γράφει ο Άρης Χατζηστεφάνου
Το πέρασμα της Ευρώπης αλλά και
ολόκληρου του κόσμου από τα ορυκτά καύσιμα στην πράσινη ενέργεια απαιτεί τη
χρήση τεράστιων ποσοτήτων λιθίου για μπαταρίες αυτοκινήτων ● Οι χώρες που το
διαθέτουν, όπως η Ουκρανία, μπορεί να αναδειχτούν οι μεγάλοι νικητές ή τα
μεγαλύτερα θύματα του 21ου αιώνα.
Όταν τα ρωσικά άρματα μάχης
εισέρχονταν στο Ντονιέτσκ στην ανατολική Ουκρανία, οι ερπύστριές τους πέρασαν
σε ύψος 300 μέτρων πάνω από ορισμένα από τα μεγαλύτερα αποθέματα λιθίου της
Ουκρανίας – και ενδεχομένως από τα μεγαλύτερα της Ευρώπης. Ουκρανοί ερευνητές
κάνουν λόγο ακόμη και για 500.000 τόνους οι οποίοι θα μπορούσαν να προσφέρουν
έσοδα δισεκατομμυρίων ευρώ στην Ουκρανία.
Το συγκεκριμένο μέταλλο, που έχει
λάβει τον τίτλο του «λευκού χρυσού του 21ου αιώνα», μετατρέπεται σε κομβικό
σημείο για το πέρασμα στην πράσινη ενέργεια, καθώς από αυτό εξαρτώνται οι
μπαταρίες των ηλεκτρικών αυτοκινήτων, τμήματα ηλεκτρικών γεννητριών αλλά και
αρκετά ακόμη από τα εργαλεία που θα επιτρέψουν την εγκατάλειψη των ορυκτών
καυσίμων.
Όπως ήταν φυσικό, ορισμένοι
έσπευσαν να αποδώσουν τη ρωσική εισβολή αποκλειστικά στην προσπάθεια της Μόσχας
να εξασφαλίσει τον έλεγχο των αποθεμάτων λιθίου, όχι μόνο για τη δική της
αυτάρκεια αλλά και για τον ενεργειακό έλεγχο της Ευρώπης. Η συγκεκριμένη θεωρία,
βέβαια, δεν επιβεβαιώνεται ούτε καν από Ουκρανούς αναλυτές ενώ θα μπορούσε να
χρησιμοποιηθεί για να συγκαλύψει ευθύνες της Δύσης και κυρίως του ΝΑΤΟ στις
εξελίξεις που οδήγησαν στον πόλεμο.
Παρ’ όλα αυτά η Ουκρανία είναι
μία από τις χώρες που διαθέτουν πλούσια κοιτάσματα λιθίου και τα τελευταία
χρόνια βρέθηκαν στο επίκεντρο σφοδρών πολιτικών και πολεμικών εξελίξεων –
γεγονός που αν μη τι άλλο δίνει μια πρόγευση των μελλοντικών συγκρούσεων για
τον έλεγχο του συγκεκριμένου μετάλλου. Συγκρούσεων που αναμένεται να
κλιμακωθούν πολύ γρηγορότερα απ’ ό,τι πιστεύαμε, αν σκεφτεί κανείς ότι η τιμή
του αυξήθηκε πάνω από 400% μόνο τον τελευταίο χρόνο.
Η Ουκρανία άλλωστε αποκτά
ιδιαίτερο ενδιαφέρον, δεδομένου ότι τα τελευταία χρόνια είχε μετατραπεί σε
συμβολικό επίπεδο σε θέατρο επιχειρήσεων για τα αντικρουόμενα συμφέροντα δύο εκ
των μεγαλύτερων παραγωγών λιθίου του κόσμου: της Κίνας και της Αυστραλίας. Τους
τελευταίους μήνες του 2021 η εταιρεία European Lithium από την Αυστραλία και η
κινεζική Chengxin ανακοίνωσαν σχεδόν ταυτόχρονα το ενδιαφέρον τους για την
εκμετάλλευση αποθεμάτων λιθίου στο Ντονιέτσκ και άλλες περιοχές της ανατολικής
Ουκρανίας. Τα σχέδια πάγωσαν με τη ρωσική εισβολή αλλά σίγουρα θα είναι ένας
παράγοντας στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων μετά το τέλος του πολέμου.
H προηγούμενη φορά που το λίθιο
βρέθηκε στο επίκεντρο γεωπολιτικών αναλύσεων ήταν το 2019, όταν ανατράπηκε
πραξικοπηματικά ο πρόεδρος της Βολιβίας, Εβο Μοράλες, λίγο μετά την απόφασή του
να εθνικοποιήσει τα ορυχεία λιθίου και να συνεργαστεί για την εκμετάλλευσή τους
με γερμανικές και όχι αμερικανικές εταιρείες. Η υπόθεση χτύπησε μια ευαίσθητη
χορδή της Λατινικής Αμερικής, καθώς θύμιζε απελπιστικά το πραξικόπημα του 1973
εναντίον του Σοσιαλιστή προέδρου της Χιλής Σαλβαδόρ Αλιέντε, ο οποίος πριν από
την ανατροπή του είχε εθνικοποιήσει τα ορυχεία χαλκού, από τα οποία εξαρτιόταν
ο αμερικανικός κολοσσός των τηλεπικοινωνιών ITT.
Έναν χρόνο μετά την ανατροπή του
Μοράλες, ο μετέπειτα πρόεδρος της Βολιβίας Λούις Άρσε κατηγόρησε ευθέως τον
Ίλον Μασκ και την εταιρεία ηλεκτρικών αυτοκινήτων Tesla ότι εμπλέκονταν στην
οργάνωση του πραξικοπήματος. Ο ίδιος ο Μασκ άλλωστε είχε ρίξει λάδι στη φωτιά
των σχετικών θεωριών όταν σε σχετική ερώτηση ενός χρήστη του Twitter απάντησε
με τη φράση «Θα κάνουμε πραξικόπημα σε όποια χώρα θέλουμε. Πάρτε το απόφαση».
Για άλλη μια φορά το λίθιο δεν ήταν ο μοναδικός παράγοντας που πυροδότησε τις
εξελίξεις (πιθανότατα δεν ήταν καν ο σημαντικότερος), κανένας όμως δεν μπορούσε
πλέον να το αγνοήσει.
H τρίτη χώρα, το μέλλον της οποίας
ίσως καθορίστηκε -και σίγουρα θα καθοριστεί- από τα αποθέματα λιθίου που
διαθέτει, είναι το Αφγανιστάν. Σύμφωνα με περσινό δημοσίευμα του δικτύου
Bloomberg, η αξία των αποθεμάτων του μπορεί να ξεπερνά το ένα τρισεκατομμύριο
δολάρια, γεγονός που λειτουργεί σαν μαγνήτης για αρκετές κινεζικές εταιρείες
μετά την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων κατοχής.
Όπως συμβαίνει συχνά στις
διεθνείς σχέσεις, για να προβλέψεις μια σύγκρουση δεν χρειάζεται μόνο να ξέρεις
ποιος διαθέτει ένα πολύτιμο προϊόν αλλά και ποιος… δεν το διαθέτει αλλά έχει τα
πολιτικά και στρατιωτικά εργαλεία για να το αποκτήσει. Σύμφωνα λοιπόν με το
αμερικανικό Γεωλογικό Ινστιτούτο, οι ΗΠΑ εξορύσσουν και επεξεργάζονται μόλις το
1% του λιθίου στον κόσμο ενώ αντίθετα η Κίνα επεξεργάζεται και προσφέρει σε
τελική μορφή το 50% της ποσότητας που χρησιμοποιείται σε μπαταρίες και άλλες
συσκευές.