Το πρώτο πράγμα που μου έκανε εντύπωση αμέσως μετά από το πρώτο σοκ ήταν ότι αυτή τη φορά δεν είδα ούτε έναν αριστερό γύρω μου να δείχνει έστω και το παραμικρό σημάδι ικανοποίησης ή συναίνεσης για τη δολοφονία των δύο νεοναζί. Το είχα παρατηρήσει με ανησυχία όταν δολοφονήθηκε ο Μπάμπαλης, όταν δολοφονήθηκε ο Μάλλιος, ακόμα κι όταν έγινε το χτύπημα στους δίδυμους Πύργους. Αυτή τη φορά ούτε ένας. Φαίνεται πως ωριμάζουμε και πως είμαστε πιο υποψιασμένοι.
Εντύπωση όμως μου έκανε και η στάση του συνόλου σχεδόν των κυβερνητικών στελεχών, που προφύλαξαν τον εαυτό τους από τον πειρασμό της θεωρίας των δύο άκρων και από άλλες τέτοιες εμπρηστικές δηλώσεις. Φαίνεται κατά κάποιον τρόπο να ωριμάζουν κι εκείνοι, όπως βοά και η ένταση του πλήγματος που έχει το τελευταίο διάστημα υποστεί η ανιστόρητη θεωρία.
Χαρακτηριστική απ’ αυτή την άποψη ήταν η δήλωση του Προκόπη Παυλόπουλου «Δεν ήταν τρομοκράτες, ήταν εκτελεστές», η οποία αποδίδει με χαρακτηριστικό τρόπο μια ερμηνεία που δεν είναι μόνο αστυνομική, όπως εκ πρώτης όψεως φαίνεται, αλλά είναι επίσης πολιτική.
Αντιθέτως, δεν μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση η επιλογή των τηλεοπτικών καναλιών να παίξουν για μία ακόμα φορά το χαρτί του μελό και της συγκίνησης, με τα νέα παιδιά που χάθηκαν, τις ανέμελες φωτογραφίες τους, τα μηνύματά τους στο facebook και όλα τα σχετικά. Παραφράζοντας τα όσα έγραψε χθες καλή συνάδελφος στο twitter, επειδή δεν μου αρέσει να βλέπω παντού συνωμοσίες, δεν ξέρω αν πρόκειται για σκοπιμότητα ή για τα κλασικά τηλεοπτικά αντανακλαστικά.
Θα το θέσω αλλιώς: Αν το υπέρτατο έγκλημα είναι η αφαίρεση της ανθρώπινης ζωής, δεν έχει καμία σημασία αν τα θύματα ήταν νέοι ή γέροι – όλ’ αυτά είναι προς τηλεοπτικό εντυπωσιασμό, αν δεν είναι ένας δεύτερος γύρος εξωραϊσμού της Χρυσής Αυγής. Το έγκλημα ήταν ανεπίτρεπτο και επικίνδυνο, αλλά αυτό δεν καθιστά τους νεοναζί ευαίσθητους και τρυφερούς.
Κι ούτε βέβαια μου έκαναν εντύπωση τα σχεδόν μονοθεματικά δελτία ειδήσεων. Μετά τον ξανθό άγγελο ήρθε η σειρά του άτυχου χρυσαυγίτη, προκειμένου να μην πολυσυζητάμε για την τρόικα που επιστρέφει, για τα νέα μέτρα που συμφωνούνται εν κρυπτώ, για τα χαράτσια, τους πλειστηριασμούς, την κατάσχεση καταθέσεων, τις απολύσεις στο δημόσιο, τη διάλυση του κοινωνικού κράτους, το κλείσιμο δημόσιων επιχειρήσεων, την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας και τον ρατσισμό – θεσμικό ή νεοναζιστικό. Κι ακόμα για την απεργία της Τετάρτης, για την αντίσταση των ανθρώπων, για τους άνεργους, για την αλληλεγγύη.
Ψυχραιμία απέναντι σε κάθε προσπάθεια αποσταθεροποίησης σημαίνει εκτός από όλα τα άλλα να κρατήσουμε ζωντανά τα κοινωνικά μέτωπα, να επαναφέρουμε την ατζέντα της αντίστασης, πιο ώριμοι βέβαια, πιο υποψιασμένοι και με μεγαλύτερη επαγρύπνηση. Αυτή είναι η πιο καταλυτική απάντηση.
Εντύπωση όμως μου έκανε και η στάση του συνόλου σχεδόν των κυβερνητικών στελεχών, που προφύλαξαν τον εαυτό τους από τον πειρασμό της θεωρίας των δύο άκρων και από άλλες τέτοιες εμπρηστικές δηλώσεις. Φαίνεται κατά κάποιον τρόπο να ωριμάζουν κι εκείνοι, όπως βοά και η ένταση του πλήγματος που έχει το τελευταίο διάστημα υποστεί η ανιστόρητη θεωρία.
Χαρακτηριστική απ’ αυτή την άποψη ήταν η δήλωση του Προκόπη Παυλόπουλου «Δεν ήταν τρομοκράτες, ήταν εκτελεστές», η οποία αποδίδει με χαρακτηριστικό τρόπο μια ερμηνεία που δεν είναι μόνο αστυνομική, όπως εκ πρώτης όψεως φαίνεται, αλλά είναι επίσης πολιτική.
Αντιθέτως, δεν μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση η επιλογή των τηλεοπτικών καναλιών να παίξουν για μία ακόμα φορά το χαρτί του μελό και της συγκίνησης, με τα νέα παιδιά που χάθηκαν, τις ανέμελες φωτογραφίες τους, τα μηνύματά τους στο facebook και όλα τα σχετικά. Παραφράζοντας τα όσα έγραψε χθες καλή συνάδελφος στο twitter, επειδή δεν μου αρέσει να βλέπω παντού συνωμοσίες, δεν ξέρω αν πρόκειται για σκοπιμότητα ή για τα κλασικά τηλεοπτικά αντανακλαστικά.
Θα το θέσω αλλιώς: Αν το υπέρτατο έγκλημα είναι η αφαίρεση της ανθρώπινης ζωής, δεν έχει καμία σημασία αν τα θύματα ήταν νέοι ή γέροι – όλ’ αυτά είναι προς τηλεοπτικό εντυπωσιασμό, αν δεν είναι ένας δεύτερος γύρος εξωραϊσμού της Χρυσής Αυγής. Το έγκλημα ήταν ανεπίτρεπτο και επικίνδυνο, αλλά αυτό δεν καθιστά τους νεοναζί ευαίσθητους και τρυφερούς.
Κι ούτε βέβαια μου έκαναν εντύπωση τα σχεδόν μονοθεματικά δελτία ειδήσεων. Μετά τον ξανθό άγγελο ήρθε η σειρά του άτυχου χρυσαυγίτη, προκειμένου να μην πολυσυζητάμε για την τρόικα που επιστρέφει, για τα νέα μέτρα που συμφωνούνται εν κρυπτώ, για τα χαράτσια, τους πλειστηριασμούς, την κατάσχεση καταθέσεων, τις απολύσεις στο δημόσιο, τη διάλυση του κοινωνικού κράτους, το κλείσιμο δημόσιων επιχειρήσεων, την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας και τον ρατσισμό – θεσμικό ή νεοναζιστικό. Κι ακόμα για την απεργία της Τετάρτης, για την αντίσταση των ανθρώπων, για τους άνεργους, για την αλληλεγγύη.
Ψυχραιμία απέναντι σε κάθε προσπάθεια αποσταθεροποίησης σημαίνει εκτός από όλα τα άλλα να κρατήσουμε ζωντανά τα κοινωνικά μέτωπα, να επαναφέρουμε την ατζέντα της αντίστασης, πιο ώριμοι βέβαια, πιο υποψιασμένοι και με μεγαλύτερη επαγρύπνηση. Αυτή είναι η πιο καταλυτική απάντηση.