Ο νεοφιλελευθερισμός περιστρέφεται γύρω από έναν άξονα, μία κεντρική ιδέα: απορρίπτει τις παρεμβάσεις του κράτους που χρηματοδοτούνται από την υποχρεωτική φορολογία, με εξαίρεση τα δικαστήρια και τα σώματα ασφαλείας (που στόχο έχουν τη διασφάλιση, πέραν της ζωής, των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων και της ιερότητας των συμβολαίων που συνήφθησαν εθελοντικά μεταξύ πολιτών).
Όπως όλες οι ιδεολογίες, στους κόλπους του νεοφιλελευθερισμού υπάρχει διάσταση απόψεων. Ιδίως όσον αφορά τις εξαιρέσεις σε αυτό τον κανόνα. Π.χ. κάποιοι νεοφιλελεύθεροι θεωρούν πως υπάρχει περιθώριο μικρών, έξυπνων κρατικών παρεμβάσεων σε περιπτώσεις που παρουσιάζονται μονοπώλια ή όταν κάποια σημαντικά δημόσια αγαθά δεν μπορούν να παραχθούν διαφορετικά (π.χ. παιδεία ή υγεία).
Άλλοι, πάλι, νεοφιλελεύθεροι, οι πιο σκληροπυρηνικοί, κρίνουν πως ούτε και σε αυτές τις περιπτώσεις δικαιολογείται η κρατική παρέμβαση. Επιχειρηματολογούν ότι τα μονοπώλια, όπως έλεγε κι ο Σουμπέτερ, είναι παροδικά φαινόμενα που ενισχύουν την έρευνα και την τεχνολογία (καθώς μόνο ένα μονοπώλιο, π.χ. η Google, μπορεί να χρηματοδοτήσει φιλόδοξα ερευνητικά προγράμματα), ενώ για τα δημόσια αγαθά που έχουμε ανάγκη θεωρούν πως, αν τα έχουμε πραγματικά ανάγκη, η αποκεντρωμένη, φιλελεύθερη κοινωνία θα βρει έναν τρόπο να τα παράσχει, όπως π.χ. στη Βρετανία, όπου η υπηρεσία διάσωσης των ναυαγών είναι μη κρατική και χρηματοδοτείται από συνεχείς εράνους στις πλατείες των πόλεων. Ανεξάρτητα από τις μεταξύ τους διαφωνίες, τους νεοφιλελεύθερους ενώνει ο σκεπτικισμός απέναντι στη δημόσια χρηματοδότηση, που βασίζεται στις κρατικές επιδρομές στο εισόδημα των πολιτών – την υποχρεωτική φορολογία.
Διατρανώνουν πως, στο πλαίσιο της προσωπικής ευθύνης, ο καθένας μας είναι υπεύθυνος για τις πράξεις του, για το αν και πώς θα βρει δουλειά και, βεβαίως, για τα χρέη του. Όπως το κράτος δεν έχει δικαίωμα να παίρνει χρήματα από την Κατερίνα για να επιδοτεί το μαγαζί του Κώστα ή τη θέση εργασίας της Μαρίας, έτσι και με τα δάνεια. Αν δανειστώ ένα εκατομμύριο ευρώ από τον φίλο μου τον Βασίλη και μετά αποδειχτεί ότι δεν μπορώ να του τα επιστρέψω, τότε κακό τόσο του δικού μου κεφαλιού όσο και του κεφαλιού του Βασίλη (ας μη μου τα είχε δανείσει).
Να γιατί η Ευρωζώνη αποτελεί τη μέγιστη πρόκληση για έναν νεοφιλελεύθερο. Μετά το κραχ του 2008, βουνά χρεών ήταν αδύνατον να αποπληρωθούν πανευρωπαϊκά, καθώς τα εισοδήματα των δανειζόμενων (αλλά και των τραπεζών που χρώσταγαν σε άλλες τράπεζες) απλώς εξανεμίστηκαν. Όμως, η Ευρωζώνη δεν είχε δομηθεί με τρόπο που να αντέχει τη μη αποπληρωμή αυτών των χρεών. Τότε, λοιπόν, αρχής γενομένης από τη δική μας δανειακή σύμβαση (το γνωστό Μνημόνιο), με σκοπό να καθυστερήσει η αποκάλυψη ότι τα βουνά χρεών της Ευρώπης δεν είναι δυνατόν να αποπληρωθούν,ξεκίνησε μια διπλή διαδικασία. Από τη μία δίνονται τεράστια δάνεια στα πτωχευμένα κράτη ώστε να συνεχίσουν να πληρώνουν τους πιστωτές τους (και να κρατάνε τις τράπεζές τους ανοικτές).
Από την άλλη, ως όρος γι' αυτά τα δάνεια, τους επιβλήθηκε μια τεράστια εσωτερική υποτίμηση. Αυτή η διπλή διαδικασία είναι που θέτει τους νεοφιλελεύθερους σε κατάσταση απόλυτης σχιζοφρένειας! Γιατί σχιζοφρένειας; Επειδή, ενώ η εσωτερική υποτίμηση συνάδει πλήρως με τη νεοφιλελεύθερη οπτική, ο υπέρογκος δανεισμός πτωχευμένων κρατών και τραπεζών από τους Ευρωπαίους φορολογούμενους είναι «ανάθεμα» για τον νεοφιλελευθερισμό. Μια ιδεολογία που απορρίπτει εξαρχής τις από τον φορολογούμενο χρηματοδοτούμενες κρατικές παρεμβάσεις δεν μπορεί παρά να απορρίψει μετά βδελυγμίας την ιδέα ότι ποταμοί φόρων δίνονται σε κράτη και τράπεζες με στόχο να αποπληρώσουν μη εξυπηρετούμενα χρέη.
Ένας νεοφιλελεύθερος που σέβεται τον εαυτό του θα υποστήριζε τη σκληρότερη εσωτερική υποτίμηση σε χώρες ελλειμματικές και πτωχευμένες (π.χ. μείωση μισθών ακόμα και στα 200 ευρώ τον μήνα), υπό έναν όμως όρο: άμεση διαγραφή των χρεών που δεν είναι δυνατόν να αποπληρωθούν από τα μετά-την-εσωτερική-υποτίμηση-καθίζηση εισοδήματα και άμεσο κλείσιμο των πτωχευμένων τραπεζών. Εικονογράφηση: David Shrigley Αντί γι' αυτό, η Ευρωζώνη εμμένει στην πλάνη ότι όλα τα χρέη θα αποπληρωθούν την ώρα που, με την πολιτική γενικευμένης λιτότητας, συνθλίβει τα εισοδήματα από τα οποία θα πρέπει να πληρωθούν τα νέα και τα παλαιά δάνεια. Ο νεοφιλελεύθερος που δεν ψεύδεται στον εαυτό του γνωρίζει ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να συμβεί και πως η εμμονή της Ευρωζώνης σε αυτή την πολιτική την οδηγεί στην κατάρρευση.
Βλέπει ότι οι μόνοι κερδισμένοι από αυτή την εμμονή θα είναι η Χρυσή Αυγή, το UKIP στην Βρετανία, το ΚΚΕ, η κ. Λε Πεν και γενικά όλοι όσοι θέλουν να δουν μια ώρα αρχύτερα το τέλος της Ευρωζώνης – ένα τέλος που είναι αδύνατον να αφήσει αλώβητη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Με αυτά κατά νου, ο συνεπής νεοφιλελεύθερος κατανοεί πως η μόνη εναλλακτική είναι μια Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία. Την οποία όμως φοβάται, καθώς θα «γεννήσει» κεντρική κρατική εξουσία, νέους φόρους, νέες γραφειοκρατίες, περισσότερο και πανίσχυρο κράτος.
Παράλληλα, γνωρίζει ότι αν μια τέτοια ομοσπονδία αποκτήσει δημοκρατική ομοσπονδιακή κυβέρνηση, στη βάση τού ένας-πολίτης-μία-ψήφος, η Γερμανία και οι υπόλοιπες πλεονασματικές χώρες δεν θα μπορούν να την ελέγχουν (καθώς οι πλειονότητα των πολιτών της Ευρωζώνης ανήκει σε ελλειμματικές χώρες). Άρα, ο οξυδερκής νεοφιλελεύθερος προβλέπει πως η πανίσχυρη σήμερα Γερμανία θα προσπαθήσει να δημιουργήσει αυτό το υπερ-κράτος, χωρίς όμως να αποδεχτεί τη δημοκρατική αρχή του ένας-πολίτης-μία-ψήφος. Άρα, ελλοχεύει ο κίνδυνος να σωθεί μεν η Ευρωζώνη, μετατρεπόμενη δε σε μια πανευρωπαϊκή δικτατορία. Είναι να μην αναγνωρίζει ένας καλός νεοφιλελεύθερος στο πρόσωπο της Ευρωζώνης το Βατερλώ της ιδεολογίας του και της κρυφής του ελπίδας για έναν δημοκρατικό καπιταλισμό στην ευρωπαϊκή ήπειρο
Πηγή: lifo