Τετάρτη 27 Μαρτίου 2024

Ζορίζεται ο Μητσοτάκης; Πετιέται ο Κασσελάκης και τον στηρίζει…



Τελικά, είναι πολύ τυχερός άνθρωπος ο Μητσοτάκης. Στην πιο δύσκολη, μέχρι τώρα, στιγμή του, πετάγεται ο Κασσελάκης και του προσφέρει ένα στήριγμα.

γράφει ο Γιώργος Καρελιάς

 

Γιατί κερδίζει ένα κόμμα δυο φορές τις εκλογές; Και πότε μια κυβέρνηση ανανεώνει με άνεση τη θητεία της; Στα ερωτήματα αυτά υπάρχουν δύο απαντήσεις.


Η πρώτη λέει ότι οι νίκες και η ανανέωση της θητείας οφείλονται στις ικανότητες του κόμματος και στην καλή απόδοση της κυβέρνησης αυτής. Η δεύτερη λέει ότι επιτυχίες αυτές οφείλονται στους αντιπάλους της.


Τι συμβαίνει με τη ΝΔ και την κυβέρνηση Μητσοτάκη; Ίσως και τα δύο. Όμως, είναι αδιαμφισβήτητο ότι ευτύχησαν να εκμεταλλευθούν στο έπακρο όλες τις αδυναμίες και τα μεγάλα λάθη των αντιπάλων τους. Το πιστοποιεί, πέραν πάσης αμφιβολίας, αποτέλεσμα των τελευταίων εκλογών, στις οποίες καταβαραθρώθηκε το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης και κανένα άλλο δεν αναδείχτηκε ισχυρό.



Παρόλα αυτά, σε πολύ σύντομο διάστημα από τις εκλογές, η κυβέρνηση Μητσοτάκη φαλτσάρει επικίνδυνα και τα δημοσκοπικά ποσοστά της ΝΔ έχουν πάρει την κατηφόρα. Η μέχρι τώρα κυριαρχική θέση του πρωθυπουργού αμφισβητείται και είναι διάχυτη σε όλο το κυβερνητικό στρατόπεδο η αγωνία για το αποτέλεσμα των επικείμενων ευρωεκλογών.


Χωρίς να υπάρχει κάτι νέο, είναι φανερό ότι επέρχεται η λεγόμενη συσσώρευση αρνητικών γεγονότων: η τραγωδία των Τεμπών, η διαρροή των e-mails στην ευρωβουλευτή Ασημακοπούλου, το σκάνδαλο των υποκλοπών, το κύμα της ακρίβειας.



Η τελευταία εξέλιξη με την υπόθεση της «μονταζιέρας» στα Τέμπη επιδείνωσε την κυβερνητική εικόνα. Ακόμα κι αν τίποτα από τα αποκαλυφθέντα δεν ισχύει, η κυβέρνηση έχει χάσει τον έλεγχο. Η περίφημη προπαγάνδα της, η οποία μεγαλουργούσε μέχρι πρότινος, αδυνατεί να επιβληθεί. Τα μέσα ενημέρωσης που την υποστηρίζουν, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες που κάνουν, δεν μπορούν «να περάσουν τη γραμμή», όπως εύκολα έκαναν μέχρι τώρα. Διότι η αίσθηση ότι «κάτι βρώμικο έχει γίνει» είναι πολύ δυνατή και έχει παγιωθεί η πεποίθηση ότι επιχειρείται να κουκουλωθεί η τραγωδία.

 

Τα γεγονότα έχουν πάρει από κάτω την κυβέρνηση χωρίς η αντιπολίτευση να κουνήσει το δαχτυλάκι της. Κι αν αρχίσει να το κουνάει, μπορεί το δαχτυλάκι να γίνει χείρα βοηθείας για τον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση.


Αλλά-φεύ!- άρχισε να κουνάει το δαχτυλάκι του ο Στέφανος Κασσελάκης. Ο οποίος, μεταξύ εκπαίδευσης και παρέλασης στην Θήβα, εμπνεύστηκε τη …μεγαλειώδη ιδέα να ζητήσει την παραίτηση του Μητσοτάκη και τη διεξαγωγή εκλογών με παρουσία ξένων παρατηρητών! Το άκουσαν ακόμα και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και δεν πίστευαν τα αφτιά τους.


Η πιο απλή εξήγηση είναι ότι ο Ανδρουλάκης «έκλεψε τη δόξα» με την πρόταση μομφής και ο Κασσελάκης έπρεπε να βρει κάτι πιο εξεζητημένο. Και βρήκε στο χειρότερο.


Πρώτον, το αίτημα της αντιπολίτευσης προς την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό να παραιτηθεί είναι σύνηθες, δεν είναι η πρώτη φορά που διατυπώνεται σήμερα. Δεν προκαλεί καμιά εντύπωση. Αλλά όλα πρέπει να έχουν κάποιο μέτρο. Εκλογές έγιναν πριν από οκτώ μήνες, η κυβέρνηση επανεξελέγη άνετα και το κόμμα του Κασσελάκη καταβαραθρώθηκε. Σήμερα ένα κόμμα του 15% μπορεί να ζητάει ξανά εκλογές; Με ποιον στόχο; Αντί να αφήσει τα γεγονότα και το κλίμα να κάνουν τη δουλειά τους και να οδηγήσουν τον Μητσοτάκη και τη ΝΔ σε συνεχή φθορά έως τις ευρωεκλογές, ο Κασσελάκης παίζει μόνος του σε διαγωνισμό αστεϊσμών.


Δεύτερον, στην Ελλάδα των 50 χρόνων της Μεταπολίτευσης τρία πράγματα δεν έχουν αμφισβητηθεί: οι διαγωνισμοί του ΑΣΕΠ, τα αποτελέσματα των πανελλαδικών εξετάσεων για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια και, πρωτίστως, τα αποτελέσματα των εκλογών. Κανένα κόμμα και κανένας πολιτικός αρχηγός, ακόμα και στις πιο σκληρές εποχές των κομματικών συγκρούσεων (1977-1981, 1985-1989, 1989-1993 και 2015-20190), δεν έθεσαν θέμα νοθείας σε οποιαδήποτε εκλογική αναμέτρηση. Σκοπεύει ο νυν αρχηγός του(εναπομείναντος) ΣΥΡΙΖΑ να αμφισβητήσει το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών της 9ης Ιουνίου, αν δεν ικανοποιηθεί το αίτημά του να έρθουν «ξένοι παρατηρητές»; Θα πρόκειται για αποθέωση του καιροσκοπικού παραλογισμού.

  

Φυσικά, αυτές τις «εμπνεύσεις» (του ίδιου του κ. Κασσελάκη ή κάποιου ανόητου συμβουλάτορα) δεν πρόκειται να τις αφήσει ανεκμετάλλευτες ο κ. Μητσοτάκης αύριο στη Βουλή. Είναι ένα είδος σωσιβίου γι’ αυτόν. Αντί να απολογηθεί, όπως επιβάλλει η πρόταση μομφής, θα κάνει παιχνίδι με τις κασσελάκειες πάσες.


Τελικά, είναι πολύ τυχερός άνθρωπος ο Μητσοτάκης. Στην πιο δύσκολη, μέχρι τώρα, στιγμή του κι ενώ διαφαίνεται έντονη αποδοκιμασία του στις ευρωεκλογές, πετάγεται ο Κασσελάκης και του προσφέρει ένα στήριγμα.


Ο Μητσοτάκης δεν έχει παρά να κάνει πρωί-βράδυ κάτι σαν αυτό που έχει πει ο Γάλλος φιλόσοφος Βολταίρος: «Έχω κάνει μόνο μια προσευχή στο Θεό: κάνε τους αντιπάλους μου γελοίους. Και ο Θεός με εισάκουσε»….

Δευτέρα 25 Μαρτίου 2024

Μοντάρουν, μπαζώνουν, κουκουλώνουν: Έρχεται η μομφή, αλλά όχι από τη Βουλή…



Σε μια στιγμή που η τραγωδία των Τεμπών πλήττει καίρια την κυβέρνηση και ανοίγει ακόμα και κυβερνητικά στόματα, η πρόταση μομφής από την αντιπολίτευση απλώς θα συσπειρώσει την κυβερνητική πλειοψηφία.

 γράφει ο Γιώργος Καρελιάς

Τι μάθαμε από το δημοσίευμα του “Βήματος” για “μονταζιέρα στα Τέμπη”; Απλώς επιβεβαιώσαμε ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη έκανε τα πάντα για να κουκουλώσει και την τραγωδία στα Τέμπη. Ουδεμία έκπληξη. Ακριβώς το ίδιο έκανε και με το προηγηθέν σκάνδαλο των υποκλοπών.


Εννιά μήνες μετά τη θριαμβευτική επανεκλογή της, η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει χάσει τη μπάλα. Την έχουν πάρει από κάτω τα γεγονότα, χωρίς να έχει πίεση από την αντιπολίτευση. Και αυτή είναι η παγίδα στην οποία έχουν πέσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης και οι συν αυτώ. Είχαν πιστέψει ότι, επειδή οι εκλογές του περσινού Ιουνίου δεν ανέδειξαν ισχυρό κόμμα της αντιπολίτευσης, αυτοί θα συνέχιζαν να κυβερνούν ανενόχλητοι και ανεξέλεγκτοι. Είχαν πιστέψει ότι, επειδή οι ψηφοφόροι στις εκλογές “αγνόησαν” την τραγωδία των Τεμπών και ανανέωσαν τη θητεία τους, θα μπορούσαν να συνεχίσουν στο μοτίβο της πρώτης τετραετίας: κουκούλωμα, όπως στο σκάνδαλο των υποκλοπών και περιφρόνηση των αντιδράσεων. Η αλαζονεία της εξουσίας τους όπλισε με την αίσθηση της παντοδυναμίας.


‘Όμως, τα γεγονότα είναι ξεροκέφαλα. Και κάποια στιγμή παίρνουν την εκδίκησή τους. Χάρη στις συνεχείς και άοκνες προσπάθειες συγγενών των θυμάτων, το έγκλημα των Τεμπών δεν ξεχάστηκε. Συνέβαλε σ’ αυτό και η κοροϊδία με τον τότε αρμόδιο υπουργό Κώστα Αχ. Καραμανλή, ο οποίος παραιτήθηκε την επομένη του δυστυχήματος και μετά από ενάμιση μήνα ήταν ξανά υποψήφιος. Ο κ. Μητσοτάκης έκανε το λάθος να του το επιτρέψει, χωρίς να λάβει υπόψη του ότι η υποψηφιότητά του έσβησε την αρχική ανάληψη της πολιτικής ευθύνης.



Η κυβερνητική προπαγάνδα δεν είναι πλέον ικανή να κατατροπώσει τα γεγονότα. Η ζημιά αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις και η αγωνία στο μέγαρο Μαξίμου για την κατρακύλα του ποσοστού της ΝΔ είναι έκδηλη.


Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν αντέχει την κριτική, τις παρεμβάσεις ξένων αξιωματούχων, τις αποκαλύψεις. Επιτέθηκε στη ευρωπαία εισαγγελέα, επειδή δήλωσε ότι η ελληνική κυβέρνηση εμποδίζει την έρευνα. Και τώρα βλέπει ότι πίσω από τις νέες αποκαλύψεις (“μονταζιέρα”) κρύβονται “οργανωμένα οικονομικά συμφέροντα“.



Τα γεγονότα, λοιπόν, είναι αυτά που έχουν πάρει την κυβέρνηση από κάτω. Και οι επικείμενες ευρωεκλογές θα επιβεβαιώσουν ότι η περίοδος της άνεσης και της κυριαρχίας έχει περάσει ανεπιστρεπτί.


Η στάση της αντιπολίτευσης -και μετά τις χτεσινές αποκαλύψεις για τα Τέμπη- δεν είναι σοβαρή.


Η “απαίτηση” του Στέφανου Κασσελάκη να παραιτηθεί ο πρωθυπουργός και να γίνουν εκλογές με παρουσία διεθνών παρατηρητών είναι ανάλογη της σοβαρότητας των αναρτήσεων στο TikTok.


Αλλά και η κατάθεση πρότασης δυσπιστίας αποβλέπει μόνο στον εντυπωσιασμό. Είναι αλυσιτελής. Και το μόνο που θα πετύχει θα είναι η συσπείρωση των βουλευτών της ΝΔ, οι οποίοι φυσικά θα στηρίξουν την κυβέρνησή τους. Εννιά μήνες μετά τις εκλογές και το 41% δεν μπορούν να κάνουν τίποτα άλλο.


Σε μια στιγμή που η τραγωδία των Τεμπών πλήττει καίρια την κυβέρνηση και ανοίγει ακόμα και κυβερνητικά στόματα (ήδη ένας υπουργός και βουλευτές βάλλουν εναντίον του Κώστα Αχ. Καραμανλή), η πρόταση μομφής από την αντιπολίτευση απλώς θα συσπειρώσει την κυβερνητική πλειοψηφία.


Η “μομφή” για την κυβέρνηση και τη ΝΔ δεν θα έρθει από τη Βουλή. Θα έρθει από τους ψηφοφόρους στις ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου. Και τότε, (ότ)αν η κυβέρνηση θα είναι πληγωμένη και αδύναμη, θα είχε νόημα μια πρόταση δυσπιστίας, η οποία θα επιδείνωνε περαιτέρω τη θέση της. Αλλά δεν θα μπορεί να κατατεθεί, διότι δεν θα έχουν περάσει έξι μήνες από την προηγούμενη, δηλαδή αυτή που θα κατατεθεί αύριο.


Οι κυβερνήσεις δεν πέφτουν στη Βουλή από προτάσεις δυσπιστίας της αντιπολίτευσης. Συνήθως εμφανίζονται ενισχυμένες, αφού παίρνουν ψήφο εμπιστοσύνης. Η αντιπολίτευση ας αφήσει στην άκρη τέτοιες κινήσεις εντυπωσιασμού, είναι άσκοπες. Τα γεγονότα κάνουν καλύτερη δουλειά από προτάσεις μομφής.


Το είπε ο παλιός πρωθυπουργός της Βρετανίας Χάρολντ Μακμίλαν, όταν τον ρώτησαν ποιος ήταν ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την κυβέρνησή του: “Τα γεγονότα, αγαπητέ μου, τα γεγονότα”. Ο κ. Μητσοτάκης το βλέπει πια κάθε μέρα. Και δεν μπορεί να τα ελέγξει όση προπαγάνδα και να επιστρατεύσει. 

Κυριακή 24 Μαρτίου 2024

Πρωτοβουλία Ανδρουλάκη για πρόταση δυσπιστίας μετά το δημοσίευμα σοκ για μοντάζ στις συνομιλίες του σταθμάρχη..

 Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ καλεί τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων και αναλαμβάνει πρωτοβουλία για πρόταση δυσπιστίας.

 

Την πρωτοβουλία για την υποβολή πρότασης δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης ανακοίνωσε ότι αναλαμβάνει ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ - ΚΙΝΑΛ, Νίκος Ανδρουλάκης, με δήλωσή του.


Το σημερινό δημοσίευμα της εφημερίδας "Το Βήμα", που κάνει λόγο για "μοντάζ" στις συνομιλίες του σταθμάρχη το μοιραίο βράδυ της τραγωδίας των Τεμπών, αποτελεί θρυαλλίδα πολιτικών εξελίξεων, με τον Νίκο Ανδρουλάκη να καλεί σε συστράτευση τα κόμματα της αντιπολίτευσης.


"Γι’ αυτό υπάρχει μόνο ένας δρόμος: η πρόταση δυσπιστίας. Αναλαμβάνω τη θεσμική πρωτοβουλία και καλώ όλα τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων" ανέφερε χαρακτηριστικά.

 

"Οι σημερινές αποκαλύψεις αποδεικνύουν ότι το έγκλημα των Τεμπών είναι ένα διαρκές έγκλημα. Είναι εξοργιστικό ότι την ώρα που 57 άνθρωποι έχασαν με άδικο και τραγικό τρόπο τις ζωές τους, την ώρα που θρηνούσαν οι οικογένειές τους και εκατομμύρια Έλληνες σκέπτονταν ότι στο μοιραίο τρένο θα μπορούσαν να είναι τα δικά τους παιδιά, κάποιοι είχαν την προτεραιότητα να αφαιρέσουν συνομιλίες του επίμαχου σταθμάρχη, να τις χαλκεύσουν και να τις διοχετεύσουν σε φιλικά μέσα για να ενισχύσουν το αφήγημα περί ανθρώπινου λάθους", πρόσθεσε.


"Κι όλα αυτά πριν τις παραλάβει η Αστυνομία και η Δικαιοσύνη. Απέναντι μας έχουμε μια αδίστακτη αγέλη εξουσίας, που καταπατά ανθρώπινα δικαιώματα και υπονομεύει το κράτος δικαίου" κατέληξε αυστηρά στο μήνυμά του.

 

Αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι στιγμής, η Νέα Αριστερά γνωστοποίησε με ανακοίνωσή της ότι θα στηρίξει την πρόταση δυσπιστίας.

Παρασκευή 22 Μαρτίου 2024

Ένα σκάνδαλο αγνοείται, ένα έγκλημα σκεπάζεται από παχυδερμισμό




Η αίσθηση ότι οι πολιτικοί σπανίως τιμωρούνται για σκανδαλώδεις πράξεις και παραλείψεις παγιώνεται. Τα δύο πιο πρόσφατα παραδείγματα.


 γράφει ο Γιώργος Καρελιάς

 

Ένα σκάνδαλο ή ένα έγκλημα, στα οποία εμπλέκονται πολιτικά πρόσωπα, εκκαθαρίζονται με δύο τρόπους: πολιτικά και δικαστικά. Τι γίνεται, όμως, αν η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης αποδεικνύεται προσχηματική;


Και αν η δικαστική έρευνα δεν έχει βρει κανέναν ένοχο; Και στις δύο αυτές περιπτώσεις παγιώνεται η αίσθηση ότι οι πολιτικοί σπανίως τιμωρούνται για σκανδαλώδεις πράξεις και παραλείψεις και η εκάστοτε πλειοψηφία μπορεί να ελέγχει τα πάντα και να απαλλάσσει τους δικούς της.


Τα δύο πιο πρόσφατα παραδείγματα επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές:

1.Το σκάνδαλο των υποκλοπών κοντεύει να μουχλιάσει σε κάποια εισαγγελικά γραφεία.


Κοντεύουν δύο χρόνια από τότε που ξέσπασε και δεν γνωρίζουμε τίποτα για τη δικαστική έρευνα. Παρά τις πομπώδεις υποσχέσεις του πρώην εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, κανένα αποτέλεσμα της έρευνας δεν έχει γίνει γνωστό. Δεν έχει κληθεί κάν ως μάρτυρας ο πρώην γραμματέας του πρωθυπουργού, ο οποίος αποπέμφθηκε ως έχων την πολιτική ευθύνη για την παρακολούθηση από την ΕΥΠ του Νίκου Ανδρουλάκη. Έτσι, ο κ. Δη μητριάδης δεν έχει δώσει καμιά εξήγηση γι’ αυτό που συνέβη στο χώρο ευθύνης του. Και όχι μόνον αυτό. Ελεύθερος και ωραίος, μοιράζει εκφοβιστικές αγωγές σε όσα μέσα ενημέρωσης τολμούν να θέτουν ερωτήματα για τις ευθύνες του.



Το σκάνδαλο των υποκλοπών είναι η χαρακτηριστικότερη περίπτωση διάψευσης της διαβεβαίωσης ότι «η δικαιοσύνη ερευνά και θα καταλογίσει τις όποιες ευθύνες». Εκτός αν ουδείς είναι υπεύθυνος. Αλλά πρέπει να μας το πουν.


2. Η τραγωδία των Τεμπών ερευνάται από τις δικαστικές αρχές.


Θα περιμένουμε το αποτέλεσμα. Αλλά κι αυτή είναι η χαρακτηριστικότερη περίπτωση προσχηματικού καταλογισμού της πολιτικής ευθύνης. Την επομένη της τραγωδίας ο αρμόδιος υπουργός παραιτήθηκε. Όμως, έπειτα από ενάμιση μήνα, ήταν υποψήφιος βουλευτής. Επομένως, καμία πολιτική ευθύνη δεν ανέλαβε. Η παραίτησή του ήταν προσχηματική και υποκριτική. Και ο πρωθυπουργός, που τα επέτρεψε αυτά, θα κουβαλάει εσαεί το στίγμα.



Ο πρωθυπουργός δεν πήγε χτες στη Βουλή για να υπερασπιστεί την απόφαση των βουλευτών της πλειοψηφίας ότι κανένα πολιτικό πρόσωπο δεν έχει ευθύνη για το έγκλημα των Τεμπών. Άφησε αυτό το έργο στον κ. Βορίδη. Και έβαλε τον εκπρόσωπό του να πει ότι στελέχη της αντιπολίτευσης έχουν κολλήσει σαν βδέλλες σε συγγενείς των θυμάτων και εκμεταλλεύονται κομματικά την τραγωδία.


Σε τέτοιες περιπτώσεις η αντιπολίτευση καταφεύγει σχεδόν πάντα σε τέτοια εκμετάλλευση. Δεν ανακαλύπτει την πυρίτιδα ο κ. Μαρινάκης, το έχει κάνει και το κόμμα του στο παρελθόν. Το κακό για την κυβέρνηση είναι ότι, αν η αντιπολίτευση έχει βδέλλες, υπάρχουν υπουργοί και κυβερνητικοί βουλευτές που έχουν συμπεριφορά παχύδερμων.


Διότι είναι παχυδερμισμός να αποδέχεσαι και να προσπαθείς να επιβάλλεις ότι για ένα τέτοιο έγκλημα φταίνε όλοι οι άλλοι πλην των πολιτικών προσώπων. Με τον παχυδερμισμό και τον κυνισμό που τους διακρίνει δεν αποκλείεται αύριο να μας πουν ότι ο μόνος που σίγουρα φταίει είναι ο Χατζηπετρής. 

Πέμπτη 21 Μαρτίου 2024

Επιχείρηση “βυθίσατε το ΠΑΣΟΚ”

 


γράφει ο Νίκος Μπίστης

 

 

Αμέσως μετά το Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ και, αφού βεβαιώθηκε η ΝΔ για τη μετάλλαξη του κόμματος υπό την ηγεσία Κασσελάκη, ξεκίνησε με εντατικούς ρυθμούς την αποδόμηση του ΠΑΣΟΚ και του Νίκου Ανδρουλάκη. Το σχέδιο είναι παραπάνω από εμφανές. Η γενική τάση πανευρωπαϊκά είναι προς τα δεξιά με έμφαση στην Ακροδεξιά.


Η ΝΔ εκτιμά ότι οι όποιες απώλειές της θα αναπληρωθούν με ποικίλους τρόπους. Η πιθανή ενίσχυση της light Ακροδεξιάς του Βελόπουλου ουδόλως την ανησυχεί. Ο Βελόπουλος όποτε χρειάστηκε – πχ αντικατάσταση μελών της ενοχλητικής ΑΔΑΕ-  συνέδραμε την κυβέρνηση Μητσοτάκη και όλα συνηγορούν ότι θα αποτελέσει μελλοντικά χρήσιμη εφεδρεία. Συναγωνίζεται σε σοβαρότητα τον Κασσελάκη και όσες πιθανότητες έχει να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο ο ένας, άλλες τόσες έχει και ο άλλος. Ένα τμήμα του λαού αρέσκεται να κάνει την πλάκα του, αλλά μέχρι ενός σημείου. Η πέραν του Βελόπουλου Ακροδεξιά, πολιτική, θρησκευτική, γραφική θα συγκεντρώσει ένα ποσοστό -ευρωεκλογές και χαλαρή ψήφος γαρ- που όμως δεν θα απειλήσει την κύρια έκφραση της συντηρητικής παράταξης.


Η προσοχή της ΝΔ έχει στραφεί προς τον βάλτο ενός απροσδιόριστου κέντρου. Καθόλου τυχαία, ενεργοποιήθηκαν ταυτοχρόνως οι Δημοκράτες του Ανδρέα Λοβέρδου και η δεξιά πτέρυγα του ΠΑΣΟΚ. Αυτή δηλαδή που στη διαδοχή της Φώφης Γεννηματά υποστήριζε σύσσωμη την υποψηφιότητα Λοβέρδου με ό,τι αυτή πολιτικά σηματοδοτούσε.



Το προσωποπαγές κόμμα Λοβέρδου περισσότερο θα θίξει το ΠΑΣΟΚ και λιγότερο τη ΝΔ. Το  ποσοστό δε που θα συγκεντρώσει ευλόγως θα προσμετράται στο σύνολο της συντηρητικής παράταξης στην οποία οι πάντες εδώ και καιρό προσμετρούν τον αρχηγό του κόμματος.


Εν τω μεταξύ, η δεξιά πτέρυγα ενεργοποιήθηκε και δια πράξεων ή παραλείψεων σε όλα τα επίμαχα νομοσχέδια της επικαιρότητας (επιστολική ψήφος, γάμος και τεκνοθεσία ομόφυλων ζευγαριών, ιδιωτικά πανεπιστήμια), έδειξε τα δόντια της δημιουργώντας πονοκεφάλους στον Ανδρουλάκη, στραπατσάροντας ταυτόχρονα την εικόνα της ήρεμης, ανερχόμενης και σίγουρα δεύτερης στις ευρωεκλογές δύναμης. Ο συνδυασμός προβολής του Κασσελάκη (ακόμα και η αρνητική διαφήμιση ήταν μέρος του παιγνιδιού) από τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης και υπονόμευσης εκ των έσω του Ανδρουλάκη, μετέτρεψε την βεβαιότητα σε μονομαχία για τη δεύτερη θέση με χαμηλά ποσοστά για αμφότερους.



Ο ίδιος ο Ανδρουλάκης δεν είναι άμοιρος ευθυνών. Ικανοποιημένος από την φωτογραφία της στιγμής που του εξασφάλιζε το αμφίβολης σημασίας τρόπαιο της δεύτερης θέσης, θεώρησε ότι τα πράγματα έτσι ευθύγραμμα και αδιατάρακτα θα εξελιχθούν. Ότι κρατώντας ισορροπίες και χαϊδεύοντας την δεξιά του πτέρυγα ώστε να μην αλληθωρίσει προς τη Νέα Δημοκρατία, μπορούσε να πορεύεται άχρωμος, άοσμος και ασφαλής, με παραλυτικούς μέσους όρους. Τηρουμένων των αναλογιών διέπραξε το ίδιο σφάλμα με τον Τσίπρα που δίσταζε πάντα την τελευταία στιγμή να αποπέμψει τον Πολάκη και μαζί του ό,τι αρνητικό εκπροσωπούσε και όσους εξέφραζε. Μέχρι που τους βρήκε όλους αυτούς απέναντι να του κουνάνε το δάκτυλο όταν -πολύ αργά είναι αλήθεια- συνειδητοποίησε πού βαδίζει το κόμμα του.


Ο Ανδρουλάκης είχε όλες τις δυνατότητες να στρέψει το κόμμα του προς τα αριστερά, να το επανασυνδέσει με τις καλύτερες παραδόσεις του ΠΑΣΟΚ, να στηριχθεί σε μια νέα γενιά στελεχών που ήθελαν να ανανεώσουν την σοσιαλδημοκρατία, να ανιχνεύσουν κοινούς δρόμους με την ανανεωτική και ριζοσπαστική Αριστερά και από κοινού να δώσουν ελπίδα στον κόσμο της δημοκρατικής παράταξης ο οποίος επιθυμεί ενότητα, σοβαρότητα και μαχητικότητα απέναντι στην Δεξιά. Αντ’ αυτών επαναπαύτηκε και συμβιβάστηκε, αντί να αναζητήσει τον δρόμο της πολιτικής, επέλεξε την σιγουριά της ακινησίας που νόμισε ότι του δίνει πλεονέκτημα έναντι  του καταρρέοντος μέχρι τότε δεύτερου. Μόνο που ο αντίπαλος και τα επιτελεία του θέλουν δυο σχεδόν ισοδύναμους δευτεροτρίτους και μια συνολικά χωλαίνουσα δημοκρατική παράταξη.


Σε δυο ευκαιρίες που του παρουσιάστηκαν για να προσανατολίσει ορθά το κόμμα του, ο Ανδρουλάκης ενήργησε φοβικά απογοητεύοντας τον δημοκρατικό κόσμο. Στην εκδήλωση -συζήτηση ανάμεσα στην Αχτσιόγλου, τον Χριστοδουλάκη και τον Τεμπονέρα- εξαφανίστηκε αφήνοντας να διαρρεύσει η δυσφορία του για την παρουσία του στελέχους του κόμματος του. Και στην πρόταση της Νέας Αριστεράς για από κοινού κατάθεση πρότασης δυσπιστίας προς την κυβέρνηση της ΝΔ, μετά από τρίωρη ταλάντευση επέλεξε να συρθεί πίσω από την άρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Έτσι, μια πρόταση win win για όλη την δημοκρατική αντιπολίτευση έγινε lose για το ΠΑΣΟΚ.


Ίσως υπάρχει ακόμα χρόνος για το ΠΑΣΟΚ και προσωπικά τον Ανδρουλάκη. Αρκεί να συνειδητοποιήσει τι τον περιμένει αν συνεχίσει ακίνητος πατώντας σε δυο βάρκες. Αν δεν αντιδράσει πολιτικά -εγκαταλείποντας την παθητική στάση που σταδιακά τον έφερε με την πλάτη στον τοίχο- οι αντίπαλοι του θα αποθρασυνθούν. Γιατί ακόμα δεν έχει δει τίποτε από όσα του επιφυλάσσουν.


Όλη αυτή η κατάσταση στο ΠΑΣΟΚ μου φέρνει στον νου την δεινή θέση στην οποία έχουν βρεθεί τα στελέχη εκείνα του ΣΥΡΙΖΑ που αντιπολιτεύονται αισχυντηλά τον Κασσελάκη. Πρώτα «μέχρι το Συνέδριο», τώρα «μέχρι τις ευρωεκλογές», αύριο «μέχρι τις εθνικές εκλογές», μεθαύριο μέχρι την Δευτέρα Παρουσία ενός κόμματος και ενός αρχηγού που δεν θα έχουν πλέον σχέση με την Αριστερά.


Αντί να πολιτικοποιήσουν και αναδείξουν τις διαφορές τους στην οικονομία, την φορολογία, την εξωτερική πολιτική και τον εθνικισμό, την αμερικανιά με το ελληνικό όνειρο και άλλα πολλά, επέλεξαν να αριθμοποιήσουν και σχετικοποιήσουν τις διαφορές τους. «Αν δεν βγεις δεύτερος στις ευρωεκλογές, πρέπει να φύγεις» λένε. «Αν όμως βγει» είναι πλέον υποχρεωμένοι να παραδεχθούν ότι θα μείνει με τις ευλογίες τους, ό,τι και αν λέει, ότι και αν κάνει. Αυτές είναι οι συνέπειες της απουσίας πολιτικής και αντικατάστασης της με την αριθμητική. Με τον πήχυ που συνεχώς κατεβαίνει ώστε πολιτικοί με χαμηλές δυνατότητες και προσδοκίες να τον περνάνε ενώ ο τόπος σκοντάφτει.


Από όλα αυτά προκύπτει αβίαστα η αναγκαιότητα και χρησιμότητα της Νέας Αριστεράς. Η Νέα Αριστερά δεν υπάρχει μόνο για τον κόσμο της Αριστεράς, για την τιμή, την αξιοπρέπεια, την Ιστορία και την περηφάνεια αυτού του κόσμου. Υπάρχει και για να συμβάλει ως καταλύτης στην ανασύνθεση και ανασυγκρότηση μιας μεγάλης κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας. Για την αντεπίθεση αμέσως μετά τις ευρωεκλογές της δημοκρατικής παράταξης. Που θα γίνει με πρόγραμμα και συμμαχίες. Γι’ αυτό πρέπει να επιδιώξει να γίνει υποδοχέας ευρύτερης δημοκρατικής ψήφου, εμβρυουλκός επαναφοράς στην πολιτική χιλιάδων απογοητευμένων πολιτών.

Τρίτη 19 Μαρτίου 2024

“Σώστε τον Κασσελάκη” για να “κρυφτεί” η εκλογική βουτιά της ΝΔ…

 


Στους σχεδόν τρεις μήνες που απομένουν μέχρι τις ευρωεκλογές, η κυβερνητική προπαγάνδα θα επικεντρωθεί στο στόχο να “διασωθεί” ως αντίπαλος ο ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη.

γράφει ο Γιώργος Καρελιάς

 

Κάτι λιγότερο από τρεις μήνες απομένουν για τις ευρωεκλογές και η πολιτική κατάσταση στη χώρα είναι, φαινομενικά, αμετάβλητη. Η ΝΔ φαίνεται να διατηρεί την κυριαρχία της ελλείψει υπολογίσιμου αντιπάλου, καθώς ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ εξακολουθούν να βολοδέρνουν με μικρομεσαία ποσοστά.

 

 Έτσι φαίνεται. Όμως, καμιά φορά τα φαινόμενα (μπορεί να) απατούν. Ενώ η κυριαρχία αυτή θα έπρεπε να καθησυχάζει τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τους συν αυτώ συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Στο μέγαρο Μαξίμου επικρατεί μεγάλη ανησυχία για το τι μπορεί να βγάλουν οι ευρωκάλπες της 9ης Ιουνίου.

 

 

Η πτώση που παρουσιάζουν τα δημοσκοπικά ποσοστά της ΝΔ είναι ανησυχητική και σε καμιά περίπτωση δεν είναι αποτέλεσμα μόνο της «φυσιολογικής» φθοράς της κυβέρνησης. Η καταγραφή του ποσοστού της ΝΔ σε πολλές δημοσκοπήσεις είναι κάτω από 30% και σε ορισμένες κάτω και από 25%.

 

 

Και μπορεί η λεγόμενη «εκτίμηση» της πρόθεσης ψήφου να το ανεβάζει αρκετά, αλλά αυτό δεν καθησυχάζει τον πρωθυπουργό και το επιτελείο του. Διότι μπορεί να διαψευστεί και να έχουμε εκπλήξεις, αν το εκλογικό σώμα δεν συμπεριφερθεί «προβλέψιμα». Υπενθυμίζουμε ότι στις  βουλευτικές εκλογές του Μαΐου του 2023 όλες οι δημοσκοπήσεις «εκτιμούσαν» το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ, κατά μέσο όρο, μεταξύ 25% και 30%, αλλά οι κάλπες έβγαλαν 18%.

 

Για  να μην διαταραχθεί η κυριαρχία Μητσοτάκη, η ΝΔ πρέπει να πετύχει δύο στόχους, αθροιστικά ή διαζευκτικά, στις 9 Ιουνίου. Πρώτον, το ποσοστό της να μην πέσει κάτω από το 33% των ευρωεκλογών του 2019. Και, δεύτερον, ακόμα κι αν συμβεί αυτό, να μην υπάρχει κόμμα που θα καταλάβει τη δεύτερη θέση με ποσοστό που να προσεγγίζει το 20%.

 

 

Αν οι στόχοι επιτευχθούν, η ΝΔ και ο Μητσοτάκης θα συνεχίσουν τον υγιεινό περίπατό τους. Αντίθετα, τα «όργανα» θα αρχίσουν ξανά στον ΣΥΡΙΖΑ και, ενδεχομένως, στο ΠΑΣΟΚ, αν παραμείνει εκλογικά στάσιμο και δεν κατακτήσει τη δεύτερη θέση.

Πανηγυρίζοντας επί των ερειπίων του ΕΣΥ

 


γράφει ο Παντελής Μπουκάλας

 

Σημείο πρώτο: Με τις λέξεις μπορούμε να κάνουμε οτιδήποτε: το καλό και το κακό, το όμορφο και το κακάσχημο, το τίμιο και το άθλιο. Ή σχεδόν οτιδήποτε, γιατί δεν είμαστε ακόμα θεοί ώστε να λέμε «ζωή» και να γίνεται ζωή, να λέμε «κόσμος» και να γίνεται κόσμος· αυτό ούτε η ποίηση με την περίφημη μαγική γλώσσα της δεν το κατορθώνει. Βεβαίως, λέμε «θάνατος» και συντελείται ο θάνατος: των εθνικών εχθρών, των ιδεολογικών και κοινωνικών αντιπάλων, των ανταγωνιστών στα έργα και τις νύχτες της παρανομίας, κάποτε των αντεραστών, κ.ο.κ.


Η καταστροφή όμως είναι το μισό της θεϊκής δύναμης. Το άλλο μισό, η δημιουργία, και δη διά θαυμάτων, δεν είναι ακόμα του χεριού μας. Του χεριού μας φυσικά ήταν από την αρχή του ανθρώπινου βίου και θα είναι έως το τέλος του η δημιουργία θεοτήτων. Αυτές μάς πλάθουν με πηλό ή ό,τι άλλο επιλέγει η θεογονική και κοσμογονική μας φαντασία, νωρίτερα όμως τις πλάσαμε εμείς με λέξεις. Και με λέξεις αρχικά σφαζόμαστε για το ποιανών ο θεός είναι ο αληθινός και μόνος· έπειτα πιάνουν δουλειά τα τόξα και τα ακόντια, οι σπάθες, τα ντουφέκια, τώρα οι πύραυλοι.


Σημείο δεύτερο: Τις λέξεις, εκ γενετής ορφανές, μπορούμε να τις κάνουμε οτιδήποτε, όπως ξέρουμε πριν και από τον Θουκυδίδη. Μπορούμε λοιπόν να χλευάσουμε την «ειωθυία» σημασία τους, τη συνηθισμένη, την αποδεκτή ως κοινό νόμισμα. Να τις ανατρέψουμε, να αναποδογυρίσουμε το νόημά τους, να τις ντροπιάσουμε, να τις μαγαρίσουμε, να τις καταχραστούμε, να τις διαβάλουμε, να τις κηδέψουμε.


Εκεί όπου τέμνονται οι κόσμοι των δύο σημείων συναντάμε όσους πιστεύουν αφενός ότι μπορούν να κάνουν οτιδήποτε με τις λέξεις, αφετέρου ότι μπορούν να κάνουν οτιδήποτε τις ίδιες τις λέξεις. Καθόλου περίεργο, ανήκουν στη χορεία όσων έχουν στα χέρια τους εξουσία, πρωτίστως πολιτική, και ΜΜΕ στο πλευρό τους, που τους επιτρέπουν «να λένε και να γίνεται»· να γίνεται καθηλωτική εικόνα και διάχυτη πίστη και το ψεύδος ακόμα.


Μια από τις λέξεις που δεινοπαθούν στο στόμα και τα γραπτά τους είναι η «μεταρρύθμιση». Τον όρο τον μαθαίνουμε παιδιόθεν ως άγγελο καλών ειδήσεων, ως φορέα θετικού νοήματος: αλλαγή με σκοπό το καλύτερο αποτέλεσμα. Καιρό τώρα όμως καλούμαστε να αποδεχτούμε σιωπηρά πως «μεταρρύθμιση» είναι ό,τι «επιτέλους ανατρέπει τους αναχρονισμούς της μεταπολίτευσης». «Ε, μισός αιώνας, φτάνει πια, ώρα να γίνουμε Ευρώπη» θ’ ακούγαμε δίκην εξηγήσεως, αν ήταν κάπως αλλιώς τα πράγματα. Επειδή όμως εσχάτως η Ευρώπη μάς τραβάει το αυτί για πολλά και διάφορα, μηρυκάζουμε μια άλλη φρασούλα: «Ε, μισός αιώνας, φτάνει πια. Ωρα να πετάξουμε τα βαρίδια του παρελθόντος».


Το 40% των χειρουργικών αιθουσών έχει βάλει την πινακίδα «κλειστόν».


Ποιο το βαρύτερο βαρίδι; Ποιος ο αναχρονιστικότερος αναχρονισμός; Πασίδηλο: ό,τι θυμίζει τον οφειλόμενο δημόσιο, κοινωνικό χαρακτήρα της πολιτείας, αυτόν που της ορίζει το Σύνταγμα, ένα αναχρονιστικό κιτάπι κι αυτό, όπως έδειξε η απροβλημάτιστη περιφρόνηση που του επιφύλαξε στη Βουλή η κυβερνητική πλειοψηφία, στην ψηφοφορία για το σχέδιο νόμου περί ιδρύσεως «μη κερδοσκοπικών» πανεπιστημίων.


«Μη κερδοσκοπικά»… Εδώ πια δεν ανατρέπεται μόνο το νόημα των λέξεων, δι’ ενός ευφημισμού. Ανατρέπεται με μια απλή ψηφοφορία ο ίδιος ο καπιταλισμός. Αίφνης, το κοινό πληροφορείται μέχρι δακρύων συγκινημένο ότι υπάρχουν εκεί έξω, στην Ελλάδα, στην Ευρώπη, στην Αμερική, κεφαλαιούχοι (αποφευκτέος ο σφόδρα αναχρονιστικός όρος «κεφαλαιοκράτες») οι οποίοι περίμεναν υπομονετικά επί δεκαετίες να τους δοθεί η ευκαιρία να ολοκληρωθούν ψυχικά και πνευματικά· να αποδείξουν το αγαθό ποιόν τους· να πιστοποιήσουν το πάθος τους για ανιδιοτελή προσφορά· να αποσείσουν επιτέλους από πάνω τους την ανυπόστατη κατηγορία ότι νοιάζονται αποκλειστικά για τα υλικά ωφελήματα, όπως ορίζει άλλωστε το συμφέρον τους και η ταξική τους ταυτότητα.


Και νά. Τώρα τους παρέχεται επιτέλους η δυνατότητα να υπηρετήσουν αυτοθυσιαστικά τη νέα Ελλάδα, ώστε να επιστρέψουν εμπράκτως ένα μικρό, μικρότατο μέρος των τεράστιων οφειλών τους στην αρχαία Ελλάδα. Ομορφο ακούγεται. Πολύ όμορφο για να ‘ναι αληθινό – και πιστευτό. Ισως φταίει το τάιμινγκ. Πιο ταιριαστό θα ήταν να ακουστούν όλα αυτά τα παραμυθένια το 2021, στην εμβληματική επέτειό μας. Νά, κάτι τέτοιο: «Στους δύο αιώνες από τη γέννηση του ελληνικού κράτους, οι νέοι φιλέλληνες αποφάσισαν να ιδρύσουν στην Ελλάδα μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια».


Αναχρονιστική η δημόσια Παιδεία, άρα μεταρρυθμιστέα – και «όπου βγει». Αναχρονιστικότατη η δημόσια Υγεία, άρα μεταρρυθμιστέα – και ξέρουμε πού θα βγει: στην ολοκλήρωση της διάλυσης του ΕΣΥ, που καταλήγει κανείς να τη θεωρεί εσκεμμένη, έτσι συστηματική όπως είναι. «Κανονικά», αν δεν είχε ανατραπεί η κλίμακα των αξιών μαζί με το νόημα των λέξεων, ένας υπουργός Υγείας, έστω κι αν πρόκειται για τον κ. Αδωνη Γεωργιάδη, θα έπρεπε να ντρέπεται πληροφορούμενος αρμοδίως αυτό που ξέρουν οι πάντες: ότι πάνω από 100.000 ασθενείς περιμένουν μήνες πολλούς ή και δύο ή τρία χρόνια να χειρουργηθούν· κινδυνεύοντας. Οι μισοί έχουν ένα δωδεκάμηνο αναμονής και υπομονής μπροστά τους, να καταπίνουν τους πόνους, την αγωνία και τον θυμό τους. Γιατί; Επειδή το 40% των χειρουργικών αιθουσών έχει βάλει την πινακίδα «κλειστόν». Γιατί; Επειδή δεν υπάρχουν γιατροί, ιδίως αναισθησιολόγοι, ούτε ειδικευμένοι νοσηλευτές. Γιατί δεν υπάρχουν; Επειδή δεν προσλαμβάνονται. Ελλείψει χρημάτων, λόγω μνημονίου; Αυτό ήταν το επιχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ, που απέτυχε και στον τομέα της Υγείας, δεν ισχύει σήμερα. Σήμερα φταίει η «προτεραιοποίηση».


Οι προσλήψεις δεν ήταν ποτέ στη «λίστα προτεραιοτήτων» του κ. Γεωργιάδη (ένα μυστήριο κι αυτό, η παράδοση της Υγείας από τη Νέα Δημοκρατία, μετά το 2014, στους τρεις του ΛΑΟΣ). Ούτε και το αίσθημα της ντροπής. Γι’ αυτό και ναρκισσεύεται πανευτυχής μπροστά στις λατρεμένες του κάμερες, και προσπερνάει κυνικά την αυτοκτονία ενός καρκινοπαθούς Κρητικού που, όπως έγραψε η κόρη του, «διαλύθηκε μέσα στο διαλυμένο ΕΣΥ, με εξετάσεις που έπρεπε να κάνει εκτός νοσοκομείου, με το εξαντλημένο φάρμακο της χημειοθεραπείας που έπρεπε να βρει και να φέρει ο ίδιος στο νοσοκομείο, χωρίς καμία ψυχολογική υποστήριξη, από τον Αννα στον Καϊάφα».


Πανηγυρίζοντας επί των ερειπίων, ο υπουργός δηλώνει υπερήφανος για τη «μεταρρύθμιση» των απογευματινών χειρουργείων, για την εμπορευματική ιδιωτικοποίηση του δημοσίου δηλαδή, με προσχήματα τυπικώς δημοκοπικά: «θα ωφεληθούν οι φτωχοί», κερδίζοντας δέκα θέσεις στη λίστα των εκατό ή των χιλίων. Αναμενόμενη η καύχησή του. Εκαστος εφ’ ω ετάχθη. 

Κυριακή 17 Μαρτίου 2024

Ένα κόμμα παρακολουθεί ατάραχο τη σουργελοποίησή του…



Ένα κόμμα που κάποτε ήταν αριστερό παρακολουθεί τη σταδιακή αποσύνθεσή του με τα στελέχη του να έχουν συμβιβαστεί με τις καθημερινές παραστάσεις ενός αρχηγού – σόουμαν.


 γράφει ο Γιώργος Καρελιάς

 

Ήταν κάποτε ένα κόμμα της Αριστεράς. Ήταν μικρό, αλλά είχε αρχηγούς με προσωπικότητα: Δρακόπουλος, Μπανιάς, Κύρκος, Δαμανάκη, Κωνσταντόπουλος, Αλαβάνος. Έγινε μεγάλο και κυβέρνησε: Τσίπρας.


Στις τελευταίες εκλογές ηττήθηκε συντριπτικά. Και τα απελπισμένα μέλη του, η πλειοψηφία τους, έκαναν το απονενοημένο διάβημα. Εξέλεξαν αρχηγό έναν ουρανοκατέβατο, παντελώς άσχετο με την Αριστερά: Κασσελάκης.


Έκτοτε παρακολουθούμε ένα κόμμα σε αφασία να παρακολουθεί τη σουργελοποίησή του: ο αρχηγός στο γυμναστήριο, ο αρχηγός στην καφετέρια, ο αρχηγός παντρεύεται, ο αρχηγός δανείζει το κόμμα του, ο αρχηγός πάει διακοπές, ο αρχηγός πάει για κούρεμα. Και λίγο πριν καταταγεί στο στρατό πάει σε τηλεοπτικό στούντιο και δείχνει τις αστακοκοσμημένες κάλτσες του. Η χαρά του Λιάγκα. Η επόμενη επίσκεψη μπορεί να είναι στην Αννίτα Πάνια. Ο αρχηγός δεν έχει ενδοιασμούς. Ο υπερχειλίζων μπιζιμποντισμός του καλύπτει κάθε πτυχή της ασόβαρης πολιτικής.



Ένα κόμμα που κάποτε ήταν αριστερό παρακολουθεί τη σταδιακή αποσύνθεσή του. Τα στελέχη του έχουν συμβιβαστεί με τις καθημερινές παραστάσεις ενός αρχηγού – σόουμαν, που είναι φορέας ενός (κακέκτυπου) τραμπισμού ή μπερλουσκονισμού, πασπαλισμένου με “αριστερές” ατάκες μέσα από επιμελημένα βιντεάκια. Τα στελέχη του δεν ενοχλούνται από δηλώσεις και πράξεις που κάποτε ήταν αδιανόητες για κόμμα και δη της Αριστεράς. Δεν τους απασχολεί ο διαρκής (εξ)ευτελισμός της κομματικής λειτουργίας και της πολιτικής πράξης. Συμπεριφέρονται δουλικά απέναντι στον αρχηγό που τους αγνοεί και τους ανακοινώνει τις αποφάσεις του από το ΤikTok.


Σε άλλες εποχές στελέχη ενός (κάποτε) αριστερού κόμματος θα μπορούσαν να καταλάβουν τι σημαίνει ο στίχος “μέχρι ο εξευτελισμός (τους) να γίνει τέλειος“… 

Σάββατο 16 Μαρτίου 2024

Είναι ανάρμοστο για πένθος το Facebook ή προσφέρει πολύτιμη παρηγοριά;



Οι νέοι μπαίνουν στο Facebook μόνο για τις προσφορές στο παλαιοπωλείο του Marketplace, την ώρα που εμείς οι μεγαλύτεροι ξύνουμε πληγές και πενθούμε απώλειες.


γράφει ο Δημήτρης Πολιτάκης

 

ΔΙΑΒΑΖΑ ΕΝΑ ΑΡΘΡΟ ΣΤΟΥΣ New York Times, σύμφωνα με το οποίο πολλοί εκπρόσωποι της λεγόμενης Γενιάς Ζ –οι σημερινοί εικοσάρηδες ας πούμε πολύ χονδρικά– συρρέουν καθημερινά στο Facebook όχι για να ποστάρουν, να δικτυωθούν ή να επικοινωνήσουν (ως γνωστόν, το Facebook είναι με διαφορά το πιο «γηριατρικό» από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης), αλλά για να εκμεταλλευθούν τυχόν ευκαιρίες στο μεγάλο παζάρι του Facebook Marketplace.


Όπως είναι φυσικό, ιδιαίτερη προτίμηση στο παραμάγαζο αυτό της γιγαντιαίας πλατφόρμας δείχνουν οι απανταχού φοιτητές που αναζητούν και συχνά βρίσκουν εκεί μεταχειρισμένα έπιπλα, σκεύη, αξεσουάρ και πάσης φύσεως αντικείμενα σε τιμή ευκαιρίας.


Σύμφωνα με μια έρευνα του 2022 από εταιρεία που παρέχει market data (το ίδιο το Meta δεν παρέχει τέτοιου είδους πληροφορίες), το Marketplace, το οποίο ιδρύθηκε το 2016, έχει πάνω από ένα δισεκατομμύριο ενεργούς χρήστες και είναι ο δεύτερος πιο δημοφιλής ιστότοπος για την αγοραπωλησία μεταχειρισμένων αγαθών μετά το eBay. 


Όσο κι αν είναι υπόλογα για ένα σωρό κακά, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης λειτουργούν ανακουφιστικά ή και θεραπευτικά ακόμα για πολλούς ανθρώπους οι οποίοι για διάφορους λόγους δεν έχουν πολλούς άλλους διαύλους επικοινωνίας και πενθούν πραγματικά όταν χάνονται φίλοι τους στην πλατφόρμα, ακόμα κι αν δεν τους είχαν συναντήσει ποτέ διά ζώσης.

Κάποιοι μάλιστα αποκαλούν το Facebook Marketplace, «το παλιατζίδικο του διαδικτύου». Αναρωτιόμουν πώς θα μπορούσε να χαρακτηριστεί κατ’ αναλογία το Facebook, γεμάτο καθώς είναι πλέον από μεσήλικες που φιλονικούν, παρεξηγούνται και ξερνάνε ατζέντα και schadenfreude (κακεντρέχεια) δεξιά κι αριστερά, με μοναδικά διαλείμματα εκεχειρίας όταν συμβεί κάποια απώλεια, είτε επιφανούς προσώπου είτε φίλου, φίλης ή οικείων τους. «Το καφενείο των συνταξιούχων»; «Το πανηγύρι της τοξικότητας»; «Το RIPάδικο του ψηφιακού σύμπαντος»;  

 

Τις προάλλες συνάντησα έναν παλιό και αγαπητό γνωστό – που είναι επίσης «φίλος» στο Facebook, αν όχι ακριβώς φίλος και στην πραγματική ζωή, αφού μπορεί να περάσει πολύς καιρός ανάμεσα στις συναντήσεις μας, που μπορεί να είναι εντελώς τυχαίες. Κάποια στιγμή, έφτασε η κουβέντα και στα οικογενειακά, οπότε τον πληροφόρησα ότι πριν από λίγους μήνες έφυγε από τη ζωή η μητέρα μου. «Έλα ρε, πότε συνέβη αυτό; Δεν είδα κάτι στο Facebook. Συλλυπητήρια».


Δεν τον αδικώ που θεώρησε αυτονόητο ότι θα έπρεπε να έχω κοινοποιήσει μια τέτοια απώλεια. Και κατανοώ απολύτως την ανάγκη των ανθρώπων που χάνουν κάποιον δικό τους να το μοιραστούν με την κοινότητα των διαδικτυακών φίλων με αντάλλαγμα λίγα λόγια συμπαράστασης και παρηγοριάς. Ακόμα περισσότερο όταν η απώλεια έχει να κάνει με πρόσωπο που υπήρξε κοινός διαδικτυακός φίλος με παρουσία στην πλατφόρμα μέχρι και μερικές μέρες πριν από το μοιραίο. 


Όσο κι αν είναι υπόλογα για ένα σωρό κακά, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης λειτουργούν ανακουφιστικά ή και θεραπευτικά ακόμα για πολλούς ανθρώπους οι οποίοι για διάφορους λόγους δεν έχουν πολλούς άλλους διαύλους επικοινωνίας και πενθούν πραγματικά όταν χάνονται φίλοι τους στην πλατφόρμα, ακόμα κι αν δεν τους είχαν συναντήσει ποτέ διά ζώσης.


Πριν από μερικές μέρες που έπεσε το Facebook για λίγες ώρες, είναι βέβαιο ότι κάποιοι άνθρωποι ζορίστηκαν πραγματικά, σαν να τους έκλεισε κάποιος ξαφνικά το φως χωρίς να γνωρίζουν πότε θα το επαναφέρει.


Παρ’ όλα αυτά, εξακολουθεί να μου φαίνεται ανάρμοστο το μέσο για εκδηλώσεις προσωπικού πένθους, σαν να καταστρατηγείται κάθε έννοια ιδιωτικότητας μέσα στον ορυμαγδό των reels, των memes και των stories, και να μου προκαλεί έντονη αμηχανία όταν βλέπω αναρτήσεις (και είναι πλέον πολύ συχνές δυστυχώς, έχουμε πια μπει πια σε τέτοιες ηλικιακές πίστες) που μοιάζουν με κηδειόσημα για ανθρώπους που δεν έχω γνωρίσει ποτέ. Ίσως είναι ο φόβος ότι μια μέρα το ίδιο θα συμβεί και μ’ εμάς – και μ’ εμένα δηλαδή. Ένα 24ωρο ψηφιακού πένθους ανάμεσα στους φίλους της πλατφόρμας και μετά σαν να μη συνέβη ποτέ.  

Πέμπτη 14 Μαρτίου 2024

Να μην κυριαρχήσει η ατιμωρησία

 


γράφει ο Λευτέρης Θ.Χαραλαμπόπουλος

Η κοινωνία έχει ανάγκη να δει ότι εάν κανείς είναι ένοχος, τότε αντιμετωπίζεται ως ένοχος 

Εδώ και μερικές ώρες η οργή ξεχειλίζει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με αφορμή την εισαγγελική πρόταση για την υπόθεση της 12χρονης.

 

Δεν αισθάνομαι ότι είναι απλώς ένα ακόμη παράδειγμα μιας προβληματικής άρνησης του «τεκμηρίου αθωότητας» που συχνά καταγράφεται στη σφαίρα της δημοσιότητας. Δεν είναι μόνο, δηλαδή, μια «τοξική» λογική «λαϊκού δικαστηρίου» που δεν σέβεται τους θεσμούς.

 

Πιστεύω ότι είναι ένας φόβος ότι για άλλη μια φορά θα κυριαρχήσει μια λογική ατιμωρησίας.

 

Υπάρχει, δηλαδή, ο φόβος ότι μια υπόθεση που δείχνει πώς λειτουργούν σε τοπικό πεδίο πρακτικές σεξουαλικής βίας και εκμετάλλευσης, δεν θα αντιμετωπιστεί από τη δικαιοσύνη με τον τρόπο που της αναλογεί.

 

Και αυτό στα μάτια της κοινωνίας λειτουργεί ως μία πρόκληση. Ιδίως όταν ένας από τους κύριους υπόπτους ήταν και τοπικός «πολιτικός παράγοντας».

 

Δεν είναι ότι η κοινωνία θέλει απλά να δει αυστηρές ποινές ή ότι περιμένει να θαυμάσει «αίμα στην αρένα».

 

Είναι ότι θέλει να ξέρει ότι εάν κάποιος παρανομήσει οι όποιες «πολιτικές πλάτες» δεν θα τον γλυτώσουν από τα χειρότερα.

 

Θέλει να αισθανθεί ότι όλοι είναι όντως ίσοι απέναντι στον νόμο.

 

Θέλει να πιστέψει ότι η διαρκής αυστηροποίηση του θεσμικού πλαισίου, όπως φάνηκε και από τις αλλαγές στον ποινικό κώδικα που πρόσφατα ψηφίστηκαν, δεν θα αφορά απλώς κάποιους φτωχοδιάβολους ή παραβατικούς πιτσιρικάδες αλλά και αυτούς που «έχουν άκρες».

 

Γιατί διαφορετικά αυτό που λέμε «εμπιστοσύνη στους θεσμούς» θα πάει περίπατο.

 

Άλλωστε, αυτό φάνηκε πολύ έντονα και από τον τρόπο που η κοινωνία αντιμετώπισε την εμφανή προσπάθεια της κυβέρνησης να εκμεταλλευτεί την κοινοβουλευτική της πλειοψηφία για να προφυλάξει τα στελέχη της από οποιαδήποτε τυχόν εμπλοκή τους στην υπόθεση των Τεμπών. Με αποκορύφωμα ένα πόρισμα που τα αποδίδει όλα στο «ανθρώπινο λάθος» και τη «μη τήρηση των κανονισμών».

 

Το να εμπεδωθεί αυτή τη στιγμή στην κοινωνία ένα διάχυτο αίσθημα ότι εξουσία σημαίνει και ατιμωρησία, είναι κάτι που στο τέλος του δρόμου θα έχει μεγάλο κόστος όχι μόνο για την ίδια την κυβέρνηση αλλά πιο συνολικά για την ίδια τη λειτουργία της δημοκρατίας και θα καταλήξει να τροφοδοτεί βαθιά αντιπολιτικά (αλλά και αντικοινοβουλευτικά) αντανακλαστικά. Αυτά, δηλαδή, που συνήθως εκμεταλλεύεται η άκρα δεξιά.

 

Και αυτό είναι κάτι που πρέπει να το σταθμίσουν προσεκτικά και η κυβέρνηση και τα κόμματα και η δικαιοσύνη.

Δευτέρα 11 Μαρτίου 2024

Ο Μητσοτάκης “φτιάχνει” αντίπαλό του το ΠΑΣΟΚ και μπορεί να το πληρώσει…



Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μετά από οκτώ χρόνια που είχε αντίπαλο τον ΣΥΡΙΖΑ, τώρα “επιλέγει” ως αντίπαλό του το ΠΑΣΟΚ και τον Ανδρουλάκη. Ο κίνδυνος που κρύβει αυτή η “επιλογή”.


 γράφει ο Γιώργος Καρελιάς


Οκτώ μήνες μετά τις εθνικές εκλογές του 2023 και τρεις μήνες πριν από τις Ευρωεκλογές του 2024 η εικόνα του πολιτικού σκηνικού δείχνει αμετάβλητη. Η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη εμφανίζεται κυρίαρχη, καθώς κανένα κόμμα της αντιπολίτευσης δεν φαίνεται ικανό να την απειλήσει. Σύμφωνα με την τρέχουσα πολιτική φιλολογία “ο Μητσοτάκης δεν έχει αντίπαλο“.


Τα δημοσκοπικά νούμερα είναι συντριπτικά υπέρ της ΝΔ. Ωστόσο ορισμένα από τα λεγόμενα “ποιοτικά στοιχεία” δεν είναι καθόλου καλά γι’ αυτήν. Στο κυρίαρχο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι πολίτες, την ακρίβεια, η συντριπτική πλειονότητα λέει ότι η κυβέρνηση έχει αποτύχει. Το ίδιο συμβαίνει και με την κατάσταση στη δημόσια υγεία. Ακόμα και στο θέμα της ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων, που η κυβέρνηση θεωρεί προνομιακό της πεδίο, υπάρχει μια πολύ ισχυρή μειοψηφία περί το 40% που διαφωνεί.


Στο κυβερνών κόμμα έχουν δύο προσδοκίες και μια αγωνία. Προσδοκούν οι ψήφοι διαμαρτυρίας να περιοριστούν σε “λελογισμένο” ποσοστό, έτσι ώστε το ποσοστό της ΝΔ να κινηθεί περί το 35%. Ταυτόχρονα, προσδοκούν να μην υπάρξει δεύτερο κόμμα με ποσοστό που θα ξεπερνάει το 15%. Έτσι, οι ευρωεκλογές θα είναι υγιεινός περίπατος για τον κ. Μητσοτάκη.




Αντιστοίχως, η αγωνία του πρωθυπουργού και των συν αυτώ είναι μήπως η ψήφος διαμαρτυρίας στις ευρωεκλογές “ξεφύγει” και το ποσοστό της ΝΔ κατρακυλήσει περί το 30% (ήταν 33% στις ευρωεκλογές του 2019). Και, επιπλέον, ελπίζουν αυτή η ψήφος να διασπαρεί και να μην ευνοήσει κανένα κόμμα εκτοξεύοντας το ποσοστό του περί το 20%.


Σύμφωνα με τις σημερινές εκτιμήσεις ο ΣΥΡΙΖΑ του Στέφανου Κασσελάκη θα υποστεί νέα καθίζηση και το 18% των βουλευτικών εκλογών του περασμένου Ιουνίου αποτελεί όνειρο απατηλό. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελεί πλέον υπολογίσιμο αντίπαλο για τη ΝΔ.



Μπερδεμένα εμφανίζονται τα πράγματα με το ΠΑΣΟΚ, το οποίο διεκδικεί μεν τη δεύτερη θέση, αλλά επί του παρόντος δείχνει ότι δυσκολεύεται να κάνει κάποιο εκλογικό άλμα.


Ωστόσο, ο κ. Μητσοτάκης και οι συν αυτώ φαίνεται ότι έχουν καταλήξει πως μόνο το ΠΑΣΟΚ μπορεί να γίνει στις ευρωεκλογές βασικός και υπολογίσιμος αντίπαλός τους. Γι’ αυτό και οι επιθέσεις εναντίον του, με κάθε αφορμή, πληθαίνουν. Ενδεικτικό είναι ότι το ΠΑΣΟΚ είχαν στο στόχαστρό τους στη συζήτηση για την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων.


Ο κ. Μητσοτάκης θέλει να αποκλείσει κάθε ενδεχόμενο να χάσει “κεντρώους” ψηφοφόρους που θα στραφούν στο ΠΑΣΟΚ και γι’ αυτό επιτίθεται στον Νίκο Ανδρουλάκη. Φαίνεται, δηλαδή, ότι ο πρωθυπουργός, μετά από οκτώ χρόνια που είχε αντίπαλο τον ΣΥΡΙΖΑ, τώρα “επιλέγει” ως αντίπαλό του το ΠΑΣΟΚ και τον Ανδρουλάκη, με στόχο να ψαλλιδίσει κάθε πιθανότητα να γίνει πραγματικός αντίπαλός του με την ψήφο στις ευρωεκλογές.


Ωστόσο η “επιλογή” αυτή κρύβει έναν κίνδυνο. Σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις, το ΠΑΣΟΚ είναι το μόνο κόμμα με πολύ υψηλή συσπείρωση, γεγονός που προϊδεάζει για νέα άνοδο του ποσοστού στις ευρωεκλογές. Αντίθετα, η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζουν χαμηλή συσπείρωση, γεγονός που προϊδεάζει για πτώση των ποσοστών τους. Αυτό που δεν μπορεί να υπολογιστεί είναι πόση θα είναι η άνοδος του ΠΑΣΟΚ και πόση η πτώση των άλλων δύο.


Επειδή στις ευρωεκλογές ζημιά παθαίνουν πρώτα τα κυβερνητικά κόμματα, η ΝΔ απειλείται με απώλειες από όλες τις πλευρές. Η ψήφιση του γάμου των ομοφύλων μπορεί να στρέψει τους πιο συντηρητικούς ψηφοφόρους προς ακροδεξιά κόμματα (ήδη η Ελληνική Λύση του Βελόπουλου εμφανίζει σημαντική άνοδο).


Από την άλλη πλευρά, το ΠΑΣΟΚ θα έχει την ευκαιρία να επαναπατρίσει τόσο “κεντρογενείς” ψηφοφόρους από τη ΝΔ όσο και “αριστερόστροφους” από τον κλυδωνιζόμενο ΣΥΡΙΖΑ και το βράδυ των ευρωεκλογών να καταστεί ο ισχυρός αντίπαλος για τη ΝΔ στις επόμενες βουλευτικές εκλογές. Και γι’ αυτό δεν του αρκεί μια ακόμα μικρή άνοδος, χρειάζεται ένα άλμα που θα κάνει τη ΝΔ να χάσει την αίσθηση της παντοδυναμίας.


Έτσι, το ΠΑΣΟΚ δεν πρέπει να πέσει στην παγίδα να πετύχει μόνο τη δεύτερη θέση με οποιοδήποτε (μικρομεσαίο) ποσοστό. Αν συμβεί αυτό, θα έχει πάθει αυτό που λέει η ρήση του Αμερικανού συγγραφέα Ζικ Ζίγκλαρ: “Αν στοχεύεις χαμηλά, θα πετυχαίνεις πάντα”…

Κυριακή 10 Μαρτίου 2024

Ο τυχαίος θάνατος ενός δημοσιογράφου

 


Η ιστορία, που φυσικά χάθηκε ανάμεσα σε μεγάλα γεγονότα, είναι διδακτική, όχι μόνο για τους δημοσιογράφους που με προχειρότητα μεταδίδουν μια είδηση χωρίς να ελέγξουν πρώτα την αλήθεια της. Είναι διδακτική και για την ίδια την κοινωνία, η οποία τελικά είναι ο αποδέκτης της πληροφόρησης.

 

γράφει ο Γιάννης Παντελάκης

  

ΕΝΑ ΞΗΜΕΡΩΜΑ ΠΟΛΛΑ πολλά μέσα ενημέρωσης άρχισαν να μιλάνε με σχετική βεβαιότητα για τον θάνατο ενός νεαρού άνδρα που μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν αγνώστων λοιπών στοιχείων και εντοπίστηκε νεκρός πάνω σε στύλο υψηλής τάσης του ΔΕΔΔΗΕ κάπου στο Παλαιό Φάληρο.

 

Ο ρεπόρτερ της ΕΡΤ, και όχι μόνο (ωστόσο η δημόσια τηλεόραση δεν μας έχει συνηθίσει σε μετάδοση ανεπιβεβαίωτων πληροφοριών και δημοσιογραφικών παρεκτροπών), είχε να προσθέσει κάτι επιπλέον σε όσα έλεγε: «Εικάζεται από τις Αρχές ότι ο νεκρός προσπάθησε να κλέψει καλώδια ή τον μετασχηματιστή του ΔΕΔΔΗΕ». Αλλά επειδή και αυτός, όπως όλοι οι δημοσιογράφοι, γνωρίζουν ότι μια παραπάνω πληροφορία πουλάει, με την ίδια σιγουριά ανέφερε πως «εξετάζεται το ενδεχόμενο να είχε και συνεργό που τον εγκατέλειψε όταν τον διαπέρασε το ρεύμα» – είναι λόγια του ρεπόρτερ.

 

Οι Αρχές, δηλαδή η αστυνομία ή η πυροσβεστική ή κάποια άγνωστη, άλλη Αρχή, κάνουν εικασίες και οι δημοσιογράφοι θεωρούν ότι πρέπει αυτές οι εικασίες να μεταφερθούν ως δεδομένες πληροφορίες, και μάλιστα αυτούσιες. Χωρίς επιφυλάξεις, χωρίς διασταύρωση, χωρίς μια δεύτερη πηγή που θα τις επιβεβαιώνει ή θα τις διαψεύδει, απλώς επειδή το είπαν κάποιες Αρχές.

 

Όταν μεταφέρεις, έστω υπό μορφή εικασίας κάποια πληροφορία, για τον αποδέκτη της απλώς είναι βεβαιότητα, σχετική ή απόλυτη.

Οι τηλεθεατές εκείνη τη μέρα, νωρίς το πρωί, έμαθαν ότι κάποιος ή κάποιοι επιχείρησαν να κλέψουν καλώδια, μετασχηματιστές ή κάτι σχετικό από μια κολόνα του ΔΕΔΔΗΕ, έναν από αυτούς τον χτύπησε το ρεύμα και πέθανε ακαριαία επάνω στην κολόνα. Όταν μεταφέρεις, έστω υπό μορφή εικασίας κάποια πληροφορία, για τον αποδέκτη της απλώς είναι βεβαιότητα, σχετική ή απόλυτη.

 

 

Και επειδή πολλοί δημοσιογράφοι μπορεί να έχουν έλλειμμα δεοντολογίας αλλά όχι και φαντασίας, κάποιοι από αυτούς τις ώρες που ακολούθησαν πρόσθεσαν ένα ακόμα ενδεχόμενο στην ιστορία: ο νεκρός και προφανώς και ο δεύτερος συνεργός του, που εξαφανίστηκε μετά το δυστύχημα, ήταν Ρομά. Ταιριάζει άλλωστε σε ένα τέτοιο σκηνικό ένας Ρομά – οι Ρομά μπορούν να ταιριάξουν σε πολλά σκηνικά που αφορούν παραβατικές συμπεριφορές. Μπορεί η πραγματικότητα να μην το επιβεβαιώνει αυτό, αλλά αυτό είναι ένα πρόβλημα της πραγματικότητας, όχι των ευφάνταστων δημοσιογράφων.

 

Το θέμα, παρά την τραγικότητά του (η οποία έχει περιορισμένες διαστάσεις όταν πρόκειται για Ρομά, μετανάστες, εξαρτημένους κ.ά.), θα τελείωνε εκεί αν αρκετές μέρες αργότερα δεν ερχόταν μια δεύτερη πληροφορία που έδωσε μια εντελώς διαφορετική διάσταση: έλεγε ότι το θύμα που βρέθηκε στην κολόνα του ΔΕΔΔΗΕ ήταν ένας νεαρός δημοσιογράφος· σίγουρα όχι Ρομά και σίγουρα δεν αποδείχτηκε από πουθενά ότι προσπαθούσε να κλέψει ρεύμα, καλώδια ή μετασχηματιστές.

 

Η νέα εκδοχή ήρθε από μια γειτόνισσα της περιοχής, η οποία γνώριζε καλά και αρκετά χρόνια το θύμα, αφού κατοικούσε κοντά στο σπίτι της. Ξαφνικά, άλλαξαν όλα. Ο νεκρός δημοσιογράφος είχε όνομα και επίθετο και βρήκε τραγικό θάνατο όταν επιχείρησε να σώσει μια γάτα ή οποία εγκλωβίστηκε στην κολόνα του ΔΕΔΔΗΕ και δεν μπορούσε να κατέβει. Ο δημοσιογράφος πέθανε, η γάτα σώθηκε. Αυτό είπε η γειτόνισσα και γνωστή του νεκρού.

 

Oι Αρχές, οι οποίες είχαν μεταφέρει στους δημοσιογράφους τις εικασίες για τον νεκρό κλέφτη καλωδίων ή μετασχηματιστή, δεν είπαν τίποτα εκείνη την ημέρα· σιώπησαν. Κάποιοι δημοσιογράφοι, ακόμα και από αυτούς που μετέφεραν τις εικασίες των Αρχών, έδωσαν τη νέα εκδοχή. Και επειδή αρκετοί θυμόντουσαν τον νεκρό δημοσιογράφο από τις εμφανίσεις του στον τηλεοπτικό σταθμό στον οποίο εργαζόταν, πρόβαλλαν και μερικά βίντεο από ρεπορτάζ που είχε κάνει. Ήταν συμπαθής και μαχητικός, είπαν.

 

Πολύ γρήγορα, και αφού το θέμα ανακυκλώθηκε μαζικά, περνώντας από τον μύλο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης όπου, οποιοσδήποτε (σκόπιμα ή όχι) μεταφέρει τη γνώμη και την άποψή του, αυτή μετατρέπεται αμέσως σε γεγονός, το θέμα ξεχάστηκε, πέρασε στη λησμονιά. Κανείς εκτός από τους οικείους του, προφανώς, δεν μίλησε ξανά για τον νεκρό δημοσιογράφο. Όλα τέλειωσαν κάπου εκεί.

 

Η μικρή αυτή ιστορία, που φυσικά χάθηκε ανάμεσα σε μεγάλα γεγονότα, είναι διδακτική, όχι μόνο για τους δημοσιογράφους και τον τρόπο που πολλοί από αυτούς ενημερώνουν την κοινωνία, για την προχειρότητα με την οποία μεταδίδουν μια είδηση χωρίς να ελέγξουν πρώτα την αλήθεια της και για το πόσο εύκολα μετατρέπονται σε «βαποράκια» κάποιων Αρχών που διοχετεύουν ό,τι επιθυμούν.

 

Είναι διδακτική και για την ίδια την κοινωνία, η οποία τελικά είναι ο αποδέκτης της πληροφόρησης και με αυτήν διαμορφώνονται συνειδήσεις, πεποιθήσεις, κουλτούρα και στο τέλος της ημέρας πολιτική και κοινωνική συμπεριφορά. Αν ο τυχαίος θάνατος ενός δημοσιογράφου μεταφέρεται με τον τρόπο αυτό, ας σκεφτούμε πώς μπορεί να μεταφερθούν αξιολογικά πιο μεγάλα γεγονότα.

 

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

Τρίτη 5 Μαρτίου 2024

Αυτοκριτική Τσίπρα: Άργησε τέσσερα χρόνια, την έφαγαν και οι Πολάκηδες…



Η αυτοκριτική που επιχείρησε ο Τσίπρας ήταν μεν επιβαλλόμενη, αλλά λειψή και πολύ καθυστερημένη. Σύντομα θα φανεί αν μπορεί να τον καταστήσει ξανά βασικό παίκτη στην πολιτική σκηνή.

γράφει ο Γιώργος Καρελιάς 

 

Η αυτοκριτική στην πολιτική γίνεται για δύο λόγους. Πρώτον, για ψυχολογικούς. Δηλαδή, για να αισθάνεται καλύτερα (προς τον εαυτό του…) αυτός που την κάνει. Και, δεύτερον, με καθαρά πολιτική στόχευση. Δηλαδή, για να δείξει ότι την επόμενη φορά, αν και όταν έρθει, θα δράσει χωρίς τα λάθη του παρελθόντος και χωρίς τα βαρίδια του.


Κατά τούτο, η πρόσφατη αυτοκριτική που έκανε ο Αλέξης Τσίπρας είναι μεν χρήσιμη, αλλά είναι πολύ καθυστερημένη και λειψή.


Ο Τσίπρας άφησε να περάσουν, σχεδόν ανεκμετάλλευτα, τέσσερα χρόνια. Η κατάλληλη στιγμή ήταν το 2019, στην πρώτη εκλογική ήττα -και δική του και του ΣΥΡΙΖΑ. Τότε που το εκλογικό σώμα τούς αφαίρεσε μεν την εξουσία, αλλά -αναγνωρίζοντας και τα θετικά που άφησαν- τούς κατέστησε μια ισχυρή αντιπολίτευση. Με ποσοστό (32%) που δεν έδωσε σε κανένα ηττημένο κόμμα μετά την κρίση του 2009: το ΠΑΣΟΚ το 2012 έπεσε στο 13% και η ΝΔ το 2015 στο 28%. Το 32% του ΣΥΡΙΖΑ, έπειτα από μια τετραετία κόλασης, ήταν μια μεγάλη ευκαιρία, την οποία πέταξαν στα σκουπίδια.




Ο Τσίπρας έπρεπε να κάνει αυτήν την αυτοκριτική το 2019, λίγους μήνες μετά την εκλογική ήττα. Γενναία και σε βάθος. Ώστε να έχει το χρόνο να χτίσει πάνω σε αυτήν. Να πετάξει στα σκουπίδια τα βαρίδια της μνημονιακής περιόδου και της διακυβέρνησής του. Και να κάνει το επόμενο βήμα. Την ανασύνθεση του ευρύτερου χώρου από την Αριστερά έως το προοδευτικό Κέντρο, ώστε να αφαιρέσει από τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη τα όποια ψήγματα “κεντρώας” στροφής και να αποδυναμώσει έγκαιρα το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο.


Ποια θα ήταν αυτά τα στοιχεία της γενναίας αυτοκριτικής; Τρία από αυτά τα ανέφερε προχτές ο Τσίπρας:



Το ότι δείλιασε και δεν προχώρησε στο χωρισμό Κράτους – Εκκλησίας. Όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης σήμερα τολμά να αγγίξει το γάμο των ομοφύλων -ένα θέμα-φωτιά για τη βαθιά Δεξιά- φαίνεται πόσο λάθος έκανε ο Τσίπρας που δεν έκανε το διαχωρισμό Κράτους – Εκκλησίας, για χάρη του Καμμένου και του Ιερώνυμου.

Καμμένος και ΑΝΕΛ: Η συγκυβέρνηση μαζί τους δεν ξεπερνιέται με ένα “οι δυνατότητες της συγκυρίας”, με το οποίο προσπάθησε να δικαιολογηθεί σήμερα ο Τσίπρας. Η συγκυβέρνηση με τον υβριστή και συκοφάντη όλου του προοδευτικού χώρου αποξένωσε τον ΣΥΡΙΖΑ από αυτόν, τσιμέντωσε το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο και φούσκωσε τα πανιά της ΝΔ του Μητσοτάκη.

ΝΟVARTIS και άδειες καναλιών: Στην πρώτη περίπτωση έχουμε να κάνουμε με το τσουβάλιασμα δέκα πολιτικών, σχετικών και άσχετων (για παράδειγμα, τι σχέση είχε ο Βενιζέλος με την υπόθεση ουδείς αντελήφθη) και με τους χειρισμούς άχρηστων και κατάλληλων ανθρώπων (Παπαγγελόπουλος) . Εδώ ισχύει το κλασικό “δεν ήξερε (ο Τσίπρας), δεν ρώταγε;”. Στην περίπτωση των καναλιών και των σχέσεών του συνολικά με το χώρο της ενημέρωσης, ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε το ακατόρθωτο. Να τους βάλει όλους απέναντί του, κάτι που ούτε το ΠΑΣΟΚ του 1989 με τον Κοσκωτά είχε καταφέρει.

Η αυτοκριτική Τσίπρα σταμάτησε σε αυτά. Κακώς, πολύ κακώς. Διότι η κακοδαιμονία του κόμματός του, η οποία συνεχίζεται, έχει και άλλες αιτίες που σχετίζονται με πρόσωπα.


Η μία είναι διαχρονική και ακούει στο όνομα Παύλος Πολάκης. Είναι ανεξήγητο πώς ο Τσίπρας επέτρεψε έως το τέλος σε έναν πολιτικό τραμπούκο να βυσσοδομεί σε βάρος του ιδίου, του κόμματός του και της Αριστεράς. Και όσοι έχουν αμφιβολία αρκεί να θυμηθούν την ψεκασμένη συμπεριφορά του με τα εμβόλια την περίοδο της πανδημίας. Και τη σημερινή ομοφοβία του στο θέμα του γάμου των ομοφύλων, όταν κρύφτηκε πίσω από τα ορεινά χωριά της Κρήτης για να μην ψηφίσει το νομοσχέδιο. Αν τον “καθαρίσει” ο Κασσελάκης, όπως υπόσχεται δεξιά κι αριστερά, θα έχει κλέψει όλη τη δόξα από τον Τσίπρα, που τον δικαιολογούσε ως “αψύ”. Σήμερα αυτός ο τύπος πληρώνει τον ευεργέτη του, τον Τσίπρα, με το γνωστό νόμισμα, της αχαριστίας.


Η άλλη αιτία της κακοδαιμονίας, η οποία έχει σήμερα εξελιχθεί σε κωμωδία, είναι η περίπτωση Κασσελάκη. Για λόγους ανεξήγητους, ο Τσίπρας το καλοκαίρι του 2023 έμεινε άφωνος και επέτρεψε στον άσχετο και ουρανοκατέβατο Κασσελάκη -με τη συνδρομή Παππάδων και Πολάκηδων, με ολίγους Φάμελλους, ναυάρχους και λοιπούς αριβίστες- να έχει μετατρέψει το άλλοτε κραταιό κόμμα της Αριστεράς σε θίασο, που δεν κόβει εισιτήρια και οδεύει προς τη διάλυση. Ο θίασος αυτός -έτσι όπως τον άφησε ο Τσίπρας να γίνει- απαξίωσε και τον ίδιο, πετώντας στα σκουπίδια την υπόδειξή του για νέες εσωκομματικές εκλογές.


Ο Τσίπρας άφησε αυτό το τέρας να φτιαχτεί και τώρα θα καταπιεί και τον ίδιο. Και δεν είναι καθόλου έντιμη η εξίσωση των πάντων, που επιχείρησε την παραμονή του συνεδρίου. Όσοι αποχώρησαν δεν είναι ίδιοι με όσους συμπράττουν στην κασσελάκειο κωμωδία. Ο Χαρίτσης, η Αχτσιόγλου, ο Τσακαλώτος, ο Ηλιόπουλος μπορεί να έχουν μερίδιο ευθύνης για τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και την αντιπολιτευτική περίοδό του, αλλά έπραξαν το αυτονόητο: βγήκαν έξω από το σημερινό θίασο. Αν έμεναν, θα ήταν συνυπεύθυνοι με όσους τον οδηγούν στην περαιτέρω συρρίκνωση.


Κάπως έτσι η αυτοκριτική που επιχείρησε ο Τσίπρας ήταν μεν επιβαλλόμενη, αλλά λειψή και πολύ καθυστερημένη. Σύντομα θα φανεί αν μπορεί να τον καταστήσει ξανά βασικό παίκτη στην πολιτική σκηνή για την ανασύνθεση του ευρύτερου, πέραν της Δεξιάς, πολιτικού χώρου. Ή αν αυτός έχει ήδη εκμετρήσει το ζην, αφήνοντας τη ΝΔ του Μητσοτάκη χωρίς αντίπαλο ή -το χειρότερο- με αντίπαλο κάποιον Βελόπουλο.


Κατά τα άλλα για την αυτοκριτική -και του Τσίπρα- μπορεί να ισχύει αυτό που έχει πει ο Ιταλός σκιτσογράφος Αλτάν: “Κάνω αυτοκριτική, αλλά δεν με ακούει κανένας, ούτε καν ο εαυτός μου”…


 

 

  

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *