Με τον Εθνικό Ενεργειακό Σχεδιασμό
παρεμβαίνουμε στο σημαντικό πολιτικό ζήτημα του παραγωγικού μοντέλου της
χώρας και των καταναλωτικών συνηθειών της κοινωνίας, γιατί ο
ενεργειακός σχεδιασμός είναι άμεσα συνδεδεμένος με το τι μοντέλο θέλουμε
να ακολουθήσουμε. Η διόγκωση των «απαραίτητων» ενεργειακών αναγκών σε
παγκόσμιο επίπεδο είναι άρρηκτα δεμένη με την αντίληψη περί συνεχούς
οικονομικής μεγέθυνσης, γεγονός που μεταμορφώνει την ενέργεια σε
καταναλωτικό προϊόν, με άμεσο αποτέλεσμα τόσο την υπερπαραγωγή όσο και
την υπερκατανάλωση.
Πέρα από τα παραπάνω, τις τελευταίες δεκαετίες το φαινόμενο της
κλιματικής αλλαγής προσθέτει έναν ακόμη παράγοντα που επιβάλλεται να ληφθεί σοβαρότατα υπόψη στην οπτική μας για το ενεργειακό ζήτημα. Καλούμαστε λοιπόν να διαμορφώσουμε την αντίληψή μας και να σχεδιάσουμε τις προτάσεις μας υπό το πρίσμα και των δύο παραπάνω παραγόντων, παραγωγικό μοντέλο από την μια και περιβαλλοντικά προβλήματα από την άλλη. Είναι ανάγκη να προτείνουμε ένα μοντέλο που θα βασίζεται στη βιώσιμη ανάπτυξη, θα σχετίζεται με τις σύγχρονες απαιτήσεις και παρεμβάσεις των τοπικών κοινωνιών και θα λαμβάνει σοβαρά υπόψη του τον εκμεταλλευτικό και ανισότιμο χαρακτήρα των νεοφιλελεύθερων συνθηκών στον σύγχρονο καπιταλισμό.
Η εκμετάλλευση του λιγνίτη κινείται παράλληλα με την ιστορική διαδρομή της παραγωγής ενέργειας στη χώρα μας. Οι αγώνες των ανθρακωρύχων στο λεκανοπέδιο της Κοζάνης και της Μεγαλόπολης για την ασφάλεια των εργασιών, καλύτερες συνθήκες δουλειάς και διαβίωσης αποτελούν σημαντικό τμήμα της ιστορίας του εργατικού κινήματος της χώρας μας. Ο λιγνίτης θεωρείτο η προίκα της χώρας μας για την είσοδό της στο club των ανεπτυγμένων χωρών της Δ. Ευρώπης. Είναι προφανές ότι χωρίς τον φτηνό λιγνίτη η αναπτυξιακή πορεία της χώρας θα είχε ακολουθήσει άλλη διαδρομή. Σήμερα, νέες παράμετροι επηρεάζουν τον σχεδιασμό του ενεργειακού μοντέλου και τις σχέσεις της παραγωγής ενέργειας με τις τοπικές κοινωνίες, τις κινήσεις πολιτών και τις περιβαλλοντικές οργανώσεις. Τέτοιες παράμετροι είναι:
* Η υποχρέωση εκμετάλλευσης των ορυκτών καυσίμων υπό συνθήκες κλιματικής αλλαγής, για την αποτροπή των καταστροφικών εξελίξεων στο μέλλον του πλανήτη καθώς και τη μείωση των εντάσεων των παγκόσμιων ανισοτήτων.
* Η άμεση ανάγκη για όσο το δυνατόν μεγαλύτερη διείσδυση των Α.Π.Ε. στο ενεργειακό μείγμα υπό σοβαρές περιβαλλοντικές, κοινωνικές και εργασιακές προϋποθέσεις.
* Η συμμετοχή των πολιτών στη διαμόρφωση των σχεδιασμών και των αποφάσεων, η οποία έχει προέλθει από την ενεργό παρουσία των κινημάτων.
* Η ανάγκη εκδημοκρατισμού των οργάνων σχεδιασμού και ελέγχου με στόχο την συμμετοχή των πολιτών σε αυτά και τον άμεσο έλεγχο, γεγονός που υπακούει και στο γενικότερο αίτημα για παραγωγή ενέργειας υπό δημόσιο έλεγχο.
Η βιώσιμη ανάπτυξη είναι σήμερα ιστορική αναγκαιότητα για το ανθρωπογενές περιβάλλον του πλανήτη. Βιώσιμη είναι εκείνη η ανάπτυξη που δεν καταστρέφει τη φυσική της βάση και βρίσκεται σε άρρηκτη σχέση με τη φέρουσα ικανότητα των οικοσυστημάτων.
Σήμερα που τα οικοσυστήματα είναι ήδη φορτισμένα από άλλες δραστηριότητες με αποτέλεσμα τον περιορισμό της φέρουσας ικανότητας τους, το κόστος μέτρων προστασίας και αποκατάστασης του περιβάλλοντος αποτελεί σημαντική παράμετρο για την οικονομικότητα της επένδυσης μονάδας παραγωγής ενέργειας. Με απλά λόγια, επένδυση μονάδας παραγωγής ενέργειας με ορυκτά καύσιμα κύρια, ή ακόμα και με ΑΠΕ, με κόστος βαρύτατη περιβαλλοντική επιβάρυνση στο τοπικό οικοσύστημα αναιρεί τελικά τη σκοπιμότητα της επένδυσης.
Οι θέσεις των τοπικών κοινωνιών, που άμεσα δέχονται τις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις, αποτελούν σημαντικό παράγοντα για τον ενεργειακό σχεδιασμό και την ανάπτυξη μονάδων παραγωγής ενέργειας. Οι εποχές που οι μεγάλες εκμεταλλεύσεις διαμόρφωναν χαρακτηριστικά γκέτο – Κοζάνη, Μεγαλόπολη- για τις γύρω περιοχές έχουν παρέλθει.
Η ανάγκη καθορισμού του κατάλληλου πλαισίου προϋποθέσεων, για την προώθηση δημοκρατικού, αποκεντρωμένου, βιώσιμου ενεργειακού σχεδιασμού αποτελεί σταθμό για τη βιώσιμη ανάπτυξη της ελληνικής περιφέρειας, σε περίοδο οικονομικής κοινωνικής κρίσης. Οι παρεμβάσεις των κινημάτων των πολιτών στη χώρα μας στη διαμόρφωση του παραπάνω πλαισίου προϋποθέσεων πρέπει να είναι εμπρόθεσμες -η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, που συμβαίνει τώρα, προϋποθέτει άμεση αντιμετώπιση-, κατάλληλα επεξεργασμένες, τεκμηριωμένες και φυσικά να είναι αποδεσμευμένες από φαινόμενα τύπου «όχι στην πίσω αυλή του σπιτιού μου».
Για την υλοποίηση ενός ενεργειακού σχεδιασμού κοινωνικά δικαιότερου και περιβαλλοντικά φιλικότερου είναι αναγκαία η σύμπραξη σε ισότιμη βάση του φορέα υλοποίησης ιδιωτικού ή δημόσιου, των τοπικών κοινωνιών και κινημάτων και περιβαλλοντικών οργανώσεων. Η δημόσια διοίκηση έχει υποχρέωση να κερδίσει τη χαμένη αξιοπιστία των πολιτών. Αποτελεί στοίχημα που έχει θεμελιακή σχέση με τον δημοκρατικό ενεργειακό σχεδιασμό.
Οι τοπικές κοινωνίες και ιδιαίτερα οι ενεργοί πολίτες τους αποτελούν πια μια κοινωνική δύναμη παρέμβασης, που κανείς δεν μπορεί να αγνοεί. Η δράση τους έχει την ηθική νομιμοποίηση του αιτήματος για την προστασία του περιβάλλοντος, για μια αναβαθμισμένη ποιότητα ζωής και την υπεροχή τους συγκροτεί η δράση τους, η ανιδιοτέλεια και η αναζήτηση του εναλλακτικού μοντέλου ενεργειακού σχεδιασμού. Για τον λόγο αυτό και το βασικό τους έρεισμα είναι η κοινωνική αποδοχή.
Αν όλα τα παραπάνω αποτελούν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο κοινό τόπο στον χώρο μας, θα επιθυμούσα να θέσω και ορισμένα ζητήματα που άπτονται των εναλλακτικών κατευθύνσεων – προτάσεων της Αριστεράς υπό τύπον ερωτημάτων, επιχειρώντας να ανοίξω λίγο παραπάνω τη συζήτηση:
* Μπορεί να υπάρξει τοπική ενεργειακή αυτονομία και ποια τα όρια μεταξύ κεντρικού και τοπικού σχεδιασμού;
* Η διασύνδεση νησιών και απομονωμένων περιοχών είναι αναγκαιότητα ή πρόβλημα;
* Ποιος μπορεί να είναι ο ρόλος των ιδιωτών αυτοπαραγωγών; Πρέπει ή όχι να γίνει διάκριση μεταξύ «μικρών» και «μεγάλων» παραγωγών;
Η παραγωγή ενέργειας έχει παγκοσμίως μετατραπεί σε πεδίο κερδοφορίας του παγκοσμιοποιημένου κεφαλαίου, που σχεδιάζει την παραγωγή ενέργειας ως καταναλωτικό προϊόν, που η πώλησή του αποφέρει κέρδη, και όχι ως κοινωνικό αγαθό, που όμως η αλόγιστη κατανάλωσή του αποφέρει περιβαλλοντική υποβάθμιση.
Η ουτοπία να σχεδιάσουμε την οικονομία και την κατανάλωση ενέργειας με βάση τις κοινωνικές ανάγκες για βιώσιμη ανάπτυξη, για κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη, για προστασία του περιβάλλοντος είναι ρεαλιστικά επιτακτική ανάγκη.
* Ο Μπάμπης Μπιλίνης είναι υπεύθυνος του Τμήματος Οικολογίας – Περιβάλλοντος του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ
http://www.avgi.gr/ http://ecoleft.wordpress.com/
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου