Γιατί δεν επαναστατούν οι άνθρωποι; Ποιός είναι ο ορισμός της πορνείας; Γιατί οι φονιάδες είναι ιεροφάντες; Γιατί η ευχή «καλή ανάσταση!» είναι ανήθικη; Γιατί είναι καλύτερα να μας βομβαρδίζουν παρά να διασκεδάζουμε; Γιατί αν πεις την αλήθεια σε περιμένει η μοναξιά; Γιατί το να λένε τη γνώμη τους όλοι είναι φασιστικό;
Χαϊνης Δ. Απ.:Μοιάζω πολύ με τα έντομα, με τυφλώνει ένα φως και πάω προς αυτό. Είναι το φως που με κάνει να κλαίω και να γελώ΄ είναι το φως που έχω ανάγκη για να μην αυτοκτονήσω, είναι ο μόνος τρόπος να πορευτώ. Έτσι ορμούμενος από μια καθολική υπαρξιακή παρόρμηση προχωρώ σαν τυφλός.
Κρ.Π.: Καταγράφεις βιώματα και σκέψεις σ' αυτό το κυρίως αυτοβιογραφικό βιβλίο σου και μοιάζει σαν εξομολόγηση για όποιον και ό,τι στιγμάτισε τη ζωή σου. Και για μένα που το διάβασα απνευστί, γέλασα, σκέφτηκα, συμφώνησα ή διαφώνησα, συγκινήθηκα, ήταν σαν ένα δώρο...
Χαϊνης Δ. Απ.: Είναι εξομολόγηση, αλλά δεν το βλέπω σα δώρο ή προσφορά εκ μέρους μου, γιατί δεν εστιάζω σε αυτά που δίνω, όσο σε αυτά που παίρνω.
Κρ.Π.: Επειδή κάνεις μεγάλη αναφορά στα παιδικά σου χρόνια στην Κρήτη, πόσο σημαντικά πιστεύεις ότι είναι τα παιδικά χρόνια για τη μετέπειτα ενήλικη ζωή;
Χαϊνης Δ. Απ.: Οι επιστήμονες λένε ότι ο κόσμος είναι πρόβλημα συνοριακών συνθηκών (Boundary Condition Problem). Στην ουσία τα παιδικά μου χρόνια, δεν τα αναφέρω επειδή αφορούν κάποιον, αλλά για το λόγο ότι πριν από δυο τρεις δεκαετίες οι άνθρωποι ζούσαν όπως ακριβώς ζούσαν και πριν από έξι χιλιάδες χρόνια παγκοσμίως, στις απαρχές των πρώτων σουμεριακών πολιτισμών στο στο δέλτα του Τίγρητος και του Ευφράτου.
Κι ο λόγος που αναφέρω τα παιδικά μου χρόνια δεν είναι γιατί θέλω να κάνω κανέναν συγκινησιακό εκβιασμό, ούτε γιατί διακατέχομαι από κάποιο αίσθημα παρελθοντολαγνείας, αλλά γιατί η σωστή δράση είναι εκείνη που πάει από το όλον στο μέρος.
Το όλον δεν είναι μόνο χωρικό είναι και χρονικό. Για να επιτελέσεις μια σωστή δράση στο εδώ και στο τώρα πρέπει να ψυχανεμίζεται το παντού και το πάντα. Δηλαδή, τον απώτατα μακρινό παρελθοντικό χρόνο, μέχρι τον πιο οραματικά μελλοντικό.
Κρ.Π.: Αυτό το βιβλίο, τώρα που το έχεις γράψει και έχει τελειώσει, αν το σκεφτείς τι είναι αυτό που σου έρχεται στο μυαλό;
Χαϊνης Δ. Απ.: Ότι είμαι μια γελοία οντότητα. Έχω κάνει πάμπολλες εργασίες από 12 χρονών. Οπότε μοιάζω με τον Καραγκιόζη. Ο Καραγκιόζης γραμματικός, ο Καραγκιόζης γιατρός, ο Καραγκιόζης φούρναρης, και τώρα ο Καραγκιόζης συγγραφέας. Αλλά αυτό το πράγμα, από τη μια μεριά είναι εξόχως άβολο για μένα, από την άλλη είναι παρηγορητικό αφού ξέρω καλά ότι καλλιτέχνης σημαίνει ιερή ακροβασία μεταξύ τραγικού και γελοιότητας.
Κρ.Π.: Αυτές οι αντιφάσεις που γράφεις πως καθορίζουν την δημιουργία και εν δυνάμει την τέχνη;
Χαϊνης Δ. Απ.: Ακριβώς. Η ζωή είναι σύνθεση! Και η σύνθεση είναι πάντρεμα αντιθέσεων. Όταν τα παντρέματα εμπεριέχουν έρωτα, η ζωή αποκτά ποίηση, γίνεται τέχνη. Γιατί η τέχνη δεν είναι η παράσταση δυο ώρες το βράδυ μιας ομάδας μουσικών, ηθοποιών ή χορευτών. Η παράσταση είναι από τη στιγμή που θα ανοίξεις τα μάτια σου μέχρι που θα τα κλείσεις. Η παράσταση διαρκεί από τη στιγμή που γεννιέσαι μέχρι τη στιγμή που φεύγεις από αυτόν τον κόσμο. Η παράσταση είναι μια, κι όποιος την χωρίζει σε επιμέρους χωρικά ή χρονικά κομμάτια είναι ή αφελής ή πονηρός.
Και κάθε καλλιτεχνικό έργο αξίζει μόνο όταν μπορεί να καταστεί γεννήτορας πολλαπλών ερμηνειών. Αυτό συμβαίνει όταν συντίθενται φαινομενικά αγεφύρωτες αντιφάσεις.
Γιατί είμαστε οντότητες τυφλές. Είμαστε σαν τυφλοί νάνοι που ψάχνουμε να ανιχνεύσουμε την ουσία της ύπαρξης. Η ύπαρξη είναι ένας ελέφαντας. Εμείς τυφλοί τον ψαχουλεύουμε με τα χέρια μας. Ο ένας ψαχουλεύει την ουρά του ελέφαντα και λέει ότι «Α! Ο ελέφαντας, τριχωτός είναι». Ο άλλος ψαχουλεύει την προβοσκίδα του ελέφαντα και λέει «Α! Ο ελέφαντας ελαστικός είναι». Ο άλλος ψαχουλεύει τους χαυλιόδοντες και λέει «Είναι λείος και στιλπνός». Όμως ο ελέφας–ύπαρξη γελά με όλα αυτά, γιατί είναι όλα αυτά και τίποτα απ’ όλα αυτά.
Κρ.Π.: «Ίσως η μεγαλύτερη επανάσταση να προκύψει από το γέλιο», όπως αναφέρεις επίσης στο βιβλίο;
Χαϊνης Δ. Απ.: Το γέλιο είναι η άσκηση ελευθερίας μας.
Ο άνθρωπος πορεύεται προς την ελευθερία του, γιατί η ελευθερία είναι πορεία δεν είναι κατάσταση. Όλα τα ιδανικά είναι πορείες. Δηλαδή, αν μου ζητούσαν να ετυμολογήσω τη λέξη ελευθερία θα έλεγα ότι είναι η έλευση προς το εράν, η πορεία προς την αγάπη΄ αυτό θα έλεγα.
Η μέγιστη ελευθερία μιας ατομικής συνείδησης, είναι όταν μάθει από μικρό το υποκείμενο να σεναριογραφεί, να σκηνοθετεί τον εαυτό του, να γίνεται ο ίδιος ηθοποιός και εκτελεστής μιας μοναδικής παράστασης στον κόσμο.
Οπότε, λοιπόν, το γέλιο, αναγκάζει το υποκείμενο να γίνει σεναριογράφος, σκηνοθέτης, ηθοποιός, κινησιολόγος, χορευτής, performer΄ να αποκτήσει, δηλαδή, όλες τις ιδιότητες του ανθρώπου-κέντρου αφηγηματικής βαρύτητας.
Άρα το γέλιο είναι η άσκηση ελευθερίας μας. Σε όλες τις εκφάνσεις του. Από τον αυτοσαρκασμό μέχρι το τρανταχτό γέλιο μιας κοινωνικής συνεύρεσης. Είναι όλες πολυποίκιλες ασκήσεις ελευθερίας, και επίσης ο ύψιστος διαλογισμός.
Κρ.Π.: Αλλά, όπως γράφεις «Τι μπορεί να αφηγηθεί κάποιος που δεν έχει σκοτώσει τον εαυτό του;»
Χαϊνης Δ. Απ.: Η ιδέα του σταθερού εαυτού είναι μια ψευδαίσθηση και μια νοσηρή φαντασία του σημερινού καταναλωτικού ατόμου στο σύγχρονο καπιταλισμό του τζόγου, αφού κάθε μέρα εκατομμύρια κύτταρα πεθαίνουν και εκατομμύρια κύτταρα γεννιούνται, σκέψεις και όνειρα πεθαίνουν και καινούργια γεννιούνται. Οπότε λοιπόν η φύση είναι ένας διαρκής κύκλος θανάτων και αναγεννήσεων. Οι μεγαλύτερες αντιδραστικές πράξεις, είναι αυτές που αντιβαίνουν στο φυσικό ρου και εδράζονται στην εσφαλμένη ιδέα της σταθερότητας και της ασφάλειας. Αφού η φύση όπως είπαμε είναι ο αέναος κύκλος θανάτων και αναγεννήσεων.
Άρα λοιπόν η φονιάδες είναι οι ιεροφάντες των αρχέγονων τελετουργιών θεοφαγίας και θεογονίας. Ταυτόχρονα είναι και οι μόνοι αφηγητές. Είναι οι μόνοι που μπορούν να μιλήσουν για τη ζωή, αφού γνώρισαν το θάνατο.
Κρ.Π.: Και για να αναγεννηθεί κάποιος πρέπει πρώτα να σκοτώσει τον εαυτό του;
Χαϊνης Δ. Απ.: Η «Καλή Ανάσταση» προϋποθέτει έναν καλό θάνατο. Μη το ξεχνάμε αυτό.
Και η αποσιώπηση της ευχής «Καλό Θάνατο» είναι μια ανήθικη απόκρυψη, αφού στην ουσία το κόστος της θυσίας αποκρύβεται. Κάτι το οποίο όμως αποτελεί τη μεγαλύτερη έμπνευση στην ιστορία του ανθρώπου και είναι το μόνο που αποτυπώνεται ποιητικά. Μην ξεχνάμε για παράδειγμα ότι η Οδύσσεια είναι το ποιητικό αποτύπωμα του κόστους της θυσίας του Οδυσσέα. Μετά που φτάνει στην Ιθάκη, ο Όμηρος σιωπά. Δεν υπάρχει πια ποίηση μετά το πλήρωμα του κόστους.
Το ίδιο πράγμα γίνεται στον Ερωτόκριτο, ή σε όλα τα έπη που αποτελούν το απαύγασμα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Και γιατί αποτελούν το απαύγασμα της παγκόσμιας λογοτεχνίας τα έπη; Γιατί ακριβώς μόνο στα έπη δικαιολογείται το αίσιο τέλος.
Το ίδιο γίνεται και στον Ερωτόκριτο, το ίδιο γίνεται και παντού. Αφού ο ήρωας φτάνει στην ανάστασή του, έρχεται η σιωπή, έχουμε το τέλος της αφήγησης. Στην ουσία δηλαδή όλος ο κόσμος είναι αφηγήσεις κόστους.
Αν αποσιωπηθεί το πάθος του Θεανθρώπου, με την έννοια τουΥιού του ανθρώπου, τότε δεν έχει καμιά απολύτως σημασία, και καμιά ποίηση η ανάστασή Του.
Κρ.Π.: Λες ακόμη πως «Στις μέρες μας τα ελάχιστα πολύτιμα πετράδια της τέχνης εξαφανίζονται μέσα στην πληθώρα των σκουπιδιών της βιομηχανίας της κουλτούρας»
Χαϊνης Δ. Απ.: Θέλω να πω ότι η μαζική κουλτούρα είναι ο πραίτορας της εξουσίας. Μας το είπε χρόνια τώρα η Σχολή της Φρανκφούρτης: Μαρκούζε, Αντόρνο, Βέμπερ, Χορκχάϊμερ, κλπ. Και συγκεκριμένα είπαν ότι είναι προτιμότερο να περάσει ένα βομβαρδιστικό από πάνω μας, παρά η μαζική κουλτούρα. Αφού οι άνθρωποι είναι βαριά απομονωμένοι, νιώθουν ανήμποροι, είναι ισχυρά κατατεθλιμμένοι και εξόχως φοβισμένοι, χωρίς να μπορούν να νοηματοδοτήσουν την ύπαρξή τους, το ερώτημα γι’ αυτούς είναι: Γιατί δεν επαναστατούν οι άνθρωποι;
Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι ότι η κοινωνία που έχουμε οικοδομήσει παρέχει δύο ισχυρά κατευναστικά ναρκωτικά για να μην επαναστατούμε. Το ένα κατευναστικό είναι η μονοσήμαντη ερμηνεία των κυρίαρχων ΜΜΕ, και το δεύτερο κατευναστικό ναρκωτικό είναι η μαζική κουλτούρα. Δηλαδή, σκεφτείτε πως θα δρούσαν οι άνθρωποι εάν στην απελπισία τους δεν είχαν ως καταφύγιο και ως βαλβίδα εκτόνωσης την τηλεόραση, το σκυλάδικο, ή το εντεχνάδικο, που είναι σκυλάδικο σε χάρτινο, οικολογικό περιτύλιγμα.
Οι άνθρωποι δεν έρχονται μπροστά στο κατοπτρικό τους είδωλο επειδή υπάρχει ο παραμορφωτικός καθρέφτης της τηλεοπτικής οθόνης ή του θεάματος. Αυτός είναι ο ορισμός της πορνείας., δηλαδή το να αισθάνεται ο θεατής ότι αλληλεπιδρά με τον τραγουδιστή στην απέναντι σκηνή ή με τον τηλεοπτικό αστέρα στην απέναντι οθόνη. Η πορνεία είναι η αγοραία προσομοίωση του έρωτα. Ακριβώς αυτό συμβαίνει σ’ αυτές τις περιπτώσεις. Ο έρωτας είναι ακριβός, ριψοκίνδυνος και περιπετειώδης. Η πορνεία έρχεται σα φτηνό υποκατάστατο, για να εκτονωθούν οι σκλάβοι και να μη διασαλευτεί η κοινωνική ειρήνη.
Οπότε λοιπόν η βιομηχανία της κουλτούρας προτείνει αντί για το βιβλίο, ένα περιοδικό, ή αντί για την ψυχαγωγία, την διασκέδαση, που είναι βατοί δρόμοι για το ατομικό υποκείμενο που δεν χρειάζεται να αλλάξει εαυτό, δεν χρειάζεται δηλαδή να κουνηθεί από τη θέση του για να αλληλεπιδράσει, διότι η ψυχαγωγία ή το βιβλίο απαιτούν από σένα να ξεβολευτείς από τη θέση σου, να δράσεις, να συναντηθείτε κάπου και να εξελιχθείτε μαζί.
Οι ερμηνείες που θα προσάψεις στο καλλιτεχνικό ή στο πνευματικό έργο είναι βασικά οι ερμηνείες που ανακλούν πάνω σου. Είναι αυτό που λέμε στην επιστήμη «ανάδραση ακτινοβολίας» (Radiation Reaction). Το σώμα που αλλάζει κινητικότητα ακτινοβολεί και η ακτινοβολία αυτή επιδρά και στον εαυτό του.
Έτσι λοιπόν, τα έργα της μαζικής κουλτούρας δεν χρειάζεται να ξεβολευτείς για να τα κατακτήσεις. Είναι έργα μη κατάκτησης. Και τα έργα μη κατάκτησης είναι βαθιά ψεύτικα, βαθιά απατηλά.
Η πιο ηχηρή δήλωση υποτέλειας του σκλάβου στο αφεντικό του είναι να ανοίξει την τηλεόραση, να διαβάσει ένα περιοδικό, ή να πάει σ’ ένα εντεχνοσκυλάδικο. Είναι η χαμερπής παράκληση του εθελόδουλου στον αφέντη του: «Δώσε μου τη δόση μου, για να αντέχω το βιασμό της καθημερινής μισθωτής σκλαβιάς και τη σκοτεινιά της απουσίας οραμάτων».
Κρ.Π.: Αναφέρεις και ότι «Αν πεις την αλήθεια σε περιμένει η μοναξιά».
Χαϊνης Δ. Απ.: Η δυσλειτουργία αυτού του κόσμου καθρεφτίζεται στο γέλιο των τρελών. Οι αποκλίνουσες περιπτώσεις μάς δίνουν ζωή, μάς αλλάζουν, εκτρέπουν την πορεία του κόσμου, που πάει ολοταχώς στο γκρεμό. Όμως, αυτές οι αποκλίσεις εισάγουν ‘καινά δαιμόνια’, γίνονται απόστολοι μιας ασυνάρτητης μελλοντικής θρησκείας, που απαιτεί μη προβλεπόμενη κίνηση.
Οπότε το κοινωνικό σύνολο, σα σύνολο μάζας και αδρανούς πλειοψηφίας, έχει την τάση, αυτές τις αποκλίνουσες περιπτώσεις, φυγόπονα, να τις εξαλείψει από το πεδίο αντίληψης των αισθήσεών του. Και λέει: Κοίταξε κυρία αποκλίνουσα περίπτωση, ή θα συμφωνήσεις μαζί μας ότι το άσπρο είναι άσπρο και το μαύρο είναι μαύρο όπως το ορίσαμε εμείς, ειδάλλως σε περιμένει εξοντωτική μοναξιά. Κι αυτό δεν είναι τόσο κοινωνικός εκβιασμός όπως θα παρατηρούσε κάποιος κοινωνιολόγος, αλλά είναι βαθιά βιολογικός εκβιασμός, από τη στιγμή που η φύση του ανθρώπου εδώ και εκατομμύρια χρόνια είναι να ζει αγελαία.
Τονίζω λοιπόν ότι είναι βαθύς βιολογικός εκβιασμός της κοινωνίας των αντιτύπων και της αδράνειας, σε αντιδιαστολή με τον πλουραλισμό και τη διαρκή κινητικότητα της φύσης. Και τη φύση τη φέρουν σαν ασυνείδητη δωρεά μόνο οι προφήτες των αποκλινουσών περιπτώσεων.
Κρ.Π.: Μετά από αυτό το βιβλίο, που πάς;
Χαϊνης Δ. Απ.: Δεν ξέρω που πάω. Η αλήθεια είναι ποτέ δεν ήξερα που πάω. Κι όσες φορές προσπάθησα να το μάθω, απέτυχα. Η ζωή ξέρει κάτι παραπάνω από μένα. Κι όταν λέω η ζωή εννοώ η θέληση του οικουμενικού σπόρου να βλαστήσει. Ο εαυτός μου δεν είναι ούτε καν το δάσος, ούτε καν το δέντρο, ούτε το κλαδί. Είναι ένα μικρό νεύρο στο φύλλο ενός κλαδιού κάποιου δέντρου σε ένα δάσος. Αλλά ταυτόχρονα ξέρω ότι είμαι όλο το θησαυροφυλάκιο της θεϊκότητας. Η ασημαντότητα της ύπαρξής μου ταλαντώνεται με τη μοναδικότητά της. Κι αυτό το πράγμα είναι ένα εξωφρενικό συμπαντικό ταξίδι, ένα κοσμικός χορός τον οποίο δεν μπορώ να προβλέψω, αλλά μπορώ να ακολουθήσω τη φυσική ροή του.
Ξέρεις, μπορώ μόνο να ζω. Το ποτάμι της ζωής είναι ένα ποτάμι παράξενο που δεν ξέρεις σε ποια θάλασσα σε βγάζει. Η μια όχθη είναι η όχθη της επιθυμίας. Η άλλη όχθη είναι η όχθη του φόβου, που στην ουσία δεν είναι η ζωή, γιατί δεν είναι το παρόν. Γιατί τόσο η επιθυμία όσο και ο φόβος είναι αναμνήσεις παρελθούσας ηδονής ή αναμνήσεις ενός παρελθόντος πόνου. Όταν προσκολλούμαι στις όχθες, χάνω τη ροή του ποταμού και του απρόβλεπτου της θάλασσας ή του ωκεανού που θα με βγάλει. Οπότε αφήνω τον εαυτό μου, όπως με πάει.
Κρ.Π.: Γράφεις και πως είναι μέγα λάθος το «Όλοι πρέπει να λένε τη γνώμη τους»
Χαϊνης Δ. Απ.: Είναι τραγικό λάθος. Θεωρώ πως αυτό που πολλές φορές ονομάζουμε δημοκρατικό είναι βαθιά φασιστικό. Τη γνώμη του, πρέπει να τη λέει κάποιος για κάποιο θέμα, όταν έχει πληρώσει το αντίτιμο της θυσίας. Οφείλει να την πει τη γνώμη του σ’ αυτή την περίπτωση. Στην αντίθετη περίπτωση είναι καταστροφικός, δυσλειτουργικός και ανασταλτικός για τη συλλογική συνεξέλιξη.
Κρ.Π.: Για ποια πράγματα πιστεύεις πως εσύ έχεις πληρώσει αυτό το κόστος;
Χαϊνης Δ. Απ.: Εσείς θα κρίνετε. Δεν ξέρω τι δίνω, μπορώ να σου πω όμως, ότι έχω πληρωθεί από όλους τους ανθρώπους από καταβολής κόσμου και με το παραπάνω. Και δεν ξέρω αν μπορώ να ξεπληρώσω το ακριβό κέρασμα που μου κάνανε.
Κρ.Π.: Από το «Φτου ξελευτερία για όλους!», αν πρέπει να κρατούσες μόνο μια λέξη, ποια θα διάλεγες;
Χαϊνης Δ. Απ.: Το «Φτου!» γιατί η ζωή αξίζει όταν έχεις κάτι να τσακώνεσαι.
Κρ.Π.: Αυτό που κυρίως λείπει σήμερα από την Ελλάδα και παγκοσμίως τι είναι;
Χαϊνης Δ. Απ.: Το όραμα. Και δεν το χρησιμοποιώ ούτε ως αφελή ονειροπόληση, ούτε ως ελπιδοφόρα ψευδαίσθηση. Προς Θεού! Εννοώ ότι το μόνο όραμα είναι το βιωμένο στο παρόν, είναι αυτό που φέρει τη μυρωδιά στο τώρα, και στο εδώ, του μελλοντικού απόκοσμου, απρόβλεπτου, φυσικού και θεϊκού λουλουδιού που έρχεται. Τίποτε άλλο. Καμία ελπίδα.
Κρ.Π.: Ετοιμάζεις κάτι για το άμεσο μέλλον;
Χαϊνης Δ. Απ.: Έχουν προγραμματιστεί παραστάσεις σε όλη την Ελλάδα με τους Χαϊνηδες και μια μεγάλη περιοδεία στην Ευρώπη, αυτόν το χειμώνα. Επίσης, εντελώς παράξενα και διαφορετικά μεταξύ τους τοπία, φαίνεται να με καλούν και τα αποτελέσματα των εξερευνήσεων θα ανακοινωθούν, εάν και εφόσον τα γεγονότα-τρένα αποφασίσουν να περάσουν από τις ράγες της καρδιάς μου.-
Νεοελληνική πεζογραφία - Διήγημα
168 σελ.