Aπό την Εύη Νικολοπούλου
Η λέξη καραντίνα χρησιμοποιήθηκε
για πρώτη φορά στη Βενετία της Ιταλίας το 1127 σε σχέση με τη λέπρα και
χρησιμοποιήθηκε ευρέως ως απάντηση στον Μαύρο Θάνατο.
300 χρόνια αργότερα, το Ηνωμένο
Βασίλειο άρχισε σωστά να επιβάλλει καραντίνα ως απάντηση στην πανώλη.
Πρόσφατα, η καραντίνα έχει
χρησιμοποιηθεί στην επιδημία του κορωνοιού 2019 (COVID-19).
Αυτή η επιδημία είχε ως
αποτέλεσμα ολόκληρες πόλεις της Κίνας να έχουν τεθεί αποτελεσματικά υπό μαζική
καραντίνα, ενώ πολλές χιλιάδες αλλοδαποί που επέστρεφαν από την Κίνα κλήθηκαν
να απομονωθούν στο σπίτι ή σε κρατικές εγκαταστάσεις.
Οι ίδιες συνθήκες άρχισαν να
επιβάλλονται σταδιακά και στις υπόλοιπες χώρες και ηπείρους, με την επιδημία να
εξελίσσεται σε πανδημία και να αφορά σχεδόν όλο τον πλανήτη. Υπάρχουν
προηγούμενα για τέτοιου είδους μέτρα.
Οι καραντίνες ολόκληρων πόλεων
επιβλήθηκαν επίσης σε περιοχές της Κίνας και του Καναδά κατά τη διάρκεια της
έκρηξης του σοβαρού οξέος αναπνευστικού συνδρόμου (SARS) το 2003, ενώ ολόκληρα
χωριά σε πολλές χώρες της Δυτικής Αφρικής τέθηκαν σε καραντίνα κατά τη διάρκεια
της επιδημίας Ebola του 2014.
Τί είναι η καραντίνα
Η καραντίνα είναι ο διαχωρισμός
και ο περιορισμός της μετακίνησης ανθρώπων που έχουν ενδεχομένως εκτεθεί σε
μεταδοτική ασθένεια, για να εξακριβωθεί εάν είναι άρρωστοι, μειώνοντας έτσι τον
κίνδυνο μόλυνσης άλλων.
Ο ορισμός αυτός διαφέρει από την
απομόνωση, δηλαδή τον διαχωρισμό των ατόμων που έχουν έχουν διαγνωσθεί με
μεταδοτική ασθένεια από άτομα που δεν είναι άρρωστα. Ωστόσο οι δύο όροι χρησιμοποιούνται συχνά
εναλλακτικά στην επικοινωνία των ειδικών με τον κοσμο.
Ψυχολογικός αντίκτυπος
Η καραντίνα είναι μια δυσάρεστη
κατάσταση, καθώς αποχωριζόμαστε τα αγαπημένα μας πρόσωπα, χάνουμε την ελευθερία
μας και νιώθουμε ανασφάλεια για την υγεία μας και το μέλλον. Μπορεί να βιώσουμε
αισθήματα βαρεμάρας,ανίας και καταθλιπτικό συναίσθημα.
Σύμφωνα με τις περισσότερες μελέτες,η καραντίνα έχει ως
συνέπεια κάποιες πιο έντονες αρνητικές ψυχολογικές επιδράσεις στους ανθρώπους
που τη βιώνουν, όπως συμπτώματα μετατραυματικού στρες, σύγχυση και θυμό.
Στρεσσογόνους παράγοντες μπορεί να
αποτελέσουν η διάρκεια καραντίνας, οι φόβοι για λοίμωξη, η απογοήτευση, η
πλήξη,οι ανεπαρκείς προμήθειες,η ανεπαρκής πληροφόρηση, οι οικονομικές
δυσχέρειες και το στίγμα που συνόδευει την ασθένεια.
Το πιο σοβαρό είναι ότι τα
συμπτώματα αυτά, βρέθηκαν να έχουν διάρκεια για μήνες ή και χρόνια μετά την
καραντίνα.Χρειάζεται λοιπόν να διαφωτιστούμε για την κατάσταση και να
ενεργήσουμε με προληπτικές δράσεις για να ελαχιστοποιήσουμε το στρες και να
μειώσουμε τις εκπλήξεις,που προέρχονται σε μεγάλο βαθμό από άγνοια,αβεβαιότητα
και ανεπαρκή πληροφόρηση.
Μετά την καραντίνα
Μετά την καραντίνα, πολλοί
συνεχίζουν να συμμετέχουν σε συμπεριφορές αποφυγής. Μια μελέτη 25 ανθρώπων που
βρίσκονταν σε καραντίνα λόγω πιθανής επαφής με το SARS σημείωσε ότι το 54%
ανθρώπων που είχαν τεθεί υπό καραντίνα απέφυγε άτομα που έβηχαν ή φτερνίζονταν,
το 26% απέφευγε τους γεμάτους κλειστούς χώρους και το 21% όλους τους δημόσιους
χώρους τις εβδομάδες που ακολούθησαν την περίοδο απομόνωσης. Αρκετοί
περιέγραψαν μακροπρόθεσμες αλλαγές συμπεριφοράς μετά την περίοδο απομόνωσης,
όπως η επιμονή στο πλύσιμο χεριών και η αποφυγή πλήθους και, για μερικούς, η
επιστροφή στην κανονικότητα καθυστέρησε πολλούς μήνες.
Ποιές είναι οι βέλτιστες
πρακτικές για να ελαχιστοποιήσουμε τον αντίκτυπο της καραντίνας στον πληθυσμό
και να προστατεύσουμε την ψυχική υγεία;
1.Η καραντίνα να έχει όσο το
δυνατόν μικρότερη διάρκεια
2.Να παρέχεται επαρκής
πληροφόρηση για τη χρησιμότητά της
3.Να είναι διασφαλισμένες οι
προμήθειες σε είδη πρώτης ανάγκης και σε τρόφιμα σε όλο τον πληθυσμό.
4.Να υπάρχει σαφές χρονοδιάγραμμα
και ανατροφοδότηση για την πορεία και τη λήξη της καραντίνας
5.Να υπάρχει επικοινωνία μεταξύ
των ανθρώπων, μείωση της αίσθησης της μοναξιας και της βαρεμάρας.
6.Στήριξη με επιπρόσθετα μέτρα
ευάλωτων πληθυσμών από την πολιτεία(άστεγοι,ηλικιωμένοι,φυλακισμένοι,εξαρτημένοι,ψυχικά
ασθενείς κτλ) και ενεργοποίηση της κοινωνικής αλληλεγγύης.
7.Να παρέχεται πλαίσιο ψυχοκοινωνικής στήριξης,
περίθαλψης και συμβουλευτικής άμεσα προσβάσιμο στον πληθυσμό,πριν κατά τη
διάρκεια και μετά την καραντίνα.
Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι οι
υπάλληλοι της υγειονομικής περίθαλψης και οι πολιτικοί τους προϊστάμενοι, καθώς
και τα σώματα ασφαλείας που είναι επιφορτισμένοι με την εφαρμογή της
απομόνωσης, οι οποίοι εξ ορισμού έχουν ασφάλεια εργασίας, θα πρέπει επίσης να
θυμούνται ότι δεν είναι όλοι στην ίδια κατάσταση.
Οι αρχές θα πρέπει να λάβουν κάθε
μέτρο για να διασφαλίσουν ότι αυτή η εμπειρία είναι όσο το δυνατόν πιο ανεκτή
για τους ανθρώπους. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με το να λένε στους ανθρώπους τι
συμβαίνει και γιατί,να εξηγούν πόσο καιρό θα συνεχιστεί, παρέχοντας σημαντικές
δραστηριότητες για να κάνουν κατά τη διάρκεια της καραντίνας, παρέχοντας σαφή
επικοινωνία, εξασφαλίζοντας βασικές προμήθειες (όπως τρόφιμα, νερό και ιατρικά
εφόδια) και ενισχύοντας την αίσθηση του αλτρουισμού που οι άνθρωποι πρέπει να αισθάνονται.
Ακολουθούμε τους κανόνες και
προφυλάσσουμε τους εαυτούς μας και τους γύρω μας, δίχως να μένουμε βουβοί. Η βίωση καθεστώτος φόβου και ανασφάλειας, η
εσωτερίκευση του στρες και των αρνητικών συναισθημάτων μας, μας κάνει πιο
ευάλωτους στην ασθένεια αφού το τοξικό στρες επιτίθεται στο ανοσοποιητικό μας
σύστημα.
Εκφράζουμε τις αντιρρήσεις μας
και τις απορίες μας, ζητάμε βοήθεια, λεκτικοποιούμε και επικοινωνούμε τις
ανησυχίες μας, διεκδικούμε πληροφόρηση και καλύτερες συνθήκες για όλους.
Δείχνουμε κοινωνική ευθύνη όχι
μόνο ακολουθώντας τις οδηγίες των ειδικών, αλλά απαιτώντας να ενεργοποιηθεί το
δίχτυ προστασίας και ασφάλειας της πολιτείας για όλους.