29 Απρίλη 1863 (17 Απρίλη με το
παλιό ημερολόγιο) γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου ο Κωνσταντίνος
Καβάφης, ο Ποιητής της ελληνικής διασποράς, με παγκόσμια ακτινοβολία.
29 Απρίλη 1933 ο μεγάλος
Αλεξανδρινός της παγκόσμιας ποίησης περνάει στην αιωνιότητα. Ο Κωνσταντίνος
Καβάφης πέθανε στο Ελληνικό Νοσοκομείο της Αλεξάνδρειας και τάφηκε στον
οικογενειακό τάφο των Καβάφηδων στο ελληνικό κοιμητήριο του Σιάτμπι. Στην
απέριττη επιτύμβια πλάκα αναγράφεται:
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Π. ΚΑΒΑΦΗΣ
ΠΟΙΗΤΗΣ
ΘΑΝΩΝ ΕΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ ΤΗΝ 29ην ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1933.
Ο «ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ» ΠΟΙΗΤΗΣ
Γεννημένος στις 29 Απριλίου 1863
στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου πέθανε την ίδια ημέρα το 1933, ο
Κωνσταντίνος Καβάφης είναι ο κορυφαίος ποιητής της περιφέρειας, που γράφει
ελληνική ποίηση μακριά από τον ελλαδικό χώρο. Το σώμα των ποιημάτων του
περιλαμβάνει τα 154 του καβαφικού κανόνα -τα λεγόμενα «Αναγνωρισμένα»-, τα 37
«Αποκηρυγμένα», τα περισσότερα νεανικά, σε ρομαντική καθαρεύουσα, τα 75
«Κρυμμένα» που βρέθηκαν τελειωμένα στα χαρτιά του, καθώς και τα 30 «Ατελή». Στα
ποιήματά του συχνά πρωταγωνιστούν γνωστά ιστορικά πρόσωπα ή γεννήματα της
φαντασίας του ποιητή με συχνές αναφορές σε γνωστές ή λιγότερο γνωστές πτυχές των
ομηρικών, ελληνιστικών και βυζαντινών χρόνων. Σήμερα η ποίησή του αποτελεί έναν
διακριτό πόλο στην ελληνική λογοτεχνία, ενώ καταλαμβάνει εξέχουσα θέση στην
παγκόσμια γραμματεία
«Είμαι κι εγώ Ελληνικός. Προσοχή,
όχι Ελλην, ούτε Ελληνίζων, αλλά Ελληνικός»
Στον επίσημο διαδικτυακό τόπο του
αρχείου Καβάφη (εδώ) μπορείτε να βρείτε πλούσιο υλικό για τη ζωή και το έργο
του ποιητή. — Το χειρόγραφο του
ποιήματος «Κεριά» και το σχέδιο του ποιητή από τον Γιάννη Κεφαλληνό, στη
φωτογραφία του δημοσιεύματος μας, είναι από τον επίσημο διαδικτυακό τόπο του
αρχείου Καβάφη.
Τρία από τα πολλά εξαιρετικά
ποιήματα του Κωνσταντίνου Καβάφη:
Κεριά
Του μέλλοντος η μέρες στέκοντ’
εμπροστά μας
σα μια σειρά κεράκια αναμένα —
χρυσά, ζεστά, και ζωηρά κεράκια.
Η περασμένες μέρες πίσω μένουν,
μια θλιβερή γραμμή κεριών
σβυσμένων·
τα πιο κοντά βγάζουν καπνόν
ακόμη,
κρύα κεριά, λυωμένα, και κυρτά.
Δεν θέλω να τα βλέπω· με λυπεί η
μορφή των,
και με λυπεί το πρώτο φως των να
θυμούμαι.
Εμπρός κυττάζω τ’ αναμένα μου
κεριά.
Δεν θέλω να γυρίσω να μη διω και
φρίξω
τι γρήγορα που η σκοτεινή γραμμή
μακραίνει,
τι γρήγορα που τα σβυστά κεριά
πληθαίνουν.
***
Εν μεγάλη Eλληνική αποικία, 200
π.X.
Ότι τα πράγματα δεν βαίνουν κατ’
ευχήν στην Aποικία
δεν μέν’ η ελαχίστη αμφιβολία,
και μ’ όλο που οπωσούν τραβούμ’
εμπρός,
ίσως, καθώς νομίζουν ουκ ολίγοι,
να έφθασε ο καιρός
να φέρουμε Πολιτικό Aναμορφωτή.
Όμως το πρόσκομμα κ’ η δυσκολία
είναι που κάμνουνε μια ιστορία
μεγάλη κάθε πράγμα οι Aναμορφωταί
αυτοί. (Ευτύχημα θα ήταν αν ποτέ
δεν τους χρειάζονταν κανείς.) Για
κάθε τι,
για το παραμικρό ρωτούνε κ’
εξετάζουν,
κ’ ευθύς στον νου τους ριζικές
μεταρρυθμίσεις βάζουν,
με την απαίτησι να εκτελεσθούν
άνευ αναβολής.
Έχουνε και μια κλίσι στες θυσίες.
Παραιτηθείτε από την κτήσιν σας
εκείνη·
η κατοχή σας είν’ επισφαλής:
η τέτοιες κτήσεις ακριβώς
βλάπτουν τες Aποικίες.
Παραιτηθείτε από την πρόσοδον
αυτή,
κι από την άλληνα την συναφή,
κι από την τρίτη τούτην: ως
συνέπεια φυσική·
είναι μεν ουσιώδεις, αλλά τί να
γίνει;
σας δημιουργούν μια επιβλαβή
ευθύνη.
Κι όσο στον έλεγχό τους
προχωρούνε,
βρίσκουν και βρίσκουν περιττά,
και να παυθούν ζητούνε·
πράγματα που όμως δύσκολα τα
καταργεί κανείς.
Κι όταν, με το καλό, τελειώσουνε
την εργασία,
κι ορίσαντες και περικόψαντες το
παν λεπτομερώς,
απέλθουν, παίρνοντας και την
δικαία μισθοδοσία,
να δούμε τι απομένει πια, μετά
τόση δεινότητα χειρουργική.—
Ίσως δεν έφθασεν ακόμη ο καιρός.
Να μη βιαζόμεθα· είν’ επικίνδυνον
πράγμα η βία.
Τα πρόωρα μέτρα φέρνουν
μεταμέλεια.
Έχει άτοπα πολλά, βεβαίως και
δυστυχώς, η Aποικία.
Όμως υπάρχει τι το ανθρώπινον
χωρίς ατέλεια;
Και τέλος πάντων, να, τραβούμ’
εμπρός.
***
Ο Ιουλιανός εν Νικομηδεία
Άστοχα πράγματα και κινδυνώδη.
Οι έπαινοι για των Ελλήνων τα
ιδεώδη.
Η θεουργίες κ’ η επισκέψεις στους
ναούς
των εθνικών. Οι ενθουσιασμοί για
τους αρχαίους θεούς.
Με τον Χρυσάνθιον η συχνές
συνομιλίες.
Του φιλοσόφου — του άλλωστε
δεινού — Μαξίμου η θεωρίες.
Και να το αποτέλεσμα. Ο Γάλλος
δείχνει ανησυχία
μεγάλην. Ο Κωνστάντιος έχει
κάποιαν υποψία.
A οι συμβουλεύσαντες δεν ήσαν
διόλου συνετοί.
Παρέγινε — λέγει ο Μαρδόνιος — η
ιστορία αυτή,
και πρέπει εξ άπαντος να παύσει ο
θόρυβός της.—
Ο Ιουλιανός πηγαίνει πάλιν
αναγνώστης
στην εκκλησία της Νικομηδείας,
όπου μεγαλοφώνως και μετ’
ευλαβείας
πολλής τες ιερές Γραφές διαβάζει,
και την χριστιανική του ευσέβεια
ο λαός θαυμάζει.