γράφει ο Γιάννης Παντελάκης
ΕΝΑ ΑΝΟΙΞΙΑΤΙΚΟ ΜΕΣΗΜΕΡΙ Σαββάτου
στην τοποθεσία «Μικρό Στάλινγκραντ», όπως θα έγραφε το κινητό αν υπήρχαν
διαδίκτυο και εφαρμογές τα χρόνια που το ονόμασαν έτσι. Στον δήμο όπου ο ΣΥΡΙΖΑ
στις τελευταίες εκλογές, παρότι ηττημένος στο σύνολο της χώρας, διατήρησε ηχηρή
πρωτιά. Καισαριανή, μερικές εβδομάδες πριν από τις εκλογές.
Οι φίλες και οι φίλοι γύρω μου,
πέντε στον αριθμό, δεν έχουν εκλογικά διλήμματα, δεν ταλαντεύονται, δεν κάνουν
δεύτερες σκέψεις για την 21η Μαΐου. Έχουν μόνο απόλυτες βεβαιότητες. Όλοι θα
ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ και από τις κουβέντες καταλαβαίνω εύκολα ότι δεν υπάρχει η
ελάχιστη πιθανότητα να αλλάξουν πολιτική συμπεριφορά.
Στη διάρκεια αυτής της συνύπαρξης
που βοήθησαν η φιλία και η ρακή ώστε να έχει διάρκεια, προσπαθώ να καταλάβω
γιατί άνθρωποι χωρίς καμία απολύτως ιδιοτέλεια ή σκοπιμότητα, ούτε και όφελος
στην περίπτωση που το κόμμα τους κερδίσει την εξουσία, είναι τόσο σίγουροι για
την επιλογή τους. Μόνο εγώ είμαι συνεχώς μετέωρος πολιτικά; Έτσι φαίνεται, αλλά
αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Σημασία έχει πως οι πέντε δεν
είναι φανατικοί, δεν είναι οπαδοί, έχουν κριτική σκέψη, δεν ακολουθούν μια
κομματική επιλογή χωρίς όρους, δεν είναι κάποιοι/-ες που συμπεριφέρονται ως
μέλη αγέλης.
Από τις πολλές κουβέντες οι
περισσότερες, αν όχι όλες, απαντούσαν στο «γιατί θα καταψηφίσουν τον
Μητσοτάκη», με την έννοια ότι το γεγονός ότι θα επιλέξουν τον ΣΥΡΙΖΑ δεν
συνδέεται με αυτό που ονομάζεται «θετική ψήφος».
Συχνά όσοι δημοσιολογούν και
προσπαθούν να μεταφέρουν αυτό που η κοινότοπη έκφραση αναφέρει ως «παλμό της
κοινωνίας» αναγκάζονται να χρησιμοποιήσουν δεκάδες ή εκατοντάδες λέξεις για να
τον περιγράψουν, αλλά ακόμα κι έτσι δεν είναι σίγουρο ότι θα συμβεί αυτό που
επιδιώκουν.
Στην περίπτωση της παρέας στο
«Μικρό Στάλινγκραντ» δεν χρειάζεται παρά μεταφορά σκέψεων και λέξεων από μια
συζήτηση που δεν γνώριζαν καν ότι θα μεταφερόταν, έστω και ανώνυμα, στους
αναγνώστες μιας εφημερίδας. Το μόνο που χρειάστηκε από την πλευρά μου για να
αντληθούν αυτά που ήθελα να ακούσω ήταν να γίνω ένας καλός ακροατής και ενδεχομένως
ένας μικρός προβοκάτορας που, δήθεν αφελώς, ρωτάει με παιδική περιέργεια γιατί
θα ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ.
«Γιατί η σημερινή κυβέρνηση είναι
η χειρότερη που πέρασε από τη χώρα», λέει ο Α. με μια βεβαιότητα που μάλλον τη
ζηλεύω, γιατί δεν έχω πολλές βεβαιότητες. Οι υπόλοιποι/-ες κουνάνε το κεφάλι
επιδοκιμαστικά. «Ξεπέρασε και τον πατέρα του ο Μητσοτάκης», λέει η Μ., η οποία,
λόγω ηλικίας, αμφιβάλλω αν θυμόταν τη διακυβέρνηση του πατέρα Μητσοτάκη «Ήμουν
μαθήτρια, συμμετείχα στις καταλήψεις τότε και θυμάμαι πολύ καλά».
Ο Α. προφανώς σκέφτεται πως ο
ισχυρισμός περί «χειρότερης κυβέρνησης» θέλει επιχειρήματα και επανέρχεται:
«Σκάνδαλα, υποκλοπές, φτώχεια, ακρίβεια, το τρένο στα Τέμπη. Θα ξεχάσουμε τα
παιδιά στο τρένο στα Τέμπη; Και μόνο αυτό να ήταν, θέλει μαύρισμα». Ο
προβοκάτορας πρέπει να τσιγκλήσει. «Δεν υιοθετώ τη χυδαιότητα της συλλογιστικής
των συμψηφισμών, αλλά δεν θα μπορούσε το ίδιο δυστύχημα να συμβεί όταν στη
βάρδια ήταν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ;». Η συζήτηση ανάβει.
«Το έργο της τηλεδιοίκησης
σταμάτησε επί της σημερινής κυβέρνησης, το γνωρίζουμε καλά αυτό», λέει η Μ.2
(δεύτερη με όνομα που αρχίζει από Μ). Η Δ. έχει πολλά να πει για την τραγωδία:
«Εμένα περισσότερο με πείραξε η προσπάθεια να αποδώσουν το δυστύχημα σε
ανθρώπινο λάθος και μόνο, η προσχηματική παραίτηση του υπουργού Καραμανλή και η
επιμονή να είναι πάλι υποψήφιος, ότι προσπαθούν να μετατοπίσουν ευθύνες, οι
μικροκομματικοί χειρισμοί τους, η διαστρέβλωση που γίνεται από τα περισσότερα
μέσα ενημέρωσης που ελέγχουν».
Η Φ., η μεγαλύτερη και
αναμφισβήτητα πιο συμπαθής της παρέας, δεν μιλάει, απλώς συμφωνεί, κουνώντας
επιδοκιμαστικά το κεφάλι. «Εγώ, έτσι κι αλλιώς, πάντα αριστερά ψήφιζα», λέει.
Ήθελα να ρωτήσω αν η αριστερά που ψήφιζε παλιά έχει μεγάλη σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ,
αλλά δεν το έκανα.
Η Μ. επανέρχεται με άλλο θέμα:
«Στις 15 του μήνα έχει τελειώσει ο μισθός, η ακρίβεια είναι μεγάλη και
συνεχής», λέει οργισμένη. «Και με τα pass του Άδωνη δεν καλύπτεται ούτε ένα
μικρό ποσοστό», λέει η Μ2. «Άλλωστε, η φτώχεια δεν αντιμετωπίζεται με
επιδόματα, θέλει συνολικές, σε βάθος πολιτικές», παρεμβαίνει ο Α.
Εκείνο το μεσημέρι ειπώθηκαν
πολλά ακόμα, για τον Τσίπρα, τον Πολάκη, τα προσωπικά παιχνίδια στελεχών του
ΣΥΡΙΖΑ που οι συνδαιτυμόνες γνώριζαν καλά. Αυτό που συγκράτησα όμως είναι πως
από τις πολλές κουβέντες οι περισσότερες, αν όχι όλες, απαντούσαν στο «γιατί θα
καταψηφίσουν τον Μητσοτάκη», με την έννοια ότι το ότι θα επιλέξουν τον ΣΥΡΙΖΑ
δεν συνδέεται με αυτό που ονομάζεται «θετική ψήφος». Μπορεί να κατάλαβα και
λάθος, ωστόσο δεν τους το είπα. Σκέφτηκα ότι οι περισσότερες κυβερνήσεις
καταψηφίζονται για όσα έχουν κάνει. Όχι επειδή το αντίπαλο δέος έχει μια
θεαματικά πιο ελκυστική πρόταση εξουσίας.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου