«Η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια
να συντηρεί πολλά ανοιχτά μέτωπα στα σύνορά της», καθώς «ο πραγματικός κίνδυνος
βρίσκεται εξ Ανατολών της χώρας», υπογραμμίζει στην «Εφ.Συν.» αναφερόμενος στο
ονοματολογικό της ΠΓΔΜ ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Ν.Δ. Ν. Δένδιας, ενώ
ζητά την «πλήρη πολιτική απομόνωση» της Χρυσής Αυγής «χωρίς αστερίσκους και
υποσημειώσεις».
Για την παραίτηση του Αδ.
Γεωργιάδη λόγω της φερόμενης εμπλοκής του στην υπόθεση Novartis, σημειώνει ότι
«ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας είναι απολύτως αρμόδιος να κρίνει ο ίδιος αν
θα κάνει αποδεκτή μια παραίτηση κομματικού αξιωματούχου».
Τέλος, διατυπώνει την εκτίμηση
ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης «σύντομα θα είναι ένας φιλελεύθερος πρωθυπουργός».
• Η Χρυσή Αυγή πυκνώνει τις
προκλήσεις της μέσα στο Κοινοβούλιο -μάλιστα έχετε και προσωπικά δεχτεί τη βία
της οργάνωσης- και παράλληλα επιχειρεί να επανεμφανίσει τα τάγματα εφόδου,
πραγματοποιώντας αιματηρές επιθέσεις, με θύματα μεταξύ άλλων και δύο γυναίκες
δικηγόρους της πολιτικής αγωγής στη δίκη. Πώς πρέπει, λοιπόν, να αντιμετωπίσουν
οι πολιτικές δυνάμεις τη Χρυσή Αυγή και τη δράση της;
Προφανώς δεν είναι τυχαία η
αναζωπύρωση της δράσης αυτού του είδους από την πλευρά της Χρυσής Αυγής, αλλά
αποκαλύπτει μια συγκεκριμένη στρατηγική της, η οποία θα πρέπει να μας
προβληματίσει.
Κατ’ αρχάς, οφείλουν όλα τα
υπόλοιπα κόμματα να συμφωνήσουν στην αυστηρή και απαρέγκλιτη εφαρμογή του
Κανονισμού της Βουλής και στην επιβολή κυρώσεων, όταν και όπου είναι
απαραίτητο, όπως οφείλουν να είναι σε επαγρύπνηση και οι διωκτικές αρχές για τη
δράση των ταγμάτων εφόδου.
Το δεύτερο ζήτημα είναι η ανάγκη
πλήρους πολιτικής απομόνωσης του νεοναζιστικού μορφώματος, χωρίς αστερίσκους
και υποσημειώσεις. Και τρίτο και ίσως κυριότερο, πρέπει επιτέλους να συνεχιστεί
με πολύ ταχύτερους ρυθμούς η δίκη της Χρυσής Αυγής και να υπάρξει το
συντομότερο η ετυμηγορία της Δικαιοσύνης για το αν αποτελεί εγκληματική
οργάνωση.
• Υπόθεση Novartis. Η Ν.Δ. έχει
επιλέξει να υπερασπιστεί τα φερόμενα ως εμπλεκόμενα στελέχη της, μιλώντας για
σκευωρία. Αν τελικά αποδειχτεί ότι έστω και ένα από τα πολιτικά αυτά πρόσωπα
πράγματι έχει σχέση με το σκάνδαλο, τι περιθώρια αντίδρασης θα έχει τότε η
Ν.Δ.; Και μήπως τελικά θα έπρεπε ο Κυρ. Μητσοτάκης να αποδεχτεί την παραίτηση
του Αδ. Γεωργιάδη από τη θέση του αντιπροέδρου;
Μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν
αδιάσειστα στοιχεία, πλην των καταγγελιών των προστατευόμενων μαρτύρων, με τις
οποίες και μόνο δεν μπορεί να στηριχθεί δικονομικά η κατηγορία.
Αυτό που υπάρχει είναι μια
προσπάθεια «διαφυγής» της κυβέρνησης, όπως αποδείχθηκε με τη στάση της στην
προανακριτική επιτροπή και μια προσπάθεια να τεθούν σε ομηρία συγκεκριμένοι
πολιτικοί χώροι για ικανό χρονικό διάστημα.
Αν όντως η κυβέρνηση ήθελε να μην
υπάρχουν έστω και υποψίες, θα είχε συναινέσει στη διερεύνηση της εμπλοκής και
συγκεκριμένων υπουργών της, με την ίδια λογική που ζήτησε τη σύσταση
προανακριτικής επιτροπής για δέκα άλλα πρώην ή νυν πολιτικά πρόσωπα.
Οσον αφορά το ζήτημα της
παραίτησης του κ. Γεωργιάδη, είναι προφανές ότι ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας
είναι απολύτως αρμόδιος να κρίνει ο ίδιος αν θα κάνει αποδεκτή μια παραίτηση
κομματικού αξιωματούχου.
Η κατηγορία πάντως εις βάρος του
κ. Γεωργιάδη, όταν δεν προκύπτει η βασιμότητά της, δεν συνιστά αυτοδικαίως λόγο
αντικατάστασής του.
• Πώς ερμηνεύετε τη στάση της
Τουρκίας και ποια πρέπει να είναι η στρατηγική της ελληνικής πλευράς μετά και
τη σύνοδο στη Βάρνα;
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η στάση
του προέδρου Ερντογάν είναι παντελώς απαράδεκτη, βάσει των αρχών καλής
γειτονίας αλλά και του Διεθνούς Δικαίου.
Η Ελλάδα πρέπει να προετοιμαστεί
εγκαίρως για τις συνέπειες που μπορεί να έχει η στρατηγική της Τουρκίας στην
ευρύτερη περιοχή και για το ενδεχόμενο κλιμάκωσης εκ μέρους της.
Οφείλουμε όμως να παραμείνουμε
ψύχραιμοι και χωρίς την επίδειξη άσκοπων λεονταρισμών, οι οποίοι στην πράξη
εξυπηρετούν τη στρατηγική της Αγκυρας.
Χρειάζεται σοβαρότητα και
στοιχειώδης εθνική ενότητα, αλλά λυπούμαι να πω ότι σε αυτή τη συγκυρία η
κυβέρνηση, η οποία έχει και την κύρια ευθύνη για τη διαμόρφωση ενός τέτοιου
κλίματος, πράττει ό,τι μπορεί για το αντίθετο, υποκύπτοντας στον πειρασμό της
σκανδαλολογίας.
• Τελικά πρέπει η Ελλάδα να
επιδιώξει μια λύση στο Μακεδονικό, με βάση τη θέση της κυβέρνησης Καραμανλή του
2008 για σύνθετη ονομασία, ή είναι καλύτερα να παραπεμφθεί το θέμα στις
ελληνικές καλένδες;
Η γνώμη μου είναι ότι η Ελλάδα
πρέπει να αξιοποιήσει το κεκτημένο της κυβέρνησης Καραμανλή από το Βουκουρέστι,
αλλά δεν έχει την πολυτέλεια να συντηρεί πολλά ανοιχτά μέτωπα στα σύνορά της.
Ο πραγματικός κίνδυνος βρίσκεται
εξ Ανατολών της χώρας. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι πρέπει να επιτευχθεί με
οποιουσδήποτε όρους. Δυστυχώς έγιναν λάθη τακτικής στη διαπραγμάτευση, τα οποία
εύχομαι να μην κοστίσουν.
• Ρατσιστικές απόψεις όπως
εκείνες που εκφράστηκαν σε βάρος των Ρομά από τον κ. Δαβάκη χωρούν στη Ν.Δ.;
Σαφώς και δεν χωρούν προσβλητικές
εκφράσεις εναντίον οποιασδήποτε ομάδας πολιτών. Στη συγκεκριμένη περίπτωση
πάντως ο κ. Δαβάκης είχε το θάρρος να αναγνωρίσει το λάθος του και να ζητήσει
συγγνώμη, εντός ολίγων ωρών μάλιστα από τότε που έγινε γνωστό το συγκεκριμένο
περιστατικό.
• Τι απαντάτε στην κριτική που
διατυπώνεται ότι ο Κυρ. Μητσοτάκης είναι δέσμιος της σκληρής δεξιάς πτέρυγας
που εκφράζεται στο εσωτερικό της Ν.Δ. από τον Αντ. Σαμαρά;
Η Νέα Δημοκρατία εκτείνεται από
τη Δεξιά μέχρι τη μη κομμουνιστική Αριστερά, σύμφωνα με την ιδρυτική της
διακήρυξη, και ο πρόεδρός της εκφράζει το «όλον».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν είναι
δέσμιος κανενός μας. Είναι γνωστό πως έχει φιλελεύθερες απόψεις ο ίδιος και
σύντομα θα είναι και ένας φιλελεύθερος πρωθυπουργός, έχοντας βάλει ήδη τη
σφραγίδα του στην ιδεολογική ταυτότητα του κόμματος.
• Πρόσφατα η Φώφη Γεννηματά και
το Κίνημα Αλλαγής έστειλαν στα κόμματα και στη Ν.Δ. τις προτάσεις τους για τη
συνταγματική αναθεώρηση. Πώς αξιολογείτε πολιτικά αυτή την πρωτοβουλία και
πιστεύετε ότι η Ν.Δ. θα έπρεπε να ανταποκριθεί θετικά στην παρούσα πολιτική
συγκυρία;
Εκ πεποιθήσεως είμαι φειδωλός σε
κάθε συζήτηση περί συνταγματικής αναθεώρησης, χωρίς να παραγνωρίζω βεβαίως ότι
υπάρχουν όντως ζητήματα προσαρμογής του Συντάγματος σε νέα δεδομένα και
επίλυσης υπαρκτών προβλημάτων.
Η αναθεώρηση όμως δεν πρέπει να
αντιμετωπίζεται με βάση την τρέχουσα συγκυρία, ούτε πρέπει να γίνει
«πυροτέχνημα» της κυβερνητικής πλειοψηφίας.
Οσον αφορά τη συγκεκριμένη
πρόταση άλλωστε, ένας επιπλέον λόγος προβληματισμού είναι οι αντιρρήσεις που
ήδη έχουν διατυπωθεί στο εσωτερικό της Δημοκρατικής Συμπαράταξης για το
περιεχόμενό της.
Γενικά μιλώντας, με βάση νομικές
απόψεις που έχουν διατυπωθεί, σε ορισμένα ζητήματα στα οποία είναι επιτακτική η
ανάγκη αλλαγών (π.χ. η δυνατότητα ίδρυσης μη κρατικών πανεπιστημίων),
ενδεχομένως να μπορεί να αναζητηθεί η δυνατότητα εφαρμογής τους και χωρίς τη
μακρόχρονη διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης.
Γιάννης Μπασκάκης
efsyn.gr