Η μείωση της αγοραστικής δύναμης
οδήγησε τους καταναλωτές στην αύξηση των οσπρίων και τη μείωση του κρέατος.
Βουτιά στις οικογενειακές δαπάνες, της τάξεως του 21,7%, για είδη παντοπωλείου
από το 2009 έως το 2016. Σε ποιες κατηγορίες προϊόντων στρέφονται πλέον οι
Έλληνες.
Τη δραστική μείωση της δαπάνης
των νοικοκυριών σε είδη παντοπωλείου καταδεικνύουν τα αποτελέσματα των ερευνών
Οικογενειακών Προϋπολογισμών της ΕΛΣΤΑΤ. Από την επεξεργασία των στοιχείων της
στατιστικής αρχής που πραγματοποίησε το Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου
Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ) προκύπτει ότι την επταετία 2009-2016, η δαπάνη των
νοικοκυρών σε είδη παντοπωλείου έχει μειωθεί κατά 21,7% ενώ συγκεκριμένα η
δαπάνη μόνο σε τρόφιμα κατά 18,6%.
Συγκριτικά, το 2009, το μέσο
νοικοκυριό δαπανούσε ετησίως σε είδη παντοπωλείου 5.578 ευρώ ενώ το 2016 4.367
ευρώ, δηλαδή 1.211 ευρώ λιγότερα.
Προφανώς και η μείωση που
καταγράφεται στα είδη παντοπωλείου οφείλεται στην οικονομική κρίση και τη
συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος του καταναλωτικού κοινού. Ωστόσο καταγράφεται
και η συμβολή των αλλαγών στις αγοραστικές συνήθειες των Ελλήνων, οι οποίες,
όμως, πάλι ως συνέπεια της κρίσης έχουν υιοθετηθεί. Αξίζει να σημειωθεί ότι
αύξηση της δαπάνης των νοικοκυριών το 2016 έναντι του 2019, όπως αποτυπώνεται
στον σχετικό πίνακα, καταγράφεται στα όσπρια, στα αυγά, στις σοκολάτες και στο
ελαιόλαδο.
Η συμβολή των νέων αγοραστικών
δεδομένων
Σύμφωνα με το ΙΕΛΚΑ, πλέον, ένα
μεγάλο ποσοστό της μείωσης της δαπάνης που παρατηρείται αντιστοιχεί στην
αξιοποίηση από τον καταναλωτή προσφορών και εκπτώσεων. Οι 9 στους 10
καταναλωτές εξοικονομούν χρήματα μέσω προσφορών και 7 στους 10, τουλάχιστον το
5% της αξίας των αγορών τους. Η μεσοσταθμική εξοικονόμηση που καταγράφεται στις
ετήσιες έρευνες του ΙΕΛΚΑ κυμαίνεται από 9,5% έως 11,7%.
Ένα άλλο ποσοστό της μείωσης
αντιστοιχεί στην υιοθέτηση «έξυπνων» αγορών από τους καταναλωτές, όπως
αναζήτηση προσφορών που προαναφέρθηκε, φθηνότερες εναλλακτικές προϊόντων,
διαφορετικές συσκευασίες, μείωση της σπατάλης, σύγκριση τιμών, αξιοποίηση
προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας κ.ο.κ.
Σε σχέση με τις φθηνότερες
εναλλακτικές προϊόντων, χαρακτηριστικό παράδειγμα που αποδεικνύει αυτή την τάση
αποτελούν συγκεκριμένα είδη για τα οποία η μείωση στην ποσότητα των αγορών (σε
κιλά, λίτρα) που καταγράφεται είναι είτε σημαντικά μικρότερη από τη μείωση στην
αξία των αγορών (σε ευρώ), είτε η ποσότητα αγορών ενίοτε παρουσιάζει αύξηση.
Π.χ. για τα ζυμαρικά, ενώ καταγράφεται μείωση στην αξία της δαπάνης κατά 2%, η
κατανάλωση σε κιλά όχι μόνο δεν μειώθηκε αλλά αυξήθηκε κατά 15%. Πρακτικά αυτό
σημαίνει ότι ο καταναλωτής εκμεταλλεύτηκε τις προσφορές σε αυτή την κατηγορία.
Άλλο παράδειγμα είναι τα νωπά
πουλερικά που ενώ καταγράφεται μείωση στην αξία της δαπάνης κατά 9%, η
κατανάλωση σε κιλά όχι μόνο δεν μειώθηκε αλλά αυξήθηκε κατά 5%. Αυτό
καταδεικνύει ότι ο καταναλωτής εκμεταλλεύτηκε τόσο τις προσφορές σε αυτά τα
είδη, όσο στράφηκε και σε χαμηλότερης τιμής επιλογής όπως π.χ. χύμα κοτόπουλο
έναντι συσκευασμένου.
Για το νωπό γάλα, η μείωση που
καταγράφεται σε αξία είναι 15%, αλλά η μείωση σε λίτρα μόλις 4%, κάτι που
σημαίνει ότι ο καταναλωτής στράφηκε σε φθηνότερες επιλογές προϊόντων.
Μείωση καταγράφεται και στα
ακριβά, πλην απαραίτητα, είδη ζωικών πρωτεϊνών ειδών κρέατος (αρνί -45%, ψάρι
-33%, μοσχάρι -25%) έναντι φθηνότερων επιλογών (πουλερικά -9%, χοιρινό -7%,
αυγά +9%) ή φθηνότερων φυτικών επιλογών (όσπρια +18%). Η εξέλιξη αυτή
αντικατοπτρίζει και μία σαφή αλλαγή στις διατροφικές συνήθειες σε συγκεκριμένα
είδη υψηλότερης τιμής.
Ένας ακόμα παράγοντας που εξηγεί
ένα μέρος της μείωσης της δαπάνης είναι η φορολογία και συγκεκριμένα η αύξηση
των συντελεστών ΦΠΑ (ο συντελεστής ΦΠΑ για τα τρόφιμα το 2009 ήταν 9% έναντι
13% και 24% για κάποια είδη το 2016 και για τα λοιπά είδη 19% το 2009, έναντι
24% το 2016).
Χαρακτηριστικό είναι ότι ενώ η
ετήσια δαπάνη ανά νοικοκυριό για είδη παντοπωλείου μειώθηκε κατά 21,7% από
5.578 ευρώ σε 4.367 ευρώ, ο αναλογούν ΦΠΑ αυξήθηκε κατά 13,9% από 561 ευρώ σε
638 ευρώ. Ως εκ τούτου, η πραγματική μείωση στη δαπάνη των νοικοκυριών (προ
ΦΠΑ) είναι της τάξης του 25,7%. Επίσης συγκεκριμένα είδη έχουν επηρεαστεί από
τους Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα αλκοολούχα
ποτά, για τα οποία καταγράφεται αύξηση της δαπάνης σε αξία κατά 5,1%, αλλά
μείωση στα λίτρα που αγοράστηκαν κατά 3%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ενώ η
δαπάνη των νοικοκυριών σε είδη παντοπωλείου σε αξία μειώθηκε, η δαπάνη ως
ποσοστό επί των συνολικών αγορών των νοικοκυριών αυξήθηκε. Το 2009, η δαπάνη σε
είδη διατροφής αντιστοιχούσε στο 16,2% των αγορών του μέσου νοικοκυριού, ενώ το
2016 αντιστοιχούσε στο 19,6%, αυξήθηκε δηλαδή κατά 3,4% (βλ. σχήμα 2). Τα
αντίστοιχα ποσοστά συνολικά για τα είδη διατροφής και ειδών παντοπωλείου ήταν
21,5% το 2009 και 26,1% το 2016.
Πρακτικά δηλαδή ενώ η δαπάνη σε
είδη παντοπωλείου μειώθηκε, οι υπόλοιπες δαπάνες (π.χ. είδη ένδυσης, είδη
επίπλωσης, υπηρεσίες) μειώθηκαν με ακόμα μεγαλύτερο ρυθμό.
Η εξέλιξη αυτή είναι αναμενόμενη
καθώς τα περισσότερα από τα προϊόντα παντοπωλείου και ειδικά τα είδη διατροφής
εξυπηρετούν βασικές ανάγκες του καταναλωτή και κατά συνέπεια είναι πιο δύσκολο
να περικοπούν σε περιόδους οικονομικής ύφεσης.
Σταμάτης Ζησίμου
euro2day.gr
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου