Τετάρτη 5 Ιουλίου 2017

Ομοιος ομοίω


Του Δημήτρη Νανούρη

Μια διαφορετική προσέγγιση του διαφορετικού και των διαφορετικών έκανε τη διαφορά το, κάθε άλλο παρά αδιάφορο, Σαββατόβραδο στο κτήμα του Θωμά Κοροβίνη στα Πλατανίδια του δυτικού Πηλίου, μια ανάσα από τα Ανω και όχι από τα Κάτω Λεχώνια, καταπώς έγραφα την Παρασκευή και με διόρθωσε ευγενικά οπωσούν σχολαστικός με την ιστορία του τόπου γηγενής. Δυστυχώς δεν αναφέρονται Μέσα Λεχώνια, η ύπαρξη των οποίων θα αποτελούσε έναν «έντιμο συμβιβασμό», λέμε τώρα, καίτοι γίνεται κατάχρηση του όρου από τους σκληρούς διαπραγματευτές μας στις ατέρμονες συζητήσεις με τους δανειστές που καταλήγουν με ακρίβεια χειροποίητου ελβετικού ρολογιού σε πανωλεθρίαμβο για τη χώρα.

Επιστήμονες, γλωσσολόγοι, γλωσσοπλάστες, γλωσσοθήρες και γλωσσοκοπάνες, τουτέστιν ένα πολύβουο σμάρι ποιητών, πεζογράφων, εν γένει λογοτεχνών και κριτικών λογοτεχνίας, αλλά και ηθοποιοί, χορευτές, μουσικοί, τραγουδιστές και λογής λογής καλλιτέχνες προσέγγισαν τους «διαφορετικούς» με θαυμαστά κείμενα, εξαιρετικές απαγγελίες και αναλόγια ανάλογα κορυφαίων θιάσων. Κάτω από μηλιές, ροδακινιές, βερικοκιές και αροχλάδες δημιουργήθηκε μια θερμή ατμόσφαιρα που εξουδετέρωσε τον καύσωνα σαν φυσικό και συνάμα ψυχικό ερκοντίσιον.

Θαμπή, θλιμμένη, θολή και αδρανής η δική μου συνεισφορά στα δρώμενα: «Φυλάγαμε τσίλιες οι τρεις μας, γωνία Αρριανού-Ολύμπου. Κρατούσαμε σφιχτά το περίστροφο, με το χέρι στη φαρδιά τσέπη του σακακιού που φούσκωνε, όπως στην τελευταία ταινία του Τζωρτζ Ραφτ. Στις οχτώ ακριβώς ακούστηκε μια ριπή από πολυβόλο και σε λίγο σκόρπιοι πυροβολισμοί. Στις οχτώ και πέντε έφτασε ο Γαλάνης να μας πει να διαλυθούμε. Εγώ κατέβαινα μαζί του μέχρι την Εγνατία. “Απλή δουλειά” είπε. “Μόλις μπήκαμε μέσα στον τεκέ τούς βρήκαμε όλους ξαπλωμένους στην κουρελού, ακίνητους, σαν να μην άκουσαν που μπήκαμε. Τους φωνάξαμε να σηκωθούν. Δε σηκωθήκανε, ήτανε βαριά μαστουρωμένοι. Τους ρίξαμε με την ησυχία μας μια και καλή. Δε σάλεψε κανείς τους, ούτε κιχ, οχτώ άτομα. Θ’ ανασάνει τώρα η γειτονιά από την αλητεία του Κιορπέ”. “Πάρε το περίστροφο” είπα “δεν έχω πού να το ακουμπήσω απόψε”. Πρόσεξα τη φωνή μου. Την πρόσεξε και ο Γαλάνης. “Σε καταλαβαίνω” είπε. “Δεν έχεις συνηθίσει ακόμα”. “Είναι κι αυτό” είπα».


Ηταν ένα κείμενο του Μανώλη Αναγνωστάκη από «Το Περιθώριο ’68-’69» που δείχνει πώς οι κομμουνιστές κανόνιζαν τις διαφορές τους με τους «διαφορετικούς» στην απελευθερωμένη Θεσσαλονίκη περί τα μέσα της δεκαετίας του ’40. Ας είναι. Επιστρέφοντας Δευτέρα μεσημέρι, με τη νηφάλια μέθη της βραδιάς να θάλπει τα φυλλοκάρδια, έπεσα πάνω στην ομοιομορφία των ομοίων μέσω ραδιοφώνου. Ηγουν στον ΘΑλέξη να κουτουλοχτυπιέται με τον Κούλη στη Βουλή. Πόσο εύκολα, αλήθεια, αποδομούσαν ο ένας το αφήγημα του άλλου. Και πόσο δύσκολα άρθρωναν το δικό τους, πανομοιότυπο με εκείνο που μόλις είχαν κατεδαφίσει. Ο Τσίπρας μιλούσε σαν τον Σαμαρά του ’14 κι ο Κυριάκος αντιδρούσε σαν τραγί. Ομοιος ομοίω αεί... βελάζει!   












efsyn.gr

0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *