γράφει ο Νίκος Μπογιόπουλος
O εμβολιασμός είναι αναγκαίος. Η
Επιστήμη – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι στα χέρια των εκμεταλλευτών και των
πολυεθνικών το εμβόλιο δεν έχει μετατραπεί σε εμπόρευμα άθλιας κερδοσκοπίας και
εργαλείο στο πλαίσιο των γεωπολιτικών ανταγωνισμών – έχει προσφέρει στην
ανθρωπότητα ένα όπλο ενάντια στην πανδημία που η χρησιμότητά του
επιβεβαιώνεται.
Ο εμβολιασμός, ακόμα κι αν δεν
εκμηδενίζει τον κίνδυνο του θανάτου και της βαριάς νόσησης από τον κορωνοιό,
τον ελαχιστοποιεί. Ακόμα κι αν δεν εκμηδενίζει την μετάδοση του ιού, τον
περιορίζει δραστικά. Το επιβεβαιώνουν οι επιστημονικές έρευνες, το καταγράφουν
τα ιατρικά στοιχεία, το πιστοποιούν τα εμπειρικά δεδομένα.
Ωστόσο, απέναντι σε αυτή την
πραγματικότητα ορθώνεται ένα «αντιεμβολιαστικό» τείχος αμφισβήτησης και
δυσπιστίας. Γεγονός καθόλου άσχετο με τον ανορθολογισμό που αποτελεί το
«ευαγγέλιο» των κυρίαρχων που βασιλεύουν διδάσκοντας το ψέμα, οπότε
συνηθισμένος στο ψέμα άντε βρεις ποια είναι η αλήθεια. Σε αυτό το πλαίσιο – και
στην Ελλάδα, όπως θα εξηγήσουμε αναλυτικότερα παρακάτω – εκείνοι που
αναδεικνύονται στον πρώτο «αντιεμβολιαστή», είναι οι κυβερνώντες:
– διέλυσαν τα δημόσια συστήματα
Υγείας,
– «έπαιξαν» με την πανδημία άλλοι
αρνούμενοι την ίδια την ύπαρξή της, άλλοι αξιοποιώντας την ύπαρξή της σαν
«ευκαιρία» για να τσακίσουν ελευθερίες και δικαιώματα,
– ζύγισαν την ανθρώπινη ζωή στη
ζυγαριά του κέρδους και κέρδισε η οικονομία,
– χρησιμοποίησαν την πανδημία σαν
εργαλείο στο Κολοσσαίο των ενδοιμπεριαλιστικών τους αντιπαραθέσεων,
– τάισαν και ταΐζουν τα όρνεα των
φαρμακευτικών εταιρειών,
– αντιμετώπισαν τους λαούς όχι με
βάση το δικαίωμά τους στη ζωή αλλά σαν «ομιλούντα εργαλεία» που έπρεπε να
πηγαίνουν στην δουλειά κι ας πεθάνουν
– και τώρα τους αντιμετωπίζουν
πάλι σαν «ομιλούντα εργαλεία» που δεν πρέπει να πεθάνουν όχι γιατί είναι
άνθρωποι αλλά γιατί πρέπει να πηγαίνουν για δουλειά ώστε να μην καταρρεύσει η
οικονομία των από πάνω.
Όλα αυτά και πολλά ακόμα
προκάλεσαν διεύρυνση του ρήγματος στην εμπιστοσύνη πλατιών κοινωνικών στρωμάτων
προς τους άνωθεν κήρυκες. Και τώρα που οι τελευταίοι επείγονται υπέρ του
εμβολίου – για τους οικονομικούς λόγους που είπαμε και όχι λόγω ανθρωπισμού – η
δυσπιστία απέναντι στους κυβερνώντες έρχεται να ποτίσει το λίπασμα του
αντιεμβολιασμού. Σε αυτή την φάση
βρισκόμαστε και στην χώρα μας. Και ενώ, έστω και τώρα, οι αρμόδιοι θα έπρεπε να
«πάρουν στροφή», να αναθεωρήσουν την στάση, τις πολιτικές και τις συμπεριφορές
τους που απειλούν να επιφέρουν εκρηκτικά αποτελέσματα, εκείνοι ρίχνουν λάδι στη
φωτιά. Η κυβέρνηση, σε μια πολύ κρίσιμη στιγμή, πιστή στο αντικοινωνικό δόγμα
του μαστιγίου που αποτελεί την άλλη όψη του νεοφιλελελεύθερου νομίσματος της
«ατομικής ευθύνης», επιλέγει ως μέσο για τον εμβολιασμό τον εξαναγκασμό. Την
ποινή. Την απειλή. Τον εκβιασμό. Τη διαίρεση. Τον διχασμό. Τον στιγματισμό.
Η κυβέρνηση αποδεικνύει, για
ακόμα μια φορά, ότι πορεύτηκε με γνώμονα αυτό που φαίνεται και όχι αυτό που
πραγματικά συμβαίνει. Απόδειξη η αναστάτωση που προκλήθηκε -δικαίως- μετά τις
ανακοινώσεις να σταματήσει το εμβόλιο της AstraZeneca στους κάτω των 60 ετών,
την ίδια στιγμή που εκατοντάδες χιλιάδες έκαναν την πρώτη δόση. Οι αντιφάσεις
περισσεύουν. Πριν συστήσουν να μη γίνονται εμβολιασμοί με το συγκεκριμένο
εμβόλιο, είπαν ότι συνεχίζουν κανονικά. Ενώ άλλες ευρωπαϊκές χώρες σταματούσαν
τον εμβολιασμό για ηλικίες κάτω των 60 ετών, εδώ επέλεγαν να μην έχουν
δυνατότητα επιλογής άλλου εμβολίου εκτός του AstraZeneca, για ένα χρονικό
διάστημα, οι πολίτες 30-44 ετών. Αλλά και μετά τη σύσταση, στο όνομα της
αποφυγής της σύγχυσης, την επιτείνουν: Καλούν τον κόσμο να συνεχίσει να
εμβολιάζεται με το εμβόλιο για το οποίο του είπαν να μην εμβολιάζεται!
Οι κύριοι «άριστοι» ας
αντιληφθούν πως όλοι εκείνοι που λόγω της τακτικής τους ανησυχούν, δεν μπορεί
να αντιμετωπίζονται σαν αποσυνάγωγοι «αρνητές» του εμβολίου, ούτε σαν
«ψεκασμένοι». Είναι πολίτες που αντί για επιστημονικά διαφανείς απαντήσεις σε
εύλογα ερωτήματα εισπράττουν -ξανά- κούνημα του δάκτυλου και λογύδρια περί
«ατομικής ευθύνης». Από ποιους; Από εκείνους που φρόντισαν να διασφαλίσουν το
ακαταδίωκτο -που κάθε άλλο παρά ενισχύει την εμπιστοσύνη στις επιστημονικές
επιτροπές, αλλά και στις σχέσεις που αυτή αναπτύσσει με την κυβερνητική
εξουσία- αλλά «ξέχασαν» το βασικό, ότι δηλαδή, επειδή ακριβώς ο εμβολιασμός
είναι αναγκαίος, για να επιτευχθεί και γρήγορα και με ασφάλεια για όλους,
απαιτείται στέρεη βάση.
Είναι προφανές, λοιπόν, ότι με
πυροτεχνήματα δεν βάφονται αυγά. Ούτε πετυχαίνεται εμβολιαστική κάλυψη στα
ποσοστά που απαιτεί η ανοσία της κοινωνίας. Η κυβέρνηση, όμως, επιδόθηκε
ακριβώς σε αυτό: Επικοινωνιακά παιχνίδια, από τη μια, πολιτική εκμετάλλευσης
της πανδημίας, από την άλλη:
– Δηλώσεις του πρωθυπουργού τον
Ιανουάριο ότι τον Μάρτιο θα είχαν εμβολιαστεί 2 εκατομμύρια πολίτες, αλλά ήρθε
Ιούνιος για να φτάσουμε σε αυτόν τον αριθμό.
– Πρωτοφανής τοποθέτηση Μητσοτάκη
ότι δεν φέρνει το sputnik στην Ελλάδα για να μην πέσει από την καρέκλα του όπως
ο ομόλογός του στην Σλοβακία.
– Αλχημείες να μετρούν
«τσιμπήματα» και να προσθέτουν εμβολιασμένους με την 1η και τη 2η δόση για να
εμφανίζουν «ικανοποιητικό» ρυθμό εμβολιασμού. Εφτασαν να προσθέτουν ακόμα και
τα… ραντεβού για να δημιουργούν επικοινωνιακές εντυπώσεις.
– Παλινωδίες σχετικά με το
AstraZeneca, συσκότιση ή στην καλύτερη περίπτωση ετεροχρονισμένη αντίδραση στα
περιστατικά παρενεργειών.
– Αδιαφορία για την σαρδελοποίηση
στα ΜΜΜ, πολιτική πάρτε…κουβέρτα, παγουρίνο μαζί με νόμο για περισσότερους (!)
ανά τάξη μαθητές στα σχολεία, μείωση κατά 572 εκ.ευρώ του προυπολογισμού για
την Υγεία εν μέσω πανδημίας, αξιοποίηση της πανδημίας για να μπουκωθούν με
χρήμα ολιγάρχες (εργολάβοι, κλινικάρχες, καναλάρχες, Aegean, Fraport,
Ελ.Βενιζέλος, το 50% των 7 δις δανείων ενίσχυσης για τον κορωνοιό μέσα στο 2020
σε 6 μεγαλοκαπιταλιστές), επίταξη όχι των ιδιωτικών συμφερόντων στον τομέα της
Υγείας αλλά επίταξη του Δημοσίου υπέρ των ιδιωτών, καμία πρόσληψη μόνιμου
γιατρού στα (ανοικτά) νοσοκομεία αλλά πρόσληψη αστυνομικών στα (κλειστά)
πανεπιστήμια, νόμοι και τροπολογίες – λαιμητόμος με «ευκαιρία» την πανδημία
(εργασιακό, διαδηλώσεις, ξεπούλημα νερού κτλ), δοκιμές επιβολής πολιτικού και
κοινωνικού σιωπητηρίου του τύπου «απαγορεύονται οι συναθροίσεις άνω των 3
ατόμων», ξυλοδαρμός νέων στις πλατείες, «κάνουμε ό,τι πει η επιτροπή αφού πρώτα
έχουμε πει εμείς τι θα πει η επιτροπή», λοκντάουν το 2020 αλλά ανοικτός
τουρισμός προς χάρη εφοπλιστών – μεγαλοξενοδόχων – αεροπορικών εταιρειών,
«ινδική» μετάλλαξη και ανύπαρκτο τείχος ανοσίας αλλά ανοικτός τουρισμός το
2021, αναγόρευση των self test (που τώρα θεωρούνται αναξιόπιστα) σε πανάκεια,
ανύπαρκτα υγειονομικά πρωτόκολλα στους χώρους δουλειάς, όχι μάσκες όταν δεν
υπήρχαν μάσκες – βάλτε διπλές μάσκες όταν υπήρξαν – τώρα λόγω των αναγκών να
επιδειχτεί τουριστική «κανονικότητα» ξαναβγάλτε τις μάσκες παρότι ο ΠΟΥ μιλάει
για έγκλημα χαλάρωσης, άλλος χρόνος καραντίνας για τους υγειονομικούς που
νόσησαν, τακτική «πάπιας» απέναντι στην Εκκλησία και στα κυρήγματά της περί
«αποκορωνοποιημένης» θείας κοινωνίας, διάτρητος επιδημιολογικός έλεγχος,
κλείσιμο στα 1.000 κρούσματα αλλά άνοιγμα με 3.000 κρούσματα, «πανηγύρια»
και…αυτοθαυμασμός για μια διαχείριση που «πέτυχε» 13.000 νεκρούς με τρια
λοκντάουν και την Ελλάδα να καταγράφεται ακόμα και πρώτη παγκοσμίως στα ποσοστά
της φρίκης, εξαγγελίες Μητσοτάκη εν μέσω πανδημίας για συγχωνεύσεις, κλείσιμο
περιφερειακών νοσοκομείων και περαιτέρω εμπορευματοποίησης του δημοσίου
συστήματος Υγείας σε μια χώρα που ο κορωνοιός τη βρήκε με 11 νοσοκομεία
λιγότερα και με ανύπαρκτη Πρωτοβάθμια Υγεία κοκ.
Ιδού, λοιπόν, το πλαίσιο μέσα στο
οποίο εκκολάπτονται και καλλιεργούνται ο φόβος κι ο ανορθολογισμός, που
υπονομεύουν την ανάγκη του μαζικού εμβολιασμού. Ηταν και είναι η ίδια η
κυβέρνηση που αναδεικνύεται στον καλύτερο χορηγό τέτοιων φαινομένων, είναι αυτή
που σαμπόταρε και σαμποτάρει το κύρος της επιστήμης στη συνείδηση του κόσμου.
Αυτή ήταν που άφησε και αφήνει ορθάνοικτες τις πόρτες για τη διάδοση θεωριών
συνωμοσίας και κυρίως αυτή είναι που αρνήθηκε και ακόμα και τώρα αρνείται να
ακολουθήσει την μέθοδο της πειθούς και της διαφάνειας στα ερωτήματα των
ανθρώπων.
Ετσι έσκασε η επικοινωνιακή
φούσκα. Και έτσι, όπως ήταν αναμενόμενο, οι παλινωδίες, οι αντιφάσεις, οι
ανεπάρκειες της κυβέρνησης όσον αφορά τη διαχείριση της πανδημίας έχουν πλέον
μεταφέρει τη δυσπιστία και τη διστακτικότητα των πολιτών απέναντι και στα
εμβόλια. Και παρότι η πραγματικότητα θα έπρεπε, έστω την ύστατη ώρα, να οδηγεί
σε περισσότερο ορθολογισμό και σε περισσότερη «κοινωνία», η κυβέρνηση επιλέγει
να βαφτίζει σαν «ορθολογισμό» τον κνούτο και στο όνομα της κοινωνικής ευθύνης
να επιστρατεύει τον κοινωνικό αυτοματισμό.
Επιλέγει μια βαθιά αντιδραστική
πολιτική που όχι μόνο δεν προωθεί το αποτυχημένο εμβολιαστικό της πρόγραμμα
αλλά ενισχύει την διστακτικότητα και αφήνει το πεδίο σε «αρνητές» να ψαρεύουν
στα θολά νερά της αμφιβολίας. Αντί της ενημέρωσης και της διαφάνειας, η
κυβέρνηση επιλέγει τα «απαγορεύεται». Αντί της πλατιάς επιστημονικής συζήτησης, που δεν θα έχει το
στίγμα ότι υπαγορεύεται από τα συμφέροντα πολυεθνικών και κυβερνήσεων για τα
αναγκαία μέτρα προστασίας του πληθυσμού με βασικό τον εμβολιασμό ως δικαίωμα
και όχι ως «διατεταγμένη υποχρέωση», η κυβέρνηση επιλέγει ρόλο στρατοπεδάρχη.
Δίπλα στις γελοιότητες με τις…
δωροκάρτες στους νέους που υποβιβάζουν το εμβόλιο σε «τέχνασμα» που απαιτείται
«δόλωμα» για να «τσιμπήσει» κάποιος, δίπλα στις ανοησίες με τα…150άρια που
επέτειναν το πρόβλημα αφού στο μυαλό των «άριστων» είναι αρκετές μερικές
πενταροδεκάρες για να προσπεράσει κανείς τις ανησυχίες που αφορούν στην ίδια τη
ζωή του, δίπλα στις βλακείες περί «εμβολιασμού στις πλαζ» που τώρα η κυβέρνηση
έρχεται να προσθέσει ένα ακόμα πρόβλημα με την τακτική της: Αντί της πειθούς,
αντί της πλατιάς και της με επιστημονικό βάθος καμπάνιας, αντί της διαφάνειας,
των αναγκαίων απαντήσεων σε εύλογα ερωτήματα και ανησυχίες πολιτών, κρυμμένη
ξανά πίσω από τα «αποφασίζουμε και διατάζουμε» επιλέγει -και εδώ- την επιβολή.
Η κυβέρνηση, αντί να ρίξει το
βάρος στην πειθώ και στην ενημέρωση για την ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ του εμβολιασμού,
κουνάει το δάκτυλο της «υποχρεωτικότητας»:
– Ξεκίνησαν μιλώντας για
«προνόμια» στους εμβολιασμένους, που μετά τα έκαναν «διευκολύνσεις».
– Εβγαλαν μπροστά τον Γεωργιάδη
να ρίξει το σύνθημα για απολύσεις των ανεμβολίαστων! Αλλά οι απολύσεις δεν
είναι επιχείρημα. Είναι εκβιασμός!
– Ανακοίνωσαν μέτρα που
διαχωρίζουν τους ανθρώπους σε καφετέριες και ταβέρνες, μετατρέποντας τα πιστοποιητικά
εμβολιασμού σε σύγχρονα πιστοποιητικά «κοινωνικών φρονημάτων» με τον
ταβερνιάρη, πια, στο ρόλο του νοματάρχη. Αλλά ο διαχωρισμός, ο κοινωνικός
αυτοματισμός, δεν είναι επιχείρημα, είναι «απαρχάιντ».
– Ενώ τόσο καιρό έλεγαν πως αρκεί
το self για να πηγαίνεις στη δουλειά ή στο σχολείο, τώρα θυμήθηκαν ότι έχει
ψευδή στοιχεία και έχουν το θράσος να θέτουν σαν προαπαιτούμενο στην
καθημερινότητα το rapid, αλλά χωρίς πρώτα να έχουν εξασφαλίσει ούτε την δωρεάν,
ούτε την μαζική παροχή του.
– Βγάζουν μπροστά καθηγητάδες που
έφτασαν στο σημείο – σαν κάτι παλιούς «δόκτορες» που είχαν εφεύρει τα κίτρινα
αστέρια – να εισηγούνται συρμούς και λεωφορεία μόνο για εμβολιασμένους με το
ενδεχόμενο αύριο να μας εισηγηθούν και σχολεία μόνο για εμβολιασμένους, και εργοστάσια
μόνο για εμβολιασμένους, και χώρους δουλειάς μόνο για εμβολιασμένους, και
σούπερ μάρκετ μόνο για εμβολιασμένους, και γάμους μόνο για εμβολιασμένους!
– Εφτασαν να ασκούν πιέσεις στους
γονείς για τον εμβολιασμό των 12χρονων μιλώντας και εδώ για «υποχρεωτικότητα
(χωρίς, μάλιστα, μετά τις τόσες αναφορές τους στο γεγονός ότι τα παιδιά και οι
νέοι είναι πιο ανθεκτικοί στον ιό να εξηγούν πειστικά το «γιατί») αφού δεν
μπορούν να πείσουν τους ενήλικες και προσπαθώντας να πιάσουν το ποσοστό ανοσίας
που απαιτείται μέσω των παιδιών.
– Πετούν από πάνω τους το μπαλάκι
και βγάζουν την ουρά τους απέξω, υποδεικνύοντας κιόλας τους συμπαίχτες τους
στην άσκηση πίεσης: «Τώρα – έλεγε τις προάλλες ο υπεράριστος Σκέρτσος – έχει
έρθει η ώρα της τοπικής αυτοδιοίκησης, δήμαρχοι και περιφερειάρχες, της
εκκλησίας, των επιχειρήσεων αλλά και της κοινωνίας των πολιτών να κάνουν το
καθήκον τους και να πείσουν όσο περισσότερους συμπολίτες μας να εμβολιαστούν
άμεσα».
– Δίνουν το πράσινο φως στους
επιχειρηματίες να στήνουν βιομηχανία εκβιασμών απόλυσης των εργαζομένων που
μετά το καλοκαίρι «δεν θα γυρίσουν εμβολιασμένοι» στην δουλειά. Αλλά το
«πρέπει» και το «εντέλλεσθε» δεν στοιχειοθετεί επιχείρημα, είναι αξιωματικός
λόγος την ώρα που απαιτείται το θεώρημα, δηλαδή η απόδειξη.
– Και μέσα σε όλα αυτά προστέθηκε
χτες η αθλιότητα να μετατραπεί και σε επίσημο πρωθυπουργικό λόγο με τον Κυριάκο
Μητσοτάκη σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή της Κυριακής» να προτάσσει την
διαχωριστική γραμμή μεταξύ εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων υποστηρίζοντας ότι
«η χώρα δεν θα ξανακλείσει για να προστατευθούν οι λίγοι ανεμβολίαστοι»,
εκτοξεύοντας έναν απίθανα διχαστικό λόγο για να εξυπηρετήσει το κυβερνητικό
αφήγημα που ρίχνει την ευθύνη για την αποτυχία του εμβολιαστικού προγράμματος,
με το ποσοστό των πλήρως εμβολιασμένων να κινείται κάτω του 40%, στους
πολίτες.
– Αυτές οι όλο… «συναινετικό»
πνεύμα δηλώσεις ήρθαν, δε, να ενσωματωθούν στα αδιανόητα φιρμάνια εξόντωσης που
εκτόξευσε ο Σκέρτσος λέγοντας: «Τα όποια περιοριστικά μέτρα δημόσιας υγείας θα
είναι τοπικού ή σημειακού χαρακτήρα, θα αφορούν μόνο τους ανεμβολίαστους και
δεν θα συνοδεύονται από οικονομική στήριξη».
«Δεν θα πληρώσουν το μάρμαρο οι
εμβολιασμένοι», λοιπόν. Με αυτόν τον τίτλο διαλαλεί η «Καθημερινή» την χτεσινή
συνέντευξη του πρωθυπουργού. Πρόκειται, πραγματικά, για απαύγασμα κοινωνικού
δαρβινισμού. Ισως η επόμενη χάντρα στο κομπολόι αυτής της «μαυρίλας» που
παριστάνει την «υπεύθυνη στάση» να είναι το «και τι με νοιάζει εμένα που
αρρώστησες αφού κάπνιζες» ή «γιατί να πληρώσω εγώ εσένα που δεν πρόσεχες όταν
οδηγούσες», ή «και τι με πειράζει που απολύθηκες αφού απέργησες και ο νόμος
απαγορεύει την απεργία», ή «τι με νοιάζει εμένα τον βίγκαν που έπαθες εσύ
καρδιακό αφού έτρωγες λιπαρά, αλάτια και είχες χοληστερίνη», ή «και γιατί να
πληρώνω εγώ με φόρους που δεν πήγα σχολείο εσένα που θέλεις να μάθεις
γράμματα», ή «και τι με νοιάζει εμένα που είμαι υγιής που εσύ δεν καθόσουν καλά
και θέλεις φάρμακα»…
Είναι προφανές ότι αυτά δεν
ακούγονται και πολύ…φιλικά. Δεν ακούγονται και πολύ δημοκρατικά. Δεν ακούγονται
και πολύ επιστημονικά. Και είναι εξίσου προφανές ότι γύρω μας στήνεται ένα
δυστοπικό σκηνικό, ένα αντιδραστικό τοπίο, που δίπλα στην ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ του
εμβολιασμού ορθώνεται επιτακτικά η αναγκαιότητα της υπεράσπισης της ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
και της ουσίας των ατομικών δικαιωμάτων.
Οι «άριστοι» του θατσερικού
κλίβανου όπου δεσπόζει η επιγραφή «δεν υπάρχει κοινωνία, μόνο «ατομα», όταν
ακούνε για ατομικά δικαιώματα το περισσότερο που μπορούν να αντιληφθούν είναι η
ιδιωτεία περί «ατομικής ευθύνης». Το ατομικό δικαίωμα ως πυρήνας των κοινωνικών
δικαιωμάτων, η ατομική ελευθερία ως πυρήνας των κοινωνικών ελευθεριών τους
προκαλεί αλλεργία και πονοκέφαλο. Η ανύψωση του ατόμου ως προϋπόθεση της
κοινωνικής του ατομικότητας, τους είναι άγνωστη. Διότι αυτή δεν εντέλλεται,
αλλά οικοδομείται με τον μοναδικό τρόπο που μπορεί να επιτευχθεί το «ένας για
όλους και όλοι για έναν»: Με το δικαίωμα ενός εκάστου να μην έχει την άποψη του
«ραβδούχου», την γνώμη του «αφεντικού», την «ελευθερία» του εκβιασμένου και
τρομοκρατημένου προβάτου, αλλά του κοινωνικού ανθρώπου που θέτει ερωτήματα. Που
αναρωτιέται. Που σκέφτεται. Που διασταυρώνει. Που έχει επιθυμίες. Που έχει
αντιρρήσεις. Που έχει αμφιβολίες. Που αναζητεί. Που αμφισβητεί. Που ψάχνει. Που
ερευνά. Και που δικαιούται πειστικές, διαφανείς, ειλικρινείς απαντήσεις.
Θα το επαναλάβουμε: Ο εμβολιασμός
είναι αναγκαίος. Όχι γιατί το λένε οι φαρμακευτικές, ούτε οι κυβερνήσεις. Αλλά
γιατί παρά το αποτρόπαιο της καπιταλιστικής κυριαρχίας πάνω και στην αρρώστια
με την μετατροπή της σε πεδίο κερδοφορίας, η Επιστήμη, χωρίς να αναιρούνται οι
παραγωγικές σχέσεις βαρβαρότητας μέσα στις οποίες λειτουργεί και παίρνουν σάρκα
και οστά τα επιτεύγματά της, μας προσέφερε το επίτευγμα του εμβολίου ως ασπίδα
σε μια φρίκη.
Η αναγκαιότητα του μαζικού
εμβολιασμού, όμως, δεν εξασφαλίζεται με εκβιασμούς, με ηθικές, ψυχολογικές και
οικονομικές πιέσεις ούτε με δήθεν «προνόμια» και «ανταλλάγματα». Ο εμβολιασμός
του λαού δεν είναι μια υπόθεση υποταγής σε αντιδραστικές υπαγορεύσεις. Είναι
δικαίωμα που περνά μέσα από την πειθώ, την εξαντλητική ενημέρωση, την καταγραφή
της αλήθειας, την αποθέωση της διαφάνειας. Είναι ευθύνη του κράτους η
ουσιαστική ενημέρωση του λαού, η λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων προστασίας και
η ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας. Ετσι εμπεδώνεται και η ατομική
ευθύνη. Όλα τ’ άλλα απλά ενισχύουν τον ανορθολογισμό, υπονομεύουν την προστασία
της δημόσιας υγείας και καλλιεργούν διχαστικές λογικές στο λαό.
Θα το επαναλάβουμε: Για να
επιτευχθεί ο εμβολιασμός και να επιτευχθεί γρήγορα και με ασφάλεια για όλους,
απαιτείται ένα ανεπτυγμένο δημόσιο σύστημα Υγείας. Τέτοιο, που δίνει έμφαση
στην πρόληψη. Που εξασφαλίζει επάρκεια για όλα τα ασφαλή εμβόλια. Που θέτει τις
προτεραιότητες. Που επιλέγει το καταλληλότερο εμβόλιο σύμφωνα με το ιατρικό
ιστορικό. Που παρακολουθεί συστηματικά την πορεία των εμβολιασμένων. Που
παρέχει άμεση ιατρική παρέμβαση σε τυχόν παρενέργειες και πλήρη ενημέρωση.
Τι από αυτά κάνει η κυβέρνηση
ώστε να έχει το θράσος να απειλεί; Η αδιαφορία της κυβέρνησης για όλα αυτά την
καθιστούν τον πρώτο «αντιεμβολιαστή».