογές και σταθμίσεις.
Το άλλο επίπεδο είναι βέβαια το
συμβολικό, διακηρυκτικό, παιδαγωγικό. Το πώς δηλαδή το Σύνταγμα συνομιλεί με
την κοινωνία, πώς ο συνταγματικός νομοθέτης δίνει ή δεν δίνει ένα ισχυρό σήμα
κατά των διακρίσεων. Κατά τη διαδικασία φαίνεται πως δεν επιχειρήθηκε να βρεθεί
ο συνδυασμός εκείνος που θα επέτρεπε να διευρυνθεί το πεδίο απαγόρευσης των
διακρίσεων με παράλληλες προβλέψεις για την απρόσκοπτη λειτουργία τομέων όπως
οι ένοπλες δυνάμεις (σε σχέση επί παραδείγματι με την αναπηρία). Επελέγη η απλή
μέθοδος της μη διεύρυνσης.
Φοβικό, στενόκαρδο, λάθος μήνυμα
Το μήνυμα που εκπέμπεται όμως είναι
λάθος. Είναι μήνυμα φοβικό, στενόκαρδο. Το νομοθετικό μας σώμα αποστρέφει τα
μάτια από την καθημερινή, βιωμένη πραγματικότητα πολλών χιλιάδων ανθρώπων που
υφίστανται διακρίσεις, άλλοι επειδή είναι ΛΟΑΤΚΙ, άλλοι λόγω αναπηρίας ή
καταγωγής ή για άλλον λόγο. Και οι διακρίσεις αυτές δεν είναι ψιλά γράμματα,
δεν κινούνται στο επίπεδο κάποιας ιδιοτροπίας ή πολυτέλειας. Ξεκινούν από την
παιδική ηλικία κάποιου, μπορεί να διαρκούν μέχρι το θάνατό του. Οι διακρίσεις,
ο στιγματισμός, η βία, η διαφορετική μεταχείριση εκδηλώνονται στα πιο οικεία
περιβάλλοντα, στο οικογενειακό, το σχολικό, στις σπουδές, στον στρατό, στην
εργασία. Οι διακρίσεις και η ρητορική του μίσους είναι εκεί, τοξικές, στο
δημόσιο λόγο, στα μέσα μεταφοράς, στα ΜΜΕ.
Η Βουλή επέλεξε κατά πλειοψηφία
να αποστρέψει το βλέμμα. Επέλεξε να πει «προστατεύονται ήδη, αρκεί να μην
προκαλούν τα χρηστά ήθη». Δεν χρειάζεται πολλή φαντασία για να καταλάβει κανείς
πώς ακούγεται αυτό σε μια κοινωνία εξόχως πατριαρχική και ανδροπρεπή, όπου
ανθεί η βίαιη επιβολή της έμφυλης δύναμης, ο εθνοφυλετισμός και το νταηλίκι.
Μια κοινωνία που δεν έχει καθόλου αναμετρηθεί με τον casual σεξισμό της
καθημερινότητας και την απαξίωση του ανάπηρου σώματος.
Η πλειοψηφία της Βουλής έδωσε
λάθος μήνυμα. Γιατί οι βουλευτές που καταψήφισαν είχαν την ευκαιρία να
βοηθήσουν να αλλάξουν τα πράγματα. Να ενισχύσουν τη θεσμική θωράκιση της
καταπολέμησης των διακρίσεων, το πλαίσιο προστασίας για όσους παλεύουν
καθημερινά για το σεβασμό στην προσωπικότητά τους. Δυστυχώς, όμως, κάναμε ένα
βήμα πιο κοντά στην μισάνθρωπη ξενοφοβική περιχαράκωση που εκπέμπεται από την
Ουγγαρία του Όρμπαν και την Ιταλία του Σαλβίνι. «Εις το όνομα του Θεού και της
Οικογένειας». Και η ΝΔ έκανε ένα ακόμα βήμα προς τη μετάλλαξή της. Ο πολιτικός
φιλελευθερισμός της σύντομα θα αποτελεί κρύο ανέκδοτο.
* O Κ. Παπαϊωάννου είναι
εκπαιδευτικός, πρ. Γενικός Γραμματέας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, πρ. Πρόεδρος ΕΕΔΑ