γράφει ο Γιώργος Καρελιάς
Επειδή πληθαίνουν τα
«αγανακτισμένα» σχόλια του τύπου «σαπίλα», «ζέχνει η κοινωνία» και τα παρόμοια,
ας προσπαθήσουμε να ξεκαθαρίσουμε μερικά πράγματα.
Πρώτον, οι βιαστές, όλων των
ειδών, δεν είναι σημερινό φαινόμενο. Είναι αρχαίο. Απλώς παλιότερα κρυβόταν ή
δεν έφτανε στα μάτια και τα αυτιά όλων, όπως γίνεται στις μέρες μας με το
πλήθος των μέσων ενημέρωσης και των κοινωνικών δικτύων, που προβάλλουν με πρωτοφανείς
ταχύτητες τα πάντα, γεγονότα και φήμες. Αυτό το στοιχείο είναι θετικό, διότι
δυσκολεύει τις πιθανές προσπάθειες συγκάλυψης. Το αρνητικό είναι ότι ο
επικοινωνιακός ανταγωνισμός είναι εξοντωτικός, με αποτέλεσμα συχνά, αντί για
πληροφορίες, να κυκλοφορούν και να διογκώνονται είτε φήμες είτε και
κατασκευασμένες ειδήσεις, με στόχο τον εντυπωσιασμό.
Δεύτερον, «ευυπόληπτοι», «θρησκευόμενοι»,
«κυρ-Παντελήδες» και λοιπές κατηγορίες, που διαπράττουν βιασμούς, επίσης δεν
είναι σημερινό «φρούτο». Αρκεί να θυμηθούμε τι έχει κατά καιρούς αποκαλυφθεί
για τα σεξουαλικά εγκλήματα αξιωματούχων των Εκκλησιών. Αυτό, όμως, δεν
δικαιολογεί τις γενικεύσεις. Δεν είναι δα η Ελλάδα γεμάτη με Λιγνάδηδες και
Μίχους και αναφέρω δύο ονόματα με δράση αποδεδειγμένη, του πρώτου δικαστικά και
του δεύτερου καθ’ ομολογίαν.
Τρίτον, σε εγκλήματα με θύματα
παιδιά πρωταρχική είναι η ευθύνη της οικογένειας. Όμως, εν προκειμένω
ουσιαστικά δεν υπήρχαν γονείς. Και αν επιβεβαιωθούν τα στοιχεία που δείχνουν
ότι η μάνα ενέχεται, τότε το έγκλημα αποκτά άλλη διάσταση. Εδώ υπεισέρχεται η
ευθύνη του σχολείου και των κοινωνικών δομών του κράτους. Αφού γονείς
ουσιαστικά δεν υπήρχαν, υπάρχει κάποιος που ανησύχησε και έψαξε αν και πώς το
ανήλικο κορίτσι πήγαινε στο σχολείο;
Τέταρτον, επειδή τα εγκλήματα
αυτά εσχάτως, μετά την υπόθεση Λιγνάδη, παίρνουν και πολιτική διάσταση, καλό
είναι να είμαστε όσο γίνεται ακριβείς και, πάντως, προσεκτικοί. Τα σεξουαλικά
εγκλήματα δεν είναι δεξιά, κεντρώα ή αριστερά. Είναι(σκέτα) εγκλήματα. Το
γεγονός ότι ο σημερινός βασικός δράστης ανήκε στη ΝΔ και φωτογραφιζόταν με
επιφανή στελέχη της δεν καθιστά τη ΝΔ «κόμμα παιδεραστών», όπως είπε, με
περισσή αντιπολιτευτική ανοησία, η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Άννα Βαγενά. Όπως δεν
είναι ο ΣΥΡΙΖΑ «κόμμα τρομοκρατών», όπως ανοήτως έλεγαν στο παρελθόν από τη ΝΔ,
επειδή στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ κατέθεσαν ως μάρτυρες υπεράσπισης προσώπων που
κατηγορήθηκαν για τρομοκρατικές πράξεις.
Οι κυβερνήσεις και τα κόμματα
έχουν ευθύνη σε τέτοιες απεχθείς υποθέσεις μόνο αν επιχειρήσουν να τις κουκουλώσουν,
επειδή πιθανώς ενέχονται «πρόσωπα υπεράνω υποψίας». Όμως, τέτοιες ενδείξεις δεν
υπάρχουν. Ο Λιγνάδης, που εντάσσεται στην κατηγορία των εγκληματιών του «λευκού
κολάρου», δεν σώθηκε. Καταδικάστηκε στην ανώτερη ποινή. Το ότι του δόθηκε
αναστολή στην εκτέλεση της ποινής και είναι εκτός φυλακής είναι δικαστική-και
όχι κυβερνητική- απόφαση. Για την οποία έχει ασκηθεί σκληρή κριτική.
Και φτάνουμε τώρα σε ένα επίμαχο
θέμα των ημερών. Στο αίτημα να δοθούν «εδώ και τώρα» τα ονόματα των 213, που
φέρονται ότι είχαν επαφές με τον Μίχο ως επίδοξοι βιαστές. Ζούμε σε χώρα με
προηγμένο δικαιϊκό σύστημα και όχι σε ζούγκλα. Για να δοθεί στη δημοσιότητα το
όνομα ενός υπόπτου, πρέπει τα στοιχεία σε βάρος του να είναι ισχυρά, όπως
συμβαίνει με τους δύο, μέχρι στιγμής, βασικούς δράστες (έχουν ομολογήσει τις
επαφές με το ανήλικο κορίτσι). Κανένας αστυνομικός, κανένας εισαγγελέας και
κανένας υπουργός δεν μπορεί να δώσει στη δημοσιότητα ονόματα πιθανών υπόπτων,
χωρίς να έχει ολοκληρωθεί η έρευνα και να έχουν προκύψει τουλάχιστον ισχυρές
ενδείξεις. Διαφορετικά, ελλοχεύει ο κίνδυνος «να κρεμαστούν στα μανταλάκια»
άνθρωποι που είναι άσχετοι με την υπόθεση. Και τότε ποιος θα αναλάβει την
ευθύνη;
Σε τέτοιες υποθέσεις δύο είναι τα
ζητούμενα; Κάθαρση και λύτρωση.
Κάθαρση θα επέλθει με την αυστηρή
τιμωρία όσων πραγματικά βαρύνονται με τόσο ειδεχθή εγκλήματα.
Λύτρωση για τα θύματα θα επέλθει
μόνο όταν τα παιδιά αυτής της οικογένειας καταφέρουν να ξεφύγουν από τον κλοιό
ντροπής, φτώχειας και σκληρής δημοσιότητας που τα περιβάλλει.