γράφει η Μαρία Τριαντοπούλου
Δεν ξέρω αν είμαι μόνο εγώ και έχω άπλά τρελλαθεί ή αν και άλλοι συμμερίζονται την αίσθηση αυτή, αλλά είναι στιγμές που νιώθω σαν να βρίσκομαι αίφνης καταμεσής ενός εφιαλτικού σεναρίου ή σαν να κυκλοφορω στις σελίδες κάποιου βιβλίου από εκείνα που περιγράφουν κάποιες όχι και πολύ μελλοντικές δυστοπικές κοινωνίες, τρομαχτικές με διάφορους τρόπους, άλλοτε κραυγαλέα κι άλλοτε – ακόμα πιο φοβιστικά – καλυμένα αριστοτεχνικά κάτω από μια κατ’ επίφασιν «φυσιολογικότητα». Εχω μόνιμα το σχετικά δυσάρεστο συναίσθημα ότι ζω σε ένα κόσμο αλλόκοτο, γνώριμο αλλά και συγχρόνως – με έναν περίεργο δικό του τρόπο – εντελώς άγνωστο και αδιόρατα απειλητικό.
Κοιτάζοντας γύρω μου, μιλώντας με φίλους, διαβάζοντας άρθρα και σχόλια στο διαδίκτυο, ακόμα και στα θλιβερά ΜΜΕ, νιώθω ότι προσπαθούμε όλοι να συμπεριφερθούμε λες και δεν συμβαίνει τίποτα, λες και η ζωή συνεχίζεται κανονικά ενώ γύρω μας εντος και εκτός συνόρων όλα αλλάζουν. Ακολουθούμε κάποιες ενίοτε καθησυχαστικές ρουτίνες που μας προσφέρουν την ασφάλεια της κανονικότητας. Έχουμε συνηθίσει τα τελευταία χρόνια, για να επιβιώσουμε, να αποδεχόμαστε το ακραίο και το τραγικό ως σχεδόν νομοτελειακά αναπόφευκτο. Το «μίασμα» αποτελεί το μέτρο και το απαράδεκτο έχει μεταλαχθεί- ύπουλα και ανεπαίσθητα –σε φυσιολογικό.
Σενάριο: «Βρισκόμαστε στα τέλη του σωτηρίου έτους 2015 σε έναν κόσμο που μαστίζεται απο πείνα, πολέμους, διωγμούς, θρησκευτικές, ρατσιστικές και εμφύλιες διαμάχες. Η Αμερική, η Ρωσία, το Ισραήλ, η Γερμανία και μερικές ακόμα χώρες παίζουν στη σκακιέρα τους λαούς και όποιον πάρει ο Χάρος. Παράπλευρες απώλειες στα τεράστια οικονομικά συμφέροντα που είναι το διακύβευμα. Η Β. Αφρική και η Μέση Ανατολή φλέγονται ενώ οι πόλεμοι και οι αιματοχυσίες, οι βομβιστικές επιθέσεις, οι εμφύλιες διαμάχες, δημιουργούν ατελείωτα κύματα προσφύγων που ζητάνε μια καλύτερη ζωή. Πνίγονται στις θάλασσες, σκοτώνονται προσπαθόντας να μπούν στις χώρες του αφιλόξενου και ξενοφοβικού ευρωπαϊκού βορά ή και σε άλλα κράτη του λεγόμενου «αναπτυγμένου» κόσμου ενώ καθημερινά ξεβράζονται πτώματα στις παραλίες των χωρών της Μεσογείου . Οι οικολογικές καταστροφές σκοτώνουν εκατομμύρια ανθρώπους σε ολόκληρο τον πλανήτη καθώς και οι επιδημίες ή οι πανδημίες που εξαπλώνονται με ταχύτητα, οι μεταλλαγμένοι σπόροι και οι μεταλλαγμένες τροφές ολοένα αυξάνονται παραμερίζοντας τις παραδοσιακές καλλιέργειες και ρομπότ αεροπλάνα (drones) σκορπίζουν τον θάνατο από μακριά.
Μέσα σε αυτό το διεθνές περιβάλλον τώρα, σε μια χώρα του νεο-Ευρωπαϊκού νότου, με ιδιάζουσα γεωπολιτική θέση, που έχει φτάσει στο χείλος της οικονομικής καταστροφής από τις ασυνείδητες, διαπλεκόμενες και διεφθαρμένες ενέργειες των κυβερνήσεων που είχαν στα χέρια τους την τύχη του λαου επί μια τριακονταετία, σε μια χώρα καταχρεωμένη, με έναν κρατικό μηχανισμό υπο κατάρρευση, επιβάλλεται από τους συνεταίρους Ευρωπαίους και άλλους δανειστές μια συμφωνία – φέρουσα μάλιστα το ενδυμα της «βοηθειας» - που προσχηματικά τουλάχιστον θα εξασφαλίσει την ανάπτυξη της οικονομίας και της κοινωνίας της χώρας αλλά και την σταδιακή επιστροφή των χρεωστούμενων που όλο και αυξάνονται. Συγχρόνως θα εξυπηρετήσει πολλά και ισχυρά οικονομικά συμφέροντα προσφιλή στους δανειστές, τόσο εσωτερικά όσο και διεθνώς. Ο λαός της χώρας δοκιμάζεται σκληρά επί 5 χρόνια συνεχούς ύφεσης και λιτότητας . Οι άνθρωποι βλέπουν τις δουλειές τους να χάνονται, τις επιχειρήσεις τους να κλείνουν, τα παιδιά τους να πεινάνε στο σχολείο, τα φάρμακα να μην επαρκούν στα νοσοκομεία, τους μισθούς και τις συντάξεις να κόβονται.
Στηνονται στους δρόμους συσσίτια και δομές αλληλεγγύης αλλά ο κοινωνικός ιστός έχει αρχίσει να διασπάται, η οργή γίνεται ασυγκράτητη, οι μεγάλες πολεις καιγόνται καθημερινά από αυτοσχέδιες βόμβες και προβοκατόρικες ενέργειες σκοτεινών δυνάμεων, οι οδομαχίες του λαού με την αστυνομία και η βιαιη καταστολή οδηγουν ακόμα και σε θανατηφόρα περιστατικά. Τα μαγαζιά κλεινουν ενώ στις κατεβασμένες σιδεριές,στις σπασμένες βιτρίνες, στα καμένα κτίρια και στα γκράφιτι στους τοίχους αποτυπώνεται η ζοφερή εικόνα της κρίσης. Ομάδες νεοναζί πλημμυρίζουν καθημερινά τις γειτονιές των πόλεων σκορπώντας τον φόβο και τον τρόμο στους οικονομικούς μετανάστες που ζουν σε συνθήκες εξαθλίωσης στις παρυφές της πόλης, στους άστεγους, στους ομοφυλόφιλους ή στους αριστερούς.
Η τρίτη κατά σειρά «μνημονιακή» κυβέρνηση πέφτει και η ελπίδα πια συγκεντρώνεται στην προοπτική της νέας, δυναμικής και αγωνιστικής κυβέρνησης που εκλέγεται για να φέρει τα πάνω κάτω. Ομως και εκείνη μετά από ένα εντυπωσιακό και διαφορετικό ξεκίνημα επιστρέφει μεταλλαγμένη από τις επτάμηνες διαπραγματεύσεις με τους δανειστές έχοντας υπογραψει μια νέα σκληρή συμφωνία μαζί τους. Η κοινωνία πάλλεται. Ο κόσμος διχάζεται, η σταθερότητα απειλείται. Τα σενάρια συνομωσίας πληθαίνουν. Αλλοι λένε ότι απείλησαν την νεα αριστερή κυβέρνηση οι εταίροι, αλλοι ότι συνθηκολόγησαν ανευ όρων, αλλοι ότι οι δανειστές χρησιμοποιησαν μεθόδους ειδικές για να κάμψουν την αντίσταση της κυβέρνησης, αλλοι, πιο ευφάνταστοι, ότι απήγαγαν τον πρωθυπουργό και τον αντικατέστησαν με σωσία ή του έκαναν λοβοτομή.
Η κυβέρνηση διασπάται και ξαναεκλέγεται έχοντας απαλλαγεί από εκείνους που κατηγορήθηκαν για την διάσπαση. Ο υπόλοιπος πολιτικός κόσμος και τα κόμματα που μέσα από τη διαπλοκή και τη διαφθορά οδήγησαν τη χώρα στο σημερινό της χάλι κουνάνε το δάχτυλο επικριτικά ενώ τα δικά τους εγκληματικά λάθη ξεχνιούνται και θάβονται καθημερινά βαθύτερα. Η κατάθλιψη γενικεύεται ενώ το σκηνικό αίφνης αλλάζει εντελώς. Τώρα πια όλα είναι σαν παγωμένα γιατί κανείς δεν ελπίζει, κανείς δεν ονειρεύεται. Ολοι νιωθουν ηττημένοι, ποδοπατημένοι, και φοβισμένοι για το μέλλον. Οι ανθρωποι κυκλοφορούν στους δρόμους σκυφτοί και σκυθρωποί. Στα πάρκα, στις πλατείες, στις παραλίες, εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες φτάνουν αποκαμωμένοι έχοντας διαφύγει όπως ελπίζουν από έναν εφιάλτη αλλά συχνά βρίσκονται αντιμέτωποι με τα τείχη που υψώνει – εκτός ελαχιστων εξαιρέσεων – η μεταμορφωμένη και μεταλλαγμένη Ευρώπη. Μια βουβαμάρα απλώνεται στην χώρα ενώ τα σύννεφα μιας αδιόρατης απειλής εξαπλώνονται. Όμως κανείς πια δεν διαμαρτύρεται γιατί έχει πιστέψει με τον πιο οδυνηρό τρόπο ότι αυτό θα ήταν ανούσιο και αδιέξοδο.
Νιώθει δεμένος χειροπόδαρα με αόρατα αλλά πανίσχυρα δεσμά και αντιλαμβάνεται ότι τίποτα γύρω του δεν είναι πια όπως το ήξερε ή όπως το είχε ονειρευτεί. Όταν στερήσεις από κάποιον την ελπίδα είναι σαν να του στερείς κάτι απόλυτα ζωτικό για να μπορέσει να συνεχίσει να υπάρχει ... Να υπάρχει και να ζει σε έναν κόσμο δίκαιο, ισότιμο, ειρηνικό και οχι να περιφέρεται σαν σκιά στην σύγχρονη εκδοχή του δυστοπικου κόσμου ενός Οργουελ ή ενος Καφκα».
Το περιεχόμενο της ιστορίας αυτής βασίζεται μεν σε αληθινά γεγονότα αλλά είναι αποκύημα της καλπάζουσας φαντασίας της γράφουσας και ουδεμίαν σχέση έχει με υπαρκτά πρόσωπα και γεγονότα...