Όταν κοντά 40 εκατομμύρια
άνθρωποι αναγκάζονται σ’ ένα χρόνο, να ξεσπιτωθούν για διάφορους λόγους, τότε
κανείς δεν έχει το δικαίωμα να στρουθοκαμηλίζει. Ο λόγος για τους πρόσφυγες και
οικονομικούς μετανάστες, που αν και πρόκειται για δύο διαφορετικές κατηγορίες,
έχουν κοινό παρανομαστή. Την φτώχεια και τον πόλεμο.
Τα τρία τελευταία χρόνια, περίπου
250.000 άνθρωποι ζήτησαν άσυλο στην Ελλάδα, με σειρά «προτεραιότητας» ανθρώπους
από τη Συρία, Αφγανιστάν, Πακιστάν, Ιράκ, Αλβανία, Τουρκία, Μπαγκλαντές, Ιράν
και Παλαιστίνη. Οι πρόσφυγες σ’ όλο τον κόσμο έχουν υπερβεί τα 70 εκατομμύρια
ανθρώπους, εκ των οποίων τα 25 εκατομμύρια έχουν κύρια πηγή τη Μέση Ανατολή.
Αυτές οι μεταναστευτικές ροές (τα
κύματα) έχουν δώσει τροφή σ’ όλα τα νεοφασιστικά, ξενοφοβικά και ρατσιστικά
κόμματα, κυρίως στον δυτικό καπιταλιστικό κόσμο.
Οι χώρες του λεγόμενου
Βίσενγκραντ (Κεντρική Ευρώπη) χτίζουν τείχη στα σύνορα, όπως κάνει και ο Τραμπ
στις νότιες πολιτείες των ΗΠΑ, οι νεοφασίστες τροποποίησαν τα προγράμματά τους
με αρκετή δόση ξενοφοβίας και είδαν να εκτινάσσονται τα ποσοστά τους (Σαλβίνι, Φάρατζ,
Όρμπαν, Λεπέν, AfD κλπ), οι δυτικές κοινωνίες διχάστηκαν βαθειά και
ανεπανόρθωτα.
Το προσφυγικό ζήτημα ακουμπά το
σύνολο των κοινωνικών λειτουργιών κι επηρεάζει βαθειά τις συμπεριφορές των
ανθρώπων, τροποποιεί συνειδήσεις και δεν αφήνει ανέπαφη την αριστερά.
Το πρώτο αίτιο των
μεταναστευτικών ρευμάτων ήταν και παραμένει ο πόλεμος. Αυτός που διεξάγουν οι
ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, βασικά στις ευρύτερες περιοχές της Μ. Ανατολής,
κομματιάζοντας χώρες και αιματοκυλώντας τους λαούς. Όσο η κύρια μήτρα της προσφυγιάς
παραμένει κρυμμένη στο απυρόβλητο, τόσο θα συσκοτίζονται οι αιτίες που γεννούν
τα ποτάμια των μεταναστών.
Η ίδια η υποχώρηση της
αντιιμπεριαλιστικής αντίστασης στη Μ. Ανατολή και η αντικατάστασή της από τον
αστικό εθνικισμό και τον αδιέξοδο φονταμενταλισμό (τύπου ISIS) αφήνει τα χέρια
των ιμπεριαλιστών λυμένα. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις τελευταίες δεκαετίες
του προηγούμενου αιώνα, παρότι μαίνονταν ο πόλεμος στη Μ. Ανατολή, είχαμε
ελάχιστους πρόσφυγες, γιατί το ανεξαρτησιακό κίνημα δεν προέτρεπε τους λαούς
στη φυγή αλλά στην αντίσταση.
Το δεύτερο ζήτημα αφορά την
φτωχοποίηση μεγάλων ζωνών του πλανήτη σ’ αυτό που αποκαλούμε Τρίτο Κόσμο. Η
εκμετάλλευση των ανθρώπων και της φύσης από τα αδηφάγα μονοπώλια δημιουργεί
συνθήκες «Σαχάρας». Ένα τμήμα φτωχών και απόκληρων αναζητάει στις
καπιταλιστικές χώρες «μια θέση στον ήλιο» με κάθε κόστος, πολλές φορές την ίδια
τη ζωή του. Η ανάπτυξη που επαγγέλλονται οι ισχυροί του κόσμου σημαίνει φτώχεια
και αποκλεισμό για τους πολλούς.
Μόνο μια πολιτική που θα κοντράρει
τα μονοπώλια και τους ιμπεριαλιστές, θα εγγυάται ένα αξιοπρεπές εισόδημα,
μπορεί να κρατήσει τους λαούς στις εστίες τους.
Ένα τρίτο ζήτημα αφορά στα
συνδικάτα και τις αμοιβές. Οι μετανάστες αποτελούν φτωχή εργατική δύναμη στις
δυτικές χώρες και είναι πανεύκολη λεία στα χέρια των επιτήδειων και των
εργοδοτών. Από αυτήν την άποψη -όπως έγραψαν εύστοχα οι Μαρξ, Ένγκελς-
χρησιμοποιούνται από το κεφάλαιο για να μειώσουν την τιμή του μεροκάματου και
να διασπάσουν την ενότητα της εργατικής τάξης. Η λύση, βεβαίως, δεν βρίσκεται
στο κοινωνικό ανάθεμα, αλλά στην ένταξη των μεταναστών στα συνδικάτα, στην
οργάνωση και ταξική ενότητά τους.
Η δύναμη της εργατικής τάξης δεν
γίνεται με γενικές εκκλήσεις και ασκήσεις φιλανθρωπίας, αλλά πάνω σε
συγκεκριμένα αιτήματα που να συσπειρώνουν τους εργάτες/εργαζόμενους και να
αδυνατίζουν τον αντίπαλο.
Τα φαινόμενα αλά Μανωλάδα θα ήταν
λιγότερα αν οι ξένοι εργάτες γης ήταν οργανωμένοι και όχι φτερό στον άνεμο.
Η χώρα μας δεν έχει παράδοση
υποδοχής ξένων εργατών, μεταναστών, προσφύγων. Η περίπτωση των Ελλήνων της
Μικράς Ασίας ύστερα από τις ανταλλαγές πληθυσμών τη δεκαετία του ’20 δεν έχει
ίδια στοιχεία με σήμερα. Αφορούσε άλλη εποχή και οι πρόσφυγες ήταν ομοεθνείς.
Έκτοτε, η ελληνική κοινωνία αντιμετώπισε δύο κύματα προσφύγων προς τα έξω. Τους
πολιτικούς πρόσφυγες της αριστεράς, ύστερα από την ήττα στον εμφύλιο, όταν
κατέφυγαν στις σοσιαλιστικές χώρες και το ρεύμα των εργατών προς τη Γερμανία,
Η.Π.Α., Αυστραλία, τη δεκαετία του 1960. Αλλά χώρα υποδοχής δεν υπήρξε. Ως εκ
τούτου, κάθε δομή υποδοχής (κατοικία, σχολεία, υγεία, πρόνοια, εργασία) και η
ανάλογη νομοθεσία είναι ηλικίας μόλις 30 χρόνων και με επίλογο την οικονομική
κρίση. Από μία άποψη και μία έννοια είναι εξηγήσιμα αλλά όχι αποδεκτά τα
φαινόμενα αποκλεισμού των ξένων.
Είναι απόλυτα αναγκαίο να
φτιαχτούν στο πλαίσιο της αστικής δημοκρατίας όλες οι προϋποθέσεις (οικονομία,
κοινωνία, νόμοι) ώστε όλοι οι ξένοι, ανεξάρτητα από φύλο, φυλή, θρησκεία ή
αιτία προσφυγιάς, να βρίσκουν ανθρώπινη υποδοχή στη χώρα μας. Αποτελεί προσβολή
της νοημοσύνης και κοινωνική υστέρηση να αρχίζει στα σχολεία η χρόνια συζήτηση
για τον/την σημαιοφόρο των μαθητών ενόψει της παρέλασης της 28ης Οκτώβρη.
Το τελευταίο ζήτημα αφορά την
κάρτα εργασίας και παραμονής. Το θέμα δεν αφορά κάποιο… μεταπτυχιακό αλλά είναι
εξόχως πολιτικό. Οι αλλοδαποί εργάτες, οι μετανάστες και οι πολιτικοί πρόσφυγες
πρέπει να αντιμετωπιστούν ισότιμα και δίκαια. Απέναντί τους στέκει κυρίως ο
ξενοφοβικός νεοφασισμός, αλλά και ο αστικός κοσμοπολιτισμός. Του πρώτου
γνωρίζουμε καλά τα έργα και τις ημέρες σ’ όλη την Ευρώπη και στη χώρα μας, όταν
προτείνει περισσότερους πνιγμούς και αποκλεισμούς. Ο αστικός κοσμοπολιτισμός,
με το σύνθημα “είμαστε όλοι μετανάστες” και τα υποπαράγωγά του για “ανοιχτά
σύνορα” (σύνθημα που θα το ήθελε κάθε καπιταλιστής) υποβιβάζει ένα πολιτικό
πρόβλημα στο επίπεδο του ξέπνοου ανθρωπισμού και του φιλήσυχου χριστιανισμού.
Μετατρέπει το πολιτικό σε ηθικό
και τον αγώνα σε προσευχή, την ταξική ενότητα σε… ΜΚΟ!
Όσο διαρκεί ο πόλεμος και η
εκμετάλλευση, τόσο θα πληθαίνουν τα καραβάνια των μεταναστών. Σ’ αυτό το πεδίο
θα δοκιμάζονται όλες οι πολιτικές.