γράφει ο Γιώργος Καρελιάς
Είναι σπάνιο στη θητεία μιας
κυβέρνησης να μην τύχουν μια ή περισσότερες «στραβές». Η αντιμετώπισή τους
εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Κι επειδή στην Ελλάδα η διάχυση αρμοδιοτήτων
- και ευθυνών - είναι μεγάλη, οι αποτυχίες των κυβερνήσεων είναι συνηθέστερες
από τις επιτυχίες.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν
εξαιρείται από αυτόν τον κανόνα. Σε άλλες κρίσεις τα πήγε καλά (πχ του Έβρου
και στην πρώτη φάση της πανδημίας) και σε άλλες τα έκανε μούσκεμα. Τα δύο
απανωτά παραδείγματα, της «Μήδειας» και της «Ελπίδας», είναι πολύ
χαρακτηριστικά. Δεν είναι ότι δυο φορές το ίδιο καιρικό φαινόμενο συνέτριψε τον
κρατικό μηχανισμό, ο οποίος είχε αναβαθμιστεί, στα λόγια φυσικά, σε
«επιτελικό». Αυτά τα έχουν πάθει και προηγούμενες κυβερνήσεις.
Όμως, η σημερινή έφαγε δύο γερές
σφαλιάρες, επειδή τα σοβαρά προβλήματα δεν αντιμετωπίζονται με μεγάλα λόγια και
η προπαγάνδα κάποια στιγμή φτάνει στα όριά της. Είναι άλλο να αξιοποιείς την
τεχνολογία για να παρέχεις ψηφιακές υπηρεσίες (αναμφισβήτητα, τα πάει καλά εδώ
το υπουργείο του κ. Πιερρακάκη) και άλλο να αντιμετωπίζεις μια φωτιά, μια
πλημμύρα κι ένα χιονιά. Στην πρώτη περίπτωση, κάνεις δουλειά γραφείου με τη
βοήθεια των υπολογιστών, στη δεύτερη πρέπει να δράσεις στο «πεδίο», όπως λένε.
Και το «πεδίο» είναι σκληρό. Απαιτεί και γνώση και κοινό νου και
προβλεπτικότητα και ικανότητες συντονισμού. Όσο καλός τεχνοκράτης κι αν ήταν ο
κ. Στυλιανίδης, είναι άλλο να εκπονεί σχέδια στις Βρυξέλλες και άλλο να
«μπουκώνει» η Αττική Οδός και να κόβεται το ρεύμα σε χιλιάδες πολίτες.
Όλα αυτά, δηλαδή τη δράση στο
«πεδίο», υποτίμησε ο κ. Μητσοτάκης και την πάτησε δυο φορές. Όμως, πάνω απ' όλα
πληρώνει τα δικά του παχιά λόγια. Όχι μόνο αυτά που έλεγε για τους
προηγούμενους, όταν ήταν στην αντιπολίτευση, αυτά οι πολίτες τα έχουν συνηθίσει.
Ξέρουν ότι οι αντιπολιτεύσεις φλυαρούν και δεν δίνουν ιδιαίτερη σημασία, ίσως
να τις πιστεύουν κιόλας. Όμως, ο κ. Μητσοτάκης δεν περιορίστηκε στις
αντιπολιτευτικές υπερβολές, ορισμένες από τις οποίες τις πίστεψαν οι ψηφοφόροι
και τον έφεραν στην κυβέρνηση. Έκανε το λάθος να συνεχίσει να λέει μεγάλα λόγια
και ως πρωθυπουργός, ακόμα και όταν ήρθαν οι πρώτες κρίσεις, που απέτυχε να
αντιμετωπίσει.
Για παράδειγμα, πέρσι, μετά το
φιάσκο με τη «Μήδεια», έλεγε ότι έχει φτιάξει μια «πολυεπίπεδη» διακυβέρνηση,
ώστε καθένας να ξέρει πού αρχίζει και πού τελειώνει η ευθύνη του και να
λογοδοτεί αναλόγως. Προφανώς, αυτά προκαλούν χάχανα αυτές τις μέρες, που δεν
ήξερε ο Στυλιανίδης τι γινόταν στην Αττική Οδό, ο Πατούλης στη Μεσογείων και ο
Σκρέκας στη ΔΕΗ (ακόμα υπάρχουν άνθρωποι που ξεπαγιάζουν χωρίς ρεύμα, πέμπτη
μέρα από το χιόνι).
Το περασμένο καλοκαίρι με τις
καταστροφικές πυρκαγιές ο πρωθυπουργός ίδρυσε υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και
Πολιτικής Προστασίας, όπου εγκατέστησε μετά βαΐων και κλάδων τον κ. Στυλιανίδη,
δίνοντας τη διαβεβαίωση ότι «έχει σχέδιο» για όποια έκτακτη κατάσταση ανακύψει.
Το «σχέδιο» το είδαμε αυτές τις μέρες με τους πελαγωμένους υπουργούς,
περιφερειάρχες, δημάρχους και επικεφαλής του ΔΕΔΔΗΕ.
Σχέδιο δεν υπήρχε. Κι αν υπήρχε,
καταπλακώθηκε από τα χιόνια και τα πεσμένα ηλεκτροφόρα καλώδια. Αυτή τη φορά,
μάλιστα, ο κ. Μητσοτάκης διέπραξε ένα πρόσθετο λάθος. Αρνήθηκε να «υπακούσει»
στην έννοια της πολιτικής ευθύνης, η οποία είναι το «άλφα» και το «ωμέγα» για
τους πολιτικούς ηγέτες. Είναι αδιανόητο, μετά το νέο φιάσκο, να μη βρεθεί έστω
ένα πρόσωπο να πει «απέτυχα, παραιτούμαι». Και είναι διπλά αδιανόητο ο
πρωθυπουργός να μην επιβάλει ο ίδιος την απαιτούμενη πολιτική κύρωση.
Ο κ. Μητσοτάκης, με την απόφασή
του αυτή, δεν περιφρόνησε μόνο τους πληγέντες πολίτες. Περιφρόνησε και τον
εαυτό του. Διότι ο ίδιος, όταν αντιπολιτευόταν, απαιτούσε από τους πολιτικούς
αντιπάλους του - και σωστά - να τηρούν τον κανόνα της πολιτικής ευθύνης όχι
γενικά και αόριστα, αλλά με παραιτήσεις. Το καλοκαίρι του 2018, μετά τη φονική
πυρκαγιά το Μάτι, ως αρχηγός της αντιπολίτευσης έλεγε ότι η ανάληψη της
πολιτικής ευθύνης πρέπει να συνοδεύεται από παραιτήσεις.
Σήμερα η έννοια της πολιτικής
ευθύνης, έτσι όπως ο ίδιος την προσδιόριζε για τους αντιπάλους του, έχει
εξαφανιστεί για τους δικούς του υπουργούς.
Τη συμπεριφορά, τότε και σήμερα,
του κ. Μητσοτάκη αποδίδει πολύ καλά η ρήση του παλιού γκουρού της επικοινωνίας
Μάρσαλ Μακ Λούαν: «Δεν συμφωνώ απαραίτητα με ό,τι λέω»…