Σαν βγεις στον πηγαιμό για τη
Μακρόνησο, ξέρεις ότι ο δρόμος θα είναι σύντομος. Σε αντίθεση με τη διαδρομή
του νησιού μέσα στην Ιστορία, η οποία εκτείνεται στους αιώνες. Αν και χαραγμένη
στο νου, λόγω της νεώτερης ιστορίας της, ως τόπος εξορίας, τα ίχνη ανθρώπινης
παρουσίας στο νησί χρονολογούνται ήδη από το 2.500 π.Χ., ενώ ίχνη κτιρίων
μαρτυρούν την παρουσία οικισμού και κατά τους κλασικούς αιώνες (4ο και 5ο π.Χ.
αι.). Σε απόσταση μόλις 2,5 ναυτικών μιλίων από το Λαύριο, η Μακρόνησος στέκει
απόμακρη, απομονωμένη στην Ιστορία της και περήφανη, ως «Ιστορικός Τόπος»
–χαρακτηρισμός που της δόθηκε το 1989 με υπουργική απόφαση.
«Χαρακτηρίζουμε ως ιστορικό τόπο,
σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 1469/50 “Περί προστασίας ειδικής κατηγορίας
οικοδομημάτων και έργων τέχνης μεταγενεστέρων του 1830”, ολόκληρο το νησί της
Μακρονήσου, γιατί έχει σημαδέψει την ιστορία της νεότερης Ελλάδας, γιατί
αποτελεί χώρο μνήμης-όχι μόνο γι’ αυτούς πού έζησαν όλη τη φρικαλεότητα της
περιόδου 1946-1953, αλλά για όλους τους Έλληνες, και κυρίως για τις νέες
γενιές, γιατί αποτελεί σύμβολο καταδίκης του εμφυλίου πολέμου, όλων των
βασανιστηρίων και κάθε καταπίεσης από οπουδήποτε προερχόμενης, βωμό ελευθερίας
της σκέψης και των ιδεών. Χαρακτηρίζουμε επίσης με τον ίδιο νόμο ως ιστορικά
διατηρητέα μνημεία όλα τα κτίρια των στρατοπέδων της Μακρονήσου, γιατί αυτά
κτίστηκαν από τους ίδιους τους κρατούμενους, μέσα στα οποία έζησαν κάτω από τις
γνωστές συνθήκες και τα οποία χαρακτηρίζουν την εποχή στο συγκεκριμένο χώρο και
την ιστορία του». Αυτά αναφέρει η απόφαση, που χαρακτήρισε διατηρητέα όλα τα
μνημεία και τα κτίρια του νησιού. Κοιτάζοντας από το λιμάνι του Λαυρίου, δεν
φαίνεται σχεδόν κανένα από αυτά. Το νησί μοιάζει έρημο. Ένα σκάφος του
λιμενικού έχει αναλάβει να μας πάει απέναντι.
Ήδη, στο άκουσμα της φράσης «θα
πάω στη Μακρόνησο», συγγενείς και φίλοι κοντοστέκονται. «Τι έχει στη
Μακρόνησο;», «Αυθαίρετα». Η διαδρομή είναι όντως σύντομη. Το σκάφος -«αυτό το
σκάφος είναι ηρωικό», θα μας πει ένας εκ του πληρώματος, «ήταν το πρώτο που
έφτασε στο Μάτι»– αφού κάνει μία μικρή βόλτα costa-costa, κατά μήκος της ακτής,
πλησιάζει προς το «ντοκάκι». Σε λίγο, θα καταλάβαινα ότι αυτό θα ήταν και το
«λιμάνι». Τα κτίρια των στρατοπέδων αρχίζουν να φαίνονται καθαρά.
Πλησιάζοντας στον ντόκο, υπάρχει
έντονη κίνηση, από τετράποδα που είναι έτοιμα να υποδεχθούν τους επισκέπτες.
Ένα παιδί της πόλης, από μακριά θα τα νόμιζε για σκυλιά. Είναι, όμως, κατσίκια.
Μία εικοσαριά κατσίκια είναι επί της υποδοχής. Ήδη, από το πρώτο βήμα, στην
ασφαλτοστρωμένη ανηφόρα προς το στρατόπεδο και τα φυλάκια, η αίσθηση ότι το
σκηνικό προέρχεται από ταινία του Παντελή Βούλγαρη και η σκέψη ότι πατάς πάνω
στα βήματα άλλων είναι κυρίαρχη. «Πόσο βαριά βήματα έχει δει αυτή η ανηφόρα…».
Τα κουδουνάκια και το βέλασμα των κατσικιών επαναφέρουν στην πραγματικότητα.
Μία ταμπέλα που γράφει «ΔΗΜΟΣ ΚΕΑΣ» μας καλωσορίζει. Η πρώτη αυτή ανηφόρα είναι
και ο μόνος ασφαλτοστρωμένος δρόμος του νησιού. Κατά τα άλλα, όλα είναι…
χωματόδρομος. Περνάμε δίπλα από το στρατόπεδο του Πρώτου Τάγματος Σκαπανέων, το
οποίο ονομαζόταν Α’ Ειδικό Τάγμα Οπλιτών. ΑΕΤΟ, (1947-1953), όπως γράφει ακόμα
το ψηφιδωτό από χαλίκια, πάνω σε μια εξέδρα. Για αρκετή ώρα, το μόνο που
ακούγεται, είναι βήματα στα χώματα, τζιτζίκια και δυο περίεργες κατσίκες που
μας ακολουθούν.
Και τα αυθαίρετα; Σύμφωνα με την
πολεοδομία, αυθαιρεσία χαρακτηρίζεται εκτός από το αυθαίρετο κτίσιμο
καταλύματος ή αποθήκης και η κατάληψη ή διαμόρφωση των χώρων των παλιών
στρατοπέδων. Υψώνοντας το βλέμμα, ανάμεσα στα μισογκρεμισμένα φυλάκια, το ένα
στέκεται ανανεωμένο, βαμμένο και περιποιημένο. «Κουρείον», γράφει πάνω από την
πόρτα. «Αυτή είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση κατάληψης χώρου», θα πει
αργότερα στο ΑΠΕ-ΜΠΕ μέλος των κλιμακίων που πραγματοποίησαν αυτοψία στο νησί
στις αρχές Αυγούστου, από το υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού και το
υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Παρόντες στην αυτοψία, εκτός των
κλιμακίων, ήταν και ο υφυπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού, Κώστας Στρατής και
η γενική γραμματέας του υπουργείου, Μαρία Ανδρεαδάκη – Βλαζάκη. Η δουλειά των κλιμακίων,
σύμφωνα με την πηγή μας, είναι δύσκολη, διότι δεν υπάρχει εύκολη πρόσβαση για
καταγραφή.
Πολλά κτίσματα είναι σε μικρά
κολπάκια από την πίσω μεριά του νησιού, ενώ κάποια είναι χτισμένα ψηλά, χωρίς
να υπάρχει πλέον δρόμος για να ανέβει κανείς. Κάποια, ωστόσο, βρίσκονται πάνω
στον «δρόμο». Η απόφαση κατεδάφισης, από το Πρωτοδικείο Σύρου, είναι ήδη
τοιχοκολλημένη σε αρκετά από αυτά. Σε κάποια άλλα, όχι, ίσως εξαιτίας της…
αντίστασης των «ιδιοκτητών». Άλλη μία χαρακτηριστική περίπτωση
κατάληψης/διαμόρφωσης χώρου, φαίνεται να είναι δύο κτίσματα, γύρω από ένα
εκκλησάκι.
Το ένα έχει πρόσφατα αλλαγμένη
στέγη με κεραμίδια, ενώ στην αυλή του άλλου, υπάρχει ένα φωτοβολταϊκό πάνελ.
Στην αυλή, και μία στοίβα από τούβλα. Δε μοιάζουν με αυτά που έχουμε συνηθίσει
να βλέπουμε στις οικοδομές. «Είναι παλιά τούβλα, που χρησιμοποιούσαν οι
κρατούμενοι», θα εξηγήσει αργότερα η πηγή, προσθέτοντας ότι στα κτίρια που
έχουν αναδιαμορφωθεί ή χτιστεί, έχουν χρησιμοποιηθεί και πέτρες από τα παλιά
κτίσματα, που έχουν καταρρεύσει.
Κάπως έτσι, μπορεί να απαντηθεί
και η απορία, «πώς μπορεί να χτίσει κανείς στη Μακρόνησο;». «Στη στοίβα ήταν
διάφορα, εκτός από τούβλα», θυμάμαι. «Ανάμεσά τους, υπάρχουν και κομμάτια από
αρχαία πιθάρια», θα προσθέσει η πηγή. Από την Εφορία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων,
ωστόσο, μέχρι να βγει το επίσημο πόρισμα της αυτοψίας, δεν υπάρχει κάποιος
σχολιασμός επ’ αυτού. Συνολικά, υπολογίζεται ότι οι αυθαιρεσίες στη Μακρόνησο
αφορούν 20-25 κτίσματα. Σύμφωνα με την πρόσφατη νομοθετική ρύθμιση του
υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, περί «κατεδαφίσεων αυθαιρέτων κτισμάτων
σε αιγιαλό και δασικές εκτάσεις» –ψηφίστηκε στις 2 Αυγούστου 2018, ενταγμένη
στο Ν.4559/18, «Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιόνιο Πανεπιστήμιο και άλλες
διατάξεις»– όσα είναι καινούρια κτίσματα, θα πρέπει να κατεδαφιστούν και σε όσα
έχει γίνει αλλαγή χρήσης, θα πρέπει να επιστρέψουν στην αρχική τους (χρήση).
Η απόφαση του Πρωτοδικείου είναι
ειλημμένη, ωστόσο, η εφαρμογή της ίσως καθυστερήσει. Τον Σεπτέμβριο του 2018,
αναμένεται να ολοκληρωθεί με Προεδρικό Διάταγμα η διοικητική ένταξη της
Μακρονήσου στο Λαύριο, εκτός «Κλεισθένη», που ψηφίστηκε τον περασμένο Ιούλιο.
Στη διοικητική αυτή προσάρτηση έχουν αντιταχθεί ο δήμαρχος Κέας, Ιωάννης
Ευαγγέλου και ο περιφερειάρχης Νοτίου Αιγαίου, Γιώργος Χατζημάρκος,
υποστηρίζοντας ότι η Μακρόνησος ανήκει ιδιοκτησιακά στη νήσο Κέα από το 1830,
«αφότου διατηρεί ιστορικά καταγεγραμμένες σχέσεις με το νησί», αλλά και με
αμετάκλητη απόφαση του Αρείου Πάγου. Μάλιστα, σε κοινή τους ανακοίνωση τονίζουν
ότι η «μεταφορά» γίνεται «χωρίς καμία ενημέρωση, χωρίς τον παραμικρό διάλογο,
χωρίς οποιαδήποτε ιστορική βάση, με μία και μόνο υπουργική απόφαση, λόγω
γειτνίασης». «Την ένταξη της Μακρονήσου στο δήμο Λαυρίου και την περιφέρεια
Αττικής την προβλέπει το Ρυθμιστικό Σχέδιο της Αττικής, ήδη από το 2014, για
λόγους ανάδειξης της Ιστορίας του νησιού», σχολίασε από την πλευρά του, ο δήμαρχος
Λαυρεωτικής, Δημήτρης Λουκάς, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Εξάλλου, υπάρχει η σκέψη να
περιληφθεί η Μακρόνησος στην Παγκόσμια Πολιτιστική Κληρονομιά της UNESCO και,
σύμφωνα με τους κυβερνώντες, αυτό μπορεί να υποστηριχθεί καλύτερα από μία πιο
«ισχυρή» οικονομικά Περιφέρεια. Η διοικητική αλλαγή σκυτάλης, ίσως μεν
επιταχύνει τις διαδικασίες κατάθεσης του φακέλου στην UNESCO, ωστόσο, μπορεί να
δημιουργήσει καθυστερήσεις στην εφαρμογή της απόφασης περί κατεδαφίσεων και
αλλαγής χρήσης. Η σημερινή εικόνα, πάντως, της Μακρονήσου, καθώς προχωράει
κανείς προς το εσωτερικό του νησιού, λίγο θυμίζει μαρτυρικό τόπο. Κυρίως,
θυμίζει ερημωμένο τόπο. Ερημιά, ησυχία, εγκατάλειψη από την Πολιτεία, ερείπια,
παραπήγματα και… μπάζα -ιδιαίτερα περίεργη ήταν η «συνάντηση» με μία ηλεκτρική
κουζίνα στη μέση του πουθενά– είναι το σκηνικό του απέραντου τόπου βοσκήματος
για κατσίκια και αγελάδες και των κοινοτήτων των μελισσών που κάποιοι
μελισσοκόμοι έχουν οργανώσει.
Δεκαπέντε χιλιόμετρα περπατήματος
αργότερα, στη μοναδική σκιά του νησιού, κάτω από ένα δέντρο, η αναμονή για την
επιστροφή. Η σκέψη πίσω από την απόφαση του 1989 σίγουρα δεν είχε σκοπό να
μείνει το νησί έτσι όπως το είδαμε. Απέναντί μας, στέκεται με υψωμένη τη γροθιά
κουβαλώντας στον ώμο μία τεράστια πέτρα ο «Δεσμώτης Μακρονησιώτης», το άγαλμα
που κοιτάζει απέναντι, στο Λαύριο το άγαλμα της γυναίκας, μάνας, αδελφής,
συζύγου, μνηστής του Μακρονησιώτη κρατούμενου. Από απέναντι, φαίνεται σιγά-σιγά
και το σκάφος του λιμενικού που έρχεται να μας παραλάβει. Φεύγοντας, η σκέψη σε
εκείνους που δεν είχαν την τύχη απλά να επισκεφτούν το νησί, να έχουν την
επιλογή να πάνε και να φύγουν. «Σύμφωνα με υπολογισμούς, το 1947 η Μακρόνησος
είχε 10.000 κρατούμενους, το 1948 20.000, ενώ κατά διαστήματα πέρασαν συνολικά
γύρω στους 60.000 ανθρώπους», ανέφερε η Μαριλένα Μαρμάνη, ιστορικός και
προϊσταμένη του Αυτοτελούς Τμήματος Κοινωνικής Προστασίας, Παιδείας,
Πολιτισμού, Αθλητισμού & Νέας Γενιάς του δήμου Λαυρεωτικής. Καλό θα ήταν,
έστω και τριάντα χρόνια αργότερα, να αναδειχθεί όντως η Ιστορία του τόπου, για
να αποτελέσει όντως για τις νέες γενιές «σύμβολο καταδίκης του εμφυλίου
πολέμου, όλων των βασανιστηρίων και κάθε καταπίεσης από οπουδήποτε
προερχόμενης, βωμό ελευθερίας της σκέψης και των ιδεών». Πέρα από πολιτικές ή
άλλες σκοπιμότητες, η Δημοκρατία το έχει ανάγκη πιο πολύ από ποτέ.