Του Θάνου Χατζόπουλου
Ενα φάντασμα πλανιέται πάνω από
τα υπολείμματα του ΠΑΣΟΚ. Το φάντασμα του Επινέ. Σ’ αυτήν τη γαλλική πόλη, όπως
ξέρουν όσοι εντρυφούν στην ιστορική πορεία της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας,
διεξήχθη το μακρινό 1972 το συνέδριο επανίδρυσης του Γαλλικού Σοσιαλιστικού
Κόμματος με την υπέρβαση των τότε μικρών σχημάτων του χώρου. Τα ονόματα εκείνων
των σχημάτων δεν τα θυμάται πλέον σχεδόν κανείς, αλλά όλοι θυμούνται πως εκεί
άρχισε να φέγγει ένα μετέπειτα λαμπρό άστρο της ευρωπαϊκής πολιτικής σκηνής. Το
άστρο του Φρανσουά Μιτεράν.
Ένα νέο Επινέ ή, για να
χρησιμοποιήσουμε τη δική τους φρασεολογία, ένα «ανοιχτό πολιτικό συνέδριο
ενότητας της κεντροαριστεράς, με τη συμμετοχή όλων των κομμάτων και κινήσεων
του χώρου, ακόμη και αυτών που μέχρι σήμερα δεν έχουν ανταποκριθεί, καθώς και όλων
των προοδευτικών δυνάμεων της κοινωνίας» οραματίζονται και οι διαφωνούντες με
την Φώφη Γεννηματά, οι οποίοι το περασμένο Σάββατο στη συνεδρίαση της Κεντρικής
Επιτροπής του ΠΑΣΟΚ προχώρησαν σε επίδειξη δύναμης απέναντι στην πρόεδρο του
κόμματος.
Ο γρίφος της ενότητας
Εδώ όμως τελειώνουν οι ιστορικές
ομοιότητες και αναλογίες. Το γαλλικό 1972 δεν έχει τίποτε κοινό με το ελληνικό
2017 και, πάνω απ’ όλα, όσες φιλοδοξίες και να τρέφουν ίσως κάποια στελέχη του
ΠΑΣΟΚ, από το κάδρο λείπει η κρισιμότερη παράμετρος: ο έλληνας Μιτεράν.
Επιπλέον, οι διαφορές που χωρίζουν τα δύο αντιμαχόμενα εσωκομματικά στρατόπεδα
του σημερινού ΠΑΣΟΚ δεν είναι και τόσο ευκρινείς. Για «συνέδριο ενότητας της
Κεντροαριστεράς» μιλούν οι κατά τη Φώφη Γεννηματά «Δούρειοι Ίπποι έξω-παραταξιακών
συμφερόντων», για «συνέδριο της
Δημοκρατικής Συμπαράταξης ως φορέα διεύρυνσης, μετεξέλιξης και
ενοποίησης του ευρύτερου χώρου της Κεντροαριστεράς» μιλά και η ηγεσία του
ΠΑΣΟΚ. Ποια η διαφορά θα αναρωτηθεί κανείς. Φαίνεται πως η διαφορά έγκειται στους
οργανωτικούς όρους και προϋποθέσεις με τους οποίους θα πραγματοποιηθεί αυτή η
ενότητα. Οι μεν (ο γραμματέας της ΚΕ Στ. Ξεκαλάκης, οι ευρωβουλευτές Ν.
Ανδρουλάκης και Εύα Καϊλή αλλά και άλλα πρόσωπα και κινήσεις πέριξ του ΠΑΣΟΚ)
προκρίνουν ένα συνέδριο από μηδενική βάση όπου όλοι θα προσέλθουν χωρίς την
προηγούμενη κομματική τους ταυτότητα και θα συμφωνήσουν από κοινού στις
πολιτικές θέσεις και θα εκλέξουν νέα ηγεσία. Σ’ αυτήν την κατεύθυνση επιμένουν
στο προσκλητήριο προς το Ποτάμι, την τρόικα της Ώρας Αποφάσεων και τους
Οικολόγους-Πράσινους να συμμετέχουν παρά το γεγονός πως οι δύο τουλάχιστον από
αυτούς τους σχηματισμούς (Ποτάμι και Ώρα Αποφάσεων) έχουν αρνηθεί να
συμπράξουν. Προσπάθεια που θυμίζει το εγχείρημα του Ευ. Βενιζέλου να
μεταφυτεύσει στο ελληνικό έδαφος την ιταλική «Ελιά». Η δε Φώφη Γεννηματά με την
υποστήριξη της διευρυμένης, μετά τις προσχωρήσεις ανεξάρτητων βουλευτών,
Κοινοβουλευτική Ομάδα της Δημοκρατικής Συμπαράταξης και την ανοχή της ΔΗΜΑΡ του
Θ. Θεοχαρόπουλου έχει επιλέξει ένα πιο «σίγουρο» εσωκομματικά δρόμο: ιδρυτικό
συνέδριο μόνο για τις πολιτικές θέσεις και διατήρηση των υπαρχόντων κομματικών
σχηματισμών, δηλαδή με δεδομένη την πρωτοκαθεδρία του ΠΑΣΟΚ και προσωπικά της
Φώφης Γεννηματά στο νέο σχήμα. Κάποιοι προσθέτουν και μια ακόμη πτυχή
εσωκομματικού ενδιαφέροντος. Το σχήμα της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, λένε, το
μόνο που πρόσφερε μέχρι στιγμής ήταν ότι λειτούργησε ως γέφυρα επαναπροσέγγισης
του Γ. Παπανδρέου με το «επίσημο ΠΑΣΟΚ», κίνηση που δεν είδαν με καθόλου καλό
μάτι πολλοί στη Χ. Τρικούπη.
Με ποια πολιτική;
Χωρίς να μπούμε στα εσωτερικά του
ΠΑΣΟΚ (αν για παράδειγμα ήταν καταστατικά νόμιμη η κίνηση της Φώφης Γεννηματά
να ξηλώσει τα όργανα και τον γραμματέα -προφανώς και όχι, θυμίζει αντίστοιχες
ενέργειες του Ανδρέα Παπανδρέου) το καίριο ερώτημα στο οποίο αποφεύγουν να
απαντήσουν και οι δύο πλευρές της εσωκομματικής σύγκρουσης στο ΠΑΣΟΚ είναι το
εξής:
– Ποια θα είναι η πολιτική του
νέου φορέα της Κεντροαριστεράς, αν θεωρήσουμε ως δεδομένο ότι υπάρχει θέση για
ένα τέτοιο φορέα στο πολιτικό σκηνικό σήμερα;
Η μεν Φώφη Γεννηματά παλινδρομεί
μεταξύ της συνεργασίας με τη ΝΔ και διεκδίκησης αυτόνομου ρόλου για το ΠΑΣΟΚ
ευελπιστώντας ότι θα είναι τρίτο κόμμα στις επόμενες εκλογές και πως θα έχουν
εξαφανιστεί εκλογικά το Ποτάμι και η Ένωση Κεντρώων. Η άλλη πλευρά απαντά με
όρους πολιτικής χωροταξίας: να συνεννοηθούν οι όμοροι χώροι της
σοσιαλδημοκρατίας έτσι ώστε οι πολίτες που είναι απογοητευμένοι από το ΣΥΡΙΖΑ
να στραφούν στον σοσιαλδημοκρατικό χώρο και όχι στον Κυριάκο Μητσοτάκη, δηλώνει
ο κ. Ξεκακαλάκης. Δηλαδή, θεωρεί πως ανάμεσα στα δύο «άκρα», τη ΝΔ και τον
ΣΥΡΙΖΑ θα μπει σφήνα το νέο σχήμα. Το θέμα είναι πως αρκετές δυνάμεις του χώρου
(π.χ. το Ποτάμι) πολιτικά δεν έχουν καμιά διαφορά από το νεοφιλελευθερισμό του
Κ. Χατζηδάκη.
Αυτό δεν είναι Κεντροαριστερά
Κάτι που ομολογεί συνολικά και
για τη σοσιαλδημοκρατία ένας από τους θεωρητικούς του χώρου, ο πρώην
επιστημονικός διευθυντής του ΙΣΤΑΜΕ Γ. Σιακαντάρης. Θεωρεί ότι τόσο η Δεξιά όσο
και η Σοσιαλδημοκρατία είναι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις (σε αντίθεση με τον
ΣΥΡΙΖΑ) οι οποίες διαφέρουν μόνο στο πώς θέλουν να πετύχουν την ευημερία των
πολιτών: μέσω μείωσης των φόρων και του κράτους η ΝΔ, με κρατικές παρεμβάσεις
οι Σοσιαλδημοκράτες. Οπότε μπροστά στον «πραγματικό φόβο στην κοινωνία (που) είναι
η παραμονή, με οποιονδήποτε τρόπο, στην κυβέρνηση της ηγετικής ομάδας του
ΣΥΡΙΖΑ», οι διαφορές μεταξύ ΝΔ και Σοσιαλδημοκρατών μπορούν να παραμεριστούν
κατά το παράδειγμα της κυβερνητικής συγκατοίκησης CDU-CSU και SPD στη Γερμανία. Δηλαδή η απάντηση στο ερώτημα
είναι: ούτε Κόρμπιν, ούτε Αμόν, ίσως ούτε Σουλτς. Το πολύ-πολύ Ματέο Ρέντσι.
Αλλά αυτό δεν είναι Κεντροαριστερά με την παραδοσιακή έννοια του όρου. Μάλλον για προσπάθεια ανασύστασης του παραδοσιακού
μπλοκ εξουσίας πρόκειται.
epohi.gr
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου