Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2018

Εγκληματικότητα




Επί των ημερών μας -έλεγε ο Ελληνας πρωθυπουργός χθες στη Βουλή- έγιναν τόσες συλλήψεις, επί των ημερών προηγούμενων κυβερνήσεων τόσες πάλι. Επί των ημερών μας [τι παλιά και τι απεχθής έκφραση]... Τι προκύπτει από τέτοιες τοποθετήσεις; Προηγουμένως ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης είχε ευθέως κατηγορήσει την κυβέρνηση ότι με την ανοχή της υποθάλπει την εγκληματικότητα. Προκύπτει το εξής: τα παιδία [της εξουσίας] παίζει.

Η εγκληματικότητα δεν είναι γενετικό φαινόμενο αλλά προϊόν κοινωνικών ανισοτήτων. Ποιος επιφέρει [δημιουργεί] αυτές τις ανισότητες; Ασφαλώς οι ανίκανες ή μεροληπτικές ή χειραγωγούμενες κυβερνήσεις. Οσο διαρκεί η οικονομική [πολιτισμική πρωτίστως] κρίση, τα κρούσματα βίας ασφαλώς θα αυξάνονται.

Συμβαίνει το εξής: η κοινωνία από μόνη της δεν μπορεί πλέον να θωρακιστεί, μοιάζει ανίκανη να αποβάλει από το σώμα της τα εγκληματικά στοιχεία, δεν έχει συνοχή ώστε να πυργωθεί και άρα να μην [προσ]βληθεί από την κακουργία που παρουσιάζουν πολλά μέλη της.

Θλίβουν οι εξυπνακισμοί των δύο «κορυφαίων» πολιτικών αντρών. Αυτός, όμως, είναι ο ρόλος τους -να αποδείξουν στο πόπολο ποιος είναι ο εξυπνότερος, ικανότερος από τον άλλο, ήγουν η νίκη στις εντυπώσεις. Και αφού το πόπολο εντυπωσιαζόμαστε από εξυπνακισμούς, ο χρόνος κυλάει και η εγκληματικότητα παραμένει [και οξύνεται το κοινωνικό πρόβλημα].

Μένει να συνειδητοποιήσουμε ότι καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να πατάξει την εγκληματικότητα παρά με σκληρή καταστολή· το θέμα είναι να επανεύρει η ίδια η κοινωνία τις ασπίδες της απέναντι στην επέλαση της βίας [με βία εκδηλώνεται συνήθως η εγκληματικότητα].

Οι κάτοικοι των Εξαρχείων φημίζονται μεν για την ανεκτικότητά τους, αλλά κάτι πρέπει να κάνουν οι ίδιοι ώστε να μη χωρεί στον χώρο τους η άκρατη παραβατικότητα. Αλλο να ανέχεται η κοινότητα παραβατικούς με την έννοια του διαφορετικού, του περιθωριακού, του σαλού και τελείως άλλο να «ανέχεται» συμμορίες που οικειοποιούνται τον χώρο της ανεκτικότητας· συμμορίες οι οποίες έχουν πλέον αρχίσει να τρομοκρατούν τους κατοίκους.

Υπό τόσο σκληρές συνθήκες επιβίωσης, όμως, η κοινωνία δεν είναι σε θέση να αυτοοργανωθεί, να υπερασπιστεί τις αξίες και την ηπιότητα των κοινοτήτων της. Εχουν απισ- χνανθεί οι συνεκτικοί δεσμοί, ακόμη κι αυτοί που έδιναν τόπο σε όσους κινούνται στις παρυφές, στη μεθόριο της παραβατικότητας [της λοιδορίας της κρατικής νομιμότητας].

Αρα; Αρα ο θεός ή ο διάολος ή η τύχη να βάλουν το χέρι τους, γιατί αν προσδοκά κανείς να λύσουν το θέμα οι εκάστοτε κυβερνήσεις, ζήτω που καήκαμε. Κλείνει τ' αυτιά του βέβαια κανείς, όταν μιλάνε οι «θεσμοί» της χώρας, όταν λένε για εναλλακτικά σχέδια, οράματα, προοπτικές και άλλα φούμαρα. Αυτοί οι «θεσμοί» γεννάνε την εγκληματικότητα. Ας φροντίσουν λοιπόν οι ίδιοι να βελτιωθούν.

   

The kids are alt-right (?)




Τα τελευταία χρόνια έχουμε γίνει μάρτυρες μιας συστηματικής προσπάθειας της ακροδεξιάς να αποκτήσει ζωτικό χώρο στην εκπαιδευτική καθημερινότητα. Μεταχειριζόμενοι τους όρους της δημόσιας σφαίρας κυρίως (καθότι η προσπάθεια διείσδυσής τους σε συνδικαλιστικά ή θεσμικά όργανα κρίνεται ως αποτυχημένη), οι εκπρόσωποι αυτής της διεργασίας στήνουν διάφορα σόου, ποντάροντας στην αναπαραγωγή των γεγονότων μέσα από τα ΜΜΕ. Μέχρι στιγμής αυτή η τακτική δεν τους έχει προδώσει. Τηλεοπτικές εκπομπές, ενημερωτικές σελίδες, δημόσια πρόσωπα μέσω social media φροντίζουν για τη διάχυση των γεγονότων, πάντοτε με εκείνον τον περίτεχνο τρόπο που ως δια μαγείας φυσικοποιεί το ακραίο, χωρίς να δίνεται χώρος στην κριτική διερεύνηση. Η κριτική, άλλωστε, κοστίζει στην εποχή της κατανάλωσης.

Αγανακτισμένοι «γονείς» που προσπαθούν να εμποδίσουν τη φοίτηση προσφυγόπουλων στα σχολεία, διακριτική ή εμφανής συμπόρευση σε συντονισμένες ενέργειες ενάντια στα νέα αναλυτικά προγράμματα των Θρησκευτικών και της Ιστορίας είναι μερικά μόνο από τα παραδείγματα στα οποία ποντάρει η ακροδεξιά ώστε να ισχυροποιήσει την παρουσία της και να διεκδικήσει παρεμβατικό ρόλο. Λίγο πριν τις 17 Νοέμβρη, γίνεται γνωστό πως σημαντικός αριθμός ιδιωτικών σχολείων αποφάσισε να παραβιάσει την εγκύκλιο του Υπουργείου Παιδείας που αφορούσε τον εορτασμό της επετείου του Πολυτεχνείου. Η Χρυσή Αυγή χαιρέτισε την απόφασή αυτή με ικανοποίηση. Τις προηγούμενες μέρες, εθνικιστικοί και φασιστικοί πυρήνες καλούσαν τους μαθητές σε μαζικές καταλήψεις. Το διεκδικητικό πλαίσιο περιλάμβανε: Μακεδονία, Β. Ήπειρο, υπόθεση Κατσιφά.

Δεν είναι και τόσο παρήγορο το γεγονός ότι αυτές οι υποκινούμενες κινητοποιήσεις ξεφούσκωσαν σχετικά σύντομα, καθώς είμαστε υποχρεωμένοι να προβληματιστούμε όχι μόνο με το γεγονός αυτό καθαυτό, αλλά και με τις πολλαπλές συνυποδηλώσεις του. Σε πανό μαθητικής κατάληψης στη Θεσσαλονίκη «αποκαλύπτεται» ο εχθρός εναντίον του οποίου στρατεύονται οι μαθητές: «Η Δημοκρατία πούλησε τη Μακεδονία». Ο εχθρός δεν είναι ένα «πουλημένο κόμμα», δεν είναι ένα σύνολο «άχρηστων πολιτικών» –είναι το ίδιο το πολίτευμα της Δημοκρατίας. Πολύ σοβαρό για να το κάνουμε γαργάρα.





Η προσπάθεια του ακραίου εθνικιστικού τόξου να οικειοποιηθεί χώρους όπου  –μέχρι πρόσφατα τουλάχιστον– η αντιπροσώπευσή του ήταν ισχνή δεν είναι καινούργιο φαινόμενο και δεν είναι μόνο ελληνικό. Η τελευταία, ωστόσο, προσπάθεια της κινητοποίησης μαθητικών μαζών σε έναν ακτιβιστικό –κατά τη βορίδεια ερμηνεία– αγώνα και, συνακόλουθα, η απουσία οποιασδήποτε συντονισμένης απάντησης απέναντι σε αυτό το ανοσιούργημα προδίδουν τουλάχιστον την έλλειψη αντανακλαστικών. Απέναντι στην προσπάθεια στρατολόγησης ενός μελλοντικού ακροατηρίου από την ακροδεξιά, η λύση του προσχηματικού κλεισίματος των σχολείων, λ.χ., ώστε να μεθοδευθεί η αποτυχία της κατάληψης είναι εύκολο να χρησιμοποιηθεί από την απέναντι πλευρά για να ενισχύσει τις ακραίες ροπές που προσπαθεί να καλλιεργήσει στη μαθητική νεολαία. «Μας φοβούνται – έχουμε δίκιο».

Η υποτίμηση, η αμηχανία και ο φόβος απέναντι στην πιο σκοτεινή σελίδα της ανθρωπότητας δεν είναι τα κατάλληλα οχυρά –κι έχει αποδειχθεί πολλαπλώς κι επανειλημμένως. Ούτε ο συντονισμός μιας αντίρροπης κινηματικής δράσης μπορεί να δώσει μακροπρόθεσμα αποτελέσματα (εκτός αν ο στόχος είναι απλώς να κάνουμε την ακροδεξιά να σωπάσει).

Η εκπαίδευση, ωστόσο, δεν είναι ένας κοινωνικός χώρος όπως όλοι οι άλλοι· είναι ένας χώρος με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Μέσα στο πλαίσιό της, δεν θεωρείται επιτυχία η απομόνωση μιας ακραίας θέσης ή μιας μαθητικής ομάδας που την υποστηρίζει. Πίσω από μια ακραία θέση υπάρχει το παιδί / ο έφηβος που αναζητά τον χώρο έκφρασής του, εκείνη την ευκαιρία που θα τον κάνει να νιώσει σημαντικός, εκείνο το βήμα που θα του επιτρέψει να κάνει το άλμα από την εξαρτημένη ύπαρξη στην αυτόνομη οντότητα. Ο μαθητής που φωνάζει ότι η «Μακεδονία είναι ελληνική» βρήκε απλώς έναν πολύ επικίνδυνο τρόπο να φωνάξει «υπάρχω». Μιλώ ασφαλώς για όσους συνειδητά –όσο είναι δυνατόν σε αυτή την ηλικία– ασπάζονται αυτές τις απόψεις κι όχι για όσους ανακάλυψαν έναν φτηνό τρόπο για να χάσουν μάθημα. Απομονώνοντας λοιπόν αυτούς τους μαθητές, δικαιώνουμε μέσα τους κάθε σταγόνα από το δηλητήριο του φασισμού.



 Μπορούμε να αποδομήσουμε κριτικά την ιδεολογία αυτών των μαθητών, χωρίς να αποδομήσουμε τους ίδιους ως υπάρξεις; Μπορεί το σχολείο να ορθώσει ένα τείχος απέναντι σε αυτό το κύμα; Πώς απαντά το σημερινό σχολείο στη θέση «η Μακεδονία είναι μία και ελληνική», όταν το μάθημα της Ιστορίας (όπως και όλα τα υπόλοιπα) αντιμετωπίζεται σαν ένας κατάλογος θεμάτων που απλώς πρέπει να αποστηθιστεί; Πώς μπορεί να απαντήσει στην αμφισβήτηση των νεκρών του Πολυτεχνείου; Με τις σχολικές γιορτές-αγγαρείες που είναι πλήρως αποκομμένες από το γνωστικό πλαίσιο; Πώς μπορεί να απαντήσει στα ρατσιστικά φαινόμενα απέναντι σε μαθητές άλλων χωρών; Πώς μπορεί να θέλει το σημερινό σχολείο να θέσει σε αμφισβήτηση τον παλιό κόσμο και τις αγκυλώσεις του, όταν διατηρεί λ.χ. τις στρατιωτικού τύπου μαθητικές παρελάσεις;


Φοβάμαι πως δεν μπορούμε να είμαστε απόλυτα αισιόδοξοι. Το σημερινό σχολείο αποτελεί ένα κοινωνικό προϊόν το οποίο βρίσκεται σε συγχρονία με τα προτάγματα των καιρών του. Το 1985, ο Neil Postman, στο βιβλίο του Διασκεδάζοντας μέχρι θανάτου – Ο δημόσιος λόγος στην εποχή του θεάματος, ανατέμνει το φαινόμενο μιας κοινωνίας όπου κυριαρχεί η ταχύτητα-ποσότητα της πληροφορίας και η απουσία της δυνατότητας αξιολόγησής της από το υποκείμενο. Ο κόσμος μας είναι δομημένος με τρόπο που εξυπηρετεί την ταχύτατα διαδεδομένη πληροφορία, με αποτέλεσμα να είναι ανεπαρκώς επεξεργασμένη από τον δέκτη. Το σχολείο της εποχής μας είναι ένα οικοδόμημα στο οποίο ο όγκος της πληροφορίας δεν προσφέρεται για κριτική επεξεργασία, αλλά για αποστήθιση, εκγύμναση δεξιοτήτων και κατανάλωση στις τελικές εξετάσεις. Αυτό έχει ως συνέπεια την υποβάθμιση της κριτικής ικανότητας και την αμηχανία μεγάλου ποσοστού των μαθητών όταν καλούνται να σκεφτούν έξω από το προκαθορισμένο πλαίσιο. Γόνιμο έδαφος για τον φασισμό, ο οποίος, καθώς πλασάρεται ως κάτι εύπεπτο, τρέφεται από τις ενστικτώδεις ορμές, τις οποίες και εκμεταλλεύεται για να προσελκύσει νέα θύματα-θύτες στο ιδεολογικό του σφαγείο.

Οι παραπάνω θέσεις χρησιμεύουν κυρίως ως προβληματισμοί για τα όρια και τις δυνατότητες μιας παρέμβασης στον χώρο της εκπαίδευσης, ενάντια στο νεοφασιστικό κύμα που έχει δείξει ήδη τα δόντια του. Το τι πρέπει να συμβεί εκτός σχολείων είναι κάτι τελείως διαφορετικό –και το αντιφασιστικό κίνημα, τα θύματα και οι συγγενείς θυμάτων του φασισμού δεν έχουν καμία ανάγκη υποδείξεων από τον γράφοντα.  

Ο συνασπισμός της ακροδεξιάς: Μαζί στις εκλογές Καμμένος, Καρατζαφέρης, Βελόπουλος και Κρανιδιώτης



Τον συνασπισμό της ακροδεξιάς συστήνουν τέσσερα στελέχη με μακρά παρουσία στον συγκεκριμένο πολιτικό χώρο. Πρόκειται για τους Δημήτρη Καμμένο, Γιώργο Καρατζαφέρη, Κυριάκο Βελόπουλο και τον Φαήλο Κρανιδιώτη.

Την είδηση έκανε γνωστή ο ίδιος ο Δημήτρης Καμμένος, μιλώντας σήμερα στον ΑΝΤ1. Το πρώην στέλεχος των ΑΝΕΛ είχε άλλωστε προαναγγείλει τον συνασπισμό, πριν λίγο καιρό, δηλώνοντας: «Πρέπει να γίνει ένα μεγάλο δεξιό πατριωτικό μέτωπο και να απενεχοποιηθεί η λέξη "δεξιά", διότι στο τέλος όλοι νόμιζαν ότι είναι κάτι κακό. Δεν είναι κάτι κακό και ελπίζω ότι μέχρι τις εκλογές ή κάποιους μήνες πριν, θα υπάρξει μια συμπαράταξη πατριωτική και να κατέβουμε όλοι μαζί σε ένα ενιαίο μέτωπο. Δεν μπορώ να πω με ποιους συζητάω αλλά στον χώρο είναι και ο Γιώργος Καρατζαφέρης και ο Φαήλος Κρανιδιώτης και ο Κυριάκος Βελόπουλος , όχι οι χρυσαυγίτες. Νομίζω θα έχουμε και ονόματα εκπλήξεις».

Όπως υποστήριξε σήμερα, ανακοινώνοντας επίσημα τη συμμαχία,«δεν είμαστε φασίστες, ούτε πατριδοκάπηλοι».

Ζήτησε επίσης να γίνουν δημοσκοπήσεις τον Φεβρουάριο, «για να δούμε πού πάμε», εννοώντας τα ποσοστά αλλά και τον επικεφαλής του νέου συνασπισμού.


























tvxs.gr

Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2018

Ημέρα κατά της Βίας εναντίον των Γυναικών, Ημέρα των Ανθρώπων





Για να είσαι ελεύθερος πρέπει να μάθεις να είσαι φτωχός» έγραψε ο Ουγκό, όχι για να δικαιολογήσει, αυτός ο βαθύτατα κοινωνικός ακτιβιστής , την φτώχια αλλά για να καταγγείλει την ανομία της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, που το πρώτο που σκλαβώνει είναι η ανθρωπιά των εκμεταλλευτών αλλά καταστρέφει τη ζωή των υποχείριών τους.   Σήμερα που είναι η παγκόσμια ημέρα κατά της βίας  που υφίστανται οι γυναίκες  είναι υποχρέωση μας να θυμηθούμε κάποιες από τις παραμέτρους μιας από τις πιο αποτρόπαιες μορφές εκμετάλλευσης. Του trafficking και (εποχή άκρατης αγοράς) της σύνδεσης του με την βιομηχανία της πορνογραφίας.  Κάθε ομοιότητα με ευρύτερες στρατηγικές δεν είναι τυχαία…

Στα τέλη της δεκαετίας του 1977, σύμφωνα με τις αναμνήσεις της D. Leidholdt (Διευθύντριας στο Κέντρο για την Προστασία Κακοποιημένων Γυναικών της Νέας Υόρκης) μια νεαρή γυναίκα δολοφονήθηκε βάναυσα, καθώς προαγωγός και πελάτης την πέταξαν  σαν σακί από το παράθυρο. Η ιδιότητα αυτής της γυναίκας (πόρνη) έκανε τον τύπο να μην ενδιαφερθεί ιδιαίτερα. Άλλωστε, «ήταν μια πουτάνα».


Στο κοινωνικό κίνημα που αναπτύχθηκε γύρω από αυτήν την βαθιά σεξιστική αντίδραση που στερούσε την ανθρώπινη ιδιότητα  από ένα πλάσμα που του είχαν ήδη στερήσει τη ζωή, εμφανίστηκε και μια «καινούργια ομάδα» που τιτλοφορούνταν «Μισθοί για την Οικιακή Εργασία».  Πίσω από αυτόν τον ουδέτερο, εύηχο τίτλο, υπήρξαν άτομα που προσπαθούσαν να πείσουν ό τι η πορνεία είναι μια ακόμη οικιακή εργασία, όπου νοικοκυρές, εργαζόμενες και πόρνες μοιράζονταν την ίδια εκμετάλλευση και τους ίδιους κινδύνους. Κι αυτό παρόλο που σε επίσημες έρευνες η θνησιμότητα των εκδιδόμενων γυναικών ήταν 40%  πάνω του μέσου όρου!

Όπως το περιοδικό Τελέσιλλα (τεύχος 54, σελ. 26) σημειώνει «Οι συνήγοροι  αυτής της ομάδας είχαν δανειστεί τη φιλοσοφία τους από μια οργάνωση που είχε έδρα το San Fransisco, την COYOTE, αρτικόλεκτο που σημαίνει «Ξεφορτώσου την παλιά και ξεπερασμένη σου Ηθική» και στηριζόταν “από φιλελεύθερους ακτιβιστές και κερδοσκόπους της βιομηχανίας του sex”.

Στα χρόνια που ακολούθησαν τόσο στην Αμερική όσο και στην Ευρώπη (Άμστερνταμ, που αλλού;) διοργανώθηκαν συνέδρια πορνών με χορηγούς τη βιομηχανία του sex και οργανώσεις του είδους, που νομιμοποιούσαν ως σημάδι «προοδευτικότητας» την μορφή αυτή «σεξουαλικής εργασίας». Όταν το περιοδικό Hustler κυκλοφόρησε με το γνωστό εξώφυλλο μιας γυμνής γυναίκας που την άλεθε μια μηχανή του κιμά, το φεμινιστικό κίνημα και κινήσεις αλληλεγγύης αναγκάστηκαν να αντιμετωπίσουν τις διασυνδέσεις μεταξύ της πορνογραφίας και της βιομηχανίας του sex.

Γιατί ενώ πολλοί υποπτεύονταν, και όχι δίχως σοβαρούς λόγους, την «παλιά μικροαστική ηθική» για υποκρισία κι αντικοινωνική μόνωση που καθρεφτιζόταν και στον τρόπο που αντιμετώπιζε το sex (ώστε να εξουσιάζει τις επιλογές και οπτικές των ανθρώπων), η διαχείριση αυτού του κινηματικού αιτήματος κοινωνικής αλλαγής  από τη βιομηχανία του sex το μετέφερε από τον χώρο της κοινωνικής συμμετοχής στον χώρο της αγοράς, χρησιμοποιώντας  τα σώματα γυναικών που (στις συντριπτικά περισσότερες περιπτώσεις) δεν το είχαν επιλέξει. Βλέπετε η διασύνδεση  μεταξύ της πορνογραφίας και της σχετικής βιομηχανίας οδήγησε εύκολα και στην διασύνδεση τους με το traficking…

Συχνά «εκπρόσωποι» της βιομηχανίας του sex στα μίντια υπήρξαν «απελευθερωμένες γυναίκες» όπως η περίφημη πορνοσταρ Linda Marchiano («η Linda με τις δαντέλες») που όχι μόνο όταν η κουβέντα με φεμινίστριες έπαιρνε πολιτική ρότα ρίχνονταν με έμφαση σε καυγάδες που ο φθηνός τύπος αποκαλούσε με  απολιτίκ σεξισμό «καυγάδες γυναικών», αλλά και που υπερασπίζονταν τις «επιλογές τους» προς αποενοχοποίηση παραγωγών και καταναλωτών. «Δεν σε ενοχλεί που κάνεις στοματικό έρωτα μπροστά σε τόσο κόσμο; Όχι! Το λατρεύω! Είμαι αυτό που λένε επιδειξιομανής!» ερωταπόκριση που έχει «λατρευτεί» κι αναπαραχθεί σε χιλιάδες φεστιβάλ και site που απευθύνονται σε ανάλογο κοινό.

Η τόσο «σκανδαλιάρικη» απάντηση δεν ήταν βέβαια της Marchiano, αφού ανήκε στο «σενάριο ερωταποκρίσεων» που ο άγριος Chunk Traynor της είχε «γράψει», και που η ίδια απειλούμενη κατά ζωής και ξυλοδαρμένη το ακολουθούσε «χαμογελαστά» στον υπέροχο κόσμο της κάμερας.



Ενώ, για να αναφέρουμε ένα πχ από τα πολλά, και η Anneka DiLorenzo, κουνελάκι του Penthouse, όπως αποδείχτηκε σε δίκη, δεν επέλεξε μα εξαναγκάστηκε από τον περίφημο Guccione να γυρίζει πορνό με αμοιβές στο όνομά της που τις κρατούσε σε σημαντικό βαθμό ο ίδιος επαναεπενδύοντάς τα στην περίφημη βιομηχανία…

Βιομηχανία που δεν μπορεί να ταυτίζεται με την πολύ θεμιτή επιλογή κάθε ανθρώπου τόσο να διαθέσει το κορμί του/της με όποιον τρόπο επιλέξει όσο και να αναζητήσει (ακόμη κι επί χρήμασι δυστυχώς στον κόσμο μας) ένα άλλο κορμί σε ένα «παιχνίδι» ισότιμων ενηλίκων.

Η απολιτίκ (αν και βαθιά πολιτική στο βάθος) εμπορευματοποίηση των κοινωνικών κινημάτων τις τελευταίες δεκαετίες (από τα χίπστερ αιτηματάκια μέχρι τα πόστερ του Τσε και τα σκυλάδικα στα οποία η γυναίκα κάθε 8η Μάρτη αποδομείται ως  πολιτικό υποκείμενο και επαναεφευρίσκεται στον δημόσιο χώρο μόνο ως καταναλώτρια), ξεφουσκώνει την κοινωνικοπολιτική δυναμική τους  και οδηγεί σε μια «κουλτουροποίηση της πολιτικής» με πολιτικές κορώνες (απλουστευτικά συνθήματα δίχως κοινωνική βάση) δίχως πολιτική ουσία. Η Ariel Levy μάλιστα στο σημαντικό βιβλίο της «Θηλυκές Φαλλοκράτισσες: Οι γυναίκες και η ανερχόμενη κουλτούρα του ξέκωλλου» δείχνει πολύ καθαρά πόσο η συγκεκριμένη κουλτούρα δεν μπορεί να είναι προοδευτική,  αφού είναι χυδαία εμπορική. Και κάνει ανθρώπους να πωλούν το ίδιο τους το κορμί σε light εκδοχές στα «κωλάδικα» όπου οι πρωτομαγιές γίνονται γιορτές,   ή (απείρως χειρότερα) να τους το πουλούν άλλοι με το ζόρι.

«Τυχαία» στο Συνέδριο του Άμστερνταμ, πρωτεύουσα βορειοευρωπαϊκής  χώρας που κερδίζει πολλά λεφτά (Άρη!) από τον σεξοτουρισμό εκθέτοντας πόρνες από το προλεταριάτο της αλλά και από όλον τον 3ο κόσμο, η ατζέντα της κυβέρνησης ενώ μιλούσε για σεξουαλική απελευθέρωση  απέφευγε επιμελώς (παρά τις εκκλήσεις φεμινιστριών και αλληλέγγυων) να θέσει το ζήτημα των παραμέτρων της διακίνησης αυτών των γυναικών που σε περίπτωση εξαναγκασμού αυτήν την απελευθέρωση κτηνωδώς την ακυρώνει.

Σε μελέτες βάσης (πχ στις Φιλιππίνες, στην Ινδία, στη Νιγηρία, σε χώρες του Ανατ. μπλοκ, τις ίδιες της ΗΠΑ) που έγιναν σε όλον τον κόσμο αποδείχθηκε ότι θεσμοί που υποστήριζαν και επωφελούνταν από την πορνεία, με το αζημίωτο, είναι off shore εταιρείες, Στρατός, Σώματα Ασφαλείας, Κυβερνήσεις και Σωματεία Διακίνησης που συχνά δρουν υπό τον μανδύα διεθνιστικών, «αντισυνοριακών» οργανώσεων, άλλο αν συχνά μαζεύουν ρομαντικούς ιδεολόγους-χρήσιμους ηλίθιους, «δίπλα» (στην πραγματικότητα εναντίον) σε γνήσιες διεθνιστικές οργανώσεις. Ενώ σε περιόδους συγκρούσεων η μαζικοποίηση της πορνείας αποτελεί επιλογή των ανταγωνιζόμενων εθνικισμών. Τα κινήματα βάσης γυναικών όχι μόνο ίδρυσαν το Coalition (μια Διεθνή Ομπρέλα γυναικείων οργανώσεων κατά του traficking) αλλά και έχουν με συντριπτικά στατιστικά μιλήσει για «Θηλυκοποίηση του χαρακτήρα της ανθρωποκτονίας» (βλ. Femicide, Radford Russell, και Gendercide, Warren 1985) καθώς η βία κατά των γυναικών (που εκδηλώνεται προνομιακά στον χώρο του traficking αλλά κι απλώνεται κι ως γενοκτονία του φύλου με μαζικές θανατώσεις θηλυκών μωρών) στοιχίζει, και είναι συγκλονιστικό, περισσότερους θανάτους από όσους η ελονοσία (που σαρώνει στον 3 κόσμο!) τα τροχαία, ο καρκίνος κι οι ετήσιες πολεμικές συγκρούσεις μαζί!

Χρόνια πριν ο υπέροχος Παπαδιαμάντης έγραψε την «Φόνισσα» για να χαρακώσει με σπαραγμό την βουκολική εικόνα της ελληνικής επαρχίας και οικογένειας. Όχι τυχαία χρησιμοποιεί την «γυναίκα», όπως έχει επισημανθεί, ως μέγιστο σύμβολο για αυτήν την «αντι-κοινωνική» κριτική.

Χρόνια μετά τίποτε δεν έχει ουσιαστικά αλλάξει προς το καλύτερο, καθώς η κρίση (συσκοτίζοντας και παθητικοποιώντας) επιδεινώνει και δεν επιλύει (και αυτό) το μέγιστο πρόβλημα. Η Γυναίκα, η μήτρα, παραμένει σύμβολο στο κοφτερό μεταίχμιο που θέτει το ερώτημα τι είδους άνθρωποι είμαστε, σε τι κόσμο θέλουμε επιτέλους να ζούμε. “Όποιος υποτιμάει όποιον άλλον εμένα υποτιμάει / κι ό,τι κι αν γίνει, ό,τι κι αν ειπωθεί, στερνά σε μένα στρέφεται”, έγραψε στα Φύλλα της Χλόης ο Walt Whitman. Το σχεδόν άλυτο πρόβλημα της «ανθρώπινης κατάστασης» παραμένει να μην αφήνουμε ούτε την δύναμη των άλλων ούτε την αδυναμία την δική μας να μας αποκτηνώνουν.


Εκεί που σε παίρνει


Γράφει η  Νόρα Ράλλη

Οι άνθρωποι με μπερδεύουν πολύ. Αυτό οφείλεται σε δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος είναι ότι οι άνθρωποι μιλάνε πολύ, χωρίς να χρησιμοποιούν λέξεις. Ο δεύτερος, ότι μιλάνε πολύ, χρησιμοποιώντας λέξεις.

Πάρτε για παράδειγμα το φρύδι. Αυτή η μικρή περιοχή πάνω απ' τα μάτια από λεπτές τρίχες (μην κοιτάς τώρα που είναι στη μόδα τα θαμνώδη καραμανλικά) φέρει ως λειτουργία να αποτρέψει τον ιδρώτα, το νερό και άλλα συντρίμμια απ' το να σου μπουν στο μάτι. Ενεκα όμως που εμείς στις σύγχρονες κοινωνίες αυτοπροσδιοριζόμαστε ως «αστοί» και δεν ιδρώνουμε πλέον στο γιαπί, με πηλοφόρι και μυστρί (ούτε καν με σφουγγαρόπανο) παρά μόνο μετά από βαθιά σκέψη ή μετά από pilates, τα φρύδια μας απέκτησαν νέους ρόλους. Λίγο το σηκώνει η κυρία και δεν ξέρεις αν είναι γιατί θέλει να κάνει μαζί σου το σεξ (που λέει κι ένας φίλος ηθοποιός) ή αν θέλει να σε στείλει από κει που 'ρθες.

Ή τα χείλη. Σουφρώνουν, ξεσουφρώνουν, στριφογυρίζουν υποτιμητικά, κυρτώνουν καταθλιπτικά ή μειδιούν κατευναστικά. Αντε να καταλάβεις τι ο άλλος εννοεί. Η μούγκα μούγκα και η συνεννόηση μηδέν - κανένας σωσμός!

Η γλώσσα πρώτα νοείται και μετά γίνεται ομιλία. Πρώτα σχηματίζω μία σκέψη, μετά τη μετατρέπω σε γλώσσα και μετά δίνεται η εντολή στα διάφορα όργανα του σώματος (πνεύμονες, στοματική κοιλότητα, χείλη, δόντια κ.λπ.) ώστε να εξέλθει ως λεκτικός ήχος. Η διαδικασία διόλου απλή δεν είναι και πήρε κάτι εκατοντάδες Οδύσσειες σε χρόνο για να ολοκληρωθεί. Και μπορεί η διαμάχη των επιστημόνων περί γενετικής προελεύσεως της γλώσσας έναντι της πολιτιστικής επιρροής καλά να κρατεί, ωστόσο οι περισσότεροι συμφωνούν στο ότι αυτή (η γλώσσα, όχι η διαμάχη) προέκυψε όταν κάποιος πρόγονός μας πέρασε το «κατώφλι της ανθρωπότητας»! (Τώρα που το καλοσκέφτομαι, κάπου τότε θα προέκυψε και η διαμάχη.)

Ελα όμως που η εξελικτική διαδικασία ναι μεν συνεχίζεται, όχι ελεύθερα όμως, καθώς έχουμε παρέμβει με φάρμακα και DNA και μεταλλαγμένα και ληγμένα τόσο πολύ στο ανθρώπινο είδος που δεν μπορεί πλέον ούτε αυτή η ίδια η Εξέλιξη να κάνει τη δουλειά της.

Τι γίνεται, λοιπόν, όταν οι άνθρωποι χρησιμοποιούν πλέον λέξεις για την επικοινωνία τους; Το κακό έρχεται κι απογίνεται, αυτό γίνεται. Το πιο μπερδευτικό δε, είναι πως κατά βάση χρησιμοποιούν τις ίδιες και τις ίδιες, αλλάζοντας το νόημά τους. Ισως φταίνε όλα αυτά τα φάρμακα και τα DNA, τα μεταλλαγμένα και τα ληγμένα, τι να πω, πάντως άκρη δεν βγάζω.

Πάρε, για παράδειγμα, τις λεξούλες «δικαιοσύνη» και «δολοφονία».

Και οι δύο χρησιμοποιούνται κατά κυριολεξία, κατά σύμβαση και κατά παράβαση ανάλογα με το πού μας παίρνει. Είσαι, ας πούμε (εντελώς τυχαία), δικαστής. Και δικάζεις, ας πούμε, μια γυναίκα. Που αφού πέρασε τα μύρια όσα, αναγκάστηκε, για να βρει δουλειά ως καθαρίστρια (όχι ως μεγαλοεκδότης ή βουλευτής ή διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος), να πει πως έχει Απολυτήριο Δημοτικού. Μετά από 20 χρόνια καταλαβαίνεις την «απάτη» και την καταδικάζεις σε 10 χρόνια φυλακή. Χωρίς αναστολή! Και μάλιστα την κρίνεις ένοχη για απάτη κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, με μεγάλη ζημιά κατά του Δημοσίου!

Γιατί; Επειδή σε παίρνει! Δικαστής είσαι, καθαρίστρια είναι (δεν είναι μεγαλοεκδότης, βουλευτής ή διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος), οπότε μια χαρά εσένα σε παίρνει κι εκείνη τη σηκώνει.

Ή, ας πούμε, είσαι... κοσμηματοπώλης. Ή αστυνομικός. Ή απλά, περαστικός. Και βλέπεις έναν άνθρωπο σε κατάσταση σοκ. Και τον σκοτώνεις στο ξύλο. Και έρχονται και δυο-τρεις άλλοι «περαστικοί» και τον αποτελειώνετε παρέα. Μια και καλή, «καθαρές» δουλειές. Γιατί; Γιατί είναι ένας και μόνος κι αδύναμος (όχι κλέφτης, ούτε πρεζόνι) και εσύ δεν είσαι ένας, ούτε μόνος ούτε αδύναμος. Και τον τελειώνεις. Ετσι. Γιατί σε παίρνει.

Πες μου τώρα εσύ - αν σε παίρνει (γιατί εμένα δεν): Με τόση εξελικτική πορεία στις πλάτες σου και τόσες νοητικές ικανότητες στο κεφάλι σου, όταν λέμε τις λέξεις «δικαιοσύνη» και «δολοφονία» το ίδιο εννοούμε εσύ κι εγώ, εμείς κι αυτοί;   

Γλάροι πάνω από την πόλη




Εκείνο το απόγευμα μετά τη δουλειά όλη η πόλη ήταν βρεγμένη και γλιστερή. Η πρώτη πραγματική βροχή του φθινοπώρου είχε έρθει και όλοι, με μια αμηχανία –σαν αυτήν που αισθάνεται κανείς συνειδητοποιώντας ότι η ζωή του αλλάζει, χωρίς να ξέρει αν του αρέσει αυτό, αλλά και χωρίς να μπορεί να κάνει τίποτα–, περπατούσαν προσεκτικά στα πεζοδρόμια.

Μια ψηλή γυναίκα με σκούρα γκρίζα ζακέτα άνοιγε και έκλεινε την τριανταφυλλί ομπρέλα της, αμφίθυμη. Ηταν τόση η υγρασία στην ατμόσφαιρα που δεν καταλάβαινε αν ψιχάλιζε ή όχι.

Πιο πέρα, δύο νέοι που ήθελαν να πάρουν τη μηχανή τους και να φύγουν αναρωτιούνταν αν ήταν καλύτερα να περιμένουν. Δοκίμαζαν το οδόστρωμα με τα παπούτσια τους, προσπαθώντας να καταλάβουν πόσο γλίστραγε η άσφαλτος.

Κάποιοι έπιναν καφέ προστατευμένοι σε μια στοά κοντά στην Παλιά Βουλή. Αλλοι διάβαζαν εφημερίδα, άλλοι παρατηρούσαν τον κόσμο που περνούσε. Μόνο ένα ζευγάρι δεν έβλεπε και δεν άκουγε τίποτα. Ακουμπούσαν τα κεφάλια τους και κάτι σιγοψιθύριζαν, που μόνο εκείνοι άκουγαν, μόνο εκείνοι αντιλαμβάνονταν.

Μια άλλη γυναίκα έβγαινε στον δρόμο από την πολυκατοικία όπου ήταν το γραφείο της και οσφριζόταν τον αέρα: της μύριζε θάλασσα. Σαν να ήταν κοντά στην παραλία, χειμώνα καιρό: οσμή από φύκια που αποσυντίθενται, ιώδιο και υγρασία, κρύος άνεμος που τρυπάει ύπουλα τα κόκαλα.

Κοίταξε γύρω της. Δεν ήταν δυνατόν. Ηταν στην καρδιά της πόλης, πιο κέντρο δεν γινόταν. Αν περπατούσε τρία λεπτά προς τα πάνω θα έφτανε στην πλατεία Συντάγματος. Αν περπατούσε έξι λεπτά προς τα κάτω, στην πλατεία Ομονοίας. Σε απόσταση ενός τετάρτου ήταν η Πλάκα από τα δεξιά της και ο Λυκαβηττός στα είκοσι λεπτά από τα αριστερά της.

Κι όμως, εκείνη μύριζε θάλασσα, αισθανόταν τη θάλασσα γύρω της, κι ας μην την έβλεπε. Νόμιζε ότι έφτασε και μια γεύση αλμύρας στα χείλη της. Πώς θα ήθελε να βρεθεί κοντά της. Μερικές φορές οι μεγάλες επιθυμίες έχουν αυτήν τη δύναμη, να σου δημιουργούν την εντύπωση ότι γίνονται πραγματικότητα ανασύροντας από τη μνήμη ό,τι ζητάς με τη βοήθεια των οσφρητικών οργάνων, της αφής, της γεύσης. Κι εκείνη περπατούσε προς την οδό Σταδίου μυρίζοντας θάλασσα, νιώθοντας αλάτι στο δέρμα της.

Στάθηκε κάτω από το άγαλμα του Κολοκοτρώνη. Ενα κρώξιμο ακούστηκε ψηλά, ακόμη ένα μερικά δευτερόλεπτα μετά, κι ύστερα ένα τρίτο. Γνώριμοι ήχοι, αν και παράταιροι.

«Γλάροι», είπε ο ένας από τους νέους που θα έφευγαν με τη μηχανή και κοίταξε ψηλά. «Γλάροι», συμφώνησε ο φίλος του και ακολούθησε το βλέμμα του. Δύο κύριοι σηκώθηκαν από το καφέ της στοάς και βγήκαν στον δρόμο, η ψηλή γυναίκα έκλεισε την τριανταφυλλί ομπρέλα και παρακολούθησε τα θαλασσοπούλια που έκαναν κύκλους πάνω από τα κτίρια.

Το ζευγάρι έμεινε εκεί, στη θέση του, δεν άκουσε και δεν είδε τίποτα.

Η γυναίκα που ονειρευόταν τη θάλασσα σήκωσε κι αυτή το βλέμμα στον ουρανό. Δεν θυμόταν πότε ήταν η τελευταία φορά που κοίταξε τον γκρίζο ουρανό με τόση λαχτάρα.

Αναρωτήθηκε τι ήταν αυτό που έφερε τα πουλιά στην οδό Σταδίου, πάνω από την Παλιά Βουλή. Ο κακός καιρός στη θάλασσα; Η αναζήτηση τροφής; Μήπως αποφάσισαν να αλλάξουν ενδιαίτημα; Και πώς θα ζούσαν εδώ;

Εκλεισε τα μάτια και άνοιξε τα αυτιά της. Ρουφούσε με δύναμη τη θαλασσινή μυρωδιά στον αέρα, άκουγε τα θαλασσοπούλια να κρώζουν και αισθανόταν την υγρή ατμόσφαιρα που έκανε τα ισιωμένα μαλλιά της να παίρνουν το φυσικό σγουρό σχήμα τους.

Πληρότητα. Αυτό αισθανόταν. Η θάλασσα είχε έρθει κοντά της, σαν να άκουσε την επιθυμία της. Κι ένα κύμα ελπίδας πλημμύρισε τους πνεύμονές της κάνοντάς τους να φουσκώνουν.

«Γλάροι», σκεφτόταν. «Ποτέ μην απελπίζεσαι», τους άκουσε να λένε μέσα από τα κρωξίματά τους. «Η θάλασσα είναι εδώ. Εμείς σ’ τη φέραμε».

    

Η φτώχεια στην ύπαιθρο της Ελλάδας στα χρόνια της κρίσης



Σε ολλανδική έρευνα σχετικά με τη φτώχεια κυρίως στην ελληνική ύπαιθρο τα χρόνια της κρίσης αναφέρεται η αυστριακή εφημερίδα Der Standard ενώ το δίκτυο NTV εστιάζει στα προβλήματα των ελληνικών τραπεζών.

Η αυστριακή εφημερίδα Der Standard αναφέρεται σε έρευνα του Transnational Institut από το Άμστερνταμ, η οποία εστιάζει στη φτώχεια στην Ελλάδα τα χρόνια της κρίσης και πιο συγκεκριμένα στην ολοένα και πιο δύσκολη πρόσβαση σε βασικά είδη μεγάλου μέρους κυρίως του ελληνικού αγροτικού πληθυσμού. «Αυξήσεις φόρων, ιδιωτικοποιήσεις, απελευθέρωση της αγοράς. Με αυτά τα μέτρα η Ελλάδα παλεύει εδώ και χρόνια να αποφύγει τη χρεοκοπία. Μέτρα που επιβλήθηκαν από τους πιστωτές στη χώρα, η οποία από το 2008 με δυσκολία στέκεται στα πόδια της. Αυτό είχε σαρωτικές συνέπειες, όπως καταδεικνύει η έρευνα του TNI (…). Κατά συνέπεια η φτώχεια στην ύπαιθρο είναι τόσο υψηλή, που δεν εξασφαλίζεται πλέον η επαρκής πρόσβαση του πληθυσμού σε τρόφιμα. Τρόφιμα υπάρχουν μεν, ωστόσο είναι συχνά εισαγόμενα και άρα ακριβότερα για πολλούς καταναλωτές.»

Η έρευνα υπογραμμίζει ότι δέκα χρόνια μετά το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης, περίπου το 40% του αγροτικού πληθυσμού απειλείται από την φτώχεια. Όπως αναφέρει η μελέτη, η παροχή και πρόσβαση σε τρόφιμα έχει επιδεινωθεί ενώ η αιτία έγκειται στα μέτρα λιτότητας. Η αυστριακή εφημερίδα σημειώνει: «Όλα αυτά σημαίνουν για ένα νοικοκυριό, σύμφωνα με τους ερευνητές, σημαντική αλλαγή στις διατροφικές συνήθειες.To ποσοστό των νοικοκυριών, το οποίο δεν μπορεί να έχει κάθε δεύτερη μέρα κρέας ή ψάρι στο μενού διπλασιάστηκε μέσα στα χρόνια της κρίσης φτάνοντας το 14%, εκτιμά η μελέτη. Επίσης δεν μπορούν πλέον όλες οι οικογένειες με παιδιά να εξασφαλίσουν τρόφιμα πλούσια σε πρωτεΐνες: Ο αριθμός των νοικοκυριών με παιδιά που σε ημερήσια βάση δεν συμπεριλαμβάνουν στο οικογενειακό τραπέζι τροφές με πρωτεΐνες διπλασιάστηκε αγγίζοντας το 9% του πληθυσμού. Η ίδια έρευνα αναφέρει επίσης ότι στις αγροτικές περιοχές η ανεργία εκτινάχθηκε μέσα σε δέκα χρόνια από το 7% στο 25%, ενώ μόνο μεταξύ 2008 και 2013 το κατά κεφαλήν εισόδημα στην ύπαιθρο μειώθηκε σχεδόν στο ένα τέταρτο. Η επισιτιστική ανασφάλεια έτσι κατά τη διάρκεια της κρίσης αυξήθηκε από το 7% που κυμαινόταν το 2008 στο 14% το 2016».























Πηγή: Deutsche Welle



Σκοτώνουν τους δημιουργούς όταν γεράσουν




Αν και αυτή η στήλη ασχολείται κατά κανόνα με θέματα που θεωρητικά ενδιαφέρουν όλη την κοινωνία (αυταπάτη βέβαια), σήμερα θα κάνουμε μια εξαίρεση για να καταθέσω μια προσωπική μαρτυρία για έναν σημαντικό συγγραφέα, που κάποτε μεσουρανούσε και που πέθανε σε απόλυτη φτώχεια, σε ένα άθλιο συνοικιακό νοσοκομείο, όπου κανείς δεν του έδινε σημασία.

Οπου φτωχός κι η μοίρα του. Γεννήθηκε στη φτώχεια. Μια εποχή έβγαλε πολλά λεφτά -για τα μέτρα του εννοείται- και ξαναγύρισε στα γεράματα στην παιδική του ηλικία.

Τότε που κοιμόταν πάνω σε ένα τραπέζι μαζί με τον συνομήλικο φίλο του, Ευθύμη Παπαδημητρίου, τον γνωστό καθηγητή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και από τους θεμελιωτές της οικολογίας στην Ελλάδα. Μακαρίτης κι αυτός τώρα.

Μεγάλωσαν στην ίδια αυλή και το τραπέζι ήταν καλό κρεβάτι για τα δύο αγόρια, που προστατεύονταν από τέσσερις καρέκλες για να μην πέσουν και σκάσουν τα παιδιά στο πάτωμα. Μιλάω για τον Γιώργο Σκούρτη, που θάφτηκε την Τετάρτη που μας πέρασε στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών, δημοσία δαπάνη.

Και εδώ βλέπουμε την κυνικότητα της εξουσίας. Το κράτος τού έδωσε μια γλίσχρα σύνταξη, την ονόμασε τιμητική και τον καταδίκασε σχεδόν στην ασιτία, μαζί βέβαια με δεκάδες άλλους δημιουργούς που είχαν προσφέρει πολλά στον νεοελληνικό πολιτισμό. Και μετά ζητάει εύσημα για τη δωρεάν κηδεία.

Το όνομα Σκούρτης το άκουσα για πρώτη φορά τον Φεβρουάριο του 1969 από τον κοινό μας φίλο Ευθύμη Παπαδημητρίου. Ηταν ένα όνομα και μια διεύθυνση στο Παρίσι. Ηταν τη μέρα που έφευγα παράνομα από την Ελλάδα για να καταθέσω στο Συμβούλιο της Ευρώπης. Στην ουσία ένα ταξίδι στο άγνωστο και πέρα από το σημείο επιστροφής. Και μια διεύθυνση στο εξωτερικό ήταν πολύτιμο στήριγμα. Να έχεις κάπου να πας και να μην κοιμάσαι στον σιδηροδρομικό σταθμό όπου καταλήγει το τρένο σου.

Οταν πήγα στο σπίτι του, μαζί με τους παλιούς συγκρατούμενούς μου, Αριστείδη Μπαλτά και Πλάτωνα Ανδρεάδη, ήταν ένα δωμάτιο όπου δέσποζε ένα διπλό κρεβάτι και δεν είχες πού να καθίσεις. Ο μικρός τότε γιος του, προϊόν ενός συγκλονιστικού έρωτα με την Αγγελική Ελευθερίου, αδελφή του Μάνου Ελευθερίου -ο οποίος πίστευε πως εκείνη ήταν καλύτερη ποιήτρια από τον ίδιο-, ο μικρός Σπύρος, λοιπόν, κοιμόταν στο κάτω συρτάρι μιας παλιάς και ετοιμόρροπης σιφονιέρας.

Η υποδοχή ήταν ένθερμη, ήπιαμε τα κρασιά μας, από φαγητό δεν υπήρχαν και πολλά, και όταν εξοικειωθήκαμε, ρώτησα πού θα με έβαζε να κοιμηθώ, αφού ήταν το αποκούμπι μου στην Ευρώπη. «Θα κοιμηθείς όπου έχουν κοιμηθεί και οι άλλοι» είπε και μου έδειξε μια στενή λωρίδα πατώματος μεταξύ τοίχου και κρεβατιού.

Η γενναιοδωρία του δεν έγινε ποτέ γνωστή και κράτησε μια ολόκληρη ζωή. Πολλοί είχαν ευεργετηθεί. Αλλά τον ξέχασαν όταν πέρασε η δόξα του. Επικράτησαν η ξεροκεφαλιά του, ο εγωκεντρισμός του και ο εριστικός χαρακτήρας του.

Ξέρω κάποιους σκηνοθέτες που ανέβασαν έργα του και που δεν ήθελαν να τον ξαναδούν. Καυγάδιζε ακόμα και με τους πιο κολλητούς του (Ευθυμιάδη και Τσικληρόπουλο π.χ.). Και εκεί που χώριζαν σαν εχθροί, την άλλη μέρα βρίσκονταν δίπλα δίπλα στην ίδια μπάρα.

(Και εδώ μια παρένθεση: Το θεατρικό μου έργο «Tango Bar» οφείλεται σε έναν έντονο καυγά του Σκούρτη με τον Ευθυμιάδη στο Dada Bar όπου σχεδόν ήρθαν στα χέρια. Πήγα να τους χωρίσω και οι δυο τους τα έβαλαν μαζί μου. Ο μπάρμαν, νηφάλιος, χαμογελούσε σαν να μην έτρεχε τίποτα. «Μην ταράζεσαι» μου είπε. «Είναι θέατρο που συχνά το παίζουν εδώ»).

Ο Σκούρτης, όσο αντιπαθητικός κι αν γινόταν με το αγύριστο κεφάλι που είχε, τόσο αξιαγάπητος ήταν στις γυναίκες, που κυριολεκτικά έκαναν ουρά. Του είχα προτείνει, κάνοντας πλάκα, να πάρει ένα μηχάνημα, σαν κι αυτό που έχουν οι τράπεζες και δίνουν αριθμό προτεραιότητας. «Θα τις χάσω όλες έτσι. Αυτές είναι αναρχικές.

Αμα τους βάλεις τάξη, θα εξαφανιστούν». Και σε μια νηφάλια κουβέντα που είχαμε για τις γυναίκες (ο Παπαδημητρίου, ο Σκούρτης κι εγώ) καταλήξαμε ομόφωνα στο συμπέρασμα πως αν δεν είχαν απελευθερωθεί, εμείς ακόμα θα γυρίζαμε στα μπουρδέλα, συνηθισμένη διαδρομή για τη γενιά μας.

Σε τελική ανάλυση είναι οι γυναίκες που διαλέγουν και οι άντρες κατά κανόνα υποκύπτουν. Εντούτοις, μια γυναίκα στάθηκε δίπλα του πιστή. Η Ελένη Τσέλη, που του έκλεισε τα μάτια στο νεκροκρέβατο.

Οταν τη γνώρισα ήταν σχεδόν παιδούλα και ο Σκούρτης αρκετά μεγαλύτερός της. Ενα μάθημα: Να αγαπάμε τον άλλον γι’ αυτό που είναι και όχι γι’ αυτό που φανταζόμαστε. Στην ουσία κανείς δεν έχει το δικαίωμα να διορθώνει κανέναν. Και εδώ ελλοχεύει η καταπίεση του ζευγαριού.

Λίγο πριν πεθάνει, ο Σκούρτης φώναξε τους φίλους και τις φίλες που του είχαν απομείνει για να μας διαβάσει ένα από τα τελευταία θεατρικά του (την περίοδο που ήταν ξεχασμένος έγραψε καμιά εικοσαριά θεατρικά έργα). Μας είπε πως είχε γράψει μια τριλογία («Από εδώ... εκεί», «Η συνουσία στην εξουσία» και «Σκοτώνοντας τον θάνατο») και τηλεφώνησε στις εκδόσεις «Ψυχογιός». Του είπαν να στείλει πρώτα ένα βιογραφικό σημείωμα.

Ούτε το χειρόγραφο δεν ήθελαν να διαβάσουν. Ευτυχώς αυτό το έργο βρίσκεται στο τυπογραφείο και θα βγει από τις εκδόσεις Opportuna της Πάτρας. Κατηγόρησαν τον Σκούρτη για την άσωτη ζωή που έκανε. Αλλά ποτέ δεν διερωτήθηκαν αν η ζωή του ήταν μέσα στο έργο του. Ηταν διαφορετικός. Και αυτό ήταν η αιτία του αποκλεισμού του. Η κοινωνία νιώθει ασφάλεια όταν καλλιεργεί την ασημαντότητά της. Και ο Σκούρτης ήταν σημαντικός. Γι’ αυτό εξοβελιστέος.

Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2018

Η Φρόσω η ονειροπαρμένη καθαρίστρια…




Είμαι η χαρωπή και τσαχπίνα Φρόσω. Από μικρή το χα το χούι. Να γίνω καθαρίστρια. Οι γονείς μου με μεγάλωσαν στα πούπουλα, δεν έχω παράπονο. Από τόσο δα μικρούλι είχα ένα μόνο όνειρο: Να σφουγγαρίζω .Όταν ερχόταν μάλιστα επισκέπτες στο σπίτι και με ρωτούσαν “τι θα γίνει η μικρούλα μας όταν μεγαλώσει”, αυθόρμητα τους απαντούσα “καθαρίστρια“. Αυτοί σκάγανε στα γέλια δίχως εγώ να μπορώ να εξηγήσω προς τι.

Θυμάμαι τον εαυτό μου πάντα με μια σφουγγαρίστρα το χέρι. Περίμενα μάλιστα πως και τι να ξεπορτίσουν οι δικοί μου για να πιάσω το πανί και να τα κάμω όλα λαμπίκο. Μιλάμε για μεγάλη έφεση στο καθάρισμα. Τρελαινόμουν να κυνηγάω αράχνες και κατσαρίδες. Εκεί όμως που πάθαινα κάτι σαν σε οργασμό ήταν όταν καθάριζα τον απόπατο..

Οι φιλενάδες μου στο σχολείο είχαν άλλα  όνειρα που δεν με συγκινούσαν καθόλου. Άλλη να γίνει γιατρός, άλλη ψυχολόγος, άλλη ηθοποιός, άλλη δημοσιογράφος. Αυτές οι επιλογές με άφηναν ολωσδιόλου παγερά αδιάφορη. Ενώ  αυτές περίμεναν πως και τι να ‘ρθει η ώρα να παίξουν εγώ αντίθετα είχα ένα καρδιοχτύπι πότε θα ‘ρχοταν η ώρα ν αρχίσω την φασίνα. Ρουφούσα άπληστα την σκόνη από το σκρίνιο και το τραπέζι και με ζωογονούσε ρε παιδί μου.

Έτσι πέρασαν τα χρόνια κι εγώ είχα γίνει εξπέρ στο σφουγγάρισμα και σε ο,τι απαιτούσε την δυναμική μου παρέμβαση στον τομέα της καθαριότητας. Μάλιστα, περίμενα καρδιοχτύπι  να περάσουν τα χρόνια για τελειώσω το σχολείο ώστε να πάρει σάρκα και οστά το όνειρο μου. Μ έτρωγε η αγωνία κι η ανυπομονησία να τελειώσω μια ώρα αρχύτερα, έτσι ώστε το συντομότερο δυνατόν ν αρχίσω να καθαρίζω σκάλες, δηλαδή να πέσω με τα μούτρα στη δουλειά.

Κι ενώ το πάθος μου όλο και μεγάλωνε το σχολείο δεν έλεγε να τελειώσει. Είχε καταντήσει εφιάλτης να περνούν τα χρόνια κι εγώ εκεί, μπάστακας σ ένα θρανίο κι οι δικοί μου να μου δίνουν κουράγιο “Κάμε λίγο ακόμα υπομονή ένας χρόνος έμεινε”. Εμένα όμως μ έτρωγε το σαράκι. Δεν άντεχα άλλο μαρτύριο ώσπου τα βρόντηξα στην Πέμπτη δημοτικού. Αεί στο καλό είπα έτσι κι αλλιώς καθαρίστρια θα γίνω τι θέλω και βουρλίζομαι..

Δεν άργησε θα ‘ρθει ο καιρός που ο Θεός άκουσε τις προσευχές μου. Ένοιωσα πιο ευτυχισμένη γυναίκα της Οικουμένης. Περπατούσα κι ένοιωθα πάνω μου τα ζηλόφθονα βλέμματα των άλλων γυναικών. Ήταν η στιγμή που πέρασα στο ΑΣΕΠ και διορίστηκα καθαρίστρια σ’ ένα νηπιαγωγείο! Ω πόση ευτυχία θεέ μου Μεγαλοδύναμε! Ήμουνα πλέον καθαρίστρια αναγνωρισμένη και με τη βούλα του κράτους! Τι άλλο μπορούσα να ονειρευτώ; Σκέψου, να κάμεις επάγγελμα αυτό που από μικρή θεωρούσες όνειρο μακρινό και μάλιστα να πληρώνεσαι από πάνω με κοντά πεντακόσια ευρώ χώρια οι κρατήσεις. Η μέγιστη κοινωνική καταξίωση!

Θα’ μουνα αγνώμων αν δεν αναγνώριζα την μεγάλη ευκαιρία που μου έδωσε η πατρίδα. Χάρη σ αυτήν έκαμα οικογένεια κι εγώ δυο παιδιά ο Θεός να τα χει γερά. Μάλιστα ευτυχώς που ο σύζυγος μου έχει εξήντα εφτά τα εκατό αναπηρία  και να εκπίπτουν από την Εφορία ΔΕΗ και ΟΤΕ.

Έχω όμως ένα παράπονο και με πιάνει ένας κόμπος έδωνα: Προψές μου χτύπησαν την πόρτα δυο καλοντυμένοι κύριοι. Μιλάμε, κύριοι με τα όλα τους. Ήρθανε λέει να με συλλάβουν γιατί ύστερα από είκοσι τόσα χρόνια διαπίστωσαν ότι έχω πλαστογραφήσει το απολυτήριο του Δημοτικού κι έκαμα την Ε τάξη, ΣΤ. Λες κι ποιότητα της φασίνας εξαρτάται από τον βαθμό απολυτηρίου. Με μπουζούριασαν και φτου ρίξαν δεκαπέντε χρόνια πρωτόδικα πούγιναν δέκα ύστερα από Έφεση. Τότε σκέφτηκα ποσό σπουδαίο πρόσωπο είμαι στην κοινωνία μιας κι διεκδικώ μια θέση ανάμεσά σε σπουδαίους εγκεφάλους της πολιτικής αλλά της μαφίας των ναρκωτικών. Να σου δώσω να καταλάβεις, εγώ νοιώθω πιο ιν κι από τον Άκη αλλά κι από κάτι σαΐνια εκεί γύρω στο Κολωνάκι και στην Εκάλη που φλομώσανε την πιάτσα στην κόκκα. Δεν μιλάω για τον Παππαντωνίου μιας αυτός όπως λέει έχει εμπιστοσύνη στην Ελληνική Δικαιοσύνη. Τελικά εγώ η ηλίθια δεν έσπευσα να δηλώσω την εμπιστοσύνη μου στην Δικαιοσύνη.

Τώρα δεν ξέρω τι θ απογίνει. Σάματις μου περισσεύουν να πάρω κανένα δικηγόρο περιωπής να με βγάλει από την φυλακή; Ευτυχώς μια σκέψη με παρηγορεί: Θαχει κάμποσες τουαλέτες εκεί μέσα να ξεδίνω.


Η νέα διάσωση τραπεζών με κρατικό χρήμα και «φρέσκο αέρα», σε απλά ελληνικά



Τρία διαφορετικά σχέδια είναι υπό επεξεργασία αυτή τη στιγμή για τη διαχείριση των κόκκινων δανείων, τα οποία αποτελούν το «βραχνά» των δανειοληπτών αλλά και των τραπεζών.

Το υπουργείο Οικονομικών, η Τράπεζα της Ελλάδος και το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας αναπτύσσουν ο καθένας το δικό του σχέδιο για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα των τραπεζών, με κοινό παρονομαστή την μεταφορά των δανείων σε άλλα χέρια τα οποία θα αναλάβουν να τα εισπράξουν με ρυθμίσεις ή πλειστηριασμούς.

Στη συνέχεια οι φορείς που θα αναλάβουν τα κόκκινα δάνεια, θα εκδώσουν ομόλογα με αντίκρισμα τα συγκεκριμένα δάνεια και θα πουλήσουν τα ομόλογα στη διεθνή αγορά.

Οι τράπεζες θα γράψουν μεν κάποια ζημιά, αλλά αυτή θα αποκρυσταλλωθεί και θα εξαλειφθεί η αβεβαιότητα που επιβαρύνει τη λειτουργία τους. Αυτός άλλωστε είναι και ο σκοπός των σχεδίων, να «απελευθερωθούν» οι τράπεζες, να καταστεί δυνατή η χρηματοδότησή τους από τις αγορές και να επικεντρωθούν στη χρηματοδότηση της οικονομίας.

Το «κλειδί» είναι ότι όλα τα σχέδια που προτείνονται βασίζονται κατά ένα μέρος σε κρατικό χρήμα, είτε υπό τη μορφή κρατικών εγγυήσεων είτε υπό τη μορφή μελλοντικών επιστροφών φόρου προς τις τράπεζες (τη λεγόμενη «αναβαλλόμενη φορολογία»).

Σκληρό σύστημα θέλουν οι ξένοι

Με λίγα λόγια, προωθείται μια νέα διάσωση των τραπεζών με την ενίσχυση του ελληνικού Δημοσίου (η πέμπτη από το 2008), τη στιγμή ακριβώς που οι δανειστές και οι ευρωπαϊκές αρχές οι οποίες εποπτεύουν τις τράπεζες πιέζουν για κατάργηση της προστασίας της πρώτης κατοικίας από τους πλειστηριασμούς.

Η κυβέρνηση επιχειρεί να προωθήσει την εφαρμογή ενός νέου συστήματος προστασίας, το οποίο θα βασίζεται σε επιδοτήσεις για τους αδύναμους δανειολήπτες και σε μείωση της αξίας των δανείων ανάλογα με την αξία των ενεχυριασμένων ακινήτων, αλλά με πολύ αυστηρά εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια (χαμηλή αξία ακινήτου), κάτι που πιθανότατα θα περιορίσει πολύ τον αριθμό των δικαιούχων.
Οι κυβερνητικές προτάσεις πρέπει να κάμψουν τις αντιρρήσεις των δανειστών οι οποίοι έχουν το σκεπτικό ότι όσο πιο σκληρό είναι το σύστημα αντιμετώπισης των οφειλετών και των πλειστηριασμών, τόσο πιο πολλά χρήματα θα εισπραχθούν από τα δάνεια και τόσο μικρότερη θα είναι η ζημιά για τις τράπεζες.

Ωστόσο, το επιχείρημα που προβάλλει η κυβερνητική πλευρά είναι ότι όλες οι λύσεις που εξετάζονται προϋποθέτουν κρατικές εγγυήσεις, επομένως θα πρέπει να συνυπολογιστεί η κοινωνική διάσταση και να εξομαλυνθούν οι επιπτώσεις.

Το σχέδιο της Τράπεζας της Ελλάδος

Στη βάση του σχεδίου της Τράπεζας της Ελλάδος βρίσκεται μια «εταιρεία ειδικού σκοπού» η οποία θα είναι θυγατρική των τραπεζών και στην οποία θα περάσουν τα κόκκινα δάνεια.

Οι τράπεζες θα δημιουργήσουν την εταιρεία εισφέροντας στο μετοχικό κεφάλαιο δύο πράγματα:

Ένα σημαντικό ποσοστό από τα κόκκινα δάνεια που διαθέτουν, που αντιστοιχούν σε ονομαστική αξία δανείων 40 δισ. ευρώ.
Ένα μέρος από χρήματα που θα εισπράξουν στο μέλλον από επιστροφές φόρου στα μελλοντικά τους κέρδη, το οποίο αντιστοιχεί σε 7,5 δισ. ευρώ. Πρόκειται για την «αναβαλλόμενη φορολογία» δηλαδή ανύπαρκτα προς το παρόν κεφάλαια τα οποία θα προέλθουν από τα χρήματα που θα επιστρέψει το Κράτος στις τράπεζες από τη φορολογία επί των κερδών τους, όταν τα κέρδη αυτά εμφανιστούν.
Στις τράπεζες επετράπη να εγγράψουν λογιστικά ως κεφάλαιο τις μελλοντικές απαιτήσεις από την αναβαλλόμενη φορολογία ως αντιστάθμισμα για τη ζημιά που υπέστησαν από το κούρεμα των ομολόγων τα οποία είχαν στα χαρτοφυλάκιά τους το 2012 (PSI).

Στη συνέχεια, η εταιρεία ειδικού σκοπού που θα συσταθεί θα «πακετάρει» τα κόκκινα δάνεια υπό τη μορφή ομολόγων για να τα πουλήσει σε επενδυτές με τη μορφή ομολόγων.

Τιτλοποίηση και πλειστηριασμοί

Πρόκειται για τη λεγόμενη τιτλοποίηση, που σημαίνει ότι τα ομόλογα θα έχουν ως αντίκρυσμα τα κόκκινα δάνεια και η αξία τους θα βασίζεται στα έσοδα από την αποπληρωμή των δανείων αυτών.

Επομένως όσο πιο πολλά χρήματα ανακτηθούν από τα κόκκινα δάνεια, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η αξία των ομολόγων, πράγμα που με άλλα λόγια σημαίνει ότι όσο πιο σκληρό είναι το σύστημα για τα κόκκινα δάνεια, τόσο μεγαλύτερες θα είναι και οι προσδοκίες για την αξία των ομολόγων και τόσο πιο ακριβά θα πουληθούν.

Η «μαγική» εταιρεία ειδικού σκοπού

Η «μαγική εταιρεία» που θα χρησιμοποιηθεί, με βάση το σχέδιο Στουρνάρα, ονομάζεται «Εταιρεία Ειδικού Σκοπού» (Single Purpose Vehicle - SPV). Στα οικονομικά εγχειρίδια χρησιμοποιείται και ο όρος «Μονάδα Απομακρυσμένης Πτώχευσης» που δηλώνει και την πραγματική εικόνα, ότι πρόκειται δηλαδή για μια θυγατρική εταιρεία, όπου η μητρική μεταφέρει ορισμένα στοιχεία, για να απομονώσει το ρίσκο που αυτά κρύβουν και να μην επιβαρύνουν τον ισολογισμό της.

Πρόκειται δηλαδή για μια παραλλαγή της λεγόμενης «κακής τράπεζας» (bad bank), μοντέλο που χρησιμοποιήθηκε σε άλλες χώρες, με τη μεταφορά των κόκκινων δανείων σε αυτήν. Οι τράπεζες μεταφέρουν εφάπαξ τα κόκκινα δάνεια στην κακή τράπεζα, φυσικά σε χαμηλότερη τιμή από την ονομαστική τους. Έτσι «γράφουν» την όποια ζημιά στον ισολογισμό τους, μια και καλή, αλλά απαλλάσσονται και συνεχίζουν τη λειτουργία τους.

Επιπλέον, εάν η έκδοση ομολόγων πάει καλά το όφελος θα επιστρέψει στις τράπεζες, μέσω της θυγατρικής τους εταιρείας ειδικού σκοπού.

Μέχρι σήμερα στην Ελλάδα οι τράπεζες έχουν «πάνω τους» τα κόκκινα δάνεια, προσπαθούν να τα διαχειριστούν σε βάθος χρόνου και στην ουσία παραμένουν μπλοκαρισμένες καθώς υπάρχει διαρκής αβεβαιότητα σχετικά με το τι μέλλει γενέσθαι.

Ποιος θα έχει τον έλεγχο;

Το δικό του σχέδιο για τη διαχείριση των κόκκινων δανείων προωθεί το υπουργείο Οικονομικών, ενώ διαφορετικό σχέδιο επεξεργάζεται το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) το οποίο που ιδρύθηκε το 2010 για να χορηγήσει στις τράπεζες κεφαλαιακή ενίσχυση και σήμερα εκπροσωπεί τα συμφέροντα του Δημοσίου (που διέθεσε τα χρήματα και έχει ένα ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου) αλλά είναι ανεξάρτητος φορέας που δεν ελέγχεται από την κυβέρνηση. Η διοίκησή του (πρόεδρος και πλειοψηφία στο γενικό συμβούλιο) ελέγχεται από ξένα στελέχη .

Και τα δύο αυτά σχέδια βασίζονται στην ίδια αρχή της τιτλοποίησης των δανείων, με έκδοση ομολόγων που θα έχουν ως ενέχυρο τα κόκκινα δάνεια και για τα οποία θα υπάρχει η εγγύηση του Δημοσίου.

Επί της ουσίας, όμως, η διαφορά είναι ποιος θα έχει τον έλεγχο των κόκκινων δανείων: η ελληνική κυβέρνηση ή το ΤΧΣ, το οποίο ελέγχεται από τους ξένους;

Το κρατικό χρήμα

Η κρατική εγγύηση στα ομόλογα θεωρείται αναγκαία για να πουληθούν τα ομόλογα σε επενδυτές. Αυτό σημαίνει ότι εάν τα χρήματα από τα κόκκινα δάνεια δεν ανακτηθούν (δεν καταφέρουν να τα εισπράξουν από τους δανειολήπτες) τότε το Δημόσιο θα αναλάβει να καλύψει ένα μέρος της απώλειας, προκειμένου να μην ζημιωθούν οι αγοραστές των ομολόγων.

Με λίγα λόγια θα πρόκειται για μια νέα κρατική ενίσχυση για τη διάσωση των τραπεζών.

Το πρόβλημα, βέβαια, είναι ότι η κρατική βοήθεια απαγορεύεται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία και ενδεχομένως μια τέτοια εκδοχή να απορριφθεί.

Για την τιτλοποίηση των δανείων (έκδοση ομολόγων) το σχέδιο προβλέπει ότι θα δημιουργηθεί ένα Σχήμα Προστασίας Ενεργητικού (Asset Protection Scheme).

Στην περίπτωση αυτή, κάθε τράπεζα θα δημιουργήσει έναν «κουβά» με κόκκινα δάνεια, τα οποία θα τιτλοποιηθούν, δηλαδή θα εκδοθούν ομόλογα η αξία των οποίων θα βασίζεται στα έσοδα από την εξόφληση των δανείων.

Στο Σχήμα θα μετέχουν και άλλοι ιδιώτες επενδυτές, πιθανότατα εταιρείες που εταιρείες που ειδικεύονται στη διαχείριση πτωχεύσεων και κόκκινων δανείων, τα οποία θα αναλάβουν να εισπράξουν τα ποσά των δανείων, προχωρώντας σε ρυθμίσεις με τους δανειολήπτες ή πλειστηριασμούς.













Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *