Η πρόταση του ΠΑΣΟΚ για τη
φορολογία των μερισμάτων είναι δίκαιη και ταυτόχρονα έχει αναπτυξιακό χαρακτήρα
για δύο λόγους: οι εισπραττόμενοι φόροι μπορούν να συμβάλουν στην αναπτυξιακή
προσπάθεια, εφ’ όσον χρησιμοποιηθούν κατάλληλα, και να αυξήσουν την ρευστότητα
των επιχειρήσεων αντί της ρευστότητας των μερισματούχων
γράφει ο Θεόδωρος Π. Λιανός
Πολύς ο θόρυβος για τη φορολογική πολιτική του ΠΑΣΟΚ και συγκεκριμένα για τη φορολόγηση των μερισμάτων και των γονικών παροχών, αλλά πρόχειρη και αντιεπιστημονική η κριτική της Νέας Δημοκρατίας. Ας δούμε γιατί, αφού προηγουμένως τονίσουμε ότι η ορθότητα ενός φορολογικού μέτρου, κρίνεται, μεταξύ άλλων, από δύο παράγοντες (α) πώς χρησιμοποιείται το ποσό του φόρου που προκύπτει από το μέτρο και (α) πώς το μέτρο επηρεάζει τη συμπεριφορά των ατόμων.
Προτείνει το ΠΑΣΟΚ, με λόγια Ανδρουλάκη: «Θεωρούμε πως ο φόρος στα μερίσματα πρέπει να είναι 5% –όπως είναι σήμερα– έως τις πρώτες 50.000 ευρώ. Από τις 50.000 έως τις 100.000, το υπερβάλλον ποσό με 10%. Και πάνω από τις 100.000 με 15%». Σύμφωνα με τα ποσοστά αυτά, όποιος εισπράξει 150.000 ευρώ θα πληρώσει φόρο 15.000 ευρώ, δηλαδή 10%. Τώρα, για να εισπράξει κάποιος 150.000 ευρώ από μερίσματα πρέπει να έχει μια πολύ μεγάλη περιουσία σε μετοχές. Ερωτάται η ΝΔ: είναι μεγάλο ποσό ο φόρος των 15.000 για ένα πολύ πλούσιο άτομο, όταν η χώρα έχει τεράστιες ανάγκες σε υπηρεσίας Υγείας, Παιδείας και άμυνας;
Ο κ. Σκέρτσος της ΝΔ επέκρινε το μέτρο λέγοντας: «Αν αυξήσετε τον συντελεστή, υπονομεύετε την ανάπτυξη». Τρεις λόγοι για τους οποίους ο κ. Σκέρτσος κάνει λάθος: Πρώτον, ο φόρος επί των μερισμάτων δεν είναι φόρος επί των κερδών. Δεύτερον, άλλες χώρες έχουν μεγαλύτερους φόρους επί των μερισμάτων χωρίς να θίγεται ο ρυθμός ανάπτυξης. Π.χ. στις ΗΠΑ ο φόρος επί των μερισμάτων είναι 10%-37%, στην Ιρλανδία 20%-40%, στη Βρετανία 9%-39%. Τρίτον, οι μερισματούχοι των 150.000 ευρώ θα πληρώσουν 5.000 περισσότερα και είναι βέβαιο ότι δεν θα αισθανθούν τη διαφορά σε σύγκριση με τον πλούτο και τα εισοδήματα που έχουν.
Κατά την περίπτωση που θα αντιληφθούν τη διαφορά, η αντίδρασή τους θα είναι μάλλον να μειώσουν το μέρισμα ώστε μεγαλύτερα ποσά να μείνουν στην επιχείρηση και να επενδυθούν παρά να καταναλωθούν. Με απλά λόγια, η πρόταση του ΠΑΣΟΚ για τη φορολογία των μερισμάτων είναι δίκαιη και ταυτόχρονα έχει αναπτυξιακό χαρακτήρα για δύο λόγους: οι εισπραττόμενοι φόροι μπορούν να συμβάλλουν στην αναπτυξιακή προσπάθεια, εφ’ όσον χρησιμοποιηθούν κατάλληλα, και να αυξήσουν τη ρευστότητα των επιχειρήσεων αντί της ρευστότητας των μερισματούχων.
Σχετικά με τη φορολογία γονικών παροχών και δωρεών, το ΠΑΣΟΚ προτείνει το όριο αφορολόγητου ποσού να είναι 400.000 ευρώ αντί των 800.000 που έχει νομοθετήσει η ΝΔ με νόμο του 2021, και με ποσοστό το ισχύον 10%. Εστω τώρα ότι ένα άτομο δέχεται γονική παροχή 500.000 ευρώ. Σύμφωνα με τον ισχύοντα νόμο της ΝΔ, ο φόρος που θα πληρώσει θα είναι μηδέν. Σύμφωνα με την πρόταση του ΠΑΣΟΚ, θα πληρώσει 10% επί του ποσού που υπερβαίνει τις 400.000, δηλαδή 10.000. Αυτό το δεκαχίλιαρο είναι μόνο 2% του ποσού της παροχής. Αν η γονική παροχή είναι 800.000, το ποσοστό με τον νόμο της ΝΔ είναι πάλι μηδέν, ενώ με την πρόταση του ΠΑΣΟΚ είναι 8%…
Συγκρίνετε τώρα το 8% με τους συντελεστές φορολογίας των ενοικίων που είναι από 15% έως 46% από το πρώτο ευρώ. Ακόμη, συγκρίνετε το 8% με τους φορολογικούς συντελεστές εισοδήματος που είναι 22%, 32% και 42%. Νομίζω πως είναι φανερό ότι η μείωση του αφορολογήτου ποσού σύμφωνα με την πρόταση του ΠΑΣΟΚ είναι σύμφωνη με το αίσθημα του δικαίου του απλού πολίτη.
Με απλά λόγια, οι προτάσεις του ΠΑΣΟΚ είναι στοιχεία ενός καλού φορολογικού συστήματος, και η κριτική της ΝΔ είναι πρόχειρη και αντιεπιστημονική.
Οι της ΝΔ καθώς και όλοι οι ακραιφνείς νεοφιλελεύθεροι πρέπει να καταλάβουν ότι το αόρατο χέρι της αγοράς, που τα κάνει όλα τέλεια, δεν υπάρχει. Στην πραγματική οικονομία η αγορά χρειάζεται το «βαρύ χέρι του κράτους». Επίσης, ότι στην πραγματική οικονομία δεν υπάρχουν μόνο οι βιομήχανοι, οι μεγαλέμποροι, οι τραπεζίτες, οι μεγαλοεργολάβοι, αλλά και οι εργάτες, οι αγρότες, οι μικροεπιχειρηματίες, οι άνεργοι, οι άτυχοι και γενικά άνθρωποι που χρειάζονται τη βοήθεια του κοινωνικού κράτους περισσότερο από ό,τι οι ευνοημένοι του συστήματος. Για τον ρόλο αυτό το κράτος χρειάζεται έσοδα από τη φορολογία.
Ο Θεόδωρος Π. Λιανός
είναι ομότιμος καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας του Οικονομικού Πανεπιστημίου
Αθηνών
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου