Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2014

Μεταρρυθμίσεις για ανασυγκρότηση και κοινωνική δικαιοσύνη

Του Γιάννη Δραγασάκη*

Στόχος του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι απλώς η κατάργηση των Μνημονίων, αλλά και η αντικατάστασή τους με ένα ολοκληρωμένο σχέδιο ανόρθωσης της κοινωνίας, αναγέννησης της δημοκρατίας, μετασχηματισμού του κράτους και της οικονομίας, στην κατεύθυνση ενός κοινωνικά δίκαιου και οικολογικά βιώσιμου υποδείγματος.
Η επιστροφή στην πριν την κρίση κατάσταση δεν είναι ούτε επιθυμητή σε εμάς ούτε και εφικτή άλλωστε. Ο ΣΥΡΙΖΑ μιλούσε για τις παθογένειες του συστήματος πολύ πριν ξεσπάσει η κρίση και εφαρμοστούν τα Μνημόνια. Πράγματι, η κρίση που ζούμε έχει βαθιές ρίζες και αιτίες εσωτερικές και εξωτερικές. Τα Μνημόνια όμως μετέτρεψαν την κρίση σε καταστροφή. Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι απλώς αντιμνημονιακό και στον αντίποδα των πολιτικών λιτότητας. Είναι ένα πρόγραμμα που «πάει πιο πέρα», «πολύ πιο μακριά». Αποσκοπεί στη διαμόρφωση ενός νέου τρόπου ανάπτυξης και ενός νέου παραγωγικού υποδείγματος για τη χώρα. Διότι η κρίση που ζούμε είναι κρίση όχι μόνο διαχείρισης, αλλά του ίδιου του κυρίαρχου υποδείγματος.
Έρχομαι τώρα στο θέμα των λεγόμενων μεταρρυθμίσεων.

Ποιες μεταρρυθμίσεις και για ποιο σκοπό;

Διαβάζουμε στον ελληνικό και τον ευρωπαϊκό Τύπο δηλώσεις διάφορων παραγόντων που είτε δίνουν συμβουλές στον ελληνικό λαό να κάνει υπομονή μερικά χρόνια ακόμη είτε κάνουν υποδείξεις, που μερικές φορές απευθύνονται και στον ΣΥΡΙΖΑ, να «συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις».
Αλλά ποιες «μεταρρυθμίσεις»; Ποια ήταν τα αποτελέσματα όσων έγιναν ώς τώρα; Ποια είναι η κατάσταση στη λεγόμενη αγορά εργασίας, που στην ουσία έχει διαλυθεί; Ποια η κατάσταση στο κράτος και στο φορολογικό σύστημα; Ποιο ήταν το αποτέλεσμα των Μνημονίων στο πεδίο της κοινωνικής δικαιοσύνης και των ανισοτήτων;
Κατά τη γνώμη μου, η συζήτηση πρέπει να ξανανοίξει από την αρχή: Τι εννοούμε με τη λέξη «μεταρρυθμίσεις»; Πολιτικές ανασυγκρότησης ή περαιτέρω διάλυσης της κοινωνίας; Πολιτικές καταπολέμησης ή διεύρυνσης των ανισοτήτων; Ποιες μεταρρυθμίσεις πράγματι έχει ανάγκη η ελληνική κοινωνία και πώς θα τις υλοποιήσουμε;

Αιτίες της αποτυχίας

Ο πρώτος λόγος αποτυχίας των ώς τώρα μεταρρυθμίσεων βρίσκεται στη λανθασμένη ανάλυση της κρίσης και των αιτιών της, δηλαδή στο ίδιο το περιεχόμενό τους. Ας πάρω για παράδειγμα το κράτος.
Το κεντρικό πρόβλημα με το ελληνικό κράτος δεν είναι το μέγεθός του, όπως υποστηρίζει η κυρίαρχη «αφήγηση», αλλά η αναξιοπιστία του, η χαμηλή κοινωνική αποτελεσματικότητά του, οι πελατειακές σχέσεις, αλλά όχι μόνον αυτές. Βασικό πρόβλημα είναι η άνιση κατανομή βαρών, η χαμηλή ανταποδοτικότητα των φόρων, η μεροληπτική υπέρ των ημετέρων χρήση των κρατικών πόρων και της κρατικής εξουσίας, η ανοχή και η νομιμοποίηση πρακτικών υφαρπαγής του δημόσιου πλούτου και καταλήστευσης της δημόσιας περιουσίας, η διαφθορά. Είναι επίσης η από τα έξω επίθεση και η από τα μέσα διάβρωση της έννοιας του δημόσιου αγαθού και του δημόσιου συμφέροντος.
Θέτω το ρητορικό ερώτημα: Υπήρξε πράγματι βελτίωση σε όλους αυτούς τους κρίσιμους τομείς; Όχι βέβαια. Στόχος των Μνημονίων ήταν η μείωση των μισθών και των κοινωνικών δαπανών και όχι η αντιμετώπιση των παθογενειών ή η βελτίωση του κράτους από τη σκοπιά των πολιτών. Το κράτος έγινε πιο αναποτελεσματικό, πιο μεροληπτικό, πιο ταξικό, πιο διάτρητο και ανοχύρωτο σε ιδιοτελή συμφέροντα, πιο χαοτικό και ανορθολογικό με βάση τις ανάγκες της κοινωνίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο όχι μόνο οικονομικής αλλά και θεσμικής ανασυγκρότησης της κοινωνίας, με ριζικές μεταρρυθμίσεις αλλά και με τη δημιουργία νέων θεσμών που καλύπτουν το κράτος, το πολιτικό σύστημα, όλη την κοινωνία. Η λέξη «μεταρρύθμιση» βεβαίως έχει φθαρεί από τη νεοφιλελεύθερη και μνημονιακή στρεβλή χρήση της. Έχει γίνει συνώνυμη της απορρύθμισης, της διάλυσης, της διεύρυνσης των ανισοτήτων. Γι' αυτό εμείς μιλούμε για πραγματικές μεταρρυθμίσεις. Και εννοούμε ριζοσπαστικές τομές που έχει ανάγκη η κοινωνία. Τέτοιες μεταρρυθμίσεις θα αρχίσουν με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και θα είναι καταιγιστικές. Και θα στοχεύουν στην καταπολέμηση της διαφθοράς και των ανισοτήτων, στον μετασχηματισμό του κράτους, στη φορολογική δικαιοσύνη και στην αντιμετώπιση του προβλήματος της ανεργίας, στη βάση ενός νέου παραγωγικού και κοινωνικού υποδείγματος.
Ένας δεύτερος λόγος αποτυχίας των μεταρρυθμίσεων ήταν η λανθασμένη ιεράρχησή τους καθώς και το γεγονός ότι επιβλήθηκαν από τα έξω και από τα πάνω.
Αυτό πρέπει να γίνει μάθημα για το μέλλον. Ακόμη και μεταρρυθμίσεις με άμεσα φιλολαϊκό περιεχόμενο πρέπει να είναι προϊόν διαλόγου και ευρύτατων συναινέσεων, η δε υλοποίησή τους πρέπει να γίνει με τρόπο που να εμπνέει και να εμπλέκει τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους.
Στη βάση αυτή, είμαστε έτοιμοι να συζητήσουμε και με άλλες πολιτικές δυνάμεις, με κοινωνικούς ή επιστημονικούς φορείς, και να υιοθετήσουμε κάθε πρόταση, κάθε διεθνή εμπειρία ή καλή πρακτική που συμβάλλει στην επίτευξη των αναγκαίων στόχων. Και τα πεδία που αυτό είναι αναγκαίο αλλά και δυνατό είναι πολλά. Για ορισμένα μάλιστα από αυτά, αν και συζητούνται χρόνια τώρα, δεν λαμβάνονται ουσιαστικά μέτρα.

Πεδία παρέμβασης

* Θεσμική αναδιοργάνωση του κράτους και του πολιτικού συστήματος. Χειραφέτηση του κράτους και του πολιτικού συστήματος από μηχανισμούς συμφερόντων. Τέρμα η ασυλία και η ατιμωρησία ενόχων, όσο ψηλά και αν βρίσκονται, όσο ισχυροί και αν είναι.
* Καταπολέμηση της διαφθοράς και της διαπλοκής. Διαμόρφωση νέων σχέσεων πολιτικής και οικονομίας. Τέρμα στα προνόμια και τις σκοτεινές διαδρομές του χρήματος. Νέο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο.
* Αναδιοργάνωση και αναβάθμιση της δημόσιας διοίκησης. Υιοθέτηση μεθόδων προγραμματισμού, αξιολόγησης και ελέγχου, με στόχο τη βελτίωση της κοινωνικής αποτελεσματικότητας των δημόσιων πόρων. Τέρμα οι πελατειακές σχέσεις και η «παραδιοίκηση». Διαφάνεια, αξιοκρατία, δημόσια λογοδοσία παντού.
* Δημιουργία ενός νέου φορολογικού συστήματος, απλού, δίκαιου, στη βάση ενός καθολικού περιουσιολόγιου χωρίς εξαιρέσεις.

Τράπεζες - ιδιοκτησία - κοινωνικός έλεγχος:

* Άσκηση προς όφελος της κοινωνίας των δικαιωμάτων του κράτους με βάση τη μετοχική του συμμετοχή στις υφιστάμενες τράπεζες.
* Καθιέρωση συστήματος δημόσιου κοινωνικού ελέγχου σε όλες τις τράπεζες, ανεξάρτητα από το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς.
* Δημόσια Αναπτυξιακή Τράπεζα και δίκτυο τραπεζών ειδικού σκοπού.
* Δημιουργία και ενθάρρυνση εναλλακτικών χρηματοδοτικών εργαλείων και θεσμών εκτός του τραπεζικού συστήματος.
* Ανασυγκρότηση του κοινωνικού κράτους, της δημόσιας εκπαίδευσης και της κοινωνικής ασφάλισης σε νέες βάσεις.
* Αποκατάσταση εργασιακών δικαιωμάτων και κοινωνικά αποτελεσματικών πολιτικών απασχόλησης.
* Ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις και δημόσιες πολιτικές που αναβαθμίζουν την παραγωγική βάση, ενισχύουν την οικονομική καινοτομία, προωθούν τον χωρικό σχεδιασμό και την κοινωνική και περιφερειακή συνοχή της ανάπτυξης.
* Αλλαγές που προωθούν τον οικολογικό μετασχηματισμό και την εδραίωση νέων, βιώσιμων καταναλωτικών προτύπων και συμπεριφορών. Θεσμοί κοινωνικού διαλόγου και λαϊκής συμμετοχής σε θέματα τοπικής και περιφερειακής ανάπτυξης.
* Θεσμικό πλαίσιο για την ανάπτυξη της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας, για την ατομική και συλλογική αυτενέργεια, την αυτοδιαχείριση και τον κοινωνικό πειραματισμό, για την ανάπτυξη των κοινών και δημόσιων αγαθών, για την ελεύθερη πρόσβαση στη συλλογική κοινωνική γνώση.
Εννοείται πως στο καθένα από τα πεδία αυτά απαιτούνται: εμβάθυνση των επεξεργασιών, ανταλλαγή διεθνών εμπειριών, συγκεκριμένα σχέδια υλοποίησης, οργανωμένος διάλογος, συντονισμένη λαϊκή κινητοποίηση για να καμφθούν οι αντιστάσεις.

Οι εσωτερικές αλλαγές και οι εθνικές προσπάθειες δεν αρκούν

Θα ολοκληρώσω με το υπό συζήτηση ζήτημα της διαπραγμάτευσης. Δεν αφορά μόνο στο χρέος. Υπάρχει ένα γενικότερο ζήτημα που προκύπτει από τη συμμετοχή μας στην Ε.Ε. και τηνΕυρωζώνη. Καμία χώρα - μέλος της Ευρωζώνης δεν μπορεί αποκλειστικά με εσωτερικές αλλαγές και εθνικές προσπάθειες να αντιμετωπίσει την κρίση. Για τον πολύ απλό λόγο ότι κρίσιμα εργαλεία πολιτικής βρίσκονται υπό τον έλεγχο ευρωπαϊκών θεσμών. Έτσι, πολλά από τα εσωτερικά προβλήματα είναι αυτόματα και ευρωπαϊκά, απαιτούν ευρωπαϊκές απαντήσεις. Αυτό ισχύει για όλες τις χώρες, ακόμη και τις πιο ισχυρές, αλλά πρωτίστως ισχύει για χώρες σε κρίση, όπως η Ελλάδα. Αν π.χ. στην Ε.Ε. αντί της φορολογικής συνεργασίας κυριαρχεί ο φορολογικός ανταγωνισμός, αν στην «καρδιά» της Ευρώπης γίνονται ανεκτοί φορολογικοί παράδεισοι, αν άλλες ευρωπαϊκές χώρες προσφέρουν κίνητρα και προστασία στους μεγάλους φοροφυγάδες των άλλων χωρών, αυτό θέτει ένα εξωτερικό όριο στις προσπάθειες μιας χώρας να αντιμετωπίσει τη φοροδιαφυγή, ειδικά των πλουσίων.
Το ίδιο ισχύει και για τη γενικότερη πολιτική. Αν δεν αντιμετωπιστεί η θεμελιώδης οικονομική ασυμμετρία στο εσωτερικό της Ε.Ε. μεταξύ των πλεονασματικών και ελλειμματικών χωρών, αν δεν υπάρξει μια ευρωπαϊκή πολιτική αμοιβαιοποίησης του χρέους με βασικό μοχλό την ΕΚΤ, αν η αντιμετώπιση της ανεργίας και της φτώχειας δεν καταστούν ρητοί στόχοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του δημοσιονομικού συμφώνου, τουλάχιστον ισοδύναμης ισχύος με τον στόχο για τον πληθωρισμό και το έλλειμμα, αν η λιτότητα δεν εγκαταλειφθεί ως κυρίαρχη επιλογή, χωρίς τέτοιες αλλαγές σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η αντιμετώπιση του κοινωνικού και του οικονομικού προβλήματος στην κάθε χώρα ξεχωριστά θα προσκρούει σε ανυπέρβλητα εξωτερικά όρια.
Γι' αυτό ο διπλός στόχος του ΣΥΡΙΖΑ: πολιτική ανατροπή στην Ελλάδα - αλλαγή στην Ευρώπη, δεν είναι μόνο ένα σύνθημα αλλά μια μακράς πνοής στρατηγική. Δεν υπεισέρχομαι στα ειδικότερα μέτρα. Εκείνο το οποίο θα ήθελα να τονίσω είναι ότι βάση της διαπραγμάτευσης δεν μπορεί να είναι άλλη από το αμοιβαίο όφελος. Όπως ανέφερε το εκλογικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Ιουνίου του 2012: «στόχος του ΣΥΡΙΖΑ είναι μια νέα, έντιμη και δεσμευτική συμφωνία με τους θεσμούς και τους λαούς της Ε.Ε., η οποία θα επιτρέψει στην Ελλάδα να εφαρμόσει ένα σχέδιο ριζικών μετασχηματισμών και μεταρρυθμίσεων», σε κατευθύνσεις που ανέφερα ήδη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει σταθερός σ' αυτόν τον στόχο.
Για να υπάρξει όμως μια τέτοια νέα βιώσιμη σχέση πρέπει η διαπραγμάτευση να καλύπτει όχι μόνο το συσσωρευμένο χρέος, αλλά και τους όρους εξυπηρέτησής του, τους δημοσιονομικούς στόχους, τη δυνατότητα δημιουργίας πρωτογενούς πλεονάσματος και τη χρήση του, το επίπεδο στο οποίο μπορεί να εξασφαλισθεί δημοσιονομική σταθερότητα που να μην πνίγει την ανάπτυξη και να μην συνθλίβει την κοινωνία.
Η διαπραγμάτευση, τέλος, πρέπει να αφορά και στους όρους χρηματοδότησης της ανάπτυξης μετά τα βαριά πλήγματα που έχει δεχθεί ο παραγωγικός ιστός από τη ύφεση, την υποχρηματοδότηση και από τη φυγή κεφαλαίων και αποταμίευσης από τη χώρα.
Οι στόχοι αυτοί δεν αφορούν μόνο μια χώρα ούτε είναι απόρροια κάποιων εθνικών ιδιαιτεροτήτων ή ιδιομορφιών της ελληνικής περίπτωσης. Είναι προϋπόθεση συνοχής και όρος ύπαρξης της ίδιας της Ε.Ε. Είναι ανάγκες πολλών χωρών και της Ευρώπης συνολικά. Όσο αυτό δεν συνειδητοποιείται, τόσο οι κίνδυνοι γίνονται μεγαλύτεροι και για την Ελλάδα και για την Ευρώπη.

Το άρθρο βασίζεται σε αποσπάσματα από την ομιλία στο Συνέδριο του Levy Institute με τίτλο: «Η Ευρώπη σε σταυροδρόμι - Μια Ένωση λιτότητας ή αναπτυξιακής σύγκλισης;»

από την ΑΥΓΗ

0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *