Έχουμε εισέλθει πλέον στην τελική ευθεία για την αξιολόγηση μετά και την επιστροφή του κουαρτέτου στην Ελλάδα με την σύγκλιση των απόψεων των δύο πλευρών κυρίως όσον αφορά το ύψος των νέων μέτρων τα οποία θα χρειαστεί να ληφθούν για να καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό ως το 2018.
Σ΄ αυτό πλαίσιο, έκτακτη τηλεδιάσκεψη του Euro Working Group με βασικό θέμα το ελληνικό πρόγραμμα και τις διαπραγματεύσεις έχει προγραμματιστεί για την Παρασκευή, στην οποία θα μετέχουν εκπρόσωποι των υπουργείων Οικονομικών της Ευρωζώνης και των θεσμών.
Σύμφωνα με πληροφορίες, στόχος είναι να ξεκαθαριστούν τα σημεία στα οποία συμφωνούν οι δύο πλευρές και να εντοπιστούν τα ζητήματα στα οποία υπάρχουν ακόμα μεγάλες αποστάσεις.
Βασικός στόχος της τηλεδιάσκεψης είναι να οριστικοποιηθεί η «θέση» των επικεφαλής των κλιμακίων των θεσμών, που όπως έχει γίνει γνωστό θα επιστρέψουν το Σάββατο 2 Απριλίου στην Αθήνα.
Μεγάλο «αγκάθι» στις διαπραγματεύσεις παραμένει το ζήτημα των «κόκκινων» δανείων, ένα ζήτημα που η Αθήνα θα ήθελε να αντιμετωπίσει σε δεύτερο χρόνο.
Οι δανειστές, όμως, εμφανίζονται αποφασισμένοι για συνολική συμφωνία «πακέτο», που θα περιλαμβάνει το ασφαλιστικό, το φορολογικό και τα «κόκκινα» δάνεια.
Προσέγγιση και στο ασφαλιστικό
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Έθνους, προσέγγιση της ελληνικής κυβέρνησης και των θεσμών καταγράφεται και στο «καυτό» θέμα του ασφαλιστικού.
Ειδικότερα σε μειώσεις εφάπαξ, μερισμάτων, επικουρικών και νέων κύριων συντάξεων προχωρεί η ελληνική πλευρά, για να κλείσει η σκληρή διαπραγμάτευση του Ασφαλιστικού.
Στο μέτωπο των επικουρικών, που αποδείχθηκε το μεγαλύτερο «αγκάθι» του πρώτου γύρου, η νέα ελληνική πρόταση αποδέχεται αύξηση εισφορών μίας ποσοστιαίας μονάδας (0,5% για εργοδότες και 0,5% για εργαζομένους) αντί μιάμιση του αρχικού σχεδίου, η οποία συνδυάζεται με στοχευμένες περικοπές στις επικουρικές όσων εισπράττουν από 1.400 ευρώ και πάνω (άθροισμα κύριας και επικουρικής) και με «κόφτη» στο 40% ως ανώτατη περικοπή.
Σύμφωνα με το «Έθνος» οι μειώσεις προβλέπεται να γίνουν με επανυπολογισμό των καταβαλλόμενων επικουρικών και με «όπλο» το νέο ποσοστό αναπλήρωσης που θα ορίζει το νομοσχέδιο. Στην πρώτη γραμμή του πυρός βρίσκονται οι συνταξιούχοι που «έφυγαν» με υψηλά ποσοστά αναπλήρωσης και εισπράττουν υψηλές επικουρικές, όπως π.χ. συνταξιούχοι τραπεζοϋπάλληλοι, υπάλληλοι ναυτικών πρακτορείων, μισθωτοί (ΕΤΕΑΜ) που έφυγαν μετά το 2005, εμποροϋπάλληλοι, εργαζόμενοι σε ΔΕΚΟ, ασφαλιστικά ταμεία κ.ά.
Οι κύριες συντάξεις
Στο μέτωπο των κύριων συντάξεων η ελληνική πλευρά έχει αποδεχθεί απομείωση της εθνικής σύνταξης από 2%-10% για όσους φεύγουν με 15-20 χρόνια ασφάλισης (δηλαδή 345 ευρώ για 15 χρόνια, 353 ευρώ για 16 χρόνια κ.ο.κ.) και πλήρη παροχή (384 ευρώ) στην 20ετία.
Επίσης προτείνει μείωση των ποσοστών αναπλήρωσης στο ανταποδοτικό τμήμα για τα πρώτα 25 έτη και αύξηση των συντελεστών για τα έτη από 25 και πάνω για μεγαλύτερη ανταποδοτικότητα (από 0,77% για τη 15ετία μέχρι 2,01% για 39 και πλέον χρόνια). Ο επανυπολογισμός των καταβαλλόμενων σήμερα κύριων συντάξεων θα γίνει με βάση τις συντάξιμες αποδοχές με τις οποίες αποχώρησαν οι συνταξιούχοι και τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης. Ο,τι περισσέψει θα είναι η «προσωπική διαφορά».
Περικοπές μεσοσταθμικά στο 10% έρχονται για το εφάπαξ με νέο τρόπο υπολογισμού, όπως και 32,5% για το μέρισμα, με νέο τύπο για όλους. Οι δανειστές δεν έχουν θέσει «βέτο» για τις εκπτώσεις που έχει προσφέρει η κυβέρνηση για τις εισφορές αγροτών και ελευθεροεπαγγελματιών. Δεδομένη επίσης θεωρείται η επιβολή νέου μειωμένου πλαφόν για τη μία κύρια σύνταξη κοντά στα 2.000 ευρώ.
Τα «κόκκινα» δάνεια
Οι πωλήσεις των «κόκκινων» δανείων σε funds είναι το μεγαλύτερο «αγκάθι» στις διαπραγματεύσεις του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης με τους εκπροσώπους των θεσμών.
Η απόσταση ανάμεσα στις δύο πλευρές είναι μεγάλη. Τα υπουργεία Οικονομικών και Οικονομίας αποδέχονται τη λογική της απελευθέρωσης της μεταβίβασης μη εξυπηρετούμενων δανείων και της δημιουργίας σχετικής αγοράς, ωστόσο θέτουν προϋποθέσεις και όρους ως προς το ποιες κατηγορίες θα μπορούν να μεταβιβαστούν.
Η ελληνική πλευρά φέρεται να βάζει όριο στα «κόκκινα» δάνεια με υποθήκη την κύρια κατοικία αξίας έως 200.000 ευρώ για μία τριετία αλλά και για τα επιχειρηματικά των μικρομεσαίων αξίας 500.000 ευρώ, ποσό το οποίο θα απομειώνεται σταδιακά για το ίδιο προαναφερόμενο χρονικό διάστημα.
Οι θεσμοί επιμένουν στην πλήρη απελευθέρωση της πώλησης όλων των κατηγοριών.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου