Το μακρινό 1994 ο Μάκης Βορίδης
-γραμματέας της Νεολαίας ΕΠΕΝ του πρώην δικτάτορα Γιώργου Παπαδόπουλου- ίδρυε
το Ελληνικό Μέτωπο, το οποίο συνδέθηκε πολιτικά με το Εθνικό Μέτωπο του
Ζαν-Μαρί Λεπέν, ένα ακροδεξιό εθνικιστικό κόμμα με ανάλογη ρητορική.
Παρά τις αντιρρήσεις βασικών
στελεχών του κόμματος, ο κ. Βορίδης αποφάσισε το 2005 την προσχώρηση στον Λαϊκό
Ορθόδοξο Συναγερμό (ΛΑΟΣ) του Γιώργου Καρατζαφέρη, προσφέροντάς του την
ακροδεξιά νομιμοποίηση που του έλειπε, ενώ ο ίδιος έκανε ένα βήμα προς «μετριοπαθέστερες»
και πιο θεσμικές θέσεις.
Τότε ήταν που ο σημερινός
βουλευτής της Ν.Δ. υιοθετούσε το δόγμα του προέδρου του ΛΑΟΣ «δεξιοί στα
εθνικά, αριστεροί στα κοινωνικά, Ελληνες στη συνείδηση» και έγραφε το 2006:
«Στην ιστορία των εθνικών ιδεών
και του πατριωτικού κινήματος, το δίλημμα (ή ψευδο-δίλημμα) “Δεξιά ή Αριστερά”
[...] τουλάχιστον μια ορισμένη πλευρά της εθνικής πολιτικής σκέψης το
υπερβαίνει, παρουσιάζοντας την εθνική θέση ως ικανή να ξεπεράσει τη διχαστική
για τον λαό διάκριση ανάμεσα σε δεξιούς και αριστερούς».
Πρόσθετε δε: «Αν το 1944-49
κρίσιμο ζήτημα ήταν η αντιμετώπιση της κομμουνιστικής ανταρσίας, από το 1974
και εντεύθεν το ζήτημα αυτό πέρασε σε δεύτερη μοίρα, καθώς οι δυνάμεις
αμφισβητήσεως του κοινοβουλευτισμού τόσο στην Ακρα Αριστερά όσο και στην Ακρα
Δεξιά ηττήθηκαν».
Δύο χρόνια αργότερα, το 2008, σε
(εμφυλιοπολεμική) «εθνική εκδήλωση μνήμης» στη Μάνη, ο ίδιος, απευθυνόμενος σε
ένα ακροδεξιό ακροατήριο, δήλωνε:
«Ο αγώνας εναντίον της
κομμουνιστικής ανταρσίας από το 1945 έως το 1949, μέχρι και την τελική νίκη
στον Γράμμο και στο Βίτσι, διασφάλισε την εθνική ακεραιότητα, την ελευθερία και
τη δημοκρατία [...] ένα μνημείο εδώ πρέπει να θυμίζει τα εγκλήματα του
κομμουνισμού εναντίον της πατρίδας».
Η επίθεση στον Καραμανλή
Στις 30 Σεπτεμβρίου του 2010,
όντας βουλευτής του ΛΑΟΣ, σε συνέντευξή του στον ιστότοπο «statesmen», ασκούσε
σφοδρή κριτική στον Κώστα Καραμανλή ότι υπό την ηγεσία του δημιουργήθηκε «η
Ν.Δ. του μεσαίου χώρου, της κυρίας Ρεπούση, της σύνθετης ονομασίας για το
κράτος των Σκοπίων, της ενοχικής πολιτικής για το μεταναστευτικό ζήτημα, της
“αμυντικής” αστυνομίας».
Παράλληλα όμως έκανε άνοιγμα στη
Ν.Δ., εξυμνώντας τη νέα ηγεσία του Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος «αυτοκριτικά
ομολόγησε ότι η Ν.Δ. στο παρελθόν δεν υπερασπίστηκε τις αξίες της παρατάξεως,
ενώ ο ίδιος κράτησε μια συνεπή στάση στο σχέδιο νόμου για τη μετανάστευση που
έφερε το ΠΑΣΟΚ».
Στις 13 Νοεμβρίου του 2010, σε
συνέντευξή του στον «Ελεύθερο Κόσμο» ήταν λίγο πιο αποκαλυπτικός για τα πιστεύω
του και διευκρίνιζε:
«Θέλω να είναι σαφές ότι εγώ δεν
συμπαθώ και δεν υπερασπίζομαι το κράτος της Μεταπολίτευσης, το οποίο μόνο κατ'
επίφαση ήταν “εθνικό” κράτος... Οποιος υπερασπίζεται αυτό το κράτος που διέλυσε
την εθνική κοινωνία, που συνέθλιψε την ελληνική επιχειρηματικότητα και που
αφελλήνισε την Παιδεία, ας μην αυταπατάται: δεν υπερασπίζεται το εθνικό κράτος,
αλλά τη δημοσιο-υπαλληλία... Το λέω απερίφραστα ότι επιδιώκω την αποδόμηση του
μεταπολιτευτικού κράτους και τη δημιουργία μιας νέας Πολιτείας».
Ο ίδιος χαρακτήριζε τον εαυτό του
«εθνικοφιλελεύθερο», δηλαδή ένα μείγμα που θα ταίριαζε γάντι αργότερα με το
κόμμα του κ. Σαμαρά ή το σημερινό του κ. Μητσοτάκη: ιδιωτικοποιήσεις, άνοιγμα
αγορών, αντεργατική νομοθεσία και μαζί εθνικισμός, ρατσισμός και πατριδοκαπηλία.
Ενα χρόνο μετά, στις 17 Νοεμβρίου
του 2011, ως υπουργός πλέον της κυβέρνησης Παπαδήμου άνοιγε εκ νέου μέτωπο με
την Αριστερά, λέγοντας ότι ο κόσμος της «είναι κόσμος ανελευθερίας, είναι
κόσμος που υπερασπίζεται ολοκληρωτικά καθεστώτα και κολεκτιβιστικές
προσεγγίσεις για την οικονομία. Είναι ένας κόσμος ανελευθερίας».
Λίγο μετά τη διαγραφή του από τον
ΛΑΟΣ επειδή ψήφισε το μνημόνιο και μετά την προσχώρησή του στη Ν.Δ. του κ.
Σαμαρά, σε συνέντευξή του στο ΒΗΜΑ, στις 26/2/12, τάσσεται υπέρ ενός «αστικού
μετώπου» έναντι της Αριστεράς, λέγοντας ότι «αυτό είναι που εκφράζει στην ουσία
η Ν.Δ, δηλαδή τον κόσμο της ελευθερίας και της δημιουργίας».
Λανσάρει μάλιστα το αφήγημα ότι
«αντίπαλος είναι η ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς» στη μεταπολίτευση,
επιχειρώντας να αποενοχοποιήσει τη Δεξιά για τα πεπραγμένα της για δεκαετίες.
Την περίοδο μάλιστα των μεγάλων
αντιμνημονιακών κινητοποιήσεων και της μαζικής αστυνομικής καταστολής τόνιζε
ότι «η ισχυρή διακυβέρνηση είναι πολύ σημαντικό μέγεθος, καθώς δεν μπορούμε στο
όποιο επενδυτικό ρίσκο να αθροίζουμε και ενδεχόμενη πολιτική αστάθεια»
(«Καθημερινή», 18/3/2012).
Μ' αυτά και μ' αυτά, φτάνουμε
σήμερα ο κ. Βορίδης να λέει ότι «πρέπει να υπάρξει στρατηγική ήττα των ιδεών
της Αριστεράς για να μην ξαναβρεθεί στην εξουσία με οποιαδήποτε μορφή της [...]
γιατί οι ιδέες της είναι ελαττωματικές» (Ραδιόφωνο 24/7, 21/8/18) και παράλληλα
να χαρακτηρίζει τον πρωθυπουργό «pet των Ευρωπαίων» και «καρπαζοεισπράκτορα του
Ερντογάν».
Με ιδιαίτερη ικανότητα
προσαρμογής, ισχυρό ένστικτο πολιτικής επιβίωσης, τον αναγκαίο κομματικό
καιροσκοπισμό και άποψη για το μέλλον της «παρατάξεως», ο Μάκης Βορίδης
παραμένει ένας ακραία συντηρητικός πολιτικός, με ακροδεξιές απόψεις για μια
«τρίτη» λύση και έντονο αντικομμουνισμό με καταγωγή από το μετεμφυλιακό κράτος
της Δεξιάς.