Σε κάποιο νησί από τη Μύκονο, την
Πάρο, τη Σαντορίνη, την Ανδρο ή την Τήνο προφανώς έχετε πάει. Πολλοί ίσως τα
έχετε επισκεφθεί όλα. Φτιάξτε λοιπόν στο μυαλό σας την εξής εικόνα: Ξαφνικά
όλοι οι κάτοικοι αυτών των νησιών τα εγκαταλείπουν. Μόνιμα. Μπαίνουν σε
αεροπλάνα και ρίχνουν μαύρη πέτρα. Στην αρχή φεύγουν οι 19.000 Σαντορινιοί,
μετά οι 14.000 Μυκονιάτες, ακολούθως οι 13.000 Παριανοί και πάει λέγοντας. Και
τώρα φέρτε στο μυαλό σας τα πέντε αυτά νησιά κατά κυριολεξία έρημα –να μην
υπάρχει πάνω τους ψυχή ζώσα– και όλους τους κατοίκους τους να έχουν μετοικήσει
στη Μ. Βρετανία.
Αυτό είναι που θα μείνει στη
μνήμη της παρέας που επισκεφθήκαμε προσφάτως το Λονδίνο. Η συνειδητοποίηση του
αριθμού. Των 62.000 Ελλήνων, στην πλειονότητά τους νέων, που έχουν
μεταναστεύσει στη Μ. Βρετανία την τελευταία 7ετία. Το ξαναγράφω γιατί μόνο με
παράδειγμα μπορεί να το χωνέψει κανείς. Είναι σαν να έχουν διακτινιστεί στην
Αγγλία πέντε νησιά των Κυκλάδων ή να έχουν μετοικήσει στο Λονδίνο όλοι οι
Γιαννιώτες.
Στην παρέα είχαμε πάνω από επτά
χρόνια να επισκεφθούμε την Αγγλία, και ίσως γι’ αυτό θεωρήσαμε τυχαία όσα μας
συνέβησαν την πρώτη μέρα. «Πώς μπορώ να σας εξυπηρετήσω;», μας αιφνιδίασε στη
γλώσσα μας ένα νέο παιδί σε καφέ της Oxford street. Λίγο αργότερα στο Soho η
πωλήτρια ενός φούρνου μας πρότεινε «να δοκιμάσετε αυτό που μοιάζει με σπανακόπιτα».
Και το βράδυ σε ένα ασιατικό εστιατόριο νομίζαμε πια ότι κάποιος μας κάνει
φάρσα. Ο σερβιτόρος όχι μόνον ήταν Ελληνας, αλλά μας ενημέρωσε ότι δουλεύουν
εκεί κι άλλοι δύο συμπατριώτες μας.
Από την επομένη ασυναίσθητα όλοι
αρχίσαμε να κάνουμε κάτι σαν ρεπορτάζ, καθώς συναντούσαμε παντού Ελληνες. Οχι
τουρίστες, όπως στο παρελθόν, αλλά εργαζομένους. Κι έχουν νομίζω μεγάλο
ενδιαφέρον όσα μας είπαν, καθώς μετέτρεψαν τον πρώτο στενάχωρο αιφνιδιασμό μας
σε μια παράδοξη αισιοδοξία.
Το μεγαλύτερο ρεύμα των Ελλήνων
πήγε στην Αγγλία μετά το 2012. Ενδεικτικά, Νational Insurance Number (δηλαδή
κάτι σαν ΙΚΑ για να εργαστούν) πήραν 7.500 Ελληνες το 2012, 9.800 το 2013,
12.000 το 2015. Σε τι δουλειές; «Οπου μπορεί να φανταστεί κανείς» απαντά ο Ν.Ρ.
που ήταν από τους πρώτους νεομετανάστες. «Στην Αγγλία δεν βρίσκεις πια Ελληνες
εργαζομένους μόνον σε τράπεζες ή funds, αλλά γιατρούς, σκηνοθέτες και μουσικούς
μέχρι πλακάδες και μπετατζήδες» λέει και εξηγεί ότι λίγοι στην Ελλάδα έχουν
καταλάβει π.χ. «πόσες δεκάδες μηχανικοί και αρχιτέκτονες μετανάστευσαν
συμπαρασύροντας και τα συνεργεία που είχαν στη χώρα μας».
«Αν θέλεις να βρεις δουλειά,
βρίσκεις. Κι αν ξέρεις καλά αγγλικά και έχεις προϋπηρεσία, ακόμη πιο εύκολα»
είπε η Ε.Σ. που εργάζεται από το 2014 ως υπεύθυνη καταστήματος μιας πολύ
γνωστής αλυσίδας ρούχων. «Ο κατώτατος καθαρός μισθός του ανειδίκευτου είναι
1.300 λίρες (1.480 ευρώ), αν έχεις bachelor ξεκινάς με 1.500 λίρες (1.700 ευρώ)
κι αν είσαι καλός, γρήγορα ανεβαίνεις και μισθολογικά και στην ιεραρχία. Η ζωή
όμως εδώ είναι πανάκριβη, οι περισσότεροι μένουμε εκτός κέντρου και σχεδόν
πάντα με συγκάτοικους. Για να καταλάβετε, για ένα μικρό διαμέρισμα τριών
δωματίων, πληρώνουμε 2.000 λίρες» λέει.
Η δικαίωση
Τα λεγόμενά της επιβεβαιώνει ο
Γ.Σ. που είχε στην Ελλάδα επιτελική θέση σε εταιρεία ηλεκτρονικών συσκευών και
το 2011 απολύθηκε. «Δίστασα να διεκδικήσω αντίστοιχη θέση, αρχικά έκανα αίτηση
ως πωλητής. Πολλοί Ελληνες το πάθαμε αυτό, να αυτοϋποτιμήσουμε τα προσόντα μας.
Αλλά με πολλή δουλειά και πείσμα είμαστε αρκετοί πια που δικαιωθήκαμε και ζούμε
καλά» λέει. «Αν είσαι ικανός και κινηθείς έξυπνα, στο Λονδίνο μπορείς γρήγορα
να ανέβεις επαγγελματικά γιατί διαρκώς ανοίγουν θέσεις και το να αλλάζεις
εργοδότη είναι μια φυσιολογική εξέλιξη» υπερθεματίζει ο Θ.Σ. Ξεκίνησε το 2011
βοηθός σε μια μικρή ταβέρνα και μας υποδέχθηκε ως front desk manager σε ένα από
τα γνωστότερα εστιατόρια στο Picaddilly. «Δουλεύω πάνω από 50 ώρες την
εβδομάδα, αλλά δεν παραπονιέμαι γιατί έχω ένα καλό μισθό και όλοι εδώ έτσι
εργάζονται, αν θέλουν να πετύχουν» αναφέρει.
Εχει ενδιαφέρον και κάτι ακόμη
που μας είπε. «Μέχρι το 2011 δεν έβρισκες ποτέ Ελληνες σερβιτόρους ή π.χ.
πωλητές ρούχων στο Λονδίνο, ενώ αντιθέτως συναντούσες Ιταλούς, Ισπανούς ή
Γάλλους να κάνουν αυτή τη δουλειά. Σήμερα οι Ελληνες που εργάζονται σε τέτοιες
θέσεις είναι εκατοντάδες. Και συχνά σκέφτομαι ότι πολλοί θα ντρέπονταν να
κάνουν αυτές τις δουλειές στην Ελλάδα, αλλά στην Αγγλία δεν αισθάνονται έτσι,
καθώς κατάλαβαν ότι εδώ υπάρχει ένας αυτονόητος σεβασμός σε οποιονδήποτε κάνει
τη δουλειά του με επαγγελματισμό».
Εχει απόλυτο δίκιο. Αν κάτι μας
έκανε εντύπωση ήταν όχι μόνον ο επαγγελματισμός, αλλά και η υποδειγματική
ευγένεια των Ελλήνων εργαζομένων που συναντήσαμε.
Η έκπληξη
«Μην το θεωρήσετε ρομαντικό,
γιατί σας το καταθέτω εκ πείρας» το εξήγησε καλύτερα η Α.Σ. που εργαζόταν στο
Λονδίνο και προ κρίσης. «Αυτό που ξανασυνειδητοποίησα τα τελευταία χρόνια στην
Αγγλία είναι ότι οι Ελληνες είτε λόγω περηφάνιας, είτε εγωισμού, είτε και λόγω
του περιβόητου φιλότιμου διακρινόμαστε πολύ εύκολα όταν υπάρχουν συγκεκριμένοι
κανόνες που σέβονται όλοι χωρίς διακρίσεις. Οταν δηλαδή νιώθουμε ότι υπάρχει
δικαιοσύνη, αξιοκρατία και ανταμοιβή των καλύτερων».
Με αυτή την ενθαρρυντική σκέψη
επιστρέψαμε στην Ελλάδα, θέλοντας να ελπίζουμε και σε μία ακόμη πιο αισιόδοξη
προοπτική. Οτι οι χιλιάδες αυτοί Ελληνες, που παλεύουν για να ζήσουν και πολλοί
απ’ αυτούς διαπρέπουν σε οξύτατο ανταγωνισμό, ίσως μια μέρα αποδειχθούν ο
καταλύτης για να γυρίσει επιτέλους σελίδα η χώρα μας. Οταν κάποια στιγμή
δημιουργηθούν οι συνθήκες και τα κίνητρα για να επιστρέψουν, έχοντας στις
αποσκευές τους εκτός από τα προσόντα και τις εμπειρίες τους, μια εντελώς
διαφορετική νοοτροπία με επαγγελματικές αρχές και αξίες που στην Ελλάδα
συναντάμε δυστυχώς εδώ και χρόνια μόνον κατ’ εξαίρεση.
Success stories
«Mazi», «Οpso», «Τhe life goddess», «Carpo». Οσοι
έχετε επισκεφθεί το Λονδίνο τα τελευταία χρόνια τα έχετε ακούσει. Είναι μερικά
από τα νέα ελληνικά εστιατόρια και delicatessen που άνοιξαν αφού ξέσπασε η
κρίση, επιβεβαιώνοντας τη γνωστή φράση περί ελληνικού δαιμονίου. Σημειωτέον δε,
ότι στον χώρο της εστίασης υπάρχουν και πολλοί Ελληνες σεφ που διαπρέπουν, όπως
ένας συμπατριώτης μας η ιστορία του οποίου θα μπορούσε να γίνει ταινία. Είδε
και απόειδε που ο ιδιοκτήτης πιτσαρίας στο Κρανίδι δεν τον άφηνε να
μετεξελιχθεί από σερβιτόρο σε μάγειρα και με τις οικονομίες του πήγε στο
Λονδίνο, πήρε μαθήματα μαγειρικής και έπιασε εντέλει δουλειά βοηθού μάγειρα σε
μια ινδική ταβέρνα. Δεν πέρασαν παρά λίγοι μήνες για να πείσει τον ιδιοκτήτη να
τον χρηματοδοτήσει και να ανοίξει πλέον ως σεφ ένα νέο εστιατόριο στο κέντρο
του Λονδίνου, το οποίο σήμερα είναι ένα από τα πιο επιτυχημένα στέκια
μεξικάνικου φαγητού.
Υπάρχουν πάμπολλα ακόμη μικρά ή
μεγάλα success stories με πρωταγωνιστές Ελληνες. Οπως η εταιρεία Convibo, μια startup
διαδικτυακή εταιρεία φαινόμενο, που κάνει ντελίβερι 40.000 προϊόντων από
διαφορετικά σούπερ μάρκετ σε μόλις μία ώρα (ο 32χρονος Τ. Μαλαβέτας είναι ένας
εκ των τριών εμπνευστών-ιδιοκτητών της).
Υπάρχει όμως και η άλλη όψη του
νομίσματος που μας προσγείωσε στην πραγματικότητα. Είναι η ιστορία του Λ. Φ.,
ιδιοκτήτη μιας πολύ επιτυχημένης εταιρείας παροχής υψηλών τουριστικών
υπηρεσιών, η οποία είχε έδρα την Ελλάδα απασχολώντας 40 άτομα. Ο Λ. Φ.
αποφάσισε προ εξαμήνου να μεταφέρει όλη του τη δραστηριότητα στο Λονδίνο και
τον ρωτήσαμε γιατί. «Στην Αγγλία ένας ετήσιος καθαρός μισθός 28.000 λίρες μού
κοστίζει με τους φόρους 36.000 λίρες. Στην Ελλάδα ο ίδιος μισθός είναι 32.000
ευρώ αλλά γι’ αυτόν έπρεπε να καταβάλω 60.000 ευρώ. Νομίζω σας απάντησα γιατί
έφυγα κι ας πάλεψα όσο μπορούσα για να το αποτρέψω» μας είπε χαμογελώντας
πικρά.
kathimerini.gr
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου