«Μα πώς μπορεί να δει κανείς μέσα
σ’ αυτή την ομίχλη;» αναρωτιόταν αρθρογράφος της γαλλικής Le Monde στην τελική
ευθεία της πιο αλλόκοτης προεδρικής αναμέτρησης, που έγινε ακόμη περισσότερο
απρόβλεπτη μετά την τρομοκρατική επίθεση της Πέμπτης. Με τέσσερις υποψήφιους,
από την άκρα Δεξιά μέχρι τη ριζοσπαστική Αριστερά, να έχουν ελπίδες συμμετοχής
στον δεύτερο γύρο της 7ης Μαΐου, η αγωνία του δημοσιογράφου είναι εύλογη. Μέχρι
να βγουν τα exit polls, απόψε το βράδυ, την ίδια αγωνία θα μοιράζονται οι
Βρυξέλλες, το Βερολίνο και όλες οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Οκτώ από τους έντεκα υποψηφίους
υιοθετούν αρνητική στάση έναντι της Ε.Ε. και συγκλίνουν, από διαφορετικές
ιδεολογικές αφετηρίες, στη γραμμή: Θα αξιώσουμε ριζική αναθεώρηση των
υφιστάμενων συνθηκών και αν η Γερμανία αρνηθεί, θα οργανώσουμε δημοψήφισμα για
την έξοδο από το ευρώ ή και από την ίδια την Ε.Ε. Οι φόβοι επικεντρώνονται
πρωτίστως στη Μαρίν Λεπέν. Η επικεφαλής του Εθνικού Μετώπου φιλοδοξεί να
σερφάρει πάνω στο κύμα του δεξιού λαϊκισμού, τύπου Brexit και Τραμπ, για να
περάσει στον δεύτερο γύρο και από εκεί στο Ελιζέ. Και αν η Ε.Ε. μπορεί να
υπάρξει χωρίς τη Βρετανία –μια σπουδαία χώρα, η οποία όμως βρίσκεται εκτός
Ευρωζώνης και στεκόταν πάντα μόνο με το ένα πόδι στην Ευρώπη– η επιβίωσή της
φαντάζει αδιανόητη χωρίς τη Γαλλία, τον πολιτικό αρχιτέκτονα της Ενωσης.
Ελάχιστοι Γάλλοι διπλωμάτες και
αναλυτές θεωρούν πιθανό αυτό το σενάριο καταστροφής – τουλάχιστον για φέτος. Οι
τελευταίες δημοσκοπήσεις πριν από την επίθεση της Πέμπτης έδιναν στον
ευρωπαϊστή Εμανουέλ Μακρόν μικρό προβάδισμα στον πρώτο γύρο (24-25% έναντι
22-23% της Λεπέν) και άνετη νίκη στον δεύτερο, με ποσοστό άνω του 60%. Ωστόσο,
είναι δύσκολο να αποτολμήσει κάποιος προβλέψεις ύστερα από τις αλλεπάλληλες
διαψεύσεις των δημοσκόπων. Αλλωστε, πρόσφατη έρευνα του έγκριτου Sciences Po
έφερνε το 47% των Γάλλων να προσανατολίζεται στην αποχή ή να μην έχει
κατασταλάξει. Με τον κεντροδεξιό Φρανσουά Φιγιόν και τον αριστερό Ζαν-Λικ
Μελανσόν να ακολουθούν κατά πόδας (γύρω στο 20% και 19% αντίστοιχα) το εκλογικό
θρίλερ κέρδισε σε σασπένς το τελευταίο δεκαήμερο.
Αν κάτι ανέδειξε η προεκλογική
εκστρατεία, αυτό ήταν η βαθύτατη κρίση του γαλλικού πολιτικού συστήματος. Ο
Τύπος υιοθέτησε τον νεολογισμό «ντεγκαζίζμ» (από το «Degagez!», δηλαδή
«Ξεκουμπιστείτε») για να περιγράψει τη γενικευμένη διάθεση λιντσαρίσματος των
ελίτ. Για πρώτη φορά, ο πρόεδρος της χώρας, Φρανσουά Ολάντ, απέφυγε να
διεκδικήσει και δεύτερη θητεία για να μη γελοιοποιηθεί. Ο πρωθυπουργός του,
Μανουέλ Βαλς, ηττήθηκε στις προκριματικές εκλογές των Σοσιαλιστών από το
αουτσάιντερ Μπενουά Αμόν. Την ίδια τύχη είχε ο φιλόδοξος πρώην πρόεδρος Νικολά
Σαρκοζί απέναντι στον άχρωμο Φιγιόν στις προκριματικές του κεντροδεξιού
κόμματος «Οι Ρεπουμπλικανοί». Τα δύο κόμματα που μονοπωλούσαν την εξουσία στην
Πέμπτη Δημοκρατία ετοιμάζονται να συγκεντρώσουν αθροιστικά μόλις 26-27%.
Τον Ιούνιο του 2012, το
Σοσιαλιστικό Κόμμα διέθετε, για πρώτη φορά στην ιστορία του, την προεδρία της
Δημοκρατίας, την κυβέρνηση, την πλειοψηφία της Βουλής και της Γερουσίας, τις 21
από τις 22 περιοχές της μητροπολιτικής Γαλλίας και τους δήμους 27 εκ των 39
μεγάλων πόλεων. Σήμερα βρίσκεται σε τροχιά κονιορτοποίησης. Ο Μπενουά Αμόν
σηκώνει τον σταυρό του μαρτυρίου με κίνδυνο να κινηθεί σε μονοψήφια νούμερα,
όπως ο Γκαστόν Ντεφέρ που περιορίστηκε στο 5% το 1969, προτού ο Φρανσουά
Μιτεράν ανασυγκροτήσει εκ θεμελίων την παράταξη.
Ολοι θυμούνται ότι ο Ολάντ
ανέβηκε στην εξουσία κηρύσσοντας το τέλος της λιτότητας και αναγορεύοντας σε
εχθρό του το «χρηματιστικό κεφάλαιο». Ο ίδιος είχε χλευάσει το ζεύγος «Μερκοζί»
(Μέρκελ - Σαρκοζί), προαναγγέλλοντας σκληρή γραμμή απέναντι στο Βερολίνο.
Γρήγορα έβαλε στο συρτάρι όλα αυτά τα ριζοσπαστικά, χωρίς όμως να τα
αντικαταστήσει με μια νέα στρατηγική, φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων τύπου Μπλερ
και Σρέντερ για την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας μιας πάσχουσας γαλλικής οικονομίας.
Το αποτέλεσμα ήταν μια παραλυτική «εποχή της στασιμότητας», με την ανεργία
σταθερά στο 10%, την κοινωνική δυσφορία να καλπάζει και τη Γαλλία να υποχωρεί
διαρκώς σε ισχύ έναντι της Γερμανίας. Η καταβαράθρωση του Αμόν (όπως και η
δεινή θέση των Εργατικών στη Βρετανία υπό την ηγεσία του Τζέρεμι Κόρμπιν)
έδειξε ότι η αιφνίδια αριστερή στροφή δεν πείθει την παραδοσιακή εργατική βάση,
που πολώνεται προς τη Λεπέν και τον Μελανσόν, ενώ αποξενώνει τα μορφωμένα
μεσοστρώματα, που έχουν γίνει ο νέος κορμός της μεταμοντέρνας
σοσιαλδημοκρατίας.
Σκάνδαλα
Διαφορετικής τάξης προβλήματα
ταλανίζουν την Κεντροδεξιά. Και οι τρεις βασικοί υποψήφιοι για το προεδρικό
χρίσμα των Ρεπουμπλικανών –Φιγιόν, Σαρκοζί, Ζιπέ– είχαν κηλιδωθεί από
οικονομικά σκάνδαλα. Ο νικητής Φιγιόν υποσχέθηκε στους Γάλλους μια οδυνηρή «θεραπεία-σοκ»,
σε στυλ Θάτσερ, τη στιγμή που προκαλούσε τις αντοχές τους με τα μεσαιωνικά
κάστρα, τα αγωνιστικά αυτοκίνητα και τα πανάκριβα κοστούμια του. Εκθείαζε τις
«χριστιανικές αξίες» και την οικογένεια, για να αποκαλυφθεί ότι είχε
ευεργετήσει κατά σκανδαλώδη τρόπο μόνο τη... δική του οικογένεια, με
αργομισθίες που πλήρωσαν οι φορολογούμενοι.
Η απέχθεια των Γάλλων απέναντι
στο πολιτικό προσωπικό τους εξηγεί το παράδοξο φαινόμενο που θέλει όλους τους
υποψηφίους για το Ελιζέ να εμφανίζονται ως «αντισυστημικοί». Εξαίρεση δεν
αποτελεί ούτε ο Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος έχει βάσιμες φιλοδοξίες να γίνει
πρόεδρος της Δημοκρατίας μόλις στα 39 του χρόνια. Το τελευταίο του βιβλίο είχε
τίτλο «Επανάσταση». Στέλεχος του χρηματιστικού ομίλου Ροτσiλντ και υπουργός
Οικονομικών ελέω Ολάντ χωρίς να έχει εκλεγεί ούτε καν δημοτικός σύμβουλος, ο
Μακρόν δεν αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα «αντάρτη». Αυτό δεν τον
εμπόδισε να διακηρύξει ότι «η Γαλλία βραχυκυκλώνεται από τις ελίτ, που κοιτάνε
μόνο τα δικά τους συμφέροντα», προσθέτοντας αφοπλιστικά: «Το γνωρίζω, γιατί
ήμουν κι εγώ τμήμα τους».
Το πρόβλημα για τον Μακρόν είναι
πώς και με ποιους θα κυβερνήσει εάν εκλεγεί. Η γαλλική Le Figaro τον λοιδορεί
«ο κύριος από τη μία πλευρά... από την άλλη...», ενώ η ισπανική El Pais τον
χαρακτηρίζει «ο μεγάλος αλχημιστής»: ούτε αριστερός ούτε δεξιός, και με τον Ντε
Γκωλ και με τον Μιτεράν, και με τη λιτότητα και με την κοινωνική προστασία.
Ενας πολιτικός με νεανικό σφρίγος και επικοινωνιακά χαρίσματα, αλλά και με
κλίση να φτιάχνει φιογκάκια όταν πρέπει να κόψει γόρδιους δεσμούς.
Επειτα, το νεοπαγές πολιτικό του
μόρφωμα «En Marche!» (Εμπρός!) δεν έχει καμία ελπίδα να κερδίσει την πλειοψηφία
της Εθνοσυνέλευσης μετά τις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου. Το ίδιο ισχύει για
τον Φιγιόν, ο οποίος εμφάνισε ανοδική τροχιά στην τελική ευθεία της
αναμέτρησης, ελπίζοντας στην έκπληξη. Μια παραλυτική συγκατοίκηση και μια νέα
περίοδος στασιμότητας για τη Γαλλία θα ήταν το πιο ευνοϊκό έδαφος για μια νίκη
της Μαρίν Λεπέν ή των διαδόχων της μετά πέντε χρόνια. Με την προϋπόθεση,
βεβαίως, ότι η πυκνή ομίχλη της Γαλλίας δεν επιφυλάσσει το «ατύχημα» που όλοι
απεύχονται στον σημερινό κάβο, είτε σε εκείνον της 7ης Μαΐου.
Η βαριά σκιά της τρομοκρατίας
Ολοι το σκέφτονταν, παρότι ουδείς
θα διανοούνταν να το εκστομίσει δημοσίως: μια νέα τρομοκρατική επίθεση
τζιχαντιστών, στην τελική ευθεία της προεκλογικής αναμέτρησης, θα μπορούσε να
διαδραματίσει καταλυτικό ρόλο στην έκβασή της. Κάτι ανάλογο με τις επιθέσεις
του 2004 στη Μαδρίτη, μόλις τρεις ημέρες πριν από τις βουλευτικές εκλογές, που
οδήγησαν σε αναπάντεχη ήττα τον Χοσέ-Μαρία Αθνάρ.
Οι φόβοι έγιναν πραγματικότητα το
βράδυ της Πέμπτης με τον πιο θεαματικό τρόπο: ο τρομοκράτης με το καλάσνικοφ
σκότωσε έναν αστυνομικό και τραυμάτισε βαριά δύο άλλους στο Σανς Ελιζέ, την πιο
διάσημη λεωφόρο της Ευρώπης, σε μικρή απόσταση από το προεδρικό μέγαρο, την ώρα
που οι 11 υποψήφιοι βρίσκονταν στο στούντιο για την τελευταία τηλεοπτική τους
αναμέτρηση. Το Ισλαμικό Κράτος, που ανέλαβε την ευθύνη, «ψήφισε», με τον τρόπο
του, στις γαλλικές εκλογές.
Ο Ντόναλντ Τραμπ έσπευσε να
εκφράσει, μέσω Twitter, τη βεβαιότητά του ότι η τρομοκρατική επίθεση θα έχει
«μεγάλη επίδραση» στο εκλογικό αποτέλεσμα. Υποπτευόμαστε πως ο Αμερικανός
πρόεδρος εκτιμά, αν δεν εύχεται, πως η Μαρίν Λεπέν και ο Φρανσουά Φιγιόν θα
αποκομίσουν κέρδη εις βάρος του Εμανουέλ Μακρόν και του Ζαν-Λικ Μελανσόν.
Γεγονός είναι ότι οι υποψήφιοι της Δεξιάς και της άκρας Δεξιάς είχαν επενδύσει
στη σκληρή γραμμή τους έναντι της τρομοκρατίας και του Ισλάμ, ενώ μετά την
επίθεση της Πέμπτης κατηγόρησαν τους αντιπάλους τους για «ελαστικότητα» και
«αφέλεια».
Η επίδραση της επίθεσης στο
εκλογικό αποτέλεσμα παραμένει ωστόσο αμφίβολη. Το μακελειό στο Μπατακλάν, τον
Νοέμβριο του 2015, εκτίναξε στα ύψη, προσωρινά, τη δημοτικότητα του σοσιαλιστή
προέδρου Ολάντ, ενώ το Εθνικό Μέτωπο δεν κέρδισε ούτε μία περιφέρεια στις
εκλογές που έγιναν τρεις εβδομάδες αργότερα. Αλλωστε, ύστερα από τις
αλλεπάλληλες τρομοκρατικές επιθέσεις της τελευταίας διετίας, οι Γάλλοι φαίνεται
να έχουν συνηθίσει στην ιδέα ότι θα ζουν για καιρό με αυτό το πρόβλημα. Παρά
τις προσπάθειες της Λεπέν και του Φιγιόν, τα θέματα της τρομοκρατίας και της
ασφάλειας βρίσκονταν, μέχρι το βράδυ της Πέμπτης, στο περιθώριο της
προεκλογικής αντιπαράθεσης. Πάντως, ο φόβος και νέων τρομοκρατικών επιθέσεων,
ακόμη και τη μέρα των εκλογών, πλανιόταν πάνω από τη Γαλλία. Περίπου 50.000
αστυνομικοί και 7.000 στρατιώτες έχουν κινητοποιηθεί για την ασφάλεια των
67.000 τμημάτων της χώρας.
kathimerini.gr