γράφει ο Απόστολος Διαμαντής*
Νέα δεδομένα δημιουργεί η επερχόμενη ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ. Εφόσον η Γερμανία αρχίζει να κάμπτεται, τότε η πορεία της Τουρκίας προς την Ευρώπη γίνεται ευκολότερη. Ποιες θα είναι οι συνέπειες για την Ελλάδα;
Όπως δείχνουν τα πράγματα, οι συνέπειες θα είναι αρνητικές . Πρώτον, διότι η Ελλάδα θα υποχρεωθεί, εκ των πραγμάτων, να ρυθμίσει τις ελληνοτουρκικές εκκρεμότητες με τρόπο που θα ευνοεί τα τουρκικά συμφέροντα. Και ο λόγος είναι απλός: η ελληνική διπλωματία θεμελιώνεται πάνω στην άρνηση αυτών των εκκρεμοτήτων, καθώς η Ελλάδα δεν αναγνωρίζει τουρκικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο και την Θράκη. Επομένως, κάθε αίτημα ρύθμισης διαφορών, δημιουργεί τετελεσμένα de facto, αναγνωρίζει τουρκικές αξιώσεις.
Δεύτερον, το περίφημο ελληνικό γεωστρατηγικό πλεονέκτημα, πως δηλαδή αποτελεί νησίδα σταθερότητας και ασφάλειας στην ΝΑ Ευρώπη, αποδυναμώνεται δραστικά, καθώς η ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ την μετατρέπει αυτομάτως σε κυρίαρχο ευρωπαϊκό παίκτη και ο χώρος της, εφόσον γίνεται ευρωπαϊκός, αποκτά πλέον προβάδισμα σε όλη την περιοχή. Η Ελλάδα δεν θα είναι στο εξής το ευρωπαϊκό σύνορο, θα είναι η Τουρκία.
Τρίτον, η ελεύθερη διακίνηση προσώπων και εμπορευμάτων, θα δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στην χρεωκοπημένη και δημογραφικά αδύναμη Ελλάδα και κυρίως η περιοχή της Θράκης κινδυνεύει με κανονικό εποικισμό. Μια Τουρκία, με ισχυρό κεντρικό κράτος, που υπερέχει στρατιωτικά και που αποτελεί ήδη ένα ισχυρό περιφερειακό παίχτη του ΝΑΤΟ, θα είναι σε θέση να επιβάλει τις απόψεις της σε όλο το εύρος των ελληνοτουρκικών διαφορών, κυρίως στο Κυπριακό, το οποίο προφανώς θα λυθεί σε όφελος των τουρκικών συμφερόντων.
Τελευταία αρνητική συνέπεια, αλλά όχι έσχατη, η πολιτισμική. Μια Ελλάδα που πολιτισμικά βρίσκεται σε σοβαρή παρακμή, που δεν εκπροσωπεί πλέον μια εθνική κοινότητα με ισχυρό εθνικό κράτος και με ζώσα ισχυρή παράδοση, που σχεδόν αμφιβάλει για την ιστορική της διαδρομή και της οποίας η εκπαίδευση είναι δομημένη πάνω στο εθνο-αποδομητικό πλαίσιο, δεν είναι προφανώς σε θέση να διατηρήσει τη θέση της μέσα στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, απέναντι σε ένα μουσουλμανικό κράτος, του οποίου η θρησκευτική και εθνική παράδοση είναι πανίσχυρη. Με λίγα λόγια, Ελλάδα και Τουρκία έχουν διαφορετικές πορείες, άλλες κατευθύνσεις ιστορικές αυτή τη στιγμή: η μία κατέρχεται, η άλλη ανέρχεται.
Δυστυχώς αυτή είναι η σκληρή πραγματικότητα για τον ελληνισμό, αυτή τη στιγμή. Η χώρα είναι πτωχευμένη, πνευματικές δυνάμεις ρωμαλέες δεν διαθέτει, ο λαός της είναι σχεδόν καταρρακωμένος και οι πολιτισμικές της ρίζες χάνονται μέσα στην σύγχρονη οικονομική, πολιτική και κοινωνική παραζάλη. Η ένταξη της Τουρκίας στην Ευρώπη μας βρίσκει στη χειρότερη στιγμή, με όλα τα μέτωπα ανοιχτά και τις εθνικές δυνάμεις κατά πολύ μειωμένες.
Η κυβέρνηση της αριστεράς θα πρέπει πολύ σοβαρά να αντιμετωπίσει το ζήτημα. Η Ελλάδα πρέπει τάχιστα να ενισχύσει τις διεθνείς της θέσεις, καθώς, ευτυχώς, ο δυτικός κόσμος εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τον ελληνισμό ως αφετηρία του δικού του πολιτισμού. Οι δυτικοί είναι πολύ πιο έλληνες από εμάς τους ίδιους, που σχεδόν ντρεπόμαστε για την παράδοσή μας και την ιστορία μας. Η πολιτιστική διπλωματία είναι ακόμη ισχυρότατη.
Θα πρέπει λοιπόν να εκμεταλλευθούμε άμεσα όλα τα ιστορικά μας πλεονεκτήματα, να ενισχύσουμε την γλωσσική, ιστορική και φιλοσοφική μας εκπαίδευση, να τονώσουμε την αρχαιογνωσία μας, την πατερική μας γνώση και να ενισχύσουμε τους δεσμούς μας με τους ευρωπαϊους και αμερικανούς φίλους μας, έτσι ώστε η προοπτική ένταξης της μουσουλμανικής Τουρκίας στην Ευρώπη να μην συνδυαστεί με ιστορική οπισθοχώρηση του ελληνισμού.
* Ο Απόστολος Διαμαντής είναι συγγραφέας