Δευτέρα 29 Οκτωβρίου 2018

Η παραλία του πάρκου Γεωργιάδη





Τα καλοκαίρια μιας άλλης εποχής μαζευόμασταν σε μια παραλία κάμποσοι νοματαίοι. Καλόβολη και εύκολα προσβάσιμη, με τα ψηλά της αρμυρίκια, προσφερόταν για να περνάμε όλη την ημέρα. Με τα όργανα και τα βιβλία μας, με τη διάθεσή μας για συζήτηση και αμπελοφιλοσοφία, ερχόμασταν κοντά ο ένας στον άλλον και ακονίζαμε τη δημιουργικότητά μας. Κάμποσα όμορφα πράματα προκύψανε από αυτή τη συναναστροφή μας.

Κάποτε ήρθε ο δήμος και την υπενοικίασε σε ιδιώτη, να βάλει μερικές ξαπλώστρες σε ένα της κομμάτι. «Η παραλία ανήκει σε όλους, πρέπει να μπορούν να την απολαμβάνουν όλοι» ήταν το επιχείρημα. Κι έτσι ξεκίνησε να έρχεται και άλλος κόσμος, άλλης λογικής και νοοτροπίας.

Την επόμενη χρονιά, μαζί με τις ξαπλώστρες, που ωστόσο είχανε πολλαπλασιαστεί, ξεφύτρωσε και μια καντίνα. Και τη μεθεπόμενη η καντίνα γίνηκε μπιτς μπαρ κανονικό· με τερατώδη ηχεία να ξερνούνε μοντέρνες μουσικές σκεπάζοντας τον παφλασμό των κυμάτων και κάθε άλλον φυσικό ήχο και τους πλαστικούς καφέδες να ρέουν άφθονοι προς τέρψη των θαμώνων, που γεμίζανε με τα φανταχτερά τους αυτοκίνητα τον χώρο κάτω από τ’ αρμυρίκια, ο οποίος εν τω μεταξύ γίνηκε πάρκινγκ σκιερό, στρωμένο με χαλίκι.

Σαν κάποιοι διαμαρτυρηθήκαμε για την ωμή αλλοίωση της φυσιογνωμίας της παραλίας, η απάντηση ήτανε πως το μπιτς μπαρ δεν καταλαμβάνει ολάκερη την έκταση και πως στην άκρη υπάρχει άφθονος ελεύθερος χώρος για μας τους «υπόλοιπους». Κι έτσι, μετά από αυτή την αισθητική αλλαγή, αναγκαστήκαμε σταδιακά να τα μαζέψουμε και να αναζητήσουμε -αυτοεξόριστοι- άλλα μέρη για να τροχίσουμε τη δημιουργικότητα και τη φαντασία μας.

Ναι, η παραλία ανήκε σε όλους, αλλά με την αισθητική παρέμβαση που έλαβε χώρα, έγινε θελκτική σε κάποιους και απωθητική σε κάποιους άλλους. Μάλιστα, αυτοί οι κάποιοι που την κατέκτησαν με την κυρίαρχη κουλτούρα τους, την κουλτούρα του φρέντο, είχαν και άλλες -πάμπολλες- διεξόδους· εμείς ήμασταν που ασφυκτιούσαμε και δεν μπορούσαμε εύκολα να βρούμε χώρους να αναπνεύσουμε και να εκφραστούμε.

Μια παρόμοια ιστορία εξελίσσεται αυτή την εποχή στο πάρκο Γεωργιάδη του Ηρακλείου, όπου ο δήμος επιχειρεί να κάνει μια ανάπλαση κόντρα στην επιθυμία αρκετών ανθρώπων που συγκεντρώνονται στο πάρκο για να εκφραστούν και να δημιουργήσουν. Η σύγκρουση είναι σφοδρή και απασχολεί εδώ και καιρό την τοπική επικαιρότητα. Κάθε στρατόπεδο με τα λάθη του και τα επιχειρήματά του, με τα δίκια του και με τα άδικά του, με τις υπερβολές και με τις αστοχίες του.

Μα το ζητούμενο, εντέλει, εξακολουθεί να είναι το ίδιο· να μπορούν ακόμη κι οι μειονότητες να βρίσκουν στον δημόσιο χώρο δυνατότητα έκφρασης και δημιουργίας και όχι αυτός να αναπτύσσεται μονόχνοτα και μονοδιάστατα, στη λογική της οικονομικής εκμετάλλευσης και στον πολιτισμού του φρέντο, με πρόσχημα ότι έτσι θα μπορούν να τον απολαύσουν «όλοι».



Η Μέρκελ αποχωρεί από την ηγεσία των Χριστιανοδημοκρατών



Σε ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις στην Γερμανία οδήγησε η νέα πανωλεθρία Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών στις τοπικές εκλογές στην Εσση, με την καγκελάριο Μέρκελ να ανακοινώνει, σύμφωνα με διεθνή μέσα, ότι δεν θα είναι υποψήφια τον Δεκέμβριο για την ηγεσία του κόμματός της CDU.

Την πρόθεσή της να μην είναι εκ νέου υποψήφια για την ηγεσία του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU) ανακοίνωσε η Μέρκελ σε κλειστή συνεδρίαση του προεδρείου του κόμματος, σύμφωνα με πληροφορίες γερμανικών ΜΜΕ (Der Spiegel, Focus, DW, Bild κλπ). Η εκλογή προέδρου του CDU ήταν προγραμματισμένη για το τακτικό Συνέδριο του κόμματος, το οποίο θα πραγματοποιηθεί τον Δεκέμβριο.
  

Υπενθυμίζεται ότι η ίδια η κυρία Μέρκελ είχε επανειλημμένα τονίσει ότι η θέση του καγκελάριου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με αυτήν του αρχηγού του κόμματος, γεγονός το οποίο δημιουργεί τώρα ερωτηματικά σχετικά με τις προθέσεις της.

Σύμφωνα πάντως με την Bild, πρόθυμος να θέσει υποψηφιότητα για την προεδρεία του CDU είναι ο πρώην επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας και παλιός εσωκομματικός αντίπαλος της Καγκελαρίου, Φρίντριχ Μερτς.

Η Μέρκελ ηγείται του CDU από το 2000.























tvxs.gr

Το σκληρό πρόσωπο του πρώην δικαστή



Γράφει η Αντα Ψαρρά

Ο πρώην δικαστής, πρώην πρόεδρος της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων και πρώην υπουργός Δικαιοσύνης Χ. Αθανασίου με τη χθεσινή ομιλία του στη Βουλή επιβεβαίωσε για άλλη μία φορά, πρώτον, το πόσο μονομερώς αντιλαμβάνεται τις «παρεμβάσεις» στη Δικαιοσύνη και, δεύτερον, πολύ σημαντικότερο, το πώς αντιλαμβάνεται την επιείκεια απέναντι στους ευάλωτους.

Αφού λοιπόν στην τοποθέτησή του έκρινε ως «εξόφθαλμα αντισυνταγματικό» το κάθε πρόσθετο μέτρο ελέγχου που περιλαμβάνει ο νέος νόμος για το «Πόθεν Εσχες» όλων των υπόχρεων, κατέληξε λέγοντας: «Εγώ, βεβαίως, δεν έχω καμία διάθεση να προκαταλάβω αποφάσεις δικαστηρίων»!

Θα μας επιτρέψει να σχολιάσουμε ότι η δημόσια εκφρασμένη αυτή βεβαιότητά του περί αντισυνταγματικότητας προφανώς και δεν «ξεπλένεται» με την τελευταία αποστροφή του λόγου του. Ειδικά μάλιστα όταν ο ίδιος και το κόμμα του για απλές και μόνο εκτιμήσεις ή κρίσεις άλλων δημόσιων προσώπων σήκωσαν τα αντιπολιτευτικά τους λάβαρα περί παρεμβάσεων στη Δικαιοσύνη.

Ο κ. Αθανασίου, όμως, έδειξε και πάλι το πώς αντιλαμβάνεται την έννοια της επιείκειας και του ανθρωπισμού. Ηταν ο εμπνευστής των φυλακών Γ Τύπου για όσους κρατούμενους έκρινε η κυβέρνηση Σαμαρά ότι έπρεπε να στερούνται βασικά δικαιώματά τους, τιμωρώντας τους με πρόσθετες ποινές εκτός δικαστηρίων.

Ζήτησε να αποσυρθεί η τροπολογία για την αποσυμφόρηση χωρίς καν να καταδεχτεί να δει τα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η ομαλότερη και αξιοπρεπέστερη ζωή των κρατουμένων στις φυλακές μειώνουν δραστικά τις υποτροπές και την εγκληματικότητα.

Αυτό όμως που κυριολεκτικά σόκαρε στη χθεσινή στάση του στη Βουλή ήταν η τοποθέτησή του στην τροπολογία που καταργεί την κατάπτυστη διάταξη περί επαιτείας – η αποποινικοποίηση δηλαδή του αδικήματος της επαιτείας.

Είπε επί λέξει: «Εγώ πιστεύω, κύριε υπουργέ, ότι είναι λάθος. Μην την κάνετε δεκτή. Θα σας πω γιατί. Διότι αυτή η τροπολογία επιτρέπει την εκμετάλλευση της αθωότητας των πολιτών. Και εν πάση περιπτώσει, είναι μια κακή εικόνα για τη χώρα μας [!] Βλέπουμε τώρα τους ζητιάνους που έχουν γεμίσει τη χώρα και έχει γεμίσει πολύ περισσότερο με τους αλλοδαπούς και όλους αυτούς».

Στο σημείο αυτό ο κ. Αθανασίου καταχειροκροτήθηκε από τη Ν.Δ., ενώ φυσικά έσπευσε να συμφωνήσει και η Χρυσή Αυγή.

Οσο για το επόμενο βήμα του κ. Αθανασίου και των ομοϊδεατών του; Μα τι άλλο, από τη διάταξη που ψήφισε ο Ορμπαν: να συλλαμβάνονται οι άστεγοι που κοιμούνται στους δρόμους!     

Η «Μαύρη Τρίτη» του 1929



Τη «Μαύρη Τρίτη» 29 Οκτωβρίου του 1929, η Γουόλ Στριτ κατέρρευσε. Κατά «το μεγάλο κραχ», όπως έμεινε στην ιστορία, εκατομμύρια τίτλοι μετοχών έγιναν απλά χαρτιά, χάνοντας την αξία τους.

Ο Dow Jones έχασε 12% και η αγορά 14 δισ. δολ. με αποτέλεσμα οι απώλειες της εβδομάδας να αγγίξουν τα 30 δισ. δολ, δηλαδή δέκα φορές τον ετήσιο προϋπολογισμό της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Πριν το κραχ, η Αμερική ευημερούσε. Ο κόσμος δανειζόταν από τις τράπεζες για να παίξει στη Wall Street. Από το 1921 μέχρι το 1929, ο δείκτης Dow Jones έφτασε από τις 60 στις σχεδόν 400 μονάδες. Στις 3 Σεπτεμβρίου βρέθηκε στο υψηλότερο σημείο του, στις 381.17 μονάδες.


Μία πρώτη γεύση αυτού που θα ακολουθούσε τη Μαύρη Τρίτη 29 Οκτωβρίου, είχαν πάρει οι Αμερικανοί τη Μαύρη Πέμπτη 24 Οκτωβρίου 1929. Εκείνη την ημέρα, οικονομικοί κύκλοι, φοβούμενοι την κάμψη των τιμών των μετοχών, άρχισαν να τις ρευστοποιούν και συνολικά 13 εκατομμύρια μετοχές άλλαξαν χέρια. Από τότε, ο Dow Jones παραδόθηκε σε μια σταθερή πτωτική πορεία, παρά το γεγονός ότι οι επικεφαλής των Chase National Bank, J.P. Morgan και National City Bank δέσμευσαν 240 εκατ. δολάρια για τη διάσωση των μετοχών από ελεύθερη πτώση. Στις 24 Οκτωβρίου, ο Dow Jones υποχώρησε 9% και την εβδομάδα που ακολούθησε υπολογίζεται ότι χάθηκαν 30 δισ. δολάρια. Πολλοί δεν έχασαν μόνο τις οικονομίες τους, αλλά χρωστούσαν και στους χρηματιστές τους, και κατ’ επέκταση στις τράπεζες.
  

Το 1930, εννέα εκατομμύρια λογαριασμοί αποταμιεύσεων εκμηδενίστηκαν και 85.000 επιχειρήσεις κήρυξαν πτώχευση. Μέχρι το 1932, οι άνεργοι έφθαναν τα 14 εκατομμύρια, ενώ μέσα σε ένα χρόνο σημειώθηκαν 23.000 αυτοκτονίες. Εκτιμάται ότι περίπου 140 δισ. δολ. καταθέσεων εξατμίστηκαν και 10.000 τράπεζες έβαλαν λουκέτο. Το χρηματιστηριακό κραχ συνέβαλε στη Μεγάλη Οικονομική Ύφεση της δεκαετίας του '30, που έπληξε Ευρώπη και Αμερική, με πτωχεύσεις εταιρειών, μαζική ανεργία και μεγάλη κεφαλαιοκρατική συγκέντρωση.

Από το 1929 μέχρι το 1932, οι μετοχές στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης είχαν απολέσει το 73% της αξίας τους. Η Wall Street ανέκαμψε προσωρινά στις αρχές του 1930, ωστόσο λίγο αργότερα συνεχίστηκε η πτωτική πορεία. Μάλιστα, στις 8 Ιουλίου του 1932 ο Dow Jones έφτασε στο χαμηλότερο σημείο όλων των εποχών, στις 41.22 μονάδες. Η αγορά επέστρεψε στα προ του 1929 επίπεδα μόλις στα τέλη του 1954.   
















tvxs.gr

Πρόεδρος της Βραζιλίας ο ακροδεξιός Μπολσονάρο



Ο ακροδεξιός, νοσταλγός της Χούντας και οπαδός της ακραίας νεοφιλελεύθερης οικονομίας, Ζαΐρ Μπολσονάρο είναι ο νέος πρόεδρος της Βραζιλίας, όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα του δεύτερου γύρου των Προεδρικών Εκλογών.

Όπως ανακοίνωσε το Ανώτατο Εκλογοδικείο (TSE), με καταμετρημένο το 99,6% των ψήφων, ο Μπολσονάρου συγκέντρωσε το 55,2% των ψήφων, έναντι του 44,8% που έλαβε ο Αντάτζι. Με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, υποστηρικτές του Μπολσονάρο βγήκαν στους δρόμους για να πανηγυρίσουν.


Ο πρώην λοχαγός του στρατού θα αναλάβει τα καθήκοντά του τον Ιανουάριο, σε μια Βραζιλία όπου το κλίμα είναι ιδιαίτερα πολωμένο, έπειτα από μια εξαιρετικά τεταμένη προεκλογική εκστρατεία.

Μπολσονάρου: Θα υπερασπιστούμε το Σύνταγμα και τη Δημοκρατία

«Θα αλλάξουμε μαζί το πεπρωμένο της Βραζιλίας», ανέφερε ο ίδιος το βράδυ της Κυριακής, σε ένα πρώτο μήνυμά του που μεταδόθηκε μέσω Facebook, μετά την αναγγελία της νίκης του στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών. «Δεν μπορούμε πλέον να συνεχίσουμε να ερωτοτροπούμε με τον σοσιαλισμό, τον κομμουνισμό, τον λαϊκισμό της αριστεράς», πρόσθεσε.

Λίγο αργότερα, ο Μπολσονάρου υποσχέθηκε σε διάγγελμά του που μεταδόθηκε απευθείας τηλεοπτικά ότι θα «υπερασπιστεί το Σύνταγμα, τη δημοκρατία, την ελευθερία».

«Αυτή δεν είναι ούτε η υπόσχεση ενός κόμματος, ούτε μια κενή υπόσχεση ενός άνδρα, είναι ένας όρκος ενώπιον του θεού», επισήμανε ο Μπολσονάρου, που εκλεγόταν στη Βουλή της Βραζιλίας επί 27 χρόνια με τα χρώματα της άκρας δεξιάς και δηλώνει ανοικτά νοσταλγός της στρατιωτικής δικτατορίας (1964-85).

«Σεβασμό» προς τους εκλογείς που τον ψήφισαν ζήτησε ο Αντάτζι

Από την πλευρά του, ο υποψήφιος της κεντροαριστεράς Φερνάντου Αντάτζι, ζήτησε «σεβασμό προς τα 45 εκατομμύρια των ψηφοφόρων» που τον υποστήριξαν. Ο υποψήφιος του Κόμματος Εργαζομένων (PT), δήλωσε πως «αυτό το μεγάλο μέρος του βραζιλιάνικου λαού πρέπει να γίνει σεβαστό».

«Διακυβεύονται τώρα τα ατομικά, τα πολιτικά, τα εργασιακά κα τα κοινωνικά δικαιώματα. Έχουμε την ευθύνη να αποτελέσουμε μια αντιπολίτευση που θα βάζει τα συμφέροντα του έθνους πάνω απ' όλα» τόνισε.

Ο Αντάτζι δεν συνεχάρη για τη νίκη του τον Μπολσονάρου στη διάρκεια της ομιλίας του μπροστά στους υποστηρικτές του στο Σαν Πάουλου. Ο υποψήφιος της άκρας δεξιάς βάσισε όλη την εκστρατεία του στην υπόσχεση της καθολικής, βίαιης κατεδάφισης των 13 χρόνων (2003-2016) της κυριαρχίας του PT στο πολιτικό σκηνικό της Βραζιλίας.

Ο Αντάτζι είχε δηλώσει λίγα εικοσιτετράωρα πριν ανοίξουν οι κάλπες ότι «θα αγωνιστεί μέχρι τέλους για να εμποδίσει τον φασισμό» να επικρατήσει στη Βραζιλία και επανέλαβε την Κυριακή το πρωί, καθώς ψήφιζε, ότι «η δημοκρατία και οι ατομικές ελευθερίες διατρέχουν κίνδυνο» στη χώρα.

Ο Φερνάντου Αντάτζι αντικατέστησε τον πρώην πρόεδρο Λουίς Ινάσιου Λούλα ντα Σίλβα, ο οποίος φυλακίστηκε μετά την καταδίκη του για μια υπόθεση διαφθοράς και αποκλείστηκε από τη διαδικασία αφού κρίθηκε ότι δεν είχε δικαίωμα να διεκδικήσει τρίτη θητεία στο ανώτατο αξίωμα της χώρας.
























tvxs.gr


Κυριακή 28 Οκτωβρίου 2018

Γιάννης Ρίτσος – «Οκτώβρης 1940»: «Πάντα νικάει το δίκιο… »



Λίγες μέρες μετά την Ιταλική φασιστική εισβολή ο μεγάλος ποιητής μας, ο Γιάννης Ρίτσος – τον Νοέμβριο του 1940 – με ένα ποίημα του περιέγραφε την κατάσταση που επικρατούσε στην Ελλάδα. Μέσα στο ποίημα του χωράει ολόκληρο το μεγαλείο του λαού μας…

ΟΚΤΩΒΡΗΣ 1940

Ανοίγουν τα παράθυρα
κι όσοι μένουν χαιρετούν αυτούς που φεύγουν
και φεύγουν όλοι.
Γέμισαν οι πόλεις τύμπανα και σημαίες.
Ορθή η αυγή σημαιοστολίζει τα όνειρά μας
κι η Ελλάδα λάμπει μες στα φώτα των ονείρων μας .
Ο ήλιος πλυμένος
με το καθάριο πρόσωπο στραμμένο στον άνθρωπο,
χαιρετάει τους δρόμους που τραβούν στη μάχη.
Αυτοκίνητα περνούν γεμάτα πλήθος.
Αποχαιρετιούνται στις πόρτες και γελάνε
ύστερα ακούγονται τ’ άρβυλα στην άσφαλτο,
το μεγάλο τραγούδι των αντρίκιων βημάτων
που μακραίνει και σβήνει στο βάθος του δρόμου,
ως το βραδινό σταθμό με τα χαμηλωμένα φώτα.
Εκεί τα τρένα περιμένουνε
σφυρίζουν για λίγο έξω από την πόλη,
ακούγονται οι αποχαιρετιστήριοι πυροβολισμοί
κι ύστερα όλα σωπαίνουν και περιμένουν.
Διαβάζουμε τα τελευταία παραρτήματα:
Νικούμε. Νικούμε.
Πάντα νικάει το δίκιο!
Μια μέρα θα νικήσει ο άνθρωπος.
Μια μέρα η λευτεριά θα νικήσει τον πόλεμο.
Μια μέρα θα νικήσουμε για πάντα.

Αθήνα, Νοέμβριος 1940, Γιάννης Ρίτσος

Η κυνική αφωνία του Κώστα Σημίτη





Ο ‘Ακης Τσοχατζόπουλος ήταν υπουργός ‘Αμυνας από το 1996 έως το 2001. Τον Οκτώβριο του 2013 καταδικάστηκε σε κάθειρξη 20 ετών επειδή, με βάση το δικαστικό πόρισμα, για ξέπλυμα μαύρου χρήματος το οποίο προερχόταν από μίζες επί εξοπλιστικών προμηθειών στην διάρκεια της υπουργικής θητείας του. Το εν λόγω μαύρο χρήμα δε, με βάση πάντοτε τα στοιχεία της δικαστικής έρευνας, αποτιμήθηκε στα 16.202.000 ελβετικά φράγκα και 1.748.000 δολάρια για την προμήθεια των TOR M1 και στα 2.960.225 ελβετικά φράγκα για τα υποβρύχια της γερμανικής FERROSTAAL.

Ο Γιάννος Παπαντωνίου διαδέχθηκε τον ‘Ακη Τσοχατζόπουλο στο υπουργείο ‘Αμυνας και διατήρησε το συγκεκριμένο χαρτοφυλάκιο έως το 2004. Την περασμένη Τρίτη προφυλακίστηκε, όπως και η σύζυγός του, με την κατηγορία ότι πήρε μίζα 2.835.000 ελβετικών φράγκων από την γαλλική Thales Nederland για την απόκτηση των έξι φρεγατών τύπου «S» από το Πολεμικό Ναυτικό.


Ο Τάσος Μαντέλης ήταν υπουργός Μεταφορών από το 1997 έως το 2000. Τον περασμένο Μάιο το Εφετείο τον καταδίκασε σε κάθειρξη 5 ετών – μειώνοντας την πρωτόδικη ποινή των 8 ετών – για ξέπλυμα 450.000 μάρκων, που προέρχονταν από τα μαύρα ταμεία της Siemens. Η προμήθεια αφορούσε το project ψηφιοποίησης του ΟΤΕ.
Ο Θεόδωρος Τσουκάτος ορίστηκε το 1996 προϊστάμενος του «Γραφείου Κοινωνικού Διαλόγου» του πρωθυπουργού και έκτοτε, κι έως το 2000, ήταν ίσως ο στενότερος συνεργάτης του Κώστα Σημίτη. Το 2008 παραπέμφθηκε για το αδίκημα της συνέργειας σε δωροδοκία και ο ίδιος ομολόγησε ότι πήρε 1.000.000 μάρκα επίσης από τα μαύρα ταμεία της Siemens τα οποία παρέδωσε στο ταμείο της Χαριλάου Τρικούπη.

Όλα αυτά μάλλον είναι (υπερ)αρκετά για να αποδείξουν ότι κάτι σάπιο υπήρχε στο «βασίλειο» του εκσυγχρονισμού. Και είναι επίσης αρκετά για να απαιτούν μια πολιτική ομολογία λάθους, μια εξήγηση, μια παρέμβαση έστω από τον έχοντα την ευθύνη του «βασιλείου» - τον τότε πρωθυπουργό.

Ο Κώστας Σημίτης όμως επέλεξε, και εξακολουθεί να επιλέγει, την επιδεικτική σιωπή. Για την ακρίβεια, επί 14 χρόνια οι μοναδικές φορές που μίλησε για την πιο σκοτεινή πλευρά του εκσυγχρονισμού, την διαφθορά, ήταν δύο: Η πρώτη ήταν για να προαναγγείλει την προσφυγή του στην Δικαιοσύνη όταν δημοσιεύματα τον ενέπλεξαν προσωπικά στις διαδρομές του μαύρου χρήματος κατά την προμήθεια του C4Ι, του συστήματος ασφαλείας των Ολυμπιακών Αγώνων. Αφετηρία εκείνης της εμπλοκής είχε αποτελέσει η κατάθεση που είχε δώσει στους Γάλλους εισαγγελείς ο πρώην πρόεδρος της Thales, Μισέλ Ζοσερόν.

Η δεύτερη φορά ήταν περίπου πριν από ενάμισι χρόνο, στην συνέντευξή του στον Σκάι, όπου αποφάσισε να κάνει μια από τις σπάνιες δημόσιες παρεμβάσεις του για να ζητήσει την διεξαγωγή πρόωρων εκλογών. Για να δηλώσει αμέσως μετά, αναφερόμενος στις υποθέσεις Τσοχατζόπουλου και Παπαντωνίου πως «η διαφθορά είναι κοινωνικό φαινόμενο». «Για να ξεπεραστεί», είχε πει, «χρειάζονται προσπάθειες όσον αφορά την δημόσια διοίκηση, τη δικαιοσύνη, τη λειτουργία της Πολιτείας, την παρέμβαση στην κοινή γνώμη. Η καταπολέμησή της δεν γίνεται με καταγγελίες… Δεν γίνεται με εχθρότητα. Γιατί όποιος καλλιεργεί εχθρότητα, παράγει εχθρότητα».

Ενδεχομένως αυτή η θεωρητική – και πολιτικά κυνική – προσέγγιση της πολιτικής διαφθοράς να ήταν εκείνη που ώθησε χθες τον Σταύρο Θεοδωράκη να γράψει:  «Το ότι ο Σημίτης κατόρθωσε να ισορροπήσει τη χώρα το ’96, το ότι συγκρούσθηκε με τον λαϊκισμό και ακολούθησε μια συνεπή ευρωπαϊκή πορεία (και έβαλε και την Κύπρο στην ΕΕ), δεν σημαίνει ότι όλα όσα έγιναν στα χρόνια του ήταν καλά καμωμένα. Και όσο πιο σύντομα αποφασίσει να μιλήσει για τα λάθη και τις παραλείψεις της δικής του περιόδου, τόσο πιο πειστικές θα είναι οι συμβουλές που δίνει για το μέλλον».

‘Ισως η ίδια αυτή προσέγγιση να έκανε και τον Γιάννη Ραγκούση να πει ότι «η πολιτική ευθύνη είναι ιστορική κι έχει ονοματεπώνυμο/α», και να ρωτήσει εάν το Κίνημα Αλλαγής «είναι πλυντήριο;».

Κι ίσως επίσης να είναι ο ίδιος θεωρητικός κυνισμός που θέτει αυθορμήτως το επόμενο ερώτημα: Ποιο θα είναι το πιο βαρύ στίγμα στην πολιτική παρακαταθήκη που, διακαώς, επεδίωξε και επιδιώκει να αφήσει ο Κώστας Σημίτης – η τότε αδράνειά του απέναντι στο βαθύ κράτος της διαφθοράς ή η επίμονη αφωνία του ενώπιον ακόμη και των πειστηρίων του εγκλήματος;  

Κομμάτια να γίνει!



Γράφει η Νόρα Ράλλη


Γίναν πολλά και μού 'πεσαν και μαζωμένα. Τι Γερούν, τι Γιάννοι, τι Κασόγκι, τι Σαουδάραβες, τι οι Γερμανοί ξανάρχονται ένεκα «εθνικών επετείων» και «αντεθνικών σχεδίων»... Και, φυσικά, ένας είναι ο κοινός παρονομαστής όλων αυτών. Μάντεψε. Το βρήκες! Κερδίζεις μια ραπτομηχανή, να φτιάχνεις μεγάλες τσέπες, να χωράν μεγάλα ψέματα (δικά τους και δικά σου)... Το χρήμα. Αυτός είναι ο συνδετικός κρίκος όλων. Πάντα ήταν. Ακόμα είναι... Τόσο απλά, θεάρεστα και πάντα μετρημένα. Μέχρι τελευταίας δεκάρας.

Συνήθως, όταν ασφυκτιώ στο παρόν, όταν πέφτει πολύ στριμωξίδι στο τώρα, καταφεύγω στο τότε μπας και πάρω λίγο αέρα. Αρχισα, λοιπόν, να ψάχνω στο παρελθόν, να βρω κάπου στέρεο έδαφος να πατήσω, μπας και καταλάβω τι μου γίνεται. Με τα πολλά, έφτασα στον 17ο αιώνα.

Τότε, που λες, δεν είχε συμβεί ακόμη η Βιομηχανική Επανάσταση. Δεν είχαμε καν καπιταλιστικές κοινωνίες καλά καλά. Τότε «ψηνόταν» το πράμα. Κάτι οι έμποροι, κάτι οι γαιοκτήμονες, κάτι οι αρχιεργάτες, όλοι τους θέλαν αυτό που επιθυμεί ο κάθε πλουτοκράτης: χρήμα και μερτικό απ' την εξουσία. Στη Δύση γίνονταν αυτά και κυρίως στην Αγγλία, που αναπτυσσόταν ραγδαία.

Εκεί, λοιπόν, που δύει ο ήλιος, ανέτειλε ο καπιταλισμός. Ο οποίος, σε αντίθεση με τον πρώτο, δεν τους ζεσταίνει όλους. Αυτό κάπως έπρεπε να δικαιολογηθεί και κατ' επέκταση να εδραιωθεί. Επιστρατεύτηκε η διανόηση. Ο Τζον Λοκ, Αγγλος ήτανε, για γιατρός πήγαινε, φιλόσοφος έγινε. Είπε, έγραψε και έμεινε στην Ιστορία ως ο «πατέρας του κλασικού φιλελευθερισμού».

Θέλοντας να στηρίξει θεωρητικά την αναδυόμενη αστική τάξη είπε πως ο άνθρωπος γεννιέται με τρία αναμφισβήτητα φυσικά δικαιώματα: της ζωής, της ελευθερίας και της ιδιοκτησίας! Ναι, έκανε την ιδιοκτησία φυσικό δικαίωμα. Ε, και επειδή, πώς να το κάνουμε, η ανισότητα θα υπάρχει, γι' αυτό, σου λέει, υπάρχει και το χρήμα: «Οι άνθρωποι έχουν συμφωνήσει σιωπηρά: αν κάποιος έχει περισσότερα απ' όσα του χρειάζονται, θα παίρνει σε αντάλλαγμα γι' αυτό το υπερπροϊόν που δεν του χρειάζεται για αυτοκατανάλωση, νομίσματα που μπορούν να αποθησαυριστούν, χωρίς να προκαλούν βλάβη σε κανέναν».

Τι ήταν να το πει! Σημαία τον κάμανε τον κακομοίρη οι πλουτοκράτες του κόσμου τούτου, τότε και μετά και πιο μετά ώς τα τώρα. Τι έκανε δηλαδή ο Γιάννος Παπαντωνίου και σώνει και ντε θέλουν να τον βάλουν στη «VIP πτέρυγα των φυλακών»; Εκλεψε; Επωφελήθηκε της πολιτικής του θέσης; Πλούτισε εις βάρος άλλων; Οχι βέβαια. Απλά, σε αντάλλαγμα για το υπερπροϊόν που δεν του χρειαζόταν για αυτοκατανάλωση, πήρε «νομίσματα» (κάτι μίζες εκατομμυρίων μόνο) που μπόρεσαν να αποθησαυριστούν. Τώρα, αν προκάλεσε βλάβη σε κάποιον, κομμάτια να γίνει.

Βέβαια, για να μπορεί ο Σαουδάραβας πρίγκηψ να κάνει παραγγελία πολεμικό υλικό στις ΗΠΑ ίση με το μισό ελληνικό χρέος, κάποιος έγινε πραγματικά κομμάτια. Και, για να μπορεί ο Ντάισελμπλουμ να έρχεται στη χώρα, όχι ως ιπποκόμος του Σόιμπλε πλέον, αλλά ως συγγραφέας (!) βιβλίου για την κρίση του ευρώ «εκ των έσω» στην Ελλάδα (!), κάτι εκατοντάδες χιλιάδες είδαν να γίνεται κομμάτια και η δική τους ζωή.

Σχεδόν 80 χρόνια πριν, κάποιοι αγωνίστηκαν, ξέροντας ότι μπορεί να πεθάνουν, για να διασφαλίσουν, με την ίδια τους της ζωή, τα ανθρώπινα δικαιώματα της ζωής και της ελευθερίας. Αυτοί δεν ανήκαν μήτε σε Δύση, μήτε στην Ανατολή. Σε ένα «πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο» ανήκαν, «που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού, τη θάλασσα και το φως του ήλιου».

Τάδε έφη Γιώργος Σεφέρης, στην τελετή για το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Τέλη Οκτώβρη ήταν, του 1963. Τριακόσια χρόνια μετά τον Λοκ, είκοσι από τη γερμανική κατοχή και πενήντα πριν το «Γερούν γερά». Τόσα χρόνια -πριν, μετά και κατά τη διάρκεια- τα κομμάτια μας μαζεύαμε. Ανάμεσα σε ποίηση και αγώνες προχωρούσαμε. Αυτά στο παρελθόν.

Για το μέλλον, δεν έχω ιδέα. Αυτό που ξέρω, όμως, είναι πως όποιος δεν «βλέπει», δεν σημαίνει κατ' ανάγκη πως είναι τυφλός. Σίγουρα, όμως, είναι ένας άνθρωπος μισός, ήδη «κομματιασμένος». Και ως τέτοιος, ήδη κομμάτι μας.

Παρερμηνευμένη ναυτοσύνη





Τον Φεβρουάριο του 2003 ζούσαμε σε μια χώρα που την έλεγαν «Ισχυρή Ελλάδα», κατόπιν προτάσεως του τότε πρωθυπουργού της Κώστα Σημίτη. Δεσπόζον όραμα οι Ολυμπιακοί του 2004, που για να λάβει σάρκα και οστά έπρεπε πρώτα να λάβουν χρήμα ζεστό οι εθνικοί εργολάβοι, διά της μηχανής του «κατεπείγοντος».

Κυρίαρχο δόγμα ο «Εκσυγχρονισμός». Θολός είναι η αλήθεια, αν και αυτό δεν το διέκριναν οι ιεροκήρυκες που τον προπαγάνδιζαν. Ηταν, βλέπετε, θολά τα γυαλιά τους από τα λιβάνια που έκαιγαν για να τιμήσουν μέχρις αποθεώσεως τους άρχοντες του εκσυγχρονισμού. Οι δύο αρνήσεις λοιπόν (θολό + θολό) δεν έκαναν μία κατάφαση αλλά μια σούπερ άρνηση. Αρνηση της πραγματικότητας. Κυρίαρχες λέξεις τω καιρώ εκείνω, σε πρωτοσέλιδα και μικρή οθόνη: μίζες, λάσπη, διαφθορά, παρακμή, κομπίνες, προμήθειες, λαδώματα.


Τον Φεβρουάριο του 2003, οι αρχάγγελοι της δημοκρατίας και της ελευθερίας, ο Τζορτζ Μπους ο Β΄ και ο Τόνι Μπλερ, ανακάλυπταν (στις πειραγμένες εκθέσεις των μυστικών τους υπηρεσιών και στο πειραγμένο από την ασύδοτη ηγεμονίτιδα μυαλό τους) τα όπλα μαζικής καταστροφής που διέθετε ο Σαντάμ Χουσεΐν. Και αποφάσιζαν την επιχείρηση «Σοκ και Δέος». Η Ελλάδα δεν συμμετείχε στον πόλεμο, όμως μια προβλεπτική χώρα πρέπει να μεριμνά πάντοτε για την άμυνά της, ιδίως αν βρίσκεται σε μία από τις διακεκαυμένες ζώνες του πλανήτη. Ετσι στις 6 Φεβρουαρίου 2003 ο Ελληνας υπουργός Εθνικής Αμυνας υπογράφει σύμβαση για τον εκσυγχρονισμό (ιδού και πάλι η ωραία λέξη) έξι φρεγατών.



Υπουργός Εθνικής Αμυνας ήταν τότε ο κ. Γιάννος Παπαντωνίου. Υπουργός Εθνικής Οικονομίας από το 2001 έως το 2003, ανέλαβε «στρατάρχης» το 2003, παραλαμβάνοντας το υπουργείο από τον κ. Απόστολο-Αθανάσιο Τσοχατζόπουλο, ο οποίος μετακινήθηκε στο υπουργείο Ανάπτυξης. Ευρέως γνωστός ως Ακης ήδη από το 1981, ένας από τους πασοκικούς θρύλους, ο κ. Τσοχατζόπουλος καταδικάστηκε το 2013 σε εικοσαετή κάθειρξη για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα. Τα γαλλικά υποβρύχια... Χθες ο κ. Παπαντωνίου προφυλακίστηκε στον Κορυδαλλό, με την κατηγορία της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα. Οι γαλλικές φρεγάτες... Είπαμε πως είμαστε λαός της ναυτοσύνης, αλλά στις δύο υπουργικές περιπτώσεις μάλλον παρερμηνεύτηκε αυτοπροσδιορισμός μας.

«Πλεκτάνη» έλεγε ο κ. Τσοχατζόπουλος. Είδαμε. «Εξωφρενικό σενάριο» λέει ο κ. Παπαντωνίου. Θα δούμε. Εκείνο που μάλλον δεν πρόκειται να δούμε είναι μια κάποια δήλωση του κ. Σημίτη.


Η... «μάχη του χρόνου» στην ΕΕ



Την Κυριακή αλλάζει η ώρα και όχι για τελευταία φορά. Τη Δευτέρα, οι υπουργοί των κρατών μελών της ΕΕ συναντώνται στο Γκρατς και συζητούν για την αλλαγή της ώρας.

Από το 1980, τα ρολόγια αλλαζουν δύο φορές το χρόνο -το τελευταίο Σαββατοκύριακο του Μαρτίου και το τελευταίο Σαββατοκύριακο του Οκτωβρίου. Αυτό θα μπορούσε σύντομα να τελειώσει. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διενήργησε δημόσια έρευνα το καλοκαίρι: Το 84% των συμμετεχόντων δεν θέλει αλλαγή στην ώρα. Ωστόσο, η ψηφοφορία δεν ήταν αντιπροσωπευτική: συμμετείχαν 4,6 εκατομμύρια πολίτες, οι περισσότερες ψήφοι προέρχονταν από την Γερμανία. Το αποτέλεσμα δεν μπορεί να αποτελέσει ομως σαφή ένδειξη για την ευρωπαϊκή διάθεση, γράφει η Frankfurter Rundschau. Αλλά τι τώρα; Θερινή ώρα για πάντα; Ή χειμερινή ώρα, η οποία είναι στην πραγματικότητα και η κανονική;


Στο κοινό υπήρχε η εντύπωση ότι η πλειοψηφία των ανθρώπων θα προτιμούσε μεγαλύτερες περίοδους φωτός το χειμώνα, κάτι που θα ήταν εφικτό με τη θερινή ώρα. Πριν από λίγες εβδομάδες, μια δημοσκόπηση στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας έδειξε ότι το 51% θέλει ως μόνιμη τη θερινή ωρα. Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Πέτερ Αλτμάιερ λέει οτι «Οι άνθρωποι εξακολουθούν να θέλουν να έχουν ακόμη και το χειμώνα, το φθινόπωρο και την άνοιξη, μετά τη δουλειά και το σχολείο, τον ελεύθερο χρόνο τους στο φως της ημέρας».

Ο ευρωσκεπτικισμός της ώρας

Αλλά δεν είναι τόσο εύκολο. Στις ομάδες εργασίας των κρατών μελών που συνεδρίασαν στις Βρυξέλλες προκύπτει μια διαφορετική εικόνα: η Πορτογαλία, όπως και η Ελλάδα, θα επιθυμούσαν περισσότερο τη σημερινή λύση - να συνεχίσουμε να αλλάζουμε τα ρολόγια δύο φορές το χρόνο. Η Γαλλία και η Ισπανία, καθώς και η Ολλανδία , η Δανία και η Φινλανδία, θελουν τη χειμερινή ώρα ως μόνιμη λύση. Η Γερμανία, η Πολωνία, η Κύπρος καθώς και τα κράτη της Βαλτικής υποστηρίζουν τη θερινή ώρα αιωνίως.



Την Δευτέρα, οι υπουργοί των κρατών μελών θα συναντηθούν στο Γκρατς. Εκεί το θέμα εγγράφεται στην ημερήσια διάταξη για πρώτη φορά. Μια συμφωνία δεν φαίνεται στο προσκήνιο. Υπάρχει μόνο ένα σημείο συμφωνίας: το χρονοδιάγραμμα που έχει θέσει η Επιτροπή δεν μπορεί να τηρηθεί. Ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ έχει καλέσει τα κράτη μέλη να υποβάλουν έκθεση στις Βρυξέλλες μέχρι τα τέλη Μαρτίου 2019 σχετικά με το πώς πρέπει να ρυθμιζουν τα ρολόγια στο μέλλον.

Πολλοί λένε για παράδειγμα ότι το ενδεχόμενο μεμονωμένων εθνικών κανονισμών θα διαταράξει σημαντικά τα δρομολόγια των αεροπορικών εταιρειών. Σε μερικές πρωτεύουσες εξετάζεται η δυνατότητα να υπάρξει έρευνα μεταξύ του πληθυσμού. Αυτό είναι σχεδόν αδύνατο σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα.

Οι χρονοβιολόγοι, οι οποίοι ενδιαφέρονται για τις επιπτώσεις της αλλαγής του χρόνου στους ανθρώπους, θεωρούν τη μόνιμη θερινή ώρα ένα «μεγάλο λάθος». Η ΕΕ θα μπορούσε να καταργήσει την αλλαγή της ώρας, «αλλά δεν πρέπει να επιλέξει τη λανθασμένη επιλογή», λέει, για παράδειγμα, ο επιστήμονας Μίκαελ Βιντεν. Είναι πιο φυσικό, αν η ώρα βασίζεται στο ζενίθ του ήλιου. Στις 12 το μεσημέρι, ο ηλιος βρίσκεται στο υψηλότερο σημείο του -αυτή η κανονική ώρα θα αντιστοιχούσε στην αίσθηση του χρόνου των ανθρώπων. Μέχρι στιγμής, το μόνο που είναι βέβαιο είναι ότι την Κυριακή 31 Μαρτίου 2019 θα ξεκινήσει η επόμενη καλοκαιρινή περίοδος. Για πόσο καιρό;











Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2018

Να Διαβάζεις ή να μην Διαβάζεις;






Να διαβάζεις ή να μην διαβάζεις; Αυτό είναι το ερώτημα. Όπως θυμόμαστε, ο Άμλετ ήταν φοιτητής στο Πανεπιστήμιο της Βυρτεμβέργης. Είχε αποφασίσει, μετά τον τραγικό θάνατο του πατέρα του και τον ανίερο γάμο της μητέρας του με τον θείο του, να επιστρέψει στις σπουδές του. Ωστόσο, στην Πρώτη Πράξη, σκηνή 2, η Γερτρούδη, με λόγια γλυκά και πονηρά προσπαθεί να τον πείσει να μη φύγει. Ο Άμλετ αντιμετωπίζει ένα δίλημμα: να μείνει ή να φύγει; Αποφασίζει να μείνει στη σάπια Δανία.

Στη Δεύτερη πράξη, σκηνή 2, ο Άμλετ εισέρχεται στη σκηνή διαβάζοντας ένα βιβλίο. Ο Polonius ρωτά: «Τι διαβάζετε Κύριέ μου;» Ο Άμλετ απαντά: «Λόγια, λόγια, λόγια». «Πώς πάει η υπόθεση;» ρωτάει ο Αυλικός - τυπική ερώτηση από εκείνους τους αναγνώστες που ενδιαφέρονται μόνο για την πλοκή. Ο Άμλετ, εστιάζει στην κυριολεξία των λέξεων και ανταπαντά ειρωνικά: «Ανάμεσα σε ποιους;». Στη συνέχεια, διευκρινίζει πως τα «λόγια» είναι «συκοφαντίες» και αγορεύει επί θεμάτων ηθικής, γήρατος και θανάτου. Ο λόγος του είναι δίκοπος: δείχνει ταυτόχρονα προς τη βρώμικη «υπόθεση» που ο Πολώνιος απεργάζεται στα κρυφά εναντίον του, και σε ένα ευρύτερο εννοιολογικό πλαίσιο που αφορά στο θέαμα ενός διεφθαρμένου, έκπτωτου κόσμου.

Η στιχομυθία τελειώνει με τον Άμλετ να προειδοποιεί τον Πολώνιο: «Δεν μπορείτε Κύριε να μου αφαιρέσετε τίποτα που εγώ ο ίδιος ευχαρίστως θα παραχωρούσα - εκτός από τη ζωή μου, εκτός από τη ζωή μου, εκτός από τη ζωή μου». Ακολουθεί, στην Τρίτη Πράξη, σκηνή 2, ο περίφημος μονόλογος, όπου ο Άμλετ αντιμετωπίζει ένα εκόμα δίλημμα: «Να ζεις ή να μην ζεις, αυτό είναι το ερώτημα». Όπως ταιριάζει σ’ έναν διανοούμενο, ο Άμλετ εξετάζει τα υπέρ και τα κατά και των δύο πλευρών του διλήμματος και αποφασίζει: Να ζεις!

Βέβαια, η απόφασή του ήταν αναπόφευκτη και πέραν της βούλησής του. Διότι η συγγραφική βούληση του Will Σαίξπηρ ήταν αυτή που σφράγιζε με βουλοκέρι τα μέλλει γενέσθαι. Αν ο Άμλετ θεωρούσε αδιαμφισβήτητο το θρησκευτικό δόγμα περί «ελευθερίας της βουλήσεως» που δίδασκαν οι Θεολόγοι στο Πανεπιστήμιο της Βυρτεμβέργης, τότε Η Τραγωδία του Άμλετ, Πρίγκιπα της Δανίας, δεν θα είχε γραφτεί ποτέ.

Ο Άμλετ είναι ο Ιδεώδης Αναγνώστης. Ο Κόσμος είναι γι’ αυτόν ένα Βιβλίο που διαβάζει και ερμηνεύει Το πρόβλημα είναι πως δεν μπορεί να επέμβει ώστε να τον αλλάξει. Έτσι, γίνεται θύμα μιας παρανάγνωσης. Αν ξεφυλλίσει κανείς μια Ιστορία της Λογοτεχνίας, θα διαπιστώσει πως δεν ήταν ο μόνος. Πάρτε για παράδειγμα τον Δον Κιχώτη και τι υπέστη, λόγω του ότι διάβαζε φανταστικά Ρομάντζα. Πάρτε την ηρωίδα της Jane Austen, την Catherine Moreland, που διάβαζε με βουλιμία γοτθικά μυθιστορήματα. Πάρτε την Madame Bovary! Και οι τρεις διάβαζαν και ερμήνευαν την πραγματικότητα σαν ένα βιβλίο και υπέστησαν τα πάνδεινα λόγω αυτής της παρανάγνωσης!

Ξέρω πως μπορεί να σας φανεί εξωφρενικό, όμως θα προτιμούσα να δω τον Άμλετ θαμμένο στην πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη της Βυρτεμβέργης, παρά να κάνει παρέα με τον Γιόρικ στο νεκροταφείο της Ελσινόρης. Θα προτιμούσα ο Δον Κιχώτης, η Κάθριν, και η Μαντάμ Μποβαρύ να επέμεναν στη μεταμοντέρνα αυταπάτη τους ότι η πραγματικότητα είναι δομημένη όπως ένα κείμενο, παρά να υποκύψουν σε μια μικροαστική αισθητική.

Σας ζητώ συγνώμη γι’ αυτή την μακρά, λοξή περιπλάνηση σχετικά με τις Κακοτυχίες της Ανάγνωσης, αλλά έφτασα τώρα στο ουσιώδες ερώτημα: «Γιατί διαβάζουμε;» Το ερώτημα αυτό υποδηλώνει ότι όλοι ξέρουν να διαβάζουν. Ωστόσο, μια πρόσφατη στατιστική έδειξε πως υπάρχουν 75.000.000 άνθρωποι στην Ευρώπη, που είτε είναι αγράμματοι ή γνωρίζουν ελάχιστα να γράφουν και να διαβάζουν.

«Γιατί διαβάζουμε;» Ας πούμε, επειδή το «διάβασμα» είναι διασκεδαστικό. Επειδή το διάβασμα ανεβάζει το κοινωνικό μας επίπεδο, επειδή διδάσκει, είναι μια φυγή από τα βάσανα, τροφοδοτεί τη φαντασία, είναι ένα καλό ηρεμιστικό, Κυρίως, δίνει δουλειά σε χιλιάδες ανθρώπους που εργάζονται στην Εκδοτική Βιομηχανία.

«Γιατί γράφουμε;» Ας πούμε, επειδή το γράψιμο είναι μια μορφή μετουσίωσης. Επειδή μερικοί άνθρωποι «το έχουν μέσα τους». Επειδή οι μικρές μαθήτριες, όταν κρατούν ένα μολύβι και γράφουν, αισθάνονται ότι αποκτούν αυτό που τους λείπει, και τα αγοράκια ότι κατέχουν ισχύ και εξουσία. Για τον μελετητή, η διαδικασία του να γεννά και να θρέφει σκέψεις που συνδέονται με βιβλία, είναι σαν να ζει μια τρικυμιώδη ερωτική σχέση. Δυστυχώς, τo Κομπιούτερ, που αντικατέστησε το χαρτί και το μολύβι, ουδετεροποίησε τις παραπάνω διακρίσεις του φύλου. Τα κομπιούτερ είναι άφυλα.

Πράγματι, γιατί διαβάζουμε και γιατί γράφουμε; Εδώ, ο πληθυντικός του πρώτου προσώπου με βάζει σε σκέψεις. Γιατί οι αναγνώστες και οι συγγραφείς δεν αποτελούν ομοιογενή σώματα. Οι άνθρωποι διαβάζουν για διαφορετικούς λόγους. Τα γούστα, οι επιλογές και ο ορίζοντας των προσδοκιών τους διαφέρουν ριζικά. Εξαρτώνται από την κοινότητα στην οποία ανήκουν. Παίρνοντας τον εαυτό μου ως παράδειγμα, το γεγονός ότι ανήκω στην κοινότητα των πανεπιστημιακών, διαμορφώνει τα γούστα τις επιλογές και τις μορφές ανάγνωσης και γραφής, με τρόπους που διαφέρουν ριζικά, ας πούμε, από την κοινότητα εκείνων των αναγνωστριών που πίνουν τον φραπέ τους και διαβάζουν το τελευταίο bestseller στην παραλία.

Σε ό,τι αφορά τη γραφή. Το να γράφεις ένα ποίημα ή ένα μυθιστόρημα, συνεπάγεται μια εντελώς διαφορετική διαδικασία από το να γράφεις περί ενός ποιήματος ή μυθιστορήματος Συνακόλουθα, δεν είναι τυχαίο πως οι μελετητές/τριες προσδιορίζονται ως «βιβλιόψειρες», επίθετο που ποτέ δεν θα χαρακτήριζε μια ποιήτρια ή μυθιστοριογράφο. Γιατί οι μελετητές ξοδεύουν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους σε βιβλιοθήκες και στα γραφεία τους, διαβάζοντας βιβλία και γράφοντας για βιβλία, διδάσκοντας βιβλία. Και είναι χάρη σε αυτές και αυτούς, που η μεγάλη κληρονομιά της πολιτιστικής ανθρώπινης εργασίας δεν θα χαθεί και θα συνεχίσει να υπάρχει «σε χρόνο παρόντα και χρόνο παρελθόντα που εμπεριέχονται και οι δυο σε χρόνο μέλλοντα».

Δυστυχώς, «Οι δύσκολοι Καιροί» στους οποίους ζούμε απειλούν το Είδος μας με εξαφάνιση. Οι παντοδύναμες Αγορές και οι Μάνατζερ των Πανεπιστημίων αποφάσισαν πως οι Ανθρωπιστικές Σπουδές είναι χάσιμο χρόνου και χρήματος και πρέπει να αποβληθούν. Αυτή η «Ιδεολογία του Απόβλητου» που επικρατεί, πάει χέρι-χέρι με τη νεοφιλελεύθερη τεχνολογία του Χρόνου που επιβάλλει την «Ιδεολογία του Εφήμερου». Τα μνημεία του χρόνου αγνοούνται και υποβαθμίζονται.

Συνακόλουθα, ένα μυθιστόρημα μπορεί να βρίσκεται πρώτο στη λίστα των bestsellers, αλλά όπως τα ρόδια, μαραίνονται γρήγορα και σβήνουν. Τα ετήσια βραβεία, που ανεβάζουν την αξία και το γόητρο κάποιου στην Βιβλιοαγορά, πέραν του ότι προωθούν συγκεκριμένες εκδοτικές φίρμες, υποστηρίζουν και τα συμφέροντα της Αγορά Στοιχημάτων: μόλις δημοσιοποιηθεί η μικρή λίστα, το αναγνωστικό κοινό σπεύδει να μπει στην κερδοφόρα ουρά: Γρηγορείτε Κυρίες και Κύριοι, στοιχηματίστε! Και ο φετινός νικητής είναι, είναι το Σε Αναζήτηση του Χαμένου Χρόνου». Το «Όσα Παίρνει ο Άνεμος», επιμένει ο ιδεολόγος του Εφήμερου.

Το Μέγα Κύκλωμα της διαφήμισης και της προώθησης μπορεί να βοηθήσει τους συγγραφείς για κάποιο διάστημα: οι Ατζέντηδες μπορεί να εξασφαλίσουν την έκδοση για ένα νέο βιβλίο, τη μετάφραση και έκδοσή του σε μια ξένη χώρα. Οι δημόσιες σχέσεις με βιβλιοκριτικούς και οι τηλεοπτικές συνεντεύξεις αυξάνουν το γόητρο του συγγραφέα και τα έσοδα του Εκδότη. Όπως όλες οι Αγορές, η Αγορά του Βιβλίου είναι αχόρταγη. Διατάζει: «Εξακολουθήστε να παράγετε, αλλιώς θα εξαφανιστείτε!».

Έτσι, παίρνοντας υπόψη μας και τον νέο τομέα γνώσης, γενικώς γνωστό ως «Δημιουργική Γραφή», η Αγορά Βιβλίου πλημυρίζει με τα κοινώς ονομαζόμενα «trash novels» Σκουπιδο-μυθιστορήματα. Τα οποία, αν διαβαστούν, σύντομα βρίσκουν το δρόμο τους στον κάδο ανακύκλωσης. Ποιο είναι, λοιπόν, το μέλλον των συγγραφέων στον 21ο αιώνα; «Σε καλό μου! Καλέ, δεν έμαθες πως η Προφητεία είναι το χάρισμα που οι Ουτοπιστές ξεπούλησαν στο ουράνιο Χρηματιστήριο;»

Στις Ιδεολογίες του Απόβλητου και του Εφήμερου, ένα νέο ιδεολογικό μόρφωμα ήρθε τώρα να προστεθεί. Ο 18ος Αιώνας έμεινε γνωστός ως Η Εποχή του Διαφωτισμού. Ο δικός μας θα μείνει γνωστός ως η Εποχή του Αφηγήματος! Συχνά, θεωρητικοί όροι από διάφορους επιστημονικούς κλάδους, διαφεύγουν, ταξιδεύουν και φυτεύονται στην καθημερινή ομιλία. Π.χ., από την Ψυχανάλυση ο όρος «κόμπλεξ» και από τη Φιλοσοφία ο όρος «συγκυρία». Είναι από τον κλάδο της Αφηγηματολογίας που ο νέος όρος κλειδί, το «αφήγημα», απέδρασε. Σημειώστε, πως πρακτικά δεν υπάρχει κανένας προφορικός ή γραπτός λόγος που να μην χαρακτηρίζεται σήμερα ως «αφήγημα».

Το πολιτικό, οικονομικο-κοινωνικό πρόγραμμα που παρουσιάζει σε ένα ακροατήριο ο Πρωθυπουργός μιας Χώρας, αναφέρεται από του δημοσιογράφους και τους σχολιαστές ως «το αφήγημα του Πρωθυπουργού». Το ίδιο και το αντίστοιχο του Προέδρου της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. «Το αφήγημα της ροής των προσφύγων σε Ελλάδα και Ιταλία, παραμένει δυσεπίλυτο», μας πληροφορούν. «Έλα μου! Και τι είπε ο Γιατρός;» «Το αφήγημά του ήταν πως η Μαίρη μας είναι έγκυος!»

Συνακόλουθα, οι Στοχασμοί μας καταλήγουν: «Αφηγούμαι άρα υπάρχω». Η παλιά, διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη μυθοπλασία, αποδείχτηκε πως είναι μια ακόμα μυθοπλασία. Τι να κάνουμε; «Ας καθίσουμε πάνω στη γη κι ας πούμε αφηγήματα λυπητερά για των πραγμάτων τη θανή.»

Ωστόσο, σε σχέση με αυτή τη μαζική μονομανία, όλοι οι άνθρωποι τείνουμε να απωθούμε το γεγονός ότι περνάμε τη μισή μας ζωή αφηγούμενοι την άλλη μισή: «Πες μου, πες μου, πες μου τα όλα! Πώς πήγαν τα πράγματα στο Συμπόσιο;» «Κάτσε, να σου πω πρώτα πώς πέρασα πολύ δύσκολες ώρες γράφοντας το παλαβό μου αφήγημα...».


* Το κείμενο εκφωνήθηκε στο διεθνές συμπόσιο της Εταιρείας Συγγραφέων, «Γιατί διαβάζουμε; Ο ρόλος του συγγραφέα & του βιβλίου τον 21ο αιώνα» (18-19/10/2018)

Υπόθεση Παπαντωνίου, κλεπτοκρατία και Κράτος Δικαίου





Η προφυλάκιση του ζεύγους Παπαντωνίου επανέφερε στο προσκήνιο το πρόβλημα της διαπλοκής-διαφθοράς, το οποίο λειτούργησε και λειτουργεί σαν καρκίνωμα στο σώμα της Ελλάδας. Η διαπλοκή-διαφθορά είναι διεθνές φαινόμενο. Στην Ελλάδα, όμως, έχει προσλάβει γιγαντιαίες διαστάσεις, επειδή ουσιαστικά λειτούργησε στο πλαίσιο του τριγώνου πολιτική ελίτ – Μίντια – ολιγαρχία του χρήματος.

Το αμαρτωλό αυτό τρίγωνο λειτούργησε σαν στυλοβάτης και όχημα της κλεπτοκρατίας. Δεν είναι τυχαίο, βεβαίως, ότι χρειάσθηκε να ξεπερασθούν όλα τα όρια για να δεήσει η Δικαιοσύνη να κινηθεί εναντίον έστω και πολιτικά «καμμένων χαρτιών», όπως ο Τσοχατζόπουλος και ο Παπαντωνίου. Η κάθε είδους προστασία και των τριών πλευρών του τριγώνου (ολιγαρχία του χρήματος, πολιτική ελίτ και μιντιάρχες) σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος είχε καταστεί περισσότερο κανόνας παρά εξαίρεση.

Η εξάρτηση των κομμάτων και των πολιτικών από το πολιτικό χρήμα και από τα Μίντια, σε συνδυασμό με τον έλεγχο των Μίντια από ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες, είχε μετατοπίσει το κέντρο βάρους στις σχέσεις πολιτικής και οικονομικής εξουσίας προς όφελος της δεύτερης. Σε αρκετές περιπτώσεις οι πολιτικοί περιέρχονταν σε σχέση εξάρτησης, εάν όχι “υπαλληλοποίησης”.

Η διαπλοκή στο αμαρτωλό τρίγωνο καταρρακώνει κάθε έννοια υγιούς ανταγωνισμού και δημιουργεί κλίμα γενικευμένης αναξιοπιστίας. Η Λερναία Ύδρα της διαπλοκής και της διαφθοράς δηλητηριάζει τις ηθικές αξίες που στηρίζουν τον κοινωνικό ιστό, διαβρώνει το Κράτος Δικαίου, νοθεύει τους κανόνες της αγοράς, θίγει την καλώς εννοούμενη επιχειρηματικότητα και αποτρέπει παραγωγικές πρωτοβουλίες.

Από την παρακμή, στα βράχια

Παραλλήλως, προκαλεί και σοβαρές δημοσιονομικές βλάβες. Ευθύνεται όχι μόνο για την εκτεταμένη φοροδιαφυγή και φοροαποφυγή, αλλά συχνά και για τη σπατάλη και για τη λεηλασία του δημόσιου χρήματος. Με άλλα λόγια, λειτούργησε σαν καρκίνωμα, που αλλοίωσε την ουσία του δημοκρατικού πολιτεύματος, καταδίκασε την Ελλάδα στην παρακμή με τελικό αποτέλεσμα το 2010 να πέσει στα βράχια.

Η διαπλοκή-διαφθορά έχει συμβάλει καθοριστικά στην αποσάθρωση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς το πολιτικό σύστημα. Όταν, όμως, ο βαθμός εμπιστοσύνης πέφτει κάτω και από το αναγκαίο ελάχιστο, ο κοινοβουλευτισμός περιέρχεται σε κρίση. Αυτό είχε αρχίσει να συμβαίνει πριν η Ελλάδα βυθιστεί στην κρίση, αλλά από το 2010 έχει προσλάβει πρωτοφανείς διαστάσεις. Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία το 2015 οφειλόταν και σ’ αυτό το γεγονός.

Η κοντόθωρη στάση των τότε κομμάτων εξουσίας (ΝΔ και ΠΑΣΟΚ), αλλά όχι μόνο, είναι αλάνθαστο σημάδι ότι είχαν χάσει την επαφή τους με την ίδια την έννοια του εθνικού και κοινωνικού συμφέροντος. Το αποτέλεσμα ήταν να εδραιωθεί η εντύπωση στην κοινή γνώμη πως η πολιτική είναι μια πολύ επωφελής υπόθεση για τους πρωταγωνιστές της. Η ισοπεδωτική αυτή εντύπωση αδικεί τους έντιμους πολιτικούς. Από την άλλη πλευρά, όμως, η γενική εικόνα έχει βάση αληθείας, όπως φαίνεται από τις περιπτώσεις Τσοχατζόπουλου και Παπαντωνίου και βεβαίως όχι μόνο. Η διάχυση αυτής της εντύπωσης αναμφισβήτητα διευκόλυνε την ανάδυση των χειρότερων στοιχείων του Έλληνα.

Η κατάρρευση του κλεπτοκρατικού μοντέλου μεγέθυνσης της οικονομίας κατέστησε ανενεργό το ανομολόγητο κοινωνικό συμβόλαιο ανάμεσα στις άρχουσες ελίτ και στα μικρομεσαία στρώματα. Όταν ξέσπασε η κρίση και η Ελλάδα περιήλθε ουσιαστικά σε καθεστώς μεταμοντέρνας “αποικίας”, οι εγχώριες άρχουσες ελίτ έσπευσαν να συνταχθούν πίσω από τους δανειστές., Δεν μπορούσαν, άλλωστε, δια του πολιτικού συστήματος να εξαγοράζουν τη λαϊκή συναίνεση, ανεχόμενες τη φοροδιαφυγή, τη μικροδιαφθορά και την κάθε είδους αυθαιρεσία.

Όμηρος των επιλογών του ο ΣΥΡΙΖΑ

Έτσι φθάσαμε στις τεκτονικές αλλαγές που επέφεραν στο πολιτικό σύστημα οι εκλογές του 2012 και ακόμα περισσότερο του 2015, όταν πρώτο κόμμα αναδείχθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ και σχηματίσθηκε η κυβέρνηση Τσίπρα. Η πολιτική-εκλογική “ανταρσία” είχε μέσα από τη γνωστή ταραχώδη διαδρομή ως κατάληξη την υπογραφή του 3ου Μνημονίου. Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ να μπήκαν στο μνημονιακό μονοπάτι, αλλά οι ψηφοφόροι τους, σε αρκετές περιπτώσεις και πολίτες που δεν είχαν ψηφίσει αυτά τα κόμματα, περίμεναν τουλάχιστον από την κυβέρνηση Τσίπρα να επιδείξει έργο στο μέτωπο της διαπλοκής και της διαφθοράς.

Αλλά και σ’ αυτό το επίπεδο ο απολογισμός είναι απογοητευτικός. Είναι αληθές πως επιλεκτικά εκδηλώθηκε σχετική πρόθεση και πως υπήρξαν ισχυρές καθεστωτικές αντιστάσεις. Εξίσου αληθές είναι, όμως, ότι ο πόλεμος εναντίον της διαπλοκής υπονομεύθηκε από το γεγονός ότι η κυβέρνηση Τσίπρα προσπαθεί να δημιουργήσει τα δικά της διαπλεκόμενα συμφέροντα.

Επειδή, μάλιστα, η προσπάθεια κάθαρσης γίνεται κατά κανόνα με ερασιτεχνικό τρόπο και σε εχθρικό γήπεδο, δεν έφερε ούτε καν αξιόλογο θεσμικό αποτέλεσμα. Η υπόθεση Novartis, μετά τον εντυπωσιακό πολιτικό θόρυβο, πελαγοδρομεί σε κάποια γραφεία. Το πρακτικό αποτέλεσμα ήταν η καταπολέμηση της διαπλοκής-διαφθοράς να εκφυλισθεί σε εργαλείο επιλεκτικής εκκαθάρισης πολιτικών λογαριασμών και κατ’ επέκτασιν σε μέσο εκτόνωσης της κοινής γνώμης δια της μεθόδου «δώσε αίμα στον λαό».

Για να δημιουργηθεί ένα πολιτικό προηγούμενο και μία κουλτούρα στο ίδιο το πολιτικό σύστημα, η καταπολέμηση της διαπλοκής-διαφθοράς πρέπει να αποτελεί οργανική θεσμική διαδικασία εξυγίανσης στο πλαίσιο του Κράτους Δικαίου. Μόνο έτσι θα καταστεί ευσταθής και βιώσιμη. Μόνο έτσι, δηλαδή, θα είναι δύσκολο και γι’ αυτή και για τις επόμενες κυβερνήσεις να υποκύψουν στον πειρασμό παράκαμψης των κανόνων, χωρίς να πληρώσουν πολιτικό-εκλογικό κόστος.  

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *